Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Συμβούλιο Πλημ/κών Χαλκίδας: Αντισυνταγματική η διάταξη της υφ'όρον απόλυσης λόγω αναπηρίας - Φλώροι vs "Φλώρων"

 

 

Η κυρία Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου θα ασκήσει αιτήσεις αναιρέσεως κατά παρόμοιων Βουλευμάτων, έστω και υπέρ του Νόμου, για την ενότητα της Νομολογίας;


216/2018 ΠΛΗΜΜ ΧΑΛΚ

Υπό όρο απόλυση καταδίκων με ποσοστό αναπηρίας. Άρθρο 110Α παρ. 2 στοιχ. β’ ΠΚ. Αντισυνταγματικότητα διάταξης. Επιβολή πρόσκαιρης κάθειρξης. Απαραίτητες προϋποθέσεις για την υπό όρο απόλυση του εκτίοντος πρόσκαιρη κάθειρξη καταδίκου με ποσοστό αναπηρίας. Έκτιση του 1/5 της ποινής και ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%. Πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας. Πιστοποίηση αναπηρίας: πραγματογνωμοσύνη ή βεβαίωση από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.ΠΑ.). Ωστόσο, η διάταξη του ά. 110Α παρ. 2 στοιχ. β’ ΠΚ, η οποία αξιώνει μόνο ποσοστό αναπηρίας άνω του 67% και έκτιση ενός ελαχίστου μέρους της ποινής, ήτοι του 1/5, ακόμη και πλασματική έκτιση, είναι αντισυνταγματική, αφού δεν εξετάζεται αν τα αντίστοιχα προβλήματα υγείας υπήρχαν και πριν από την τέλεση της πράξης ή προέκυψαν στη συνέχεια, καθώς και η διαγωγή του υφ’όρον απολυθέντος μετά την απόλυσή του. Εν προκειμένω, το ποσοστό αναπηρίας ανέρχεται στο 82%, το οποίο προκύπτει σωρευτικά από περισσότερες ασθένειες. Απορρίπτει αίτηση ως μη νόμιμη, διότι κατά την κρίση του Συμβουλίου η διάταξη του ά. 110Α παρ. 2 στοιχ. β’ ΠΚ είναι αντισυνταγματική, βάσει των ως άνω. Βλ. αντίθετη εισαγγελική πρόταση, βάσει της οποίας προτείνεται η υφ’όρον απόλυση του κρατουμένου.

Αριθμός: 216/2018 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΧΑΛΚΙΔΑΣ Αποτελούμενο από τους Δικαστές Μιχαήλ Ντόστα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Τσιφούκη (Εισηγητή) και Παρασκευή Κοντού, Πλημ/κες. Συνήλθε στο Κατάστημα του Πρωτοδικείου Χαλκίδας την 19-12-2018 παρουσία της Γραμματέως Παναγιώτας - Βασιλικής Πανταζή για να αποφανθεί, αφού διασκεφθεί στη με αριθμό 243/2018 έγγραφη πρόταση της Αντεισαγγελέως, Όλγας Ηλιοπούλου, η οποία έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: Προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Χαλκίδας Εισάγουμε ενώπιον του Συμβουλίου Σας σύμφωνα με τα άρθρα 32 παρ. 1 και 4, 138 παρ. 2β ΚΠΔ και 105 επ. ΠΚ την από 7-11-2018 αίτηση του ... κρατουμένου του Καταστήματος Κράτησης Χαλκίδας, αιτουμένου την υπό όρο απόλυσή του κατά το άρθρο 110Α παρ. 2 ΠΚ και εκθέτουμε τα κάτωθι: Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 110Α παρ. 2 του Π.Κ «Η απόλυση χορηγείται, ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις, που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή: α) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω, εφόσον κρίνεται ότι η παραμονή τους στο κατάστημα κράτησης καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης και β) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω. Σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης, απαιτείται να έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο το ένα πέμπτο της ποινής». Σύμφωνα δε με την παράγραφο 4, ως τούτη αντικαταστάθηκε από το άρθρο 23 του νόμου 4356/2015, «Η διακρίβωση των προηγούμενων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου από το αρμόδιο συμβούλιο πλημμελειοδικών ή, στην περίπτωση κρατούμενου που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, από το συμβούλιο εφετών. Ο εισαγγελέας, μετά την υποβολή της αίτησης, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγούμενων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας, αν αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση από το ΚΕ.