Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

Εξοστρακίστηκε


Άπειρο βλέμμα
επ'άπειρον
στο απειροελάχιστο
σ'ένα δευτερολεπτικό
συναπάντημα
εκεί που συγκρούστηκαν
οι ήχοι της καρδιάς μας
βγαλμένοι από πάπυρο
σε κόσμο ανάπηρο
σε μάτια χυδαία
που δεν κατανόησαν
πως σ'αγάπησα φευγαλέα
η νότα κουρδίστηκε
να παίζει στον ίδιο τόνο
το κορμί δεν ζυγίστηκε
να πουλάει στον χρόνο
εξορίστηκε η αφοσίωση
σε νησί ανιάτων
της αγάπης οι αμαρτωλοί
όστρακα αθανάτων
σαν βουτήξεις εκεί στ'αβαθή
επανάφερέ με στη λήθη
σε αγάπησα πιο βαθειά
και μάρτυράς μου, η (ή) λύπη (ει;)
  
 

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Ο ουρανοδίκης


Δεν άντεξα
φόρεσα τη μάσκα
όπλισα το καλάσνικοφ
βγήκα για περίπατο
στο άβατο του πεπρωμένου
είχα τρεις ζωές
να πάρω ή να χάσω
τι έχω να χάσω
αν θα πεθάνω μια ώρα αρχύτερα
τι κι αν στο κούτελο θα γράφει δολοφόνος
με πολύ δόλο, έτσι χωρίς τσιγκουνιά
να ρίχνεις με δύναμη
αγκιλωμένος ο δείκτης στη σκανδάλη
και μετά από πάνω
να ελέγξεις αν ο θύτης ξεψιχάει
και τότε στο κούτελο, η χαριστική
εκεί που η συνείδηση χάθηκε
όταν η ετυμηγορία
δωροδοκείτο εξ επαγγέλματος
σαν ο δικαστής έγινε ουρανοδίκης

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Reincarnation


Ποτέ σαν και τότε
μην ορκίζεσαι
για άδοτους όρκους
ποτέ σαν και τώρα
μην χαραμίζεις
την αιώνια ώρα
σ'έναν κόσμο
τοποθετημένος από τύχη
σαν η σύλληψη πέρασε
τα απόρθητα τείχη
εν μέσω θυσίας αναπόφευκτης
και συ, σε θεάρεστο έργο,
έτσι λένε οι φήμες,
ακατάλληλες
δεν υπήρξες ποτέ σαν με κοιτάς
με σαρκοβόρα μάτια
επέκεινα
πέφτω σε κώμα
στο δικό σου σώμα
ψυχή μου, ακόμα
πόσο αργεί η μετενσάρκωση
και ίσως γυρίσω
στον τρόμο αν ζήσω
τι να ζητήσω
αν τώρα λυγίσω
σ'αγαπάω ανώφελα
 

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

Ιατροδικαστική Γνωμοδότηση της Ι.Υ. Λαμίας για τις νευροεκφυλιστικές παθήσεις του εγκεφάλου



Ακολουθεί η Ιατροδικαστική Γνωμοδότηση, Επιστημονικού Ενδιαφέροντος, των Νευροεκφυλιστικών Παθήσεων του Εγκεφάλου της Προϊσταμένης της Ι.Υ. Λαμίας και Ιατροδικαστού Β΄ Τάξεως, κ. Αποστολίας Ακριβούση                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                   Θέμα: Ιατροδικαστική Γνωμοδότηση, Επιστημονικού Ενδιαφέροντος, των Νευροεκφυλιστικών  Παθήσεων του Εγκεφάλου.

Οι Νευροεκφυλιστικές παθήσεις του εγκεφάλου, είναι συνήθως αποτέλεσμα της εκφύλισης των νευρώνων του εγκεφάλου. Συχνότερες παθήσεις είναι : νόσος Alzheimer, αγγειακή άνοια, μετωποκροταφικές άνοιες, νόσος του Parkinson κτλ. Η διαδικασία εξέτασης για τη διάγνωση  Νευροεκφυλιστικού νοσήματος, ξεκινά από μία βασική Νευροψυχιατρική εκτίμηση, Νευρολογική εξέταση, εκτίμηση των νοητικών λειτουργιών, εξέταση της παρούσας ψυχικής κατάστασης. Προς τούτο, και προς την Πειραματική συνεκτίμηση των ως άνω αναφερομένων, τα βήματα είναι τα κάτωθι:
Α.Παρακλινική διερεύνηση
1) Εξετάσεις αίματος για τον αποκλεισμό δευτεροπαθών ανοιών.
2) Ειδικές εξετάσεις αίματος (γονίδια Alzheimer, αλλήλιο ApoE4 κ.α.).
3) Πρωτοποριακές εξετάσεις στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ανίχνευση παθολογικών πρωτεϊνών-Αβ αμυλοειδές, Tau πρωτεΐνες, Phosphotau πρωτεΐνη).
4) Ανατομική (ειδικά πρωτόκολλα MRI) ή λειτουργική απεικόνιση εγκεφάλου (HMPAO SPECT, DAT scan και Τομογραφία εκπομπής Ποζιτρονίων-PET scan).
B.Νευροψυχολογική αξιολόγηση (τυποποιημένες νευροψυχολογικές δοκιμασίες που ελέγχουν την μνήμη και τις άλλες νοητικές λειτουργίες).
Γ.Παρακολούθηση ασθενών.
                                                                                                    Η Εκτελούσα Χρέη Προϊσταμένου
                                                                                                                της Ι.Υ. Λαμίας
                                                                            Αποστολία Α. Ακριβούση- Ιατροδικαστής Β' Τάξεως

Υ.Γ. Αυτά τα ολίγα για τα διάσπαρτα "λαμόγια" της Ψυχιατρικής, τους επίορκους ψυχιάτρους, που γνωματεύουν κατά παραγγελία ... ανάλογα με τις έκνομες επιδιώξεις των εντολέων τους. Αυτοί οι επίορκοι σύντομα θα λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη!
Συγχαρητήρια στην κ. Αποστολία Ακριβούση για την επιστημονική της ευθύτητα και εγκυρότητα, και για την συνεισφορά της στην πάταξη της Διαφθοράς, απ'όπου κι εάν προέρχεται. 

Τα θύματα της έκρηξης (δολιοφθοράς) του Σινούκ σας οφείλουν τη "ζωή" τους στον κόσμο της αιωνιότητας!


πηγή: http://www.iatrodikastikiypiresialamias.gr/images/files/Arthro3.pdf

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

Ημίθεα ύπαρξη






Το κρύο έφτασε μέχρι τις κλειδώσεις

ερμητικά κλειδωμένες οι ερινύες

σκότος ολούθε και ολάκερο

πως να μαζέψω λίγη ζέστη

από την κρυψώνα

οι σκέψεις τρίζανε

λιθοβολημένες από την αυθορμησία

σκεπτικός κι ο ουρανός

και τα μάτια σου

και η καρδιά μου να τρεμοπαίζει
από δέος

δεν θέλω να σε χάσω, μα το Δία

Θεός αν είσαι σκότωσε

την ημίθεα φύση μου

απάλλαξέ με από το αιώνιο μαρτύριο

δώσε μια ελπίδα, γενναιόδωρη

πως θα πεθάνω απ'αγάπη

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Ολομέλεια ΑΠ 1/2015 : Παράβαση νόμου περί ναρκωτικών

Ποινική Δικονομία. Μεταβολή κατηγορίας. Χειροτέρευση θέσεως κατηγορουμένου. Παράβαση νόμου περί ναρκωτικών. Κακουργηματική μορφή. Τέλεση κατ'επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή καθ'υποτροπή. Ποινική μεταχείριση του δράστη. Διαχρονικό δίκαιο. Διακίνηση ναρκωτικών. Εννοια - στοιχεία. Διακεκριμένη μορφή. Μικρή και μεγάλη διακίνηση - περιουσιακό όφελος. Σε περίπτωση διακίνησης ναρκωτικών από περισσότερους του ενός δράστες, δεν λαμβάνεται υπόψη το όφελος που απέβλεψε ο κάθε δράστης, αλλά το σύνολο του οφέλους που επιδιώχθηκε από την ίδια πράξη διακίνησης. Ερμηνεία άρθρου 23 ν. 4139/2013. Αναδρομικότητα επιεικέστερου νόμου. Κρίση για τις επιεικέστερες ποινικές διατάξεις. Ποινικοί νόμοι εν μέρει ηπιότεροι και εν μέρει αυστηρότεροι. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που εκδικάζει, μετά από έφεση του κατηγορουμένου, υπόθεση διακίνησης ναρκωτικών ουσιών κατ'επάγγελμα, ανεξάρτητα από το εάν η αρχική δίωξη που είχε γίνει υπό την ισχύ του ν. 3459/2006, αφορούσε τα άρθρα 23 ή 23Α του νόμου τούτου, μπορεί και οφείλει να ερευνήσει εάν το προσδοκώμενο όφελος από τη διακίνηση των ναρκωτικών υπερβαίνει το ποσό των 75.000 ευρώ, σε καταφατική δε περίπτωση να το προσθέσει στο σκεπτικό και διατακτικό της αποφάσεώς του, ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας ορθά το επιεικέστερο για τον κατηγορούμενο άρθρο 23 παρ. 2 ν. 4139/2013, αρκεί να μην επιβάλει μεγαλύτερη χρηματική ποινή.

Αριθμός 1/2015

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΕ B΄ ΤΑΚΤΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές της Β΄ Τακτικής Ποινικής Ολομέλειας: Αθανάσιο Κουτρομάνο, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Πάσσο, Αικατερίνη Βασιλακόπουλου-Κατσαβριά, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Κωνσταντίνο Τσόλα, Εμμανουήλ Κλαδογένη, Χρυσούλα Παρασκευά, Βασίλειο Καπελούζο, Παναγιώτη Χατζηπαναγιώτη, Ιωσήφ Τσαλαγανίδη-Εισηγητή, Αγγελική Αλειφεροπούλου, Γεώργιο Κοντό, Βασίλειο Πέππα, Γεώργιο Λέκκα, Μαρία Χυτήρογλου, Ειρήνη Καλού, Χαράλαμπο Μαχαίρα, Αλτάνα Κοκκοβού, Δημήτριο Γεώργα, Ιωάννη Μαγγίνα, Δήμητρα Κοκοτίνη, και Διονυσία Μπιτζούνη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Μαΐου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικόλαου Παντελή (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) N. S. του M., κατοίκου ... και ήδη κρατούμενου στις Φυλακές Λάρισας, που εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Δημήτριο Τσοβόλα και Μιχαήλ Δημητρακόπουλο και 2) A. S. του G., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Μιχαήλ Δημητρακόπουλο, περί αναιρέσεως της 2584/2013 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Με συγκατηγορούμενους τους: 1) T. A. του G. και 2) Σ. Α. του Μ..

Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ'αυτή. Οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 1 Νοεμβρίου 2013 και 4 Νοεμβρίου 2013 δύο αιτήσεις αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1311/2013.

Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 1329/2014 απόφαση του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που παρέπεμψε την υπόθεση στην Β΄ Τακτική Ολομέλεια του Δικαστηρίου αυτού.

Αφού άκουσε τους πληρεξούσιους δικηγόρους των αναιρεσειόντων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε τα εξής: Με την υπ'αριθμ. 1329/2014 απόφαση του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος, παραπέμφθηκαν στην Τακτική Ολομέλεια του δικαστηρίου σας, τα εξής ζητήματα που σχετίζονται με συναφείς λόγους αναιρέσεως των N. S. και A. S., και ειδικότερα το εάν:

α) Συνιστά εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1 του Π.Κ. και 23 παρ. 2 του Ν. 4139/2013, ταυτόχρονα δε και ανεπίτρεπτη μεταβολή κατηγορίας και χειροτέρευση της θέσης του κατηγορουμένου, με συνέπεια να ιδρύονται οι από τα άρθρα 510 παρ. 1 στοιχεία Ε, Α και Η Κ.Π.Δ αντίστοιχοι λόγοι αναιρέσεως, η από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που επιλαμβάνεται, μετά από έφεση του κατηγορουμένου, της εκδίκασης υπόθεσης διακίνησης ναρκωτικών κατ’ επάγγελμα προσθήκη στο σκεπτικό και το διατακτικό της απόφασης του ότι το προσδοκώμενο όφελος του υπαιτίου από την πράξη υπερβαίνει το ποσό των 75.000 ευρώ, καίτοι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που είχε εκδικάσει την υπόθεση υπό την ισχύ του άρθρου 23 του Ν. 3459/2006 (Κ.Ν.Ν.), δεν είχε διαλάβει οποιαδήποτε σχετική σκέψη περί τούτου, ούτε στο σκεπτικό ούτε στο διατακτικό της απόφασής του, β) συνιστά εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης και επομένως συγκροτεί τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχείο Ε του Κ.Π.Δ. αναιρετικό λόγο, η παραδοχή ότι στην περίπτωση διακίνησης ναρκωτικών με την επιβαρυντική περίπτωση του άρθρου 23 του Ν. 4139/2013, δηλαδή της κατ'επάγγελμα τέλεσης και με προσδοκώμενο όφελος ανώτερο των 75.000 ευρώ, το τελευταίο υπολογίζεται μια φορά μόνο και αντιστοιχεί σε όλους τους συμμέτοχους, χωρίς να επιμερίζεται ανάλογα με τον αριθμό τους.

Το άρθρο 7 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος ορίζει ότι "Έγκλημα δεν υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της. Ποτέ δεν επιβάλλεται ποινή βαρύτερη από εκείνη που προβλεπόταν κατά την τέλεση της πράξης". Εξάλλου με το άρθρο 2 παρ. 1 του ΠΚ, καθιερώνεται η αρχή της αναδρομικότητας του επιεικέστερου νόμου, αφού ορίζεται με αυτό ότι "Αν από την τέλεση της πράξης έως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν δύο ή περισσότεροι νόμοι, εφαρμόζεται αυτός που περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις. Ως ηπιότερος νόμος κατά την έννοια του ως άνω άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ, θεωρείται εκείνος, ο οποίος, όπως ίσχυσε, περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις. Προς τούτο γίνεται σύγκριση των περισσοτέρων αυτών διατάξεων στο σύνολο των προϋποθέσεών τους. Εάν από τη σύγκριση αυτή προκύψει ότι ο κατηγορούμενος, όπως κατηγορείται, επιβαρύνεται το ίδιο από όλους τους νόμους, τότε εφαρμοστέος είναι ο νόμος που ίσχυσε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, διαφορετικά εφαρμόζεται ο νεότερος επιεικέστερος νόμος. Περαιτέρω με το άρθρο 470 εδάφιο α Κ.Π.Δ. ορίζεται, ότι "στην περίπτωση που ασκήθηκε ένδικο μέσο εναντίον καταδικαστικής απόφασης από εκείνον που καταδικάσθηκε ή υπέρ αυτού, δεν μπορεί να γίνει χειρότερη η θέση του ούτε να ανακληθούν τα ευεργετήματα που δόθηκαν με την απόφαση που προσβάλλεται". Από τη διάταξη αυτή, η παράβαση της οποίας συνιστά υπέρβαση εξουσίας και ιδρύει τον υπό του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Η Κ.Π.Δ. προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως, προκύπτει, ότι τέτοια χειροτέρευση της θέσεως του ασκήσαντος το ένδικο μέσο της εφέσεως κατά της πρωτοβάθμιας καταδικαστικής αποφάσεως επέρχεται είτε με την επαύξηση των ποινικών κυρώσεων σε βάρος του καταδικασθέντος (πραγματική χειροτέρευση), είτε με την επιβάρυνση της νομικής του μεταχείρισης, δηλαδή κυρίως εάν αναγνωρίζεται βαρύτερη ενοχή του από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο (νομική χειροτέρευση), η οποία διαπιστώνεται από τη σύγκριση του περιεχομένου των διατακτικών, αφενός της αποφάσεως που προσβάλλεται με το ένδικο μέσο και αφετέρου αυτής που εκδίδεται από το δικαστήριο του ενδίκου μέσου, όχι όμως και όταν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αποσαφηνίζει, συμπληρώνει και προσδιορίζει ακριβέστερα, σύμφωνα με τα πορίσματα της ακροαματικής διαδικασίας, τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την πράξη ή όταν, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, προσδίδει στην πράξη τον προσήκοντα νομικό χαρακτηρισμό, εφόσον αυτός στηρίζεται στα ίδια γεγονότα της ποινικής δίωξης που ασκήθηκε, ή όταν διορθώνεται και βελτιώνεται κάποιο ιστορικό στοιχείο, που δεν μεταβάλει ουσιωδώς την κατηγορία.

Με τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Ν. 3459/2006 (ΚΝΝ) ορίζεται ότι "με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή δύο χιλιάδων εννιακοσίων (2.900) μέχρι διακοσίων ενενήντα χιλιάδων (290.000) ευρώ τιμωρείται όποιος, μεταξύ των άλλων, αγοράζει, πωλεί ή κατέχει ναρκωτικά, ενώ με το άρθρο 23 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι "με ισόβια κάθειρξη και με χρηματική ποινή είκοσι εννέα χιλιάδων τετρακοσίων δώδεκα (29.412) ευρώ μέχρι πεντακοσίων ογδόντα οκτώ χιλιάδων διακοσίων τριάντα πέντε ευρώ τιμωρείται ο παραβάτης των άρθρων 20, 21 και 22 αν είναι υπότροπος ή ενεργεί κατ'επάγγελμα ή κατά συνήθεια, ή ενεργεί με σκοπό να προκαλέσει την χρήση ναρκωτικών ουσιών από ανηλίκους ή χρησιμοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο ανήλικα πρόσωπα κατά την τέλεση των παραπάνω πράξεων, ή μετέρχεται κατά την τέλεση των πράξεων αυτών ή προς τον σκοπό διαφυγής του την χρήση όπλων ή οι περιστάσεις τέλεσης μαρτυρούν ότι είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος. Ως υπότροπος θεωρείται όποιος έχει καταδικασθεί αμετάκλητα για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών σε βαθμό κακουργήματος εντός της προηγούμενης δεκαετίας ή σε βαθμό πλημμελήματος εντός της προηγουμένης πενταετίας". Εξάλλου με το άρθρο 10 του Ν. 3727/2008 προστέθηκε στον Ν. 3459/2006 (Κ.Ν.Ν) νέο άρθρο ως άρθρο 23 Α, με την παράγραφο 1 του οποίου ορίζεται ότι "οι προβλεπόμενες για τις πράξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 23 ποινές επιβάλλονται και όταν η πράξη αφορά μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών, καθώς και στην περίπτωση που αφορά ναρκωτικά τα οποία βλάπτουν τα μέγιστα την υγεία δηλαδή από εκείνα που προβλέπονται στο άρθρο 1, εάν η χρήση τους είτε προκάλεσε σημαντικές βλάβες σε τρίτο πρόσωπο και ειδικότερα τις προβλεπόμενες από το άρθρο 310 Π.Κ. σωματικές βλάβες είτε προκάλεσε τέτοιες σωματικές βλάβες στην υγεία πολλών ατόμων". Με το άρθρο 100 του Ν. 4139/2013 (Φ.Ε.Κ Α 74 /20-3-2013) ορίστηκε ότι από την έναρξη ισχύος του (20-3-2013), καταργείται ο Ν. 3459/2006 (εκτός από τα άρθρα 1 παρ. 1, 58 και 61 αυτού), εφεξής δε οι παραβάσεις διακίνησης ναρκωτικών ρυθμίζονται με τις διατάξεις του νόμου αυτού, τα αντίστοιχα άρθρα του οποίου έχουν ως εξής : Αρθρο 20 "1. Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 21, 22 και 23, διακινεί παράνομα ναρκωτικά, τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον οκτώ (8) ετών και με χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. 2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 29, ως έγκλημα διακίνησης ναρκωτικών νοείται κάθε πράξη με την οποία συντελείται η κυκλοφορία ναρκωτικών ουσιών ή πρόδρομων ουσιών που αναφέρονται στους πίνακες της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και ιδίως η εισαγωγή, η εξαγωγή, η διαμετακόμιση, η πώληση, η αγορά, η προσφορά, η διανομή, η διάθεση, η αποστολή, η παράδοση, η αποθήκευση, η παρακατάθεση, η παρασκευή, η κατοχή ...". Άρθρο 23 παρ. 2 "Με ισόβια κάθειρξη, καθώς και με χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ τιμωρείται ο δράστης των πράξεων των άρθρων 20 και 22: α) όταν κατ'επάγγελμα χρηματοδοτεί την τέλεση κάποιας πράξης διακίνησης ή κατ' επάγγελμα διακινεί ναρκωτικές ουσίες και το προσδοκώμενο όφελος του δράστη στις ανωτέρω περιπτώσεις υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ, β) όταν μετέρχεται κατά την τέλεση των πράξεων αυτών ή προς το σκοπό διαφυγής του τη χρήση όπλων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 2168/1993". Από την αντιπαραβολή και σύγκριση των ως άνω διατάξεων διακίνησης ναρκωτικών ουσιών κατ'επάγγελμα, συνάγεται ότι ο νομοθέτης, με το άρθρο 23 παρ. 2 του νέου Ν. 4139/2013, για την ιδιαίτερα διακεκριμένη περίπτωση διακίνησης ναρκωτικών ουσιών κατ'επάγγελμα, που τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη, όπως και με το Ν. 3459/2006 (ισόβια κάθειρξη και με χρηματική ποινή 29.412 μέχρι 588.235 ευρώ), προβλέπει μεν αυστηρότερη χρηματική ποινή, πλην όμως εισάγει, με την νέα αυτή διάταξη, επιεικέστερη για τον κατηγορούμενο προϋπόθεση, γιατί, πλην της επιβαρυντικής περίστασης της κατ'επάγγελμα διακίνησης ναρκωτικών, που υπήρχε και στην προηγούμενη διάταξη, για την αυστηρότερη τιμώρησή της, απαιτεί "το προσδοκώμενο όφελος" από την διακίνηση, να υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ", ρύθμιση σαφώς ευμενέστερη για τον κατηγορούμενο. Το προσδοκώμενο όμως όφελος δεν αποτελεί πρόσθετο στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης της ιδιαίτερα διακεκριμένης αυτής περίπτωσης διακίνησης ναρκωτικών ή πρόσθετη επιβαρυντική περίσταση του άρθρου 23 παρ. 2 του Ν. 4139/2013, αλλά διευκρίνιση προϋπόθεσης που προϋπήρχε σιωπηρά και στις περιπτώσεις της κατ' επάγγελμα διακίνησης ναρκωτικών των άρθρων 23 και 23Α του Ν. 3459/2006, δοθέντος ότι το στοιχείο του οφέλους αποτελούσε αναπόσπαστο στοιχείο τους, ως άγραφο, τρόπον τινά, στοιχείο της αντικειμενικής τους υπόστασης (περί των στοιχείων αυτών βλέπετε Χ. Μυλωνόπουλου Ποινικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος, έκδοση 2007, σελίδα 128), ενόψει του ότι ο σκοπός οφέλους αποτελεί κατά το άρθρο 13 εδάφιο στ του Π.Κ., βασικό στοιχείο της τέλεσης μιας πράξης κατ'επάγγελμα.

Συνεπώς το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που επιλαμβάνεται, μετά από έφεση του κατηγορουμένου, της εκδίκασης υπόθεσης διακίνησης ναρκωτικών ουσιών κατ' επάγγελμα (αγοράς, κατοχής, πώλησης κ.λπ.), ανεξάρτητα από το εάν η αρχική δίωξη (και εκδίκαση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό), που είχε γίνει υπό την ισχύ του Ν. 3459/2006, αφορούσε τα άρθρα 23 ή 23Α του νόμου τούτου, μπορεί και οφείλει να ερευνήσει και το εάν το προσδοκώμενο όφελος από την διακίνηση, υπερβαίνει το ποσό των 75.000 ευρώ, σε καταφατική δε περίπτωση να το προσθέσει στο σκεπτικό και διατακτικό της απόφασής του, ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας ορθά το επιεικέστερο για τον κατηγορούμενο άρθρο 23 παρ. 2 του Ν. 4139/2013, αρκεί να μην επιβάλλει μεγαλύτερη χρηματική ποινή, ως προς την οποία είναι και μόνο αυστηρότερη για τον κατηγορούμενο η ως άνω διάταξη, χωρίς έτσι να καθιστά χειρότερη την θέση του καταδικασθέντος κατηγορουμένου, ούτε μεταβάλλει ανεπίτρεπτα την κατηγορία, αφού το δικαστήριο δεν προσθέτει νέα επιβαρυντική περίπτωση, αλλά απλώς διευκρινίζει προϋπόθεση που υπήρχε και πριν, χωρίς να έχει διατυπωθεί ρητά στο γράμμα του ν. 3459/2006. Η αντίθετη άποψη σύμφωνα με την οποία το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί να ερευνήσει το στοιχείο του προσδοκώμενου οφέλους, μόνο όταν είχε ασκηθεί αρχικά ποινική δίωξη και είχε εκδοθεί καταδικαστική απόφαση από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο για παράβαση του άρθρου 23Α του Ν. 3459/2006, δηλαδή για διακίνηση μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών, δεν στηρίζεται στο γράμμα του νόμου, ούτε είναι σύμφωνη με την βούληση του νομοθέτη ο οποίος με την προσθήκη αυτή θέλησε να αποκλείσει την καταδίκη σε ισόβια κάθειρξη, σε ποινή δηλαδή δυσανάλογη με την αντικειμενική απαξία της πράξης, στις περιπτώσεις διακίνησης ναρκωτικών πολύ μικρής αξίας, σημειώνοντας στην αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 23 παρ. 2 του Ν. 4139/2013 ότι "η αποκλειστικώς προβλεπόμενη για τις περιπτώσεις αυτές ποινή της ισόβιας κάθειρξης, έγκειται ακριβώς στα στοιχεία της ιδιαίτερης επικινδυνότητας που ενσωματώνουν οι υπαλλακτικά προβλεπόμενες τυποποιήσεις της κατ’ επάγγελμα τέλεσης με αυξημένο οικονομικό όφελος και της χρήσης όπλων με σκοπό την διαφυγή. Ειδικότερα, η επικινδυνότητα του δράστη της περίπτωσης α της παραγρ. 2 θα πρέπει να προκύπτει, πέραν της κατ'επάγγελμα τέλεσης, σωρευτικά και από την μεγάλη ποσότητα των διακινούμενων ναρκωτικών, η οποία προσδιορίζεται, για λόγους αντικειμενικότητας και ομοιόμορφης εφαρμογής του νόμου, από το ύψος του οικονομικού οφέλους που αντικειμενικά είναι πρόσφορο να προσποριστεί στον δράστη από την διακίνηση της συγκεκριμένης ποσότητας των ναρκωτικών. Ετσι αποφεύγεται η χρήση αόριστων εννοιών όπως λόγου χάριν ο όρος "ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα", που ενέχουν κινδύνους διαφορετικού προσδιορισμού της μεγάλης ποσότητας από διάφορα δικαστήρια ...".

Συνεπώς, από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4139/2013, προκύπτει ότι ο νομοθέτης θέλησε να οριοθετήσει τις περιπτώσεις μικρής και μεγάλης διακίνησης ναρκωτικών, θεσπίζοντας ένα αντικειμενικό κριτήριο για τον διαχωρισμό τους και την ομοιόμορφη εφαρμογή του νόμου, το κριτήριο της αντικειμενικής αξίας και συνακόλουθα του προσδοκώμενου οφέλους, καταργώντας το κριτήριο της μεγάλης ποσότητας που υπήρχε στο άρθρο 23 Α του Ν. 3459/2006, το οποίο έκρινε ότι ήταν αόριστο και μπορούσε να ερμηνευθεί διαφορετικά από κάθε δικαστήριο και όχι να αποκλείσει την περίπτωση της ποινής της ισόβιας κάθειρξης στις περιπτώσεις κατ'επάγγελμα διακίνησης ναρκωτικών σημαντικής αξίας, ανεξάρτητα από το εάν αυτές είχαν χαρακτηρισθεί υπό την ισχύ του νόμου ως μεγάλες ή όχι. Η ex lege οριοθέτηση της μικρής από την μεγάλη διακίνηση ναρκωτικών, με κριτήριο το σκοπούμενο περιουσιακό όφελος, απαντά και στο δεύτερο των ερωτημάτων που τίθενται εν προκειμένω. Ειδικότερα το περιουσιακό όφελος, δεν ανήκει στην κατηγορία των προσωποπαγών εννόμων αγαθών, και συνακόλουθα δεν μπορεί να συνδεθεί με συγκεκριμένα πρόσωπα (βλ. σχετικά Χ .Μυλωνόπουλου Εγκλήματα σχετικά με τα υπομνήματα, σελίδα 100).

