Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κρατούμενος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κρατούμενος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

Η υφ'όρον απόλυση κρατουμένων βάσει του άρθρου 110Α Π.Κ.: Οι υπερβάσεις των Δικαστικών Συμβουλίων για την μη εφαρμογή μίας προβληματικής διάταξης, με "άλλοθι" τον ανθρωπιστικό της χαρακτήρα

 

Αίτηση υφ’όρον απολύσεως καταδίκου, κατά το άρθρο 110Α ΠΚ, λόγω του ότι ο κατάδικος νοσεί από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS). Στάδια της νόσου, βάσει των συμπτωμάτων και των λευκών αιμοσφαιρίων. Καταδίκη σε ποινή 4 φορές ισόβιας κάθειρξης και σε ποινή φυλάκισης 7 ετών για τις πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστεία με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνη σωματική βλάβη κατά συρροή. Ποινική Δικονομία. Αναίρεση κατά βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών. Λόγοι. Έλλειψη αιτιολογίας. Εσφαλμένη ερμηνεία. Μέσα αποδείξεως. Πραγματογνωμοσύνη. Διακρίβωση της νόσου από ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη. Δεν αρκεί ο κατάδικος να είναι μόνο φορέας του ιού HIV, αλλά πρέπει και να εκδηλώνει συμπτώματα της νόσου. Δεν αρκεί ο κατάδικος να πάσχει από άλλη νόσο (π.χ. ηπατίτιδα C), αν αυτή δεν αποδεικνύεται ότι οφείλεται στο σύνδρομο, ούτε ότι αποτελεί σύμπτωμά του. Ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε Καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων, βάσει της οποίας ο αιτών έχει ιστορικό HIV λοίμωξης, ηπατίτιδας C και θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης. Εν προκειμένω, ο αιτών είναι φορέας, αλλά δεν νοσεί. Δεν χρήζει νοσηλείας, δεν εμφανίζει κανένα απολύτως παθολογικό εύρημα και η κλινική του εικόνα παρουσιάζεται βελτιωμένη. Λαμβάνει αντιρετροϊκή αγωγή, ενώ η ακτινογραφία θώρακα δεν ανέδειξε πρόσφατη ή παλαιά βλάβη στους πνεύμονες. Τέλος, επί 3 έτη δεν έχει παρουσιάσει επανεργοποίηση της νόσου της φυματίωσης. Ορθό και αιτιολογημένο το βούλευμα. Απορρίπτει αναίρεση.