Π.Α. υποβάλλεται από τον εισαγγελέα στο αρμόδιο συμβούλιο μαζί με την πρότασή του. Κατά του βουλεύματος του συμβουλίου εφετών μπορεί να ασκηθεί αναίρεση. Οι λεπτομέρειες σχετικά με την ως άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Υγείας. Η ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση του ΚΕ.ΠΑ. υποχρεωτικά προσδιορίζουν εάν η αναπηρία είναι μόνιμη ή πρόσκαιρη, και αναφέρουν στην περίπτωση της πρόσκαιρης αναπηρίας τον χρόνο διάρκειας και το ποσοστό της. Εάν πρόκειται για πρόσκαιρη αναπηρία, ο αρμόδιος εισαγγελέας υποβάλλει ένα (1) μήνα πριν τη λήξη του προσδιοριζόμενου χρόνου αναπηρίας στο αρμόδιο συμβούλιο την πρότασή του για την επανεξέτασή της χορηγηθείσας απόλυσης υπό όρο. Για τον λόγο αυτό δύο (2) μήνες πριν την συμπλήρωση του χρόνου της προσδιορισθείσας αναπηρίας, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη, είτε παραπομπή στο αρμόδιο ΚΕ.Π.Α για την εκ νέου διακρίβωση των προϋποθέσεων για την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας. Εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων παραγράφων διατάσσεται η συνέχιση της εκτέλεσης της ποινής. Ο χρόνος που μεσολάβησε από την απόλυση υπό όρο λογίζεται ως πραγματικός χρόνος έκτισης της ποινής. Η επανεξέταση της αναπηρίας και η διακρίβωση των προϋποθέσεων του άρθρου αυτού περατώνεται στο χρονικό διάστημα που προβλέπει το άρθρο 109». Τέλος, κατά την παράγραφο 7 του ως άνω άρθρου «Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, εκτός της επιβολής ισόβιας κάθειρξης, δύναται να επιβληθεί μόνο ο όρος της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα. Ανάκληση απόλυσης για παραβίαση όρου δεν χωρεί όταν αυτή προκλήθηκε από λόγους υγείας». Από τα σχετικά έγγραφα προκύπτει ότι ο εν λόγω κατάδικος κρατείται με την υπ’αριθμ. Δ ΜΕΚ 3495/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθήνας, η οποία του επέβαλε συνολική ποινή πρόσκαιρης καθείρξεως δεκαεπτά (17) έτη και είκοσι (20) μήνες και έχει (κατά την ημέρα σύνταξης του πίνακα υπολογισμού ποινής) εκτίσει με ευεργετικό υπολογισμό τρία (3) έτη, έντεκα (11) μήνες και έξι (6) ημέρες. Επομένως (και μέχρι την ημέρα σύνταξης του πίνακα υπολογισμού ποινής, δηλαδή την 12η-11-2018) έχει συμπληρώσει το 1/5 της ποινής του. Κατά συνέπεια, το υπόλοιπο που απομένει να εκτίσει με βάση τον ίδιο πίνακα υπολογισμού ποινής είναι δεκατέσσερα (14) έτη, οκτώ (8) μήνες και έξι (6) ημέρες. Περαιτέρω, εκ της από 9-3-2018 Γνωστοποίησης αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας της Διεύθυνσης Ιατρικής Αξιολόγησης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατόπιν αξιολογήσεως από την Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) συνάγεται ότι το ποσοστό αναπηρίας του ως άνω κρατούμενου ανέρχεται σε ποσοστό 82%, χρονικής διάρκειας από 14-9-2018 έως και 31-8-2019, εκ τούτου πρόσκαιρης αναπηρίας. Εκ της επισκοπήσεως, δε, σωρείας πρόσφατων ιατρικών βεβαιώσεων (ίδ. αντίγραφα αυτών) προκύπτουν, αφενός οι παθήσεις του αιτούντος, αφετέρου η μέχρι προσφάτως συνεχόμενη νοσηλεία του λόγω της βεβαρημένης κατάστασης της υγείας του, ώστε δεν τίθεται σε αμφισβήτηση η βασιμότητα του πορίσματος του ΚΕ.