Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2021

ΥΠΟΘΕΣΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ - ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ "ΠΛΑΝΗΣ" - ΙΑΤΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΑΛΥΨΗΣ - ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ [ΜΕΡΟΣ Β΄]



ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ

1)Πρωτόδικη κατά πλειοψηφία αθώωση του δράστη από το ΜΟΔ Γυθείου. (μειοψηφία 3 δικαστών για καταδίκη, πλειοψηφία 4 ενόρκων για αθώωση λόγω αμφιβολιών).

2)Έφεση από τον Εισαγγελέα Εφετών Ναυπλίου

3)Ομόφωνη απαλλαγή του δράστη από το ΜΟΕ Ναυπλίου, με την αιτιολογία των αμφιβολιών ως προς το εάν ήταν έγκλημα, ατύχημα ή αυτοκτονία. Επρόκειτο για εξόφθαλμη περίπτωση ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ και ΣΥΓΚΑΛΥΨΗΣ αυτού.

4) Αναίρεση της αθωωτικής απόφασης από τον Άρειο Πάγο, για αμιγώς τυπικούς λόγους (λανθασμένη διαδικασία κληρώσεως ενόρκων).

5) Καταδίκη κατά πλειοψηφία του δράστη (6-1) από το ΜΟΕ Ναυπλίου, με ένα σκεπτικό δικαστηρίου-κόσμημα, που δικαιώνει απολύτως το θύμα, τον αγώνα των συγγενών του, και στηλιτεύει τις συγκαλυπτικές ενέργειες της Αστυνομίας και συγκεκριμένων επίορκων ιατρών - ιατροδικαστών.

6) Χορήγηση ελαφρυντικού μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη (έκδοση καταδικαστικής απόφασης 2014, τέλεση του εγκλήματος το 1999), με αποτέλεσμα ο δράστης να καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης μόλις 18 ετών, και να αποφυλακιστεί σε έξι (6) χρόνια για μία στυγνή δολοφονία, την οποία αποπειράθηκε να συγκαλύψει, με την βοήθεια ασυνείδητων αστυνομικών και ιατρών - ιατροδικαστών.  

7) Επίορκοι ιατροί και ιατροδικαστές, με ονοματεπώνυμο, που κατέθεσαν ενόρκως περί δήθεν ατυχήματος, συνεχίζουν να υπηρετούν στο Ελληνικό Δημόσιο, χωρίς καμία πειθαρχική διαδικασία εναντίον τους. Για να συνεχίσουν τα εγκλήματά τους...

8) Παραπλανημένοι δικαστικοί λειτουργοί και αδιάφοροι (;) ένορκοι, αγνοείται εάν έχουν την παραμικρή τύψη. Προφανώς έχουν. Προφανώς, θέλω να πιστεύω, ότι θα είχαν μεγαλύτερες, εάν δεν είχε αποκατασταθεί η Δικαιοσύνη. Τουλάχιστον, μετ'αναίρεση της αθωωτικής αποφάσεως, αποκαταστάθηκε το δίκαιο, το οποίο ήταν εξόφθαλμο.

9) Επίορκοι ιατροί και ιατροδικαστές, καθώς και αστυνομικοί, δεν είχαν καμία απολύτως υπηρεσιακή συνέπεια. Κάποιοι ιατροδικαστές αθωώθηκαν ελλείψει δόλου, ελαφρά τη καρδία, ενώ είχαν ξανασυμμετάσχει σε συγκάλυψη εγκλήματος, και δη της δολοφονίας του Γιαμπουράνη, για την οποία καταδικάστηκε η χώρα μας από το Ε.Δ.Δ.Α. Κατά άλλων ιατροδικαστών, καθηγητών Πανεπιστημίου, δεν σχηματίστηκε καν ποινική δικογραφία. Κατά δε των αστυνομικών δεν σχηματίστηκε καν ποινική δικογραφία για το αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας.

10) Η ψυχή του θύματος δικαιώθηκε, έστω εν ψήγματι, αφού πρώτα μεσολάβησε α) αρχειοθέτηση της υπόθεσης από την Εισαγγελία Πλημ/κών Κορίνθου, β) πρωτόδικη αθώωση του δράστη, γ) δευτεροβάθμια αθώωση του δράστη, και γ) αλυσιδωτές συγκαλύψεις, που προκαλούν αηδία και αποτροπιασμό, ενώ άλλες ψυχές παραμένουν αδικαίωτες, όσο θα υπηρετούν δωροφάγοι αστυνομικοί και ιατροδικαστές, που πολλές φορές παραπλανούν τη Δικαιοσύνη σε αποφάσεις-τερατουργήματα.

11) Η Δικαιοσύνη αποδίδεται από τα Δικαστήρια. Η ετυμηγορία των ψυχών, τόσο κατά των ατιμώρητων δραστών, όσο και κατά όσων τους συγκαλύπτουν, εκδίδεται εν ζωή και μετά θάνατον, και είναι πολύ σκληρή. Αβάστακτη.

12) Αποσπάσματα της καταδικαστικής απόφασης-κόσμημα (γιατί υπάρχουν Δικαστές στο Βερολίνο):

 
"Αντίθετα οι αστυνομικοί της σήμανσης παρέλειψαν, άγνωστο για ποίο λόγο, να αναζητήσουν δακτυλικά αποτυπώματα, κυρίως στο χώρο του μπάνιου και ιδιαίτερα στο άδειο δοχείο του υδροχλωρικού οξέος. Τη σοβαρή αυτή παράλειψη της αστυνομίας διαδέχτηκαν άλλες εξίσου σοβαρές ενέργειες, που μαρτυρούν μία σπουδή να *κλείσει* γρήγορα η υπόθεση και πάντως έλλειψη ευθύνης, συνείδησης του καθήκοντος και επαγγελματισμού. 

...

 Η παραπάνω έκθεση είναι ιατροδικαστική έκθεση μόνο κατά την επικεφαλίδα της και αποτελεί μνημείο ανευθυνότητος και αυθαιρεσίας. Το γεγονός ότι οι παραπάνω ιατροί που την συνέταξαν δεν είχαν την ειδικότητα του Ιατροδικαστή, αλλά εκείνη του χειρουργού και κυτταρολόγου - παθολογοανατόμου αντιστοίχως δεν αποτελεί ελαφρυντικό, δεδομένου ότι η έκθεση αυτή δεν είναι μόνο ελλιπής και πάντως αντιεπιστημονική, αλλά και ανακριβής, αφού μνημονεύει ότι έγιναν ενέργειες, (όπως π.χ. διανοίξεις οργάνων), που δεν έγιναν, επιπλέον αναφέρει ευρήματα που στην πραγματικότητα δεν τα παρατήρησαν ούτε μπορούσαν να παρατηρήσουν με τις εργασίες που έκαναν, συνακόλουθα, δε, οδηγήθηκε σε αυθαίρετα συμπεράσματα. "


ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΣΤΟΥΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥΣ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΤΟΥ ΜΙΚΤΟΥ ΟΡΚΩΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ - ΕΛΠΙΔΑ - Ο ΕΠΙΜΕΝΩΝ ΝΙΚΑ

Δείτε και: https://apachejones-zone.blogspot.com/2020/11/blog-post.html

 

 


Περίληψη:

Έφεση Εισαγγελέα κατά αθωωτικής αποφάσεως. Αιτιολογημένη η έφεση και, ως εκ τούτου, ορθώς κρίθηκε αυτή παραδεκτή και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν υπερέβη την εξουσία του. Ορθή και αιτιολογημένη απόφαση του ΜΟΕ, με την οποία ο αναιρεσείων καταδικάσθηκε για ανθρωποκτονία από πρόθεση της συζύγου του, την οποία, αφού θανάτωσε με στραγγαλισμό, περιέλουσε με βιτριόλι. Η λήψη υπόψη εγγράφων που δεν αναγνώσθηκαν επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας. Όχι απόλυτη ακυρότητα α) από τη μνεία στο σκεπτικό εγγράφων που δεν αναγνώσθηκαν, γιατί αυτά αναφέρονται διηγηματικά και δεν αξιολογήθηκαν αποδεικτικώς και β) από τη λήψη υπόψη φωτογραφιών, οι οποίες επισκοπήθηκαν από όλους τους παράγοντες της δίκης. Από παραδρομή αναφέρεται ότι αυτές επισκοπήθηκαν μόνο από τον Πρόεδρο. Όλες οι συζητήσεις στο ακροατήριο έγιναν σε δημόσια συνεδρίαση, η δε μνεία, σε μερικά σημεία της αποφάσεως, ότι οι θύρες του δικαστηρίου ήταν κλειστές αναφέρεται στη στιγμή που, μετά τη διακοπή της εκάστοτε συνεδριάσεως που είχε προηγηθεί, επανήλθαν για να καταλάβουν τις θέσεις τους οι παράγοντες της δίκης. Απόρριψη αιτήσεως.