Συνεπώς, σε περίπτωση διακίνησης ναρκωτικών από περισσότερους του ενός δράστες, δεν λαμβάνεται υπόψη το όφελος που απέβλεψε ο κάθε δράστης, αλλά το σύνολο του οφέλους που επιδιώχθηκε από την ίδια πράξη διακίνησης. Η ερμηνεία αυτή είναι σύμφωνη και με την λογική των πραγμάτων, αφού δεν είναι δυνατόν ο νομοθέτης να απέβλεπε στο όφελος κάθε δράστη ατομικά, υποχρεώνοντας τον εφαρμοστή του νόμου να διεισδύσει σε εσωτερικές συμφωνίες μεταξύ των περισσοτέρων δραστών, ως προς τη διανομή του, οι οποίες και δυσαπόδεικτες είναι και επιτρέπουν την περιγραφή του νόμου με τον τεμαχισμό του οφέλους ανάλογα με τις επιδιώξεις των δραστών. Υπέρ της αποδοχής της άποψης αυτής συνηγορεί και το ότι έτσι η ειδική υπόσταση του εγκλήματος παραμένει σταθερή, ανεξάρτητα από τον αριθμό των δραστών, αφού το σκοπούμενο περιουσιακό όφελος από την διακίνηση προσδιορίζεται από τον ίδιο τον νομοθέτη, και όχι από τον εφαρμοστή του δικαίου, ο οποίος για την εξεύρεσή του θα έπρεπε να πολλαπλασιάζει κάθε φορά τον αριθμό 75.000 επί τον αριθμό των δραστών, κάτι το οποίο ασφαλώς δεν θέλησε ο νομοθέτης, ούτε προκύπτει το τοιούτο από το γράμμα του νόμου.

Με την ερμηνεία αυτή του οφέλους άλλωστε συντάχθηκε και η νομολογία του δικαστηρίου σας, όταν με βάση την νομοθετική μεταρρύθμιση που έγινε αρχικά με τον Ν. 2408/1996 και στη συνέχεια με τον Ν. 2721/1999, ορισμένα εγκλήματα περί τα υπομνήματα και τα περιουσιακά δίκαια, κατετάγησαν στην κατηγορία των κακουργημάτων ή των πλημμελημάτων, με αποκλειστικό κριτήριο την χρηματική αποτίμηση της ζημίας ή του προσδοκώμενου οφέλους. Ειδικότερα με την υπ'αριθμ. 509/2000 απόφαση του δικαστηρίου σας, είχε κριθεί ότι για τον κακουργηματικό χαρακτήρα της χρήσης πλαστού εγγράφου με βάση το σκοπούμενο όφελος του υπαιτίου ή την βλάβη του παθόντος (ανώτερου των 25.000.000 δραχμών), λαμβανόταν υπόψη το όφελος που επιδιώχθηκε ή η βλάβη που προκλήθηκε από την χρήση του πλαστού εγγράφου συνολικά, ανεξάρτητα από τον αριθμό των αυτουργών ή των παθόντων. Την απόφαση αυτή ακολούθησε σειρά άλλων αποφάσεων, όπως οι 632/2002, 1995/2004 και 1344/2006, με συνέπεια να έχει δημιουργηθεί, σχετικά με το ζήτημα αυτό, πάγια σχεδόν νομολογία.

Κατ'ακολουθία των προεκτεθέντων, πρέπει οι παραπεμφθέντες στην Τακτική Ολομέλεια του Δικαστηρίου Σας, πρώτος και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως του N. S. και πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι αναιρέσεως της A.S., κατά της υπ'αριθμ. 2584/2013 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με τους οποίους οι ως άνω παραπονούνται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, υπέρβαση εξουσίας και απόλυτη ακυρότητα, οι οποίοι (λόγοι) απορρίφθηκαν ως αβάσιμοι από την πλειοψηφήσασα γνώμη της υπ'αριθμ. 1329/2014 απόφασης του Ζ΄ ποινικού τμήματος, να απορριφθούν επίσης ως ουσιαστικά αβάσιμοι.

Για τους λόγους αυτούς Προτείνω: Να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι οι παραπεμφθέντες στην Τακτική Ολομέλεια του Δικαστηρίου Σας, πρώτος και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως του N.S. και πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι αναιρέσεως της A.S., κατά της υπ'αριθμ. 2584/2013 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, υπέρβασης εξουσίας και απόλυτης ακυρότητας.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται στη Β΄ Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 παρ. 1 και 2 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988) και 3 παρ. 2 ν. 3810/1957 οι περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικών ποινικών διατάξεων και υπερβάσεως εξουσίας (άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε`, Η` Κ.Π.Δ.) πρώτος και δεύτερος λόγοι της από 1 Νοεμβρίου 2014 αιτήσεως του N. S. του M. και οι περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, υπερβάσεως εξουσίας και απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο (άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε`, Η`, Α` Κ.Π.Δ.) πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι της από 4 Νοεμβρίου 2014 αιτήσεως της A. S. του G. για αναίρεση της 2584/2013 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.

Η υπόθεση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την υπ'αριθμ. 1329/2014 απόφαση του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος, επειδή το ζήτημα περί εφαρμογής ή μη του άρθρου 23 παρ. 2 εδ. α` περ. β` ν. 4139/2013 σε υπόθεση που είχε εκδικασθεί σε πρώτο βαθμό υπό την ισχύ του άρθρου 23 ν. 3459/2006 ελήφθη με πλειοψηφία μιας ψήφου.

Κατά το άρθρο 7 παρ. 1 του Συντάγματος: "Έγκλημα δεν υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της. Ποτέ δεν επιβάλλεται ποινή βαρύτερη από εκείνη που προβλεπόταν κατά την τέλεση της πράξης". Κατά το άρθρο 7 παρ. 1 της ΕΣΔΑ: "1. Ουδείς δύναται να καταδικασθή διά πράξιν ή παράλειψιν η οποία, καθ` ην στιγμήν διεπράχθη, δεν απετέλει αδίκημα συμφώνως προς το εθνικόν ή διεθνές δίκαιον. Ούτε και επιβάλλεται βαρυτέρα ποινή από εκείνην η οποία επεβάλλετo κατά την στιγμήν της διαπράξεως του αδικήματος". Κατά το άρθρο 15 του ΔΣΑΠΔ του ΟΗΕ, που κυρώθηκε με το ν. 2462/1997: "Κανείς δεν καταδικάζεται για πράξεις ή παραλείψεις, οι οποίες δεν ήταν αξιόποινες κατά το εσωτερικό ή το διεθνές δίκαιο τη στιγμή της διάπραξής τους. Επίσης δεν επιβάλλεται βαρύτερη ποινή από εκείνην που προβλεπόταν κατά τη χρονική στιγμή της διάπραξης του ποινικού αδικήματος. Εάν, μετά τη διάπραξή του ο νόμος προβλέπει την επιβολή ελαφρύτερης ποινής, ο δράστης επωφελείται από αυτήν". Κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 1 του ΠΚ, με το οποίο καθιερώνεται η αρχή της αναδρομικότητας του επιεικέστερου ποινικού νόμου, που ίσχυσε από την τέλεση της πράξεως μέχρι το χρόνο της αμετακλήτου εκδικάσεως της υποθέσεως, επιεικέστερος νόμος θεωρείται εκείνος, ο οποίος με την εφαρμογή του, δηλαδή με βάση τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις, επιφέρει στη συγκεκριμένη περίπτωση ευνοϊκότερη για τον κατηγορούμενο ποινική μεταχείριση. Προς τούτο γίνεται σύγκριση των περισσοτέρων διατάξεων στο σύνολο των προϋποθέσεων που προβλέπονται από καθεμιά από αυτές. Εάν από τη σύγκριση αυτή προκύψει ότι ο κατηγορούμενος, με βάση το αποδιδόμενο σ'αυτόν έγκλημα, επιβαρύνεται το ίδιο από όλους τους νόμους, τότε εφαρμοστέος είναι ο νόμος που ίσχυε κατά το χρόνο τελέσεως της πράξεως, διαφορετικά εφαρμόζεται ο νεότερος επιεικέστερος νόμος. Σύμφωνα δε α) με την αρχή της νομιμότητας (άρθρο 7 του Σ.), β) με την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 του Σ.) και γ) με το προαναφερθέν άρθρο 15 παρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, που έχει, κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος, υπερνομοθετική τυπική ισχύ, καθιερώνεται η αναδρομική εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου. Περαιτέρω, κατά την έννοια του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Ε` του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ'αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που έχει δεχθεί ότι αποδείχθηκαν, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, για το οποίο πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως. Εξάλλου, από τη διάταξη του αριθ. 510 παρ. 1 στοιχ. Η` του ΚΠΔ θεσπίζεται ως λόγος αναιρέσεως της αποφάσεως και η υπέρβαση εξουσίας, η οποία υπάρχει όταν το δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίδει ο νόμος. Η υπέρβαση εξουσίας εμφανίζεται υπό την θετική και αρνητική μορφή. Θετική υπέρβαση υπάρχει, όταν το δικαστήριο της ουσίας απεφάσισε για ζήτημα που δεν υπαγόταν στη δικαιοδοσία του, ενώ αρνητική, όταν παρέλειψε να αποφασίσει για ζήτημα που είχε υποχρέωση στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 470 εδ. α` του ΚΠΔ, επί ενδίκου μέσου, που ασκήθηκε εναντίον καταδικαστικής απόφασης, από εκείνον που καταδικάστηκε ή υπέρ αυτού, δεν επιτρέπεται να γίνει χειρότερη η θέση του, ούτε να ανακληθούν τα ευεργετήματα που δόθηκαν με την προσβαλλόμενη απόφαση. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται η αρχή της μη χειροτερεύσεως της θέσεως του κατηγορουμένου, με οποιονδήποτε τρόπο, αμέσως ή εμμέσως, και δη είτε με την επαύξηση των ποινικών κυρώσεων σε βάρος του καταδικασθέντος (πραγματική χειροτέρευση), είτε με την επιβάρυνση της νομικής μεταχειρίσεως αυτού, δηλαδή κυρίως εάν αναγνωρίζεται βαρύτερη ενοχή του από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ή αν καταδικάζεται για πράξη για την οποία δεν είχε ασκηθεί ποινική δίωξη, ούτε είχε καταδικασθεί στον πρώτο βαθμό (νομική χειροτέρευση), διαπιστούμενη με τη σύγκριση του περιεχομένου των διατακτικών, αφενός της αποφάσεως που προσβάλλεται με το ένδικο μέσο και αφετέρου αυτής που εκδίδεται από το δικαστήριο του ένδικου μέσου. Ωστόσο, δεν υφίσταται υπέρβαση εξουσίας, όταν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αποσαφηνίζει, συμπληρώνει και προσδιορίζει ακριβέστερα, σύμφωνα με τα πορίσματα της ακροαματικής διαδικασίας, τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την πράξη, ή όταν, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, προσδίδει στην πράξη τον προσήκοντα νομικό χαρακτηρισμό, εφόσον αυτός στηρίζεται στα ίδια γεγονότα της ποινικής διώξεως που έχει ασκηθεί, ή όταν διορθώνεται και βελτιώνεται κάποιο ιστορικό στοιχείο, που δεν μεταβάλλει ουσιωδώς την κατηγορία. Κατά τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 περ. β, ζ του ν. 1729/1987, όπως κωδικοποιήθηκε σε νέο άρθρο 20 διά του ν. 3459/2006 (ΚΝΝ), ορίζεται ότι "τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος, με κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών και χρηματική ποινή δύο χιλιάδων εννιακοσίων (2.900) μέχρι διακοσίων ενενήντα χιλιάδων (290.000) ευρώ, όποιος, πλην άλλων περιπτώσεων, αγοράζει, αποθηκεύει, κατέχει ή πωλεί σε τρίτους με οποιονδήποτε τρόπο ναρκωτικά". Κατά τις διατάξεις των άρθρων 23 και 23Α του ν. 1729/1987, όπως το πρώτο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 του ν. 2161/1993 και κωδικοποιήθηκε σε νέο άρθρο 23 διά του ν. 3459/2006 (ΚΝΝ) και το δεύτερο προστέθηκε με το άρθρο 10 του ν. 3727/2008, με τίτλο "επιβαρυντικές περιστάσεις", ο οποίος ισχύει από 18-12-2008, ορίζεται ότι "τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος, με ισόβια κάθειρξη και με χρηματική ποινή 29.412 μέχρι 588.235 ευρώ, ο παραβάτης των άρθρων 20, 21 και 22, αν είναι υπότροπος ή ενεργεί κατ'επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή ενεργεί με σκοπό να προκαλέσει τη χρήση ναρκωτικών ουσιών από ανηλίκους ή ..." (23). "Οι προβλεπόμενες για τις πράξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 23 ποινές επιβάλλονται και όταν η πράξη αφορά μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών" (23Α). Οι πράξεις που αποδίδονται στους αναιρεσείοντες - κατηγορουμένους ανάγονται στο χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο 2007 έως τον Ιούνιο 2008, σε χρόνο δηλαδή κατά τον οποίο δεν είχε προστεθεί το άρθρο 23Α ν. 3459/2006, και για το λόγο αυτό η ποινική δίωξη που ασκήθηκε και η κατηγορία που απαγγέλθηκε σε βάρος τους αφορούσε την παράβαση των άρθρων 20 και 23 ν. 3459/2006, για παράβαση δε των άρθρων αυτών καταδικάσθηκαν αμφότεροι με την 2423/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών. Όμως, κατά το χρόνο εκδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως (14-6-2013) είχε ήδη εκδοθεί ο νέος νόμος περί ναρκωτικών 4139/2013, με το άρθρο 100 του οποίου ορίζεται ότι από την έναρξη της ισχύος του (20-3-2013) καταργείται ο ανωτέρω ν. 3459/2006 (εκτός από τα άρθρα 1 παρ. 1, 58 και 61 αυτού) και ρυθμίζονται οι παραβάσεις διακίνησης ναρκωτικών με νέες διατάξεις. Ειδικότερα, διατηρούνται τα ενδιαφέροντα τη συγκεκριμένη ένδικη υπόθεση άρθρα 20 και 23 με τους ίδιους αριθμούς και τίθενται, όπως παρακάτω: "Άρθρο 20. Διακίνηση ναρκωτικών. 1. Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 21, 22 και 23, διακινεί παράνομα ναρκωτικά, τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον οκτώ (8) ετών και με χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. 2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 29, ως έγκλημα διακίνησης ναρκωτικών νοείται κάθε πράξη με την οποία συντελείται η κυκλοφορία ναρκωτικών ουσιών ή πρόδρομων ουσιών που αναφέρονται στους πίνακες της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και ιδίως η εισαγωγή, ... η πώληση, η αγορά, ..., η κατοχή, ..., η πώληση νοθευμένων ειδών μονοπωλίου ναρκωτικών ουσιών, ... 3. Αν περισσότερες πράξεις διακίνησης αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικών συντρέχει μόνο ένα έγκλημα διακίνησης. Κατά την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των επί μέρους πράξεων διακίνησης, το είδος, η συνολική ποσότητα και η καθαρότητα του ναρκωτικού, καθώς και η βαρύτητα των σχετικών επιπτώσεων στην υγεία .... Άρθρο 23 παρ. 2: Με ισόβια κάθειρξη, καθώς και με χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ τιμωρείται ο δράστης των πράξεων των άρθρων 20 και 22: α) όταν κατ` επάγγελμα χρηματοδοτεί την τέλεση κάποιας πράξης διακίνησης ή κατ'επάγγελμα διακινεί ναρκωτικές ουσίες και το προσδοκώμενο όφελος του δράστη στις ανωτέρω περιπτώσεις υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ". Από την αντιπαραβολή και σύγκριση των όρων των διατάξεων διακινήσεως ναρκωτικών ουσιών κατ' επάγγελμα των δύο νόμων, συνάγεται ότι ο νομοθέτης, ενόψει της εκδόσεως της Αποφάσεως - Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της ΕΕ, που προτείνει ποινικές κυρώσεις για τα βασικά εγκλήματα διακινήσεως ναρκωτικών αισθητά χαμηλότερες από τις αντίστοιχες της ελληνικής νομοθεσίας, θέλοντας να περιορίσει τον μεγάλο αριθμό ισοβιτών στην Ελλάδα και επισημαίνοντας στην αιτιολογική έκθεση του νέου ν. 4139/2013 ότι το ποσοστό κρατουμένων στις ελληνικές φυλακές με καταδίκες για ναρκωτικά ανέρχεται σε 40% περίπου και συνιστά κύριο αίτιο υπερφορτώσεως των ελληνικών φυλακών, σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ (βλ. εισηγητική έκθεση νέου νόμου 4139/2013), με το άρθρο 23 του νέου ν. 4139/2013 για τη διακεκριμένη περίπτωση διακινήσεως ναρκωτικών ουσιών κατ'επάγγελμα, που τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη, όπως και με το ν. 3459/2006 (ισόβια κάθειρξη και χρηματική ποινή 29.412 μέχρι 588.235 ευρώ), προβλέπει στο νέο νόμο αυστηρότερη μεν ως άνω χρηματική ποινή, πλην εισάγει τη νέα αυτή διάταξη, επιεικέστερη για τον κατηγορούμενο, γιατί, πλην της επιβαρυντικής περιστάσεως της κατ'επάγγελμα τελέσεως πράξεων διακινήσεως ναρκωτικών, που υπήρχε και στην προηγούμενη διάταξη, εισάγει για την παραπάνω αυστηρότερη ποινή (με ισόβια κάθειρξη και χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ) και πρόσθετο στοιχείο, ως νέα αναγκαία πρόσθετη προϋπόθεση και όχι ως επιβαρυντική περίσταση, "το προσδοκώμενο όφελος (του κατ` επάγγελμα διακινητή δράστη στις ανωτέρω περιπτώσεις) να υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ", διάταξη σαφώς ευμενέστερη για τον κατηγορούμενο, αφού απαιτεί για την επιβολή της ποινής της ισοβίου καθείρξεως συνδρομή επί πλέον της κατ'επάγγελμα τελέσεως, σωρευτικά, ως πρόσθετου όρου, όχι της μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών (άρθρο 23Α ν. 3459/2006, που καταργεί), -η οποία κατά την εισηγητική έκθεση κρίνεται αόριστη έννοια-, αλλά του προσδοκώμενου οφέλους άνω των 75.000 ευρώ, ενώ απαλείφει τις διαζευκτικά προβλεπόμενες στο παλαιότερο άρθρο 23 περιστάσεις υπότροπου ή ενέργειας κατά συνήθεια ή ενέργειας με σκοπό να προκαλέσει τη χρήση ναρκωτικών ουσιών από ανηλίκους.

Από όλα τα παραπάνω συνάγονται περαιτέρω τα ακόλουθα:

Στις περιπτώσεις στις οποίες καθένας από τους συγκρινόμενους ποινικούς νόμους είναι εν μέρει ηπιότερος και εν μέρει αυστηρότερος από τον άλλο ως προς την επιβλητέα ποινή, ο δικαστής κατ'άρθρο 2 παρ. 1 ΠΚ θα πρέπει να επιβάλει ποινή και να κάνει επιμέτρηση και τελικά να εφαρμόσει αυτόν που οδηγεί στη μικρότερη επιβλητέα ποινή. Σε περίπτωση δε που ο νέος νόμος προβλέπει ως προϋπόθεση επιβολής της ποινής ορισμένο όρο, νέο ή πρόσθετο, ή σωρευτικά νέα επιβαρυντική περίσταση, που δεν απαιτούσε ο προγενέστερος, κατά μεν τη συζήτηση της υποθέσεως σε πρώτο βαθμό, θα εφαρμοστεί οπωσδήποτε ο νεότερος νόμος και το δικαστήριο, (όπως και το δικαστικό συμβούλιο παραπομπής σε δίκη), μπορεί να εφαρμόσει τον ήδη ισχύοντα κατά την εκδίκαση νεότερο νόμο και να προσθέσει το νέο ή πρόσθετο όρο ή την επιβαρυντική περίσταση σε βάρος του κατηγορουμένου, αν συντρέχουν στην ουσία. Ειδικότερα, υπό την ισχύ του ν. 3459/2006, για την επιβολή της ποινής της ισοβίου καθείρξεως στη διακεκριμένη περίπτωση της διακίνησης ναρκωτικών ουσιών ήταν αναγκαία η κατ'επάγγελμα τέλεση της πράξεως ή η διακίνηση μεγάλης ποσότητας. Μετά όμως την κατάργηση των άρθρων 23 και 23Α ν. 3459/2006 με το άρθρο 100 ν. 4139/2013 και την αντικατάστασή τους με το άρθρο 23 παρ. 2 ν. 4139/2013 για την επιβολή της ως άνω ποινής δεν αρκεί πλέον ο υπαίτιος να διακινεί ναρκωτικά κατ'επάγγελμα, αλλά απαιτείται και το πρόσθετο στοιχείο ότι το παράνομο περιουσιακό όφελος που επιδίωξε αυτός από τη διακίνηση υπερβαίνει το ποσό των 75.000 ευρώ. Η διάταξη, δηλαδή, του άρθρου 23 παρ. 2 ν. 4139/2013, κατά το μέρος αυτής, με το οποίο θεσπίζεται πρόσθετη προϋπόθεση για την επιβολή της ποινής της ισοβίου καθείρξεως στη διακεκριμένη περίπτωση της διακινήσεως ναρκωτικών ουσιών, δηλαδή, εκτός από την κατ'επάγγελμα τέλεση της πράξεως και το συνολικό προσδοκώμενο όφελος των 75.000 ευρώ, είναι ευνοϊκότερη των προηγούμενων ρυθμίσεων και εφαρμόζεται και για τις πράξεις που τελέστηκαν πριν από την έναρξη εφαρμογής της ως προς την περιοριστική της ελευθερίας ποινή. Τούτο, δε, γιατί ο νέος νόμος προβλέπει μεν αυστηρότερη χρηματική ποινή, πλην όμως είναι επιεικέστερος για τον κατηγορούμενο, δεδομένου ότι στην παλαιότερη ρύθμιση δεν προβλέπονταν ποσοτικά όρια.

Συνεπώς, πράξεις διακίνησης ναρκωτικών που τελέστηκαν κατ'επάγγελμα προ της ισχύος του ν. 4139/2013 και είχαν προσδοκώμενο όφελος ανώτερο των 75.000 ευρώ διατηρούν και υπό το νέο νομοθετικό καθεστώς το χαρακτήρα της διακεκριμένης περίπτωσης διακινήσεως ναρκωτικών ουσιών και τη δυνατότητα επιβολής της ποινής της ισοβίου καθείρξεως (πρβλ. Ολομ. ΑΠ 5/2008 για ανάλογο ζήτημα χρηματικού οφέλους).

Κατά συνέπεια, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που εκδικάζει, μετά από έφεση του κατηγορουμένου, υπόθεση διακίνησης ναρκωτικών ουσιών κατ'επάγγελμα, ανεξάρτητα από το εάν η αρχική δίωξη (και εκδίκαση της υποθέσεως στον πρώτο βαθμό), που είχε γίνει υπό την ισχύ του ν. 3459/2006, αφορούσε τα άρθρα 23 ή 23Α του νόμου τούτου, μπορεί και οφείλει να ερευνήσει εάν το προσδοκώμενο όφελος από τη διακίνηση των ναρκωτικών υπερβαίνει το ποσόν των 75.000 ευρώ, σε καταφατική δε περίπτωση να το προσθέσει στο σκεπτικό και διατακτικό της αποφάσεώς του, ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας ορθά το επιεικέστερο για τον κατηγορούμενο άρθρο 23 παρ. 2 ν. 4139/2013, αρκεί να μην επιβάλει μεγαλύτερη χρηματική ποινή, ως προς την οποία και μόνο είναι αυστηρότερη για τον κατηγορούμενο η ως άνω διάταξη, χωρίς έτσι να καθίσταται χειρότερη η θέση του καταδικασθέντος κατηγορουμένου, ούτε να μεταβάλλεται ανεπίτρεπτα η κατηγορία, αφού το δικαστήριο δεν προσθέτει ούτε νέα προϋπόθεση του αξιοποίνου ούτε νέα επιβαρυντική περίσταση, αλλά απλώς διευκρινίζει το προσδοκώμενο όφελος, που έτσι και αλλιώς ενυπάρχει στην έννοια της κατ' επάγγελμα τελέσεως του εγκλήματος της διακινήσεως ναρκωτικών ουσιών. Η αντίθετη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί να ερευνήσει το στοιχείο του προσδοκώμενου οφέλους, μόνο όταν είχε ασκηθεί αρχικά ποινική δίωξη και είχε εκδοθεί καταδικαστική απόφαση από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο για παράβαση του άρθρου 23Α ν. 3459/2006, δηλαδή για διακίνηση μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών ουσιών, δεν στηρίζεται στο γράμμα του νόμου, ούτε είναι σύμφωνη με τη βούληση του νομοθέτη, ο οποίος με την προσθήκη αυτή θέλησε να αποκλείσει την καταδίκη στην ποινή της ισοβίου καθείρξεως, σε ποινή δηλαδή (θεωρούμενη από το Νομοθέτη) δυσανάλογη με την αντικειμενική απαξία της πράξεως, στις περιπτώσεις διακινήσεως ναρκωτικών ουσιών μικρής αξίας. Μάλιστα δε στην αιτιολογική έκθεση για το άρθρο 23 παρ. 2 ν. 4139/2013 αναφέρονται κατά λέξιν τα ακόλουθα: "Η αποκλειστικώς προβλεπομένη για τις περιπτώσεις αυτές ποινή της ισόβιας κάθειρξης έγκειται ακριβώς στα στοιχεία της ιδιαίτερης επικινδυνότητας που ενσωματώνουν οι υπαλλακτικά προβλεπόμενες τυποποιήσεις της κατ'επάγγελμα τέλεσης με αυξημένο οικονομικό όφελος και της χρήσης όπλων με σκοπό την διαφυγή ... Ειδικότερα, η επικινδυνότητα του δράστη της περίπτωσης α` της παρ. 2 θα πρέπει να προκύπτει, πέραν της κατ'επάγγελμα τέλεσης, σωρευτικά και από τη μεγάλη ποσότητα των διακινούμενων ναρκωτικών, η οποία προσδιορίζεται, για λόγους αντικειμενικότητας και ομοιόμορφης εφαρμογής του νόμου, από το ύψος του οικονομικού οφέλους που αντικειμενικά είναι πρόσφορο να προσποριστεί στο δράστη από τη διακίνηση της συγκεκριμένης ποσότητας των ναρκωτικών. Έτσι αποφεύγεται η χρήση αόριστων εννοιών, όπως λόγου χάριν ο όρος "ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα", που ενέχουν κινδύνους διαφορετικού προσδιορισμού της μεγάλης ποσότητας από τα δικαστήρια ...".