Π.Α. Επομένως, εφόσον συντρέχουν οι τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις, πρέπει να διαταχθεί η απόλυση του κατάδικου αυτού, υπό τον όρο της απαγόρευσης εξόδου από την χώρα μέχρι την λήξη του υπολοίπου της ποινής του. ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ Να διαταχθεί η υπό όρον απόλυση του ... του .., κρατουμένου του Καταστήματος Κράτησης Χαλκίδας. Και να του επιβληθεί, υπό τον όρο της ανάκλησης της υπό όρο απόλυσης, η υποχρέωση απαγόρευσης εξόδου από την χώρα μέχρι την λήξη του υπολοίπου της ποινής του. 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ 

I) Κατά τη διάταξη του άρθρου 96 § 1 του Συντάγματος, η τιμωρία των εγκλημάτων, όπως και η λήψη όλων των μέτρων, που προβλέπουν οι ποινικοί νόμοι, ανήκει στα τακτικά ποινικά δικαστήρια. Από το συνδυασμό της διάταξης αυτής με το άρθρο 26 του Συντάγματος, που καθιερώνει τη θεμελιώδη για την ελληνική έννομη τάξη αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, και το άρθρο 87 § 1 του Συντάγματος, που επιτάσσει την συγκρότηση των δικαστηρίων από τακτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία, συνάγεται ότι η εκτέλεση των επιβαλλόμενων ποινών δεν μπορεί να ματαιώνεται ή αναιρείται με πράξεις της εκτελεστικής ή νομοθετικής εξουσίας, και μάλιστα για σκοπούς άσχετους με το αντικείμενο της ποινικής καταστολής (ήτοι της γενικής και ειδικής πρόληψης). Γι'αυτό, άλλωστε, το ίδιο το Σύνταγμα με ειδικές διατάξεις του, που συνιστούν απόκλιση από την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, δίδει σε όργανα της εκτελεστικής ή νομοθετικής εξουσίας τη δυνατότητα ματαίωσης ή μετριασμού των ποινικών κυρώσεων σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις, αφενός με τον θεσμό της αμνηστίας, που κατ'άρθρο 47 §§ 3 - 4 δίδεται μόνο με νόμο ψηφιζόμενο με πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών, αφορά αόριστο αριθμό προσώπων και επιτρέπεται μόνο για πολιτικά εγκλήματα, αφετέρου με τον θεσμό της απονομής χάριτος, που κατ'άρθρο 47 § 1 του Συντάγματος δίδεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, κατόπιν γνώμης συμβουλίου κατά πλειοψηφία συγκροτούμενου από δικαστές, και η οποία (χάρη) συνίσταται στη μετατροπή ή μετριασμό των ποινών, που επιβάλλουν τα δικαστήρια, ή και στην άρση των κάθε είδους νόμιμων συνεπειών ποινών, που έχουν επιβληθεί και εκτιθεί. Είναι προφανές ότι η τελευταία αυτή διάταξη (του άρθρου 47 § 1) τέθηκε για εξαιρετικές και μόνο περιπτώσεις, όπου η εμμονή στην εκτέλεση της επιβληθείσας με δικαστική απόφαση ποινής παρίσταται σε συγκεκριμένη περίπτωση ανεπιεικής για λόγους, που κρίνονται από τον ανώτατο άρχοντα της Πολιτείας, ύστερα όμως από γνωμοδότηση συμβουλίου κατά πλειοψηφία συγκροτούμενου από δικαστικούς λειτουργούς. Δεν αναφέρεται στην ανωτέρω συνταγματική διάταξη ποιοι λόγοι θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την απονομή χάριτος, αλλά είναι προφανές ότι τέτοιοι λόγοι αφορούν, ιδίως, περιπτώσεις, όπου, ενόψει της κατάστασης υγείας του καταδίκου, της οικογενειακής του κατάστασης, της ενδεχόμενης μεταμέλειάς του, της επανόρθωσης των συνεπειών της πράξης του, παρίσταται πλέον ανεπιεικής η εκτέλεση της ποινής ή η συνδρομή δυσμενών συνεπειών της, ενόψει και της αρχής