ΑΡΙΘΜΟΣ 285/2015

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο - Εισηγητή, Μαρία Γαλάνη Λεοναρδοπούλου (σύμφωνα με την υπ' αριθμό 41/2015 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), κωλυομένου του Αρεοπαγίτη Πάνου Πετρόπουλου και Βασίλειο Καπελούζο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Φεβρουαρίου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαράλαμπου Βουρλιώτη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα - κατηγορουμένου Ν. Σ. του Α., κατοίκου ... και ήδη κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Μαλανδρίνου, που εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Αντώνιο Φούσα και Εμμανουήλ-Μηνά Σταύρου, περί αναιρέσεως της 103,103α,104,105,107/2013 και 31/2014 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ναυπλίου και με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1) Δ. Τ. του Θ., κάτοικο ..., 2) Ι. Χ. Τ.-Τ., κάτοικο ... και 3) Π. Τ. του Θ., κάτοικο ..., που παρέστησαν με τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Θεόδωρο Μαντά.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ναυπλίου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 3 Νοεμβρίου 2014 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1101/2014.
Αφού άκουσε Τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 474, 476 παρ. 2 και 498 του ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι η έκθεση που περιέχει τη δήλωση ασκήσεως του ενδίκου μέσου της εφέσεως πρέπει να διαλαμβάνει ορισμένο λόγο, όπως είναι και η κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Προκειμένου, ειδικότερα, για έφεση του Εισαγγελέα κατά αθωωτικής αποφάσεως, η διάταξη του άρθρου 486 παρ. 3 του ΚΠοινΔ, που προστέθηκε με το άρθρο 2 παρ. 19 περ. β του ν. 2408/1996, ορίζει ότι "η άσκηση εφέσεως από τον εισαγγελέα πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα στη σχετική έκθεση, άλλως η έφεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη". Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι η αιτιολόγηση της ασκούμενης από τον Εισαγγελέα εφέσεως κατά αθωωτικής αποφάσεως αποτελεί πρόσθετο τυπικό όρο του κύρους του ενδίκου αυτού μέσου και πρέπει να είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, δηλαδή, πρέπει να εκτίθενται με σαφήνεια και πληρότητα οι συγκεκριμένες πραγματικές και νομικές πλημμέλειες που αποδίδονται στην προσβαλλόμενη αθωωτική απόφαση, δεδομένου, μάλιστα, ότι, με την απαγγελία της αθωωτικής αποφάσεως στο ακροατήριο (με συνοπτική συνήθως αιτιολογία), ο Εισαγγελέας έχει άμεση πρόσβαση στα αποδεικτικά στοιχεία της δικογραφίας, καθώς και στα πρακτικά της συνεδριάσεως του δικαστηρίου, όπου η καταχώριση των μαρτυρικών καταθέσεων και η απολογία του κατηγορουμένου (ΟλΑΠ 9/2005). Αν η έφεση του Εισαγγελέα δεν έχει τέτοια αιτιολογία και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αντί να την απορρίψει ως απαράδεκτη, την κρίνει παραδεκτή και, ακολούθως, εξετάζοντας την ουσία της υποθέσεως, καταλήξει στην καταδίκη του κατηγορουμένου, υποπίπτει σε θετική υπέρβαση της εξουσίας του, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 103α, 103, 104, 105, 107/2013, 31/2014 απόφασή του και τα ενσωματωμένα σ` αυτήν πρακτικά, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ναυπλίου, με την παρεμπίπτουσα 103α/2013 απόφασή του απέρριψε τον ισχυρισμό που πρόβαλε εγγράφως, ανέπτυξε δε και προφορικώς, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Ε. Σ., περί απαραδέκτου της εφέσεως του Αντεισαγγελέα Εφετών Ναυπλίου κατά της 10, 11, 12, 13, 14/2003 αθωωτικής αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Γυθείου και δέχθηκε τυπικώς την έφεση αυτού, στη συνέχεια δε, αφού εξέτασε την ουσία της υποθέσεως, με την 31/2014 απόφασή του, κήρυξε, κατά πλειοψηφία, ένοχο τον κατηγορούμενο - αναιρεσείοντα ανθρωποκτονίας από πρόθεση της Δ. Σ., το γένος Τ., με το ελαφρυντικό ότι συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη του, και τον καταδίκασε σε ποινή καθείρξεως δεκαοκτώ (18) ετών και σε αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για πέντε (5) έτη.
Στην έκθεση που συντάχθηκε για την ανωτέρω έφεση από τον αρμόδιο Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Ναυπλίου, με αριθμό 7/31.1.2003, η οποία παραδεκτώς επισκοπείται για την έρευνα της βασιμότητας του κατωτέρω λόγου αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του ΚΠοινΔ, αναφέρεται ότι ο εν λόγω Εισαγγελέας ασκεί έφεση κατά της πρωτόδικης απαλλακτικής αποφάσεως γιατί: "Από εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, που προέκυψαν από την επ' ακροατηρίω διαδικασία, το παραπάνω Δικαστήριο τον αθώωσε για την ανωτέρω πράξη, ενώ έπρεπε να τον κηρύξει ένοχο, καθόσον προέκυψε ότι αυτός τέλεσε την πράξη της ανθρωποκτονίας με πρόθεση. Ειδικότερα στον ... την 1η Νοεμβρίου 1999 και περί ώρα 11.00' έως 12.30, ενεργώντας με πρόθεση και τελώντας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, σκότωσε τη σύζυγό του Δ. Σ., το γένος Τ.. Πλέον συγκεκριμένα, κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο, έχοντας αποφασίσει, τελώντας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, που του επέτρεπε τη σκέψη, να σκοτώσει την προαναφερόμενη σύζυγό του, ενώ βρισκόταν μέσα στο μπάνιο της συζυγικής τους οικίας στον ..., την θανάτωσε με στραγγαλισμό, περισφίγγοντας με δύναμη το λαιμό και τον τράχηλό της και προκαλώντας συνακόλουθα ανοξυγοναιμία του εγκεφάλου της και στη συνέχεια περιέλουσε την περιοχή του προσώπου και του λαιμού της με καυστικό δηλητήριο (άκουα-φόρτε), προκειμένου να εμφανίσει το θάνατό της ως ατύχημα. Συγκεκριμένα από ολόκληρο το αποδεικτικό υλικό της επ' ακροατηρίω διαδικασίας και δη από τις καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων, όλα τα έγγραφα που ανεγνώσθησαν, καθώς και την απολογία του κατηγορουμένου, προέκυψε ότι δράστης της παραπάνω ανθρωποκτονίας με πρόθεση είναι ο κατηγορούμενος Ν. Σ., τούτο, δε, συνάγεται από τα παρακάτω: Μετά το θάνατο της παθούσας Δ. Σ., διενεργήθηκε νεκροψία και νεκροτομή από τους ιατρούς I. Α. και X. Ο., που συνέταξαν την από 25-11-1999 ιατροδικαστική έκθεση στην οποία συμπέραναν ότι "ο θάνατος της Σ. Δ. είναι αποτέλεσμα οξείας φαρμακευτικής δηλητηριάσεως, προκληθείσης δια εμβροχής του προσώπου εντός καυστικού δηλητηρίου και εισπνοής αναθυμιάσεων εξ αυτού, χαρακτηρίζεται δε ως ατύχημα". Ο χαρακτηρισμός αυτός ως αιτία θανάτου των ανωτέρω ιατρών είναι ανακριβής και ατελής. Τούτο συνάγεται από την από 4-6-2001 ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη των ιατροδικαστών πραγματογνωμόνων Β. Δ. (Ιατροδ. Υπηρεσίας Αθηνών) και Ι. Α. (Προϊστάμενο της Ιατρ. Υπηρεσίας Πατρών), οι οποίοι διενήργησαν ιατροδικαστική πραγμ/νη (νεκροψία- νεκροτομία μετά εκταφήν) κατόπιν σχετικής παραγγελίας του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Κορίνθου και οι οποίοι παρατηρούν ότι η προηγηθείσα νεκροτομία, που διενεργήθηκε και υπογράφηκε από τους προαναφερόμενους ιατρούς I. Α. και X. Ο., "ήταν αδιαμφισβήτητα πλημμελής και ατελής, όσον αφορά στην τεχνική της νεκροτομής δι' ανοίξεως των κοιλοτήτων του σώματος (δεν είχε ουδόλως διανοιχθεί η κρανιακή, περιτοναϊκή και πυελική κοιλότητα και δεν είχε αφαιρεθεί προς μακροσκοπικό έλεγχο το καρδιοπνευμονικό παρασκεύασμα του θώρακος). Στην αντίστοιχη έκθεση, γίνεται σαφής αναφορά σε μακροσκοπικά ευρήματα οργάνων, που δεν ελέγχτηκαν - χαρακτηριστικά αναφέρεται ως νεκροτομικό εύρημα "επέκταση του χημικού εγκαύματος εις το βλεννογόνο λάρυγγος", ενώ ουδόλως είχε διανοιχθεί η λαρυγγική κοιλότητα προκειμένου να ελεγχθεί ο βλεννογόνος αυτής. Εκτός αυτού στην έκθεση των ανωτέρω πραγματογνωμόνων αναφέρονται ευρήματα εκ των οργάνων (έντερον, σπλήνα, στόμαχος, νεφροί κ.λ.π.), ενώ ουδόλως είχαν διανοιχθεί και ελεγχθεί". Τελικά οι ιατροδικαστές πραγματογνώμονες Β. Δ. και I. Α. αποφαίνονται ότι "ο θάνατος της Σ. Δ. επήλθε συνεπεία συμπιέσεως του τραχήλου και σε καμία περίπτωση συνεπεία επιδράσεως διαβρωτικού δηλητηρίου (λόγω καταπόσεως υγρού διαλύματος ή εισπνοής ατμών)". Τούτο προέκυψε, ως εκθέτουν οι ως άνω δύο ιατροδικαστές "από την ανατομική περιοχή του τραχήλου, παρετηρήθησαν πολλαπλές εκδορές, οι οποίες σε συνδυασμό με τις αποτυπωματικού τύπου εν σειρά μικροδιασχίσεις του δέρματος της δεξιάς στερνοκλειδομαστοειδούς χώρας (οι οποίες είχαν χαρακτήρα εν ζωή κακώσεων - έκδηλος αιμορραγική διήθησις), παρέχουν χαρακτήρες συμβατούς με σύλληψη και άσκηση πιέσεως στον τράχηλο της θανούσης. Από τον αριστερό οφθαλμό παρετηρήθη αιμορραγική βλάβη του επιπεφυκότος, η οποία είναι χαρακτηριστική του μηχανισμού προκλήσεως και παρατηρείται σε περιπτώσεις συμπιέσεως του τραχήλου (βολβική αιμορραγία οφειλόμενη σε ρήξη αγγείων λόγω στάσεως αίματος αποτόκου παρατεταμένης συμπιέσεως του τραχήλου). Εξάλλου και στις δύο προαναφερόμενες ιατροδικαστικές εκθέσεις σημειώνεται ότι ο στόμαχος της θανούσης ήταν κενός τροφών και κατά φύσιν άνευ διαβρωτικού τύπου αλλοιώσεων. Επομένως δεν είχε εισροφηθεί οξύ και συνεπώς αποκλείεται η αυτοκτονία, όπως δέχεται και ο ίδιος ο κατηγορούμενος, αναφέροντας στερεότυπα ότι πρόκειται περί ατυχήματος. Εάν ήταν ατύχημα προερχόμενο από καυστικό υγρό που εξ απροσεξίας έπεσε στο πρόσωπο της θανούσας θα έσπευδε αυτή να εφαρμόσει εγκαίρως τις πρώτες βοήθειες στον εαυτό της (έκπλυση του δέρματος με νερό, επίκληση βοήθειας). Επίσης, με την από 1-11-1999 έκθεση αυτοψίας και κατασχέσεως που πραγματοποίησαν αστυνομικοί κατασχέθηκε μπουκάλι με διάλυμα υδροχλωρικού οξέος 24% που βρέθηκε στο χώρο του μπάνιου κάτω από τον νιπτήρα και δίπλα στον τοίχο, όρθιο και το πώμα του πάνω στο πλυντήριο. Αν επρόκειτο για ατύχημα η θανούσα θα είχε πετάξει το μπουκάλι και δεν θα βρισκόταν όρθιο. Όσον αφορά την εκδοχή της εισπνοής των αναθυμιάσεων του υγρού και του ατυχηματικού θανάτου από τις αναθυμιάσεις αυτές, η εκδοχή αυτή επιστημονικά είναι αστήρικτη, αφού το υποτιθέμενο υπεύθυνο διάλυμα του υδροχλωρικού δεν προκαλεί θάνατο (βλ. Ιατρική Γνωμοδότηση του Λ. Π., φαρμακοποιού, ιατρού, ειδικού ιατροδικαστή, πρώην Επίκουρου Καθηγητή, Δικαστικής Τοξικολογίας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών). Να σημειωθεί ότι κατόπιν αιτήσεως του πληρεξουσίου δικηγόρου του πολιτικώς ενάγοντος Δ. Τ., έγινε έρευνα - πείραμα στο Εργαστήριο Επιδερμικών Δοκιμασιών του Νοσοκομείου "Α. Συγγρός" σε έξι άτομα - εθελοντές, διαβρέχοντας το δέρμα τους με το διάλυμα υδροχλωρικού οξέος 24% (όμοιο με το ανευρεθέν μπουκάλι), επί αρκετού χρονικού διαστήματος (από 30 λεπτά έως 48 ώρες) και βάσει των παρατηρήσεων διαπιστώθηκε ότι το ως άνω διάλυμα προκάλεσε ήπιο ερεθισμό και σε ορισμένα άτομα ήπιο ερύθημα διαρκείας 30-60 λεπτών, χωρίς να αφήσει καμιά κλινική βλάβη στο δέρμα (απανθράκωση ή μελανή χροιά) και με την επαφή του με το δέρμα και μόνο, δεν μπορεί να προκαλέσει το θάνατο, εφόσον ούτε καν έντονη ερεθιστικότητα δεν προκάλεσε σ' αυτό. Επί πλέον, σύμφωνα με τη δεύτερη πραγματογνωμοσύνη των ιατροδικαστών Β. Δ. και I. Α., στις φωτογραφίες του θύματος παρατηρούνται εγκαυματικού τύπου εκτεταμένη βλάβη του προσώπου, δίκην γεωγραφικού χάρτου, με μορφολογία συμβατή με επίδραση διαβρωτικού δηλητηρίου, υγράς μορφής, η οποία βλάβη προκλήθηκε από τον κατηγορούμενο για συγκάλυψη του εγκλήματος του. Το διαβρωτικό δε αυτό καυστικό υγρό προκάλεσε εγκαύματα μελανής χροιάς στο πρόσωπο της θανούσης. Ο κατηγορούμενος είχε λόγους να σκοτώσει τη σύζυγό του, αφού οι σχέσεις τους τον τελευταίο καιρό, δεν ήσαν αρμονικές, σύμφωνα με τις καταθέσεις των μαρτύρων Δ. Τ., Ι. Τ., Π. Τ.., αδελφών της θανούσης, καθώς και της μητέρας της Μ. Τ., η οποία είχε φιλοξενηθεί στο σπίτι της θανούσης κόρης της δύο ημέρες πριν από την δολοφονία, οπότε και είχε διαπιστώσει έντονο επεισόδιο μεταξύ του ζεύγους και ότι δεν είχαν καθόλου αρμονικές σχέσεις. Μάλιστα, η κόρη της τής εκμυστηρεύθηκε ότι ο σύζυγός της την βαρέθηκε και δεν την θέλει πια. Παρά ταύτα, ο κατηγορούμενος δήλωσε ότι οι σχέσεις με τη θανούσα σύζυγό του ήσαν πολύ αρμονικές, άριστες (όπως εκθέτει στο απολογητικό του υπόμνημα). Τέλος, πρέπει να αποκλεισθεί η εκδοχή ότι το έγκλημα τελέστηκε από άλλο άγνωστο άτομο, δεδομένου ότι όπως δήλωσε ο κατηγορούμενος τόσον ο ίδιος όσο και η θανούσα δεν είχαν διαφορές με κανέναν. Την ημέρα, δε, του εγκλήματος το σπίτι βρέθηκε κλειδωμένο και εντός αυτού δεν υπήρχε καμία αναστάτωση, ούτε εκλάπησαν χρήματα ή άλλα χρήσιμα αντικείμενα (χρυσαφικά κ.λ.π.)". Η πιο πάνω αιτιολογία της εφέσεως είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού εκτίθενται με σαφήνεια και πληρότητα οι συγκεκριμένες πραγματικές πλημμέλειες, που αποδίδονται στην εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία ο κατηγορούμενος - αναιρεσείων κηρύχθηκε αθώος για την ανωτέρω πράξη, επιπλέον δε εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και ένεκα των οποίων υφίσταται η συνδρομή των αντικειμενικών και των υποκειμενικών όρων της εν λόγω αξιόποινης πράξεως. Ειδικότερα, εκτίθεται σαφώς τι, κατά την κρίση του εκκαλούντος Εισαγγελέα, προέκυψε από ολόκληρο το αποδεικτικό υλικό (μαρτυρικές καταθέσεις, απολογία του κατηγορουμένου, έκθεση αυτοψίας, εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, κ.λπ.) και αιτιολογείται γιατί ο θάνατος της Δ. Σ. οφειλόταν σε εγκληματική ενέργεια και όχι σε ατύχημα ή αυτοκτονία και γιατί δράστης της ανθρωποκτονίας ήταν ο κατηγορούμενος και όχι άγνωστο πρόσωπο, καταδεικνύεται, δηλαδή, η πλήρης αντίθεση των πραγματικών περιστατικών που είχαν προκύψει από τη διαδικασία ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με αυτά που δέχθηκε, παντελώς αναιτιολόγητα, η, απαρτιζόμενη από τους τέσσερις ενόρκους, πλειοψηφία εκείνου, η οποία, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της εν λόγω αποφάσεως, έχει ως εξής: "Όμως κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας ήτοι των τεσσάρων ενόρκων ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος διότι δεν αποδείχθηκε ότι αυτός σκότωσε τη σύζυγό του. Ειδικότερα παρόλο που όλοι εκτός του Κ. Σ. πιστεύουν ότι ο θάνατος προήλθε πράγματι από εγκληματική ενέργεια και δεν οφείλεται σε ατύχημα έχουν αμφιβολίες ότι δράστης ήταν ο κατηγορούμενος ενώ ο ένορκος Κ. Σ. έχει αμφιβολίες ακόμη και για το αν ο θάνατος προήλθε από εγκληματική ενέργεια και όχι από ατύχημα". Επί πλέον αιτιολογία δεν ήταν αναγκαία. Επομένως, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο, απαρτιζόμενο από τους τρεις τακτικούς Δικαστές, ορθώς δέχθηκε ως παραδεκτή την ανωτέρω έφεση, απορρίπτοντας τον σχετικό ισχυρισμό του κατηγορουμένου, με το να προχωρήσει, δε, μετά ταύτα, στην εξέταση της ουσίας της υποθέσεως και να κηρύξει ένοχο αυτόν για ανθρωποκτονία της Δ. Σ. εκ προθέσεως, δεν υπερέβη την εξουσία του και ο, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Η του ΚΠοινΔ, πρώτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος.
Κατά το άρθρο 299 παρ. 1 του ΠΚ, όπως ισχύει μετά την κατάργηση της ποινής του θανάτου με το άρθρο 33 παρ. 1 του ν. 2172/1993, "όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη συγκρότηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας με πρόθεση απαιτείται αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση ξένης ζωής με θετική ενέργεια ή με παράλειψη ενέργειας που οφείλεται από το νόμο, υποκειμενικώς δε δόλος που περιλαμβάνει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξεως και τη θέληση αφαίρεσης ζωής άλλου ανθρώπου. Κατά δε το άρθρο 27 παρ.1 του ΠΚ, με δόλο πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά νόμο απαρτίζουν την έννοια αξιόποινης πράξεως. Επίσης, όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν τα περιστατικά αυτά τα αποδέχεται. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι με άμεσο δόλο ενεργεί εκείνος που θέλει την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος, καθώς και αυτός που δεν το επιδιώκει, αλλά προβλέπει ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξεώς του και δεν αφίσταται αυτής, με ενδεχόμενο δε δόλο πράττει εκείνος, ο οποίος προβλέπει ως δυνατό το εγκληματικό αποτέλεσμα και το αποδέχεται. Η ανθρωποκτόνος πρόθεση του δράστη δεν είναι πάντοτε εμφανής και κατά το πλείστον προκύπτει από την καταγραφή και εκτίμηση διαφόρων αντικειμενικών στοιχείων, όπως οι προηγούμενες σχέσεις δράστη - θύματος, το είδος του μέσου που χρησιμοποιήθηκε, η κατεύθυνση του πλήγματος ή της βολής, ο αριθμός των πληγμάτων, η απόσταση της βολής, το μέρος του σώματος που τυχόν επλήγη, οι συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η πράξη, η μεταγενέστερη συμπεριφορά του δράστη κ.ο.κ.
Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεώς της από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι κατ' αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, εκτός αν ο νόμος αξιώνει πρόσθετα στοιχεία για το αξιόποινο, όπως η τέλεση της πράξεως εν γνώσει ορισμένου περιστατικού (άμεσος δόλος) ή επιδίωξη ορισμένου περαιτέρω σκοπού, επελεύσεως, δηλαδή, ορισμένου πρόσθετου αποτελέσματος (εγκλήματα με υπερχειλή υποκειμενική υπόσταση). Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, που ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο για την καταδικαστική του κρίση, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ' είδος προσδιορισμός τους, χωρίς να απαιτείται και αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει, ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Ακόμη, δεν είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσεως. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα, αφού δεν εξαιρέθηκαν, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολογήσεως γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα, εντεύθεν και δεν αποτελεί λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των μαρτυρικών καταθέσεων, η παράλειψη αξιολογήσεως και αναφοράς κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠοινΔ, και η εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία συντρέχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν κάνει σωστή υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που δέχθηκε ως αληθή στη διάταξη που εφήρμοσε, αλλά και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται το συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, για το οποίο πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Μικτό Ορκωτό Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: "...αποδείχτηκαν, κατά την άποψη που επεκράτησε στο δικαστήριο ..., τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Ο κατ/νος, που έχει γεννηθεί το έτος 1952 στον Άγιο Νικόλαο Αργολίδος, από το έτος 1969 εγκαταστάθηκε στον .... Το έτος 1977 τέλεσε γάμο με τη θανούσα Δ., το γένος Τ., κόρη πολυμελούς οικογενείας. Αμέσως μετά το γάμο τους εγκαταστάθηκαν στον ..., όπου ο κατηγορούμενος μολονότι είχε φοιτήσει σε μία ιδιωτική τεχνική σχολή μηχανικών αυτ/των, άνοιξε ταβέρνα, στην λειτουργία της οποίας βοηθούσε και η θανούσα. Το έτος 1985 σταμάτησε να λειτουργεί την ταβέρνα και μίσθωσε στην ίδια κωμόπολη κεντρικό περίπτερο. Και πάλι η θανούσα βοηθούσε καθημερινά στη λειτουργία του περιπτέρου μέχρι το χρόνο του θανάτου της και ειδικότερα αντικαθιστούσε καθημερινά τον κατηγορούμενο στο περίπτερο 3-4 ώρες (13,00 έως 16,30 περίπου), προκειμένου να ξεκουράζεται. Το ζευγάρι, μετά από δέκα χρόνια έγγαμης συμβίωσης, ήτοι το έτος 1987, απέκτησε μία κόρη την Ειρήνη ηλικίας κατά το χρόνο του συμβάντος 12 ετών περίπου. Το έτος 1993, η παθούσα παρουσίασε ψυχολογικά προβλήματα και ειδικότερα όπως προκύπτει από τη συνταγογράφηση στο βιβλιάριο υγείας της παρουσίασε "Αγχώδεις Εκδηλώσεις - Κατάθλιψη και ψυχωσική συνδρομή" και γι' αυτό μέχρι το έτος 1997 ελάμβανε φαρμακευτική αγωγή, ενώ κατά καιρούς επισκεπτόταν τα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου *ΑΙΓΙΝΗΤΕΙΟ*, όπου, ο ιατρός που την εξέταζε της χορηγούσε την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή και τις σχετικές οδηγίες. Η κατάσταση της υγείας της δεν μαρτυρούσε ότι επρόκειτο για άτομο που νοσεί από ενεργή νόσο, καθώς τα όποια προβλήματα, που ήσαν ήπιας μορφής, τα αντιμετώπιζε αποτελεσματικά με φαρμακευτική αγωγή, γι' αυτό και δεν χρειάστηκε να νοσηλευτεί έστω και μία ημέρα σε ψυχιατρική κλινική ή νοσοκομείο. Τελευταία, είχε καλυτερεύσει η κατάσταση της ψυχικής υγείας της αισθητά, όπως αυτό παραδέχθηκε και ο ίδιος ο κατηγορούμενος και γι' αυτό σταμάτησε να λαμβάνει φάρμακα. Η θανούσα, όπως όλοι οι μάρτυρες βεβαίωσαν και παραδέχτηκε και ο κατ/νος, όχι μόνον δεν είχε κανένα εχθρό, αλλ' αντιθέτως ήταν ιδιαίτερα πρόσχαρη και αγαπητή σε όλους. Ήταν συνεσταλμένη, ευαίσθητη και εσωστρεφής, καλή σύζυγος και μητέρα. Ωστόσο, οι σχέσεις του κατ/νου με την θανούσα, όπως πειστικά κατέθεσαν οι στενοί συγγενείς της από προσωπική αντίληψη αλλά και από τις εκμυστηρεύσεις της, ειδικά το τελευταίο προ του θανάτου της χρονικό διάστημα, δεν ήταν αρμονικές, εξαιτίας της απότομης, βίαιης και σκληρής συμπεριφοράς του κατ/νου. Ειδικότερα, όντας άτομο βίαιο και παρορμητικό, δεν δίσταζε να χειροδικεί σε βάρος της, ακόμη και παρουσία στενών συγγενών της. Ενδεικτική είναι η κατάθεση της αδελφής της θανούσης Ι. Τ., σύμφωνα με την οποία παρουσία της ο κατ/νος κατά τη διάρκεια λογομαχίας με τη θανούσα, την άρπαξε βίαια από τα μαλλιά και αναγκάστηκε να την αφήσει μόνο όταν αυτή (μάρτυρας) διαμαρτυρήθηκε και του ζήτησε να μη το ξανακάνει. Επίσης δεν δίστασε να την χαστουκίσει όταν πληροφορήθηκε ότι επισκέφτηκε την οικία του αδελφού της Δ. Τ.. Επιπλέον, ξενυχτούσε με φίλους του σε διάφορα κακόφημα μπαρ της Κορίνθου και της γύρω περιοχής και γύριζε στο σπίτι του τα ξημερώματα παρά τις εύλογες αντιρρήσεις και διαμαρτυρίες του θύματος. Για τα ανωτέρω τα οποία γνώριζαν από δική τους αντίληψη κατέθεσαν χαρακτηριστικά με τρόπο πειστικό που δεν άφηνε καμία αμφιβολία για την αξιοπιστία τους οι μάρτυρες Μ. συζ. Θ. Τ., μητέρα της θανούσας, (βλ. την κατάθεσή της στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που αναγνώστηκε, επειδή απεβίωσε), η οποία φιλοξενούνταν κατά καιρούς στο σπίτι του ζευγαριού, ο αδελφός της Δ. Τ., ο οποίος είχε φιλοξενηθεί για μερικά χρόνια στο σπίτι τους πριν παντρευτεί και ο οποίος κατέθεσε ότι τότε ξενυχτούσαν μαζί με τον κατηγορούμενο στα μπαρ, η Μ. Τ. και ο Φ. Τ., αδέλφια της θανούσας, επίσης, καθώς και η εξαδέλφη της Μ. Ν., η οποία τα γνώριζε από διηγήσεις της ίδιας της θανούσας, οι οποίες έγιναν μάλιστα τον τελευταίο καιρό. Αλλ' ακόμη και ο μάρτυρας κατηγορίας Χ. Γ., ήδη συνταξιούχος αστυνομικός και φίλος του κατηγορούμενου, κατέθεσε ότι πράγματι συμμετείχε σε νυχτερινές εξόδους του κατ/νου σε μπαρ με γυναίκες, προσθέτοντας χαρακτηριστικά, ότι ο ίδιος, λόγω των περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων του, δεν μπορούσε να ακολουθήσει τον κατηγορούμενο σ' όλες τις συχνές νυκτερινές εξόδους του και έπαυσε να τον συνοδεύει. Επίσης, η μητέρα της θανούσας, η οποία είχε φιλοξενηθεί στην οικία του ζευγαριού μόλις δύο ημέρες πριν από το συμβάν (από 27-10-1999 έως 30-10-1999) κατέθεσε ότι τα ξημερώματα της 30-10-1999 η θυγατέρα της μπήκε αναστατωμένη στο υπνοδωμάτιό της και έπεσε στην αγκαλιά της ζητώντας την βοήθειά της, ενώ αργότερα της εκμυστηρεύτηκε ότι ο σύζυγός της την βαρέθηκε και δεν τη θέλει πια. Η ίδια μάρτυρας κατέθεσε ότι λίγες ώρες αργότερα ο κατηγορούμενος ξαφνικά ήρθε στο σπίτι από το περίπτερο και γυρίζοντας γύρω από το τραπέζι που κάθονταν οι δυο γυναίκες τις κοίταζε με αγριεμένο ύφος χωρίς να μιλάει και έφυγε και πάλι ξαφνικά. Η στάση δε και το ύφος του τις τρομοκράτησε και μάλιστα η εν λόγω μάρτυρας προσφέρθηκε να μείνει και την ημέρα αυτή μαζί της πλην όμως η θανούσα αρνήθηκε. Την 1-11-1999 και περί ώρα 11 έως 11,30 ο κατ/νος, ενώ βρισκόταν στο περίπτερό του μαζί με τον κουμπάρο του Ι. Γ. και τον φίλο του Χ. Γ., τότε αστυνομικό εν ενεργεία και ήδη συνταξιούχο, ζήτησε να μείνουν για λίγα λεπτά στο περίπτερο στη θέση του, προκειμένου να πάει με το μοτοποδήλατό του να βάλει βενζίνη και ακολούθως να μεταβεί στην οικία του, που απείχε 1-1,5 χλμ. περίπου και με το μοτ/το έκανε 3' περίπου λεπτά της ώρας για να μεταβεί. Όπως είπε, η σύζυγός του θα επισκεπτόταν γιατρό στην Κόρινθο για τα χέρια της που της πονούσαν και ήθελε να ενημερωθεί σχετικά. Περί ώρα 12,00 έως 12,15 ο κατ/νος τηλεφώνησε στο περίπτερό του και όταν ο Ι. Γ. σήκωσε το ακουστικό ζήτησε να του δώσει τον Χ. Γ.. Όταν ο τελευταίος πήρε το ακουστικό ο κατ/νος του είπε *έλα σπίτι πέθανε η γυναίκα μου*. Όπως απεδείχθη, το τηλεφώνημα αυτό το έκανε ο κατ/νος πριν ειδοποιήσει την αστυνομία ή κάποιο γιατρό. Πράγματι, ο εν λόγω μάρτυρας αστυνομικός μετέβη με το αυτ/το του στην οικία του μάρτυρα. Καθ' οδόν συνάντησε τον αδελφό του κατ/νου Κ. Σ. και τον μάρτυρα Η. Μ., φίλο του κατ/νου, τους οποίους ενημέρωσε σχετικά για το τηλεφώνημα που είχε λάβει. Όταν έφθασε στην οικία του κατ/νου ο τελευταίος κλαίγοντας τον ενημέρωσε ότι βρήκε τη σύζυγό του Δ. Σ., 42 ετών, νεκρή στο δάπεδο του λουτρού της διώροφης κατοικίας τους. Ο εν λόγω μάρτυρας αστυνομικός πράγματι είδε την θανούσα να είναι πεσμένη ανάσκελα στο μπάνιο, να έχει εγκαύματα στο λαιμό, τα μαλλιά της να είναι βρεγμένα, το παράθυρο του μπάνιου ανοιχτό, αισθάνθηκε έντονη μυρωδιά ακουαφόρτε, ενώ όλα τα αντικείμενα στο χώρο της οικίας ήσαν σε τάξη. Όπως στη συνέχεια θα αναφερθεί, ο κατ/νος παραδέχεται ότι βρήκε τη γυναίκα του μπρούμυτα. Επομένως, πριν μεταβεί ο μάρτυρας Γ. στην οικία του, είχε ήδη μετακινήσει το πτώμα γυρίζοντάς το ανάσκελα. Τότε κατέφθασαν στην εν λόγω οικία οι Κ. Σ. και Η. Μ.. Ο μάρτυρας αστυνομικός Γ. κατέστησε γνωστό στον κατ/νο ότι δεν πρέπει να μετακινήσει το πτώμα και να πειράξει τίποτα από το χώρο, μέχρι να έλθει η αστυνομία, ο ίδιος δε και επειδή δεν μπορούσε να χειριστεί το σταθερό τηλέφωνο της οικίας, όπως κατέθεσε, βγήκε απ' αυτήν για να ειδοποιήσει την αστυνομία με το κινητό του. Αφού ενημέρωσε το αρμόδιο Αστυνομικό Τμήμα Βραχατίου Κορινθίας ο εν λόγω μάρτυρας αστυνομικός επέστρεψε στην οικία όπου διαπίστωσε ότι ο κατ/νος, παρά τις συστάσεις του, με την βοήθεια του αδελφού του Κ. Σ. και του φίλου του Η. Μ. είχε μεταφέρει το πτώμα στην κρεβατοκάμαρα της οικίας και την είχαν αποθέσει. Όταν ο αστυνομικός τον επέπληξε γιατί μετέφερε το πτώμα ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσε να τη βλέπει στο πάτωμα. Λίγο μετά, έχοντας ειδοποιηθεί από τον κατ/νο, στην οικία έφθασε ο Δ. Σ., παθολόγος γιατρός της περιοχής. Όπως ο ίδιος κατέθεσε, του τηλεφώνησε πριν την 12η μεσημβρινή ο κατ/νος, (δεδομένου ότι την ώρα αυτή είχε ήδη αφιχθεί στην οικία), λέγοντάς του ότι *κάτι έχει γίνει με την γυναίκα του* και όχι ότι ήταν πεθαμένη. Ο εν λόγω ιατρός εξεταζόμενος στο ακροατήριο ήταν κατηγορηματικός ότι ο θάνατός της είχε λάβει χώρα πριν από κάποιες ώρες, δεδομένου ότι όταν έπιασε το πτώμα ήταν κρύο, παρουσίαζε σημάδια αρχόμενης ακαμψίας, ενώ τον εντυπωσίασαν εγκαύματα που είχε στο πρόσωπο, ακόμη και στο εσωτερικό του ματιού της. Επίσης βεβαίωσε ότι τα ρούχα της και τα μαλλιά της ήσαν βρεγμένα και ανέδιδαν μία όξινη οσμή, ενώ τα δάκτυλά της ήσαν ξεφλουδισμένα σαν από έγκαυμα. Αποκλείοντας το ενδεχόμενο αυτοκτονίας και επειδή ο θάνατος του φάνηκε ύποπτος, βεβαίωσε προφορικά το θάνατο, χωρίς να χορηγήσει κάποιο πιστοποιητικό. Ακολούθως έφθασαν στην οικία του κατ/νου οι αστυνομικοί του αρμοδίου τμήματος Β. Ο κατ/νος τους είπε ότι: *Την ημέρα εκείνη η σύζυγός του επρόκειτο να επισκεφθεί στην Κόρινθο, κάποιο γιατρό νευρολόγο για κάποιες ενοχλήσεις που είχε τον τελευταίο καιρό στα δάκτυλα των χεριών της. Ότι περί ώρα 12.00 της ίδιας ημέρας τηλεφώνησε στο σπίτι τους από το περίπτερο για να μάθει τι της είχε πει ο γιατρός. Επειδή δε το τηλέφωνο δεν απαντούσε ζήτησε από τον φίλο του Χ. Γ. αστυφύλακα και τον κουμπάρο του Ι. Γ., οι οποίοι εκείνη τη στιγμή κάθονταν μαζί στο περίπτερο να τον αντικαταστήσουν για λίγο προκειμένου, αφενός μεν να πάει να βάλει βενζίνη στο μηχανάκι του και αφετέρου να πάει στο σπίτι του για να μάθει από την γυναίκα του τι της είπε ο γιατρός. Ότι περί ώρα 12.20 αναχώρησε από το περίπτερο και αφού έβαλε βενζίνη σε γειτονικό βενζινάδικο έφθασε στο σπίτι του στις 12.30 περίπου. Εκεί, αφού βρήκε την αυλόπορτα του κήπου καθώς και την εξωτερική πόρτα στις αρχές του κλιμακοστασίου κλειστές και την πόρτα του σπιτιού λίγο ανοικτή, βρήκε τη σύζυγό του πεσμένη μπρούμυτα στο δάπεδο του μπάνιου με τα πόδια προς την μπανιέρα και το κεφάλι προς την πόρτα. Αμέσως έπεσε πάνω της για να δει τι της συμβαίνει και όταν την έπιασε ήταν παγωμένη οπότε κατάλαβε ότι ήταν νεκρή. Τότε έτρεξε και πήρε τηλέφωνο στο περίπτερο τον Χ. Γ. και έντονα ταραγμένος του ζήτησε να έλθει γρήγορα στο σπίτι του. Σημειωτέον ότι τους ίδιους ισχυρισμούς προβάλλει εφεξής ο κατ/νος. Οι αστυνομικοί του Α.Τ. Βραχατίου Κορινθίας συνέταξαν την από 1-11-1999 έκθεση αυτοψίας του χώρου, ενώ αστυνομικοί του τμήματος Εγκληματολογικών Ερευνών της Κορίνθου φωτογράφισαν το θύμα πάνω στο κρεβάτι καθώς και το χώρο του μπάνιου. Σύμφωνα και με την έκθεση αυτοψίας και όπως αυτό επιβεβαιώθηκε και από τους μάρτυρες και τις φωτογραφίες, από την πόρτα του μπάνιου αριστερά για τον εισερχόμενο υπήρχε ένα ηλεκτρικό πλυντήριο, δίπλα του η λεκάνη του WC, απέναντι από την πόρτα μπανιέρα και πάνω απ' αυτή ένα παράθυρο το οποίο βρέθηκε ανοικτό. Στη δεξιά πλευρά υπήρχε ο νιπτήρας και κάτω απ' αυτόν βρέθηκε όρθιο ένα μπουκάλι άδειο από διάλυμα υδροχλωρικού οξέως 24% μάρκας DRASTIK, το πώμα του οποίου βρέθηκε, όπως ήδη αναφέρθηκε, πάνω στο πλυντήριο. Στο χώρο του μπάνιου υπήρχε έντονη οσμή υδροχλωρικού οξέως. Στους υπόλοιπους χώρους του σπιτιού δεν υπήρχε καμία αταξία ή σημεία που να μαρτυρούν προηγηθείσα πάλη. Επίσης αναφέρεται στην έκθεση αυτοψίας αλλά και αποδείχθηκε από το άνω αποδεικτικό υλικό, ότι η θανούσα φορούσε πρόχειρα ρούχα ήτοι ένα παντελόνι ανοιχτόχρωμο (μπεζ χρώματος) το οποίο ήταν ξεκούμπωτο με μισοκατεβασμένο το φερμουάρ στο μπροστινό του μέρος. Πάνω φορούσε μία μπλούζα πορτοκαλί και εσωτερικά μια λευκή φανέλα. Στα πόδια δεν φορούσε κάλτσες, όμως μπροστά στο κρεβάτι (στο οποίο την μετέφεραν ο κατηγορούμενος με τους άλλους δύο) και κάτω από τα πόδια της βρέθηκαν υπολείμματα από νάιλον γυναικείες κοντές κάλτσες λιωμένες. Για το γεγονός αυτό ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι τη βρήκε στο μπάνιο με τα άνω ρούχα χωρίς παπούτσια αλλά φορούσε τις κάλτσες. Ισχυρίστηκε (καθώς και ο μάρτυρας αδελφός του Κ Σ.) ότι οι κάλτσες έπεσαν από τα πόδια της όταν αυτοί την μετέφεραν από το μπάνιο στην κρεβατοκάμαρα. Αντίθετα οι αστυνομικοί της σήμανσης παρέλειψαν, άγνωστο για ποίο λόγο, να αναζητήσουν δακτυλικά αποτυπώματα, κυρίως στο χώρο του μπάνιου και ιδιαίτερα στο άδειο δοχείο του υδροχλωρικού οξέος. Τη σοβαρή αυτή παράλειψη της αστυνομίας διαδέχτηκαν άλλες εξίσου σοβαρές ενέργειες, που μαρτυρούν μία σπουδή να *κλείσει* γρήγορα η υπόθεση και πάντως έλλειψη ευθύνης, συνείδησης του καθήκοντος και επαγγελματισμού. Συγκεκριμένα, αν και επρόκειτο για έναν βίαιο και πάντως μη φυσικό θάνατο, τα αίτια του οποίου (αυτοκτονία, ατύχημα, εγκληματική ενέργεια) όφειλαν να διερευνήσουν, απέκλεισαν εξαρχής την εγκληματική ενέργεια. Πιο συγκεκριμένα, το αρμόδιο Α.Τ. Βραχατίου και δη ο Διοικητής του έσπευσε περί ώρα 12,30 της ιδίας ημέρας 1-11-1999, πριν δηλαδή να διενεργήσει οποιαδήποτε έρευνα, να καταχωρήσει στο τηρούμενο βιβλίο αδικημάτων - συμβάντων της ίδιας ημέρας επί λέξει το ακόλουθο συμβάν: *...* . Σημειωτέον ότι, όταν έγινε η παραπάνω καταχώρηση στο βιβλίο συμβάντων και όταν απεστάλη η παραπάνω αναφορά, οι αστυνομικοί δεν είχαν στα χέρια τους καμία βεβαίωση και δη επίσημη για την αιτία θανάτου, είναι δε απορίας άξιο γιατί απέκλεισαν εξαρχής την εγκληματική ενέργεια. Η αυθαιρεσία, όμως, του Διοικητού του Α.Τ. Βραχατίου είχε και συνέχεια. Ειδικότερα, την ίδια ημέρα (1-11-1999) και περί ώρα 16,06 απέστειλε ΤΕΛΕΧ στο Α.Τ. Πατρών με το ακόλουθο επί λέξει περιεχόμενο: * ... Η παθούσα είχε ψυχολογικά προβλήματα για τα οποία είχε νοσηλευτεί κατά το παρελθόν*. Η τελευταία αναφορά του πιο πάνω ΤΕΛΕΧ ήταν ανακριβής, καθόσον ουδέποτε η θανούσα είχε νοσηλευτεί για ψυχολογικά προβλήματα σε κάποια κλινική ή νοσοκομείο, είναι δε απορίας άξιον ποίος ήταν εκείνος που μετέφερε στον εν λόγω αστυνομικό αυτή την ανακριβή πληροφορία και αυτός την ασπάστηκε χωρίς να την ελέγξει. Ατυχώς η μνεία των παραπάνω στοιχείων στο προαναφερόμενο ΤΕΛΕΧ είχε και άλλες αλυσιδωτές συνέπειες, όπως θα αναφερθεί στη συνέχεια. Ειδικότερα, όταν λίγες ώρες αργότερα της ίδιας ημέρας η σωρός της θανούσης μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Πατρών, προκειμένου να διενεργηθεί νεκροψία-νεκροτομή από τους διορισθέντες προς τούτο ιατρούς I. Α. και X. Ο., οι τελευταίοι ασφαλώς επηρεασμένοι από τα παραπάνω αναφερόμενα στο έγγραφο του Α.Τ. Βραχατίου, σύμφωνα με τα οποία η αιτία θανάτου ήταν η χρήση του αναφερόμενου υδροχλωρικού οξέως, συνέταξαν την από 25-11-1999 μονοσέλιδη ιατροδικαστική έκθεση, στην οποία αναφέρουν επί λέξει τα ακόλουθα: *Κατά την εξωτερικήν εξέτασιν του σώματος διεπιστώσαμεν: Εκτεταμένον χημικόν έγκαυμα, καθ' άπασαν της επιφάνειαν του προσώπου, μετά αποπτώσεως της επιδερμίδος εις πολλά σημεία. Διεπιστώθη επίσης λευκάζουσα χρώση του κερατοειδούς των οφθαλμών, λόγω χημικού εγκαύματος. Το έγκαυμα επεκτείνεται και κατά την προσθίαν επιφάνειαν του λαιμού. Προβάντες εις την διάνοιξιν των διαφόρων κοιλοτήτων του σώματος διεπιστώσαμεν: ... Εκ των ανωτέρω ως και εκ των πληροφοριών περί των συνθηκών του ατυχήματος συνάγομεν ότι ο θάνατος της Σ. Δ. του Θ. είναι αποτέλεσμα οξείας φαρμακευτικής δηλητηριάσεως, προκληθείσης δια εμβροχής του προσώπου, εντός καυστικού δηλητηρίου και εισπνοής αναθυμιάσεων εξ αυτού, χαρακτηρίζεται δε ως ατύχημα*. Ο εκ των συντακτών της ως άνω εκθέσεως Χ. Ο., εξεταζόμενος στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου αναφορικά με την αιτία θανάτου που ανέφερε στην έκθεση αυτή, έδωσε την ακόλουθη αλλοπρόσαλλη επεξήγηση: *εμβροχή σημαίνει άμεση επαφή με το υγρό, διαβροχή δε είναι η ρίψη, ας πούμε εμβάπτιση, επαφή με το υγρό*, ενώ εξεταζόμενος στο παρόν δικαστήριο, στην προηγηθείσα δίκη, η επί της οποίας απόφαση αναιρέθηκε, έδωσε μία πιο βελτιωμένη εκδοχή: * δια εμβροχής του προσώπου εννοώ ότι κάποιος του το έριξε επάνω του ή και μόνος του ακόμη. ...η θανούσα πέθανε από εισπνοή αναθυμιάσεων του υγρού εν ζωή και οι ατμοί έφτασαν στις κυψελίδες..