Συνεπώς, και από την αιτιολογική έκθεση του ν. 4139/2013 προκύπτει ότι ο Νομοθέτης θέλησε να οριοθετήσει τις περιπτώσεις μικρής και μεγάλης ποσότητας διακινούμενων ναρκωτικών ουσιών, θεσπίζοντας ένα αντικειμενικό κριτήριο για το διαχωρισμό τους και την ομοιόμορφη εφαρμογή του νόμου, αυτό της αξίας των ναρκωτικών και συνακόλουθα του προσδοκώμενου οφέλους από τη διακίνησή τους, καταργώντας το κριτήριο της "μεγάλης ποσότητας" που υπήρχε στο άρθρο 23Α Ν. 3459/2006, το οποίο θεώρησε ότι ήταν αόριστο και μπορούσε να ερμηνευθεί διαφορετικά από κάθε δικαστήριο, και όχι να αποκλείσει την περίπτωση της ποινής της ισοβίου καθείρξεως στην περίπτωση της κατ' επάγγελμα διακινήσεως ναρκωτικών ουσιών σημαντικής αξίας, ανεξάρτητα από το εάν είχαν χαρακτηρισθεί οι οικείες ποσότητες υπό την ισχύ του προηγούμενου νόμου μεγάλες ή όχι.

Περαιτέρω, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, όταν η διακίνηση ναρκωτικών ουσιών διαπράττεται από περισσότερους από έναν δράστες "από κοινού", το προσδοκώμενο όφελος, το οποίο υπερβαίνει το ποσό των 75.000 ευρώ, θα προσδιορισθεί μια φορά και θα αντιστοιχεί σε όλους μαζί τους δράστες, (ανεξάρτητα από τη μορφή της συμμετοχής εκάστου και ανεξάρτητα πόσοι εξ αυτών είναι γνωστής ταυτότητας σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και πόσοι εξ αυτών έχουν συλληφθεί ή έχουν παραπεμφθεί σε δίκη), χωρίς το όφελος να επιμερίζεται μεταξύ τους. Αντίθετη εκδοχή θα οδηγούσε σε άτοπα αποτελέσματα, αφού, για να εμπίπτουν όλοι οι δράστες στην εν λόγω επιβαρυντική περίσταση, θα έπρεπε το συνολικό ποσό του οφέλους να υπερβαίνει το γινόμενο του ποσού των 75.000 ευρώ επί τον αριθμό των δραστών. Πέραν τούτου, ο εφαρμοστής του δικαίου θα ήταν υποχρεωμένος να διεισδύει στις εσωτερικές συμφωνίες μεταξύ των περισσοτέρων δραστών ως προς τη διανομή του οφέλους, οι οποίες, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και λογικής, είναι άδηλες έναντι των τρίτων και δικαστικώς αναπόδεικτες.

Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την εκδίκαση της υποθέσεως ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (7-6-2013) είχε ήδη δημοσιευθεί ο ν. 4139/2013, με τον οποίο καταργήθηκε στο σύνολό του ο ν. 3459/2006, με τις εξαιρέσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω, και ρυθμίσθηκαν οι παραβάσεις διακινήσεως ναρκωτικών με νέες διατάξεις, και εκτέθηκαν ήδη παραπάνω αυτές που ενδιαφέρουν την ένδικη υπόθεση. Πριν την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών ο πρώτος κατηγορούμενος και ήδη πρώτος αναιρεσείων προέβαλε τον αυτοτελή ισχυρισμό περί μη εφαρμογής νόμου που δεν ίσχυε πριν την τέλεση της πράξεως και περί εφαρμογής του νεότερου επιεικέστερου νόμου. Ειδικότερα, ισχυρίσθηκε ότι δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην περίπτωσή του η διάταξη του άρθρου 23 ν. 3459/2006, εφόσον καταργήθηκε, ούτε όμως και να τύχει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 23 παρ. 2 περ. α` ν. 4139/2013, εφόσον με αυτήν διαπλάσσεται ένα νέο αδίκημα, αυτό της κατ' επάγγελμα διακινήσεως ναρκωτικών ουσιών με προσδοκώμενο όφελος άνω των 75.000 ευρώ, για το οποίο δεν του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη, ούτε του απαγγέλθηκε κατηγορία, ούτε ως επιβαρυντική περίσταση προστέθηκε το στοιχείο αυτό κατά την εκδίκαση της υποθέσεως ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, αφού άλλωστε δεν είχε ψηφισθεί τότε ο νεότερος νόμος 4139/2013, και κατά συνέπεια η συμπεριφορά του εμπίπτει πλέον στο πεδίο εφαρμογής του βασικού εγκλήματος του άρθρου 20 του νέου νόμου, που τιμωρεί την πράξη της διακινήσεως με ποινή καθείρξεως 8 - 20 έτη και χρηματική ποινή μέχρι 300.000 ευρώ. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό ως μη νόμιμο, γιατί δέχθηκε ότι ναι μεν ο ν. 4139/2013 είναι πράγματι επιεικέστερος, εφόσον για την επιβολή της ποινής της ισοβίου καθείρξεως απαιτεί πλέον της κατ'επάγγελμα τελέσεως της πράξεως και την προσδοκία οφέλους άνω των 75.000 ευρώ, πλην όμως στην προκειμένη περίπτωση δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι το συνολικό (επιτευχθέν και προδοκώμενο) όφελος από τη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών ανερχόταν σε 85.240 ευρώ, που υπερβαίνει το υπό του νόμου τασσόμενο όριο των 75.000 ευρώ.

Κατ'ακολουθίαν των όσων προεκτέθηκαν στις μείζονες σκέψεις και σε συνδυασμό με τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ορθά το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε την ουσιαστικού δικαίου ποινική διάταξη του άρθρου 23 παρ. 2 περ. α` ν. 4139/2013, ως ευμενέστερη εκείνης του άρθρου 23 ν. 3459/2006, με βάση την οποία είχε ασκηθεί σε βάρος των κατηγορουμένων ποινική δίωξη για αγορά, κατοχή και πώληση ναρκωτικών ουσιών κατ' επάγγελμα και κατ'εξακολούθηση, και δεν κατέστησε με την κρίση του αυτή χείρονα τη θέση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων, και συνακόλουθα δεν προκλήθηκε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, και επομένως οι με την 1329/2014 απόφαση του Ζ΄ Τμήματος παραπεμφθέντες στην Ολομέλεια από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε` και Η` Κ.Π.Δ. περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικών ποινικών διατάξεων και υπερβάσεως εξουσίας πρώτος και δεύτερος λόγοι της από 1 Νοεμβρίου 2014 αιτήσεως του N. S. του M. και οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε`, Η` και Α` Κ.Π.Δ. περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, υπερβάσεως εξουσίας και απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι της από 4 Νοεμβρίου 2014 αιτήσεως της A. S. του G., με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη 2584/2013 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, είναι αβάσιμοι.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τους πρώτο και δεύτερο λόγους της από 1 Νοεμβρίου 2014 αιτήσεως του N. S. του M. και τους πρώτο, δεύτερο και τρίτο λόγους της από 4 Νοεμβρίου 2014 αιτήσεως της A. S. του G. για αναίρεση της 2584/2013 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 17 Ιουνίου 2015.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 10 Σεπτεμβρίου 2015.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ρ.Κ.


 

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Δολοφόνισσα βροχή


Σαν αποφάσισες βροχή να γίνεις
το σαββατόβραδο
σε βραδεία εκτέλεση της ψυχής μου
αφού έγινε μούσκεμα
το τόσο άγγιγμα τόσων χρόνων
αυτά τα σκάγια σου έπνιξαν την καρδιά μου
στόχος ευθύς, ευθύβολος, αεροβόλος
τεθλασμένος μεταξύ αμφιβολίας
και ακατάπαυστης έντασης
τα φυσικά φαινόμενα σου ανήκουν
διατάζεις τον κόσμο μου
εξουσιάζεις τη ζωή μου
πνίγεις την τελευταία ανάσα μου
αύριο θα πνιγεί και η δική σου
-σε αργό θάνατο, σε λειψυδρία-
σαν αποφάσισες ότι ο κατακλυσμός μας
είχε ραντεβού με την ιστορία

Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

Εφετείο Αθηνών: Εφαρμόζονται οι διατάξεις περί τύπου στα ιστολόγια (blogs)






Ακολουθεί απόσπασμα της υπ'αριθμ. 1442/2015 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών
 ...

Με το άρθρο 681Δ ΚΠολΔ καθιερώνεται ειδική διαδικασία εκδίκασης των διαφορών που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές. Ειδικότερα κατά την παρ. 1 του άρθρου αυτού κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 671 παρ. 1-3, 672 και 673-676 ΚΠολΔ δικάζονται από το καθ’ύλην αρμόδιο δικαστήριο όλες οι διαφορές που αφορούν σε αποζημιώσεις οποιασδήποτε μορφής περιουσιακής ζημίας ή ηθικής βλάβης που προκλήθηκε διά του τύπου ή με ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές και οι συναφείς προς αυτές αξιώσεις προστασίας της προσωπικότητας των προσβληθέντων. Από την ευρύτητα της διατύπωσης της διάταξης του άρθρου 681Δ παρ. 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι στην εν λόγω ειδική διαδικασία υπάγονται όλες οι αγωγές που αποσκοπούν στην αποκατάσταση κάθε περιουσιακής ζημίας ή στην ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, καθώς και οι κάθε μορφής αξιώσεις προστασίας των προσώπων, των οποίων η περιουσία ή η προσωπικότητα προσεβλήθη από δημοσίευμα ή τηλεοπτική ή ραδιοφωνική εκπομπή του έντυπου ή ηλεκτρονικού τύπου, ασχέτως της ιδιότητας του εναγομένου, ο οποίος, καθώς ο νόμος δεν διακρίνει, μπορεί να είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, του οποίου η συμπεριφορά προσέβαλε την προσωπικότητα του ενάγοντος (ΑΠ 1900/2006, ΧρΙΔ 2007/433). Η προαναφερόμενη διάταξη καθώς και αυτή του άρθρου μόνου παρ. 1 του ν. 1178/1981 "περί αστικής ευθύνης του τύπου και άλλων τινών διατάξεων", όπως τροποποιήθηκε με το ν. 2243/1994, εφαρμόζονται αναλόγως και επί προσβολών της προσωπικότητας οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο (Internet), μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων ή άλλων ιστοτόπων (όπως blogs) που λειτουργούν ως διεθνές μέσο διακίνησης πληροφοριών, δεδομένου ότι για τις προσβολές αυτές δεν υπάρχει ιδιαίτερο θεσμικό πλαίσιο και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την αναλογική εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για τις προσβολές της προσωπικότητας μέσω του έντυπου (εφημερίδες, περιοδικά) ή του ηλεκτρονικού (τηλεόραση, ραδιόφωνο) τύπου, αφού και η διαδικτυακή πληροφόρηση δεν διαφέρει ως προς τα ουσιώδη στοιχεία της από εκείνη που παρέχεται από τον ηλεκτρονικό τύπο, ιδίως δε ως προς τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά της που οδήγησαν τον νομοθέτη στην καθιέρωση ειδικής διαδικασίας για την εκδίκαση των διαφορών που ανακύπτουν από την λειτουργία τους, ήτοι την εμβέλεια δράσης του, που μάλιστα στο διαδίκτυο είναι παγκόσμια, και συνακόλουθα του αριθμού των αποδεκτών όσων διά αυτού διαδίδονται, που μεγεθύνει την προσβολή εκείνου που θίγεται από την διάδοση συκοφαντικών, δυσφημιστικών ή εξυβριστικών ισχυρισμών (βλ. ΑΠ 1596/2011 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 3071/2014 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 220/2013 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ. 36/2011, δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 680/2009 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕφΑθ 8962/2006 δημ. Νόμος). Η άποψη ότι ελλείψει νομοθετικής ρύθμισης για τα blogs, η προσήκουσα διαδικασία είναι όχι η ανωτέρω διαδικασία που καθιερώνεται με τη διάταξη του άρθρου 681Δ ΚΠολΔ αλλά η τακτική διαδικασία, παραβλέπει το σύνολο των ιστολογίων που έχουν ειδησεογραφικό/ενημερωτικό περιεχόμενο μη αρκούμενα εκ του σκοπού τους μόνο σε ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων μέσω διαδραστικής επικοινωνίας των χρηστών τους, κυρίως όμως παραβλέπει την αναγκαιότητα ταχείας εκδικάσεως των αναφυουσών διαφορών, σκοπό δηλαδή που επιτελεί η διάταξη του άρθρου 681Δ ΚΠολΔ της οποίας η καθιέρωση αποβλέπει στην ταχεία περάτωση των δικών και την επίτευξη οικονομίας χρόνου και δαπάνης, λόγω της φύσης των εν λόγω διαφορών και του κινδύνου συχνότητας αυτών, ανάγκη δηλαδή που εξυπηρετεί καταλληλότερα η ανωτέρω διάταξη (βλ. και Βαθρακοκοίλη ερμηνεία στο άρθρο 681Δ παρ. 2).


Το πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση, δέχθηκε ότι για την εκδίκαση της κρινόμενης αγωγής με το προαναφερόμενο περιεχόμενο στο οποίο περιλαμβανόταν η επίκληση ότι το επίδικο ιστολόγιο είναι ειδησεογραφικό και οι επίδικες αναρτήσεις δεν έγιναν λόγω διαδραστικής επικοινωνίας αλλά προς σκοπό ενημερώσεως μεγάλου και μη δυνάμενου να προσδιοριστεί αριθμού χρηστών του διαδικτύου, εφαρμοστέα ήταν η διαδικασία των διαφορών που αφορούν προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (άρθρο 681 Δ΄ ΚΠολΔ), δεν έσφαλε και όσα αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών - εναγόμενος με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Άλλωστε η εκδίκαση της υποθέσεως με εσφαλμένη διαδικασία δεν παρέχει μόνη αυτή δικαίωμα εφέσεως, εκτός αν συνδέεται με επίκληση βλάβης ή αναρμοδιότητα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση ο παραπάνω λόγος της κρινόμενης έφεσης του εναγομένου με τον οποίο ο τελευταίος παραπονείται για εσφαλμένη σχετική κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου αλυσιτελώς προτείνεται εφόσον δεν ισχυρίζεται επιπροσθέτως ότι υπέστη κάποια βλάβη και συνεπώς ο λόγος αυτός της έφεσής του πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος και με την πρόσθετη αυτή αιτιολογία. (βλ. ομοίως ΕφΑθ 1747/1988 Δίκη 1990, 299 και ΝΟΜΟΣ).

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Ξεναγός άστρων


Μ'έπιασε μια μελαγχολία
σφιχτά, με τόση δύναμη
σαν αγγαλιά, του αποχωρισμού
και δεν ήθελα να εγκαταλείψω
αυτό το τόσο γνώριμο συναίσθημα
να μείνω κενός από αγάπη
ή μάλλον από το απολίθωμά της
μελαγχόλησα και τ'άστρα
κοιτώντας τα κατάματα
που ξεσκέπασα την απάτη τους
να φαίνονται αμέτρητα
εξαπατήθηκε κι ο ουρανός
και τα μάτια σου
κι ο ξεναγός σου
μα τώρα, μετά την αγάπη σου
κοροιδεύω τον εαυτό μου
ότι με μαθηματική ακρίβεια
σε ένα απ'αυτά θα συναντήσω εσένα

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Η εξουσία της γλώσσας


Μου είπες, κάποτε
όταν δεν είχα άλλη επιλογή
να ξεφύγω από τις υποδείξεις
αδύναμος, ψυχή τε και σώματι
"ορίστε"
εγώ συνέχιζα "τι" να φωνάζω
αφού δεν ήξερα
το επιτηδευμένο να προσκυνώ
ναι, μάλιστα
μάλιστα, ναι
διατάξτε, εσείς, εξοχότης
από μικρός στα βάσανα
στον πόνο, στην απορία
και να που λύθηκε το μυστήριο
από τον καλύτερο μαθητή
τον πιο υποταγμένο
καλωσορίστε την εξουσία
Είσαι πιστός στο καθεστώς;
Μάλιστα
Θέλω μια απάντηση: Ναι ή Όχι
Μάλιστα
Και η ερώτηση κατενοήθη
μα η απόκρισις καλά εκπαιδευμένη αντιστάθηκε
με όπλο μια μακρά καταπίεση
τι ορίστε, τι μάλιστα
το Ναι και το Όχι ποτέ δεν σπατάλησα

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Μία ελαστική απόφαση-"ελατήριο" του Αρείου Πάγου

 

Σημείωση

Με την υπ'αριθμ. 51/2015 απόφαση του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, με αντίθετη εισαγγελική πρόταση, σχεδόν για πρώτη φορά γίνεται δεκτή αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, προς όφελος καταδικασμένου, για σοβαρά κακουργήματα, με το πρόσχημα των "νέων αποδείξεων", ενώ στην πραγματικότητα γίνεται νέα αξιολόγηση του ήδη υπάρχοντος αποδεικτικού υλικού, αφού τα έγγραφα που προσκόμισε ο κατηγορούμενος δεν συνιστούν "νέες αποδείξεις" σύμφωνα με το άρθρο 525 παρ. 1 Κ.Π.Δ.

Θα περιοριστούμε να επισημάνουμε ότι η υπέρβαση του νόμου, και ουχί η παραβίασή του, και μάλιστα με οδηγό την αρχή της επιείκειας, και την "μετενέργεια" (ας ονομαστεί έτσι) του τεκμηρίου της αθωότητας, ακόμη και μετά την αμετάκλητη καταδίκη του κατηγορουμένου, είναι ευχής έργον, και ίδιον γενναίων και μη φοβισμένων δικαστών.

Όμως, με την επιφύλαξη της ουσίας της εν λόγω υπόθεσης, δηλαδή ποια θα ήταν η κρίση μας σχετικά με την ενοχή ή την αθωότητα του εν λόγω κατηγορουμένου, και λαμβανομένου υπ'όψιν ότι η εν λόγω απόφαση, όλως αντιφατικά, ενώ δέχεται την ενοχή του κατηγορουμένου, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το αδίκημα που τέλεσε είναι αυτό της ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη (και όχι σε απόπειρα ανθρωποκτονίας), χωρίς να παραθέτει τις νέες αποδείξεις που αξιολόγησε, και βάσει ποιου σκεπτικού αυτές κάνουν φανερό, ότι αυτός καταδικάστηκε για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πραγματικά τέλεσε, αφού η εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού ανήκει στην ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (εν προκειμένω του Μ.Ο.Ε.), και -όπερ και το σημαντικότερο- με δεδομένο ότι η Νομολογία του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου είναι παντελώς διαφορετική σε άλλες περιπτώσεις, και άκρως ανελαστική, και τυπολατρική, γεννάται το ερώτημα γιατί σε αυτή την υπόθεση "μετεστράφη, χωρίς νομικό σκεπτικό, η αιτιολογία του".

51/2015 ΑΠ (ΠΟΙΝ) ( 647453)

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Ποινική Δικονομία. Αίτηση επανάληψης της διαδικασίας. Καταδίκη για ηθική αυτουργία σε απόπειρα δύο ανθρωποκτονιών με πρόθεση, για ηθική αυτουργία σε απλή συνέργεια απόπειρας δύο ανθρωποκτονιών, για ηθική αυτουργία οπλοχρησίας κατά συρροή στις ως άνω απόπειρες ανθρωποκτονιών κλπ. Πραγματικά περιστατικά. Εκφοβισμός και εκβίαση του πρώτου παθόντος, προκειμένου να τον αποστρέψουν από κάθε δικαστική κίνηση, σφράγιση ακάλυπτων επιταγών σε τράπεζες και επιδίωξη ικανοποίησης των απαιτήσεών του. Νέες αποδείξεις: α) διάφορα έγγραφα που αφορούν στις σπουδές του κατηγορουμένου, β) διάφορα έγγραφα που καταδεικνύουν την εγκληματική προσωπικότητα του παθόντος και γ) δύο (2) ένορκες καταθέσεις νέων μαρτύρων. Από τα ως άνω προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε για εγκλήματα βαρύτερα εκείνων που διέπραξε και πιο συγκεκριμένα έπρεπε να καταδικαστεί για τα ελαφρότερα εγκλήματα της ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή και της ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης κατά συρροή. Δέχεται εν μέρει την αίτηση επανάληψης της διαδικασίας κατά τις διατάξεις που κήρυξε ένοχο τον αιτούντα για τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονιών με πρόθεση κ.λπ. Επεκτείνει το ακυρωτικό αποτέλεσμα και στους φυσικούς αυτουργούς των πράξεων. Βλ. αντίθετη εισαγγελική πρόταση. 

