Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Δίκη "μαύρης χήρας"




Δίκη "μαύρης χήρας": Ενστικτωδώς πιστεύω ότι δεν ομολόγησε κατ'αυτόν τον τρόπο που της αποδίδεται...ό,τι και να έγινε, όμως, σε περίπτωση που τα Δικαστήρια "υιοθετήσουν" τέτοιου είδους "ομολογίες", μαρτυροποιώντας τους εν στενή ή εν ευρεία εννοία προανακριτικούς υπαλλήλους, και δη αστυνομικούς, έτι δε περαιτέρω με δήθεν ολονύχτια παρουσία εισαγγελέα (αυτό κι εάν δεν το πιστεύω!), ανοίγουν επικίνδυνες ατραπούς και κερκόπορτες, που κάποτε -να το θυμηθούν- μπορεί και οι ίδιοι να αντιμετωπίσουν από ένα "παρακράτος". και ας μην λησμονήσουν ότι το παρακράτος, εάν δεν μπορεί να εκμαυλίσει τους δικαστές, τους εκμεταλλεύεται προσηκόντως!.

Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2016

Ολομέλεια Αρείου Πάγου: Ομόφωνα Αντισυνταγματικός ο νόμος Αθανασίου με αντίθετη εισαγγελική πρόταση



Απόφαση 3/2016

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΕ A’ ΤΑΚΤΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές της Α’ Τακτικής Ποινικής Ολομέλειας: Βασιλική Θάνου - Χριστοφίλου, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ευφημία Λαμπροπούλου, Γεράσιμο Φουρλάνο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη, Αντιπρόεδροι, Αντώνιο Ζευγώλη, Γεώργιο Σακκά-Εισηγητή, Χρυσούλα Παρασκευά, Ευγενία Προγάκη, Βασίλειο Πέππα, Χαράλαμπο Μαχαίρα, Χρήστο Βρυνιώτη, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα, Γεώργιο Αναστασάκο, Διονυσία Μπιτζούνη, Πέτρο Σαλίχο, Ιωάννη Φιοράκη, Αλεξάνδρα Κακκαβά, Ναυσικά Φράγκου, Μιλτιάδη Χατζήγεωργίου, Μαρία Παπασωτηρίου, και Γεώργιο Αποστολάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 22 Σεπτεμβρίου 2016, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαράλαμπου Βουρλιώτη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ. Μ. του Α., κατοίκου ..., που δεν παρέστη στο ακροατήριο, περί αναιρέσεως της 459, 493/2014 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, η οποία εισάγεται στην Α’ Τακτική Ποινική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, κατόπιν εκδόσεως της 415/2016 αποφάσεως του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου.
Με κατηγορούμενους τους: 1. Χ. Μ. του Α., 2. Γ. Π. του Α., κάτοικοι ... 3. Η. Τ. του Ν., κάτοικο ... και 4. Π. Ψ. του Κ., κάτοικο ..., που δεν παρέστησαν. Με Πολιτικώς Ενάγοντα τον Π. Κ. του Γ., κάτοικο ..., που δεν παρέστη.
Το Τριμελές Εφετείο Πατρών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή.
Ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9 Σεπτεμβρίου 2014 αίτησή του αναιρέσεως η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 847/2014.
Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 415/2016 απόφαση του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που παρέπεμψε την υπόθεση στην Α’ Τακτική Ολομέλεια του Δικαστηρίου αυτού.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε τα εξής: Με την υπ’αριθμ. 459,493/2014 απόφασή του, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Πατρών, κήρυξε ένοχο το Χ. Μ. του Α., για την πράξη της παράβασης καθήκοντος κατ’εξακολούθηση και του επέβαλε ποινή φυλάκισης οκτώ (8) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε για τρία χρόνια. Με την ίδια απόφαση και για την ίδια πράξη αθωώθηκαν οι συγκατηγορούμενοι του ανωτέρω Η. Τ., Π. Ψ. και Γ. Π., ενώ αθωώθηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι για την αξιόποινη πράξη της υπεξαγωγής εγγράφων. Κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκε αίτηση αναιρέσεως τόσο από τον καταδικασθέντα Χ. Μ. όσο και από τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Το ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, με την υπ’αριθμ. 415/2016 απόφασή του, κάνοντας δεκτή την αίτηση αναιρέσεως του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αναίρεσε την προσβαλλόμενη, ως άνω, απόφαση, κατά την αθωωτική της διάταξη για την πράξη της υπεξαγωγής εγγράφων και παρέπεμψε την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως. Ωσαύτως, με την ίδια απόφασή του έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι δεν πρέπει να εφαρμοσθεί, ως αντισυνταγματικός, ο επιεικέστερος για τον αναιρεσείοντα - κατηγορούμενο Χ. Μ. νόμος και συγκεκριμένα η υποπαράγραφος ΙΕ-12 της πρώτης παραγράφου του άρθρου πρώτου του ν. 4254/7.4.2014, με την οποία καταργήθηκε το εδάφιο δ’ από το άρθρο 263Α του ΠΚ. Μετά ταύτα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 παρ. 1 και 2 του Ν. 1756/1988 και 3 παρ. 3 του Ν. 3810/1957, όπως οι παράγραφοι του πρώτου από τα άρθρα αυτά αντικαταστάθηκαν από τα άρθρα 16 παρ. 1 του Ν. 2331/1993 και 3 παρ. 6 του Ν. 2479/1997, αντιστοίχως, παρέπεμψε την υπ’αριθμ. 30/2014 αίτηση αναιρέσεως του Χ.Μ. στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, προκειμένου να κριθεί αν η απάλειψη του εδαφίου δ’ από το άρθρο 263Α του ΠΚ, με την υποπαράγραφο ΙΕ-12 της πρώτης παραγράφου του ν. 4254/7.4.2014, αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 47 παρ. 3, 4 και 26 του Συντάγματος, επιφυλασσόμενο ως προς την έρευνα του δεύτερου λόγου της υπ’αριθμ. 31/6-10-2014 αναιρέσεως του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με τον οποίο πλήττεται το αθωωτικό σκέλος της αυτής, ως άνω, προσβαλλόμενης αποφάσεως. Κατά το άρθρο 26 του Συντάγματος "1. η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. 2. Η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση. 3. Η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια’ οι αποφάσεις Τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού". Κατά τη διάταξη δε του άρθρου 93 παρ. 4 του Συντάγματος "4. Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα". Εξάλλου, όπως ορίζεται στο άρθρο 47 παρ. 3 και 4 του Συντάγματος "...3. Αμνηστία παρέχεται μόνο για πολιτικά εγκλήματα, με νόμο που ψηφίζεται από την Ολομέλεια της Βουλής με πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών. 4. Αμνηστία για κοινά εγκλήματα δεν παρέχεται ούτε με νόμο". Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η παροχή αμνηστίας είναι πάντοτε μεταγενέστερη της πράξης στην οποία αφορά, ανατρέχει αναδρομικά στην τέλεση αυτής, επιφέρει οριστική αναστολή της εφαρμογής του ποινικού νόμου ως προς τη συγκεκριμένη αυτή πράξη και εκμηδενίζει το έγκλημα που τελέσθηκε. Με την αμνηστία ο νομοθέτης επιδιώκει τον κατευνασμό των παθών και την αποκατάσταση της πολιτικής ομαλότητας και της κοινωνικής γαλήνης και αυτός είναι ο λόγος που η παροχή της περιορίζεται μόνο στα πολιτικά και όχι στα κοινά εγκλήματα. Με την αμνηστία αίρεται αναδρομικά το αξιόποινο της πράξης και καταργούνται όλες οι τυχόν άλλες συνέπειές της, η ασκηθείσα δε ποινική δίωξη άγεται εν τέλει σε οριστική παύση (άρθρα 310 παρ. 1, 370 ΚΠΔ), χωρίς, όμως, να αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξης που αμνηστεύεται [ΟλΑΠ 11/2001]. Στην προκειμένη περίπτωση, το ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, με την ανωτέρω απόφασή του, έκρινε, κατά το άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος, ότι η διάταξη της υποπαραγράφου ΙΕ-12 της πρώτης παραγράφου του άρθρου πρώτου του ν. 4254/7.4.2014, με την οποία απαλείφθηκε το εδάφιο δ’ από το άρθρο 263Α του ΠΚ, δεν πρέπει να εφαρμοσθεί, ως αντισυνταγματική, διότι αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 47 παρ. 3 και 26 του Συντάγματος, διαλαμβάνοντας στην κατά τούτο αιτιολογία τα εξής: "...σελ. 17 έως 25...". Κατά τη διάταξη του άρθρου 263Α παρ. 1 ΠΚ, όπως ίσχυε πριν από την, κατά τα άνω, τροποποίησή της με την απάλειψη της περίπτωσης δ’, "Για την εφαρμογή των άρθρων 235, 236, 239, 241, 42, 243, 245, 246, 252, 255, 256, 257, 258, 259, 261, 262 και 263 ΠΚ, υπάλληλοι θεωρούνται, εκτός από αυτούς που αναφέρονται στο άρθρο 13, οι δήμαρχοι, οι πρόεδροι κοινοτήτων και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιανδήποτε ιδιότητα: α)...β)...,γ)...και δ) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου στα οποία κατά τις κείμενες διατάξεις μπορούν να διατεθούν από το Δημόσιο, από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή από τις πιο πάνω τράπεζες επιχορηγήσεις ή χρηματοδοτήσεις". Όπως δε σημειώνεται στη σχετική εισηγητική έκθεση του ν. 4254/7.4.2014, σκοπός της συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας ήταν "ο περιορισμός της ισχύουσας υπερβολικής διευρύνσεως της έννοιας του υπαλλήλου", που επήλθε με τον "αποχαρακτηρισμό", ως υπαλλήλων, όσων υπηρετούν στα ανωτέρω νομικά πρόσωπα.
Ακολούθως, με το άρθρο 50 του Ν. 4262/10.5.2014, τροποποιήθηκε εκ νέου το άρθρο 263Α ΠΚ, με την επανανομοθέτηση της καταργηθείσας, ως άνω, περίπτωσης δ’ με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο, ως περίπτωση ε’ της πρώτης παραγράφου του άρθρου 263 Α ΠΚ, διότι, κατά την εισηγητική έκθεση, η συγκεκριμένη περίπτωση παραλείφθηκε από παραδρομή κατά την μεταφορά του άρθρου αυτού, όπως τροποποιείτο, στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο ψηφίσθηκε ως νόμος του Κράτους και έλαβε τον αριθμό 4254/2014. Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της υποπαραγράφου ΙΕ-12 της πρώτης παραγράφου του άρθρου πρώτου του ν. 4254/7.4.2014, με την οποία απαλείφθηκε το εδάφιο δ’ από το άρθρο 263Α του ΠΚ, δεν υπόκειται αντισυνταγματικότητα του νόμου, δεδομένου ότι η επιλογή της θέσπισης, αντικατάστασης, τροποποίησης ή κατάργησης νόμων, μεταξύ των οποίων και αυτοί που περιέχουν ποινικές διατάξεις, εναπόκειται στη βούληση και την κρίση του νομοθέτη, στο πλαίσιο της συνταγματικά κατοχυρωμένης διάκρισης των εξουσιών. Αλλ’ούτε και από το περιεχόμενο της συνοδεύουσας αυτόν εισηγητικής έκθεσης προκύπτει ότι υποκρύπτεται αμνηστία, αφού η διεύρυνση ή περιορισμός της αυθεντικά προσδιοριζόμενης, δηλαδή απευθείας από το νόμο, έννοιας του "υπαλλήλου" ανήκει αποκλειστικά στη διακριτική λειτουργική ευχέρεια του νομοθέτη. Η μεταγενέστερη παρέμβαση του νομοθέτη, ο οποίος έσπευσε, με το άρθρο 50 του ν. 4262/2014, να επαναφέρει την καταργηθείσα, κατά τα άνω, διάταξη, δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο για την κατάφαση της αντισυνταγματικότητας της διάταξης του προγενέστερου νόμου και συγκεκριμένα της υποπαραγράφου ΙΕ-12 της πρώτης παραγράφου του άρθρου πρώτου του ν. 4254/7.4.2014, καθόσον η αντισυνταγματικότητα ενός νόμου κρίνεται αποκλειστικά από το περιεχόμενό του και όχι από τη συσχέτισή του με το περιεχόμενο άλλων νομοθετικών κειμένων, προγενέστερων ή μεταγενέστερων της επίμαχης διάταξης, όπως στην προκείμενη περίπτωση. Αλλ’ ούτε και ο χρόνος, κατά τον οποίο εκδηλώθηκε η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, προσφέρεται για την εξαγωγή οποιουδήποτε συμπεράσματος, αφού το στοιχείο αυτό, εκτός του ότι δεν συνάπτεται με τον προγενέστερο, αλλά ανάγεται στα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το μεταγενέστερο νόμο, από την ψήφιση μάλιστα του οποίου ανέκυψε και ο σχετικός προβληματισμός, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει ενδεικτικό κριτήριο για τη διακρίβωση υποκρυπτόμενης αμνηστίας που παρασχέθηκε με τις διατάξεις του προηγούμενου νόμου, το περιεχόμενο του οποίου, ως είχε, ουδόλως παρέπεμπε σε τέτοιο ενδεχόμενο. Αλλ’ούτε και το γεγονός ότι στην εισηγητική έκθεση δεν διαλαμβάνεται σκέψη που να δικαιολογεί την περί ης ο λόγος κατάργηση της περίπτωσης δ’ και την τύχη των εκκρεμών δικογραφιών, ως μέτρο αντεγκληματικής πολιτικής ή αποσυμφόρησης των φυλακών, μπορεί να τεκμηριώσει αντισυνταγματικότητα του νόμου, αφού σαφώς αναφέρεται ότι με τη συγκεκριμένη νομοθετική παρέμβαση επιδιώκεται ο περιορισμός της υφιστάμενης υπερβολικής διεύρυνσης της έννοιας του "υπαλλήλου", ενώ ως προς τη διαδικαστική εξέλιξη των εκκρεμών υποθέσεων, αλλά και τις επιβληθείσες ποινές για τα διαπραχθέντα συναφή εγκλήματα, δεν ήταν αναγκαία οποιαδήποτε πρόβλεψη, με δεδομένο ότι στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 2 ΠΚ. Η διάταξη που τέθηκε στη θέση της καταργηθείσας περίπτωσης δ’ της πρώτης παραγράφου του άρθρου 263 Α ΠΚ, σύμφωνα με την οποία θεωρούνται ως "υπάλληλοι" όσοι υπηρετούν σε διάφορους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν αποτελεί ουσιαστικά διεύρυνση του κύκλου των ευθυνόμενων προσώπων, διότι στα πρόσωπα αυτά είχε ήδη προσδοθεί η ιδιότητα του υπαλλήλου, σύμφωνα με το περιεχόμενο διεθνών Συμβάσεων με αντικείμενο τη διαφθορά, που υπογράφηκαν και κυρώθηκαν από την Ελλάδα με διάφορους νόμους και η σχετική προσαρμογή στην ελληνική νομοθεσία ήταν υποχρεωτική. Βεβαίως, είναι αναμφισβήτητο ότι με την κατάργηση και στη συνέχεια την επαναφορά σε ισχύ της περίπτωσης δ’ της πρώτης παραγράφου του άρθρου 263Α ΠΚ, ευνοούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 ΠΚ, όσοι, θεωρούμενοι μέχρι τότε "υπάλληλοι", έχουν κατηγορηθεί για την τέλεση υπηρεσιακών εγκλημάτων μέχρι και την 10η Μαΐου 2014, οπότε επαναθεσπίσθηκε, με το άρθρο 50 του ν. 4262/2014 και άρχισε να ισχύει, ως περίπτωση ε’ του άρθρου 263 Α ΠΚ, η απαλειφθείσα, με την υποπαράγραφο ΙΕ-12 της πρώτης παραγράφου του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014, περίπτωση δ’ του άνω άρθρου του ίδιου Κώδικα. Από τη διαπίστωση, όμως, ότι οι συγκεκριμένες επιλογές του νομοθέτη και κυρίως με τον τρόπο που αυτές αποτυπώθηκαν στο