Αριθμός 148/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ε’ Ποιν. Τμήμα-ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Χυτήρογλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Παπαηλιάδη και Βασιλική Μπαζάκη - Δρακούλη - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες. Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Παρασκευαΐδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου. Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 6 Οκτωβρίου 2017, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ... του .., κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης, ο οποίος δεν εμφανίστηκε, περί αναιρέσεως του υπ’αριθμ.79/2016 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ανατολικής Κρήτης. Το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’αυτό και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Ιουλίου 2016 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό ...16. Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνος Παρασκευαΐδης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου, με αριθμό ...-8-2017, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "Εισάγω ενώπιον του Δικαστηρίου Σας (σε Συμβούλιο), μετά την έκδοση του με αριθμό 408/2017 βουλεύματος του Ε’ Ποινικού Τμήματος του Δικαστηρίου Σας, την με αριθμό ...2016 αίτηση αναίρεσης του ... του ..., κατοίκου ... και ήδη κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης, κατά του με αριθμό 79/2016 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ανατολικής Κρήτης, με το οποίο απορρίφθηκε η με αριθμ. πρωτ...-3-2016 αίτηση αυτού, για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο, κατ’άρθρο 110Α Π.Κ. και εκθέτω τα ακόλουθα: Κατά το άρθρο 110Α Π.Κ., όπως τούτο τροποποιήθηκε με τα άρθρα 20 του Γ’ Κεφαλαίου του Ν.3727/2008 και 4 παρ. 1-2 του Ν.4274/014, αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 6 του Ν. 4322/2015 και όπως η παρ. 4 αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο 23 του Ν. 4356/2015: " 1. Η απόλυση υπό όρο χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106, εφόσον ο κατάδικος νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή...2. Η απόλυση χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις, που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή: α)...β)... 3. Σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, ο κρατούμενος που έχει ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω αν έχει εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο πέντε (5) έτη στην περίπτωση που το έγκλημά του δεν ενέχει ανθρωποκτονία, ή δέκα (10) έτη σε κάθε άλλη περίπτωση, εκτίει το υπόλοιπο της ποινής του στην κατοικία του, με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 56 παρ. 3. Στην περίπτωση αυτή δύναται να επιβληθεί ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 283Α του ΚΠΔ. Επίσης, είναι δυνατή η επιβολή όρων κατά ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 100 παρ. 2 και 3 του Π.Κ. 4. Η διακρίβωση των προηγούμενων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου από το αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών ή, στην περίπτωση κρατούμενου που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, από το Συμβούλιο Εφετών. Ο Εισαγγελέας, μετά την υποβολή της αίτησης, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγούμενων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας, αν αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση από το ΚΕ.Π.Α. υποβάλλεται από τον Εισαγγελέα στο αρμόδιο Συμβούλιο μαζί με την πρότασή του. Κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών μπορεί να ασκηθεί αναίρεση. Οι λεπτομέρειες σχετικά με την ως άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Υγείας. Η ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση του ΚΕ.Π.Α. υποχρεωτικά προσδιορίζουν εάν η αναπηρία είναι μόνιμη ή πρόσκαιρη και αναφέρουν στην περίπτωση της πρόσκαιρης αναπηρίας τον χρόνο διάρκειάς της και το ποσοστό της. Εάν πρόκειται για πρόσκαιρη αναπηρία ο αρμόδιος Εισαγγελέας υποβάλλει ένα (1) μήνα πριν τη λήξη του προσδιοριζόμενου χρόνου αναπηρίας στο αρμόδιο Συμβούλιο την πρότασή του για την επανεξέταση της χορηγηθείσας απόλυσης υπό όρο. Για το λόγο αυτό δύο (2) μήνες πριν τη συμπλήρωση του χρόνου της προσδιορισθείσας αναπηρίας διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη είτε παραπομπή στο αρμόδιο ΚΕ.Π.Α. για την εκ νέου διακρίβωση των προϋποθέσεων για την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας. Εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων παραγράφων διατάσσεται η συνέχιση της εκτέλεσης της ποινής. Ο χρόνος που μεσολάβησε από την απόλυση υπό όρο λογίζεται ως πραγματικός χρόνος έκτισης της ποινής. Η επανεξέταση της αναπηρίας και η διακρίβωση των προϋποθέσεων του άρθρου αυτού περατώνεται στο χρονικό διάστημα που προβλέπει το άρθρο 109". Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η απόλυση υπό όρο χορηγείται από το Συμβούλιο Εφετών ανεξάρτητα από τη συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 Π.Κ., μεταξύ άλλων και εφόσον ο κατάδικος νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, αφού ακολουθηθεί η διαλαμβανόμενη στην παράγραφο 4 του ως άνω άρθρου διαδικασία. Περαιτέρω με την με αριθμό 39067/4.6.2015 Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίστηκε η διαδικασία της διενέργειας ειδικής πραγματογνωμοσύνης για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του ως άνω άρθρου 110Α του Π.Κ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 6 του ν. 4322/2015, ως εξής: "1. Ο ειδικός πραγματογνώμονας, ο οποίος ορίζεται από τον αρμόδιο εισαγγελέα, προκειμένου να διακριβώσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 110Α του Π.Κ., υποβάλλει στον Διευθυντή του Καταστήματος Κράτησης αίτημα για την άμεση μεταγωγή του κρατούμενου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ. 