Αριθμός 51/2015 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Z` ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες. Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα. Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 10 Δεκεμβρίου 2014, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αιτούντος Σ. Π. του Α., κατοίκου ..... και ήδη κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Μιχαλόπουλο για επανάληψη της διαδικασίας που περατώθηκε αμετάκλητα με την υπ` αριθμ. 372-390/2009 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ` αυτή, και ο αιτών ζητεί τώρα την επανάληψη της διαδικασίας, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Ιουλίου 2014 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 798/2014. Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Παντελής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Μπόμπολη με αριθμό 108/25.9.2014, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "-Εισάγοντας, ενώπιον Σας, κατά τα άρθρα 527 § 3 εδ. β`, 528 § 1 εδ. α` και 529 ΚΠΔ, την από 4- 7- 2014 αίτηση Σ. Π. του Α., κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού, την οποίαν υπέβαλε δια της Γραμματείας του παραπάνω Καταστήματος- περί επαναλήψεως προς το συμφέρον αυτού της ποινικής διαδικασίας, που περατώθηκε με την υπ` αριθ. 372, 373, 374, 375, 380-387, 388, 389, 390/2009, αμετάκλητη ήδη, καταδικαστική απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών (καθόσον η ασκηθείσα κατ` αυτής αναίρεσή του, απορρίφθηκε με την 779/2010 απόφαση του Αρείου Πάγου)-, εκθέτουμε τ` ακόλουθα: Ι. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 525 § 1 ΚΠΔ, "Η ποινική διαδικασία που περατώθηκε με αμετάκλητη απόφαση επαναλαμβάνεται προς το συμφέρον του καταδικασμένου για πλημμέλημα ή κακούργημα μόνο στις εξής περιπτώσεις 1)....2) αν ύστερα από την οριστική καταδίκη κάποιου, αποκαλύφθηκαν νέα άγνωστα στους δικαστές που τον καταδίκασαν γεγονότα ή αποδείξεις τα οποία μόνα τους, ή σε συνδυασμό με εκείνα, που είχαν προσκομισθεί προηγουμένως, κάνουν φανερό ότι αυτός που καταδικάσθηκε είναι αθώος, ή καταδικάσθηκε άδικα για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο, που πραγματικά τέλεσε" (Α.Π. 1277/2008). -"Νέα γεγονότα ή αποδείξεις", που είναι ταυτόσημες έννοιες, είναι εκείνα που, είτε προϋπήρχαν της καταδίκης, αλλά ήσαν άγνωστα, είτε ανακαλύφθηκαν μετά την καταδίκη . Στην κατηγορία αυτή υπάγονται καταθέσεις νέων μαρτύρων ή συμπληρωματικές και διευκρινιστικές καταθέσεις όσων έχουν καταθέσει, νέα έγγραφα ή άλλα στοιχεία που διευκρινίζουν αμφίβολα σημεία της υποθέσεως τα οποία (νέα στοιχεία ) είτε μόνα τους είτε σε συνδυασμό με όσα προϋπήρχαν είναι βέβαιο, και όχι πιθανό, ότι οδηγούν στην αθώωση του κατ/νου . Αν όμως τα νέα γεγονότα ή αποδείξεις υποβλήθηκαν ρητά ή έμμεσα, στην κρίση του δικαστηρίου που καταδίκασε τον αιτούντα και απορρίφθηκαν από αυτό, έστω και εσφαλμένα, τότε δεν θεωρούνται νέα και κατά συνέπεια δεν μπορεί να αποτελέσουν την βάση για επανάληψη της διαδικασίας (ΑΠ 1300/2009, ΑΠ 444/2009, ΑΠ 263/2009, ΑΠ 1094/2006, ΑΠ 1139/2003, Π. Τσιρίδης: "Η επανάληψη της διαδικασίας προς όφελος του καταδικασθέντος (Νοβ. 44. 778 και επ., Δαλακούρας: "Περί των νέων και άγνωστων γεγονότων ή αποδείξεων στην επανάληψη της διαδικασίας " Υπερ. 1995/673, Δαλακούρας: "Η επανάληψη διαδικασίας 2007, σελ. 214 και 215 ). -Είναι όμως, ανεπίτρεπτη -μέσω της διαδικασίας της επαναλήψεως της διαδικασίας- η επιδίωξη του καταδικασθέντος να υπάρξει απλά ένας νέος ουσιαστικός επανέλεγχος της κατηγορίας (ΑΠ 2482/2008, ΑΠ 788/08). ΙΙ. Επομένως, η υπό κρίση αίτηση με την οποία ο αιτών ζητεί την επανάληψη της ποινικής διαδικασίας, που περατώθηκε με την, αμετάκλητη ήδη, υπ` αριθ. 372, 373, 374, 375, 380-387, 388, 389, 390/2009, του ΜΟΕ Αθηνών, γιατί -κατά τα λεγόμενά του- μετά την καταδίκη του, αποκαλύφθηκαν " νέες αποδείξεις", που καθιστούν φανερό ότι αυτός, είναι αθώος των εγκλημάτων για τα οποία καταδικάστηκε, είναι νόμιμη -σύμφωνα με τις προμνησθείσες διατάξεις, των άρθρων 527 §3 και 528 § 1 του ΚΠΔ- αρμοδίως δε και παραδεκτώς, εισάγεται ενώπιον Σας, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσία. ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, το ΜΟΕ Αθηνών με την ανωτέρω απόφασή του, κήρυξε ενόχους τους: 1) Ι. Σ. απόπειρας ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή σε βάρος των Α. Τ. και Δ. Ν., απόπειρας κακουργηματικής εκβιάσεως κατά συναυτουργία και κατ` εξακολούθηση, από κοινού, σε βάρος του Π. Μ., συμμορίας, παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας κατά συρροή, 2) Ε. Κ. απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή σε βάρος των ανωτέρω, απόπειρας κακουργηματικής εκβιάσεως κατά συναυτουργία και κατ` εξακολούθηση, από κοινού, σε βάρος του Π. Μ., συμμορίας και παράνομης οπλοφορίας και 3) Σ. Π. ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή σε βάρος των ανωτέρω, ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή σε βάρος των ανωτέρω, απόπειρας πλημμεληματικής εκβιάσεως σε βάρος του Α. Τ., κακουργηματικής πλαστογραφίας με χρήση κατ` εξακολούθηση, ηθικής αυτουργίας σε παράνομη οπλοφορία κατά συρροή και ηθικής αυτουργίας σε οπλοχρησία κατά συρροή και τους καταδίκασε σε συνολική ποινή καθείρξεως 21 ετών και 10 μηνών, 17 ετών και 29 ετών και 1 μηνός (με εκτιτέα 25 έτη), αντιστοίχως, και χρηματική 1.000, 1.000 και 1.500 ευρώ, αντιστοίχως(αρθ. 1, 13γ`-στ`, 14, 16, 17, 18, 26§1α`, 27§1α`-, 42, 45, 46§1α`, 47§1α, 94§1, 96§1, 98, 187§3, 216§§1-3β, 299§1, 385§1β`- γ`του ΠΚ και άρθρ.1§1 α`- δ`, 10§§1-2, 13α, 14 ν.2168/1993, ως ισχύουν). -Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Μικτό Ορκωτό Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, μετά την παράθεση νομικής σκέψεως, ανελέγκτως, τα εξής: ".....Στις 31-1-2003 και ώρα 00.45` περίπου ο μάρτυρας κατηγορίας Π. Μ., ο οποίος διατηρούσε στην οδό ... αριθ. . , στην Αθήνα (περιοχή ...), κατάστημα (μπαρ) με το διακριτικό τίτλο "...", δέχθηκε στο πιο πάνω κατάστημά του την επίσκεψη του πρώτου κατηγορουμένου Ι. Σ., τον οποίο γνώριζε από διετίας ως εργαζόμενο στην είσοδο του μπαρ "..." και μάλιστα όχι μόνο κατ` όψιν αλλά και ονομαστικά. Κατά την επίσκεψή του αυτή ο πρώτος κατηγορούμενος συνοδευόταν από το δεύτερο Ε. Κ., τον οποίο ο Π. Μ., δεν γνώριζε μέχρι τότε και οποίος του συστήθηκε ως "Μ.", αλλά και από άλλα σωματώδη άτομα (περίπου δέκα), η ταυτότητα των οποίων δεν κατέστη δυνατό να διακριβωθεί και με τα οποία είχαν ενωθεί για να διαπράξουν σε βάρος του Π. Μ. το αδίκημα της εκβιάσεως. Ειδικότερα και οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι δήλωσαν στον Π. Μ., ότι εφεξής θα αναλάβουν την προστασία της επιχειρήσεώς του για την αποτροπή προκλήσεως βλάβης αυτής από τρίτα πρόσωπα. Του δήλωσαν δε ότι "έχουν γνωστούς στο Εκβιαστών να μην κάνει το λάθος να μιλήσει στην αστυνομία", ενώ η όλη στάση και παρουσία τους και ιδίως το γεγονός ότι συνοδεύονταν από σωματώδη άτομα καθιστούσε σαφές ότι η μη συμμόρφωσή του θα επέφερε βλάβη στην επιχείρησή του και στον ίδιο. Ο Π. Μ. αρχικά προσπάθησε να αρνηθεί αλλά στη συνέχεια, φοβούμενος τις συνέπειες, δέχθηκε να τους δώσει τον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου, όπως του ζήτησαν. Στο διάστημα που επακολούθησε και μέχρι τις 13-2-2003 ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφωνούσε επανειλημμένα στον Π. Μ. και του ζητούσε να του καταβάλει για την προστασία της επιχειρήσεώς του το ποσό των 200 ευρώ εβδομαδιαίως. Επειδή δε εκείνος αρνούνταν, τηλεφώνησε στη σύζυγό του και της είπε "πες στον άντρα σου να μας δώσει αυτά που θέλουμε, διαφορετικά θα έχει πρόβλημα η οικογένειά του". Στις 13-2-2003 ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφώνησε στον Π. Μ. και του ζήτησε να συναντηθούν στη ... . Ο τελευταίος δέχθηκε και, συνοδευόμενος από το γιο του ..., το βράδυ της ίδιας ημέρας συναντήθηκε με τους δύο πρώτους κατηγορουμένους σε ένα ζαχαροπλαστείο στη ..., όπου αυτοί επανέλαβαν τις προαναφερθείσες εκβιαστικές αξιώσεις τους. Όμως ο Π. Μ. δεν υπέκυψε στις αξιώσεις αυτές αλλά αντίθετα στις 18-2-2003 τους κατήγγειλε στην αστυνομία και ειδικότερα τον μεν πρώτο ονομαστικά διότι, όπως προαναφέρθηκε τον γνώριζε από διετίας, τον δε δεύτερο αναγνώρισε από φωτογραφίες προσεσημασμένων προσώπων, οι οποίες του επιδείχθηκαν από τους αστυνομικούς. Εν τούτοις οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι συνέχισαν τις πιέσεις προς αυτόν μέχρι τις 25-5-2003, μάλιστα δε ο δεύτερος του τηλεφώνησε απειλητικά, λέγοντάς του "θα σε γαμήσω όταν σε πετύχω, θα έρθω στο σπίτι σου και θα δεις τι θα πάθεις". Από δε την επανειλημμένη τέλεση του εγκλήματος της εκβιάσεως, προϋπόθεση που συντρέχει και επί εγκλήματος κατ` εξακολούθηση, όπως στην προκειμένη περίπτωση (...), αλλά και από την υποδομή που οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι είχαν διαμορφώσει με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως αυτής, όπως το γεγονός ότι είχαν μεριμνήσει να συνοδεύονται από μεγάλο αριθμό σωματωδών ατόμων, προκύπτει σκοπός τους για πορισμό εισοδήματος αλλά και σταθερή ροπή τους για τη διάπραξη του εγκλήματος της εκβιάσεως ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους. Για τα πιο πάνω με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα είχε καταθέσει κατά την προδικασία ο Π. Μ., ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, κατονόμασε τον πρώτο κατηγορούμενο, αναγνώρισε δε ανεπιφύλακτα το δεύτερο από φωτογραφίες οι οποίες του επιδείχθηκαν από τους αστυνομικούς. Όμως με τις καταθέσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου και του παρόντος δικαστηρίου αναίρεσε πλήρως εκείνες της προδικασίας, όταν δε του υποδείχθηκε τούτο με την ανάγνωση σχετικών περικοπών των προηγούμενων καταθέσεών του, προέβαλε διάφορες ασαφείς και μη πειστικές δικαιολογίες. Η πλήρης μεταστροφή των καταθέσεων του πιο πάνω μάρτυρα, που είναι συνήθης σε θύματα τέτοιου είδους πράξεων, μπορεί να αποδοθεί στο φόβο που αισθάνεται, ενόψει και του γεγονότος ότι συνεχίζει την επαγγελματική του δραστηριότητα σε νυκτερινά κέντρα, σε συνδυασμό με το ότι κατηγορούμενοι έδρασαν από κοινού με άλλα άτομα, τα οποία παραμένουν άγνωστα και ακόμα ελεύθερα. Η κρίση του δικαστηρίου για τα πιο πάνω δεν αναιρείται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, λαμβανομένου υπόψη και του ότι η μεν μάρτυρας υπερασπίσεως Χ. Σ., μητέρα του πρώτου κατηγορουμένου, δεν καταθέτει ο,τιδήποτε σχετικά με την πιο πάνω κατηγορία, οι ίδιοι δε οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι με τις απολογίες τους δεν έδωσαν εύλογες και πειστικές εξηγήσεις για τις πιο πάνω πράξεις τους, επωφελούμενοι της μεταστροφής της καταθέσεως του Π. Μ.. Περαιτέρω ... αποδείχτηκαν ... τα εξής πραγματικά περιστατικά: Το καλοκαίρι του έτους 2001 ο μάρτυρας κατηγορίας και πρωτοδίκως παραστάς ως πολιτικώς ενάγων Α. Τ., ο οποίος διατηρούσε επιχείρηση εμπορίας χρωμάτων, ξυλείας και επίπλων στην οδό ... αριθ. . και ... στην Αθήνα (περιοχή ...), ανέλαβε εργολαβικά την εκτέλεση ξυλουργικών εργασιών και εργασιών διακοσμήσεως στο γυμναστήριο που διατηρούσε στη ... αριθ. .. , στα ..., ο τρίτος κατηγορούμενος Σ. Π., υπό τη μορφή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ".........................". Τα συνεργεία του Α. Τ., συνέχισαν να εργάζονται στο πιο πάνω γυμναστήριο του τρίτου κατηγορουμένου και το επόμενο καλοκαίρι του έτους 2002 ενώ ήδη λειτουργούσε το γυμναστήριο, διότι ο τρίτος κατηγορούμενος του ανέθεσε και πρόσθετες εργασίες. Παράλληλα ο τρίτος κατηγορούμενος είχε αναθέσει στο Χ. Μ., εργολάβο οικοδομών, την εκτέλεση διάφορων οικοδομικών εργασιών στον ίδιο χώρο. Η συμφωνημένη αμοιβή για τις εργασίες που εκτέλεσε ο Χ. Μ. ανήλθε στο ποσό των 156.000 ευρώ και για εκείνες που εκτέλεσε ο Α. Τ. στο ποσό των 45.000 ευρώ περίπου. Εν τω μεταξύ ο τρίτος κατηγορούμενος, για να πραγματοποιήσει τα επιχειρηματικά του σχέδια, είχε προσφύγει σε δανεισμό από Τράπεζες, όμως δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του. Για το λόγο αυτό, επωφελούμενος της συνεργασίας του με τον Α. Τ., ζήτησε από τον τελευταίο να ανταλλάσσουν επιταγές ευκολίας προκειμένου, καταθέτοντας αυτές που του έδινε ο τελευταίος στις Τράπεζες με τις οποίες είχε συναλλαγή, να εξασφαλίζει τη συνέχιση του δανεισμού του. Η οφειλή του από την αιτία αυτή, ενόψει του ότι όσες επιταγές δόθηκαν από αυτόν στον Α. Τ. δεν καλύφθηκαν και κάθε φορά τις αντικαθιστούσε με νέες, ανήλθε στο ποσό των 70.000 ευρώ. Εξάλλου, για να καλύψει την οφειλή του προς το Χ. Μ., ο τρίτος κατηγορούμενος παρέδωσε και σ` αυτόν μεταχρονολογημένες επιταγές, τις οποίες στη συνέχεια δεν μπορούσε να καλύψει. Στην προσπάθειά του να μην εμφανιστούν αυτές στην πληρώτρια Τράπεζα, πρότεινε στο Χ. Μ. και αυτός το δέχθηκε, να καταθέσει σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρούσε ο τελευταίος στην Τράπεζα "............" το ποσό των 5.000 ευρώ. Όμως, χωρίς να ενημερώσει σχετικά το Χ. Μ., κατέθεσε σε μετρητά μόνο 1.000 ευρώ, έναντι δε των υπολοίπων 4.000 ευρώ κατέθεσε στο λογαριασμό του Χ. Μ. με τον αριθμό ... μία ισόποση επιταγή της Τράπεζας ".............." με τον αριθμό ... που φερόταν ότι είχε εκδοθεί στην Αθήνα στις 14-2-2003 σε διαταγή του Χ. Μ. και έφερε μία δυσανάγνωστη υπογραφή στη θέση του εκδότη, ως προερχόμενη από αυτόν (τον τρίτο κατηγορούμενο). Τα στοιχεία αυτής της επιταγής τέθηκαν από τον τρίτο κατηγορούμενο, ο οποίος μάλιστα στη συνέχεια, αφού την οπισθογράφησε, θέτοντας απομίμηση της υπογραφής του φερόμενου, ως λήπτη Χ. Μ., στη θέση της πρώτης οπισθογραφήσεως, εμφάνισε αυτήν στην πιο πάνω Τράπεζα και παραπλανώντας τους υπαλλήλους ως προς τη γνησιότητά της, πέτυχε να κατατεθεί το προϊόν της στον πιο πάνω λογαριασμό του, επ` ονόματι του. Η επιταγή αυτή, όπως εκ των υστέρων πληροφορήθηκε τηλεφωνικά ο Χ. Μ. από το ΣΤ, δικαιούχο του λογαριασμού, όπου συρόταν η επιταγή, είχε κλαπεί λευκή, από την κατοχή του και ήταν πλαστή, ως προς όλα τα στοιχεία της, τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχαν τεθεί από τον τρίτο κατηγορούμενο. Στη συνέχεια ο τρίτος κατηγορούμενος, προκειμένου να κατασιγάσει τις εύλογες ανησυχίες του Χ. Μ. (τόσο για την εξόφληση της προς αυτόν οφειλής όσο και για την τυχόν δικαστική εμπλοκή του, δεδομένου ότι φαινόταν να έχει καταθέσει στο λογαριασμό του κλεμμένη και πλαστογραφημένη επιταγή), αφού ισχυρίστηκε, ότι δεν γνώριζε τίποτα για την προέλευση της επιταγής, του έδωσε έναντι της οφειλής του άλλες δύο επιταγές της ............. Τράπεζας, ήτοι μία με τον αριθμό ..., στην οποία είχε συμπληρώσει αριθμητικά το ποσό των 7.000 ευρώ και είχε θέσει την υπογραφή του εκδότη και μία με τον αριθμό ... την οποία του παρέδωσε μόνο με την υπογραφή του εκδότη, αφήνοντας ασυμπλήρωτο το ποσό για να δείξει στο Χ. Μ. ότι τον εμπιστεύεται και ότι πρέπει και αυτός να τον εμπιστευθεί και να δεχθεί τις νέες επιταγές. Πράγματι ο Χ. Μ., μη έχοντας και άλλη επιλογή για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του, πήρε τις επιταγές. Όμως, επειδή η εμπιστοσύνη του προς τον τρίτο κατηγορούμενο είχε πλέον κλονισθεί, φρόντισε να ελέγξει ποιος ήταν ο δικαιούχος των λογαριασμών στους οποίους σύρονταν. Έτσι διαπίστωσε ότι η μεν πρώτη επιταγή προερχόταν από στέλεχος επιταγών που είχε αφαιρεθεί με ληστεία στις 20-12-2002 από τον κατασκευαστή πολυκατοικιών ΣΤ μαζί με τις σφραγίδες των επιχειρήσεων με τις επωνυμίες "........" και ".. ..............", των οποίων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, η δε δεύτερη επιταγή προερχόταν από στέλεχος επιταγών που ανήκε στον επιχειρηματία Σ. Π., από τον οποίο είχε κλαπεί κατά το διάστημα από 30-11-2002 έως 1-12-2002. Τις επιταγές αυτές ο Χ. Μ., τις φωτοτύπησε και τις επέστρεψε στον τρίτο κατηγορούμενο στις 5-3-2003, αφού προηγουμένως ζήτησε από τον τελευταίο να δηλώσει ενυπόγραφα πάνω στη φωτοτυπία ότι παρέλαβε τα σώματα των εν λόγω επιταγών που τα είχε δώσει στις 25-2-2003 έναντι λογαριασμού για τις εργασίες που είχαν γίνει στην επιχείρηση του, γιατί ύστερα από έλεγχο που έκανε ο Χ. Μ., "ευρέθησαν μη νόμιμες". Περαιτέρω για την κάλυψη της οφειλής του προς τον Α. Τ. ο τρίτος κατηγορούμενος είχε μεταβιβάσει σ` αυτόν πολλές επιταγές του που δεν πληρώθηκαν ελλείψει διαθεσίμων κεφαλαίων. Μεταξύ αυτών έδωσε στον Α. Τ., τις προαναφερθείσες επιταγές με τους αριθμούς ... και ... τις οποίες του είχε επιστρέψει ο Χ. Μ., αλλά τώρα είχε προσθέσει και πάλι αυθαίρετα στη μεν πρώτη ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 15-3-2003, το ποσό των 7.000 ευρώ που υπήρχε αριθμητικώς τώρα και ολογράφως και ως λήπτη τον Α. Τ., στη δε δεύτερη που ήταν λευκή ως προς όλα τα στοιχεία της πλην της φερόμενης ως υπογραφής του εκδότη, πρόσθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-4-2003, ως ποσό αριθμητικώς και ολογράφως αυτό των 13.000 ευρώ και ως λήπτη τον Α. Τ.. Ακόμα του έδωσε και τις επιταγές με τους αριθμούς ... και ... επίσης της ............. Τράπεζας, που είχαν αφαιρεθεί και αυτές η πρώτη από τον Μ. Κ. και η δεύτερη από το Σ. Π.. Ειδικότερα στην επιταγή με τον αριθμό ... έθεσε ως τόπο εκδόσεως την ... ως ημερομηνία εκδόσεως την 10-3-2003, το ποσό των 13.500 ευρώ αριθμητικώς και ολογράφως, στην ένδειξη "πληρώστε με την επιταγή αυτή σε διαταγή" τη φράση "εμού του ιδίου" και τέλος στη θέση του εκδότη και του πρώτου οπισθογράφου δυσανάγνωστη υπογραφή, ως προερχόμενη από το δικαιούχο του λογαριασμού όπου συρόταν η εν λόγω επιταγή, δηλαδή το Μ. Κ., εν αγνοία και χωρίς τη συναίνεση αυτού, αφού όπως προαναφέρθηκε ήταν προϊόν ληστείας. Εξάλλου στην επιταγή με τον αριθμό ... έθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-3-2003, ως ποσό, αριθμητικώς και ολογράφως, αυτό των 14.637 ευρώ, στην ένδειξη "πληρώστε με την επιταγή αυτή σε διαταγή" τη φράση "εμού του ιδίου" και στη θέση του εκδότη αλλά και του πρώτου οπισθογράφου την υπογραφή του Μ. Κ. κάτω από τη σφραγίδα της εταιρείας "....................", ως νομίμου εκπροσώπου αυτής, εν αγνοία του βέβαια και χωρίς τη συναίνεσή του και στη συνέχεια έθεσε απομιμήσεις των υπογραφών των νομίμων εκπροσώπων των εταιρειών με τις επωνυμίες ".............." και ".............." ως διαδοχικών οπισθογράφων, χωρίς αυτοί να το γνωρίζουν και χωρίς τη συναίνεσή τους. Εξάλλου τον Ιανουάριο του έτους 2003 ο τρίτος κατηγορούμενος παρέδωσε στον παλαιό του γνώριμο Β. Π. την επιταγή της Εμπορικής Τράπεζας με τον αριθμό ..., για να την προεξοφλήσει μέσω των συναλλαγών του με τη δική του Τράπεζα. Και η επιταγή αυτή ήταν από εκείνες που είχαν αφαιρεθεί με ληστεία από το Μ. Κ. σ` αυτήν δε ο τρίτος κατηγορούμενος συμπλήρωσε παράνομα ως τύπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-5-2003, ως ποσό αυτό των 6.875 ευρώ αριθμητικώς και στη θέση του εκδότη, κατ` απομίμηση, την υπογραφή του Μ. Κ. ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας "....", Εν τω μεταξύ ο κατηγορούμενος ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με το Β. Π., για την πώληση σ` αυτόν της επιχειρήσεως του γυμναστηρίου και για το λόγο αυτό το Φεβρουάριο του έτους 2003 ο τελευταίος του κατέβαλε το ποσό των 150.000 ευρώ. Στη συνέχεια όμως ο κατηγορούμενος δεν προχώρησε στη μεταβίβαση του γυμναστηρίου προς το Β. Π. και δεν του απέδωσε το προαναφερθέν ποσό των 150.000 ευρώ. Το Μάρτιο του έτους 2003 ο Β. Π. προσπάθησε να εισπράξει το ποσό της επιταγής με τον αριθμό ... για την εν μέρει απόσβεση της απαιτήσεως του προς απόδοση του ποσού των 150.000 ευρώ. Τότε όμως διαπίστωσε και αυτός ότι η επιταγή είχε εκφύγει από την κατοχή του Μ. Κ. με ληστεία και είχε πλαστογραφηθεί από τον τρίτο κατηγορούμενο. Στις πιο πάνω πράξεις του προέβη ο τρίτος κατηγορούμενος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος συνολικού ύψους 59.048 ευρώ, όσο και το ποσό των επιταγών, βλάπτοντας αντίστοιχα τους κομιστές των επιταγών. Από την επανειλημμένη δε τέλεση της πιο πάνω αξιόποινης πράξεως της πλαστογραφίας, προϋπόθεση που συντρέχει και επί εγκλήματος κατ` εξακολούθηση, όπως προαναφέρθηκε, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος αλλά και σταθερή ροπή του για τη διάπραξη του εγκλήματος της πλαστογραφίας ως στοιχείο της προσωπικότητάς του. Περαιτέρω ο Α. Τ. περί τις 17-3-2003 μετέβη στην πληρώτρια Τράπεζα με μία από τις προαναφερθείσες επιταγές που του είχε μεταβιβάσει ο τρίτος κατηγορούμενος προκειμένου να την εμφανίσει προς πληρωμή, εκεί όμως πληροφορήθηκε την παράνομη προέλευσή της. Αφού προέβη σε σχετικό έλεγχο και για τις άλλες επιταγές και διαπίστωσε ότι όλες ήταν προϊόντα κλοπής ή ληστείας και πλαστογραφημένες, επικοινώνησε με τη δικηγόρο του προκειμένου να επιδιώξει δικαστικά την είσπραξή τους. Την ίδια ημέρα (17-3-2003) τηλεφώνησε στον τρίτο κατηγορούμενο, στον οποίο διαμαρτυρήθηκε έντονα, ανακοινώνοντάς του την πρόθεσή του να προσφύγει στο δικαστήριο για την ικανοποίηση των αξιώσεών του. Τότε ο τρίτος κατηγορούμενος, επιχειρώντας να τον εξαναγκάσει να μην προχωρήσει στη σφράγιση των επιταγών, του απηύθυνε την απειλητική φράση "αν τολμήσεις να μου σφραγίσεις μια επιταγή, θα φύγεις από τη ζωή. Πάρε την οικογένειά σου και φύγε με το πρώτο αεροπλάνο μακριά από την Ελλάδα". Όμως η πράξη του αυτή (της απλής εκβιάσεως) δεν ολοκληρώθηκε από λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεώς του και συγκεκριμένα διότι ο Α. Τ. δεν παραιτήθηκε από τη δικαστική επιδίωξη της απαιτήσεώς του. Στις 18:00` περίπου της επομένης (18-3-2003) ο Α. Τ., βρισκόταν στο πιο πάνω κατάστημα του στην οδό ... αριθ. . και ... και συγκεκριμένα καθόταν σε ένα γραφείο που υπήρχε πίσω από τον πάγκο του καταστήματος, μπροστά δε από το γραφείο, με γυρισμένη την πλάτη του προς τον πάγκο αλλά και προς την είσοδο του καταστήματος, καθόταν ο Δ. Ν., πωλητής χρωμάτων, με τον οποίο εκείνη την ώρα συνεργαζόταν. Την ίδια ώρα ερχόταν προς το κατάστημα ο μάρτυρας κατηγορίας K. J., αδελφός και συνεργάτης του Α. Τ., ο οποίος, όταν στάθμευσε το αυτοκίνητό του, διαπίστωσε ότι στο πεζοδρόμιο έξω από το κατάστημα στέκονταν δύο άγνωστα άτομα, καθώς και οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, τους οποίους αναγνώρισε, διότι τους έβλεπε στο γυμναστήριο του τρίτου κατηγορουμένου, όπου είχε εργασθεί και ο ίδιος ως συνεργάτης του αδελφού του. Επειδή γνώριζε τη διένεξη του αδελφού του με τον τρίτο κατηγορούμενο και επειδή, όπως ήδη έχει εκτεθεί, αναγνώρισε τους δύο πρώτους κατηγορουμένους, μπήκε γρήγορα στο κατάστημα φωνάζοντας στον αδελφό του "ο Π. σου έστειλε μπράβους". Ο Α. Τ. στράφηκε προς την πόρτα, απ` όπου είδε να μπαίνουν οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, κρατώντας ο καθένας από ένα πιστόλι, το οποίο έφεραν μαζί τους παράνομα, δηλαδή χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής, ενώ τα δύο άγνωστα άτομα έμειναν στην είσοδο του καταστήματος. Ο δεύτερος κατηγορούμενος στάθηκε στο μέσο του πάγκου του καταστήματος με το πιστόλι στο χέρι, χωρίς να κάνει χρήση του και χωρίς να μιλήσει καθόλου, ενθαρρύνοντας έτσι με την παρουσία του τον πρώτο κατηγορούμενο, ο οποίος, προβλέποντας ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα της κατωτέρω πράξεως του την πρόκληση του θανάτου του Α. Τ. και του Δ. Ν., αποτέλεσμα το οποίο επιδοκίμαζε, κινήθηκε προς το άκρο του πάγκου κρατώντας το πιστόλι και μόλις έφθασε εκεί, αφού απηύθυνε στο μηνυτή τη φράση "έλα βγες έξω μαλάκα, θα ξαναπάς στην Τράπεζα;", ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση που επέτρεπε την πλήρη σκέψη, έστρεψε το πιστόλι του κατά του Α. Τ. και, σκοπεύοντας, πυροβόλησε κατ` αυτού τη στιγμή που ο τελευταίος πεταγόταν από την καρέκλα του φωνάζοντας "όπλα". Έτσι ο πρώτος κατηγορούμενος αστόχησε και η βολίδα κτύπησε κάποιους υαλοπίνακες που ήταν ακουμπισμένοι στον τοίχο πίσω από το γραφείο. Στη συνέχεια ο πρώτος κατηγορούμενος, σκοπεύοντας και πάλι από μικρή απόσταση, πυροβόλησε για δεύτερη φορά τον Α. Τ., τον οποίο αυτή τη φορά τραυμάτισε. Εν τω μεταξύ ο μεν K. J. είχε πέσει στο έδαφος για να καλυφθεί, ο δε Δ. Ν., ο οποίος δεν είχε δει από την αρχή τους δύο πρώτους κατηγορουμένους και δεν είχε αντιληφθεί μέχρι τότε τι συνέβαινε, πετάχτηκε όρθιος και στράφηκε προς αυτούς, σηκώνοντας ψηλά τα χέρια του. Τότε ο πρώτος κατηγορούμενος, βρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και σκοπεύοντας ακόμα μία φορά από κοντινή απόσταση κατά του Δ. Ν., τον πυροβόλησε και τον τραυμάτισε. Όμως το πιο πάνω αποτέλεσμα, το οποίο ο πρώτος κατηγορούμενος προέβλεψε ως ενδεχόμενο και το οποίο αυτός επιδοκίμαζε, δηλαδή η θανάτωση των πιο πάνω παθόντων, δεν επήλθε για λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεώς του και συγκεκριμένα επειδή οι παθόντες τραυματίστηκαν αλλά δεν επλήγησαν σε καίρια σημεία του σώματος τους. Ειδικότερα ο μεν Α. Τ. τραυματίστηκε στο μηρό του δεξιού του ποδιού και του προκλήθηκε διαμπερές τραύμα, ήτοι κυκλικό τραύμα διαμέτρου 1, 4 εκατοστών στην έσω επιφάνεια του δεξιού μηρού (κάτω τριτημόριο) με την είσοδο της βολίδας του