* Δηλαδή και σύμφωνα με τους εν λόγω ιατρούς, η θανούσα, έχοντας αποφασίσει να αυτοκτονήσει, έβρεξε το πρόσωπό της με το υδροχλωρικό οξύ (χωρίς ωστόσο να βραχούν καθόλου τα ρούχα που φορούσε παρά μόνον οι κάλτσες της (άγνωστο πώς ήταν δυνατόν να συμβεί αυτό)) και χωρίς να πέσει καθόλου υγρό στο πάτωμα να συνεχίσει να εισπνέει τις αναθυμιάσεις στωικά, να τοποθετήσει το άδειο μπουκάλι όρθιο δίπλα στον νιπτήρα σε θέση περίοπτη (το πώμα του βρέθηκε απέναντι πάνω στο πλυντήριο όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω) και στη συνέχεια να βρεθεί ξαπλωμένη (πώς άραγε) στο πάτωμα μπρούμυτα, ενώ είναι γνωστό και αποδείχθηκε ότι σ' αυτές τις περιπτώσεις το άτομο από ένστικτο κάνει απεγνωσμένες προσπάθειες να απομακρύνει το καυστικό υγρό (κυρίως με πλύσιμο) για να σωθεί. Η παραπάνω έκθεση είναι ιατροδικαστική έκθεση μόνο κατά την επικεφαλίδα της και αποτελεί μνημείο ανευθυνότητος και αυθαιρεσίας. Το γεγονός ότι οι παραπάνω ιατροί που την συνέταξαν δεν είχαν την ειδικότητα του Ιατροδικαστή, αλλά εκείνη του χειρουργού και κυτταρολόγου - παθολογοανατόμου αντιστοίχως δεν αποτελεί ελαφρυντικό, δεδομένου ότι η έκθεση αυτή δεν είναι μόνο ελλιπής και πάντως αντιεπιστημονική, αλλά και ανακριβής, αφού μνημονεύει ότι έγιναν ενέργειες, (όπως π.χ. διανοίξεις οργάνων), που δεν έγιναν, επιπλέον αναφέρει ευρήματα που στην πραγματικότητα δεν τα παρατήρησαν ούτε μπορούσαν να παρατηρήσουν με τις εργασίες που έκαναν, συνακόλουθα, δε, οδηγήθηκε σε αυθαίρετα συμπεράσματα. Μία χαρακτηριστική περίπτωση που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι στην έκθεση αυτή γίνεται σαφής αναφορά σε μακροσκοπικά ευρήματα οργάνων, που δεν ελέγχθησαν,... Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έκθεση αυτή ουδεμία αναφορά γίνεται για την ύπαρξη εκδορών στο λαιμό της θανούσης, οι οποίες προκλήθηκαν εν ζωή, ένα πολύ σημαντικό εύρημα, που ασφαλώς δημιουργεί αμφιβολίες για το αίτιο θανάτου που αναφέρει. Το ότι πολλές από τις ενέργειες που αναφέρουν στην έκθεση ότι προέβησαν, δεν τις είχαν πραγματοποιήσει, αναγκάστηκε να το παραδεχθεί και ο ίδιος ο Χ. Ο. εξεταζόμενος ως μάρτυρας στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, όπου ανερυθρίαστα παραδέχτηκε ότι διενήργησε την νεκροψία - νεκροτομή μόνος του, δεδομένου ότι αυτός νεκροτομούσε και ο Α. έγραφε, μέσα σε μισή ώρα, *τσάκα - τσάκα*, όπως χαρακτηριστικά κατέθεσε, δηλαδή γρήγορα ή κατ' άλλη έκφραση *στο πόδι*, δικαιολογούμενος ότι λαμβάνει μικρή αμοιβή γι' αυτή την εργασία. Για να καταδειχθεί η προχειρότητα και συνακόλουθα η έλλειψη οποιουδήποτε επιστημονικού βάρους της εν λόγω εκθέσεως είναι χρήσιμο να αναφερθεί πώς αξιολογήθηκε από άλλους μάρτυρες ιατροδικαστές - γιατρούς, όχι μόνο του κατηγορητηρίου αλλά και τεχνικούς συμβούλους που εξετάστηκαν με πρόταση του κατ/νου: α. ο Β. Δ. Ιατροδικαστής Πειραιώς, που διορίστηκε πραγματογνώμων και διενήργησε νεκροψία - νεκροτομή μετά από εκταφή του πτώματος κατέθεσε σχετικά στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αλλά και στην προηγηθείσα δίκη στο παρόν δικαστήριο, η επί της οποίας απόφαση αναιρέθηκε, τα ακόλουθα: * ....Δεν είχε γίνει προηγούμενη νεκροτομή με επιστημονική μέθοδο. Δεν είχε διανοιχθεί καμία κοιλότητα Οι πιο πολλές διανοίξεις δεν διαπιστώθηκαν. Δεν έγινε διάνοιξη κεφαλής, καρδιάς, οισοφάγου, στομάχου, ούτε στους πνεύμονες. Μόνο 3 εκατοστά στην τραχεία έγινε τομή. Δεν μπορεί να διακριβωθεί έγκαυμα γιατί δεν μπορεί να ανοίξει το στόμα. Δεν υπήρχε τομή σε κανένα όργανο. Αφού δεν είχε διανοιχθεί η λαρυγγική κοιλότητα δεν μπορούσαν να δουν τη βλάβη του βλεννογόνου. Δεν είδαν τίποτα οι συνάδελφοι έτσι άνοιξαν για τον τύπο παρουσίασαν μία νεκροτομή που δεν ήταν νεκροτομή. Από τον τρόπο που εργάστηκαν το μόνο που θα μπορούσαν να δουν ήταν αν έχουν μείνει τα όργανα στη θέση τους τίποτα άλλο*. β. ο Ι. Α., Προϊστάμενος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών, που επίσης διορίστηκε πραγματογνώμων και διενήργησε νεκροψία - νεκροτομή μετά από εκταφή του πτώματος κατέθεσε σχετικά στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο αλλά και στο παρόν δικαστήριο κατά την προηγηθείσα δίκη, η επί της οποίας απόφαση αναιρέθηκε, μεταξύ άλλων ότι: * ... Δεν είχε γίνει διάνοιξη σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης. Έπρεπε να γίνει διάνοιξη όλων των κοιλοτήτων του σώματος. Δεν είχε γίνει διάνοιξη του κρανίου, του λαιμού, του αυχένα και του τραχήλου. Η τομή που είχαν κάνει ήταν περίπου 24 εκατοστά και ήταν στο δέρμα. Πρέπει να γίνεται εκσπλάχνωση και έλεγχος. Η πρώτη νεκροψία είναι επιστημονικώς κίβδηλη, δηλαδή ψευδής και απαράδεκτη. Αυτά που γράφουν οι Α. και Ο. είναι εν γνώσει τους ψευδή. Δεν πιστεύω ότι είδαν έγκαυμα στο στόμα. Η λευκάζουσα χρώση του κερατοειδούς που γράφουν στην έκθεσή τους είναι κραυγαλέο ψέμα. Αυτό το μάτι που φαίνεται στη φωτογραφία μισάνοιχτο πιστεύω ότι είναι η θεία δίκη. Η λαρυγγική κοιλότητα δεν είχε διανοιχθεί καθόλου για να ελεγχθεί ο βλεννογόνος. Παρ' όλα αυτά διαπιστώθη από αυτούς ότι υπήρχε χημικό έγκαυμα στο βλεννογόνο. Δεν υπήρχε εσωτερική τομή στους πνεύμονες και τα όργανα υπήρχαν στην ανατομική τους θέση. Δεν θα μπορούσαν να διαγνώσουν εκ τούτου οι πρώτοι ιατροδικαστές οίδημα των πνευμόνων και κατ' επέκταση χημική πνευμονίτιδα. Δεν έκαναν νεκροτομικές διανοίξεις δεν είδαν τίποτα και είναι αυθαίρετα τα συμπεράσματά τους. Υπάρχει ζήτημα για το αν διανοίχτηκε η κοιλία του θύματος *. γ. Ο N. Ε., συνταξιούχος ιατροδικαστής, Τεχνικός Σύμβουλος του κατ/νου, κατέθεσε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο αλλά και στο παρόν δικαστήριο κατά την δίκη, η επί της οποίας απόφαση ανηρέθη, μεταξύ άλλων: *... Δεν είναι πλήρης η πρώτη έκθεση υπό την έννοια της ιεράρχησης, δηλαδή άνοιξης κοιλοτήτων κεφαλής και θώρακος, που απ' αυτά μόνο έγινε διάνοιξη θώρακος. Η πρώτη έκθεση είναι ατελής...Η εξέταση των πρώτων είναι πλημμελής...κανονικά έπρεπε ο ερευνητής να έχει πρόσβαση σε όλο τον πνεύμονα. ...*, δ. ο Π. Γ.. συνταξιούχος Ιατροδικαστής, εξεταζόμενος στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο με πρωτοβουλία της πολιτικής αγωγής ως τεχνικός της σύμβουλος, κατέθεσε: *έχω διαβάσει την έκθεση Ο.υ - Α.υ, είναι ντροπή...με αυτές τις τομές δεν μπορούσαν να δουν το πνευμονικό παρέγχυμα, ούτε το πνευμονικό οίδημα...η πρώτη έκθεση λέει ψέματα..*. Και ε. ο ιατροδικαστής Κ. χαρακτήρισε τη διενέργεια νεκροψίας - νεκροτομής μέσα σε μισή ώρα ως παιδαριώδη. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην άνω ιατροδικαστική έκθεση δεν γίνεται καθόλου λόγος για το χρόνο θανάτου, ούτε κατά προσέγγιση, πράγμα εντελώς ασύνηθες. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι εν λόγω ιατροί Ι. Α. και Χ. Ο. καταμηνύθηκαν από τον αδελφό της θανούσης Δ. Τ., για ψευδορκία πραγματογνώμονα, ψευδή βεβαίωση από κοινού και απόπειρα υπόθαλψης εγκληματία, αλλά αθωώθηκαν λόγω ελλείψεως δόλου (βλ. την υπ' αριθ. 465/2004 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Πατρών). Κατά τη δίκη εκείνη, ο δικηγόρος Πατρών, Κων/νος Αργυρόπουλος, που τους υπερασπιζόταν, συνέταξε δήλωση στην οποία ανέφερε για τον εξ αυτών Χ. Ο. τα εξής *...ο κατ/νος δηλώνει ότι υπήρξε ελλιπής η διεξαχθείσα υπό τούτου πραγματογνωμοσύνη, τούτο οφείλεται εις το φόρτο των καθηκόντων του. Αποδέχεται ότι η διεξαχθείσα πραγμ/νη υπήρξε ελλιπής με αποτέλεσμα να τον οδηγήσει σε λάθος συμπέρασμα ως προς τα αίτια του θανάτου της Δ. Σ. ... Λυπάται και ζητάει συγνώμη από τους οικείους της ...δεν υπήρξε δόλος ...*. Μεταγενέστερα βέβαια ο εν λόγω ιατρός υπεστήριξε ότι η δήλωση συνετάγη από τον δικηγόρο του χωρίς την δική του συναίνεση. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ο εν λόγω ιατρός κατηγορήθηκε για ελλιπή έκθεση νεκροψίας- νεκροτομής και σε άλλη υπόθεση (με κατ/νο, ονόματι Χ.), διαψεύστηκε, δε, το πόρισμα που είχε συντάξει. Με βάση τις παραπάνω αυθαιρεσίες, και παραλείψεις της αστυνομίας αλλά και την ελαφρότητα και έλλειψη συνείδησης του καθήκοντος των ιατρών, που ερεύνησαν επιδερμικά την υπόθεση και κατέληξαν πολύ εύκολα στην εκδοχή του ατυχήματος, η σχηματισθείσα δικογραφία τέθηκε από τον Εισαγγελέα Πλημ/κών Κορίνθου στο αρχείο. Ο αδελφός, όμως, της θανούσης και πολιτικώς ενάγων, Δ. Τσ., που κατάφερε τελικά να δει το πτώμα στο Νοσοκομείο Κορίνθου στο οποίο μεταφέρθηκε από την Πάτρα μετά την ελλιπή νεκροτομή, αντελήφθη ότι έφερε σημάδια ακόμη και στην περιοχή του λαιμού. Το γεγονός αυτό, κυρίως, συνδυαζόμενο με άλλα περιστατικά, του δημιούργησε πολλές αμφιβολίες για το αν ο θάνατός της οφείλεται σε ατύχημα, και όχι σε εγκληματική ενέργεια. Έτσι, υπέβαλε αίτηση στον Εισαγγελέα Πλημ/κών Κορίνθου, για την διενέργεια εκταφής και νέας νεκροψίας - νεκροτομής. Η αίτηση αυτή έγινε δεκτή και διατάχθηκε από τον Εισαγγελέα Εφετών Ναυπλίου εκταφή και νέα νεκροψία - νεκροτομή από τους περιλαμβανόμενους στον κατάλογο των πραγματογνωμόνων Β. Δ. - ιατροδικαστή Πειραιώς και τον Ι. Α. - ιατροδικαστή, Προϊστάμενο της ιατροδικαστικής υπηρεσίας Πατρών, οι οποίοι διορίστηκαν νομίμως ως πραγματογνώμονες. Οι ανωτέρω, μετά την εκταφή του πτώματος, που διενεργήθηκε στις 21-7-2000, έκαναν ενδελεχή νεκροψία και νεκροτομία, ενώ παράλληλα προέβησαν στη φωτογραφική απεικόνιση των ευρημάτων της νεκροψίας - νεκροτομίας από το αρμόδιο τμήμα Μεθοδικοτήτων της Δ/νσης Εγληματικών Ερευνών - Αθηνών. Τέλος, ερεύνησαν επισταμένα τις φωτογραφίες της θανούσης και του χώρου, που είχε λάβει το Τμήμα Εγκληματολογικών Ερευνών Κορίνθου. Ακολούθως, συνέταξαν την από 4-6-2001 έκθεση ιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης νεκροψίας - νεκροτομής μετά εκταφή. Στην έκθεση αυτή αναφέρουν ότι εντόπισαν σοβαρότατες πλημμέλειες και ελλείψεις στην ιατροδικαστική έκθεση των I. Α. και X. Ο.. Ειδικότερα, στην έκθεση αυτή αναφέρουν επί λέξει: ... Η προηγηθείσα νεκροτομία, που διενεργήθηκε την 1/11/1999, και υπογράφεται από τους πραγματογνώμονες ιατρούς Ι. Α. και Χ. Ο., ήταν αδιαμφισβήτητα πλημμελής και ατελής, όσον άφορα στην τεχνική της νεκροτομικής διανοίξεως των κοιλοτήτων του σώματος. ... ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 1. Ο θάνατος της Σ. Δ.Η. επήλθε συνεπεία συμπιέσεως του τραχήλου και σε καμία περίπτωση συνεπεία επιδράσεως διαβρωτικού δηλητηρίου (λόγω καταπόσεως υγρού διαλύματος ή εισπνοής ατμών). 2. Η πλημμελής αρχική νεκροτομική διερεύνηση και η μη περιγραφή των ανωτέρω νεκροψιακών πασιφανών και χαρακτηριστικών βλαβών ταυ τραχήλου και του αριστερού οφθαλμού στο κείμενο της πρώτης νεκροψίας και νεκροτομίας και η αντ' αυτών περιγραφή αλλοιώσεων συμβατών με επίδραση διαβρωτικών ατμών, θέτει σε σοβαρή αμφισβήτηση τα εξαχθέντα συμπεράσματα περί εισπνοής διαβρωτικών ατμών και βιαίου θανάτου ατυχηματικής αιτιολογίας. ΑΙΤΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ: Ο θάνατος της Σ. Δ.Η. επήλθε συνεπεία συμπιέσεως του λαιμού-τραχήλου και ανοξυγοναιμίας του εγκεφάλου*. Τα συμπεράσματα της ως άνω εκθέσεώς τους, οι παραπάνω ιατροδικαστές υποστήριξαν με επιστημονικά επιχειρήματα ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου κατά την προηγηθείσα δίκη, η της οποίας απόφαση αναιρέθηκε, ο δε εξ αυτών Ι. Α. και κατά την παρούσα συζήτηση. Όπως είναι πρόδηλο με την έκθεση αυτή: 1. Ανατρέπονται ολοσχερώς όλα τα πορίσματα της πρώτης εκθέσεως νεκροψίας και νεκροτομής, που συνέταξαν οι Α. - Ο., ως ψευδή και αστήριχτα, καθόσον ελάχιστες από τις αναφερόμενες σ' αυτή εργασίες (διατομές) είχαν πραγματοποιηθεί και τα ευρήματα δεν μπορούσαν να διαπιστωθούν χωρίς αυτές τις ενέργειες. 2. Στην έκθεση των εν λόγω πραγματογνωμόνων γίνεται σαφής λόγος για κακώσεις εν ζωή του θύματος, οι οποίες αγνοήθηκαν από τους εν λόγω ιατρούς. 3. Αποδεικνύεται η επί του σώματος της παθούσης χρήση καυστικού (διαβρωτικού) υγρού μετά τον θάνατό της από άλλο άτομο, γεγονός που αποκλείει την αυτοκτονία και το ατύχημα. 4. Παρατηρήθηκαν ευρήματα ασφυκτικού (με στραγγαλισμό, συνεπεία συμπιέσεως του λαιμού-τραχήλου και ανοξυγοναιμίας του εγκεφάλου) θανάτου της και 5. ο δράστης ενήργησε συγκαλυπτικά, δηλαδή, αφού στραγγάλισε την παθούσα, προσπάθησε να εμφανίσει τον θάνατό της είτε ως ατύχημα από αθέλητη εισπνοή υδροχλωρικού οξέος είτε ως αυτοκτονία συνεπεία εκούσιας κατάποσης του εν λόγω υγρού από την θανούσα. Ειδικότερα, οι εν λόγω Ιατροδικαστές γνωμοδότησαν χωρίς κενά ή αντιφάσεις, με τρόπο απολύτως κατηγορηματικό και επιστημονικά τεκμηριωμένο, έτσι ώστε να μην αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για την πεποίθηση της αλήθειας των πορισμάτων τους ότι *...βρέθηκαν ενώπιον αποτρόπαιου εγκλήματος και αποτρόπαιου τρόπου συγκαλύψεώς του*. Κατέθεσαν, δε, και οι δύο ότι σπουδαίο εύρημα από την νεκροτομή που διενήργησαν για να οδηγηθούν στο συμπέρασμα ότι ο θάνατος είχε προέλθει από στραγγαλισμό ήταν η ανεύρεση αίματος (αποξηρανθέντος) στο δεξιό αυτί (έξω ακουστικό πόρο) της θανούσας, το οποίο είναι χαρακτηριστικό εύρημα, παρατηρείται σε περιπτώσεις συμπιέσεως του τραχήλου, προήλθε από ρήξη αγγείου και είναι αντίστοιχο με την κηλιδώδη μικροαιμορραγία που διέκριναν από τις φωτογραφίες ότι υπήρχε στο αριστερό μάτι της θανούσας και η οποία έχει τον ίδιο ακριβώς μηχανισμό πρόκλησης. Κατά την πλειοψηφήσασα στο δικαστήριο άποψη, που συντίθεται από τις ψήφους έξι μελών του, ..., ο θάνατος της Δ. Σ., δεν οφείλεται σε ατύχημα ούτε σε αυτοκτονία, αλλά σε εγκληματική ενέργεια και συγκεκριμένα σε στραγγαλισμό. Στην δικανική αυτή κρίση τα ως άνω μέλη του δικαστηρίου οδηγήθηκαν, από την συνεκτίμηση του ως άνω αποδεικτικού υλικού, ιδιαίτερα δε από την ως άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης των Ιατροδικαστών Α. - Δ., η οποία, ναι μεν εκτιμάται ελεύθερα (177 παρ. 1 ΚΠΔ), ωστόσο η επιστημονική της ορθότητα, πληρότητα και αντικειμενικότητα επιβεβαιώθηκε απ' όλα τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, αλλά και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής. Ειδικότερα, η εκδοχή της αυτοκτονίας με εισπνοή ή κατάποση, την οποία δεν αποκλείει η υπεράσπιση του κατ/νου, δεν ευσταθεί για τους εξής λόγους : 1. Το διάλυμα του υδροχλωρικού οξέος 24% και μάλιστα το συγκεκριμένο με το όνομα Γαλαξίας (Drastic), το οποίο, όπως παραδέχτηκε ο κατ/νος, η θανούσα σύζυγός του το είχε χρησιμοποιήσει και άλλες φορές στο παρελθόν χωρίς κάποια παρενέργεια, βρέθηκε όρθιο και κενό περιεχομένου δίπλα στη θανούσα, ενώ το σκέπασμά του σε άλλο σημείο, κυκλοφορεί ευρέως στο εμπόριο, είναι από τα πιο *αθώα* και πάντως δεν μπορούσε να προκαλέσει τις σοβαρές βλάβες που έφερε στο πρόσωπο η θανούσα. Αυτό προσεπιβεβαιώθηκε και από το σχετικό πείραμα που έγινε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου κατόπιν αιτήματος του πολιτικώς ενάγοντος Δ. Τ.. Δηλαδή, έκανε διαβροχή με το ίδιο ακριβώς διάλυμα, που βρέθηκε στο εμπόριο, τουλάχιστον δύο φορές του προσώπου του αλλά και της ιδιαίτερα ευαίσθητης περιοχής της εσωτερικής επιφάνειας του χεριού του στο ύψος του αγκώνα και η παραμονή του σ' αυτό αρκετή ώρα δεν του προκάλεσε καμία απολύτως βλάβη. Το αυτό δε συνέβη και με τον μάρτυρα - πραγματογνώμονα Α., ο οποίος κατά τη διάρκεια της καταθέσεώς του στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο προς απόδειξη των ισχυρισμών του περί μη δυνατότητας προκλήσεως των σοβαρών εγκαυμάτων στο πρόσωπο της θανούσας από το συγκεκριμένο υγρό, έβρεξε τις παλάμες του με αυτό και χωρίς να το ξεπλύνει κατέθετε στο Δικαστήριο επί μερικές ώρες. Μέχρι δε το τέλος της καταθέσεώς του και οι δύο παλάμες του δεν είχαν υποστεί την παραμικρή βλάβη, ούτε καν είχαν ερύθημα. Το αυτό προκύπτει από την από 26-11-2002 γνωμοδότηση της Α. Κ. - Κ. Α. Κ. του Πανεπιστημίου Αθηνών. Όπως αναφέρει, ... Αναφέρεται δε σ' αυτήν, ότι με την επαφή με το δέρμα και μόνο δεν δύναται να προκαλέσει θάνατο τοξικής αιτίας. Στο αυτό, δε, το συμπέρασμα καταλήγει και ο Λ. Π. Ιατρός - Φαρμακοποιός, ειδικός Ιατροδικαστής, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Τοξικολογίας, στην από 6-12-2002 ιατρική γνωμοδότησή του, που έγινε κατόπιν σχετικού ερωτήματος του συνηγόρου των πολιτικώς εναγόντων, στην οποία καταλήγει μετά από λεπτομερειακή ανάλυση και ανάπτυξη ότι ο θάνατος της Σ. αποκλείεται να προήλθε από διαβροχή του δέρματος και εισπνοή αναθυμιάσεων διαλύματος υδροχλωρικού οξέος συγκέντρωσης 24%, είτε αυτή ήταν ατυχηματική, είτε προς αυτοκτονία. Τέλος, σύμφωνα με το αναγνωσθέν έγγραφο της υπεύθυνης του Κέντρου Δηλητηριάσεων Αναπληρώτριας Δ/ντριας κ. Β., με βάση τα στατιστικά στοιχεία του άνω Κέντρου από το 1995 έως σήμερα, δεν έχει διαπιστωθεί αιφνίδιος θάνατος από αναθυμιάσεις υδροχλωρικού οξέος σε οικιακό περιβάλλον της χώρας μας. Σημειωτέον, ότι δεν δημιουργείται έγκαυμα από αναθυμιάσεις. Εξάλλου, αν είχε γίνει κατάποση του εν λόγω υγρού, θα υπήρχε αιμόπτυση, θα είχε υποστεί βλάβη ο οισοφάγος και θα είχε καταστραφεί (διατρυθεί) το στομάχι. Ωστόσο, δεν βρέθηκε κάποια βλάβη, όπως π.