2 του Σωφρονιστικού Κώδικα σε δημόσιο νοσοκομείο, το οποίο έχει κλινική κατάλληλη για τη διάγνωση της συγκεκριμένης ασθένειας, εφόσον η διάγνωση της ασθένειας δεν είναι δυνατή από το Νοσοκομείο Κρατουμένων Κορυδαλλού. Ο κρατούμενος κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο δημόσιο νοσοκομείο, υποβάλλεται σε κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο που ορίζεται από τον Διευθυντή της οικείας κλινικής. Η φύλαξη του κρατούμενου γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Μετά το πέρας του ελέγχου συντάσσεται αιτιολογημένη γνωμάτευση και εκδίδεται σχετικό πιστοποιητικό από τον Διευθυντή της οικείας κλινικής, το οποίο τίθεται στον ιατρικό φάκελο του κρατούμενου. Ο Διευθυντής του Καταστήματος Κράτησης ή ο Διευθυντής του Νοσοκομείου Κρατουμένων Κορυδαλλού, διαβιβάζει αμέσως στον ειδικό πραγματογνώμονα τον ιατρικό φάκελο του κρατούμενου, ο οποίος, αφού τον συνεκτιμήσει, συντάσσει την σχετική πραγματογνωμοσύνη, με την οποία διακριβώνεται η συνδρομή ή όχι των προϋποθέσεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 110Α του Π.Κ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 6 του ν.4322/2015". Η έναρξη της σχετικής διαδικασίας, εξαρτάται από την υποβολή αίτησης από τον ίδιο τον κατάδικο, καθώς η απόλυση με τις προϋποθέσεις του άρθρου αυτού αποτελεί δικαίωμα του κατάδικου και δεν συνιστά σωφρονιστικό θεσμό, αφού, ως διάταξη, έχει απεκδυθεί των ειδικοπροληπτικών κριτηρίων στην εφαρμογή της και διαμορφώνεται νομοθετικά, πρωτίστως, από το ενδιαφέρον για την υγεία του κατάδικου. Η, προδήλως, ανθρωπιστικού χαρακτήρα, διάταξη αυτή, είναι προσανατολισμένη στην προστασία της αξιοπρέπειας των κατάδικων που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες και αναπηρίες και έχουν ανάγκη υποβολής σε συνεχείς και εξειδικευμένες θεραπείες, που δεν είναι δυνατόν να παρέχονται αποτελεσματικά από τα καταστήματα κράτησης, ακόμη και στα θεραπευτικά, ή είναι υπερήλικες και η ασθένειά τους δεν τους επιτρέπει να κατανοούν τι συμβαίνει γύρω τους. Επιπλέον, η κατ’εξαίρεση επιεικής μεταχείριση αυτών των κατάδικων δικαιολογείται και λόγω της κατάστασής τους, που θεωρείται ότι αντικειμενικά δεν τους επιτρέπει να προσβάλλουν την έννομη τάξη {Μαργαρίτης Λ., Ποινολογία, 2005, 631, επικαλούμενος και τους Μανωλεδάκη, Παρασκευόπουλο}. Η εφαρμογή της ρύθμισης προϋποθέτει ότι ο κατάδικος, που δικαιούται να απολυθεί, νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και υποβάλλεται σε τακτική αιμοκάθαρση, από ανθεκτική φυματίωση ή είναι τετραπληγικός, καθώς και από κύρωση του ύπατος με αναπηρία άνω του 67% ή από γεροντική άνοια έχοντας υπερβεί το ογδοηκοστό έτος της ηλικίας ή από κακοήθη νεοπλάσματα τελικού σταδίου. Εάν συντρέξουν και οι δύο προϋποθέσεις (:απαίτηση του κατάδικου και διαπίστωση από το αρμόδιο δικαστικό Συμβούλιο ότι υπάρχει κάποια από τις συγκεκριμένες νόσους ή αναπηρίες) η απόλυση είναι υποχρεωτική {Αρ. Χαραλαμπάκης, Ποινικός Κώδικας, υπό άρθρο 110A, αριθ. 1-2}. Περαιτέρω, με τις εν λόγω διατάξεις αναγνωρίζεται ειδικότερα η σοβαρότητα, τα χαρακτηριστικά και οι ιδιαίτερες ανάγκες της κατάστασης του πάσχοντος από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (ΣΕΑΑ/AIDS), καθώς και η ανάγκη της διαφορετικής ποινικής μεταχείρισης του πάσχοντος από αυτήν κατάδικου. Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση αυτή, ο κατάδικος, για να δικαιούται να απολυθεί υπό όρο, πρέπει να νοσεί από αυτό, δεν αρκεί δηλαδή να είναι μόνο φορέας του ιού ΗIV, αλλά πρέπει να εκδηλώνει συμπτώματα της νόσου {Μ. Μαργαρίτης, Ποιν. Κώδικας, έκδ.2003, άρθ. 110Α , σελ.278, Καϊάφα - Γκμπάντι, Δίκαιο των ποινικών κυρώσεων, 2008, 490, Γ. Δημήτραινας, Η ποινική μεταχείριση κατάδικου που πάσχει από Αids),Υπερ. 1995, σελ. 1231}. Δεν αρκεί επίσης ο κατάδικος να πάσχει από άλλη νόσο (π.χ. ηπατίτιδα C), αν αυτή δεν αποδεικνύεται ότι οφείλεται στο σύνδρομο, ούτε αποτελεί σύμπτωμά του (π.χ. διότι χρονικά προηγείται της ανίχνευσης του ιού HIV). Αν η υγεία του κατάδικου επιδεινώνεται για λόγους που δεν ανάγονται στη συγκεκριμένη νόσο, το θέμα μπορεί να αντιμετωπισθεί με τη ρύθμιση του άρθρου 557 ΚΠΔ περί διακοπής εκτέλεσης ποινής. Eξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ’αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχτηκαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Δεν αποτελούν λόγους αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων ή η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού προς το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο, ενώ δεν υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της απόφασης, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατύπωσης του σκεπτικού της. Τα αποδεικτικά μέσα αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω και κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα, δεν υποδηλώνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διάφορων αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους (εγγράφων, μαρτυρικών καταθέσεων), ούτε απαιτείται να ορίζεται ποιό βαρύνει περισσότερο για τον σχηματισμό της δικαστικής κρίσης. Απαιτείται μόνο να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπ’όψη του και συνεκτίμησε για τον σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και όχι μερικά κατ’ επιλογήν, όπως επιβάλλουν οι διατάξεις των άρθρων 177 §1 και 187 ΚΠΔ. {Ολ. Α.Π. 1/2005, Α.Π. 786/2015, 430/2015 Α.Π. 274/2015, Α.