νόμο ήταν πράγματι εσπευσμένες, πρόχειρες, δικαιοπολιτικά άστοχες και μη εναρμονισμένες με τις περί δικαίου και ηθικής κρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις, δεν συνάγεται, άνευ ετέρου, ότι η ανωτέρω διάταξη, με την οποία τροποποιήθηκε το άρθρο 263Α ΠΚ, αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 26 και 47 παρ. 3 και 4 του Συντάγματος. Κι αυτό, διότι ο δικαστής έχει την εξουσία και την υποχρέωση να μην εφαρμόζει νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα, χωρίς, όμως, υπερβαίνοντας τα εκ της διατάξεως του άρθρου 93 παρ. 3 του Συντάγματος όρια του ελέγχου της συνταγματικότητας του νόμου, ο οποίος πραγματοποιείται με βάση και μόνο το περιεχόμενό του και αποκλειστικά με νομικά κριτήρια, να υποκαθιστά στη λειτουργική του αρμοδιότητα το νομοθέτη. Άλλωστε, εκτός από τις περιπτώσεις των άρθρων 25 του ν. 2721/1999 και 1 παρ. 1 στοιχ. β’ του ν. 1240/1982, των οποίων το ζήτημα της τυχόν αντισυνταγματικότητάς τους δικαιολογημένα απασχόλησε, λόγω του περιεχομένου τους, την Ολομέλεια του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, που αποφάνθηκε αρνητικά με τις υπ’ αριθμ. 11/2001 και 672/1982 αποφάσεις της, αντιστοίχως, το ίδιο, ευνοϊκό για ορισμένη κατηγορία κατηγορουμένων αποτέλεσμα, κατά το άρθρο 2 ΠΚ, είχε η κατά καιρούς τροποποίηση διάφορων ποινικών νόμων, όπως η προσθήκη, με το άρθρο 68 του ν. 4139/2013, στην τρίτη παράγραφο του άρθρου 235 ΠΚ, της φράσεως "δε συνιστά δωροδοκία η απλή υλική παροχή προς έκφραση ευγνωμοσύνης", η οποία απαλείφθηκε και αυτή με την υποπαράγραφο ΙΕ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 ή η αύξηση, με το άρθρο 8 του ν. 4337/2015, του απαιτούμενου ελάχιστου χρηματικού ορίου για τη θεμελίωση του αξιοποίνου της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, από το ποσό των 50.000 σε εκείνο των 100.000 ευρώ. Επίσης, προς την ίδια κατεύθυνση ήταν και οι ρυθμίσεις του άρθρου 25 παρ. 1 και 2 του ν. 4055/2012, με την αναπροσαρμογή των ποσών (προκειμένου για την κατ’επάγγελμα τέλεση της πράξης από το υπερβαίνον τις 15.000 σε αυτό που υπερβαίνει τις 30.000 ευρώ και αναφορικά με το αντικείμενο της πράξης, το συνολικό όφελος ή τη συνολική ζημία, από το υπερβαίνον τις 73.000 σε αυτό που υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ), που μετέβαλαν το χαρακτήρα σημαντικών αξιόποινων πράξεων, όπως της δωροδοκίας βουλευτών, νομαρχιακών, δημοτικών ή κοινοτικών συμβούλων και μελών αυτοδιοικητικών συμβουλίων ή επιτροπών αυτών (άρ. 159 ΠΚ), της πλαστογραφίας (άρ. 216 παρ. 3 ΠΚ), της ψευδούς βεβαίωσης (άρ. 242 παρ. 3 ΠΚ), της απιστίας σχετικά με την υπηρεσία (άρ. 256 περ. γ’ ΠΚ), της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία (άρ. 258 περ. γ’ ΠΚ), της κλοπής (άρ. 374 περ. ε’ ΠΚ), της [κοινής] υπεξαίρεσης (άρ. 375 παρ. 1 εδ. β’ και 2 εδ. β’ ΠΚ), της απάτης (άρ. 386 παρ. 3 ΠΚ) και της [κοινής] απιστίας (άρ. 390 ΠΚ), με αποτέλεσμα τη μετάπτωσή τους από ιδιαίτερα διακεκριμένες σε κοινές περιπτώσεις εγκληματικής συμπεριφοράς και κατά κανόνα την εξάλειψη του αξιοποίνου τους, λόγω παραγραφής. Κατά συνέπεια όσων προεκτέθηκαν, πρέπει να κριθεί από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου Σας ότι η υποπαράγραφος ΙΕ-12 της πρώτης παραγράφου του άρθρου πρώτου του ν. 4254/7.4.2014, με την οποία καταργήθηκε η περίπτωση δ’ του άρθρου 263Α του ΠΚ, δεν αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 47 παρ. 3, 4 και 26 του Συντάγματος και ακολούθως να αναπεμφθεί η υπόθεση στο ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα του Δικαστηρίου Σας, ώστε να αποφανθεί σχετικά επί της υπ’αριθμ. 30/2014 αιτήσεως αναιρέσεως του Χ.Μ. και να προέλθει στην έρευνα του δεύτερου λόγου της υπ’αριθμ. 31/2014 αιτήσεως αναιρέσεως του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για την οποία έχει επιφυλαχθεί.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την 415/2016 απόφαση του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου παραπέμφθηκε στην Τακτική (Ποινική) Ολομέλεια, επειδή η πλειοψηφία του αρνήθηκε να εφαρμόσει επιεικέστερο για τον αναιρεσείοντα - κατηγορούμενο νόμο ως αντισυνταγματικό (αρθρ. 23 παρ. 1, 2 ν. 1756/1988 και 3 παρ. 3 του ν. 3810/1957, όπως ισχύουν σήμερα), το ζήτημα αν αντιβαίνει η κατάργηση της περ. δ’ του άρθρ. 263 Α ΠΚ, με την υποπαράγραφο ΕΕ.12 της παραγράφου ΙΕ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014, στα άρθρα 47 παρ. 3 και 4 και 26 του Συντάγματος. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου με τη σύμφωνη γνώμη της Προέδρου του Αρείου Πάγου, κλήτευσε νόμιμα και εμπρόθεσμα τον αναιρεσείοντα Χ.Μ., τον πολιτικώς ενάγοντα Π.Κ. και τους λοιπούς κατηγορουμένους Η. Τ., Π. Ψ. και Γ. Π. (άρθρα 513 παρ.1 και 155 παρ. 1 και 2 ΚΠΔ), για να εμφανιστούν στην παρούσα συνεδρίαση της 22-9-2016 (βλ. τα από 4-7-2016, 6-7-2016, 13-7-2016 αποδεικτικά της επιμελήτριας στην Εισαγγελία Αιγίου Ι. Σ. και τα από 27-6-2016 αποδεικτικά του επιμελητή στην Εισαγγελία Πατρών Α. Χ.), εκείνοι όμως δεν εμφανίστηκαν κατά την εκφώνηση της υποθέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου (άρθρο 513 παρ. 3 ΚΠΔ).
Με τις διατάξεις του άρθρου 26 του Συντάγματος εισάγεται η θεμελιώδης αρχή της διάκρισης των κρατικών λειτουργιών και ορίζεται ότι: "1. Η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. 2. Η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση. 3. Η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια, οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού λαού". Εξάλλου, κατά το άρθρο 47 παρ. 3 και 4 του Συντάγματος : "3. Αμνηστία παρέχεται μόνο για πολιτικά εγκλήματα, με νόμο που ψηφίζεται από την Ολομέλεια της Βουλής με πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών. 4. Αμνηστία για κοινά εγκλήματα δεν παρέχεται ούτε με νόμο. Αμνηστία, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, αποτελεί η αναδρομική εξάλειψη του αξιοποίνου ορισμένων τελεσθέντων ήδη εγκλημάτων, με αποτελέσματα το απαράδεκτο της δίωξής τους, την οριστική παύση των ασκηθεισών ποινικών διώξεων και την εξαφάνιση των τυχόν εκδοθεισών καταδικαστικών αποφάσεων. Από την αμνήστευση των εγκλημάτων που τελέσθηκαν δεν επηρεάζεται η ποινική πρόβλεψη και ο άδικος χαρακτήρας των εγκλημάτων καθεαυτών. Η αμνήστευση αφορά μόνο τα συγκεκριμένα εγκλήματα που έχουν ήδη διαπραχθεί. Με την αμνηστία παρέχεται επομένως νομοθετική άφεση της ποινικής ευθύνης ορισμένων δραστών. Έτσι όμως η αμνηστία αποτελεί επέμβαση της νομοθετικής εξουσίας στα έργα της δικαστικής, αφού με νομοθετικό μέτρο είτε ατομικό είτε αναφερόμενο σε συγκεκριμένο κύκλο περιπτώσεων και προσώπων, κηρύσσει μη τελεσθέντα τα διαπραχθέντα ήδη εγκλήματά τους, αφαιρώντας την επί αυτών κρίση από τα δικαστήρια και καταργώντας όσες καταδικαστικές αποφάσεις έχουν τυχόν εκδοθεί. Είναι επομένως η αμνηστία ασυμβίβαστη προς τη διάκριση των εξουσιών. Γι’αυτό απαγορεύεται με την ως άνω διάταξη του άρθρου 47 παρ. 4 του Συντάγματος. Η δυνατότητα αμνήστευσης περιορίζεται, με τη διάταξη της παρ. 3 του ιδίου άρθρου, μόνο στα "πολιτικά εγκλήματα", με σκοπό τον κατευνασμό των πολιτικών παθών και την αποκατάσταση της κοινωνικής γαλήνης, υπό την προϋπόθεση πάντως της αυξημένης ως άνω πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών. Το πότε πρόκειται για αμνηστία αποτελεί ζήτημα νομικού χαρακτηρισμού, που απόκειται στα δικαστήρια, ανεξάρτητα από την ονομασία που χρησιμοποιήθηκε στο κείμενο της νομοθετικής διάταξης ή τον τρόπο που χρησιμοποίησε ο νομοθέτης για τη συγκάλυψη της πραγματικής νομικής φύσης του λαμβανομένου νομοθετικού μέτρου. Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 263Α περ. δ΄ του ΠΚ όριζε ότι για την εφαρμογή των άρθρων 235, 236, 239, 241, 242, 243, 245, 246, 252, 253, 255, 256, 257, 258, 259, 261, 262 και 263 ΠΚ υπάλληλοι θεωρούνται και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, στα οποία, κατά τις κείμενες διατάξεις, μπορούν να διατεθούν από το Δημόσιο, από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή από τράπεζες επιχορηγήσεις ή χρηματοδοτήσεις. Η διάταξη αυτή κατά το μέρος που αφορά τα εν λόγω νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου καταργήθηκε με την υποπαράγραφο ΙΕ 42 της παραγράφου ΙΕ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014, που ίσχυσε από 7-4-2014. Η κατάργηση αυτή έγινε, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού, προκειμένου να περιορισθεί η υπερβολική διεύρυνση της έννοιας του υπαλλήλου. Όμως, η καταργηθείσα αυτή διάταξη επαναφέρθηκε με το άρθρο 50 του ν. 4262/2014, που ισχύει από 10-5-2014, με την εξής αιτιολογία κατά την εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού: "Με την προτεινόμενη ρύθμιση επαναφέρεται σε ισχύ η περίπτωση δ’ του άρθρου 263 Α του ΠΚ, η οποία από παραδρομή παραλείφθηκε κατά τη μεταφορά του άρθρου αυτού, όπως τροποποιείτο, στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο ψηφίσθηκε ως νόμος του Κράτους, και έλαβε τον αριθμό 4254/2014". Η τροποποίηση αυτή αφορούσε και υπαλλήλους που υπηρετούν σε όργανα ή οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των μελών του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διευρύνοντας έτσι τον κύκλο των ευθυνόμενων προσώπων. Συνακόλουθα, η κατάργηση της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 263 Α περ. δ’ του ΠΚ είχε ως επακόλουθο, για το διάστημα από 7-4-2014 μέχρι 10-5-2014 και για τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα, στα οποία υπάγονται και οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί του ν. 2810/2000 "Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις", που μπορούν να επιδοτηθούν είτε από το Δημόσιο, είτε να χρηματοδοτηθούν είτε από το Δημόσιο είτε διαμέσου Τραπεζών του Δημοσίου (αρθρ. 35 και 36 ν. 2810/2000), ότι δεν θα εφαρμοζόταν η διάταξη του άρθρου 263 Α ΠΚ, αφού οι υπάλληλοί τους δεν θα θεωρούνταν υπάλληλοι με την έννοια του νόμου. Επίσης η διάταξη αυτή δεν θα έπρεπε να εφαρμοστεί και για όλες τις αναφερόμενες σ’αυτήν αξιόποινες πράξεις, για τις οποίες έχουν καταδικαστεί υπάλληλοί τους μέχρι 7-4-2014 και δεν έχει καταστεί αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, σύμφωνα με την αρχή της διάταξης του άρθρου 2 ΠΚ, δηλαδή της αναδρομικής ισχύος του ευμενέστερου για τον κατηγορούμενο νόμου.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η απάλειψη της περ. δ’ του άρθρου 263 Α του ΠΚ, που έχει ως αποτέλεσμα αναδρομικά την άρση του αξιοποίνου της αξιόποινης πράξης μιας ειδικής κατηγορίας κρατικών υπαλλήλων (υπαλλήλων ΝΠΙΔ) ακόμη και για σοβαρές εκκρεμείς σε οποιοδήποτε στάδιο κακουργηματικές πράξεις και η αιτιολόγηση γι’αυτήν, ότι οφείλεται σε απλή "παραδρομή" του νομοθέτη, δεν αντέχουν στη λογική και υποκρύπτουν συγκεκαλυμμένη αμνηστία, ώστε να αρθεί η ποινική ευθύνη προσώπων της ανωτέρω ειδικής κατηγορίας της περ. δ’ του άρθρου 263 Α του ΠΚ, κατά των οποίων υπάρχει εκκρεμής κατηγορία ή και καταδίκη, μολονότι κατά το Σύνταγμα αμνηστία για κοινά εγκλήματα δεν παρέχεται ούτε με νόμο (άρθρο 47 παρ. 4 του Συντάγματος). Γι’αυτό η ανωτέρω διάταξη της υποπαραγράφου ΙE. 12 της παραγράφου ΙΕ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014, με την οποία καταργήθηκε η περιπτ. δ’ του άρθρου 263Α του ΠΚ, είναι αντισυνταγματική και ανεφάρμοστη κατά το άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος, διότι αντιβαίνει στα άρθρα 47 παρ. 3 και 4 και 26 του Συντάγματος. Επομένως, το ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου ορθά έκρινε με το να αρνηθεί να εφαρμόσει αυτεπαγγέλτως την ευμενέστερη ανωτέρω διάταξη για τον κατηγορούμενο (αναιρεσείοντα), ο οποίος καταδικάστηκε ως Πρόεδρος του ΔΣ του Αγροτικού Συνεταιρισμού ..., υπάλληλος κατά την έννοια του άρθρου 263 Α του ΠΚ, για παράβαση καθήκοντος κατ’εξακολούθηση (αρθρ. 98, 259 ΠΚ) σε ποινή φυλακίσεως οκτώ (8) μηνών. Στη συνέχεια πρέπει να αναπεμφθεί η υπόθεση στο ΣΤ’ Ποινικο Τμήμα του Αρείου Πάγου, προκειμένου να αποφανθεί επί της υπ’αριθμ. 30/2014 αιτήσεως αναιρέσεως του Χ. Μ. και να προχωρήσει στην έρευνα του δεύτερου λόγου της υπ’αριθμ. 31/2014 αιτήσεως αναιρέσεως του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για τον οποίο έχει επιφυλαχθεί και πλήττει με αυτόν το αθωωτικό σκέλος της προσβαλλόμενης απόφασης, με το οποίο κηρύχθηκαν αθώοι οι συγκατηγορούμενοι του αναιρεσείοντος, Η. Τ. του Ν., Π. Ψ. του Κ. και Γ. Π. του Α., για την αξιόποινη πράξη της παράβασης καθήκοντος κατ’εξακολούθηση.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αποφαίνεται ότι η υποπαράγραφος ΙΕ, 12 της παραγράφου ΙΕ του άρθρου πρώτου του ν.4254/2014, με την οποία καταργήθηκε η περιπτ. δ’ του άρθρου 263 Α του ΠΚ, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 47 παρ.3 και 4 και 26 του Συντάγματος.
Αναπέμπει την υπόθεση στο ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, προκειμένου να αποφανθεί επί της υπ’αριθμ. 30/2014 αιτήσεως αναιρέσεως του Χ. Μ. και να προχωρήσει στην έρευνα του δεύτερου λόγου της υπ’αριθμ. 31/2014 αιτήσεως αναιρέσεως του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Νοεμβρίου 2016.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 16 Νοεμβρίου 2016.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2016