όπλου και τραύμα διαμέτρου 2 εκατοστών στην έξω επιφάνεια του δεξιού μηρού (κάτω τριτημόριο), όπου η πύλη εξόδου της βολίδας του όπλου, ο δε Δ. Ν. τραυματίστηκε στους γλουτούς και του προκλήθηκε τυφλό τραύμα με πύλη εισόδου της βολίδα του πυροβόλου όπλου τον αριστερό γλουτό και σημείο ενσφηνώσεως τον δεξιό γλουτό και ειδικότερα κυκλικό τραύμα διαμέτρου εκατοστού περίπου κατά το έξω τριτημόριο του αριστερού γλουτού, όπου η πύλη εισόδου της βολίδας του όπλου και τραύμα κατά το έξω τεταρτημόριο του δεξιού γλουτού απ` όπου αφαιρέθηκε χειρουργικά η βολίδα του όπλου. Το γεγονός ότι ο πρώτος κατηγορούμενος προέβλεψε ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα των πυροβολισμών κατά των παθόντων το θάνατο τους, καθώς και το ότι επιδοκίμαζε το αποτέλεσμα αυτό προκύπτει ιδίως από το ότι: α) πυροβόλησε κατά του Ψ ενώ ο τελευταίος βρισκόταν εν κινήσει (σηκωνόταν από την καρέκλα του), τούτο δε σημαίνει ότι η βολίδα μπορούσε να τον πλήξει οπουδήποτε και να επιφέρει το θάνατό του, β) πυροβόλησε και δεύτερη φορά κατ` αυτού μετά την πρώτη άστοχη βολή και γ) πυροβόλησε στο κέντρο του σώματος του ΑΑ, τον οποίο, λόγω του ότι και αυτός κινούνταν (σηκωνόταν από την καρέκλα του και στρεφόταν προς το μέρος του), η βολίδα μπορούσε να είχε πλήξει στην κοιλιακή χώρα. Εξάλλου από το γεγονός ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος πήγε μαζί με τον πρώτο στο κατάστημα του Α. Τ. και από το ότι στεκόταν δίπλα του εποπτεύοντας το χώρο και κρατώντας εμφανώς το όπλο που έφερε μαζί του ενώ ο πρώτος σκόπευε και πυροβολούσε τους παθόντες, προκύπτει σαφώς ότι ο δεύτερος παρείχε τη βοήθεια αυτή υποστηρίζοντας τουλάχιστον ψυχικά τον πρώτο στην τέλεση της αξιόποινης πράξεως της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με ενδεχόμενο δόλο. Τέλος την απόφαση στους δύο πρώτους κατηγορουμένους να τελέσουν τις αξιόποινες πράξεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή (ο πρώτος), της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή (ο δεύτερος), της παράνομης οπλοφορίας (και οι δύο) και της οπλοχρησίας κατά συρροή (ο πρώτος), προκάλεσε με πειθώ και φορτικότητα και με την υπόσχεση αμοιβής, ο τρίτος κατηγορούμενος Σ. Π., ο οποίος: α) γνώριζε τους δύο πρώτους κατηγορουμένους πριν από την τέλεση των πιο πάνω αξιόποινων πράξεών τους, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι ο ΚΚ τους είχε δει στο γυμναστήριό του, β) είχε έλθει σε ρήξη με τον Α. Τ. εξαιτίας της δηλωμένης προθέσεως του τελευταίου να εμφανίσει στις πληρώτριες Τράπεζες τις πλαστές επιταγές που του είχε μεταβιβάσει, γ) την προηγουμένη είχε απευθύνει τηλεφωνικά στον Α. Τ. την απειλητική φράση "αν τολμήσεις να μου σφραγίσεις μια επιταγή, θα φύγεις από τη ζωή. Πάρε την οικογένειά σου και φύγε με το πρώτο αεροπλάνο μακριά από την Ελλάδα", έτσι δε δικαιολογείται και η φράση του πρώτου κατηγορουμένου "θα ξαναπάς στην Τράπεζα;". Ειδικότερα ο τρίτος κατηγορούμενος προέτρεψε τους δύο πρώτους να μεταβούν φέροντας παράνομα όπλα στο κατάστημα του Α. Τ., δίνοντάς τους και τις αναγκαίες πληροφορίες, εφόσον αυτοί δεν είχαν προηγουμένως σχέση με αυτόν, επί πλέον δε προέτρεψε τον πρώτο να πυροβολήσει κατά του Α. Τ., αποδεχόμενος τη σοβαρή πιθανότητα να θανατωθεί αυτός αλλά και κάποιος άλλος από τους ευρισκόμενους τυχαία στο κατάστημα, όπως ήταν ο Δ. Ν., αποτέλεσμα το οποίο επιδοκίμαζε, ανεξάρτητα από το ότι τελικά ο πρώτος δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει την πράξη της ανθρωποκτονίας και ο δεύτερος εκείνη της απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία από λόγους που δεν ανάγονται στην πραγματική τους βούληση κατά τ` ανωτέρω. Για όλα τα πιο πάνω σαφείς και κατηγορηματικές είναι οι καταθέσεις των προαναφερθέντων μαρτύρων κατηγορίας Α. Τ. και K. J., οι οποίες ενισχύονται από: α) τις αναγνωσθείσες ιατροδικαστικές εκθέσεις, β) την αναγνωσθείσα έκθεση αυτοψίας και τις επισκοπηθείσες φωτογραφίες του χώρου του συμβάντος, γ) την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Μ. Κ., ο οποίος κατέθεσε ότι άγνωστοι αλλοδαποί με ένοπλη ληστεία του αφαίρεσαν μεταξύ άλλων ένα μπλοκ επιταγών της ............ Τράπεζας και τις σφραγίδες των εταιρειών των οποίων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, ότι μετά τη ληστεία την οποία κατήγγειλε νόμιμα ειδοποιήθηκε από την Τράπεζα ότι ο Α. Τ. εμφανίστηκε ως κομιστής μιας από τις επιταγές, σε επικοινωνία του δε με τον τελευταίο, αυτός του είπε ότι την επιταγή του είχε μεταβιβάσει κάποιος Π. από τα ..., δ) την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Η. Ξ., πεθερού του προηγουμένου μάρτυρα, ο οποίος κατέθεσε ότι στις 18-3-2003 κατά τις απογευματινές ώρες πήγε στο κατάστημα του Α. Τ., προκειμένου να ζητήσει εξηγήσεις από αυτόν για τον τρόπο που περιήλθε στην κατοχή του η επιταγή του γαμβρού του και πριν εισέλθει στο κατάστημα είδε τους δράστες της επιθέσεως σε βάρος του και άκουσε τους πυροβολισμούς. Και ναι μεν και ο μάρτυρας αυτός στην προανακριτική του κατάθεση είχε καταθέσει ότι οι δράστες της επιθέσεως, τους οποίους τότε είχε χαρακτηρίσει ως "μπράβους", ήταν τέσσερις και ότι οι δύο έμειναν εκτός του καταστήματος και οι δύο, τους οποίους περιέγραψε, μπήκαν μέσα, ήδη δε ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου κατέθεσε ότι οι δράστες ήταν δύο και ότι δεν τους είδε καλά. Όμως αυτή η μεταστροφή της καταθέσεως του μάρτυρα μπορεί να αποδοθεί στους λόγους που προαναφέρθηκαν για τον Π. Μ., ενόψει του ότι και ο ίδιος παραδέχεται ότι από μετά τα πιο πάνω συμβάντα ο ίδιος και η οικογένειά του τελούν υπό καθεστώς φόβου. Τα πιο πάνω δεν αναιρούνται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, ενόψει και του ότι η μεν μάρτυρας υπερασπίσεως Χ. Σ. δεν έχει ιδία αντίληψη για το συμβάν και η κατάθεσή της στηρίζεται αποκλειστικά σε διηγήσεις του γιου της πρώτου κατηγορουμένου, οι δε πρώτος και δεύτερος κατηγορούμενοι με τις απολογίες τους δεν έδωσαν εύλογες και πειστικές εξηγήσεις για το συμβάν αυτό. Ειδικότερα ο πρώτος κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι είχε μεταβεί με ένα φίλο του (και όχι τον συγκατηγορούμενό του) στο κατάστημα του Α. Τ., διότι είχε πληροφορίες ότι αυτός πωλούσε ναρκωτικά στην ήδη αποβιώσασα αδελφή του Ε. Σ., ότι ο Α. Τ., φώναξε "βγάλτε τα όπλα" και ο Δ. Ν. κινήθηκε απειλητικά κατ` αυτού, με αποτέλεσμα να φοβηθεί και να πυροβολήσει, όμως ο ισχυρισμός του αυτός δεν επιβεβαιώνεται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Ούτε άλλωστε αντέχει στη βάσανο της λογικής να φοβάται ο αιφνιδιάζων και ένοπλος τους αιφνιδιαζόμενους και άοπλους. Εξάλλου ο δεύτερος κατηγορούμενος τηρεί αρνητική στάση, ισχυριζόμενος ότι δεν ήταν παρών στο συμβάν, επωφελούμενος του γεγονότος ότι ο μάρτυρας K. J., όταν αρχικά τον αναγνώρισε με την επίδειξη φωτογραφιών, είχε εκφράσει "μικρή επιφύλαξη". Όμως ο μάρτυρας αυτός, όταν στη συνέχεια είδε τον ανωτέρω κατηγορούμενο στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου και του παρόντος δικαστηρίου, τον αναγνώρισε ανεπιφύλακτα. Τέλος ο τρίτος κατηγορούμενος, εκπροσωπηθείς δια πληρεξουσίου συνηγόρου και μη εμφανισθείς αυτοπροσώπως στο παρόν δικαστήριο, όπως άλλωστε έπραξε και πρωτοδίκως, δεν εξέθεσε ο ίδιος τις απόψεις του ενώπιον του δικαστηρίου, για να εκτιμηθεί η ειλικρίνεια και η βασιμότητά τους. Ενόψει όλων των ανωτέρω πρέπει οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν ένοχοι των αποδιδόμενων σ` αυτούς αξιόποινων πράξεων, ... απορριπτομένου ... του αυτοτελούς ισχυρισμού του τρίτου κατηγορουμένου ότι η τελεσθείσα από τον πρώτο κατηγορούμενο αξιόποινη πράξη έπρεπε, κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, να χαρακτηρισθεί ως σκοπούμενη σωματική βλάβη και του αυτοτελούς ισχυρισμού του πρώτου κατηγορουμένου ότι η πράξη αυτή έπρεπε, κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, να χαρακτηρισθεί ως επικίνδυνη σωματική βλάβη ...". ΙV. -Ως "νέες δε αποδείξεις" για την ευδοκίμηση της κρινόμενης αιτήσεώς του, ο αιτών ισχυρίζεται και επικαλείται τα ακόλουθα: "1. ... υπ` αριθμ. 372-390/2009 απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών στερείται παντάπασιν της κατ` επιταγήν του Συντάγματος άρθρον. 93 παρ. 3 και του άρθρου 139 Κ.Π.Δ. ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας η έλλειψις της οποίας ιδρύει τον υπό του άρθρου 510 παρ. 1. Ήτοι εν προκειμένω, ουδαμώς αναφέρεται εις την προσβαλλομένη απόφαση, εκ ποίων στοιχείων το δικαστήριο επείσθει, ότι εγώ ετέλεσα τα εγκλήματα τα οποία μου αποδίδονται, αφού εξ ουδενός απολύτως στοιχείου ή εξ ουδεμίας απολύτως καταθέσεως, προέκυψεν η αποδιδόμενη εις εμέ ηθική αυτουργία εις απόπειραν ανθρωποκτονίας αφού ουδέ και η ελάχιστη κατάθεσις αναφέρει τοιούτον τι. Πιο συγκεκριμένα: 1. Ουδείς κατέθεσεν ότι είχα σχέσεις με τους φερόμενους δύο δράστας της απόπειρας ανθρωποκτονίας. 2. Εξ ουδενός ετέρου στοιχείου απεδείχθει τοιούτον τι, οποιαδήποτε σχέσις μου με τους ως άνω συγκατηγορούμενούς μου. 3. Οι καταθέσεις των δύο αδελφών Τ. αντιφατικαί εις πλείστα όσα σημεία αλλήλων αλλά και προς τας προανακριτικάς και ανακριτικάς των ιδίων, ουδέν στοιχείον δίδουν περί της συμμετοχής μου υπό την ιδιότητα του ηθικού αυτουργού. Συνεχείς αντιφάσεις ως προς τον αριθμόν των συναντήσεων των μετά των δραστών εις το αθλητικό μου κέντρο. Συνεχείς αντιφάσεις ως προς τον αριθμόν των συναντήσεών των και την ιδιότητα των δραστών εις το αθλητικόν μου κέντρο, πελάται εργαζόμενοι ή άλλο τι. Συνεχείς αντιφάσεις ως προς τον τρόπο διά του οποίου αντελήφθη ο αδελφός του παθόντος Α. Τ. ότι οι δύο συγκατηγρούμενοί μου Σ. και Κ. είναι μπράβοι και ανεφώνησεν έρχονται οι μπράβοι του Π.. Η εξήγησις την οποία έδωσεν προκλητική του κοινού νοός είναι ότι επειδή εφορούσαν κοστούμια και ήσαν καλοντυμένοι και γεροδεμένοι!! Ουδείς κατέθεσεν ότι συνεφώνησα μεθ` οιουδήποτε, να μεταβεί ο Ι. Σ. εις το κατάστημα του Α. Τ. και να διαπράξει το έγκλημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας. Ουδείς κατέθεσεν ότι διέπραξα το έγκλημα της ηθικής αυτουργίας εις την πράξη της παρανόμου οπλοφορίας του Ι. Σ. που έλαβε χώρα εις Αθήνας την 18-3-2003. Ουδείς κατέθεσεν ότι διέπραξα το έγκλημα της ηθικής αυτουργίας του Ι. Σ. εις την πράξιν της οπλοχρησίας κατά συρροήν που έλαβε χώραν εις Αθήνας την 18-3-2003. Ουδείς απολύτως κατέθεσε ότι προεκάλεσα εις τους δύο ανωτέρω συγκατηγορουμένους μου, την απόφασιν τελέσεως των προπεριγραφέντων εγκλημάτων. Πέραν όμως των αποδιδομένων εις εμέ περιπτώσεων της ηθικής αυτουργίας εις τις πέντε περιγραφείσες περιπτώσεις και διά τα έτερα δύο εγκλήματα αναφέρω ότι: Ουδείς κατέθεσεν και εξ ουδενός στοιχείου προέκυψεν ότι διέπραξα το έγκλημα της απόπειρας εκβιάσεως εις βάρος του Α. Τ. την 17-3-2003. Ουδείς κατέθεσεν και εξ ουδενός στοιχείου προέκυψεν ότι διέπραξα το έγκλημα της πλαστογραφίας μετά χρήσεως από μηνός Δεκεμβρίου 2002 έως και μηνός Μαρτίου 2003. Ούτε πανηγυρική είναι η ανούσια οποιουδήποτε στοιχείου, συνηγορούντος εις την εκ μέρους εμού τέλεσιν των αποδιδομένων εις εμέ εγκλημάτων. Όθεν πάντα αναιτιολογήτως η προσβαλλομένη περιέλαβεν πάντα τα ανωτέρω επιβαρυντικά στοιχεία εις βάρος εμού και αναιρετέα τυγχάνει εξ αυτού του λόγου και μόνον. Εν προκειμένω εις πάσαν περίπτωσιν, πρόκειται περί του εγκλήματος της εκαλουμένης σωματικής βλάβης. Και ουχί της απόπειρας ανθρωποκτονίας. Διότι οι φερόμενοι δράσται εστερούντο ανθρωποκτόνου προθέσεως διά τους εξής λόγους: Μολονότι το περίστροφον ήτο πλήρες, ως προέκυψεν εκ της διαδικασίας εις το ακροατήριον, ο δράστης Ι. Σ. επυροβόλησεν μόνο από μία φορά εναντίον εκάστου των παθώντων Α. Τ. και Δ. Ν. πλήττοντάς τους εξ επαφής στα κάτω άκρα. Μολονότι ευρίσκετο ο δράστης Ι. Σ. εις απόστασιν μικράν ενός, έως ενός και ημίσεως μέτρου από τους δύο παθόντες και ηδύνατο ευχερώς να πυροβολήσει τούτους εις τη κεφαλήν ή έτερον καίριον σημείον απέφυγεν να κάμει τούτο και επυροβόλησεν χαμηλά προκαλώντας επιπόλαια τραύματα στους παθόντες στα κάτω άκρα. Διότι ο αδελφός του παθόντος J. K. έχει καταθέσει προανακριτικές ότι δεν είχαν σκοπόν να μας σκοτώσουν οι δράσται παρά μόνον να μας φοβίσουν. Ο ως άνω τυγχάνει κρίσιμος αυτόπτης μάρτυρας του συμβάντος του πυροβολισμού. 2. Νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση της 372-390/09 ή δεν ελήφθησαν υπ` όψη. Α. Υποδομή προσωπικότητας - βιογραφικό σημείωμα Σ. Π.. Τυγχάνω διαπρεπής οικονομολόγος - χρηματιστής με τις ακόλουθες σπουδές και επαγγελματική εμπειρία: Σπουδές Πρότυπος Σχολή Αναβρύτων- Γενικό Λύκειο - 18/20 (σχετικό (1)). Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΑΣΟΕΕ) -Τμήμα Οργάνωσης Διοίκησης 8.2 Άριστα (σχετικό (2)). 1992-1993 Μanchester Business School-Master in Business Administration (Hons) (σχετικό (3)). 1993 Insead-Executive Certificate in advanced corporate stratedy. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ 1993-1995 ... - ΑΣΟΕΕ -Διευθυντής προγράμματος. 1995/1997 Γενικό Επιτελείο Ναυτικού-ΓΕΕΘΑ -Διεύθυνση Εξοπλισμών-Ειδικός Σύμβουλος (σχετικό 4). 1997-1999 ........ ... Διευθυντής ανάλυσης. 1999-2002 .............- Αντιπρόεδρος-Διευθυντής Ανάπτυξης (σχετικό 5). 2002-2004 ... - ..Χρηματιστηριακή- Διευθυντής Αναπτ. 2004-2009 ..- Διευθύνων Σύμβουλος (σχετικό 6). 2007-2009 . .... ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ : `Απταιστα Αγγλικά Cambridge Proficiency . Απταιστα Γαλλικά - Sorbonne II. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ: Ελληνική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς- Χρηματιστής Διευθυντής. Βρετανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (Financial Services Authority) Registeres Financial Director. Το Σύνολο των εταιρειών που διεύθυνα είχαν σαν αντικείμενο την παροχή πιστοποιημένων χρηματοοικονομικών χρηματιστηριακών υπηρεσιών στις επιφανέστερες ελληνικές και ευρωπαϊκές επιχειρήσεις όπως: `Ομιλος ........... σχετικό 7). `Ομιλος .... (σχετικό 8). .... (σχετικό 9). .... (σχετικό 10). .... (σχετικό 11). .... (σχετικό 12). `Ομιλος ........ (σχετικό 13). Ενώ διατηρώ στρατηγικές συμμαχίες με τα ακόλουθα τραπεζικά ιδρύματα και οργανισμούς. `Ομιλος ... (σχετικό 14). ..... ..(σχετικό 15). ..... ΤΡΑΠΕΖΑ (σχετικό 16). . (σχετικό 17). .. .. (σχετικό 18). . (σχετικό19). ... (σχετικό 20). Το 2004 ίδρυσα τον όμιλο ......αποτελούμενο από τις εξής εταιρείες : Α) ....... -Χρηματιστηριακή (σχετικό 21). Β) ....- Τραπεζικής Διαμεσολάβησης. Οι εταιρείες σε ενοποιημένη βάση είχαν έσοδα για την χρήση 2012 που ξεπερνούσαν τα 7, 5 εκατομμύρια euro (σχετικό 23). Από την εργασία μου και μόνο εισπράττω ανελλειπώς εισοδήματα που ξεπερνούν τα 150.000 euro ετησίως από το 1998 έως και σήμερα (σχετικό 24). Από τα έσοδα των εργασιών μου αγόρασα κατά την διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας τα εξής ακίνητα: Α) Ακίνητο διαμέρισμα 75 τμ. MONACO .... Β) Ακίνητο 120 τμ. ΚΑΝΝΕΣ ... (σχετικό 25). Γ. Ακίνητο 180 τμ. ITALIAS (σχετικό 26). Τον Ιανουάριο του 2001 αποφάσισα να επενδύσω στον χώρο εκμετάλλευσης Αθλητικών κέντρων εκτιμώντας ότι το κλίμα ήταν πρόσφορο. Αγόρασα έτσι τη πρώτη μου επιχείρηση στην … (...) η οποία ήταν ένα πολυτελές αθλητικό κέντρο 1500 τ.μ. το οποίο απασχολούσε 27 νέους επιστήμονες. Η επιχείρηση ήταν επικερδής και αποφάσισα να επενδύσω περαιτέρω στην ανακαίνισή της όπως και έγινε. Τον Φεβρουάριο του 2001 αποφάσισα να επεκτείνω την ως άνω δραστηριότητά του και στην αγορά του … μισθώνοντας ακίνητο εμβαδού 1000 τμ. Επί της οδού ... του … . Λόγω κεκτημένης ταχύτητας κατά τον έλεγχο των νομιμοποιητικών της συγκεκριμένης μίσθωσης έπεσα θύμα απάτης από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου κο Μ. ο οποίος μου απέκρυπτε επιμελώς σοβαρές πολεοδομικές παραβάσεις του κτιρίου. Για τον ως άνω σκοπό ίδρυσα την εταιρεία ....... της οποίας το αρχικό αντικείμενο ήταν η εκμετάλλευση του νέου αθλητικού κέντρου του … και μεταγενέστερα αυτή όπως εξελίχθει στην εταιρεία ...... του Ομίλου που σχεδίασα για την εκμετάλλευση του ως άνω αντικειμένου (σχετικό 27). Ενεκα των πολεοδομικών προβλημάτων του κτιρίου του … η συγκεκριμένη επένδυση δεν ολοκληρώθηκε ποτέ παρά το γεγονός ότι είχε προπληρωθεί το σύνολο του εξοπλισμού της. Προκειμένου να απορροφήσω την τεράστια ζημιά που θα υφιστάμουν ένεκα της επενδύσεως στο Βόλο και προκειμένου να απορροφηθεί και να αξιοποιηθεί ο ήδη παραγγελθής εξοπλισμός, μίσθωσα ένα πολυτελές ακίνητο επί της ... στο … Αττικής το οποίο έμενε να γίνει το καλύτερο αθλητικό κέντρο της Ελλάδας ( και ένα από τα καλύτερα στην Ευρώπη) έχοντας δαπανήσει για την αποπεράτωση και τον εξοπλισμό του ποσό που υπερέβαινε τα 1,5 εκατομμύρια euro, στο οποίο αθλούσαν 3.500 πελάτες και απασχολούσε 65 εργαζόμενους. Η επένδυση καλύφθηκε από ίδια κεφάλαιά μου αποκτηθέντα από την εργασία μου ως χρηματιστή και από δανεικά κεφάλαια από την ..... και ....... με την εγγύηση της πατρικής περιουσίας μου (σχετικό 28). Το σύνολο του κατασκευαστικού έργου επί του συγκεκριμένου κτιρίου ανήλθε στο ποσό των 780.000 Ευρώ το οποίο κατεβλήθηκε σε μετρητά και επιταγές, εκδόσεώς μου μεταχρονολογημένες στον εργολάβο του έργου κο Μ.. Το σύνολο της ως άνω εξοφλήθηκε ολοσχερώς. Μέρος των συνεργείων του κου Μ. ήταν και το συνεργείο του Τ. ο οποίος κατασκεύασε ξύλινα ερμάρια για τα αποδυτήρια του Γυμναστηρίου συνολικής αξίας 16.800 ευρώ ποσό για το οποίο εξοφλήθηκε ολοσχερώς. Μετά το πέρας των αρχικών εργασιών κατασκευής και την θέση σε λειτουργία αυτού του μεγαθηρίου των 2.500 τ.μ. τον Τ. δεν τον ξαείδα μέχρι το Φεβρουάριο του 2003 που ένεκα της εξαιρετικής πορείας της επιχειρήσεως μου αποφάσισα την επέκταση της αποφασίζοντας να κατασκευάσω πισίνα και Roof-Garden. Για την κατασκευή του δεύτερου εκάλεσα απευθείας τον Τ. προκειμένου να μου τοποθετήσει ξύλινο πάτωμα επί του δαπέδου της οροφής του κτιρίου εκτιμώμενου προϋπολογισμού 7.800 ευρώ. Για την συγκεκριμένη εργασία εξόφλησα προκαταβολικά τον Τ. με μετρητά και επιταγές μεταχρονολογημένες και πελατείας μου. Το ως άνω έργο ενώ ξεκίνησε ουδέποτε ολοκληρώθηκε από τον Τ. ο οποίος και δεν έλαβε οποιαδήποτε περαιτέρω ανάθεση από εμένα αφήνοντας μου χρέος το υπόλοιπο του έργου που πληρώθηκε και δεν εκτέλεσε. Ξαφνικά και ενώ ο Τ. και το συνεργείο του είχε εξαφανισθεί από το κτίριο μου την 15η Μαρτίου 2003 δέχτηκα τηλεφώνημα από την υποδιευθύντρια της .......... ................. εις την οποία διατηρούσα λογαριασμό, ότι έχει εμφανισθεί ένας Τ. στο ταμείο και ζητάει την είσπραξη επί τη εμφανίσει επιταγών εκδόσεώς μου ύψους 43.000 ευρώ ειδάλως απειλούσε με την σφράγισή τους παρά το γεγονός ότι ήταν μεταχρονολογημένες . Ευθύς αντιλήφθηκα ότι σκοπός του Τ. ήταν να με εκβιάσει με την κατάρρευση των επιχειρήσεών μου που θα είχε σαν συνέπεια η σφράγιση των επιταγών μου και ότι ενεργούσε ως εντολοδόχος και παρένθετο πρόσωπο οργανωμένου κυκλώματος τοκογλύφων και εκβιαστών (σχετικό 2α), καθ `ότι ο ίδιος δεν ήταν δικαιούχος των προς σφράγιση επιταγών (καθ` ότι το κατασκευαστικό του αντικείμενο δεν ξεπερνούσε τα 8.000 ευρώ). Τον εκάλεσα στο τηλέφωνο απεγνωσμένα προκειμένου να βρεθεί λύση και τον εκάλεσα να έρθει στο γραφείο μου. Εκείνος απάντησε αρνητικά και ότι "θα σε καταστρέψω". Στην συνέχεια ήρθα σε επαφή με τις τράπεζες μου και ειδικά με την .......... " κατάστημα ................. (...............) και τον διευθυντή του καταστήματος κύριο Κ. όπου μετά από εκτενή διαβούλευση μαζί του αποφασίστηκε η συνέχιση χρηματοδότησης της επιχειρήσεως μου ευ πλαθειν μέσω του συστήματος προεξόφλησης πιστωτικών καρτών των πελατών μου όπως και πράγματι έγινε συντηρώντας έτσι στο ακέραιο τις δανειακές μου συμβάσεις (...............) των οποίων γινόταν με προσημείωση επί της πατρικής περιουσίας μου (Σχετικό 3α). Τις επόμενες ημέρες έμαθα τυχαία από τον εργολάβο του έργου του αθλητικού μου κέντρου κ.κ. Μ. ότι ο Τ. είχε πυροβοληθεί στο πόδι από άλλους τοκογλύφους με τους οποίους είχε δοσοληψίες. Παρά την ως άνω κρίση που οργανωμένο κύκλωμα τοκογλυφίας επιχείρησε να φέρει στην επιχείρησή μου αυτή με την αγωγή της ..... .... στάθηκε όρθια συνεχίζοντας να έχει 3.500 μέλη (20 νέες εγγραφές ημερησίως) και να απασχολεί 65 υπαλλήλους. Νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση της υπ` αριθμό 372- 390/2009 αποφάσεως του μεικτού ορκωτού εφετείου Αθηνών, που αφορούν στην εγκληματική δράση Τ.. Από την έρευνα που διενήργησα μαζί με τις ελληνικές και αμερικανικές υπηρεσίες μετά την έκδοση της υπ` αριθμό 372-390/2009 που αφορούν στο ποιόν του Τ. Α. προέκυψαν τα ακόλουθα συνταρακτικά στοιχεία: Α. Ο Τ. Α. (J. F.) γεννημένος στο Χαλέπι της Συρίας στις 13.11.1970 κάτοικος ... - ... 10, συμμετέχει σε ευρωπαϊκό δίκτυο οργανωμένης μουσουλμανικής τρομοκρατίας (.) και είναι πρώτος εξάδερφος του J. I., ο οποίος κρατείται σε ισπανικές φυλακές, ως ο ηθικός αυτουργός της βομβιστικής επίθεσης στον σιδηροδρομικό σταθμό ATTOCHA της Μαδρίτης (15.3.2004) με 165 νεκρούς όλοι αθώοι ισπανοί εργαζόμενοι πολίτες (σχετικό 31). Β. Έχει συλληφθεί επανειλλημένα να οπλοφορεί και να πυροβολεί σε δημόσιους χώρους σε ένοπλη συμμορία με τα αδέλφια του Α) J. K. του A. G. και της A. γεννήθηκε 13/2/1973 στο Χαλέπι της Συρίας (σχετικό 32 Β) J. T. Γ. Την 11.6.2012 αστυνομικοί της διεύθυνσης ασφαλείας Αττικής επιχείρησαν να τον συλλάβουν δυνάμει εντάλματος της ανακρίτριας Αθηνών. Εκείνος αδίστακτα πυροβόλησε και τραυμάτισε αμφοτέρους τους αστυνομικούς πράξη για την οποία καταδικάστηκε από το μεικτό ορκωτό δικαστήριο Αθηνών συνεδριάζον την 3η Δεκεμβρίου 2013 σε κάθειρξη 18 ετών για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά ελλήνων αστυνομικών (υπ` αριθμό 833, 894, 895, 928, 929, 930/2013 Μ.Ο.Ε. Αθηνών) (σχετικό 33). Δ .Συνελήφθη επανειλημμένα να πλαστογραφεί και να εκβιάζει επιφανείς έλληνες πολίτες πλαστογραφώντας επιταγές τους (σχετικό 34). Γ. Νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση της 372-390 Μ.Ο.Ε. Αθηνών και αφορούν αμιγώς το συμβάν της 18.3.2003. Γ.1. Ο ίδιος ο Τ. δηλώνει στα ακόλουθα έγγραφα: Γ.1.ι. Ιδιωτικό συμφωνητικό ενώπιον του δικηγόρου Αθηνών Δημητρίου Μπαλέρμπα (..., ... ...) της 16 Δεκεμβρίου 2006 ότι: "Ουδεμία σχέση έχει ο Π. με το συμβάν της 18.3.2003" (σχετικό 35). Γ.1.ιι. Απόδειξη είσπραξης δήλωση Τ. 17.1.2007 δηλώνει: "πιστεύω ότι ο Π. δεν έχει ουδεμία σχέση με όσα κατηγορείται" (σχετικό 36). Γ.1.ιιι. Απόδειξη - Δήλωση 21/1/2007 δηλώνει "Κατόπιν νεότερης ερεύνης μου διεπίστωσα ότι ο κος Π. ουδεμία σχέση έχει με όσα κατηγορείτε και παραπέμπεται να δικάσει ενώπιον του τριμελούς ορκωτού δικαστηρίου την 9η Φεβρουαρίου 2007". (σχετικό 37). Γ2. Ο κρίσιμος μάρτυρας Ν. (δεύτερος βληθείς στα πόδια) κατά το συμβάν της 18.3.2003 δηλώνει: (Σελίς 38 πρακτικών 84-130/2007 Μ.Ο.Ε. Αθηνών) "Ακούω τον Τ. να λέει ώχ με πυροβόλησαν στα πόδια, πρέπει να ήταν όρθιος ο Τ., δεν αντιλήφθηκα τον πυροβολισμό. (Σελίς 38 πρακτικών 84- 130/2007 Μ.Ο.Ε. Αθηνών) "Δεν άκουσα πυροβολισμό καν, ακούω "ωχ το πόδι μου" κι εκεί σηκώθηκα και είδα τον Τ. που είχε πέσει στην καρέκλα κάτω και έπιανε το πόδι του". "Αν έκανε αυτή την κίνηση (Σ.) αν δηλαδή έσκυβε πάνω από τον πάγκο θα μπορούσε να τον δεί". " Ο Τ. (μετά τον πυροβολισμό) και ο αδελφός του βγαίνουν έξω από το μαγαζί και εμένα δεν με πήραν είδηση που ήμουν πεσμένος. (Σελίς (40) πρακτικών 84-130/2007 Μ.Ο.Ε. Αθηνών " Δεν έχω συναλλαγές με τον κο Π., δεν τον ξέρω, εγώ δεν άκουσα "έρχονται οι μπράβοι του Π." μίλαγαν αραβικά μεταξύ τους δεν άκουσα το όνομα Π.". Από τα παραπάνω προκύπτει περίτρανα ότι ο πυροβοληθείς μάρτυρας Ν. ο οποίος δεν είχε καμία οικονομική συναλλαγή μαζί μου και ως εκ τούτου καμία πρόθεση εκβιάσεως μου δηλώνει απερίφραστα: Α. `Ότι ο Τ. κατά και μετά τον πυροβολισμό που δέχθηκε επιπολαίως στα πόδια ήταν όρθιος και εξήλθε του καταστήματος του μετά τον πυροβολισμό που εδέχθηκε μαζί με τον αδερφό του ως να μην συνέβαινε τίποτα. Μάλιστα συμφώνως των πληροφοριών μου ο Τ. εθεάθη σε κέντρο νυχτερινής διασκέδασης την επόμενη του πυροβολισμού του εορτάζοντας προφανώς την ευκαιρία που του δόθηκε να με εκβιάζει. Β. `Ότι ο Ν. ουδέποτε άκουσε κατά το συμβάν τους δράστες ή τον ίδιο τον Τ. να αναφέρει το όνομα Π.. Γ. Εκ της φυσικής περιγραφής του χώρου του συμβάντος εκ της ώρας του συμβάντος 16.00 και εκ του πλήθους των πελατών εντός του καταστήματος του Τ. προκύπτει: Ότι δύο καλοντυμένοι άντρες εισήλθαν περί ώρα 16.15 (εργάσιμη ώρα) σε ένα μικρό μαγαζάκι με διαθέσιμο χώρο περίπου 2.5 τ.