Π. 273/2015}. Περαιτέρω, η πραγματογνωμοσύνη διαλαμβάνεται μεταξύ των κυριότερων, κατά τις προβλέψεις του άρθρου 178 περ. γ’ ΚΠΔ, αποδεικτικών μέσων και διατάσσεται, σύμφωνα με το άρθρο 183 του ίδιου Κώδικα, από τους ανακριτικούς υπαλλήλους ή το δικαστήριο ή με αίτηση κάποιου διαδίκου ή του Εισαγγελέα, αν απαιτούνται ειδικές γνώσεις ορισμένης επιστήμης ή τέχνης, για να γίνει ακριβής διάγνωση και κρίση κάποιου γεγονότος. Ως ιδιαίτερο δε είδος αποδεικτικού μέσου πρέπει να προκύπτει από την αιτιολογία της απόφασης ότι και αυτή έχει ληφθεί υπόψη για το σχηματισμό της δικανικής πεποίθησης του δικαστηρίου, απαίτηση που ικανοποιείται όχι μόνον όταν η πραγματογνωμοσύνη μνημονεύεται ειδικά μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, αλλά και όταν προκύπτει αναμφίβολα από τις παραδοχές της απόφασης ότι τα πορίσματα του εν λόγω αποδεικτικού μέσου, έστω κι αν αυτό δεν επισημαίνεται στο προοίμιο του σκεπτικού, ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο στη διαμόρφωση της δικανικής του πεποίθησης (ΑΠ 183/2013, ΑΠ 441/2014). Και τούτο, διότι το κρίσιμο ζητούμενο για την πληρότητα της αιτιολογίας είναι η κατάφαση της πραγματικής εκτίμησης και αξιολόγησης του περιεχομένου της πραγματογνωμοσύνης και όχι, απλώς, η ρητή μνεία της τελευταίας μεταξύ των αποδεικτικών μέσων. Η πραγματογνωμοσύνη αυτή εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο ή δικαστικό Συμβούλιο, κατ’εφαρμογή του άρθρου 177 του ίδιου Κώδικα, με την έννοια ότι δεν το δεσμεύει η γνωμοδότηση των πραγματογνωμόνων. Οφείλει, όμως, όταν δεν αποδέχεται τα προκύπτοντα από αυτήν συμπεράσματα, να αιτιολογεί την αντίθετη δικαστική του πεποίθηση, παραθέτοντας τα αποδεδειγμένα εκείνα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποκλείουν αυτά που οι πραγματογνώμονες θέτουν ως βάση της γνώμης τους. Σε κάθε άλλη περίπτωση και ειδικότερα επί ιδιωτικής πραγματογνωμοσύνης (απλής γνωμάτευσης ή γνωμοδότησης) ή πραγματογνωμοσύνης που ενεργήθηκε δυνάμει απόφασης πολιτικού δικαστηρίου, το πόρισμά της εκτιμάται ελεύθερα μαζί με τις άλλες αποδείξεις {Α.Π 1637/2010}. Ακόμη, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ, λόγο αναίρεσης της απόφασης αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής διάταξης υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει σ’αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη, που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν το δικαστήριο χωρίς να παρερμηνεύσει το νόμο, δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης {Ολ. Α.Π 2/2011, ΟλΑΠ 3/2008, Α.Π 1089/2015, Α.Π 20/2015, Α.Π 1108/2014). Στην προκειμένη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης με το με αριθμό 79/2016 βούλευμά του, απέρριψε την αίτηση για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο, κατ’άρθρο 110A Π.Κ., του αναιρεσείοντα K.D., του E., κατοίκου ... και ήδη κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης με την με αριθμό 876-879/22-11- 2013 απόφαση του Β’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε σε ποινή τέσσερις (4) φορές ισόβιας κάθειρξης και σε συνολική ποινή φυλάκισης επτά (7) ετών, για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστείας με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την έκδοση της με αριθμό 19/12-1-2015 απόφασης του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Όπως δε προκύπτει από το σκεπτικό του προσβαλλόμενου βουλεύματος, το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης δέχθηκε ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία λεπτομερώς αναφέρει, προέκυψαν τα εξής: "Από την εκτίμηση των εγγράφων που συνυποβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση, την από 25-5-2016 ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε ο καθηγητής παθολογίας λοιμώξεων, διευθυντής της παθολογικής κλινικής και μονάδας λοιμώξεων του ... Α.Γ. (το περιεχόμενο της οποίας τέθηκε σε γνώση του αιτούντος, αφού ρητά μνημονεύεται στο από 7-6-2016 υπόμνημά του), σε συνδυασμό με όσα εκθέτει ο αιτών στο από 7- 6-2016 υπόμνημά του αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών, υπήκοος Γεωργίας, γεννηθείς στις 7-8-1986, κρατείται στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού, δυνάμει της υπ’αριθ. 876-879/22-11-2013 απόφασης του Β’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε ομόφωνα σε ποινή τέσσερις (4) φορές ισόβιας κάθειρξης και σε συνολική ποινή φυλάκισης επτά (7) ετών, για τις πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστείας με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, που έλαβαν χώρα στη Φιλοθέη στις 9-7-2012 και στην Ηλιούπολη στις 30-5-2012, με έναρξη της ποινής του την 26-7-2012 (ημερομηνία προσωρινής κράτησης). Η ως άνω απόφαση έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη μετά την έκδοση της υπ’αριθμ. 19/12-1-2015 απόφασης του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη ως ανυποστήρικτη η έφεση του αιτούντος - κατάδικου κατ’αυτής. Ο άνω κατάδικος το έτος 2013 παρουσίασε πνευμονική φυματίωση για την οποία έλαβε πλήρη αντιφυματική αγωγή, μετά το πέρας της οποίας τον 2/2014, οι εξετάσεις του ήταν αρνητικές για ενεργό φυματίωση (βλ. τις από 1-3-2016 και 29-3-2016 ιατρικές βεβαιώσεις του Επιμελητή Δ/ντή Παθολογικής Κλινικής). Λόγω της ασθένειάς του αυτής τυγχάνει ευεργετικού υπολογισμού των ημερών της ποινής του (ήτοι η κάθε ημέρα παραμονής του στο κατάστημα κράτησης υπολογίζεται ως δύο ημέρες εκτιόμενης ποινής) από την 18-2-2013 έως και την 2-3-2016 (ημερομηνία σύνταξης του πίνακα υπολογισμού ποινής του ΚΚ Αλικαρνασσού), σύμφωνα με την υπ’αριθμ...2013 απόφαση της Εισαγγελέως Επόπτη του Καταστήματος Κράτησης Κορυδαλλού. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο αιτών, εκτός της κρινόμενης αίτησης είχε υποβάλλει προηγουμένως άλλες δύο (2), όμοιες κατά περιεχόμενο, αιτήσεις για απόλυσή του υπό όρο κατ’άρθρο 110A Π.Κ., επικαλούμενος ότι νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, οι οποίες απερρίφθησαν με τα υπ’αριθμ. 361/2014 και 53/2015 βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημ/κών Πειραιά και Κέρκυρας, αντίστοιχα, τα οποία δέχθηκαν στο σκεπτικό τους ότι ο αιτών δεν νοσεί από τη νόσο του AIDS, αλλά ότι είναι απλός φορέας της νόσου ΗIV. Από το σύνολο των ιατρικών πιστοποιητικών που συνυποβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση και ιδίως από την από 25-5-2016 ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε ο καθηγητής παθολογίας λοιμώξεων, διευθυντής της παθολογικής κλινικής και μονάδας λοιμώξεων του, προκύπτει ότι ο αιτών έχει ιστορικό ΗIV λοίμωξης (HIV σημαίνει Human Immunodeficiency Virus δηλαδή Ιός της Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας), ηπατίτιδας C και θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης. Σύμφωνα με τη διεθνή ιατρική βιβλιογραφία, όταν κάποιος μολύνεται με τον ιό HIV, γίνεται "HIV οροθετικός" και θα είναι για πάντα HIV οροθετικός. Με την