χ. έγκαυμα, στα όργανα αυτά της θανούσης. Η εκδοχή της χημικής πνευμονίτιδας - πνευμονικού οιδήματος από εισπνοή αναθυμιάσεων του εν λόγω υγρού, την οποία φαίνεται να ασπάζεται ο κατ/νος, εκτός του ότι αναιρείται από τα άλλα ευρήματα, αποκλείεται και για τους εξής λόγους: το εν λόγω υγρό (χλωριούχο νάτριο), είναι ένα καθαριστικό υγρό (ήπια έως ελάχιστα ερεθιστικό) και οπωσδήποτε μη καυστικό, δεν προκαλεί εγκαύματα και δεν δημιουργεί έγκαυμα από αναθυμιάσεις, αφού δεν προκαλεί αναθυμιάσεις. Τέλος, ενισχυτικά στοιχεία που συνηγορούν ότι ο θάνατος της συζύγου του κατηγορουμένου αποκλείεται να προήλθε από την εισπνοή των αναθυμιάσεων του άνω οξέος είναι και τα εξής: Το δάπεδο του λουτρού ήταν στεγνό χωρίς κανένα ίχνος υγρού, ούτε καν στην περιοχή που βρισκόταν το πρόσωπο της νεκρής. Το παράθυρο του λουτρού βρέθηκε, όπως αυτό δεν αμφισβητήθηκε και αναφέρεται και στην έκθεση αυτοψίας, ανοικτό, πράγμα που σημαίνει ότι αν το υγρό αυτό χρησιμοποιήθηκε από τη θανούσα, η συγκέντρωση στον αέρα ήταν αραιή, δεδομένου ότι το μπάνιο ήταν στον πάνω όροφο και η οικία γύρω - γύρω ελεύθερη από άλλες οικοδομές. Σύμφωνα με την έκθεση αυτοψίας της αστυνομίας δεν βρέθηκε άλλο υγρό στο χώρο που βρέθηκε η θανούσα (ούτε άλλωστε ο κατ/νος υποστήριξε κάτι τέτοιο), ενώ, αν υπήρχε άλλο υγρό και η θανούσα το είχε χρησιμοποιήσει, ασφαλώς δεν μπορούσε η ίδια να το εξαφανίσει, οπωσδήποτε, δε, θα πρέπει να ήταν διαβρωτικό, όπως π.χ. θειικό οξύ (βιτριόλι), έτσι ώστε να δικαιολογεί τα ανευρεθέντα διαβρωτικά εγκαύματα. Αλλά η εκδοχή της αυτοκτονίας αποκλείεται και για τους εξής λόγους, α. Υπάρχει χρήση ισχυρού καυστικού διαβρωτικού υγρού και συγκεκριμένα θειικού οξέος (βιτριολιού), που ήταν αδύνατο να γίνει από την ίδια την παθούσα και ταυτόχρονα να εξαφανίσει το δοχείο ή να τοποθετήσει όρθιο το μπουκάλι αυτό, το οποίο είχε ενδείξεις χλωριούχου νατρίου - καθαριστικού. β. Υπάρχει λιμνάζον υγρό (βιτριόλι) και στις δύο κογχικές χώρες (φωτ. 8) κυρίως στην αριστερή, που επέφερε πλήρη βλάβη, γεγονός που σημαίνει ότι δέχτηκε το βιτριόλι όταν ήταν σε κατακεκλιμένη στάση, αφού αν ήταν όρθια το υγρό θα έρρεε. γ. Η ρίψη του υγρού αυτού έγινε μετά θάνατο. Τούτο προκύπτει από το ότι δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποίησε ηθελημένα η θανούσα το υγρό αυτό (θειικό οξύ - βιτριόλι) και έχοντας αφόρητους πόνους από την επαφή του σώματός της με το υγρό αυτό, αφενός μεν να εξαφάνισε το δοχείο που το περιείχε και αφ' ετέρου να έμεινε ακίνητη σε αυτή την κατακεκλιμένη στάση, έτσι ώστε να μη κυλίσει το υγρό αυτό από τις κόγχες των ματιών της. Περαιτέρω, υπάρχουν συντριπτικά στοιχεία και ευρήματα που θεμελιώνουν την εγκληματική ενέργεια. Ειδικότερα, οι εν λόγω πραγματογνώμονες - ιατροδικαστές διαπίστωσαν 1. εκτεταμένη αιμορραγική διήθηση, μαλθακών μορίων συστοίχως της ανατομικής περιοχής του δεξιού έξω ακουστικού πόρου, όπου βρήκαν αποξηρανθέν βαθυέρυθρο υλικό με μορφολογικούς χαρακτήρες αίματος. Το εύρημα αυτό, όπως εξήγησαν, οφείλεται σε ρήξη αγγείου από παρατεινομένη παρακώλυση της απαγωγής του φλεβικού σκέλους της κυκλοφορίας του αίματος. Το γεγονός ότι οι πραγματογνώμονες δεν φρόντισαν να διαπιστωθεί και εργαστηριακώς ότι πρόκειται για αίμα, δεν αναιρεί την ύπαρξη του εν λόγω ευρήματος, όπως αβάσιμα προέβαλε η υπεράσπιση του κατ/νου, αφού οι πραγματογνώμονες ήσαν κατηγορηματικοί ότι επρόκειτο για αίμα. Σημειωτέον ότι αποκλείεται να είναι πτωματικό υγρό, αφού όπως βεβαίωσαν οι πραγματογνώμονες δεν βγαίνει τέτοιο υγρό από τον ακουστικό πόρο. Άλλωστε, όπως κατέθεσε η τεχνική σύμβουλος του κατ/νου Χ. Σ. στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο *το πτωματικό υγρό δεν πήζει*. 2. Αιμορραγική βλάβη (κηλιδώδη μικροαιμορραγία) στο βολβικό επιπεφυκότα του αριστερού οφθαλμού, όπως δε κατηγορηματικά αναφέρουν, η ανατομική εντόπιση της ανωτέρω χαρακτηριστικής βλάβης, είναι συμβατή με πρόκληση συνεπεία ρήξεως αγγείου εκ παρατεινομένης παρακωλύσεως της απαγωγής του φλεβικού σκέλους της κυκλοφορίας του αίματος, με τον ίδιο, δε, μηχανισμό δύναται να ερμηνευθεί και η ανεύρεση αποξηρανθέντος αίματος στο δεξιό έξω ακουστικό πόρο. 3. Εγκαυματικού τύπου εκτεταμένη βλάβη του προσώπου, δίκην γεωγραφικού χάρτου, με μορφολογία συμβατή με επίδραση διαβρωτικού δηλητηρίου υγράς μορφής. Η ανομοιόμορφη κατανομή της διαβρωτικής βλάβης του δέρματος του προσώπου συνάδει με διαβροχή μετά θάνατο και ροή του διαβρωτικού υγρού στο πρόσωπο και όχι με βλάβη προκληθείσα από ατμούς. 4. Κατά την επισταμένη μελέτη των φωτογραφιών της σήμανσης, διαπίστωσαν αρκετές εκδορές στο κεφάλι (πρόσωπο, τράχηλο, λαιμό και γνάθο) της θανούσης, οι οποίες έγιναν εν ζωή και αποκλείουν την εκδοχή της αυτοκτονίας ή του ατυχήματος, ενώ πιστοποιούν την εγκληματική ενέργεια.
Ειδικότερα παρατήρησαν: α. ... 5. Κατά την επισταμένη μελέτη των φωτογραφιών της σήμανσης, διαπίστωσαν ότι ο κερατοειδής χιτώνας του αριστερού οφθαλμού, είναι διαφανής και δεν έχει υποστεί χημικό έγκαυμα ("λευκάζουσα χρώση"), όπως αναληθώς αναφέρεται στην έκθεση των ιατρών πραγματογνωμόνων, αφού είναι εμφανής η χροιά της θανούσης (καστανή χροιά). 6. Κατά την επισταμένη επίσης μελέτη των φωτογραφιών της σήμανσης, διαπίστωσαν κυάνωση των ονύχων και των χειλέων, εύρημα συμβατό με ασφυκτικό (διά στραγγαλισμού) θάνατο. Και 7. παρατηρήθηκε το ασυνήθιστο εύρημα, οι πελματιαίες χώρες των άκρων ποδών της θανούσης, να μην έχουν εγκαυματικές βλάβες, ενώ οι κάλτσες που φέρεται ότι φορούσε να έχουν πολλαπλές διατρήσεις συνεπεία της επιδράσεως του διαβρωτικού δηλητηρίου. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι φωτογραφίες του πτώματος, εφόσον ελήφθησαν από τους αστυνομικούς της σήμανσης και δεν αμφισβητείται η γνησιότητά τους, είναι ιατροδικαστικώς παραδεκτές, υπό την έννοια ότι ο Ιατροδικαστής επιτρέπεται (και επιβάλλεται) να τις συνεκτιμήσει, προκειμένου να διαμορφώσει το πόρισμά του για την αιτία θανάτου. Γι' αυτό άλλωστε πρώτη δουλειά των αστυνομικών αρχών, μόλις φθάσουν, είναι να εξασφαλίσουν τον τόπο - χώρο όπου βρίσκεται ένα πτώμα από οποιαδήποτε αλλοίωσή του καθώς και των πραγμάτων που το περιβάλλουν, αποκλείοντας την πρόσβαση σε οποιοδήποτε τρίτο. Όπως δε χαρακτηριστικά κατέθεσε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ο μάρτυρας Π. Γ., ιατροδικαστής, έχουν ανακαλυφθεί ειδεχθή και φοβερά εγκλήματα μετά την εκταφή μόνον από φωτογραφίες. Επομένως, οι ισχυρισμοί της υπεράσπισης του κατ/νου, ότι δεν ευσταθεί το συμπέρασμα των πραγματογνωμόνων διότι αυτοί κατέληξαν σ' αυτό και από την αξιολόγηση και την επισταμένη μελέτη του φωτογραφικού υλικού της αυτοψίας του χώρου ανευρέσεως της θανούσας, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Επομένως, κατόπιν όσων αποδείχθηκαν περί μη προκλήσεως των σοβαρών εγκαυμάτων στο πρόσωπο της θανούσας από το συγκεκριμένο υγρό, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι αυτά προκλήθηκαν μετά το θάνατό της από άλλο υγρό, που όπως αποδείχθηκε, ήταν το θειικό οξύ, κοινώς βιτριόλι. Αυτό πωλείται στο εμπόριο διότι χρησιμοποιείται από ορισμένους επαγγελματίες όπως τους υδραυλικούς, αλλά υπάρχει και στις μπαταρίες των αυτοκινήτων. Το υδροχλωρικό δε οξύ τοποθετήθηκε στην άνω περίοπτη θέση και μάλιστα όρθιο με το πώμα σε άλλη θέση από τον δράστη για λόγους συγκαλύψεως όπως χαρακτηριστικά κατέθεσαν και οι δύο πραγματογνώμονες. Για να μπορεί να γίνει δεκτή η εκδοχή του ατυχήματος ή της αυτοκτονίας, κατά την οποία τα τόσο σοβαρά εγκαύματα στο πρόσωπο και οι βλάβες στο λαιμό είχαν προκληθεί από την επαφή τους με το άνω υγρό, αυτός που την επικαλείται επιπλέον πρέπει να δώσει μία λογική εξήγηση στα παρακάτω εύλογα ερωτήματα: πώς εξηγείται το γεγονός ότι τα ρούχα της δεν είχαν υποστεί καμία βλάβη ούτε καν είχε αλλοιωθεί το χρώμα τους; Γιατί τα χέρια της θανούσας, και ιδίως τα πόδια της, παρόλο που οι κάλτσες που φορούσε ήσαν διάτρητες (δήθεν) από την επίδρασή του, δεν είχαν καμία βλάβη; Γιατί εγκαύματα υπήρχαν και στις δύο πλευρές του προσώπου της και όχι μόνον στην πλευρά που ακουμπούσε στο πάτωμα, όπως θα έπρεπε αν αυτά είχαν προκληθεί από την επαφή του με το άνω υγρό; Αν ήταν ατύχημα γιατί η θανούσα ενστικτωδώς δεν έλαβε μόνη της τις πρώτες βοήθειες, όπως πλύσιμο με νερό; Αν είχε εισπνεύσει τις αναθυμιάσεις και αισθανόταν τα συμπτώματα του ερεθισμού στο αναπνευστικό της σύστημα, γιατί δεν έβγαινε να ζητήσει τη βοήθεια κάποιου γείτονα; Κατά την κρατήσασα στο δικαστήριο άποψη, ..., φυσικός αυτουργός της εν λόγω αποτρόπαιης ανθρωποκτονίας είναι ο κατ/νος σύζυγός της. Ειδικότερα, έχοντας αποφασίσει ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση να σκοτώσει τη σύζυγό του, την ημέρα αυτή, (1-11-1999) και περί ώρα 08,30 έως 10,00, μετέβη στην οικία του. Εκεί, ευρισκόμενος ομοίως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, που επέτρεπε τη σκέψη, ήτοι την στάθμιση των αιτίων που τον κινούσαν και τον απέτρεπαν από την τέλεση της ανθρωποκτονίας, χρησιμοποιώντας τις υπέρτερες σωματικές δυνάμεις του, ακινητοποίησε την σύζυγό του ρίχνοντάς την ύπτια στο δάπεδο της κρεβατοκάμαρας ή το κρεβάτι. Ακολούθως, έχοντας ανθρωποκτόνο πρόθεση περιέσφιξε με τα χέρια του για λίγα λεπτά της ώρας την περιοχή του τραχήλου της, έτσι ώστε να αποκλείσει την αναπνευστική οδό προκαλώντας τον ασφυκτικό θάνατό της από ανοξυγοναιμία. Ο τρόπος αυτός θανατώσεώς της επιβεβαιώνεται από τα προαναφερόμενα ευρήματα των πραγματογνωμόνων και την εμφάνιση του πτώματος και συγκεκριμένα: από την εκτεταμένη αιμορραγική διήθηση των μαλθακών μορίων συστοίχως της ανατομικής περιοχής του δεξιού έξω ακουστικού πόρου, όπου βρέθηκε αποξηρανθέν βαθυέρυθρο υλικό με μορφολογικούς χαρακτήρες αίματος, την αιμορραγική βλάβη (κηλιδώδη μικροαιμορραγία) στο βολβικό επιπεφυκότα του αριστερού οφθαλμού, χαρακτηριστικές βλάβες, που είναι συμβατές με πρόκληση συνεπεία ρήξεως αγγείου εκ παρατεινομένης παρακωλύσεως της απαγωγής του φλεβικού σκέλους της κυκλοφορίας του αίματος, οι πολλές εκδορές στην περιοχή του τραχήλου, της γνάθου κλπ, εν ζωή προκληθείσες, όπως ευμεγέθης ταινιοειδής εκδορά, στη δεξιά στερνοκλειδομαστοειδή χώρα του τραχήλου, ευμεγέθης ακανόνιστη εκδορά στην αριστερά γναθιαία χώρα, πολλαπλές μικροεκδορές στο πρόσωπο και τον τράχηλο, ευρείες μελανόφαιες αλλοιώσεις της φυσιολογικής χροιάς του δέρματος συστοίχως των πλαγίων τραχηλικών χωρών, μετά συνοδών μικροεκδορών - μικροδιασχίσεων συστοίχως, οι τρεις εν σειρά μικροδιασχίσεις του δέρματος με μορφολογικούς χαρακτήρες συμβατούς με πρόκληση εκ των κρίκων της αλυσίδος που έφερε η θανούσα στο λαιμό (αποτυπωματική θλαστική βλάβη, συμβατή με συμπίεση συστοίχως, την κυάνωση των ονύχων και των χειλέων, εύρημα συμβατό με ασφυκτικό (διά στραγγαλισμού) θάνατο. Μόλις ο κατ/νος βεβαιώθηκε για τον θάνατό της, θέλοντας να δώσει την εντύπωση στις διωκτικές αρχές ότι αυτός (θάνατος) οφείλεται σε αυτοκτονία ή ατύχημα και όχι σε εγκληματική ενέργεια, έριξε στο πρόσωπο της θανούσης το θειικό οξύ (βιτριόλι), το οποίο είχε φροντίσει να εφοδιαστεί προκαλώντας μετά θάνατο εγκαυματικού τύπου εκτεταμένη βλάβη του προσώπου της, δίκην γεωγραφικού χάρτου. Στη συνέχεια, αντικατέστησε τα ενδύματα της νεκρής συζύγου του, που είχαν λερωθεί, είτε κατά την προηγηθείσα άνιση πάλη και την προβληθείσα αντίστασή της, με άλλα καθαρά ενδύματα και την μετέφερε στο χώρο του μπάνιου, το οποίο καθάρισε επιμελώς. Αψευδής μάρτυρας της ενέργειας αυτής αποτελούν οι φωτογραφίες της θανούσης να φορά ένα μπεζ ξεκούμπωτο παντελόνι με μισοκατεβασμένο το φερμουάρ, απολύτως καθαρό, αν και υποτίθεται καθάριζε το μπάνιο και είχε πέσει στο δάπεδο αυτού. Τέλος, ο κατ/νος με νερό καθάρισε το πρόσωπό της και τα μαλλιά της από στοιχεία ενοχοποιητικά, όπως π.χ. αίμα και περιέβρεξε το χώρο του μπάνιου με το υδροχλωρικό οξύ τοποθετώντας το άδειο δοχείο του καθαριστικού υγρού σε περίοπτη θέση ενώ εξαφάνισε το δοχείο με το θειικό οξύ (βιτριόλι) και τα ρούχα που φορούσε η παθούσα. Την κρίση αυτή ότι δηλαδή φυσικός αυτουργός της δολοφονίας είναι ο κατ/νος, η πλειοψηφήσασα άποψη στηρίζει στα ακόλουθα κυρίως στοιχεία: 1. Στο γεγονός ότι οι σχέσεις του με την θανούσα, δεν ήσαν αρμονικές, εξαιτίας της προπεριγραφόμενης αντισυζυγικής σκληρής συμπεριφοράς του. 2. οι ενέργειες που έκανε και η στάση που κράτησε από την ημέρα της δολοφονίας και μετά είναι περίεργη και ύποπτη σε πολλά σημεία. Συγκεκριμένα, φρόντισε αμέσως να μετακινήσει το πτώμα από τη θέση που ισχυρίζεται ότι το βρήκε και να το μεταφέρει στην κρεβατοκάμαρα, παρόλο που, όπως αποδείχθηκε, α. από την πρώτη στιγμή κατάλαβε ότι ήταν νεκρή (αν είναι αλήθεια ότι βρήκε το πτώμα στο μπάνιο και δεν το μετέφερε εκεί για λόγους συγκάλυψης) και β. ο αστυνομικός φίλος του Χ. Γ. του είχε επιστήσει την προσοχή να μη πειράξει τίποτε. Η συμπεριφορά αυτή δεν συνάδει, κατά την κοινή πείρα και λογική, με τη συμπεριφορά που θα επεδείκνυε ο μέσος άνθρωπος, ο οποίος θα φρόντιζε να μην αλλάξει τίποτε στο χώρο μέχρι να έρθει η Αστυνομία και να διαλευκανθούν τα αίτια του θανάτου. Κατά την κατάθεση του συνταξιούχου Ιατροδικαστή, Ε. Ν., τεχνικού συμβούλου του κατ/νου, *όταν μετακινεί κάποιος ένα πτώμα αυτό είναι αλλοίωση φαινομένων του χώρου, γιατί όταν πάνε οι ειδικοί να αποτυπώσουν την εικόνα και έχει γίνει μεταβολή του χώρου εσκεμμένως ή εξ αμελείας η εικόνα θα είναι λάθος. Η αλλοίωση των στοιχείων του χώρου, αν γίνεται εσκεμμένως είναι για λόγους συγκάλυψης*. 3. Όπως αναγκάστηκε να παραδεχτεί για πρώτη φορά στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δεδομένου ότι στο από 21-11-2001 απολογητικό του υπόμνημα προς την τακτική ανακρίτρια Κορίνθου και στο από 24-7-2002 υπόμνημά του στο Συμβούλιο Εφετών Ναυπλίου δεν το ανέφερε, έριξε νερό στο πρόσωπο και τα μαλλιά της θανούσης. Γι' αυτή την ενέργεια, που ασφαλώς αποσκοπούσε στο να εξαφανίσει διάφορα σημάδια από το πρόσωπό της (αίματα ή καυστικό υγρό) δεν έδωσε κάποια πειστική εξήγηση. 4. Αμέσως μετά την προβαλλόμενη "ανακάλυψη" του πτώματος τηλεφώνησε στο περίπτερό του, στο φίλο του αστυνομικό Χ. Γ., διότι προφανώς προσέβλεπε στα φιλικά του συναισθήματα και στη δική του μεσολάβηση για να γίνει πιστευτό και να υιοθετηθεί από την αστυνομία η άποψη του "ατυχήματος", καθώς και σε ιδιώτη ιατρό, αποβλέποντας προφανώς στο να εξασφαλίσει πάνω στη σύγχυση χωρίς περαιτέρω ανακρίσεις ένα πιστοποιητικό θανάτου από ατύχημα και πάντως δεν τηλεφώνησε ο ίδιος και αμέσως στην Αστυνομία, όπως όφειλε να πράξει. 5. Ο κατ/νος δεν είχε λόγο να μεταβεί εκτάκτως στην οικία του την ημέρα και ώρα αυτή. Ο ισχυρισμός του ότι ανησυχούσε να μάθει τι είπε στη σύζυγό του ο γιατρός, που θα επισκεπτόταν στην Κόρινθο, ήταν ένα πρόσχημα. Ειδικότερα, έχοντας ήδη στραγγαλίσει 3-3 1/2 ώρες πριν την σύζυγό του, εφηύρε αυτό το πρόσχημα, προκειμένου να μεταβεί στο σπίτι και να "ανακαλύψει" ο ίδιος το πτώμα και όχι το παιδί τους, όταν αυτό θα γυρνούσε από το σχολείο το μεσημέρι, αλλά και να *τακτοποιήσει* καλύτερα τα πράγματα έτσι ώστε να δείχνουν ατύχημα ή αυτοκτονία. Και δεν είχε κάποιο λόγο να ανησυχεί, και μάλιστα για την επίσκεψη της συζύγου του στον γιατρό, α. γιατί η σύζυγός του, όπως ο ίδιος παραδέχεται, δεν πήγε σε γιατρό, επειδή είχε κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας, αλλά απλώς επειδή μούδιαζαν τα δάκτυλα των χεριών της και β. ουδέποτε στο παρελθόν είχε δείξει ανάλογη ανησυχία και ευαισθησία για σοβαρότερα προβλήματα της συζύγου του. Ειδικότερα, ακόμη και όταν η σύζυγός του μετέβαινε στην Αθήνα για τα ψυχολογικά της προβλήματα, ουδέποτε τη συνόδευσε, ενώ κατά την κύηση του μοναδικού τέκνου τους, κατά την διάρκεια της οποίας η σύζυγός του αναγκάστηκε να φιλοξενηθεί για πολλούς μήνες στην Αθήνα σε συγγενικό της σπίτι, ο κατ/νος παρέμεινε στον Άσσο. Περαιτέρω, ο κατ/νος δεν είχε δει τη σύζυγό του να μεταβαίνει στην Κόρινθο από την παρακείμενη στο περίπτερό του στάση του ΚΤΕΛ, έτσι ώστε να έχει αγωνία να μάθει τι της είπε ο γιατρός της Κορίνθου. Σημειωτέον ότι ο μάρτυρας Μ., αυτοκινητιστής, κατέθεσε ότι ο κατ/νος τον είχε μισθώσει από την προηγουμένη για να μεταφέρει τη θανούσα στην Κόρινθο. Στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέθεσε ότι την 09,00 - 09,30 ώρα μίλησε με τον κατ/νο και τον αποδέσμευσε λέγοντάς του ότι *μάλλον δεν θα πάει στην Κόρινθο*. Γνώριζε, επομένως, ότι η γυναίκα του εκείνο το πρωί δεν πήγε στην Κόρινθο, δηλαδή βρισκόταν όλο το πρωί στο σπίτι. Τέλος, αν είχε πάει στην Κόρινθο, επιστρέφοντας θα περνούσε από το περίπτερο, εφόσον η στάση του λεωφορείου ήταν πολύ κοντά σ' αυτό. 6. Δεν έκανε καμία προσπάθεια να εξακριβώσει τα αίτια του θανάτου της συζύγου του και υιοθέτησε από την πρώτη κιόλας στιγμή εντελώς αβασάνιστα την άποψη του ατυχήματος, φροντίζοντας να υιοθετηθεί και από τους άλλους (οικείους, συγχωριανούς, Αστυνομία κλπ), χωρίς, ωστόσο, να απορρίπτει και την εκδοχή της αυτοκτονίας (...). 7. Απέκλεισε από την αρχή το ενδεχόμενο της εγκληματικής ενέργειας, φοβούμενος προφανώς ότι οποιαδήποτε έρευνα θα απέβαινε σε βάρος του. 8. Έφερε αντιρρήσεις για την εκταφή του πτώματος και γενικά δεν υποστήριξε καθόλου τον αδελφό της στις προσπάθειες που αυτός έκανε να διακριβωθούν τα αίτια του θανάτου. Έτσι, δεν παραβρέθηκε στην εκταφή, παρόλο που ενημερώθηκε έστω και την τελευταία στιγμή τηλεφωνικά από τον Δ/ντη του Α.Τ. Β. 9. Η συμπεριφορά του απέναντι στους συγγενείς της θανούσης κατά την ημέρα της κηδείας αλλά και αργότερα ήταν ασυνήθιστη για τέτοιες περιστάσεις και παράξενη. Ειδικότερα, μετά την νεκροψία-νεκροτομή δεν ζήτησε να μεταφερθεί η θανούσα στην οικία τους, ώστε να της απονεμηθούν οι τιμές που είθισται να απονέμονται στο νεκρό τουλάχιστον στην επαρχία. Τούτο το έπραξε επειδή φοβόταν ότι οι συγγενείς της θα είχαν τη δυνατότητα να ανοίξουν το φέρετρο (το οποίο πρέπει να αναφερθεί ότι παρέμεινε κλειστό καθόλη την διάρκεια της κηδείας και άνοιξε μόνο για λίγο μέσα στο τάφο) και να παρατηρήσουν την όψη της με τα εγκαύματα και τις αμυχές, θέαμα που θα διήγειρε υποψίες για τον τρόπο του θανάτου της. 10. Έχοντας πληροφορηθεί ότι ο αδελφός της θανούσης Δ. Τ. κινείται προκειμένου να επιτύχει εκταφή του πτώματος, δεν είχε φτιάξει μνήμα στον τάφο του θύματος μέχρι το χρόνο της εκταφής που έλαβε χώρα μετά από εννέα περίπου μήνες από την ταφή, πράγμα ασύνηθες για την ελληνική κοινωνία, προφανώς για να επέλθουν ευκολότερα τα αποτελέσματα της σήψεως και να γίνει δυσκολότερο το έργο της εξακρίβωσης των αιτιών του θανάτου της μετά τυχόν εκταφή. 11. Όπως και ο κατ/νος παραδέχτηκε, όταν μετέβη στην οικία του, βρήκε την αυλόπορτα του κήπου καθώς και την εξωτερική πόρτα στις αρχές του κλιμακοστασίου κλειστές, δηλαδή δεν υπήρξε κάποιο ίχνος παραβίασης από την είσοδο κάποιου τρίτου, ενώ στους χώρους του σπιτιού δεν υπήρχε καμία αταξία ή σημεία αναστάτωσης που να μαρτυρούν προηγηθείσα πάλη της συζύγου του με επίδοξο ληστή ή βιαστή. 12. Το σπουδαιότερο, όμως, γεγονός που αποδεικνύει την ενοχή του κατ/νου αποτελεί η διαπίστωση ότι πρόκειται για μία δολοφονία, κατά την οποία ο δράστης ενήργησε συγκαλυπτικά. Δηλαδή, ενώ σκότωσε με στραγγαλισμό, στη συνέχεια προέβη σε σειρά ενεργειών, προκειμένου να εμφανίσει τον θάνατο ως αυτοκτονία ή ατύχημα. Αυτό είχε λόγους να το κάνει μόνο ο κατ/νος. Ειδικότερα, εάν στην οικία είχε εισέλθει παράνομα κάποιος τρίτος - επίδοξος ληστής ή βιαστής, που στραγγάλισε την θανούσα, αυτός δεν είχε κανένα λόγο να εμφανίσει το θάνατο αυτό ως ατύχημα ή αυτοκτονία. Πολύ περισσότερο, εάν είχε σκοπό την ληστεία ή τον βιασμό, γιατί να έχει εφοδιαστεί και με θειικό οξύ ( βιτριόλι); Υπενθυμίζεται ότι δεν υπήρχαν ίχνη παραβίασης της οικίας, ούτε κάποια ακαταστασία στους χώρους της. Ο ανθρωποκτόνος σκοπός του κατ/νου προκύπτει από το μέσο που χρησιμοποίησε (δηλαδή τα χέρια του και τις υπέρτερες σωματικές δυνάμεις του), το ευπαθές σημείο της παθούσης που κατηύθυνε τις ενέργειές του (τράχηλος) καθώς και από την ένταση και την διάρκεια της περίσφυξης των αεροφόρων οδών του θύματος, μέχρι να επέλθει το σκοπούμενο αποτέλεσμα, δηλαδή ο ασφυκτικός θάνατος. Επίσης προκύπτει από τον προηγούμενο εφοδιασμό του με θειικό οξύ, το οποίο χρησιμοποίησε μετά τον θάνατό της. Ενώ η ηρεμία της ψυχής του αποδεικνύεται από τον μεθοδικό τρόπο που ενήργησε προκειμένου να παρουσιάσει τον θάνατο ως ατύχημα ή αυτοκτονία. Επομένως, κατά την άποψη που επεκράτησε, ο κατ/νος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση".