μ. εις τον οποίο βρισκόντουσαν εκτός από τα δύο αδέρφια Τ., ο πωλητής χρωμάτων Ν. και πελάτες κυριολεκτικά δηλαδή σε απόλυτο συνωστισμό. Πως ευσταθεί η κατηγορία περί ανθρωποκτόνου προθέσεως των δραστών εν μέσω τόσων μαρτύρων με τα χαρακτηριστικά τους ακάλυπτα; Πως ευσταθεί η κατηγορία περί ανθρωποκτόνου προθέσεως των δραστών ως άνω οι οποίοι ενώ είναι άριστοι σκοπευτές πυροβολούν τον παθόντα εξ επαφής (στα 1, 5 μέτρα) και τον βάλουν στην άκρη του ποδιού του επιπολαίως καθ`ότι αυτός συνεχίζει να περπατάει και να εξέρχεται του καταστήματος του συζητώντας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με τον αδερφό τους. Να περπατάει και να εξέρχεται ήρεμος του καταστήματος του (διασκεδάζοντας μάλιστα την επομένη σε νυχτερινό κέντρο); Είναι προφανές ότι αν οι δράστες είχαν ανθρωποκτόνο πρόθεση δεν θα επισκέπτονταν το Τ. στις 16.00 (εργάσιμη ώρα) στο μικροσκοπικό κατάστημά του το οποίο κατά την ώρα του συμβάντος ήταν γεμάτο πελάτες (άρα δυνητικούς μάρτυρες) και δεν θα τον πυροβολούσαν όπως έκαναν εξ επαφής (1, 5 μέτρα). στην άκρη του ποδιού του αλλά σε ζωτικά σημεία του σώματος του (κεφάλι-θώρακας). Είναι καταλυτική εξάλλου η ένορκη κατάθεση του αδερφού Τ. (J. K.) στην αστυνομία κατά την προανάκριση αμέσως μετά το συμβάν ότι "πιστεύω ότι οι δράστες ήθελαν να τρομάξουν και όχι να σκοτώσουν τον αδερφό μου". Είναι τελικώς προφανής η προσπάθεια του Τ. να με εμπλέξει στην ως άνω υπόθεση αποσπώντας μου εκβιαστικά χρήματα που δεν δικαιούταν 16 Δεκεμβρίου 2006 (ως άνω) 21 Ιανουαρίου 2007 (ως άνω) και 17 Ιανουαρίου 2007 (ως άνω). Ο Τ. είναι πρόσωπο που εμπλέκεται σε οργανωμένη τρομοκρατική δράση στην Ευρώπη (S. J.). `Εχει σχηματίσει ένοπλη ομάδα με τους αδελφούς του η οποία επιτήθετο κατά ελλήνων πολιτών σε δημόσιο χώρο φτάνοντας μάλιστα στο αποκορύφωμα να επιχειρήσει να σκοτώσει έλληνες αστυνομικούς 11/6/2012 πράξη για την οποία καταδικάστηκε σε κάθειρξη 18 ετών για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά ελλήνων αστυνομικών (833-930/13) μεικτό ορκωτό εφετείο Αθηνών (σχετικό 38). `Εχει πυροβοληθεί τουλάχιστον άλλες δύο φορές προφανώς από ανθρώπους με τους οποίους σχετίζεται δια της τρομοκρατικής δράσης του (σελίς 36 της 84- 130/2007 Μ.Ο.Ε. Αθηνών (σχετικό 39). Οι δράστες του συμβάντος της 17.3.2003 όπως προκύπτει από την αναλυτική κατάσταση εργαζομένων στην εταιρεία ............... υποβληθείσα στο Ι.Κ.Α. ουδέποτε εργάζονταν για την εταιρεία μου ή εμέ προσωπικώς και ούτε επισκεπτόταν τον χώρο του αθλητικού μου κέντρου ως πελάτες όπως προκύπτει εκ της αναλύσεως του βιβλίου πελατών της επιχειρήσεως και του ηλεκτρονικού συστήματος παρακολούθησης του (σχετικό 40). Εκ των ως άνω δεν υφίσταται οποιοσδήποτε αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ εμού και των δραστών. Επιπλέον δε τούτου προκύπτει ότι ο Τ. είναι διεθνής τρομοκράτης με οργανωμένη ένοπλη δράση ο οποίος δεν διαστάζει να πυροβολήσει κατά ελλήνων αστυνομικών πόσω δε μάλλον κατά οποιουδήποτε έμπαινε στο μαγαζί του με απειλητικές διαθέσεις. Εκ των ως άνω (ώρα, τοποθεσία συμβάντος) είναι προφανές ότι οι δράστες της επιθέσεως της 17.3.2003 κατά του ...... πήγαν να του μιλήσουν και βρέθηκαν εν αμύνει με τον Τ. να οπλοφορεί και να τους απειλεί. Παρά την δυσμενή θέση εις την οποία βρέθηκαν είχαν την ψυχραιμία προκειμένου να τον αναχαιτίσουν να τον πυροβολήσουν στην άκρη του ποδιού του εξ` επαφής και ουχί σε ζωτικό σημείο του σώματός του (κεφάλι ή θώρακα) που αποδεικνύει και την έλλειψη ανθρωποκτόνου πρόθεσής τους. Είναι καταλυτική εξάλλου η κατάθεση του αδερφού Τ. (J. K.) ο οποίος ισχυρίζεται ενώπιον της αστυνομίας ότι "πιστεύω ότι οι δράστες δεν είχαν σκοπό να σκοτώσουν τον αδερφό μου αλλά να τον φοβίσουν". Προς επίρρωση του ως άνω ισχυρισμού ο μάρτυς Ν. ισχυρίζεται "δεν άκουσα κανένα πυροβολισμό- είδα τον Τ. να βγαίνει του καταστήματος του μετά τον πυροβολισμό και να συζητάει εν ηρεμία με τον αδερφό του - και ουδείς εκ των δραστών ή των παθόντων- ανέφερε κατά την διάρκεια του συμβάντος το όνομα Π.". Τέλος είναι δεδομένο ότι ο Τ. πέραν της οργανωμένης τρομοκρατικής δράσης εις την οποία συμμετέχει, συμμετέχει και σε οργανωμένο κύκλωμα τοκογλυφίας, εκβίασης και πλαστογραφίας για την οποία έχει συλληφθεί επανειλημμένα στο παρελθόν και καταδικασθεί. Τέλος εκ της συνολικής πορείας του προσωπικού και επαγγελματικού μου βίου ο οποίος παραμένει άμεμπτος (σχετικό 41) έχοντας αθωωθεί στο σύνολο των κατηγοριών εις βάρος μου που προέκυψαν από την ενορχηστρωμένη κατάρρευση της επιχειρήσεως μου ................ θα πρέπει να πιθανολογείται από εσάς ότι και στην υπόθεση Τ. κατηγορούμαι παντελώς αδίκως και μάλιστα δεν παρέστει ποτέ ο ίδιος ενώπιον τόσο του μεικτού ορκωτού δικαστηρίου Αθηνών της 26ης Φεβρουαρίου 2007 όσο και στην εκδίκαση της εφέσεώς μου ενώπιον του μικτού ορκωτού εφετείου Αθηνών συνεδριάζον την 17ην Ιουνίου 2009. Το άδικο και ανυπόστατο των ως άνω καταδικών μου σε αντιδιαστολή με τον άμεμπτο και επιφανή επαγγελματικό μου βίο είχαν συνέπεια να καταστρέψουν πλήρως την υγεία μου αφού ξαφνικά (10.5.2011) έπαθα βαρειά καρδιακή προσβολή χωρίς κανένα κληρονομικό ή επιβαρυντικό παράγοντα και να υποβληθώ σε εγχείριση ανοικτής καρδιάς-τριπλής αρτηριακής μεταμόσχευσης 10.5.2011 Π.Γ.Ν. .) υφιστάμενος διαρκούς επιδείνωσης έκτοτε (σχετικό 42). Το Α` τριμελές πλημμελειοδικείο Χαλκίδας αναγνωρίζοντας την βαρύτητα της καταστάσεως της υγείας μου διέκοψε δια της 178/2013 αποφάσεως του την ποινή μου για λόγους ανήκεστου βλάβης της υγείας μου προκειμένου να νοσηλευθώ για πέντε μήνες στο Π.Γ.Ν. και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αιφνιδίου θανάτου μου (σχετικό 43). Η ως άνω απόφαση όλως παρανόμως δεν εκτελείται παρά το γεγονός ότι αυτή έχει καταστεί αμετάκλητη, αναντίρρητη και εκτελεστή και παρά το γεγονός ότι το ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει καταδικάσει δια της 63054/13 αποφάσεως του την ΕΛΛΑΣ για την καθυστέρηση εκτελέσεώς της (σχετικό 44). Αξιότιμε κύριε Εισαγγελέα Επειδή κατά το δικαστήριο μετά την καταδίκη μου από το Μ.Ο.Ε. Αθηνών της 17ης Ιουλίου 2009 προέκυψαν νέα άγνωστα στους δικαστές που καταδίκασαν - γεγονότα και αποδείξεις, τα οποία μόνα τους και σε συνδυασμό με εκείνα που είχαν προσκομισθεί προηγουμένως κάνουν φανερό, ότι αυτός που καταδικάστηκε (εγώ) είναι αθώος. Επειδή όπως προκύπτει εκ της στοιχειώδους αναλύσεως των καταθέσεων των αδερφών Τ. (J. F. KAI J. K.) αποδεικνύεται περίτρανα ότι αυτοί ψεύδονται προκειμένου και μόνο να με εκβιάσουν για να μου αποσπάσουν παράνομο περιουσιακό όφελος. Επειδή ο συνολικός επαγγελματικός και προσωπικός βίος μου έχει υπάρξει επιφανής και άμεμπτος ως άνω, γεγονός που δεν συνάδει με το είδος και την φύση του αποδιδομένου εις εμέ αδικήματος της απόπειρας ανθρωποκτονίας. Επειδή ο ψευδομηνυτής μου Τ. συμμετέχει ενεργά σε διεθνές κύκλωμα τρομοκρατίας με διακεκριμένη τρομοκρατική δράση (βομβιστική επίθεση στο σταθμό ATTOCHA της Μαδρίτης με 146 νεκρούς 15.3.2004) ως άνω. Επειδή ο ψευδομηνυτής μου Τ. καταδικάστηκε την 3η Δεκεμβρίου 2013/930/13 από το μεικτό ορκωτό δικαστήριο Αθηνών σε κάθειρξη 18 ετών για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά των ελλήνων εκείνων αστυνομικών που επιχείρησαν να τον συλλάβουν δυνάμει σχετικού εντάλματος της κας ανακρίτριας Αθηνών το οποίο εκδόθηκε κατόπιν των μηνύσεων μου εναντίον του για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, απόπειρας ανθρωποκτονίας, εκβίασης, πλαστογραφίας και τοκογλυφίας ως άνω. Επειδή ο ψευδομηνυτής Τ. έχει πυροβοληθεί άλλες δύο φορές προφανώς από εγκληματίες και τρομοκράτες που συνανατρέφεται. Επειδή ο ψευδομηνυτής Τ. έχει συλληφθεί και καταδικασθεί επανειλημμένα στο παρελθόν για ένοπλη επίθεση σε δημόσιους χώρους ως άνω. Επειδή ο ψευδομηνυτής Τ. έχει συλληφθεί επανειλημμένα να πλαστογραφεί και να εκβιάζει ευυπόληπτους έλληνες επιχειρηματίες. Επειδή ο ψευδομηνυτής Τ. δηλώνει σε ιδιωτικό συμφωνητικό της 16ης Δεκεμβρίου 2006 και σε πλήθος δηλώσεων αποδείξεων 21.1.2007, 2.1.2007 και 11.1.2007 ότι ο Π. ουδεμία σχέση έχει με τον πυροβολισμό που δέχθηκε στις 17.3.2003, στοιχεία που ουδέποτε παρουσιάστηκαν στο προσβαλλόμενο δικαστήριο. Επειδή ο κρίσιμος μάρτυρας (παθών) Ν. ο οποίος δεν είχε καμία σχέση η συναλλαγή μαζί μου δηλώνει ότι κατά την διάρκεια του συμβάντος της 17.3.2003 δεν άκουσε κανέναν εκ των δραστών ή εκ των παθόντων και αναφέρει το όνομα Π. . Είναι δε ιδιαίτερα αποκαλυπτικός στην περιγραφή των κινήσεων τόσο των αδερφών Τ. λέγοντας ότι δεν άκουσε κάν πυροβολισμό, είδε τον Τ. να σηκώνεται ανενόχλητος και να εξέρχεται του καταστήματος του με τον αδερφό του, όσο και των δραστών λέγοντας ότι περί ώρα 16.00 με πλήθος δεμάτων μέσα στο μικρό κατάστημα του Τ. δύο ευπαρουσίαστοι ζήτησαν να του μιλήσουν. Περιγράφει ότι ο Τ. αντέδρασε επιθετικά απέναντι τους κάνοντας κίνηση να πιάσει το όπλο του. Περιγράφει δε αποκαλυπτικά τις κινήσεις των δραστών οι οποίοι σε απόσταση εξ` επαφής (1,5 μέτρα) πυροβόλησαν τον Τ. στην άκρη της κνήμης του στεκόμενοι μάλιστα από επάνω του. Είναι προφανές εκ των ως άνω οι δράστες δεν είχαν ανθρωποκτόνο πρόθεση. Επειδή ο μάρτυρας J. K. (αδερφός του ψευδομηνυτή) δηλώνει απερίφραστα ενώπιον αστυνομικών οργάνων ότι πιστεύει ότι οι δράστες της ως άνω επιθέσεως ήθελαν να φοβίσουν και όχι να σκοτώσουν τον αδερφό του. Επειδή οι δράστες της ως άνω επιθέσεως ουδέποτε εργάζονταν ή βρίσκονταν εντός του χώρου του αθλητικού μου κέντρου καθότι τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι 3.500 πελάτες καταγραφόντουσαν αναλυτικά τόσο στις μισθολογικές καταστάσεις του ΙΚΑ, το βιβλίο πελατών και το ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής. Επειδή δεν είχαν κίνητρο για την ως άνω επίθεση κατά του Τ. καθότι ευρέθει εναλλακτικός τρόπος χρηματοδοτήσεως της εταιρείας μου ............ από την .......... κατάστημα Αμαρουσίου παρά την ενορχηστρωμένη προσπάθεια οργανωμένου κυκλώματος τοκογλύφων με παρένθετο πρόσωπο τον Τ. να μου αρπάξουν την επιχείρηση και την πατρώα περιουσία μου με την δόλια μαζική σφράγιση μεταχρονολογημένων επιταγών μου. Επειδή έχω αθωωθεί πανηγυρικά στο σύνολο των κακουργηματικών κατηγοριών που με βάραιναν ένεκα της δόλιας κατάρρευσης της κορυφαίας για τα ελληνικά δεδομένα επιχειρήσεώς μου ......... .. . Από το ως άνω οργανωμένο κύκλωμα τοκογλύφων με παρένθετο πρόσωπο τον Τ.. Επειδή ένεκα του αδίκου της ως άνω καταδίκης μου ως πρωτοφανούς και πλήρως ασυμβίβαστης με τον έντιμο και επιφανή βίο και επαγγελματική μου πορεία καθώς και των αρχών ήθους και συννομίας της οικογενείας μου, υπέστη ανήκουστο βλάβη στην υγεία μου αφού πάσχω πλέον όλως απροειδοποιήτως από βαρειά στεφανιαία νόσο κεντρικού αρτηριακού στελέχους καρδιάς έχοντας υποβληθεί ως κρατούμενος σε εγχείριση ανοικτής καρδιάς- τριπλής αρτηριακής παράκαμψης- μεταμόσχευσης (10.5.2011 Π.Γ.Ν. ) και υφιστάμενος διαρκούς επιδείνωσης έκτοτε. Επειδή το Α` Τριμελές Πλημμελειοδικείο Χαλκίδας δια της 178/2013 αποφάσεως του διέταξε την διακοπή της ποινής μου για λόγους βλάβης της υγείας μου για πέντε (5) μήνες προκειμένου να μεταφερθώ στο Π.Γ.Ν. .., απόφαση που παρ`όλο που έχει καταστεί αμετάκλητη, αναντίρρητη και εκτελεστή αυτή δεν εκτελείται όλως παρανόμως προφανώς επηρεαζόμενη από την βαρύτατη παρότι άδικη καταδίκη μου από το Μ.Ο.Ε. Αθηνών δυνάμει της 372-390/09 αποφάσεώς του. Επειδή το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δια της 63054/14 αποφάσεως του καταδίκασε την ΕΛΛΑΣ για την μη εκτέλεση της 178/2013 Α` Τριμελούς Χαλκίδας ως γεγονός που με εκθέτει σε θανάσιμο κίνδυνο και συνιστά κατάφορη παραβίαση του άρθρου (2) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. ..." V. -Όμως τα ανωτέρω βιογραφικά του στοιχεία, που επικαλείται ο αιτών -ως "νέα γεγονότα - αποδείξεις"-, πέραν του ότι λήφθηκαν υπόψη και συναξιολογήθηκαν από το δικαστήριο (ίδετε: σελίδα 62, υπό στοιχ. 43 των πρακτικών), από μόνα τους, ή συνεκτιμώμενα, με τα στοιχεία που είχαν προσκομισθεί στο δικαστήριο, που εξέδωσε την ως άνω -υπ` αριθ. 372, 373, 374, 375, 380- 387, 388, 389, 390/2009, απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών -της οποίας ζητείται η ακύρωση με την κρινόμενη αίτηση, δεν είναι ικανά να θεμελιώσουν λόγο, που μπορεί να δικαιολογήσει την αιτούμενη επανάληψη διαδικασίας, αφού δεν καθιστούν φανερό, δηλαδή σε σημείο που να εγγίζει την βεβαιότητα και όχι απλώς πιθανό, ότι ο αιτών δεν τέλεσε τις προαναφερθείσες αξιόποινες πράξεις για τις οποίες καταδικάσθηκε. Εξάλλου, όλοι οι ισχυρισμοί του, τα επιχειρήματα και οι αιτιάσεις του, που περιέχονται στην υπό κρίση αίτηση, αναμφίβολα, εστιάζονται γύρω, από την αξιοπιστία των κατατεθέντων από τους μάρτυρες, και γενικά γύρω από την μη ορθή αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων κατά την διάρκεια της δίκης, κατά την οποία καταδικάσθηκε, έτσι ώστε να σηματοδοτείται η επιδίωξή του -δια της ως άνω διαδικασίας- να υπάρξει, ένας νέος ουσιαστικός επανέλεγχος της κατηγορίας, ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα είναι ανεπίτρεπτος. VI. -Ως εκ τούτου, θα πρέπει να απορριφθεί, η υπό κρίση αίτησή του για επανάληψη της διαδικασίας, -ως κατ` ουσίαν αβάσιμη-, και να επιβληθούν τα εκ διακοσίων πενήντα (250) € δικαστικά έξοδα σε βάρος του (άρθ. 583 §1 ΚΠΔ, σε συνδ. με το αρθρ. 3 §3 του Ν. 773/1977 και την 123827/23-12- 2010 Απόφαση Υπουργών Οικονομικών Δικαιοσύνης ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Προτείνουμε: 1) Να γίνει τυπικά δεκτή και ν` απορριφθεί στην ουσία της, η από 4-7-14 αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, του Σ. Π., περί επαναλήψεως, προς το συμφέρον αυτού, της ποινικής διαδικασίας, που περατώθηκε με την με την έκδοση της αριθ. 372, 373, 374, 375, 380-387, 388, 389, 390/2009, απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών. 2) Να επιβληθούν τα εκ διακοσίων είκοσι (250) € δικαστικά έξοδα, σε βάρος του. Γεώργιος Μπόμπολης Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου" Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και τον πληρεξούσιο του αιτούντος. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Κατά το άρθρο 525 παρ.1 περ. 2 του ΚΠΔ, η ποινική διαδικασία που περατώθηκε με αμετάκλητη απόφαση επαναλαμβάνεται προς το συμφέρον του καταδικασμένου για πλημμέλημα ή κακούργημα, εκτός των άλλων περιπτώσεων που αναφέρονται στο άρθρο αυτό περιοριστικά, και όταν, μετά την οριστική καταδίκη του, αποκαλύφθηκαν νέα, άγνωστα στους δικαστές που τον καταδίκασαν, γεγονότα ή αποδείξεις, τα οποία, μόνα τους ή σε συνδυασμό με εκείνα που είχαν προσκομισθεί προηγουμένως, κάνουν φανερό ότι αυτός είναι αθώος ή καταδικάσθηκε για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πραγματικά τέλεσε. Υπάρχει δε βαρύτερο έγκλημα, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, όταν τροποποιείται ουσιωδώς ο χαρακτήρας της πράξεως και μεταβάλλεται το είδος αυτής, όχι δε όταν παρέχεται η δυνατότητα επιεικέστερης μεταχειρίσεως του υπαίτιου, λόγω συνδρομής ελαφρυντικών περιστάσεων ή άλλου λόγου μειώσεως της ποινής. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής "νέα γεγονότα ή αποδείξεις" είναι εκείνα που δεν υποβλήθηκαν στο δικαστήριο και έτσι ήταν άγνωστα στους δικαστές που εξέδωσαν την καταδικαστική απόφαση, ανεξαρτήτως αν υπήρχαν πριν από την καταδίκη ή προέκυψαν μεταγενέστερα. Τέτοιες αποδείξεις που μπορούν να στηρίξουν αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, μπορεί να είναι οποιεσδήποτε, όπως καταθέσεις νέων μαρτύρων, αλλά και καταθέσεις ήδη εξετασθέντων, συμπληρωματικές ή τροποποιητικές ή διευκρινιστικές εκείνων που είχαν τεθεί υπόψη του δικαστηρίου, νέα έγγραφα, δικαστικές αποφάσεις ή άλλα στοιχεία που διευκρινίζουν αμφίβολα σημεία της υποθέσεως, με την προϋπόθεση, όμως, ότι οι αποδείξεις αυτές, εκτιμώμενες είτε μόνες τους, είτε σε συνδυασμό με εκείνες που είχαν προσκομισθεί στο δικαστήριο, καθιστούν φανερό και όχι απλώς πιθανό, ότι ο καταδικασμένος είναι αθώος ή καταδικάσθηκε για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πραγματικά διέπραξε. Τα νέα, άγνωστα στους καταδικάσαντες δικαστές, γεγονότα ή αποδείξεις, πρέπει να αφορούν τα πραγματικά στοιχεία της υποθέσεως, τα οποία συγκροτούν το συλλογισμό του δικαστηρίου με τον οποίο δέχεται ότι συντρέχουν οι αντικειμενικοί ή υποκειμενικοί όροι τελέσεως ορισμένου εγκλήματος. Αντιθέτως, δεν περιλαμβάνονται στα άγνωστα στους δικάσαντες δικαστές γεγονότα, α) όσα είχαν τεθεί υπόψη ρητά ή εμμέσως στο δικαστήριο και απορρίφθηκαν από αυτό, ή δεν εκτιμήθηκαν προσηκόντως και β) όσα αναφέρονται στο μέρος εκείνο του συλλογισμού του δικαστηρίου, το οποίο αφορά στην ερμηνεία και την εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία καθιερώνει τους αντικειμενικούς και υποκειμενικούς όρους του εγκλήματος. Εξάλλου, σύμφωνα με τα άρθρα 528 παρ.1 εδ. α` και 527 παρ. 3 ΚΠΔ, αρμόδιο να αποφασίσει επί της αιτήσεως επαναλήψεως της διαδικασίας είναι το Συμβούλιο του Αρείου Πάγου, αν η αμετάκλητη καταδίκη απαγγέλθηκε από Εφετείο ήτοι και από ΜΟΕ. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της κρινόμενης δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την προσβαλλόμενη για επανάληψη αμετάκλητη με αρ. 372-390/2009 απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών, ο αιτών Σ. Π., απών, αλλά εκπροσωπηθείς νόμιμα από δικηγόρο, κηρύχθηκε, σε δεύτερο βαθμό, ένοχος κατά πλειοψηφία (5-2), 1) Ηθικής αυτουργίας σε δύο απόπειρες ανθρωποκτονίας, 2). Ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια Ι. Σ. στις ίδιες δύο απόπειρες ανθρωποκτονίας, 3). Ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα πλημμεληματικής εκβίασης, 4). Κακουργηματικής πλαστογραφίας με χρήση κατ` εξακολούθηση επιταγών, 5). Ηθικής αυτουργίας σε οπλοφορία και 6). Ηθικής αυτουργίας σε οπλοχρησία σε δύο απόπειρες ανθρωποκτονίας, κατά συρροή, με χρόνο τελέσεως την 18-3-2003 και καταδικάστηκε, κατά συγχώνευση, σε συνολική ποινή καθείρξεως 29 ετών και ενός μηνός. Κατά τη γνώμη των δύο μειοψηφούντων μελών του άνω μικτού ορκωτού Εφετείου, ο αιτών έπρεπε να κηρυχθεί ένοχος, κατά επιτρεπτή μεταβολή των κατηγοριών, ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή και ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή, αντί της απόπειρας ανθρωποκτονιών που καταδικάστηκε. Οπως από την παραπάνω με αρ. με αρ. 372-390/2009 απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών και τα πρακτικά της προκύπτει, ο αιτών, από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων (μάρτυρες, αναγνωσθέντα έγγραφα), κηρύχθηκε ένοχος, σε δεύτερο βαθμό, των παραπάνω αξιοποίνων πράξεων, με το εξής αιτιολογικό: "Στην προκειμένη περίπτωση από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και της υπερασπίσεως οι οποίοι εξετάστηκαν ενόρκως στο ακροατήριο και αναφέρονται ονομαστικά στα πρακτικά, τα έγγραφα τα οποία ανεγνώσθησαν και επίσης αναφέρονται στα πρακτικά, τα πρακτικά της εκκαλούμενης αποφάσεως τα οποία ανεγνώσθησαν, τις απολογίες των αυτοπροσώπως παρισταμένων πρώτου και δευτέρου κατηγορουμένων και όλη γενικά τη διαδικασία αποδείχτηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Στις 31-1-2003 και ώρα 00:45` περίπου ο μάρτυρας κατηγορίας Π. Μ., ο οποίος διατηρούσε στην οδό … αριθ. ., στην Αθήνα (περιοχή ...), κατάστημα (μπαρ) με το διακριτικό τίτλο "...", δέχθηκε στο πιο πάνω κατάστημα του την επίσκεψη του πρώτου κατηγορουμένου Ι. Σ., τον οποίο γνώριζε από διετίας ως εργαζόμενο στην είσοδο του μπαρ "..." και μάλιστα όχι μόνο κατ` όψιν αλλά και ονομαστικά. Κατά την επίσκεψη του αυτή ο πρώτος κατηγορούμενος συνοδευόταν από το δεύτερο Ε. Κ., τον οποίο ο Π. Μ. δεν γνώριζε μέχρι τότε και οποίος του συστήθηκε ως "Μ." αλλά και από άλλα σωματώδη άτομα (περίπου δέκα), η ταυτότητα των οποίων δεν κατέστη δυνατό να διακριβωθεί και με τα οποία είχαν ενωθεί για να διαπράξουν σε βάρος του Π. Μ. το αδίκημα της εκβιάσεως. Ειδικότερα και οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι δήλωσαν στον Π. Μ. ότι εφεξής θα αναλάβουν την προστασία της επιχειρήσεως του για την αποτροπή προκλήσεως βλάβης αυτής από τρίτα πρόσωπα. Του δήλωσαν δε ότι "έχουν γνωστούς στο Εκβιαστών να μην κάνει το λάθος να μιλήσει στην αστυνομία", ενώ η όλη στάση και παρουσία τους και ιδίως το γεγονός ότι συνοδεύονταν από σωματώδη άτομα καθιστούσε σαφές ότι η μη συμμόρφωση του θα επέφερε βλάβη στην επιχείρηση του και στον ίδιο. Ο Π. Μ. αρχικά προσπάθησε να αρνηθεί αλλά στη συνέχεια, φοβούμενος τις συνέπειες, δέχθηκε να τους δώσει τον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου, όπως του ζήτησαν. Στο διάστημα που επακολούθησε και μέχρι τις 13-2-2003 ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφωνούσε επανειλημμένα στον Π. Μ. και του ζητούσε να του καταβάλει για την προστασία της επιχειρήσεως του το ποσό των 200 ευρώ εβδομαδιαίως. Επειδή δε εκείνος αρνούνταν, τηλεφώνησε στη σύζυγο του και της είπε "πες στον άντρα σου να μας δώσει αυτά που θέλουμε, διαφορετικά θα έχει πρόβλημα η οικογένεια του". Στις 13-2-2003 ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφώνησε τον Π. Μ. και του ζήτησε να συναντηθούν στη Γλυφάδα. Ο τελευταίος δέχθηκε και, συνοδευόμενος από το γιο του Α., το βράδυ της ίδιας ημέρας συναντήθηκε με τους δύο πρώτους κατηγορουμένους σε ένα ζαχαροπλαστείο στη Γλυφάδα, όπου αυτοί επανέλαβαν τις προαναφερθείσες εκβιαστικές αξιώσεις τους. Όμως ο Π. Μ. δεν υπέκυψε στις αξιώσεις αυτές αλλά αντίθετα στις 18-2-2003 τους κατήγγειλε στην αστυνομία και ειδικότερα τον μεν πρώτο ονομαστικά διότι, όπως προαναφέρθηκε τον γνώριζε από διετίας, τον δε δεύτερο αναγνώρισε από φωτογραφίες προσεσημασμένων προσώπων, οι οποίες του επιδείχθηκαν από τους αστυνομικούς. Εν τούτοις οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι συνέχισαν τις πιέσεις προς αυτόν μέχρι τις 25-5-2003, μάλιστα δε ο δεύτερος του τηλεφώνησε απειλητικά, λέγοντας του "θα σε γαμήσω όταν σε πετύχω, θα έρθω στο σπίτι σου και θα δεις τι θα πάθεις". Από δε την επανειλημμένη τέλεση του εγκλήματος της εκβιάσεως, προϋπόθεση που συντρέχει και επί εγκλήματος κατ` εξακολούθηση, όπως στην προκειμένη περίπτωση (Α.Π. 1074/2006 σε συμβούλιο Π.Χρ .ΝΖ.405, Α.Π.1174/ 2005 σε συμβούλιο Π.