του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου ως υπέρτατης υποχρέωσης της Πολιτείας (άρθρο 2 § 1 του Συντάγματος) ή άλλων αξιολογήσεων του συνταγματικού νομοθέτη, όπως αυτές που περιέχονται στο άρθρο 21 του Συντάγματος (με το οποίο προστατεύεται, μεταξύ άλλων, η υγεία, η οικογένεια, η μητρότητα, το γήρας, η αναπηρία και η πολύτεκνη οικογένεια). Και πάλι, όμως, σε αυτές τις περιπτώσεις ο μετριασμός ή η απάλειψη των συνεπειών της ποινικής καταδίκης ανατέθηκε στον Ανώτατο Άρχοντα της Πολιτείας και απαιτείται η γνώμη συμβουλίου κατά πλειοψηφία αποτελούμενου από δικαστές, ώστε η ματαίωση των συνεπειών της ποινικής καταδίκης να αποτελεί την εξαίρεση και να μην διασπάται έτσι η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, που θα παραβιαζόταν αν με ευκολία οι καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων καθίσταντο «γράμμα κενό»

 II) Κατά το άρθρο 110Α §§ 2 και 4 ΠΚ, όπως το άρθρο αυτό διαμορφώθηκε κατόπιν διαδοχικών τροποποιήσεων με τους Ν. 4322/2015, 4356/2015 και 4571/2018, η (υφ'όρον) απόλυση χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις (πλην δηλ. αυτών, που περιοριστικά αναφέρονται στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου), που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή: α) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας 50% και άνω, εφόσον κρίνεται ότι η παραμονή τους στο κατάστημα κράτησης καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης και β) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω. Σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης απαιτείται να έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο (άρα και με ευεργετικό υπολογισμό ημερών κράτησης) το ένα πέμπτο της ποινής» (παρ. 2). Για τη διαπίστωση δε του ποσοστού αναπηρίας με την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου γίνεται παραπομπή στους κανονισμούς και στη διαδικασία, που προβλέπεται από την κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία, χωρίς να επιτρέπεται επομένως η διαφορετική εκτίμηση του ποσοστού αναπηρίας από το δικαστικό συμβούλιο κατ'απόκλιση των οριζόμενων στις κανονιστικές πράξεις για τον προσδιορισμό του ποσοστού αναπηρίας (ΥΑ 39067 ΦΕΚ Β 1067/2015, σε συνδυασμό και με τον Πίνακα της ΥΑ Φ 11321/688/04.05.2011), σε συνδυασμό και με τα πορίσματα της ιατρικής επιστήμης (βλ. σχετικά και Π. Λυμπερόπουλο, Δικαιοπολιτικές κατευθύνσεις στον Ποινικό Κώδικα - Η περίπτωση του άρθρου 110Α, ΝοΒ 66/1194 επ., όπου και κριτική για τη δικαιοπολιτική ορθότητα των σχετικών διατάξεων). Ειδικότερα, ορίζεται επί λέξει στην παράγραφο 4 του άρθρου 110Α «η διακρίβωση των προηγούμενων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου από το συμβούλιο πλημμελειοδικών... Ο εισαγγελέας, μετά την υποβολή της αίτησης, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγούμενων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας, ιδίως εφόσον αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση από το ΚΕ.Π.Α υποβάλλεται από τον εισαγγελέα στο αρμόδιο συμβούλιο μαζί με την πρότασή του». Κύριο, επομένως, αποδεικτικό μέσο για τη διακρίβωση της αναπηρίας και του ποσοστού αυτής αποτελεί η σχετική βεβαίωση του ΚΕ.Π.