Δικαστές του Κεφαλαίου


δικαιοσύνη πότε με επισκέπτεσαι
και πότε μ'εγκαταλείπεις,
διερωτήθηκα
το όνομά μου γράφεται με Δ κεφαλαίο,
απεφάνθης
δεν τη λες και υποκρισία την εγωιστική φύση σου
πλάστηκες να δικάζεις ανθρώπους
ανθρωπάκια, καταδικασμένους από κούνια,
έλαβαν το λόγο και οι τύψεις
σαν περιτυλίγεις το σχοινί
εσύ μια άλλη δήμιος του καθωσπρέπει
στη δεσποτική ετυμηγορία που προτρέχει
κοίτα από πάνω, λίγο τυφλή σαν είσαι
μήπως τα παράπονα ζητάνε δικαίωση
μεγαλειώδης η ετυμηγορία σου
σχοινοβατεί μεταξύ ένοχων λέξεων
και αθώων συναισθημάτων
πριν συντάξεις το απόσπασμα
πυροβόλισε λίγη αλήθεια
πασπαλισμένη από την επιείκεια του επίγειου
η θέωση ανήκει στους δικαστές
που σκότωσαν οι αναμνήσεις
από εκείνους που ήθελαν να γράφεται το όνομά τους
με Δ κεφαλαίο
στήθηκαν στο απόσπασμα της Λήθης
κεφαλαία και αυτή και μεγαλειώδης
το ήξερα ότι θα με καταδικάσεις...

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

Το ακατανόητο


Στ'αλήθεια, το βράδυ περίμενες
πως η νύχτα δεν ερωτοτροπεί μαζί του
γιατί τέτοια λύσσα μετά τα μεσάνυχτα
ν'ανοίξεις λογαριασμούς με το σκοτάδι
το ήξερα, περίπατο διάβαινες
που να'ξερες τα ταξίδια καταλήγουν στον Άδη
η γάτα απέναντι, τα νύχια στη θέση τους
η όρεξη για ζωή γαντζώνεται
σ'ένα θύραμα αθέατο από πάθη
ανίερο, σκοτεινό μονοπάτι επέλεξες
για ομπρέλα στο μαύρο
σαν μου θύμησες το δικό μου πεπρωμένο
και οι θύμησες αρπάξαν ένα αύριο
για θυσία στην ακατόρθωτη τύψη
μα υπάρχω γιατί σε πρόδωσα
εξαφανίσου, εάν μ'αγάπησες, ένα βράδυ

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών: Χορηγούνται οι απορριπτικές διατάξεις στον μηνυόμενο


Από 04-11-2016 χάρη στην πρωτοβουλία του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, κ. Ηλία Ζαγοραίου, και κατόπιν αποφάσεως της νέας Προϊσταμένης του Τμήματος Προσδιορισμού, κ. Ολυμπίας Κλειτσάκη, αποκαταστάθηκαν τα του νόμου ευνόητα και προβλεπόμενα, και μεταλλάχθηκε η πάγια τακτική της Εισαγγελίας να μην χορηγεί αντίγραφα των απορριπτικών διατάξεων των μηνύσεων, μέχρι να αποφανθεί ο Εισαγγελέας Εφετών μετά από τυχόν άσκηση προσφυγής, ή μέχρι να παρέλθει η τρίμηνη προθεσμία για την άσκηση προσφυγής.
Η προηγούμενη πάγια τακτική, κληρονομηθείσα τινί τρόπω από συγκεκριμένη Εισαγγελέα, που την είχε εισαγάγει και επιβάλει, μαζί με την περιστολή των δικαιωμάτων των διαδίκων να λαμβάνουν αντίγραφα της δικογραφίας που τους αφορά, τέθηκε στο περιθώριο και σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες κατόπιν συσκέψεως υπό του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας, που έδειξε αμέριστο ενδιαφέρον για το θέμα, αποφασίστηκε να χορηγείται η απορριπτική διάταξη ακόμη και στον μηνυόμενο, με την επισήμανση επί του σώματός της, ότι δεν έχει παρέλθει η παραπάνω τρίμηνη προθεσμία.
Η εν λόγω εξέλιξη αποτελούσε αίτημα του νομικού κόσμου, και έλαβε χώρα με πρωτοβουλία συγκεκριμένου διαδίκου και του δικηγόρου του, που θεώρησε ότι έπρεπε να θέσει αρμοδίως το εν λόγω νομικό ζήτημα, που επιζητούσε επί χρόνια επίλυση.
Η δημοκρατική και νόμιμη λειτουργία των Θεσμών, και δη της Δικαιοσύνης, είναι κατάκτηση και ο επιστημονικός διάλογος δεν μπορεί να παρεμποδίζεται από εγωιστικές προσεγγίσεις, του τύπου ότι μία παράνομη πάγια τακτική είχε καταστεί "θέσφατο".

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

Αποδόθηκε δικαιοσύνη


Αποδόθηκε ενοχή
χωρίς ποινή και απολογία
ελλειπτική η ετυμηγορία
γαντζώθηκε στα έδρανα
φωνάζοντας είμαι αθώος
επικαλούμαι την ενοχή σας
πόσο να πληρώσει
για κάτι που δεν έκανε
πόσο κοστίζει λίγο αθώος
με πολύ αμφίβολο κόστος
δεν είναι αδίκημα διαφθοράς
αλλά έγινε με υποσχέσεις
έξι μάτια κι'άλλα δύο ενοχικά
από κείνα εξ ένοχης σάρκας
με το προσωνύμιο εισαγγελικά
κατασπαράσσαν το τελευταίο αντίο
πέθανε αλλά θα πρέπει να πεθάνουν και κείνοι
οι ανακρίσεις συνεχίζονται πάνω
σ'ένα πτώμα που καταδικάστηκε σε θάνατο

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Μια βόμβα από το Σικάγο






Ο μικρός Άνταμ επέστρεψε από ένα ταξίδι

απεσταλμένος της οργάνωσης
οι εμπειρίες συγκλονιστικές
οι παραστάσεις, τα αθέατα
υπό το πρίσμα πάντα της ματιάς του ειδικού
στην πάταξη των πληροφοριών
Τα πράγματα είχαν αλλάξει
αναρωτήθηκε πως επιβιώνει τόση κόλαση
σε ένα ιδεώδες όνειρο για λίγη κάθαρση
και διαβάζοντας το βιβλίο του
έμεινε κολλημένο το δάχτυλό του
σε μια φράση, διάσπαρτες λέξεις
ένα σύνθημα, με πολλά μηνύματα
"αυτή η βόμβα πρέπει οπωσδήποτε να βρει στόχο...
στόχος είναι η επιβίωση της διαφθοράς...
ακόμη κι εάν θύμα είναι η αλήθεια...
που συνεχίζει να συγκαλύπτεται".
Σκέφτηκε, αναρωτήθηκε, κόλλησε τα κομμάτια
ή έστω αποπειράθηκε,
μα το παζλ ήταν για γερά νεύρα.
Στην υπηρεσία ενός Εισαγγελέα τρομοκρατίας,
μια βόμβα επιτελεί το καθήκον της
Στην υπηρεσία ενός Εισαγγελέα διαφθοράς,
μια δικογραφία εκβιάζει τα αδικήματα
και στο μεταίχμιο, θύματα οι συνοδοιπόροι,
όσοι πίστεψαν, ή παραπλανήθηκαν
τσαλαβουτημένοι στο αίμα της αλήθειας
που διαμελίστηκε.
Αυτή η βόμβα, μικρέ Άνταμ, ήταν τρίδυμη
και τα παιδιά της πολλαπλασιάζονται.
Αλήθεια, το παρακράτος είναι τόσο προφανές
ή η τρομοκρατία τόσο αφελής στις μέρες μας;
Και ο μικρός Άνταμ έκλεισε το βιβλίο,
αφού ήταν τόσο προβλέψιμο.

Θ.Υ.Π.