πάροδο του χρόνου, η ΗIV νόσος μολύνει και εξοντώνει τα λευκά αιμοσφαίρια που λέγονται CD4+λεμφοκύτταρα (ή "CD4+ Τα κύτταρα") και μπορεί να αφήσουν το σώμα ανίκανο να καταπολεμήσει κάποιες μολύνσεις και καρκινογενέσεις. Με την έγκαιρη και σωστή αντιρετροική θεραπεία (ART) το άτομο αυτό μπορεί να παραμείνει υγιές και να αντιμετωπίζει τις περισσότερες λοιμώξεις. Ένα υγιές άτομο έχει συνήθως από 600 έως 1200 CD4+λεμφοκύτταρα. Όταν τα CD4+λεμφοκύτταρα πέσουν κάτω από 200 ανά χιλιοστό του λίτρου στο αίμα, το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου αποδυναμώνεται σοβαρά και φτάνει στα στάδια του AIDS, ακόμα και αν δεν έχει αρρωστήσει από άλλες μολύνσεις. Ορίζεται ότι κάποιος έχει AIDS είτε όταν τα CD4 κύτταρά του είναι σε αριθμό λιγότερα από 200/μΙ. (μικρολίτρο) αίματος, είτε όταν εκδηλωθεί η παρουσία συγκεκριμένων νόσων που σχετίζονται με την προχωρημένη HIV λοίμωξη. Περίπου οι μισοί από τους ανθρώπους που έχουν μολυνθεί με HIV θα αναπτύξουν AIDS σε 10 χρόνια, αν δεν λάβουν θεραπεία. Οι πιο κοινές αρχικές καταστάσεις που σημαίνουν συναγερμό για την εμφάνιση AIDS είναι η πνευμονία από πνευμονοκύστη (PCP) σε ποσοστό 40%, το σύνδρομο απίσχνασης (αδυνατίσματος) από ΗIV και η οισοφαγική καντιντίαση (μυκητίαση από μύκητα Candida). Άλλες κοινές εκδηλώσεις AIDS περιλαμβάνουν τις υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του αναπνευστικού (όπως η πνευμονία). Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας πρότεινε για πρώτη φορά έναν ορισμό του AIDS το 1986. Από τότε υπήρξε ένας αριθμός αναβαθμίσεων και επεκτάσεων του ορισμού, μέχρι την πιο πρόσφατη εκδοχή - ταξινόμηση του 2007. *Στάδιο I: ασυμπτωματική HIV λοίμωξη με αριθμό CD4 μεγαλύτερο από (>) 500μΙ ανά μικρόλιτρο ή κυβικό χιλιοστό αίματος. Μπορεί να περιλαμβάνει γενικευμένη διόγκωση λεμφαδένων. * Στάδιο II: ήπια συμπτώματα που μπορεί να περιλαμβάνουν χαμηλής βαρύτητας βλεννογονοδερματικές εκδηλώσεις και υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού. Αριθμός CD4 μικρότερος από (<)500μΙ. *Στάδιο III: Προχωρημένα συμπτώματα που μπορεί να περιλαμβάνουν ανεξήγητη χρόνια διάρροια για περισσότερο από 1 μήνα, σοβαρές βακτηριακές λοιμώξεις συμπεριλαμβανομένης της πνευμονικής φυματίωσης και αριθμό CD4 <350μΙ. *Στάδιο IV ή AIDS: Σοβαρά συμπτώματα που περιλαμβάνουν τοξοπλάσμωση εγκεφάλου, καντιντίαση (ευκαιριακή μυκητίαση) οισοφάγου, τραχείας, βρόγχων ή πνευμόνων και σάρκωμα Kaposi. Αριθμός CD4 <200μΙ. Το δε Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών CDC αναβάθμισε το δικό του σύστημα ταξινόμησης για το HIV/AIDS το 2008. Στο σύστημα αυτό η λοίμωξη κατατάσσεται βάσει αριθμού CD4 και κλινικών συμπτωμάτων. *Στάδιο 1: αριθμός CD4>500μl και μη ύπαρξη καταστάσεων που ορίζουν το AIDS. *Στάδιο 2: αριθμός CD4 200-500μΙ και μη ύπαρξη καταστάσεων που ορίζουν το AIDS. *Στάδιο 3: αριθμός CD4 <200μl και παρουσία καταστάσεων που ορίζουν το AIDS. *Άγνωστο: όταν δεν υπάρχει επαρκής πληροφόρηση για την κατάταξη σε κάποιο από τα παραπάνω στάδια. Σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών η διάγνωση του ΑΙDS (στάδιο 3) εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αν μετά τη θεραπεία ο αριθμός των CD4 ανέβει πάνω από 200μΙ ή θεραπευτούν άλλες ασθένειες που ορίζουν το AIDS. Εν προκειμένω, ο αιτών κατάδικος, βάσει του συμπεράσματος της άνω 25-5-2016 ιατρικής πραγματογνωμοσύνης και βάσει της από 8-1-2015 ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του παθολόγου Ι. Ζ., η οποία δεν προσκομίζεται, αλλά το συμπέρασμά της περιλαμβάνεται στο υπ’αριθμ. 53/2015 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Κέρκυρας, φέρεται ότι νοσεί από σύνδρομο ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (στάδιο C3, που ανήκει στο τελευταίο στάδιο εξέλιξης της νόσου- στάδιο AIDS), σύμφωνα με τα κριτήρια του CDC, λόγω των ελαττωμένων CD4 κυττάρων (258/μΙ) και του μη ανιχνεύσιμου στο αίμα του ιού HIV, με καλή ανταπόκριση στην αντί- HIV αγωγή που λαμβάνει. Ουδόλως βέβαια αναφέρονται στην άνω πραγματογνωμοσύνη, η οποία κρίνεται ελλιπής ως προς τούτο, τα στάδια της HIV λοίμωξης σύμφωνα με τα κριτήρια του CDC, ούτε η διάκριση μεταξύ φορέα της νόσου και νοσούντος από αυτήν, ούτε αναλυτική αναφορά των εξετάσεων στις οποίες υποβλήθηκε ο αιτών και στις οποίες στηρίχθηκε το πόρισμά της και προφανώς ο αιτών κατατάσσεται στο άνω στάδιο, καίτοι ο αριθμός των CD4 είναι πάνω από 200/μΙ λόγω της θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης που είχε παρουσιάσει το έτος 2013 (χωρίς αυτό να αναγράφεται ρητά στην πραγματογνωμοσύνη αυτή). Από τη συνολική όμως εκτίμηση όλων των αποδεικτικών στοιχείων αποδεικνύεται ότι ο αιτών, ο οποίος έχει μολυνθεί από τον ιό ΗIV και προς τούτο λαμβάνει αγωγή με Artipia caps (μία φορά την ημέρα) στην οποία ανταποκρίνεται καλά, δεν νοσεί από σύνδρομο ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, αλλά είναι φορέας της νόσου ΗIV, ανήκοντος σε κατηγορία πριν το τελευταίο στάδιο εξέλιξης της HIV νόσου σε στάδιο AIDS. Ειδικότερα, η HIV λοίμωξη από την οποία έχει προσβληθεί ο αιτών αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με συνέπεια το ιικό φορτίο του HIV στο αίμα του να διατηρείται μη ανιχνεύσιμο, και τα επίπεδα των CD4 να ανέρχονται σε 258/μΙ (ικανοποιητικά κατά την από 29-3-2016 ιατρική γνωμάτευση του Δ/ντή της Παθολογικής Κλινικής του … Ε.Μ.). Από την κλινική του εξέταση την 11-5-2016 στο εξωτερικό ιατρείο Λοιμώξεων του … δεν ανευρέθηκαν παθολογικά ευρήματα, γεγονός που καταδεικνύει ότι ο αιτών βρίσκεται σε κλινική λανθάνουσα περίοδο (η οποία κατά τη διεθνή ιατρική βιβλιογραφία χωρίς αντιρετροική αγωγή μπορεί να διαρκέσει κατά μέσο όρο οκτώ έτη) αφού δεν αναφέρεται κανένα σύμπτωμα (π.χ. διάρροια, πυρετός, διογκωμένοι και ευαίσθητοι λεμφαδένες, εξάνθημα στο δέρμα, έλκη στο στόμα κ.λ.π.), ο δε αιτών λαμβάνει αντιρετροική αγωγή, ενώ η ακτινογραφία θώρακα δεν ανέδειξε πρόσφατη ή παλαιά βλάβη στους πνεύμονες. Επιπροσθέτως, ενώ ο αιτών έχει ιστορικό ηπατίτιδας και θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης, δεν έχει παρουσιάσει επί χρονικό διάστημα άνω των τριών ετών επανενεργοποίηση της νόσου της φυματίωσης, ούτε καμία υποτροπιάζουσα λοίμωξη του αναπνευστικού (π.