Α., εκτός αν ο αρμόδιος εισαγγελέας διατηρεί αμφιβολίες σχετικά με την ακρίβεια της βεβαίωσης αυτής, οπότε μπορεί, πριν διατυπώσει την πρότασή του στο συμβούλιο, να διατάξει ειδική πραγματογνωμοσύνη, που διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΚΥΑ 39067/2015 (ΦΕΚ Β 1067/2015), η οποία και πάλι, όμως, θα αποσκοπεί στον βάσει των προβλημάτων υγείας του καταδίκου προσδιορισμό του ποσοστού αναπηρίας του, σύμφωνα με τα ισχύοντα στην κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία, αφού, αν ο νομοθέτης δεν επιθυμούσε τη συσχέτιση αυτή, θα διατηρούσε τη μορφή των διατάξεων του άρθρου 110Α ΠΚ, ως είχε πριν την τροποποίησή του με τους Ν. 4322 και 4356/2015, οπότε και η υφ'όρον απόλυση παρεχόταν μόνον επί ύπαρξης συγκεκριμένων ασθενειών περιοριστικά αναφερόμενων στο νόμο και χωρίς να γίνεται συσχέτιση με τα προσδιοριζόμενα από τα ΚΕ.Π.Α. ποσοστά αναπηρίας. Από την ίδια δε τη γραμματική διατύπωση της διάταξης του άρθρου 110 § 2 στοιχ. β` ΠΚ προκύπτει ότι επί πιστοποιημένης από το ΚΕΠΑ ή από τον ορισθέντα πραγματογνώμονα αναπηρίας άνω του 67% είναι υποχρεωτική η υφ'όρον απόλυση του καταδίκου, εφόσον έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο το 1/5 της ποινής, χωρίς την εξέταση άλλων προϋποθέσεων, όπως λ.χ. το ποσοστό αναπηρίας να προκύπτει από μία μόνο ασθένεια ή η ασθένεια να είναι τέτοια που να προκαλεί αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης του καταδίκου (αυτό προβλέπεται ως προϋπόθεση βάσει του στοιχ. α` της ίδιας παραγράφου για καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας μεταξύ 50% και 67%) ή να υφίσταται κίνδυνος επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του καταδίκου ή της ίδιας του της ζωής (εξάλλου με δυσκολία θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι για οποιονδήποτε έγκλειστο σε κατάστημα κράτησης δεν υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω επιδείνωσης της υγείας του, εφόσον έχει διαπιστωθεί ότι πάσχει από ασθένειες τέτοιας έκτασης, που να δικαιολογούν ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%, και μάλιστα ενώ είναι γενικά γνωστό αλλά και διαπιστωμένο με αποφάσεις του ΕΔΔΑ - βλ. ενδεικτικά την πρόσφατη «... κατά Ελλάδος» της 04.10.2018 με αριθ. προσφυγής .../2016, «Singh κ.α. κατά Ελλάδος» της 19.01.2017 με αριθ. προσφυγής .../2013 - ότι οι συνθήκες κράτησης δεν είναι οι δέουσες για ευρωπαϊκό κράτος από άποψη υγιεινής αλλά και γενικότερα αξιοπρεπούς διαβίωσης). Η υποχρέωση όμως αυτή του δικαστικού συμβουλίου, που απορρέει από τις διατάξεις των παραγράφων 2 στοιχ. β` και 4 να διατάξει την απόλυση καταδίκου με μόνες προϋποθέσεις την έκτιση (ακόμη και πλασματική βάσει ευεργετικού υπολογισμού των ημερών κράτησης) ενός ελάχιστου μέρους της ποινής του (1/5) και τη διαπίστωση αναπηρίας άνω του 67% και μάλιστα χωρίς να εξετάζεται αν τα αντίστοιχα προβλήματα υγείας υπήρχαν και πριν την τέλεση της εγκληματικής πράξης, για την οποία καταδικάστηκε, ή αν προέκυψαν για πρώτη φορά εκ των υστέρων και χωρίς τη δυνατότητα παρακολούθησης της διαγωγής του μετά την απόλυση (αφού ο μόνος επιτρεπτός περιοριστικός όρος κατ'άρθρο 110Α § 7 ΠΚ είναι η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα), προσκρούει στις συνταγματικές διατάξεις, που αναφέρονται υπό το στοιχείο I της παρούσας, αφού στις περιπτώσεις αυτές η επιβληθείσα από τα αρμόδιο δικαστήριο ποινή καθίσταται χωρίς αντικείμενο και μένει κατά το μεγαλύτερο μέρος της ανεκτέλεστη, χωρίς όμως να ακολουθηθεί η μόνη δυνατή κατά το Σύνταγμα (και ειδικότερα κατά το άρθρο 47 § 1 αυτού) διαδικασία