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

Αναθεωρητικό Συνέδριο Ιατροδικαστικής




Από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Λαμίας ανακοινώθηκε σήμερα το αναλυτικό πρόγραμμα του Αναθεωρητικού Ιατροδικαστικού Συνεδρίου που θα πραγματοποιηθεί στη Λαμία (Πολιτιστικό Κέντρο) το τριήμερο 21-23 Οκτώβρη.
Ειδικότερα:
Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2016:
Πολιτιστικό Κέντρο Δήμου Λαμιέων
11:00 Εγγραφές
11:30 Επίσημη Τελετή Έναρξης.
12:00 Χαιρετισμοί
12:30 Εισαγωγική Εισήγηση της αναγκαιότητας της αναθεώρησης της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Του Κράτους.- Φίλιππος Κουτσάφτης. Πρώην Προϊστάμενος της Ι.Υ. Αθηνών.
16:00 Η λειτουργία του Ιατροδικαστή - Πραγματογνώμονα κατά τον Κ.Π.Δ.- Χαραλαμπάκης Άρης.- Καθηγητής Ποινικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Δ.Π.Θ.
16:30 Οδοντόγραμμα στο πλαίσιο της Οδοντοϊατροδικαστικής. Παρόν-Μέλλον-Προοπτικές. – Βλαστός Κωνσταντίνος. -Γραμματέας της Ελληνικής Οδοντοϊατροδικαστικής Εταιρείας – Καρακούκης Νικόλαος.- Προϊστάμενος της Ι.Υ. Αθηνών-Ιατροδικαστής Α΄ Τάξεως.
17:00 Εσωτερικός κανονισμός της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας του Κράτους: Η σημαντικότητα της ύπαρξης & της εφαρμογής του.- Φίλος Ιωάννης. – Καθηγητής Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης, Παντείου Πανεπιστημίου
17:30 Ο ρόλος του Ιατροδικαστή ως ελεύθερος επαγγελματίας.- Λέων Γρηγόριος. -Ειδικός Ιατροδικαστής-Πρόεδρος της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας.
18:00 Δικανική ψυχιατρική – ψυχική νόσος – ποινικό σύστημα και κοινωνικό σύνολο. Προοπτικές – Προτάσεις.- Καραμπουτάκης Γεώργιος. Ψυχίατρος, Διδάκτωρ του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
18:30 Αυτοί Είμαστε- Αυτά πράττουμε. Η πορεία της Ι.Υ. Λαμίας 2008-2016. κα. Χασαμπαλή Αντιγόνη υπάλληλος της Ι.Υ. Λαμίας- Παπαθεοδώρου Νικόλαος. υπάλληλος της Ι.Υ. Λαμίας
19:00 Στρογγυλή Τράπεζα- Καρακούκης Νικόλαος-Φίλος Ιωάννης- Καραμπουτάκης Γεώργιος.
20:00 Επίσκεψη Επισήμων & Εισηγητών στο Αστεροσχολείο-Αστεροσκοπείο Υπάτης- Επίσημο Δείπνο
Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2016:
09:00 Εξαλογία. Ανάταση- Ανάσταση – Αναγέννηση του Θεσμού της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας του Κράτους.- Αλήθεια. Ηθική του Δικαίου.- Ακριβούση Α. Αποστολία. – Προϊστάμενος της Ι.Υ. Λαμίας-Ιατροδικαστής Β΄ Τάξεως.
09:30 Εναρμόνηση Ιατροδικαστικών πράξεων για την αξιοποίηση/εκμετάλλευση των παρεχόμενων πληροφοριών από όλους τους αρμόδιους/ συνεργαζόμενους φορείς και επιστημονικές υπηρεσίες – Μηνιάτη Πηνελόπη. – Υποστράτηγος της ΕΛ.ΑΣ.
10:00 Απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή-τεχνικές προδιαγραφές-τεχνοεπιστημονικός έλεγχος Ιατροδικαστικής Αρχής- προδιαγραφές χώρων Ιατροδικαστικής διερεύνησης θανατολογίας, Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας- Κωτακίδης Νικόλαος. -Προϊσταμενος Ι.Υ. Ναυπλίου- Καλαμάτας- Ιατροδικαστής Β΄ Τάξεως.
10:30 Εγκληματολογική πραγματογνωμοσύνη.- Πανούσης Ιωάννης- Καθηγητής Εγκληματολογίας
11:00 Ιατροδικαστική: Νεκροψία στη Διαφθορά.- Απατσίδης Ιωάννης.- Δικηγόρος Αθηνών
11:30 Νομική θεώρηση της άσκησης της Ιατροδικαστικής στη Χώρα μας-Καρακούκης Νικόλαος.- Προϊστάμενος της Ι.Υ. Αθηνών-Ιατροδικαστής Α’ Τάξεως.
12:00 Ο Ιατροδικαστής και η συμβολή του στην ορθή απονομή της Δικαιοσύνης. - Διαλυνάς Νικόλαος. – Δικηγόρος Θεσσαλονίκης
12:30 Οι επαγγελματικές φιλοδοξίες της Ιατροδικαστικής και οι Ηθικές αρχές άσκησης.- Τσαντίρης Σωκράτης. -Ειδικός Ιατροδικαστής
13:00 Δίκαιο και Ηθική: Μία ανάγνωση της μεταξύ τους σχέσης, με ιδιαίτερη εστίαση στο πεδίο της Βιοϊατρικής. – Πρωτοπαπαδάκης Ευάγγελος.- Καθηγητής Εφαρμοσμένης Ηθικής του Ε.Κ.Π.Α.- Επι κεφαλής του Ελληνικού Κλιμακίου της Έδρας Βιοηθικής της UNESCO (Haifa)
13:30 Στρογγυλή Τράπεζα- Πανούσης Ιωάννης- Απατσίδης Ιωάννης- Κωτακίδης Νικόλαος
16:00 Ο ρόλος του Ιατροδικαστή στον Κ.Π.Δ.- Επισημάνσεις de lege ferenda.- Παπαϊωάννου Παναγιώτης. - Δικηγόρος-Δρ. Εγκληματολογίας
16:30 Ηθική του Δικαίου. Εξειδικευμένη προσέγγιση στην αντιμετώπιση μαζικών καταστροφών. Κεντρικός ρόλος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας. – Νικολαϊδη Άννα. – Υποψήφια Διδάκτορας Ε.Κ.Π.Α.
17:00 Δικανικές Αναλύσεις D.N.A. Η εναρμόνηση της Ελληνικής πρακτικής με τα Ευρωπαϊκά και Διεθνή πρότυπα. – Φιτσιάλος Γεώργιος. – Διευθύνων σύμβουλος DNAlogy-Διδάκτωρ Γενετιστής, Μοριακός Βιολόγος- Πραγματογνώμων του Ελληνικών Δικαστικών Αρχών σε θέματα Ταυτοποίησης Βιολογικού Υλικού και Ανάλυσης D.N.A.
17:30 Ο ρόλος του Ιατροδικαστή στην Ποινική Δίκη. (Από την θεωρία στην ποινική πράξη). Αγγελόπουλος Παναγιώτης.- Eισαγγελέας Εφετών Αθηνών L.L.M Υποψήφιος Διδάκτωρ Ε.Κ.Π.Α. Τακτικός Καθηγητής Ποινικού Δικονομικού Δικαίου στην Αστυνομική Ακαδημία της ΕΛ.ΑΣ.
18:00 Μια προσέγγιση της Σφαγής του Διστόμου. – Τζιτζώκος Αριστείδης.- Υπεύθυνος της Πολιτιστικής Εταιρείας "το Μαρτυρικό Δίστομο & οι 218 Σφαγιασθέντες"- Ζησης Λουκάς. – Αντιδήμαρχος Διστόμου.
18:30 Ιατροδικαστική προσέγγιση της Σφαγής του Διστόμου. 10 Ιουνίου 1944. Έγκλημα κατά της Ανθρωπότητας. -Ακριβούση Α. Αποστολία. – Προϊστάμενος της Ι.Υ. Λαμίας-Ιατροδικαστής Β΄ Τάξεως.
19:00 Στρογγυλή Τράπεζα- Μηνιάτη Πηνελόπη- Αγγελόπουλος Παναγιώτης- Παπαϊωάννου Παναγιώτης.
21:00 Επίσημο Δείπνο Επισήμων & Εισηγητών.
Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016:
10:05 Προσέλευση Επισήμων στον Μητροπολιτικό Ναό Λαμίας
10:15 Δοξολογία – Επιμνημόσυνη Δέηση για τα Θύματα της Σφαγής του Διστόμου.
11:15 Επιστροφή στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Λαμιέων- Συμπόσιο παρεμβάσεων Συνέδρων
12:15 Επίσημη Τελετή Λήξης


Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Γνωμοδοτική αρμοδιότητα Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου

 

Άρθρο 25 παρ. 2 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών:

Οι εισαγγελείς γνωμοδοτούν σε νομικά ζητήματα, που δεν έχουν εισαχθεί στα δικαστήρια, όταν τους υποβάλλουν ερωτήματα που αντιμετωπίζουν στην εκτέλεση των καθηκόντων τους:

α. όσοι αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο παράγραφος 5β,

[άρ. 24 παρ. 5β) Έχουν δικαίωμα να απευθύνουν παραγγελίες, γενικές οδηγίες και συστάσεις σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων τους:...Ο εισαγγελέας εφετών και πρωτοδικών, προς τους εισαγγελικούς λειτουργούς, ανακριτικούς υπαλλήλους, δημόσιους κατηγόρους, συμβολαιογράφους, υπαλλήλους εισαγγελίας, φύλακες μεταγραφών, υποθηκών, κτηματολογίων, νηολογιών, υποθηκολογίων πλοίων και αεροσκαφών, ληξιάρχους υπαλλήλους και επιμελητές και άμισθους δικαστικούς επιμελητές, της περιφέρειας της εισαγγελίας εφετών ο πρώτος και πρωτοδικών ο δεύτερος]

β. οι υπηρεσίες του δημοσίου και των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή του ποινικού νόμου.

Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου γνωμοδοτεί και σε νομικά ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος.

 

Γνωμοδότηση ΕισΑΠ 1/2005 (Βασίλειου Μαρκή): 

Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, συνίσταται στη διατύπωση της γνώμης του γενικώς και αφηρημένως ως προς την αμφιλεγόμενη έννοια διατάξεων νόμων οιασδήποτε φύσεως που αφορούν ευρύτατες κατηγορίες προσώπων, αφού μόνον τότε πρόκειται περί θέματος που παρουσιάζει γενικότερο ενδιαφέρον (Βλ. Γνωμ. Εισ. Α.Π. 1002/1995 και 2771/1994). Με βάση τη θέση αυτή δεν υπάρχει δυνατότητα να εκφράσουμε διά γνωμοδοτήσεως την άποψή μας επί του 6ου ερωτήματός σας, δεδομένου ότι πρόκειται για μεμονωμένο ζήτημα, που δημιουργήθηκε, μετά την αναφερόμενη στο έγγραφό σας απόφαση της Επιτροπής Ερευνών του Πανεπιστημίου σας και αφορά μόνον το Πανεπιστήμιο σας... 

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Ε.Υ.Π. και εμπιστευτικό αρχείο εισαγγελικών και αστυνομικών αρχών

 

7/2014 ΓΝΜΔ ΕΙΣΑΠ

Γνωστοποίηση πληροφοριών στην ΕΥΠ και προϋποθέσεις αυτής της γνωστοποίησης. Νόμος 3649/2008. Ποινική Δικονομία. Γενικοί και ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι. Οι υπάλληλοι της ΕΥΠ δεν υπάγονται ούτε στους γενικούς ούτε στους ειδικούς προανακριτικούς υπαλλήλους, αφού δεν ορίζεται κάτι σχετικό στις διατάξεις του ν. 3649/2008 ή άλλου νόμου. Δυνατότητα, ωστόσο, της ΕΥΠ για αναζήτηση και συλλογή πληροφοριών για την πρόληψη ή αποτροπή απειλής της εθνικής ασφάλειας ή του δημοκρατικού πολιτεύματος και για την προστασία των εθνικών συμφερόντων της χώρας από δημόσιες υπηρεσίες και νπδδ κ.λπ. Μεταξύ των δημόσιων αυτών υπηρεσιών είναι και οι αστυνομικές, λιμενικές, πυροσβεστικές και δασικές αρχές, το προσωπικό των οποίων ενεργεί είτε αυτεπάγγελτη προανάκριση κατ’άρθρο 243§2 ΚΠΔ, είτε προανάκριση, είτε προκαταρκτική εξέταση έπειτα από παραγγελία Εισαγγελέα κατ’άρθρο 31 και κατ’άρθρο 243 ΚΠΔ.

Προς: Το Αρχηγείο Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, Κεντρικό Λιμεναρχείο Πατρών, Γρ. Κεντρικού Λιμενάρχη θέμα: Γνωστοποίηση πληροφοριών και στοιχείων στην ΕΥΠ 