Χρ. ΝΣΤ.155), αλλά και από την υποδομή που οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι είχαν διαμορφώσει με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως αυτής, όπως το γεγονός ότι είχαν μεριμνήσει να συνοδεύονται από μεγάλο αριθμό σωματωδών ατόμων, προκύπτει σκοπός τους για πορισμό εισοδήματος αλλά και σταθερή ροπή τους για τη διάπραξη του εγκλήματος της εκβιάσεως ως στοιχείο της προσωπικότητας τους. Για τα πιο πάνω με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα είχε καταθέσει κατά την προδικασία ο Π. Μ., ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, κατονόμασε τον πρώτο κατηγορούμενο, αναγνώρισε δε ανεπιφύλακτα το δεύτερο από φωτογραφίες οι οποίες του επιδείχθηκαν από τους αστυνομικούς. Όμως με τις καταθέσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου και του παρόντος δικαστηρίου αναίρεσε πλήρως εκείνες της προδικασίας, όταν δε του υποδείχθηκε τούτο με την ανάγνωση σχετικών περικοπών των προηγούμενων καταθέσεων του, προέβαλε διάφορες ασαφείς και μη πειστικές δικαιολογίες. Η πλήρης μεταστροφή των καταθέσεων του πιο πάνω μάρτυρα, που είναι συνήθης σε θύματα τέτοιου είδους πράξεων, μπορεί να αποδοθεί στο φόβο που αισθάνεται, ενόψει και του γεγονότος ότι συνεχίζει την επαγγελματική του δραστηριότητα σε νυκτερινά κέντρα, σε συνδυασμό με το ότι κατηγορούμενοι έδρασαν από κοινού με άλλα άτομα, τα οποία παραμένουν άγνωστα και ακόμα ελεύθερα. Η κρίση του δικαστηρίου για τα πιο πάνω δεν αναιρείται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, λαμβανομένου υπόψη και του ότι η μεν μάρτυρας υπερασπίσεως Χ. Σ., μητέρα του πρώτου κατηγορουμένου, δεν καταθέτει οτιδήποτε σχετικά με την πιο πάνω κατηγορία, οι ίδιοι δε οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι με τις απολογίες τους δεν έδωσαν εύλογες και πειστικές εξηγήσεις για τις πιο πάνω πράξεις τους, επωφελούμενοι της μεταστροφής της καταθέσεως του Π. Μ.. Περαιτέρω από τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρθηκαν στην προηγούμενη σκέψη αυτής της αποφάσεως αποδείχτηκαν (κατά τη γνώμη που επικράτησε στο δικαστήριο όσον αφορά τις αποδιδόμενες στους κατηγορουμένους αξιόποινες πράξεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή και της ηθικής αυτουργίας σε απλή συνεργεία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, παμψηφεί δε κατά τα λοιπά) τα εξής πραγματικά περιστατικά: Το καλοκαίρι του έτους 2001 ο μάρτυρας κατηγορίας και πρωτοδίκως παραστάς ως πολιτικώς ενάγων Α. Τ., ο οποίος διατηρούσε επιχείρηση εμπορίας χρωμάτων, ξυλείας και επίπλων στην οδό ... αριθ. . και ... στην Αθήνα (περιοχή ...), ανέλαβε εργολαβικά την εκτέλεση ξυλουργικών εργασιών και εργασιών διακοσμήσεως στο γυμναστήριο που διατηρούσε στη ... αριθ. 106, στα ... , ο τρίτος κατηγορούμενος Σ. Π., υπό τη μορφή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "......". Τα συνεργεία του Α. Τ. συνέχισαν να εργάζονται στο πιο πάνω γυμναστήριο του τρίτου κατηγορουμένου και το επόμενο καλοκαίρι του έτους 2002 ενώ ήδη λειτουργούσε το γυμναστήριο, διότι ο τρίτος κατηγορούμενος του ανέθεσε και πρόσθετες εργασίες. Παράλληλα ο τρίτος κατηγορούμενος είχε αναθέσει στο Χ. Μ., εργολάβο οικοδομών, την εκτέλεση διάφορων οικοδομικών εργασιών στον ίδιο χώρο. Η συμφωνημένη αμοιβή για τις εργασίες που εκτέλεσε ο Α. Τ. ανήλθε στο ποσό των 156.000 ευρώ και για εκείνες που εκτέλεσε ο Χ. Μ. στο ποσό των 45.000 ευρώ περίπου. Εν τω μεταξύ ο τρίτος κατηγορούμενος, για να πραγματοποιήσει τα επιχειρηματικά του σχέδια, είχε προσφύγει σε δανεισμό από Τράπεζες, όμως δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του. Για το λόγο αυτό, επωφελούμενος της συνεργασίας του με τον Α. Τ., ζήτησε από τον τελευταίο να ανταλλάσσουν επιταγές ευκολίας προκειμένου, καταθέτοντας αυτές που του έδινε ο τελευταίος στις Τράπεζες με τις οποίες είχε συναλλαγή, να εξασφαλίζει τη συνέχιση του δανεισμού του. Η οφειλή του από την αιτία αυτή, ενόψει του ότι όσες επιταγές δόθηκαν από αυτόν στον Α. Τ. δεν καλύφθηκαν και κάθε φορά τις αντικαθιστούσε με νέες, ανήλθε στο ποσό των 70.000 ευρώ. Εξάλλου, για να καλύψει την οφειλή του προς το Χ. Μ., ο τρίτος κατηγορούμενος παρέδωσε και σ` αυτόν μεταχρονολογημένες επιταγές, τις οποίες στη συνέχεια δεν μπορούσε να καλύψει. Στην προσπάθεια του να μην εμφανιστούν αυτές στην πληρώτρια Τράπεζα, πρότεινε στο Χ. Μ. και αυτός το δέχθηκε, να καταθέσει σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρούσε ο τελευταίος στην Τράπεζα "....." το ποσό των 5.000 ευρώ. Όμως, χωρίς να ενημερώσει σχετικά το Χ. Μ., κατέθεσε σε μετρητά μόνο 1.000 ευρώ, έναντι δε των υπολοίπων 4.000 ευρώ κατέθεσε στο λογαριασμό του Χ. Μ. με τον αριθμό ... μία ισόποση επιταγή της Τράπεζας "......" με τον αριθμό ... που φερόταν ότι είχε εκδοθεί στην Αθήνα στις 14-2-2003 σε διαταγή του Χ. Μ. και έφερε μία δυσανάγνωστη υπογραφή στη θέση του εκδότη, ως προερχόμενη από αυτόν (τον τρίτο κατηγορούμενο). Τα στοιχεία αυτής της επιταγής τέθηκαν από τον τρίτο κατηγορούμενο, ο οποίος μάλιστα στη συνέχεια, αφού την οπισθογράφησε, θέτοντας απομίμηση της υπογραφής του φερόμενου ως λήπτη Χ. Μ. στη θέση της πρώτης οπισθογραφήσεως, εμφάνισε αυτήν στην πιο πάνω Τράπεζα και παραπλανώντας τους υπαλλήλους ως προς τη γνησιότητα της, πέτυχε να κατατεθεί το προϊόν της στον πιο πάνω λογαριασμό του, επ` ονόματι του. Η επιταγή αυτή, όπως εκ των υστέρων πληροφορήθηκε τηλεφωνικά ο Χ. Μ. από το Χ. Δ., δικαιούχο του λογαριασμού όπου συρόταν η επιταγή, είχε κλαπεί λευκή από την κατοχή του και ήταν πλαστή ως προς όλα τα στοιχεία της, τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχαν τεθεί από τον τρίτο κατηγορούμενο. Στη συνέχεια ο τρίτος κατηγορούμενος, προκειμένου να κατασιγάσει τις εύλογες ανησυχίες του Χ. Μ. (τόσο για την εξόφληση της προς αυτόν οφειλής όσο και για την τυχόν δικαστική εμπλοκή του, δεδομένου ότι φαινόταν να έχει καταθέσει στο λογαριασμό του κλεμμένη και πλαστογραφημένη επιταγή), αφού ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε τίποτα για την προέλευση της επιταγής, του έδωσε έναντι της οφειλής του άλλες δύο επιταγές της ........... Τράπεζας, ήτοι μία με τον αριθμό ..., στην οποία είχε συμπληρώσει αριθμητικά το ποσό των 7.000 ευρώ και είχε θέσει την υπογραφή του εκδότη και μία με τον αριθμό ..., την οποία του παρέδωσε μόνο με την υπογραφή του εκδότη, αφήνοντας ασυμπλήρωτο το ποσό για να δείξει στο Χ. Μ. ότι τον εμπιστεύεται και ότι πρέπει και αυτός να τον εμπιστευθεί και να δεχθεί τις νέες επιταγές. Πράγματι ο Χ. Μ., μη έχοντας και άλλη επιλογή για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του, πήρε τις επιταγές. Όμως, επειδή η εμπιστοσύνη του προς τον τρίτο κατηγορούμενο είχε πλέον κλονισθεί, φρόντισε να ελέγξει ποιος ήταν ο δικαιούχος των λογαριασμών στους οποίους σύρονταν. Έτσι διαπίστωσε ότι η μεν πρώτη επιταγή προερχόταν από στέλεχος επιταγών που είχε αφαιρεθεί με ληστεία στις 20-12-2002 από τον κατασκευαστή πολυκατοικιών Μ. Κ. μαζί με τις σφραγίδες των επιχειρήσεων με τις επωνυμίες "....." και ".... ......", των οποίων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, η δε δεύτερη επιταγή προερχόταν από στέλεχος επιταγών που ανήκε στον επιχειρηματία Σ. Π., από τον οποίο είχε κλαπεί κατά το διάστημα από 30-11-2002 έως 1-12-2002. Τις επιταγές αυτές ο Χ. Μ. τις φωτοτύπησε και τις επέστρεψε στον τρίτο κατηγορούμενο στις 5-3-2003, αφού προηγουμένως ζήτησε από τον τελευταίο να δηλώσει ενυπόγραφα πάνω στη φωτοτυπία ότι παρέλαβε τα σώματα των εν λόγω επιταγών που τα είχε δώσει στις 25-2-2003 έναντι λογαριασμού για τις εργασίες που είχαν γίνει στην επιχείρηση του, γιατί ύστερα από έλεγχο που έκανε ο Χ. Μ. "ευρέθησαν μη νόμιμες". Περαιτέρω για την κάλυψη της οφειλής του προς τον Α. Τ. ο τρίτος κατηγορούμενος είχε μεταβιβάσει σ` αυτόν πολλές επιταγές του που δεν πληρώθηκαν ελλείψει διαθεσίμων κεφαλαίων. Μεταξύ αυτών έδωσε στον Α. Τ. τις προαναφερθείσες επιταγές με τους αριθμούς ... και ... τις οποίες του είχε επιστρέψει ο Χ. Μ., αλλά τώρα είχε προσθέσει και πάλι αυθαίρετα στη μεν πρώτη ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 15-3-2003, το ποσό των 7.000 ευρώ που υπήρχε αριθμητικώς τώρα και ολογράφως και ως λήπτη τον Α. Τ., στη δε δεύτερη που ήταν λευκή ως προς όλα τα στοιχεία της πλην της φερόμενης ως υπογραφής του εκδότη, πρόσθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-4-2003, ως ποσό αριθμητικώς και ολογράφως αυτό των 13.000.......... Τράπεζας, που είχαν αφαιρεθεί και αυτές η πρώτη από τον Μ. Κ. και η δεύτερη από το Σ. Π.. Ειδικότερα στην επιταγή με τον αριθμό ... έθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 10-3-2003, το ποσό των 13.500 ευρώ αριθμητικώς και ολογράφως, στην ένδειξη "πληρώστε με την επιταγή αυτή σε διαταγή" τη φράση "εμού του ιδίου" και τέλος στη θέση του εκδότη και του πρώτου οπισθογράφου δυσανάγνωστη υπογραφή, ως προερχόμενη από το δικαιούχο του λογαριασμού όπου συρόταν η εν λόγω επιταγή, δηλαδή το Μ. Κ., εν αγνοία και χωρίς τη συναίνεση αυτού, αφού όπως προαναφέρθηκε ήταν προϊόν ληστείας. Εξάλλου στην επιταγή με τον αριθμό ... έθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-3-2003, ως ποσό, αριθμητικώς και ολογράφως, αυτό των 14.637 ευρώ, στην ένδειξη "πληρώστε με την επιταγή αυτή σε διαταγή" τη φράση "εμού του ιδίου" και στη θέση του εκδότη αλλά και του πρώτου οπισθογράφου την υπογραφή του Μ. Κ. κάτω από τη σφραγίδα της εταιρείας "............." ως νομίμου εκπροσώπου αυτής, εν αγνοία του βέβαια και χωρίς τη συναίνεση του και στη συνέχεια έθεσε απομιμήσεις των υπογραφών των νομίμων εκπροσώπων των εταιρειών με τις επωνυμίες "................" και "............" ως διαδοχικών οπισθογράφων, χωρίς αυτοί να το γνωρίζουν και χωρίς τη συναίνεση τους. Εξάλλου τον Ιανουάριο του έτους 2003 ο τρίτος κατηγορούμενος παρέδωσε στον παλαιό του γνώριμο Β. Π. την επιταγή της ........ Τράπεζας με τον αριθμό ..., για να την προεξοφλήσει μέσω των συναλλαγών του με τη δική του Τράπεζα. Και η επιταγή αυτή ήταν από εκείνες που είχαν αφαιρεθεί με ληστεία από το Μ. Κ., σ` αυτήν δε ο τρίτος κατηγορούμενος συμπλήρωσε παράνομα ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-5-2003, ως ποσό αυτό των 6.875 ευρώ αριθμητικώς και στη θέση του εκδότη, κατ` απομίμηση, την υπογραφή του Μ. Κ. ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας ".........". Εν τω μεταξύ ο κατηγορούμενος ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με το Β. Π. για την πώληση σ` αυτόν της επιχειρήσεως του γυμναστηρίου και για το λόγο αυτό το Φεβρουάριο του έτους 2003 ο τελευταίος του κατέβαλε το ποσό των 150.000 ευρώ. Στη συνέχεια όμως ο κατηγορούμενος δεν προχώρησε στη μεταβίβαση του γυμναστηρίου προς το Β. Π. και δεν του απέδωσε το προαναφερθέν ποσό των 150.000 ευρώ. Το Μάρτιο του έτους 2003 ο Β. Π. προσπάθησε να εισπράξει το ποσό της επιταγής με τον αριθμό ... για την εν μέρει απόσβεση της απαιτήσεως του προς απόδοση του ποσού των 150.000 ευρώ. Τότε όμως διαπίστωσε και αυτός ότι η επιταγή είχε εκφύγει από την κατοχή του Μ. Κ. με ληστεία και είχε πλαστογραφηθεί από τον τρίτο κατηγορούμενο. Στις πιο πάνω πράξεις του προέβη ο τρίτος κατηγορούμενος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος συνολικού ύψους 59.048 ευρώ, όσο και το ποσό των επιταγών, βλάπτοντας αντίστοιχα τους κομιστές των επιταγών. Από την επανειλημμένη δε τέλεση της πιο πάνω αξιόποινης πράξεως της πλαστογραφίας, προϋπόθεση που συντρέχει και επί εγκλήματος κατ` εξακολούθηση, όπως προαναφέρθηκε, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος αλλά και σταθερή ροπή του για τη διάπραξη του εγκλήματος της πλαστογραφίας ως στοιχείο της προσωπικότητας του. Περαιτέρω ο Α. Τ. περί τις 17-3-2003 μετέβη στην πληρώτρια Τράπεζα με μία από τις προαναφερθείσες επιταγές που του είχε μεταβιβάσει ο τρίτος κατηγορούμενος προκειμένου να την εμφανίσει προς πληρωμή, εκεί όμως πληροφορήθηκε την παράνομη προέλευση της. Αφού προέβη σε σχετικό έλεγχο και για τις άλλες επιταγές και διαπίστωσε ότι όλες ήταν προϊόντα κλοπής ή ληστείας και πλαστογραφημένες, επικοινώνησε με τη δικηγόρο του προκειμένου να επιδιώξει δικαστικά την είσπραξη τους. Την ίδια ημέρα (17-3-2003) τηλεφώνησε στον τρίτο κατηγορούμενο, στον οποίο διαμαρτυρήθηκε έντονα, ανακοινώνοντας του την πρόθεση του να προσφύγει στο δικαστήριο για την ικανοποίηση των αξιώσεων του. Τότε ο τρίτος κατηγορούμενος, επιχειρώντας να τον εξαναγκάσει να μην προχωρήσει στη σφράγιση των επιταγών, του απηύθυνε την απειλητική φράση "αν τολμήσεις να μου σφραγίσεις μια επιταγή, θα φύγεις από τη ζωή. Πάρε την οικογένεια σου και φύγε με το πρώτο αεροπλάνο μακριά από την Ελλάδα". Όμως η πράξη του αυτή (της απλής εκβιάσεως) δεν ολοκληρώθηκε από λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεως του και συγκεκριμένα διότι ο Α. Τ. δεν παραιτήθηκε από τη δικαστική επιδίωξη της απαιτήσεως του. Στις 18:00` περίπου της επομένης (18-3-2003) ο Α. Τ. βρισκόταν στο πιο πάνω κατάστημα του στην οδό ... αριθ.. και ... και συγκεκριμένα καθόταν σε ένα γραφείο που υπήρχε πίσω από τον πάγκο του καταστήματος, μπροστά δε από το γραφείο, με γυρισμένη την πλάτη του προς τον πάγκο αλλά και προς την είσοδο του καταστήματος, καθόταν ο Δ. Ν., πωλητής χρωμάτων, με τον οποίο εκείνη την ώρα συνεργαζόταν. Την ίδια ώρα ερχόταν προς το κατάστημα ο μάρτυρας κατηγορίας K. J., αδελφός και συνεργάτης του Α. Τ., ο οποίος, όταν στάθμευσε το αυτοκίνητο του, διαπίστωσε ότι στο πεζοδρόμιο έξω από το κατάστημα στέκονταν δύο άγνωστα άτομα καθώς και οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, τους οποίους αναγνώρισε διότι τους έβλεπε στο γυμναστήριο του τρίτου κατηγορουμένου, όπου είχε εργασθεί και ο ίδιος ως συνεργάτης του αδελφού του. Επειδή γνώριζε τη διένεξη του αδελφού του με τον τρίτο κατηγορούμενο και επειδή, όπως ήδη έχει εκτεθεί, αναγνώρισε τους δύο πρώτους κατηγορουμένους, μπήκε γρήγορα στο κατάστημα φωνάζοντας στον αδελφό του "ο Π. σου έστειλε μπράβους". Ο Α. Τ. στράφηκε προς την πόρτα, απ` όπου είδε να μπαίνουν οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, κρατώντας ο καθένας από ένα πιστόλι, το οποίο έφεραν μαζί τους παράνομα, δηλαδή χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής, ενώ τα δύο άγνωστα άτομα έμειναν στην είσοδο του καταστήματος. Ο δεύτερος κατηγορούμενος στάθηκε στο μέσο του πάγκου του καταστήματος με το πιστόλι στο χέρι, χωρίς να κάνει χρήση του και χωρίς να μιλήσει καθόλου, ενθαρρύνοντας έτσι με την παρουσία του τον πρώτο κατηγορούμενο, ο οποίος, προβλέποντας ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα της κατωτέρω πράξεως του την πρόκληση του θανάτου του Α. Τ. και του Δ. Ν., αποτέλεσμα το οποίο επιδοκίμαζε, κινήθηκε προς το άκρο του πάγκου κρατώντας το πιστόλι και μόλις έφθασε εκεί, αφού απηύθυνε στο μηνυτή τη φράση "έλα βγες έξω μαλάκα, θα ξαναπάς στην Τράπεζα;", ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση που επέτρεπε την πλήρη σκέψη, έστρεψε το πιστόλι του κατά του Α. Τ. και, σκοπεύοντας, πυροβόλησε κατ` αυτού τη στιγμή που ο τελευταίος πεταγόταν από την καρέκλα του φωνάζοντας "όπλα". Έτσι ο πρώτος κατηγορούμενος αστόχησε και η βολίδα κτύπησε κάποιους υαλοπίνακες που ήταν ακουμπισμένοι στον τοίχο πίσω από το γραφείο. Στη συνέχεια ο πρώτος κατηγορούμενος, σκοπεύοντας και πάλι από μικρή απόσταση, πυροβόλησε για δεύτερη φορά τον Α. Τ., τον οποίο αυτή τη φορά τραυμάτισε. Εν τω μεταξύ ο μεν K. J. είχε πέσει στο έδαφος για να καλυφθεί, ο δε Δ. Ν., ο οποίος δεν είχε δει από την αρχή τους δύο πρώτους κατηγορουμένους και δεν είχε αντιληφθεί μέχρι τότε τι συνέβαινε, πετάχτηκε όρθιος και στράφηκε προς αυτούς, σηκώνοντας ψηλά τα χέρια του. Τότε ο πρώτος κατηγορούμενος, ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και σκοπεύοντας ακόμα μία φορά από κοντινή απόσταση κατά του Δ. Ν., τον πυροβόλησε και τον τραυμάτισε. Όμως το πιο πάνω αποτέλεσμα, το οποίο ο πρώτος κατηγορούμενος προέβλεψε ως ενδεχόμενο και το οποίο αυτός επιδοκίμαζε, δηλαδή η θανάτωση των πιο πάνω παθόντων, δεν επήλθε για λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεως του και συγκεκριμένα επειδή οι παθόντες τραυματίστηκαν αλλά δεν επλήγησαν σε καίρια σημεία του σώματος τους. Ειδικότερα ο μεν Α. Τ. τραυματίστηκε στο μηρό του δεξιού του ποδιού και του προκλήθηκε διαμπερές τραύμα, ήτοι κυκλικό τραύμα διαμέτρου 1,4 εκατοστών στην έσω επιφάνεια του δεξιού μηρού (κάτω τριτημόριο) με την είσοδο της βολίδας του όπλου και τραύμα διαμέτρου 2 εκατοστών στην έξω επιφάνεια του δεξιού μηρού (κάτω τριτημόριο), όπου η πύλη εξόδου της βολίδας του όπλου, ο δε Δ. Ν. τραυματίστηκε στους γλουτούς και του προκλήθηκε τυφλό τραύμα με πύλη εισόδου της βολίδα του πυροβόλου όπλου τον αριστερό γλουτό και σημείο ενσφηνώσεως τον δεξιό γλουτό και ειδικότερα κυκλικό τραύμα διαμέτρου εκατοστού περίπου κατά το έξω τριτημόριο του αριστερού γλουτού, όπου η πύλη εισόδου της βολίδας του όπλου και τραύμα κατά το έξω τεταρτημόριο του δεξιού γλουτού απ` όπου αφαιρέθηκε χειρουργικά η βολίδα του όπλου. Το γεγονός ότι ο πρώτος κατηγορούμενος προέβλεψε ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα των πυροβολισμών κατά των παθόντων το θάνατο τους, καθώς και το ότι επιδοκίμαζε το αποτέλεσμα αυτό προκύπτει ιδίως από το ότι: α) πυροβόλησε κατά του Α. Τ. ενώ ο τελευταίος βρισκόταν εν κινήσει (σηκωνόταν από την καρέκλα του), τούτο δε σημαίνει ότι η βολίδα μπορούσε να τον πλήξει οπουδήποτε και να επιφέρει το θάνατο του, β) πυροβόλησε και δεύτερη φορά κατ` αυτού μετά την πρώτη άστοχη βολή και γ) πυροβόλησε στο κέντρο του σώματος του Δ. Ν., τον οποίο, λόγω του ότι και αυτός κινούνταν (σηκωνόταν από την καρέκλα του και στρεφόταν προς το μέρος του), η βολίδα μπορούσε να είχε πλήξει στην κοιλιακή χώρα. Εξάλλου από το γεγονός ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος πήγε μαζί με τον πρώτο στο κατάστημα του Α. Τ. και από το ότι στεκόταν δίπλα του εποπτεύοντας το χώρο και κρατώντας εμφανώς το όπλο που έφερε μαζί του ενώ ο πρώτος σκόπευε και πυροβολούσε τους παθόντες, προκύπτει σαφώς ότι ο δεύτερος παρείχε τη βοήθεια αυτή υποστηρίζοντας τουλάχιστον ψυχικά τον πρώτο στην τέλεση της αξιόποινης πράξεως της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με ενδεχόμενο δόλο. Τέλος την απόφαση στους δύο πρώτους κατηγορουμένους να τελέσουν τις αξιόποινες πράξεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή (ο πρώτος), της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή (ο δεύτερος), της παράνομης οπλοφορίας (και οι δύο) και της οπλοχρησίας κατά συρροή (ο πρώτος), προκάλεσε με πειθώ και φορτικοτητα και με την υπόσχεση αμοιβής, ο τρίτος κατηγορούμενος Σ. Π., ο οποίος: α) γνώριζε τους δύο πρώτους κατηγορουμένους πριν από την τέλεση των πιο πάνω αξιόποινων πράξεων τους, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι ο K. J. τους είχε δει στο γυμναστήριό του, β) είχε έλθει σε ρήξη με τον Α. Τ. εξαιτίας της δηλωμένης προθέσεως του τελευταίου να εμφανίσει στις πληρώτριες Τράπεζες τις πλαστές επιταγές που του είχε μεταβιβάσει, γ) την προηγουμένη είχε απευθύνει τηλεφωνικά στον Α. Τ. την απειλητική φράση "αν τολμήσεις να μου σφραγίσεις μια επιταγή, θα φύγεις από τη ζωή. Πάρε την οικογένεια σου και φύγε με το πρώτο αεροπλάνο μακριά από την Ελλάδα", έτσι δε δικαιολογείται και η φράση του πρώτου κατηγορουμένου "θα ξαναπάς στην Τράπεζα;". Ειδικότερα ο τρίτος κατηγορούμενος προέτρεψε τους δύο πρώτους να μεταβούν φέροντας παράνομα όπλα στο κατάστημα του Α. Τ., δίνοντας τους και τις αναγκαίες πληροφορίες, εφόσον αυτοί δεν είχαν προηγουμένως σχέση με αυτόν, επί πλέον δε προέτρεψε τον πρώτο να πυροβολήσει κατά του Α. Τ., αποδεχόμενος τη σοβαρή πιθανότητα να θανατωθεί αυτός αλλά και κάποιος άλλος από τους ευρισκόμενους τυχαία στο κατάστημα, όπως ήταν ο Δ. Ν., αποτέλεσμα το οποίο επιδοκίμαζε, ανεξάρτητα από το ότι τελικά ο πρώτος δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει την πράξη της ανθρωποκτονίας και ο δεύτερος εκείνη της απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία από λόγους που δεν ανάγονται στην πραγματική τους βούληση κατά τ` ανωτέρω. Για όλα τα πιο πάνω σαφείς και κατηγορηματικές είναι οι καταθέσεις των προαναφερθέντων μαρτύρων κατηγορίας Α. Τ. και K. J., οι οποίες ενισχύονται από: α) τις αναγνωσθείσες ιατροδικαστικές εκθέσεις, β) την αναγνωσθείσα έκθεση αυτοψίας και τις επισκοπηθείσες φωτογραφίες του χώρου του συμβάντος, γ) την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Μ. Κ., ο οποίος κατέθεσε ότι άγνωστοι αλλοδαποί με ένοπλη ληστεία του αφαίρεσαν μεταξύ άλλων ένα μπλοκ επιταγών της ......... Τράπεζας και τις σφραγίδες των εταιρειών των οποίων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, ότι μετά τη ληστεία την οποία κατήγγειλε νόμιμα ειδοποιήθηκε από την Τράπεζα ότι ο Α. Τ. εμφανίστηκε ως κομιστής μιας από τις επιταγές, σε επικοινωνία του δε με τον τελευταίο, αυτός του είπε ότι την επιταγή του είχε μεταβιβάσει κάποιος Π. από τα ..., δ) την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Η. Ξ., πεθερού του προηγουμένου μάρτυρα, ο οποίος κατέθεσε ότι στις 18-3-2003 κατά τις απογευματινές ώρες πήγε στο κατάστημα του Α. Τ. προκειμένου να ζητήσει εξηγήσεις από αυτόν για τον τρόπο που περιήλθε στην κατοχή του η επιταγή του γαμβρού του και πριν εισέλθει στο κατάστημα είδε τους δράστες της επιθέσεως σε βάρος του και άκουσε τους πυροβολισμούς. Και ναι μεν και ο μάρτυρας αυτός στην προανακριτική του κατάθεση είχε καταθέσει ότι οι δράστες της επιθέσεως, τους οποίους τότε είχε χαρακτηρίσει ως "μπράβους", ήταν τέσσερις και ότι οι δύο έμειναν εκτός του καταστήματος και οι δύο, τους οποίους περιέγραψε, μπήκαν μέσα, ήδη δε ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου κατέθεσε ότι οι δράστες ήταν δύο και ότι δεν τους είδε καλά. Όμως αυτή η μεταστροφή της καταθέσεως του μάρτυρα μπορεί να αποδοθεί στους λόγους που προαναφέρθηκαν για τον Π. Μ., ενόψει του ότι και ο ίδιος παραδέχεται ότι από μετά τα πιο πάνω συμβάντα ο ίδιος και η οικογένεια του τελούν υπό καθεστώς φόβου. Τα πιο πάνω δεν αναιρούνται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, ενόψει και του ότι η μεν μάρτυρας υπερασπίσεως Χ. Σ. δεν έχει ιδία αντίληψη για το συμβάν και η κατάθεση της στηρίζεται αποκλειστικά σε διηγήσεις του γιου της πρώτου κατηγορουμένου, οι δε πρώτος και δεύτερος κατηγορούμενοι με τις απολογίες τους δεν έδωσαν εύλογες και πειστικές εξηγήσεις για το συμβάν αυτό. Ειδικότερα ο πρώτος κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι είχε μεταβεί με ένα φίλο του (και όχι τον συγκατηγορούμενό του) στο κατάστημα του Α. Τ. διότι είχε πληροφορίες ότι αυτός πωλούσε ναρκωτικά στην ήδη αποβιώσασα αδελφή του Ε. Σ., ότι ο Α. Τ. φώναξε "βγάλτε τα όπλα" και ο Δ. Ν. κινήθηκε απειλητικά κατ` αυτού, με αποτέλεσμα να φοβηθεί και να πυροβολήσει, όμως ο ισχυρισμός του αυτός δεν επιβεβαιώνεται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Ούτε άλλωστε αντέχει στη βάσανο της λογικής να φοβάται ο αιφνιδιάζων και ένοπλος τους αιφνιδίαζα μένους και άοπλους. Εξάλλου ο δεύτερος κατηγορούμενος τηρεί αρνητική στάση, ισχυριζόμενος ότι δεν ήταν παρών στο συμβάν, επωφελούμενος του γεγονότος ότι ο μάρτυρας K. J., όταν αρχικά τον αναγνώρισε με την επίδειξη φωτογραφιών, είχε εκφράσει "μικρή επιφύλαξη". Όμως ο μάρτυρας αυτός, όταν στη συνέχεια είδε τον ανωτέρω κατηγορούμενο στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου και του παρόντος δικαστηρίου, τον αναγνώρισε ανεπιφύλακτα. Τέλος ο τρίτος κατηγορούμενος, εκπροσωπηθείς δια πληρεξουσίου συνηγόρου και μη εμφανισθείς αυτοπροσώπως στο παρόν δικαστήριο, όπως άλλωστε έπραξε και πρωτοδίκως, δεν εξέθεσε ο ίδιος τις απόψεις του ενώπιον του δικαστηρίου, για να εκτιμηθεί η ειλικρίνεια και η βασιμότητα τους. Ενόψει όλων των ανωτέρω πρέπει οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν ένοχοι των αποδιδόμενων σ` αυτούς αξιόποινων πράξεων, όπως τα πραγματικά περιστατικά που τις θεμελιώνουν αναλυτικά αναφέρονται στο διατακτικό, κατά τη γνώμη μεν που επικράτησε στο δικαστήριο όσον αφορά τις πράξεις που αναφέρονται πιο κάτω με τα στοιχεία 1α, 2α, 3α και 3β, παμψηφεί δε όσον αφορά τις λοιπές και ειδικότερα: 1) ο πρώτος εξ αυτών Ι. Σ.: α) της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, β) της απόπειρας εκβιάσεως κατά συναυτουργία και κατ` εξακολούθηση με απειλές ενωμένες με επικείμενο κίνδυνο σώματος και ζωής κατά του ίδιου του παθόντος και της οικογενείας του και με απειλή βλάβης της επιχειρήσεως του, καθώς και με προσφορά παροχής προστασίας για την αποτροπή προκλήσεως τέτοιας βλάβης από τρίτα πρόσωπα, κατά συνήθεια και κατ` επάγγελμα, γ) της συμμορίας, δ) της παράνομης οπλοφορίας και ε) της οπλοχρησίας κατά συρροή, 2) ο δεύτερος εξ αυτών Ε. Κ.: α) της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, β) της απόπειρας εκβιάσεως κατά συναυτουργία και κατ` εξακολούθηση με απειλές ενωμένες με επικείμενο κίνδυνο σώματος και ζωής κατά του ίδιου του παθόντος και της οικογενείας του και με απειλή βλάβης της επιχειρήσεως του, καθώς και με προσφορά παροχής προστασίας για την αποτροπή προκλήσεως τέτοιας βλάβης από τρίτα πρόσωπα, κατά συνήθεια και κατ` επάγγελμα, γ) της συμμορίας και δ) της παράνομης οπλοφορίας και 3) ο τρίτος εξ αυτών Σ. Π.: α) της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, β) της ηθικής αυτουργίας σε απλή συνεργεία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, γ) της απόπειρας εκβιάσεως δ) της πλαστογραφίας με χρήση κατ` εξακολούθηση κατ` επάγγελμα και κατά συνήθεια, από την οποία το συνολικό όφελος υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ, ε) της ηθικής αυτουργίας σε παράνομη οπλοφορία κατά συρροή και στ) της ηθικής αυτουργίας σε οπλοχρησία κατά συρροή, απορριπτόμενου κατά τη γνώμη που επικράτησε στο δικαστήριο του αυτοτελούς ισχυρισμού του τρίτου κατηγορουμένου ότι η τελεσθείσα από τον πρώτο κατηγορούμενο αξιόποινη πράξη έπρεπε, κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, να χαρακτηρισθεί ως σκοπούμενη σωματική βλάβη και του αυτοτελούς ισχυρισμού του πρώτου κατηγορουμένου ότι η πράξη αυτή έπρεπε, κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας να χαρακτηρισθεί ως επικίνδυνη σωματική βλάβη. Κατά τη γνώμη όμως δύο μελών του δικαστηρίου, των ενόρκων.., από τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρθηκαν προηγουμένως δεν αποδείχτηκε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είχε πρόθεση να σκοτώσει τους Α. Τ. και Δ. Ν. ούτε ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος παρέσχε στον πρώτο απλή συνεργεία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση ούτε ότι ο τρίτος προέτρεψε με πειθώ και φορτικότητα τους δύο πρώτους να τελέσουν τις αξιόποινες πράξεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή ο πρώτος και της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συρροή ο δεύτερος, έστω και με τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου, ενόψει και του ότι ο πρώτος κατηγορούμενος ήταν άριστος σκοπευτής και αν είχε ανθρωποκτόνο πρόθεση εύκολα μπορούσε να επιτύχει το σκοπό του. Αντίθετα, κατά τη γνώμη των πιο πάνω μειοψηφούντων μελών του δικαστηρίου, έπρεπε, κατά παραδοχή της σχετικής προτάσεως του Εισαγγελέως και του σχετικού ισχυρισμού του τρίτου κατηγορουμένου, να κηρυχθούν οι κατηγορούμενοι ένοχοι: 1) ο πρώτος εξ αυτών Ι. Σ. βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης κατά συρροή κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, 2) ο δεύτερος εξ αυτών Ε. Κ. απλής συνέργειας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή και 3) ο τρίτος εξ αυτών Σ. Π. α) ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή και β) ηθικής αυτουργίας σε απλή συνεργεία σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της ηθικής αυτουργίας σε απλή συνεργεία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, απορριπτόμενου και κατά τη γνώμη των μειοψηφούντων μελών του δικαστηρίου του ισχυρισμού του πρώτου κατηγορουμένου ότι η τελεσθείσα από αυτόν αξιόποινη πράξη έφερε τα χαρακτηριστικά της επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Τέλος ο ισχυρισμός του πρώτου κατηγορουμένου ότι βρισκόταν σε άμυνα, πέρα από την αοριστία του, η οποία έγκειται στο ότι αυτός δεν ισχυρίζεται καν ότι υπήρχε άδικη και παρούσα επίθεση που στρεφόταν εναντίον του, είναι εν πάση περιπτώσει απορριπτέος ως κατ` ουσίαν αβάσιμος, αφού, με βάση τα παραπάνω γενόμενα δεκτά ως αποδειχθέντα ως προς τις συνθήκες τελέσεως των αξιόποινων πράξεων του δεν αποδείχτηκε ότι αυτός δέχθηκε τέτοια επίθεση." 