Με αυτά που δέχθηκε, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 299 παρ. 1 του ΠΚ, την οποία ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, με ελλιπή, δηλαδή, ή αντιφατική αιτιολογία. Οι μερικότερες αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος είναι αβάσιμες, αφού: α) Επαρκώς αιτιολογείται ο χρόνος, κατά τον οποίο τελέσθηκε η ένδικη πράξη, δεν ήταν, δε, αναγκαίο ούτε να προσδιοριστεί ακριβέστερα αυτός ούτε να απορριφθεί αιτιολογημένα ο αρνητικός της κατηγορίας ισχυρισμός του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο (08.30 - 10.00 της 1.11.1999), βρισκόταν συνεχώς στο περίπτερό του (άλλοθι) και ότι, επομένως, δεν ήταν δυνατόν να είχε μεταβεί στην οικία του και να δολοφονήσει τη σύζυγό του. Συγκεκριμένα, έγινε δεκτό ότι ο θάνατος της Δ. Σ. επήλθε μερικές ώρες πριν από την 12.00 ώρα, που ο κατηγορούμενος ειδοποίησε τον ιατρό Δ. Σ., ενώ το Δικαστήριο δέχθηκε, με λογικά επιχειρήματα, ότι ο θάνατος της ανωτέρω οφειλόταν σε εγκληματική ενέργεια και ότι δολοφόνος ήταν ο κατηγορούμενος και όχι τρίτο πρόσωπο. Ακόμη, γίνεται δεκτό ότι, ενώ το θύμα, την κρίσιμη ημέρα, επρόκειτο να επισκεφθεί κάποιο γιατρό στην Κόρινθο, για τον οποίο λόγο ο κατηγορούμενος, την προηγούμενη ημέρα είχε μισθώσει τον αυτοκινητιστή Μ., την ημέρα του φόνου και περί ώρα 09.00 - 09.30 αποδέσμευσε τον τελευταίο, λέγοντάς του ότι η σύζυγός του μάλλον δεν θα μετέβαινε στην Κόρινθο. Τέλος, δεν ήταν αναγκαίο να αναφέρεται ποιος, κατά την κρίσιμη ημέρα, άνοιξε το περίπτερο και ποια ώρα ή αν κάποιος, κατά την επίδικη ώρα, αντικατέστησε τον κατηγορούμενο. β) Εκτίθεται ότι ο δράστης, κατά την τέλεση της πράξεώς του, ενέργησε συγκαλυπτικά. Δηλαδή, ότι, αφού στραγγάλισε το θύμα, περιέλουσε το πρόσωπο και το λαιμό του με θειικό οξύ (βιτριόλι), το οποίο είχε προμηθευθεί προηγουμένως και, μετά το έγκλημα, το εξαφάνισε. Όμως, για να εμφανίσει το φόνο ως ατύχημα ή δολοφονία, τοποθέτησε όρθιο ένα μπουκάλι άδειο υδροχλωρικού οξέος (άκουα φόρτε), αφού περιέβρεξε το χώρο του μπάνιου με αυτό. Αλλά το υγρό αυτό, όπως έγινε δεκτό, δεν προκαλεί εγκαύματα ούτε αναθυμιάσεις. Περαιτέρω, έγινε δεκτό ότι βρέθηκε λιμνάζον υγρό (βιτριόλι) και στις δύο κογχικές χώρες, και κυρίως στην αριστερή, που επέφερε πλήρη βλάβη, ενώ η ρίψη του υγρού αυτού έγινε μετά θάνατο. Η αναφορά στο διατακτικό ότι ο κατηγορούμενος, μετά το στραγγαλισμό, περιέλουσε το θύμα με υδροχλωρικό οξύ δεν δημιουργεί καμιά αντίφαση, καθόσον στο σκεπτικό προσδιορίζεται ακριβέστερα ο τρόπος, κατά τον οποίο ενέργησε αυτός. γ) Αιτιολογημένα το Δικαστήριο υιοθέτησε τις απόψεις των πραγματογνωμόνων Β. Δ. και Ι. Α. και εξηγεί γιατί δεν δέχεται τις απόψεις άλλων ιατρών. δ) Σαφώς δέχεται το Δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος "ισχυρίστηκε" ότι βρήκε το θύμα στο μπάνιο, ενώ δεν ασκεί επιρροή αν αυτό βρέθηκε πράγματι στο μπάνιο και μεταφέρθηκε στην κρεβατοκάμαρα ή αν μεταφέρθηκε αυτό στο μπάνιο για λόγους συγκαλύψεως. ε) Όπως αναφέρθηκε, ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι, κατά την κρίσιμη ημέρα, η σύζυγός του δεν είχε μεταβεί στην Κόρινθο, δεδομένου ότι αφενός ακύρωσε τη μίσθωση του ταξί και αφετέρου, αν εκείνη αναχωρούσε με το λεωφορείο, θα την έβλεπε από το περίπτερο. Ο λόγος, λοιπόν, για τον οποίο δεν όφειλε να ανησυχεί για την επίσκεψή της στο γιατρό και ειδικότερα για το αν το μούδιασμα των δακτύλων των χεριών της ήταν σοβαρό πρόβλημα ή όχι δεν ασκεί επιρροή. Επομένως, ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠοινΔ, τέταρτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και νόμιμης βάσεως, είναι αβάσιμος. Οι, εμπεριεχόμενες στο λόγο αυτό, αιτιάσεις για εσφαλμένη εκτίμηση αποδεικτικών μέσων (μαρτυρικών καταθέσεων, εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης, κ.λπ.) είναι απαράδεκτες, γιατί, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττουν την, αναιρετικώς ανέλεγκτη, περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333 παρ.2, 364 και 369 του ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη από το δικαστήριο, για το σχηματισμό της κρίσεώς του περί της ενοχής του κατηγορουμένου, εγγράφων που δεν αναγνώσθηκαν κατά την προφορική συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας κατά το άρθρο 171 παρ.1 εδ. δ' του ίδιου Κώδικα, που ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Α' του ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, διότι αποστερείται έτσι ο κατηγορούμενος του δικαιώματος να εκθέσει τις απόψεις του και να προβεί σε παρατηρήσεις σχετικά με το αποδεικτικό αυτό μέσο (άρθρο 358 ΚΠοινΔ), εκτός αν αυτά αποτελούν στοιχεία του κατηγορητηρίου ή το υλικό αντικείμενο του εγκλήματος ή είναι έγγραφα διαδικαστικά ή αναφέρονται απλώς διηγηματικά στην απόφαση ή το περιεχόμενό τους προκύπτει από άλλα αποδεικτικά μέσα. Περαιτέρω, τα έγγραφα με γραφικές παραστάσεις, όπως είναι οι χάρτες, απεικονίσεις, φωτογραφίες και σχεδιαγράμματα, δεν "αναγιγνώσκονται" κατά κυριολεξία, αλλά επισκοπούνται από τους παράγοντες της δίκης, προς τους οποίους επιδεικνύονται για το σκοπό αυτόν από τον διευθύνοντα τη συζήτηση. Στην προκειμένη περίπτωση, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο αναφέρει στο σκεπτικό του, όπως ήδη έχει εκτεθεί, και τα εξής: 1. "Όπως αναγκάστηκε να παραδεχτεί για πρώτη φορά στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δεδομένου ότι στο από 21-11-2001 απολογητικό του υπόμνημα προς την τακτική ανακρίτρια Κορίνθου και στο από 24-7-2002 υπόμνημά του στο Συμβούλιο Εφετών Ναυπλίου δεν το ανέφερε, έριξε νερό στο πρόσωπο και τα μαλλιά της θανούσης". Και 2. "Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι εν λόγω ιατροί Ι. Α. και Χ. Ο. καταμηνύθηκαν από τον αδελφό της θανούσης Δ. Τ., για ψευδορκία πραγματογνώμονα, ψευδή βεβαίωση από κοινού και απόπειρα υπόθαλψης εγκληματία, αλλά αθωώθηκαν λόγω ελλείψεως δόλου (βλ. την υπ' αριθ. 465/2004 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Πατρών). Κατά τη δίκη εκείνη ο δικηγόρος Πατρών Κων/νος Αργυρόπουλος που τους υπερασπιζόταν συνέταξε δήλωση στην οποία ανέφερε για τον εξ αυτών Χ. Ο. τα εξής *...ο κατ/νος δηλώνει ότι υπήρξε ελλιπής η διεξαχθείσα υπό τούτου πραγματογνωμοσύνη, τούτο οφείλεται εις το φόρτο των καθηκόντων του. Αποδέχεται ότι η διεξαχθείσα πραγμ/νη υπήρξε ελλιπής με αποτέλεσμα να τον οδηγήσει σε λάθος συμπέρασμα ως προς τα αίτια του θανάτου της Δ. Σ. ... Λυπάται και ζητάει συγνώμη από τους οικείους της ...δεν υπήρξε δόλος ...* Μεταγενέστερα βέβαια ο εν λόγω ιατρός υπεστήριξε ότι η δήλωση συνετάγη από τον δικηγόρο του χωρίς την δική του συναίνεση. Τέλος πρέπει να σημειωθεί ότι ο εν λόγω ιατρός κατηγορήθηκε για ελλιπή έκθεση νεκροψίας- νεκροτομής και σε άλλη υπόθεση (με κατ/νο ονόματι Χ.), διαψεύστηκε δε το πόρισμα που είχε συντάξει". Όπως, όμως, προκύπτει από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης αποφάσεως, τα ως άνω έγγραφα, ήτοι α) το από 21.11.2001 απολογητικό υπόμνημα του κατηγορουμένου προς την Τακτική Ανακρίτρια Κορίνθου, β) το από 24.7.2002 υπόμνημα του ιδίου προς το Συμβούλιο Εφετών Ναυπλίου, γ) η δήλωση που συνέταξε ο συνήγορος του Χρ. Ο. στη δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η 465/2004 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών και δ) η έκθεση νεκροψίας - νεκροτομής σε υπόθεση με άλλο κατηγορούμενο επ' ονόματι Χ., δεν περιλαμβάνονται στον πίνακα των εγγράφων που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο. Πλην, όμως, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, τα ως άνω έγγραφα δεν αξιοποιήθηκαν αποδεικτικώς, αλλά αναφέρονται διηγηματικά. Συγκεκριμένα, α) το κρίσιμο προς αξιολόγηση περιστατικό, δηλαδή ότι ο αναιρεσείων έριξε νερό στο πρόσωπο και τα μαλλιά της θανούσας συζύγου του, προκύπτει, κατά τις παραδοχές της αποφάσεως, από τα όσα ο ίδιος υποστήριξε κατά την απολογία του στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο (και όχι, δηλαδή, από τα εν λόγω έγγραφα υπομνήματά του). β) Η κρίση του Δικαστηρίου για την πλημμελή από τον Χρ. Ο. σύνταξη της εκθέσεώς του στηρίχθηκε στα λοιπά αποδεικτικά μέσα και ιδίως στην έκθεση των πραγματογνωμόνων Β. Δ. και Ι. Α. και όχι στη δήλωση του συνηγόρου του Χ. Ο. στη δίκη, επί της οποίας εκδόθηκε η ως άνω απόφαση, η οποία, πάντως, αναγνώσθηκε στο ακροατήριο (σελ. 93 πρακτικών, αύξ. αριθ. 10). Η δήλωση, δηλαδή, αυτή αναφέρεται ως εκ περισσού και δεν συνέβαλε στη διαμόρφωση της ειρημένης δικανικής πεποιθήσεως, αλυσιτελής, δε, κατά τούτο, είναι και η μνεία εκθέσεως νεκροψίας - νεκροτομής από άλλη υπόθεση, η οποία αναφέρεται στο αιτιολογικό της αποφάσεως απλώς ιστορικά, χωρίς την οποιαδήποτε συμβολή στην ανωτέρω εξενεχθείσα κρίση. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την επισκόπηση των πρακτικών, στον πίνακα των εγγράφων που αναγνώσθηκαν αναφέρεται με αύξ. αριθ. 5 ότι "επισκοπήθηκαν από τον Πρόεδρο δέκα (10) έγχρωμες φωτογραφίες που επισυνάπτονται στη δικογραφία και απεικονίζουν τον χώρο της οικίας της θανούσας καθώς και την θανούσα...". Όμως, στο προοίμιο του σκεπτικού, αναφέρεται ρητώς ότι το Δικαστήριο εκτίμησε, μεταξύ άλλων αποδεικτικών μέσων, "στ. τις φωτογραφίες που υπήρχαν στη δικογραφία, αλλά και αυτές που προσκομίστηκαν, οι οποίες επισκοπήθηκαν από όλους τους παράγοντες της δίκης, ύστερα από επίδειξή τους για το σκοπό αυτό από τον διευθύνοντα τη συζήτηση Πρόεδρο του Δικαστηρίου". Η αναφορά αυτή στο προοίμιο του σκεπτικού αναιρεί την από παραδρομή αναγραφή στον πίνακα των εγγράφων που αναγνώσθηκαν ότι οι φωτογραφίες επισκοπήθηκαν μόνο από τον Πρόεδρο. Επομένως, από τη μνεία στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως των ανωτέρω εγγράφων και από τη λήψη, για την καταδικαστική κρίση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου, υπόψη και των φωτογραφιών που επισκοπήθηκαν όχι μόνο από τον Πρόεδρο, αλλά από όλους τους παράγοντες της δίκης, δεν προκλήθηκε καμιά απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο και ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α του ΚΠοινΔ, δεύτερος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος.
Κατά το άρθρο 329§1 του ΚΠοινΔ, η συζήτηση στο ακροατήριο, καθώς και η απαγγελία της αποφάσεως γίνονται δημόσια σε όλα τα δικαστήρια και επιτρέπεται στον καθένα να παρακολουθεί ανεμπόδιστα τις συνεδριάσεις, κατά δε το άρθρο 510§1 στοιχ. Γ' του ίδιου Κώδικα, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η παράβαση των διατάξεων για τη δημοσιότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο. Εξάλλου, η έλλειψη δημοσιότητας της συνεδριάσεως, που κατοχυρώνεται και με το άρθρο 93§2 του Συντάγματος, αποδεικνύεται μόνον από τα σχετικά πρακτικά της συγκεκριμένης δίκης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης αποφάσεως, αναφέρεται στη σελ. 26 αυτών ότι "όταν έφθασε η ημέρα και η ώρα που τάχθηκαν από τον Πρόεδρο (συνεδρίαση της 14 Νοεμβρίου 2013 και ώρα 09.00), ..., προσήλθαν στην αίθουσα του Μ.Ο.Ε. Ναυπλίου, του οποίου οι θύρες ήταν κλειστές και κατέλαβαν τις έδρες τους...". Η αυτή αναφορά γίνεται και στις συνεδριάσεις τις 15 Νοεμβρίου 2013 (σελ. 40), 19 Νοεμβρίου 2013 (σελ. 51), 2 Δεκεμβρίου 2013 (σελ. 62), 3 Δεκεμβρίου 2013 (σελ. 69), 14 Ιανουαρίου 2014 (σελ. 78), 17 Φεβρουαρίου 2014 (σελ. 85) και 27 Φεβρουαρίου 2014 (σελ. 88). Αντιθέτως, στις συνεδριάσεις της 6 Μαρτίου 2014, 13 Μαρτίου 2014 και 21 Μαρτίου 2014 (σελ. 98, 99 και 100, αντιστοίχως) αναφέρεται ότι "όταν έφθασε η ημέρα και η ώρα που τάχθηκαν από τον Πρόεδρο..., προσήλθαν στην αίθουσα του Μ.Ο.Ε. Ναυπλίου, του οποίου οι θύρες ήταν ανοικτές και κατέλαβαν τις έδρες τους...". Από τις επισημειώσεις αυτές προκύπτει ότι οι θύρες του Δικαστηρίου ήταν κλειστές ή ανοικτές όχι κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, αλλά κατά τη στιγμή που, μετά τη διακοπή της εκάστοτε συνεδριάσεως που είχε προηγηθεί, επανήλθαν για να καταλάβουν τις θέσεις τους οι δικαστές και οι λοιποί παράγοντες της δίκης. Πράγματι, όπως βεβαιώνεται στα πρακτικά, από τα οποία και μόνο, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, αποδεικνύεται η τήρηση της αρχής της δημοσιότητας, μετά την κατάληψη από τους παράγοντες της δίκης των θέσεών τους, ο Πρόεδρος "διέταξε να συνεχιστεί η διακοπείσα παραπάνω δημόσια συνεδρίαση" (σελ. 40, 52, κ.λπ.). Αλλά και στη σελ. 2 των πρακτικών βεβαιώνεται ότι "η συνεδρίαση άρχισε στο Ναύπλιο την 9η πρωινή ώρα της 13ης Νοεμβρίου 2013 δημόσια", ενώ δημόσια απαγγέλθηκαν και όλες οι αποφάσεις του Δικαστηρίου (σελ. 10, 18, 38, 39, 50, 51, 61, 67, 68, 101, 140, 142, 146, 147, 148, 149). Επομένως, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο, καθ' όλες τις συνεδριάσεις, συνεδρίασε δημόσια και δεν παραβίασε την αρχή της δημοσιότητας, ο δε, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Γ του ΚΠοινΔ, τρίτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος.
Τέλος, από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει ότι εφαρμόσθηκαν μεν οι ορθές διατάξεις του ΠΚ που ρυθμίζουν την επίδικη αξιόποινη πράξη (άρθρα 26 παρ. 1, 27 παρ. 1, 51, 52, 83, 84 παρ. 2 περ. ε και 299 παρ. 1), αλλά από παραδρομή δεν παρατέθηκαν αυτές. Ωστόσο, εφόσον ο Άρειος Πάγος, σύμφωνα με το άρθρο 514 εδ. δ του ΚΠοινΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 50 παρ. 4 του ν. 3160/2003, μπορεί, ακόμη και αν δεν εμφανιστεί ο αναιρεσείων, αυτεπαγγέλτως να παραθέσει τα σχετικά άρθρα του ποινικού νόμου που εφαρμόστηκαν στην προσβαλλόμενη απόφαση, αν αυτά δεν έχουν παρατεθεί σε αυτή ή έχουν παρατεθεί εσφαλμένα, τούτο πολύ περισσότερο δικαιούται να πράξει και όταν ο αναιρεσείων είναι παρών. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ), καθώς και στη δικαστική δαπάνη των παραστάντων πολιτικώς εναγόντων (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ), να παρατεθούν στην προσβαλλομένη απόφαση οι διατάξεις του ΠΚ που εφαρμόσθηκαν, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 3 Νοεμβρίου 2014 (υπ' αριθ. πρωτ. 7159/2014) αίτηση του Ν. Σ. του Α., για αναίρεση της 103α, 103, 104, 105, 107/2013, 31/2014 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ναυπλίου.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη των παραστάντων πολιτικώς εναγόντων Δ. Τ., Ι. Τ. - Τ. και Π. Τ.. εκ πεντακοσίων (500) ευρώ. ΠΑΡΑΘΕΤΕΙ στην 103α, 103, 104, 105, 107/2013, 31/2014 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ναυπλίου, στη σελίδα 146, τα άρθρα που προβλέπουν την πράξη για την οποία κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων και συγκεκριμένα τα άρθρα 26 παρ. 1, 27 παρ. 1, 51, 52, 83, 84 παρ. 2 περ. ε και 299 παρ. 1 του ΠΚ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Μαρτίου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Μαρτίου 2015.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ



Γραντζουνίζω την βροχή

 


Ρώτησα τον έρωτα

ε, ρω, τα

ψιλαφιστά

ανταγωνιζόμενη η πρόζα

τον ρόλο της ύπαρξής του

μ'απάντηση, καμία

καμιά φορά

δεν μετάλαβα τον ήχο 

συλλαβιστά

στις σταγόνες

που έρρεαν εντός μου

κατακλυσμό στο μέσα σου

να προκαλέσουν

από τον απόηχο μίας τραγωδίας

αντικριστά μ'εμένα και τον σαδισμό σου

αχνιστά ψηνόταν

κι εκείνο το συναίσθημα

που δεν έβρισκε φως

στο σκοτάδι του εγκλεισμού του

μουντζούρωνα τα τζάμια

από τα υγρά της θυσίας για σένα

κλεισμένος μέσα στη βροχή

κρατώντας την αναπνοή μου

με την υποκρισία να αφήνει τα σημάδια της

στα βήματα, σε έναν δρόμο με λάσπη

κι εσένα, να ισχυρίζεσαι:

ο έρωτάς σου πλημμυρίζει τα πάθη

μ'εσένα να κυριεύεις ακόμη και τα όνειρά μου

να με αφήνεις να πιστεύω ότι δεν ήταν όνειρα

σαν έπιασες διάλογο με έναν διαβάτη

μην τολμήσεις να πουλήσεις

και αυτό το βράδυ

τόσα χρόνια λάθη

 ε, ρω, τα

βαμμένη με γράμματα η βροχή

ξεθωριασμένη, από την υγρασία, η φωτογραφία σου

λουσμένος, με απόγνωση, ο εγωισμός μου 

γραντζούνιζα ό,τι είχε απομείνει:

ε, ρω, τα 

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

Ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή - Χρήση παρένθετης μητέρας από άγαμο - μοναχικό άνδρα



8641/2017 Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης

Κενά δικαίου. Διακρίνονται σε ακούσια ή γνήσια και σε εκούσια. Τρόποι κάλυψης των κενών. Το δικαίωμα στην αναπαραγωγή αποτελεί ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή. Παρένθετη μητρότητα. Κριτήρια βάσει των οποίων ιδρύεται η συγγένεια με τη μητέρα και σύνταξη των ληξιαρχικών πράξεων γέννησης. Το δικαίωμα στην αναπαραγωγή με τη χρήση παρένθετης μητέρας δεν παρέχεται στον άγαμο-μοναχικό άνδρα. Αυτό συνιστά ρητή νομοθετική επιλογή και δεν πρόκειται για κενό δικαίου. Εφόσον η δικαστική άδεια για τη μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων στην παρένθετη μητέρα παρέχεται μόνο σε γυναίκα, απορρίπτεται η υπό κρίση αίτηση του αιτούντος ως μη νόμιμη. Αντίθετη μειοψηφία.