Με το υπ'αριθμ. 8717/2014 και το σχετικό με αυτό υπ'αριθμ. 4422/2014 έγγραφό σας, μας τέθηκε το εξής ερώτημα: α) Εφόσον στελέχη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών αιτούνται από την Υπηρεσία σας, κατά τη διαδικασία προανακριτικών πράξεων, τη γνωστοποίηση πληροφοριών είτε προφορικά είτε με χορήγηση φωτοαντιγράφων εγγράφων που περιλαμβάνονται στη σχηματιζόμενη ποινική δικογραφία (π.χ. ταυτοτήτων, αδειών οδήγησης κ.λπ.) είτε ενίοτε αιτούνται την επαφή με τον κατηγορούμενο, αν στις περιπτώσεις αυτές η Υπηρεσία σας θα ανταποκρίνεται ή όχι στα σχετικά αιτήματα της ΕΥΠ κατά τη διάρκεια των προανακριτικών πράξεων που τελούν υπό τη διεύθυνση του αρμόδιου εισαγγελέα και σε θετική περίπτωση βάσει ποιας διαδικασίας θα υλοποιείται αυτή (π.χ. θα ενημερώνεται προφορικά ή γραπτά ο αρμόδιος εισαγγελέας επί των αιτημάτων που υποβάλλονται από την ΕΥΠ, κυρίως σε περιπτώσεις αυτόφωρης διαδικασίας στην Υπηρεσία σας και αν θα ακολουθεί προφορική ή γραπτή εντολή του επ'αυτών). Σε σχέση με τα ζητήματα που τίθενται με το ερώτημα αυτό εκθέτω τα κατωτέρω: Κατά το άρθρο 2 παρ. 1 Ν. 3649/2008: «1. Η ΕΥΠ έχει ως αποστολή, στο πλαίσιο του Συντάγματος και των νόμων, την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές των πληροφοριών που αφορούν:... β. Την πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων που συνιστούν απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής ασφάλειας του Ελληνικού Κράτους, καθώς και του εθνικού πλούτου της Χώρας, γ. Την πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων τρομοκρατικών οργανώσεων, καθώς και άλλων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος». Κατά το άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του ως άνω νόμου: «Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η ΕΥΠ ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες: 1. Συλλέγει και παρέχει πληροφορίες και στοιχεία, προβαίνει σε εκτιμήσεις και υποβάλλει προτάσεις στον Υπουργό Εσωτερικών και τους καθ'ύλην συναρμόδιους Υπουργούς για την πρόληψη ή αποτροπή απειλής της εθνικής ασφάλειας ή του δημοκρατικού πολιτεύματος, καθώς και για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων της Χώρας. 2. Αναζητεί, συλλέγει, επεξεργάζεται και παρέχει πληροφορίες, στο πλαίσιο της προηγούμενης παραγράφου, κυρίως για θέματα που αφορούν στη δράση τρομοκρατικών οργανώσεων ή άλλων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος στους τομείς της παράνομης διακίνησης ανθρώπων, ανθρωπίνων μελών, όπλων, ναρκωτικών ή άλλων απαγορευμένων ουσιών, ιδίως πυρηνικών, ραδιοβιολογικών και χημικών (ΠΡΒΧ), καθώς και για θέματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες». Περαιτέρω κατά το άρθρο 5 παρ. 3 του ιδίου νόμου: «3. Στην ΕΥΠ αποσπάται ύστερα από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου ένας εισαγγελικός λειτουργός για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί την τριετία, ο οποίος ελέγχει τη νομιμότητα των ειδικών επιχειρησιακών δράσεών της, που αφορούν θέματα Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ασκεί όσες άλλες αρμοδιότητες του ανατίθενται με διατάξεις του παρόντος νόμου. Αν ο εισαγγελικός λειτουργός απουσιάζει ή για οποιονδήποτε λόγο κωλύεται, αναπληρώνεται από τον εισαγγελικό λειτουργό που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 του Ν 2265/1994». Κατά δε το άρθρο 6 παρ. 1 και 2 του ως άνω νόμου: «1. Οι δημόσιες υπηρεσίες και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι δημόσιες επιχειρήσεις, τα ελεγχόμενα ή εποπτευόμενα από το Δημόσιο νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, τα νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και οι επιχειρήσεις τους υποχρεούνται να παρέχουν σε ειδικά εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της ΕΥΠ κάθε πληροφορία, στοιχείο ή συνδρομή για την εκπλήρωση της αποστολής της. Οι ανωτέρω φορείς και το προσωπικό της ΕΥΠ οφείλουν να τηρούν το απόρρητο της επικοινωνίας και του περιεχομένου του αιτήματος, καθώς και των στοιχείων του επιληφθέντος προσωπικού. 2. Η άρνηση, η παρέλκυση, η αμέλεια, η ατελής και η μη έγκαιρη ανταπόκριση στο αίτημα υπηρεσιακής αρωγής, καθώς και η παραβίαση της υποχρέωσης τήρησης του απορρήτου που προβλέπεται από το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 αποτελούν ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα που τιμωρείται σύμφωνα με τα ισχύοντα στον Υπαλληλικό Κώδικα ή τις αντίστοιχες κατά περίπτωση διατάξεις για το μη πολιτικό προσωπικό των οικείων φορέων». Εξάλλου κατά το άρθρο 33 παρ. 1 ΚΠΔ: «Η προανάκριση και η προκαταρκτική εξέταση γίνονται ύστερα από παραγγελία του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών και υπό τη διεύθυνση του: α) από τους πταισματοδίκες και ειρηνοδίκες και... γ) από τους αστυνομικούς υπαλλήλους που έχουν βαθμό τουλάχιστον υπαρχιφύλακα». Κατά το άρθρο 34 ΚΠΔ στο οποίο ορίζονται οι ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι: «Η προανακριτική εξέταση και η προανάκριση ορισμένων εγκλημάτων ενεργείται και από δημοσίους υπαλλήλους, όταν αυτό προβλέπεται σε ειδικούς νόμους, πάντοτε υπό τη διεύθυνση και την εποπτεία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών». Κατά το άρθρο 241 ΚΠΔ η ανάκριση γίνεται πάντα εγγράφως και χωρίς δημοσιότητα. Κατά το άρθρο 243 παρ. 1,2 ΚΠΔ: «1. Η προανάκριση ενεργείται από οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο μετά γραπτή παραγγελία του εισαγγελέα. 2. Αν από την καθυστέρηση απειλείται άμεσος κίνδυνος ή αν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα ή πλημμέλημα, όλοι οι κατά τα άρθρα 33 και 34 ανακριτικοί υπάλληλοι είναι υποχρεωμένοι να επιχειρούν όλες τις προανακριτικές πράξεις που είναι αναγκαίες για να βεβαιωθεί η πράξη και να ανακαλυφθεί ο δράστης, έστω και χωρίς προηγούμενη παραγγελία του εισαγγελέα, στην περίπτωση αυτή ειδοποιούν τον εισαγγελέα με το ταχύτερο μέσο και του υποβάλλουν χωρίς χρονοτριβή τις εκθέσεις που συντάχθηκαν». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτουν τα ακόλουθα: Οι υπάλληλοι της ΕΥΠ δεν υπάγονται ούτε στους γενικούς ούτε στους ειδικούς προανακριτικούς υπαλλήλους, αφού ουδέν ορίζεται σχετικά στις διατάξεις του Ν. 3649/2008 ή άλλου νόμου και επομένως δεν δικαιούνται να ενεργούν προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση. Όμως για την εκπλήρωση της αποστολής της η ΕΥΠ δικαιούται να αναζητεί, να συλλέγει και να παρέχει πληροφορίες κατά μεν την παρ. 1 άρθρου 4 Ν. 3649/2008 για την πρόληψη ή αποτροπή απειλής της εθνικής ασφάλειας ή του δημοκρατικού πολιτεύματος και για την προστασία των εθνικών συμφερόντων της χώρας, κατά δε την παρ. 2 του ιδίου άρθρου για θέματα που αφορούν τα εκεί ενδεικτικά και όχι περιοριστικά απαριθμούμενα εγκλήματα. Τις πληροφορίες αυτές δικαιούται να αναζητεί και να συλλέγει από τις υπηρεσίες και φορείς του άρθρου 6 παρ. 1 του ως άνω νόμου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι δημόσιες υπηρεσίες, όπως είναι οι αστυνομικές, λιμενικές, πυροσβεστικές και δασικές αρχές, το αρμόδιο προσωπικό των οποίων ενεργεί κατ'άρθρο 33 παρ. 1γ` ΚΠΔ ως γενικοί προανακριτικοί υπάλληλοι ή κατ'άρθρο 34 ΚΠΔ ως ειδικοί προανακριτικοί υπάλληλοι είτε αυτεπάγγελτη προανάκριση κατ'άρθρο 243 παρ. 2 ΚΠΔ είτε προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση μετά από παραγγελία εισαγγελέα, κατ' άρθρο 31 και 243 ΚΠΔ. Ειδικότερα όσον αφορά τον τρόπο και την έκταση των παρεχομένων πληροφοριών και στοιχείων είναι αναγκαία η εξής διάκριση: Εφόσον ζητούνται πληροφορίες προφορικά ή η χορήγηση φωτοαντιγράφων εγγράφων της δικογραφίας, τότε πρέπει να χορηγούνται κατόπιν υποβολής προφορικού ή γραπτού αιτήματος του ειδικά εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου της ΕΥΠ, οι δε αρμόδιοι προανακριτικοί υπάλληλοι και το προσωπικό της ΕΥΠ οφείλουν να τηρούν το απόρρητο της μεταξύ τους επικοινωνίας ως και το απόρρητο του αιτήματος (άρθρο 6 παρ. 1 εδ. β` του ως άνω νόμου) και επομένως, εφόσον πρόκειται για γραπτό αίτημα, δεν δύναται να αποτελέσει στοιχείο της δικογραφίας, αλλά να παραμείνει στο εμπιστευτικό αρχείο, και γι'αυτό το λόγο δεν δύναται να καταστεί και αντικείμενο αλληλογραφίας μεταξύ των προανακριτικών υπαλλήλων και του αρμοδίου κατά τόπο εισαγγελέα, οι οποίοι οφείλουν (άρθρα 33 παρ. 1, 34, 243 παρ. 1, 2 ΚΠΔ) να ενημερώσουν τον τελευταίο προφορικά, αφού αυτός έχει τη γενική διεύθυνση της προανάκρισης και προκαταρκτικής εξέτασης και επιπλέον έχει ως γενικότερη αποστολή, την τήρηση της νομιμότητας, την προστασία του πολίτη και τη διαφύλαξη των κανόνων της δημοσίας τάξης, κατ'άρθρο 24 παρ. 2 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Ν. 1756/1988). Εφόσον όμως αιτούνται οι ειδικά εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι της ΕΥΠ την επαφή με τον κατηγορούμενο, δίχως τούτο να θεωρηθεί προανακριτική πράξη, και με δεδομένο ότι η επαφή με τον κατηγορούμενο αφορά θέματα Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και δικαιωμάτων του κατηγορουμένου, πρέπει προηγουμένως ο αρμόδιος εισαγγελέας του άρθρου 5 παρ. 3 του ως άνω νόμου να έχει ελέγξει τη νομιμότητα του ως άνω αιτήματος και να έχει δώσει τη γραπτή έγκρισή του για να επακολουθήσει η επαφή με τον κατηγορούμενο. Κατά τα λοιπά ισχύουν όσα έχουν προεκτεθεί ως προς την τήρηση του απορρήτου του αιτήματος και την ενημέρωση του αρμόδιου κατά τόπο εισαγγελέα. 

Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνος Παρασκευαΐδης

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...