μετριασμού ή άρσης των δυσμενών συνεπειών της ποινής, που είναι η απονομή χάριτος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (διαδικασία που ασφαλώς προβλέφθηκε εξ αρχής ως εξαιρετική, αφού αποτελεί απόκλιση από τον θεμελιώδη κανόνα της διάκρισης των κρατικών λειτουργιών, για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων περιπτώσεων, όπου καθίσταται εξαιρετικά επαχθής η εκτέλεση της καταγνωσθείσας ποινής, όπως μπορεί να είναι και η ύπαρξη σοβαρών προβλημάτων υγείας στο πρόσωπο του καταδίκου). Τα παραπάνω, άλλωστε, δεν αναιρούνται από την ανάγκη συμμόρφωσης της Πολιτείας προς τις διατάξεις των άρθρων 2 § 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας» και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), βάσει του οποίου απαγορεύεται η απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Από τις τελευταίες αυτές διατάξεις απορρέει υποχρέωση της Πολιτείας να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για όλους τους κρατουμένους στα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας και να λαμβάνει ιδιαίτερη πρόνοια για την παρακολούθηση της υγείας τους και για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και θεραπεία των προβλημάτων υγείας και των αναπηριών των εγκλείστων σε αυτά, πλην όμως δεν δικαιολογείται υπό την επίκληση αυτών η ουσιαστική κατάργηση των καταγνωσθεισών από τα ποινικά δικαστήρια της ουσίας ποινών σε βάρος των καταδίκων, που αντιμετωπίζουν εξαρχής ή μετά την καταδίκη τους σοβαρά προβλήματα υγείας. Εν προκειμένω, με την από 07.11.2018 αίτηση του κατάδικου και κρατουμένου, δυνάμει της με αριθμό 3495/2018 συγχωνευτικής απόφασης του Δ΄ Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, με την οποία επιβλήθηκε συνολική ποινή κάθειρξης 17 ετών και 20 μηνών, ... η οποία (αίτηση) διαβιβάσθηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Χαλκίδας με την με αριθμό πρωτοκόλλου .../12.11.2018 αναφορά του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης του Καταστήματος Κράτησης Χαλκίδας, όπου κρατείται ο ανωτέρω κατάδικος, ζητείται η απόλυσή του υπό τον όρο της ανάκλησης λόγω αναπηρίας σε ποσοστό άνω του 67% και συγκεκριμένα σε συνολικό ποσοστό αναπηρίας 82%, το οποίο προκύπτει σωρευτικά από περισσότερες ασθένειες, ήτοι από παλαιό έμφραγμα του μυοκαρδίου και εμφύτευση μόνιμης απινιδωτικής βηματοδοτικής συσκευής, καθώς και σακχαρώδη διαβήτη τύπου II ινσουλινοθεραπευόμενο, το σύνολο δε της εκτιθείσας ποινής του ανέρχεται σε 3 έτη, 11 μήνες και 6 ημέρες, συνυπολογισμένου του ευεργετικού υπολογισμού ημερών λόγω αναπηρίας. Η υπό κρίση αίτηση αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του Συμβουλίου αυτού με την με αριθμό 243/2018 πρόταση της Αντεισαγγελέως Πρωτοδικών Χαλκίδας (άρθρα 32 §§ 1 και 4, 138 § 2 ΚΠΔ και 110Α § 4 εδ. α` ΠΚ), πλην όμως πρέπει, σύμφωνα και με όσα αναλυτικά εκτέθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη, να απορριφθεί ως μη νόμιμη, διότι κατά την κρίση του παρόντος Συμβουλίου η διάταξη του άρθρου 110Α § 2 στοιχ. β` ΠΚ είναι αντισυνταγματική και, επομένως, δεν μπορεί, ενόψει της διάταξης του άρθρου 93 § 4 του Συντάγματος, να εφαρμοστεί από το Συμβούλιο. 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση. ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στη Χαλκίδα την 19η Δεκεμβρίου 2018.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...