Με την κρινόμενη αίτηση για επανάληψη της διαδικασίας ο αιτών, ισχυριζόμενος ότι είναι αθώος και άδικα καταδικάστηκε από δικαστική πλάνη για έγκλημα που δεν διέπραξε, άλλως, κατ`εκτίμηση, ότι καταδικάστηκε για εγκλήματα βαρύτερα εκείνων που τέλεσε, επικαλείται και προσκομίζει ως νέες αποδείξεις, μεταγενέστερες του χρόνου διεξαγωγής της δίκης του στο άνω ΜΟΕ Αθηνών(Ιούνιο 2009), α) διάφορα έγγραφα που αφορούν τις σπουδές του, την επαγγελματική - οικονομική του πορεία και επενδύσεις του για εκτίμηση της προσωπικότητάς του, που φανερώνουν ότι δε μπορούσε να δώσει εντολή ανθρωποκτονιών στους φυσικούς αυτουργούς με αμοιβή, β) διάφορα έγγραφα (σχετικά της αιτήσεώς του με αρ. 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37), που καταδεικνύουν την εγκληματική προσωπικότητα και διεθνή και εσωτερική εγκληματική δράση του πρώτου εκ των παθόντων την απόπειρα ανθρωποκτονίας, του Σύριου Α. Τ. και έγγραφες δηλώσεις του ιδίου, αλλά και του αδελφού του K. Τ., ότι ο αιτών την επανάληψη δεν έχει σχέση με τα συμβάντα της 18-3- 2003 και με όσα κατηγορείται και ότι οι δύο δράστες της ως άνω επιθέσεως ήθελαν απλώς να φοβίσουν και όχι να φονεύσουν τον Α. Τ., γ) την με αρ. 833-930/2013 απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών, που καταδίκασε τον παθόντα Α. Τ. σε κάθειρξη 18 ετών, για απόπειρα ανθρωποκτονίας αστυνομικών της ΕΛΑΣ, που επιχείρησαν να τον συλλάβουν, σε εκτέλεση εντάλματος σύλληψης του Ανακριτή Αθηνών, για διωχθείσες κακουργηματικές πράξεις εγκληματικής οργάνωσης, απόπειρας ανθρωποκτονίας, εκβίασης και τοκογλυφίας, κατόπιν μηνύσεων του αιτούντος, που αναδεικνύουν και την προσωπικότητα του πρώτου παθόντος, δ) Δύο ένορκες καταθέσεις νέων μαρτύρων στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου, ήτοι επικαλείται νέα έγγραφα και εμμάρτυρα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία ομού με τα λοιπά στοιχεία της δικογραφίας, εξετασθέντες μάρτυρες, αναγνωσθέντα έγγραφα, καταδεικνύουν με βεβαιότητα την αθωότητά του, άλλως την ευθύνη του για ηθική αυτουργία σε απόπειρα σκοπούμενης σωματικής βλάβης, όπως έκρινε η μειοψηφούσα γνώμη δύο μελών του ΜΟΕ και όχι για ηθική αυτουργία σε απόπειρα τέλεσης δύο ανθρωποκτονιών. Από τα παραπάνω νέα αποδεικτικά στοιχεία σε συνδυασμό με όλα τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, που προκύπτουν από τα πρακτικά της με αρ. 372-390/2009 αποφάσεως του ΜΟΕ Αθηνών, προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο καταδικασθείς αιτών την επανάληψη της διαδικασίας Σ. Π., μετά την άνω καταδίκη του, στις 10-5-2011 υπέστη καρδιακή προσβολή και υποβλήθηκε σε εγχείρηση ανοικτής καρδιάς, τριπλής αρτηριακής μεταμόσχευσης στο ΠΓΝ .., λόγος για τον οποίον, με τη με αρ. 178/2013 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χαλκίδος, διεκόπη η έκτιση της άνω επιβληθείσας σε αυτόν ποινής καθείρξεως 29 ετών και ενός μηνός, λόγω ανήκεστης βλάβης της υγείας του και μάλιστα, με τη με αρ. 63054/2013 απόφαση του ΕΔΔΑ, κατόπιν προσφυγής του, καταδικάστηκε η Ελλάδα, για καθυστέρηση εκτέλεσης της παραπάνω απόφασης διακοπής της έκτισης της ποινής του. Από το σύνολο των παραπάνω αποδεικτικών στοιχείων, συνάγεται ότι ο παθών Α. Τ., είχε οικονομικές αξιώσεις κατά του αιτούντος από εκτέλεση εργολαβίας σε κατασκευαζόμενο στα ... Γυμναστήριο του αιτούντος και από τοκογλυφικά δάνεια και από κατοχή πλαστών επιταγών σε βάρος του αιτούντος, τον οποίο, βρισκόμενο σε αδυναμία πληρωμών και εκβίαζε για να πληρωθεί, ενώ ο αιτών βρισκόταν υπό χρεωκοπία και αδιέξοδα, γιαυτό και με εντολή του (του αιτούντος), με υπόσχεση αμοιβής, πείστηκαν και κινήθηκαν οι δύο δράστες των πυροβολισμών, Ι. Σ. και Ε. Κ., με σκοπό να απειλήσουν, να εκβιάσουν και να αποτρέψουν τον Α. Τ. από κάθε δικαστική κίνηση, σφράγιση ακάλυπτων επιταγών σε τράπεζες και επιδίωξη ικανοποίησης των απαιτήσεών του, και έτσι αυτοί οι ανωτέρω δύο, κατ`εντολή του αιτούντος, μετέβησαν την 18-3-2003, στο μικρό κατάστημα χρωμάτων- επίπλων του Α. Τ., χωρίς καλυμμένα τα πρόσωπά τους και οπλοφορούντες, κρατώντας ανά χείρας πιστόλια, ενώ δύο ακόμα άλλα άγνωστα συνεργά πρόσωπα, στάθηκαν στην είσοδο του καταστήματος για υποστήριξη, εισήλθαν στο κατάστημα, μπροστά σε πελάτες, όπως του τυχαία παρευρισκόμενου και μη έχοντος σχέση με την υπόθεση και τη διαφορά του αιτούντος, του παθόντος Δ. Ν., και ο από αυτούς Ι. Σ., λέγοντας στον Α. Τ. " έλα βγες έξω μαλάκα, θα ξαναπάς στην τράπεζα .. ", πυροβόλησε πρώτα κάποιους υαλοπίνακες που ήταν στον τοίχο, πάνω και πίσω από το γραφείο που καθόταν ο Α. Τ. και με δεύτερη σφαίρα κτύπησε αυτόν, που κινήθηκε να τραβήξει πιστόλι, στον μηρό δεξιού ποδιού, προκαλώντας του διαμπερές τραύμα. Στη συνέχεια, ο Ι. Σ., επειδή ο παθών παρευρισκόμενος πελάτης Δ. Ν., μετά τους άνω δύο πυροβολισμούς, σηκώνοντας τα χέρια του στράφηκε με σηκωμένα τα χέρια κατά του πυροβολήσαντος Ι. Σ., πυροβόλησε και αυτόν ρίχνοντας μία ακόμα σφαίρα και τον τραυμάτισε στον αριστερό γλουτό, προκαλώντας του διαμπερές τραύμα από κοντινή απόσταση. Οι εξετασθέντες στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου μάρτυρες κατέθεσαν ότι ο αιτών σε καμία περίπτωση δεν έβαλε τους δύο αυτουργούς να αποπειραθούν την ανθρωποκτονία του Α. Τ., αλλά απλώς να τον απειλήσουν. Ενόψει όλων των εν γένει συνθηκών τελέσεως των παραπάνω αδικημάτων, με συμμετοχή τεσσάρων ανδρών με πιστόλια για εκβίαση του Α. Τ., μέσα στο κατάστημά του σε ώρα κίνησης, χωρίς κάλυψη των προσώπων τους και με πυροβολισμούς μόνον από τον ένα από αυτούς, τον Ι. Σ., με πυροβολισμούς από πολύ κοντινή απόσταση 1,5 μέτρου, από έμπειρους πληρωμένους οπλοφόρους, συνάγεται η κρίση, ότι σκοπός αυτών και του ηθικού αυτουργού αιτούντος δεν ήταν η ανθρωποκτονία ή η απόπειρα ανθρωποκτονίας, την οποία αν είχαν αποφασίσει και θελήσει, ασφαλώς εύκολα θα είχαν επιτύχει από τόση κοντινή απόσταση και δεν θα αστοχούσε ο Ι. Σ., όπως δέχθηκε το ΜΟΕ, αλλά σκοπός των δραστών ήταν να εκφοβίσουν και να εκβιάσουν τον πρώτο παθόντα Α. Τ. και να τον αποτρέψουν από κάθε δικαστική κίνηση, σφράγιση ακάλυπτων επιταγών σε τράπεζες και επιδίωξη ικανοποίησης των απαιτήσεών του, ήτοι διάπραξης απόπειρας σκοπούμενης σωματικής βλάβης, για την οποία και τους είχεν παρακινήσει και προκαλέσει την απόφαση ο νυν αιτών Σ. Π.. Κατ` ακολουθία των παραπάνω, από τα άνω επικαλούμενα ως νεότερα ως παραπάνω στοιχεία, αποτελούντα νέα άγνωστα στοιχεία στους δικαστές και στους ενόρκους που τον καταδίκασαν, από μόνα τους ή σε συνδυασμό με εκείνα τα προαναφερθέντα αποδεικτικά στοιχεία, που είχαν προσκομισθεί και συνεκτιμηθεί προηγουμένως από τους δικαστές στο δικάσαν την εν λόγω υπόθεση δευτεροβάθμιο ΜΟΕ Αθηνών, γίνεται φανερό ότι ο καταδικασθείς αιτών, δεν είναι αθώος, πλην καταδικάστηκε για εγκλήματα βαρύτερα εκείνων που διέπραξε και δη καταδικάστηκε για την άνω αξιόποινη πράξη της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα δύο ανθρωποκτονιών με πρόθεση, ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια απόπειρας δύο ανθρωποκτονιών και ηθικής αυτουργίας οπλοχρησίας κατά συρροή στις άνω απόπειρες ανθρωποκτονιών, ενώ έπρεπε να καταδικαστεί για ελαφρότερα εγκλήματα ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή και ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης κατά συρροή (άρθρου 310 παρ.3 ΠΚ) και για ηθική αυτουργία σε οπλοχρησία για τέλεση των παραπάνω πράξεων, όπως έκρινε και η μειοψηφούσα γνώμη δύο μελών του άνω ΜΟΕ Αθηνών. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση επαναλήψεως της διαδικασίας πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ` ουσίαν βάσιμη, αφού τροποποιείται ουσιωδώς ο χαρακτήρας των πράξεων που τέλεσε ο αιτών και μεταβάλλεται το είδος και η απειλούμενη ποινή αυτών και πρέπει να ακυρωθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση, για τα εγκλήματα μόνον που επηρεάζονται από την παραπάνω διαφορετική εκτίμηση, όπως στο διατακτικό. Λόγω δε παραδοχής της κρινόμενης αίτησης επανάληψης, το κατά την παρ. 6 του άρθρου 527 ΚΠΔ προβλεπόμενο επεκτατικό αποτέλεσμα, θα ισχύσει για όλους όσους καταδικάστηκαν ως φυσικοί αυτουργοί, αφού οι λόγοι για τους οποίους έχει ζητηθεί και έγινε δεκτή η αίτηση, δεν αφορούν και δεν αρμόζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του αιτήσαντος την επανάληψη ηθικού αυτουργού. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δέχεται εν μέρει την από 4-7-2014 αίτηση του Σ. Π. του Α. περί επαναλήψεως της ποινικής διαδικασίας η οποία περατώθηκε με την έκδοση της αμετάκλητης με αρ. 372-390/2009 αποφάσεως του ΜΟΕ Αθηνών, κατά τις διατάξεις της που κήρυξε ένοχο τον αιτούντα, για τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα δύο ανθρωποκτονιών με πρόθεση, ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια απόπειρας δύο ανθρωποκτονιών και ηθικής αυτουργίας οπλοχρησίας κατά συρροή και κατά τις διατάξεις που επέβαλε ποινές για τις άνω ακυρούμενες πράξεις και συνολική ποινή. Επεκτείνει το άνω ακυρωτικό αποτέλεσμα και στους φυσικούς αυτουργούς των ανωτέρω μόνον αξιοποίνων πράξεων Ι. Σ. και Ε. Κ. και ακυρώνει την απόφαση και κατά τις ανωτέρω μόνον πράξεις και ως προς αυτούς. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 17 Δεκεμβρίου 2014. Και Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 15 Ιανουαρίου 2015. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ρ.Κ.

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...