χ. πνευμονία) ώστε να θεωρηθεί ότι έχει αναπτύξει σύνδρομο ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS). Μόνη η εμφάνιση το έτος 2013 πνευμονικής φυματίωσης, η οποία ως ευκαιριακή βακτηριακή λοίμωξη απαντάται σε HIV οροθετικά άτομα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως "κατάσταση που ορίζει το (AIDS)", κατά τα κριτήρια του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών CDC, ενώ κατά τα κριτήρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που αναφέρθηκαν ανωτέρω, η εκδήλωση πνευμονικής φυματίωσης κατατάσσει την HIV λοίμωξη σε στάδιο ΜΙ και όχι σε στάδιο (AIDS). Επιπροσθέτως, δεν αποδείχθηκε από προσκομιζόμενα ιατρικά πιστοποιητικά ότι, πέραν της κατά τα άνω αποτελεσματικής για την κατάσταση της υγείας του φαρμακευτικής αγωγής που λαμβάνει ο αιτών εντός του Καταστήματος Κράτησης, απαιτείται και η νοσηλεία του, αφού αυτός δεν εμφανίζει κανένα απολύτως παθολογικό εύρημα, η δε κλινική του εικόνα παρουσιάζει βελτίωση. Σε κάθε περίπτωση αν απαιτηθεί να υποβληθεί σε οποιαδήποτε εξειδικευμένη εξέταση μπορεί να μεταφερθεί προς τούτο, συνοδεία αστυνομικών, σε νοσηλευτικό ίδρυμα του τόπου κράτησής του. Άλλωστε, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η προδήλως ανθρωπιστικού χαρακτήρα διάταξη του άρθρου 110Α του Π.Κ. είναι προσανατολισμένη στην προστασία της αξιοπρέπειας των καταδίκων, που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες και αναπηρίες και έχουν ανάγκη υποβολής σε συνεχείς και εξειδικευμένες θεραπείες, που δεν είναι δυνατό να παρέχονται αποτελεσματικά από τα Καταστήματα Κράτησης, ακόμη και θεραπευτικά, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρθηκαν, ως προς την αποτελεσματική θεραπεία που λαμβάνει ο αιτών, ο οποίος πάσχει μεν από HIV λοίμωξη, αλλά δεν νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, ώστε να μπορεί να τύχει εφαρμογής της εξαιρετικού χαρακτήρα διάταξης του άρθρου 110A Π.Κ. Τέλος, ως εκ περισσού (δεδομένου ότι αποδείχθηκε ότι ο αιτών δεν νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας και επομένως δεν εμπίπτει στην εφαρμογή του άρθρου 110A Π.Κ.), πρέπει να σημειωθεί ότι ενισχυτικό στοιχείο της ελεγχόμενης και σταθερής κατάστασης της υγείας του αιτούντος είναι το γεγονός ότι αυτός εξακολουθεί και εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων, στα οποία έχει κρατηθεί, να διαπράττει σειρά πειθαρχικών παραπτωμάτων, συνιστώντων παράλληλα και αξιόποινων πράξεων (βλ. απόσπασμα από το δελτίο πειθαρχικών ποινών του αιτούντος, από το οποίο προκύπτει ότι αυτός έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά στις 20-1-2015, 18-2-2015 και 29-6-2015 για πειθαρχικά αδικήματα της εν γνώσει του κατοχής εν γένει επικίνδυνων αντικειμένων, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως όπλα, της άσκησης βίας κατά συγκρατούμενού και της απόδρασης κρατουμένου), ενέργειες στις οποίες δεν θα προέβαινε αν η κατάσταση της υγείας του ήταν τέτοιας βαρύτητας που αυτός επικαλείται. Η αναφορά αυτή γίνεται για να καταδειχθεί ότι η κατά τα προαναφερθέντα προδήλως ανθρωπιστικού χαρακτήρα διάταξη του άρθρου 110A Π.Κ., που προβλέπει την κατ’εξαίρεση επιεική μεταχείριση των καταδίκων που μπορούν να τύχουν της εφαρμογής της, ανεξαρτήτως μάλιστα της βαρύτητας των εγκλημάτων που έχουν διαπράξει και της επιβληθείσας σ’αυτούς ποινής, δικαιολογείται και λόγω της κατάστασής τους, που θεωρείται ότι αντικειμενικά δεν επιτρέπει να προσβάλλουν την έννομη τάξη, προϋπόθεση που δεν μπορεί να συντρέχει στην κρινόμενη περίπτωση, σύμφωνα με όσα λεπτομερώς αναφέρθηκαν για το επικίνδυνο της συμπεριφοράς του αιτούντος, ακόμη και υπό καθεστώς κράτησής του. Βάσει των ανωτέρω, αφού δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο, κατ’άρθρο 110A Π.Κ., κατά τα προδιαληφθέντα, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να απορριφθεί". Με αυτά που δέχθηκε το προσβαλλόμενο βούλευμα, έχει πλήρη, σαφή και συγκεκριμένη αιτιολογία και ορθά υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν στις διατάξεις του άρθρου 110Α Π.Κ., τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου με ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και χωρίς να στερήσει αυτό νόμιμης βάσης. Αναφέρονται κατ’είδος τα αποδεικτικά μέσα τα οποία ελήφθησαν υπόψη, μεταξύ των οποίων και η από 25-5-2016 ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν μετά από συγκριτική στάθμιση και αξιολογική συσχέτιση όλων των αποδεικτικών μέσων, βάσει των οποίων το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο, κατά το άρθρο 110Α Π.Κ. στον αιτούντα-αναιρεσείοντα, καθόσον αυτός πάσχει μεν από HIV λοίμωξη, αλλά δεν νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας. Ακόμη αιτιολογείται με πληρότητα και σαφήνεια η αντίθετη κρίση του Συμβουλίου με όσα αναφέρονται στην από 25-5-2016 ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη, τόσο με την ανάλυση της σύμφωνης με τα συμπεράσματά του από 29-3-2016 ιατρικής γνωμάτευσης του Δ/ντή της Παθολογικής Κλινικής του, όσο και με την παράθεση τα αποδεδειγμένων πραγματικών περιστατικών, τα οποία αποκλείουν αυτά, που η αντιθέτου περιεχομένου ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη θέτει ως βάση του συμπεράσματός της. Κατά συνέπεια όσων προεκτέθηκαν, οι προβαλλόμενοι λόγοι αναίρεσης, με τους οποίους αποδίδεται στο προσβαλλόμενο βούλευμα η πλημμέλεια της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, είναι αβάσιμοι και συνακόλουθα, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της προκείμενης διαδικασίας (άρ. 583 παρ. 1 ΚΠΔ). Για τους λόγους αυτούς Προτείνω: Α. Να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης. Και Β. Να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της προκείμενης διαδικασίας. Η Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασιλική Θεοδώρου" Αφού άκουσε τον παραπάνω Αντεισαγγελέα που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση έπειτα αποχώρησε. ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 

Με την από 21.7.2016 αίτηση του υπηκόου Γεωργίας, κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης προς έκτιση ποινής ισόβιας κάθειρξης και συνολικής ποινής φυλάκισης επτά (7) ετών για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας κατά συρροή, ληστείας κ.λπ. ζητείται η αναίρεση του υπ’αριθμόν 79/11.7.2016 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ανατολικής Κρήτης, με το οποίο απορρίφθηκε ως αβάσιμη η υπ’αριθμό ...3.2016 αίτηση του ανωτέρω για απόλυσή του από τις φυλακές κατ’άρθρο 110Α του ΠΚ υπό τον όρο της ανάκλησης, επειδή νοσεί από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS). Η αίτηση αναίρεσης έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και ως εκ τούτου πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ουσίαν. Κατά τη διάταξη του άρθρου 110Α του ΠΚ το οποίο έχει προστεθεί με την παράγρ. 3 του άρθρου 33 Ν. 2172/1993, τροποποιηθεί με το άρθρο 20 Ν. 37...2008 και με το άρθρο 4 του Ν. 4274/2014, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν.4322/2015 η δε παράγρ. 4 αντικαταστάθηκε επίσης με το άρθρο 23 του Ν. 4356/2015 και ισχύει πλέον ως εξής: "1. Η απόλυση υπό όρο χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 εφόσον ο κατάδικος νοσεί από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και υποβάλλεται σε αιμοκάθαρση ή από ανθεκτική φυματίωση ή είναι τετραπληγικός...2. Η απόλυση χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη της ελευθερίας ποινή: α) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας... β)...3. Στην περίπτωση ισόβιας κάθειρξης ο κρατούμενος που έχει ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω αν έχει εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο πέντε (5) έτη και στην περίπτωση που το έγκλημά του δεν είναι ανθρωποκτονία, ή δέκα (10) έτη σε κάθε άλλη περίπτωση εκτίει το υπόλοιπο της ποινής... 4. Η διακρίβωση των προηγουμένων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου ή από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών ή στην περίπτωση που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης από το Συμβούλιο Εφετών. Ο Εισαγγελέας μετά την υποβολή της αίτησης διατάσσει ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγουμένων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας αν αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κ.Ε.Π.Α.) και η διαδικασία της καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση του Κ.Ε.Π.Α υποβάλλεται από τον Εισαγγελέα στο αρμόδιο Συμβούλιο μαζί με την πρότασή του. Κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών μπορεί να ασκηθεί αναίρεση". Σε εκτέλεση της κατά τα ανωτέρω επιταγής της διάταξης του άρθρου 110Α ΠΚ, η οποία προβλέπει τη διεξαγωγή "ειδικής" πραγματογνωμοσύνης, εκδόθηκε η υπ'αριθμό 39067/4.6.2015 κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία ορίζει τα εξής: "1. Ο ειδικός πραγματογνώμονας ο οποίος ορίζεται από τον αρμόδιο Εισαγγελέα προκειμένου να διακριβώσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 110Α του Ποινικού Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 6 του ν. 4322/2015, υποβάλλει στον Διευθυντή του Καταστήματος Κράτησης αίτημα για την άμεση μεταγωγή του κρατουμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ. 2 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/99 ΦΕΚ Α 291/24-12-1999) σε δημόσιο νοσοκομείο, το οποίο έχει κλινική κατάλληλη για τη διάγνωση της συγκεκριμένης ασθένειας, εφόσον η διάγνωση της ασθένειας δεν είναι δυνατή από το Νοσοκομείο Κρατουμένων Κορυδαλλού. Ο κρατούμενος κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο δημόσιο νοσοκομείο, υποβάλλεται σε κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο που ορίζεται από τον Διευθυντή της οικείας κλινικής. Η φύλαξη του κρατουμένου γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Μετά το πέρας του ελέγχου συντάσσεται αιτιολογημένη γνωμάτευση και εκδίδεται σχετικό πιστοποιητικό από τον Διευθυντή της οικείας κλινικής, τα οποία τίθενται στον ιατρικό φάκελο του κρατουμένου. 4. Ο Διευθυντής του Καταστήματος Κράτησης ή ο Διευθυντής του Νοσοκομείου Κρατουμένων Κορυδαλλού διαβιβάζει αμέσως στον ειδικό πραγματογνώμονα τον ιατρικό φάκελο του κρατουμένου, ο οποίος, αφού τον συνεκτιμήσει, συντάσσει τη σχετική πραγματογνωμοσύνη, με την οποία διακριβώνεται η συνδρομή ή όχι των προϋποθέσεων των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 110Α του Ποινικού Κώδικα όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 6 του ν.4322/2015". Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η απόλυση υπό όρο δεν αποτελεί απαλλαγή από την ποινή, αλλά στάδιο εκτέλεσής της που επιδιώκει την αποτροπή της υποτροπής με τη βελτίωση του κατάδικου και την κοινωνική του αποκατάσταση (Ολ. ΑΠ 106/1991, ΑΠ 352/1999, δημοσ. ΝΟΜΟΣ) χορηγείται από το Συμβούλιο Εφετών, ανεξαρτήτως των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 του ΠΚ, όταν ο κατάδικος που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης νοσεί από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS), κατόπιν διενέργειας ειδικής ιατρικής πραγματογνωμοσύνης που διατάσσεται από τον Εισαγγελέα. Δηλαδή για να δικαιούται να απολυθεί ο κατάδικος υπό όρο πρέπει να νοσεί από αυτό (AIDS), δηλαδή δεν αρκεί να είναι μόνο φορέας του ιού HIV, αλλά πρέπει να εκδηλώνει συμπτώματα της νόσου. Δεν αρκεί επίσης ο κατάδικος να πάσχει από άλλη νόσο (π.χ. ηπατίτιδα C) αν αυτή δεν αποδεικνύεται ότι οφείλεται στο σύνδρομο ούτε αποτελεί σύμπτωμά του (π.χ. διότι χρονικά προηγείται της ανίχνευσης του ιού HIV). Αν η υγεία του κατάδικου επιδεινώνεται για λόγους που δεν ανάγονται στη συγκεκριμένη νόσο, το θέμα μπορεί να αντιμετωπισθεί με τη ρύθμιση του άρθρου 557 ΚΠΔ περί διακοπής εκτέλεσης της ποινής Περαιτέρω, η απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ’αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα προκύψαντα από τη διαδικασία πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η απορριπτική κρίση του Δικαστηρίου και οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα που λήφθηκαν υπόψη από το Δικαστήριο για την απορριπτική του κρίση για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ’είδος προσδιορισμός τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ) χωρίς να απαιτείται ειδικότερη αναφορά ή αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τί προέκυψε από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει με βεβαιότητα ότι το Δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μερικά από αυτά. Ακόμη δεν είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για τον σχηματισμό της δικανικής κρίσης. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα, αφού δεν εξαιρέθηκαν, ούτε προκύπτει ανάγκη αιτιολόγησης γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα, εντεύθεν και δεν αποτελεί λόγο αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η παράλειψη αξιολόγησης και αναφοράς κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη συσχέτισης των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές με την επίφαση της έλλειψης αιτιολογίας πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας (Ολ. ΑΠ 1/2005, ΑΠ 786/2015, ΑΠ 430/2015, ΑΠ 834/2016, ΑΠ 945/2016). Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. ε’ του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης της απόφασης αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διάταξης υπάρχει όταν το Δικαστήριο αποδίδει σε αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το Δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου πράγμα που συμβαίνει όταν το πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση (Ολ. ΑΠ 2/2011). Τέλος, η πραγματογνωμοσύνη διαλαμβάνεται μεταξύ των κυριοτέρων κατά τις προβλέψεις του άρθρου 178 περ. γ’ ΚΠΔ αποδεικτικών μέσων και διατάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 183 του ίδιου Κώδικα από τους ανακριτικούς υπαλλήλους ή το δικαστήριο ή με αίτηση κάποιου διαδίκου ή του Εισαγγελέα αν απαιτούνται ειδικές γνώσεις ορισμένης επιστήμης ή τέχνης για να γίνει ακριβής διάγνωση και κρίση κάποιου γεγονότος. Ως ιδιαίτερο δε είδος αποδεικτικού μέσου πρέπει να προκύπτει από την αιτιολογία της απόφασης ότι και αυτή έχει ληφθεί υπόψη για τον σχηματισμό της δικανικής πεποίθησης του Δικαστηρίου, απαίτηση που ικανοποιείται όχι μόνον όταν η πραγματογνωμοσύνη μνημονεύεται ειδικά μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, αλλά και όταν προκύπτει αναμφίβολα από τις παραδοχές της απόφασης, ότι τα πορίσματα του εν λόγω αποδεικτικού μέσου, έστω και αν αυτό δεν επισημαίνεται στο προοίμιο του σκεπτικού, ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο στη διαμόρφωση της δικανικής του πεποίθησης (ΑΠ 183/2013, ΑΠ 441/2014). Και τούτο διότι το κρίσιμο ζητούμενο για την πληρότητα της αιτιολογίας είναι η κατάφαση της πραγματικής εκτίμησης και αξιολόγησης του περιεχομένου της πραγματογνωμοσύνης και όχι απλώς η ρητή μνεία της τελευταίας μεταξύ των αποδεικτικών μέσων. Η πραγματογνωμοσύνη αυτή εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο ή το Δικαστικό Συμβούλιο κατ’εφαρμογή του άρθρου 177 του ίδιου Κώδικα με την έννοια ότι δεν το δεσμεύει η γνωμοδότηση των πραγματογνωμόνων. Οφείλει όμως όταν δεν αποδέχεται τα προκύπτοντα από αυτήν συμπεράσματα να δικαιολογεί την αντίθετη δικαστική του πεποίθηση, παραθέτοντας τα αποδεδειγμένα εκείνα πραγματικά περιστατικά τα οποία αποκλείουν αυτά που ο πραγματογνώμονας θέτει ως βάση της γνώμης του (ΑΠ 1637/2010). Στην προκειμένη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης με το υπ’αριθμό 79/11.7.2016 βούλευμά του απέρριψε την αίτηση για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο κατ’άρθρο 110Α του ΠΚ στον αναιρεσείοντα, κρατούμενο στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης με την υπ’αριθμό 876- 879/22.11.2013 απόφαση του Β’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε σε ποινή τέσσερις (4) φορές ισόβιας κάθειρξης και σε συνολική ποινή φυλάκισης επτά (7) ετών για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστείας με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την έκδοση της υπ’αριθμό 19/12.1.2015 απόφασης του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Στο σκεπτικό του προσβαλλομένου βουλεύματος το δικάσαν Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε ανελέγκτως κατά λέξη τα εξής: "Από την εκτίμηση των εγγράφων που συνυποβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση, την από 25.5.2016 ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε ο Καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων, διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής και Μονάδας Λοιμώξεων του ... (το περιεχόμενο της οποίας τέθηκε σε γνώση του αιτούντος αφού ρητά μνημονεύεται στο από 7.6.2016 υπόμνημά του), σε συνδυασμό με όσα εκθέτει ο αιτών στο από 7.6.2016 υπόμνημά του αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών, υπήκοος Γεωργίας, γεννηθείς στις 7.8.1986, κρατείται στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού, δυνάμει της υπ’αριθ. 876- 879/22.11.2013 απόφασης του Β’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε ομόφωνα σε ποινή τέσσερις (4) φορές ισόβιας κάθειρξης και σε συνολική ποινή φυλάκισης επτά (7) ετών, για τις πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστείας με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνης σωματική βλάβη κατά συρροή, που έλαβαν χώρα στη Φιλοθέη στις 9-7-2012 και στην Ηλιούπολη στις 30-5-2012, με έναρξη της ποινής του την 26-7-2012 (ημερομηνία προσωρινής κράτησης). Η άνω απόφαση έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη μετά την έκδοση της υπ’αριθμ. 19/12-1-2015 απόφασης του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη ως ανυποστήρικτη η έφεση του αιτούντος - καταδίκου κατ’αυτής. Ο άνω κατάδικος το έτος 2013 παρουσίασε πνευμονική φυματίωση για την οποία έλαβε πλήρη αντιφυματική αγωγή, μετά το πέρας της οποίας, τον 2/2014, οι εξετάσεις του ήταν αρνητικές για ενεργό φυματίωση (βλ. τις από 1-3-2016 και 29-3-2016 ιατρικές βεβαιώσεις του Επιμελητή Δ/ντη Παθολογίας Παθολογικής Κλινικής ... ...). Λόγω της ασθένειάς του αυτής τυγχάνει ευεργετικού υπολογισμού των ημερών της ποινής του (ήτοι η κάθε ημέρα παραμονής του στο κατάστημα κράτησης υπολογίζεται ως δυο ημέρες εκτιόμενης ποινής) από την 18-2-2013 έως και την 2-3-2016 (ημερομηνία σύνταξης του πίνακα υπολογισμού ποινής του ΚΚ Αλικαρνασσού), σύμφωνα με την υπ’ αριθμ…2013 απόφαση της Εισαγγελέως Επόπτη του Καταστήματος Κράτησης Κορυδαλλού. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο αιτών, εκτός της κρινόμενης αίτησης, είχε υποβάλλει προηγουμένως άλλες δυο (2), όμοιες κατά περιεχόμενο, αιτήσεις για απόλυσή τού υπό όρο κατ’άρθρο 110Α ΠΚ, επικαλούμενος ότι νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, οι οποίες απερρίφθησαν με τα υπ’αριθμ. 361/2014 και 53/2015 βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημ/κων Πειραιά και Κέρκυρας, αντίστοιχα, τα οποία δέχθηκαν στο σκεπτικό τους ότι ο αιτών δεν νοσεί από την νόσο AIDS αλλά ότι είναι απλός φορέας της νόσου ΗIV. Από το σύνολο των ιατρικών πιστοποιητικών που συνυποβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση και ιδίως από την από 25-5-2016 ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε ο Καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων, διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής και Μονάδας Λοιμώξεων του ... Α.Γ., προκύπτει ότι ο αιτών έχει ιστορικό HIV λοίμωξης (ΗIV σημαίνει Human Immunodeficiency Virus δηλαδή Ιός της Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας), ηπατίτιδας C και θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης. ...". Από τις άνω παραδοχές προκύπτει ότι το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την από το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΠΚ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ορθά υπήγαγε τα πρακτικά περιστατικά που προέκυψαν στις διατάξεις του άρθρου 110Α του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν τις παραβίασε ευθέως ούτε εκ πλαγίου δηλαδή με ελλιπή και αντιφατική αιτιολογία. Οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις του αναιρεσείοντος είναι αβάσιμες, αφού στην αιτιολογία του βουλεύματος αναφέρονται κατ’είδος τα αποδεικτικά μέσα μεταξύ των οποίων και η από 25.5.2016 ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη του ιατρού ... από τα οποία το Συμβούλιο συνήγαγε τα περιστατικά που προαναφέρθηκαν βάσει των οποίων έκρινε ότι ο αιτών - αναιρεσείων δεν νοσεί από σύνδρομο ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS), αλλά αυτός πάσχει από H.I.V. λοίμωξη, ανήκοντας σε κατηγορία πριν το τελευταίο στάδιο εξέλιξης αυτής σε στάδιο AIDS, συνακόλουθα δε ότι δεν συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο κατά το άρθρο 110Α του ΠΚ. Ακόμη αιτιολογείται με επάρκεια στο προσβαλλόμενο βούλευμα η αντίθετη κρίση του Συμβουλίου με όσα αναφέρονται στην ανωτέρω από 25.5.2016 ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη με την παράθεση των αποδεδειγμένων πραγματικών περιστατικών τα οποία αποκλείουν αυτά τα οποία η αντιθέτου περιεχομένου πραγματογνωμοσύνη θέτει ως βάση του συμπεράσματός της. Επομένως οι εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’ του ΚΠΔ λόγοι αναίρεσης με τους οποίους πλήττεται το προσβαλλόμενο βούλευμα αντιστοίχως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένης ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διάταξης είναι αβάσιμοι και συνακόλουθα η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί και καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 ΚΠΔ) σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ’αριθμό ...21.7.2016 αίτηση αναίρεσης του ... του ... (υπηκόου Γεωργίας) για αναίρεση του υπ’αριθμό 79/11.7.2016 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ανατολικής Κρήτης. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Δεκεμβρίου 2017. Και Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 26 Ιανουαρίου 2018.

 

Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΜΟΥ ΩΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΣ


Του Αντώνιου Αραβαντινού

Σαν στις υπόγοιες στοές
που βράδια σέρνονται σκιές
της φυλακής η κοινωνία
μοιάζει μ'αρχαία τραγωδία

Κατάδικοι με τη σειρά
Μπαίνουν το βράδυ στα κελιά
Κοιτούν ψηλά το εικονοστάσι
Όταν η μπάρα απ'έξω το μέταλλο χαράσσει

Ένας δεν λέει να κοιμηθεί
Ούτε λεπτό μην ξεχαστεί
Όλη τη νύχτα σκέπτεται
Στη λησμονιά αντιστέκεται

Τι έκανε; Τι έφτιαξε;
Τι τώρα ξεπληρώνει;
Σάβανο ποιος του'φτιαξε
Της φυλακής σεντόνι;

Μα κι'άλλη σκέψη τρομερή
Τον βρήκε απόψε στο κελί
Δικαιοσύνης αίθουσα
Δεν είναι λύση εξέχουσα

Κάνε Θεέ σαν κοιμηθεί
Αυτά που τώρα σκέπτεται
Να δει ότι τα ζει

Ναύπλιο, 24/12/1995

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...