Πρόεδρος: Ολυμπία Κορέα

Εισηγήτρια: Μαρία Δημητρίου, Πρωτοδίκης 

Το δίκαιο λόγω της απειρίας των εξατομικευμένων πραγματικών περιστατικών που χρειάζονται ρύθμιση, δεν μπορεί να προβεί σε πλήρη και εξαντλητική ρύθμισή τους. Αναπόφευκτα καταλείπονται περιπτώσεις, οι οποίες, ενώ απαιτούν ρύθμιση, είτε δεν ρυθμίστηκαν καθόλου, είτε δεν ρυθμίστηκαν πλήρως. Τότε ακριβώς κάνουμε λόγο για κενό δικαίου. Πρόκριμα για να θεωρη­θεί ότι υπάρχει κενό αποτελεί η κρίση για το εάν στη συγκε­κριμένη περίπτωση ο Νομοθέτης έκρινε ότι αυτή έπρεπε να μείνει εκτός του ρυθμιστικού πεδίου δικαίου, όπως συμβαίνει π.χ. με την εξώγαμη συμβίωση ή τις σχέσεις φιλοφροσύνης. Το εάν απαιτείται ρύθμιση ή όχι είναι και αυτό ζήτημα ερμηνείας, κυρίως τελολογικής και συστηματικής. Μόνο εάν κριθεί ότι απαιτείται ρύθμιση, η οποία λείπει, υπάρχει κενό. Τα κενά διακρίνονται σε ακούσια (ή γνήσια) και εκούσια. Ακούσιο (ή γνήσιο) κενό υπάρχει, όταν ο νομοθέτης άφησε αρρύθμιστη μια περίπτωση, η οποία απαιτούσε ρύθμιση. Εφόσον το κενό υπήρχε κατά τον χρόνο θέσπι­σης του κανόνα δικαίου, ο οποίος δεν μπορούσε να καταλάβει τη συγκεκριμένη περίπτωση, αν την είχε υπόψη του ο νομοθέτης τότε το κενό λέγεται πρωτογενές. Αν αντίθετα το κενό αναδείχθηκε μετά τη θέσπιση του σχετικού κανόνα δικαίου, τότε καλείται δευτερογενές. Τα ακούσια κενά καλύπτονται με αναλογία, δηλαδή με τη δημιουργία ερμηνευτικού ad hoc κανόνα δικαίου για την κάλυψή τους. Αν αυτός ο ad hoc κανόνας δικαίου είναι κανόνας δικαίου που ρυθμίζει άλλες όμοιες περιπτώσεις υπάρχει αναλογία Νόμου. Αν αντίθετα ο ad hoc κανόνας συνάγεται από θεμελιώδη αξιώματα του δικαιικού συστήματος υπάρχει αναλογία δικαίου. Ορισμένες φορές η κάλυψη του κενού γίνεται και με το επιχείρημα «από το έλασσον στο μείζον». Άλλοτε πάλι χρησιμο­ποιείται το επιχείρημα «από το μείζον στο έλασσον». Εκούσιο κενό υπάρχει όταν ο νομοθέτης ρύθμισε μία περίπτωση, αλλά διατύπωσε τον Κανόνα Δικαίου κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αφήνει στον ερμηνευτή - εφαρμοστή μεγάλο περιθώριο εξειδίκευσης του κανόνα, χρησιμο­ποιώντας είτε ενδεικτική απαρίθμηση (π.χ. ΑΚ 179 με τη χρήση της λέξης «ιδίως»), είτε αόριστες νομικές έννοιες (π.χ. το «εύλογο» της αποζημίωσης στις ΑΚ 225, 918, καθώς και οι γενικές ρήτρες των ΑΚ 200, 288). Κατά την πλήρωση των ακούσιων κενών η ερμηνευτική προσπά­θεια εστιάζεται στην εξειδίκευση των αόριστων εννοιών, έτσι ώστε να διαγνωσθεί αν η υπό κρίση «αρρύθμιστη» περίπτωση υπάγεται ή όχι στο πλάτος αυτών (βλ. Απ. Γεωργιάδη, «Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου», σελ. 34 επ.). Περαιτέρω, από την διάταξη του άρθρου 4 § 1 του Συντάγματος, κατά την οποία οι Έλληνες είναι ίσοι ενώ­πιον του νόμου, συνάγεται ότι το Σύνταγμα θεσπίζει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του Νόμου, αλλά και την ισότητα του Νόμου έναντι των Ελλήνων πολιτών, υπό την έννοια ότι ο Νομοθέτης δεσμεύεται, όταν ρυθμίζει ουσιωδώς όμοια πράγματα, σχέσεις ή καταστάσεις που αφορούν περισσότερες κατηγορίες προσώπων, να μην εισάγει αδικαιολόγητες εξαιρέσεις και διακρίσεις, εκτός αν αυτές επιβάλλονται από λόγους γενικότερου κοινωνι­κού ή δημόσιου συμφέροντος, την ύπαρξη των οποίων ελέγχουν τα Δικαστήρια (Ολ. ΑΠ 2/2011, ΑΠ 218/2017). Συνεπώς, αν γίνει από το νόμο ειδική ρύθμιση για ορι­σμένη κατηγορία προσώπων και αποκλεισθεί από τη ρύθμιση αυτή, κατ' αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση, άλλη κατηγορία προσώπων, για την οποία συντρέχει ο ίδιος λόγος που επιβάλλει την ειδική εκείνη μεταχείριση, η διάταξη που εισάγει τη δυσμενή αυτή μεταχείριση είναι ανίσχυρη ως αντισυνταγματική. Στην περίπτωση αυτή, προς αποκατάσταση της συνταγματικής αρχής της ισό­τητας, πρέπει να εφαρμοσθεί και για εκείνους, σε βάρος των οποίων έγινε η δυσμενής διάκριση, η διάταξη που ισχύει για την κατηγορία υπέρ της οποίας θεσπίστηκε η ειδική ρύθμιση, διότι μόνο με τον τρόπο αυτό αίρεται η κατάσταση που δημιουργήθηκε από την παραβίαση της ανωτέρω αρχής (ΑΠ 105/2008). Εξάλλου, η καθιέρωση της αρχής της ισότητας αποτελεί νομικό κανόνα, που επι­βάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων, που τελούν κάτω από τις ίδιες ή, έστω, παρόμοιες συνθήκες. Ο Κανόνας αυτός δεσμεύει τα συντεταγμένα όργανα της Πολιτείας και ειδικότερα, τόσο τον κοινό Νομοθέτη, όσο και την κανονιστικώς δρώσα διοίκηση, η παράβασή του, δε, ελέγχεται από τα Δικαστήρια μέσα στον κύκλο της δικαιοδοσίας τους. Ο έλεγχος αυτός είναι έλεγχος ορίων και όχι των κατ' αρχήν επιλογών ή του ουσιαστικού περιεχομένου των νομικών κανόνων, κατά τη διενέργειά του, δε, λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες που συν­δέονται με τις υπό ρύθμιση καταστάσεις ή σχέσεις, με σκοπό τον αποκλεισμό της έκδηλης άνισης μεταχείρισης είτε υπό τη μορφή χαριστικού μέτρου ή προνομίου, μη συνδεόμενου προς αξιολογικά κριτήρια, είτε υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης ή αυθαί­ρετης εξομοίωσης διαφορετικών καταστάσεων ή ενιαίας μεταχείρισης καταστάσεων που τελούν υπό διαφορετι­κές συνθήκες ή, αντιθέτως, διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρόμοιων καταστάσεων (ΣτΕ 250/2005, ΣτΕ 1202/2003, ΣτΕ 2495/2000 ΤΝΠ - Νόμος, ΣτΕ 3587/1997, Δ 1998/120, ΣτΕ 1519/1995 κ.α.). Περαιτέρω, το δικαίωμα στην αναπαραγωγή είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο και, κατά την ορθότερη άποψη, αποτελεί μια ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας [Θ. Παπαχρίστου, Εγχειρ. Οικογενειακού Δικαίου (2005), 215, στον ΑΚ Γεωργιάδη/Σταθόπουλου VIII2 (2007), Εισαγ. Παρατ. στα άρθρα 1455 - 1460, αριθ. 21], που προστατεύεται από τη διάταξη του άρθρου 5 § 1 του Συντάγματος. Βέβαια, η παρεχόμενη συνταγματική προστασία είναι σχετική, αφού το Σύνταγμα ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του ..., εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη». Συνεπώς, το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσω­πικότητας, οριοθετείται από την εκάστοτε σύγκρουσή του με τα δικαιώματα των λοιπών κοινωνών. Θέμα αντίθεσης στους περιορισμούς αυτούς συζητείται ότι μπορεί να υπάρχει σε τρεις περιπτώσεις: α) στη μεταθανάτια γονι­μοποίηση, β) στην τεχνητή γονιμοποίηση άγαμων μονα­χικών γυναικών και γ) στη χρησιμοποίηση «παρένθετης» κυοφόρου γυναίκας. Μπροστά στα διλήμματα αυτά ο Έλληνας νομοθέτης προχώρησε στην εκπόνηση του ν. 3089/2002 και εν συνεχεία του Ν. 3305/2005, με δύο στα­θερά ερείσματα: 1) το Σύνταγμα και 2) τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του Οβιέδο του 1997 για «τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιοϊατρική», που κυρώ­θηκε στην Ελλάδα με το Ν. 2619/1998 (Εισηγητική Έκθεση του Ν. 3089/2002 σε Κώδικα Νομικού Βήματος 2002/2623 και Βιβλιοθήκη Κριτικής Επιθεώρησης «Ιατρική Υποβοήθηση στην Ανθρώπινη Αναπαραγωγή και Αστικό Δίκαιο», εκδ. 2002, σελ. 25). Με τον νόμο 3089/2002 θεσπίσθηκε στην ελληνική έννομη τάξη η δυνατότητα της ιατρικής υποβοήθησης στην ανθρώπινη αναπαραγωγή, μέσω παρένθετης μητέρας, ακολούθη­σαν δε οι νόμοι 3305/2005 περί εφαρμογής της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και 4274/2014 που ρύθμισαν ειδικότερα τη διαδικασία που ακολουθείται. Στο δικαίωμα απόκτησης απογόνων διά του ανωτέρω τρόπου τίθενται περιορισμοί που περιλαμβάνονται στις διατάξεις των άρθρων 1455 ΑΚ και 2 § 3 εδ. 2 και 4 § 1 του Ν. 3305/2005. Κατά το άρθρο 1458 ΑΚ η παρένθετη μητρότητα, δηλαδή η μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων στο σώμα άλλης γυναίκας, ξένων προς την ίδια, και η κυοφορία από αυτή επιτρέπεται με δικαστική άδεια, που παρέχεται πριν από τη μεταφορά, εφόσον υπάρχει έγγραφη και χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία των προσώ­πων που επιδιώκουν να αποκτήσουν τέκνο και της γυναίκας που θα κυοφορήσει, καθώς και του συζύγου της, αν είναι έγγαμη. Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της γυναίκας που επιθυμεί να απο­κτήσει τέκνο, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι ιατρι­κώς αδύνατο να κυοφορήσει και ότι η γυναίκα που προσφέρεται να κυοφορήσει είναι, εν όψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία. Στην ως άνω διάταξη επαναλαμβάνεται ο όρος της ιατρικής αναγκαιότητας που απαιτείται και κατά τη γενική διάταξη του άρθρου 1455 § 1 εδ. 1 ΑΚ. Κατά τη διάταξης του άρθρου 1456 § 1 ΑΚ (σύμφωνα με το άρθρο πρώτο Ν. 3089/2002) κάθε ιατρική πράξη που αποβλέπει στην υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαραγωγής, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 1455 ΑΚ, διενεργείται με την έγγραφη συναίνεση των προσώπων που επιθυμούν να αποκτή­σουν τέκνο. Αν η υποβοήθηση αφορά άγαμη γυναίκα, η συναίνεση αυτής και, εφόσον συντρέχει περίπτωση ελεύθερης ένωσης, του άνδρα με τον οποίο συζεί παρέ­χεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Τέλος, στο νέο δίκαιο της συγγένειας, μετά το Ν. 3089/2002, η συγγένεια με τη μητέρα ιδρύεται με βάση δύο κριτήρια: το ένα είναι ο τοκετός, σύμφωνα με τον κανόνα της διάταξης του άρθρου 1463 εδ. 1 ΑΚ και το δεύτερο είναι το βουλητικό ή κοινωνικοσυναισθηματικό στοιχείο, σύμφωνα με το τεκμήριο της διάταξης του άρθρου 1464 § 1 ΑΚ, κατά το οποίο, στην περίπτωση της παρένθετης μητρότητας, η γυναίκα που επιθυμεί να τεκνοποιήσει και πήρε από το δικαστήριο την άδεια να χρησιμοποιήσει μία «δανεική μήτρα», τεκμαίρεται μητέρα του παιδιού. Το αποτέλεσμα αυτό αποτελεί έκφραση της αρχής της «κοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειας» και, συνακόλουθα, και της αρχής της προστασίας του συμφέροντος του παιδιού. Προκειμένου μάλιστα για τη σύνταξη της ληξιαρχικής πράξης γέννησης, στο άρθρο 7 του Ν. 3089/2002 (το οποίο προστέθηκε στο άρθρο 20 § 1 εδ. 2 του Ν. 344/1976) ορίζεται ότι θα πρέπει να προσκομίζεται στο ληξιαρχείο και η δικαστική άδεια που δόθηκε στην τεκμαιρόμενη μητέρα, ώστε να εγγράφεται αυτή ως η μητέρα του παιδιού. (Για τα ανωτέρω βλ. ΕφΑθ 3357/2010 ΤΝΠ - Νόμος, Ε. Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο τεύχος ΙΙα, τέταρτη έκδοση, Κεφά­λαιο Α` Ανθρώπινη αναπαραγωγή και συγγένεια, II. Η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή σελ. 3 έως 5, 44, 45, 87, 90). 

Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτησή του, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά, ο αιτών, άγαμος άνδρας, επικαλούμενος την αδυναμία του να αποκτήσει τέκνο με φυσικό τρόπο, ζητεί να του χορηγηθεί από το Δικαστήριο η άδεια να προβεί στη μεταφορά στο σώμα της ..., συζύγου του ..., γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ίδια, προκειμένου να κυοφορήσει το τέκνο που αυτός επιθυμεί, κατόπιν σχετικής συμφωνίας μεταξύ τους, χωρίς αντάλλαγμα. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, στην περι­φέρεια του οποίου έχει την προσωρινή διαμονή του ο αιτών, αλλά και την κατοικία της η κυοφόρος, αντίστοιχα, κατά την προκειμένη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδο­σίας [άρθρα 739, 740 § 1 εδ. β`, 741 και 799 ΚΠολΔ, όπως τα άρθρα 740 και 799 ΚΠολΔ ισχύουν μετά την εκ νέου αντικατάστασή τους με το άρθρο 1 άρθρο έκτο § 2 του Ν. 4335/2015 ΦΕΚ A` 87/23-7-2015, με έναρξη ισχύος από 1-1-2016 - άρθρο 1 άρθρο ένατο § 4 Ν. 4335/2015 - και 121 ΕισΝΑΚ, (νέα άρθρα 739 έως 781 ΚΠολΔ)], δεδομένου ότι έχει τηρηθεί η προδικασία της διάταξης του άρθρου 748 § 2, με την επίδοση αντιγράφου της στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, σε αυτήν που θα κυοφορήσει το τέκνο και στον σύζυγό της, πλην, όμως, κρίνεται απορριπτέα ως μη νόμιμη. Ειδικότερα, από το γράμμα των σχετικών με την ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή διατάξεων του ΑΚ, αλλά και των λοιπών νομοθετημάτων που ορίζουν τη διαδικασία και τις επιμέρους προϋποθέσεις, καθίσταται σαφές ότι το σχετικό δικαίωμα δεν παρέχεται στον άγαμο - μονα­χικό άνδρα. Ο αποκλεισμός του τελευταίου από τη σχε­τική ρύθμιση, είναι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου αυτού, μία ρητή νομοθετική επιλογή, βάση των υφιστάμενων, κατά τον χρόνο θέσπισης αυτής, κρατούντων κοινωνικών και λοιπών συνθηκών, υποκινούμενη από τη διαφορετικότητα της φύσης των δύο φύλων, διά της οποίας ο νομοθέτης με πλήρη επίγνωση της ύπαρξης και των περιπτώσεων αυτών, έθεσε εκτός του ρυθμιστικού πεδίου δικαίου την περίπτωση του μοναχικού άνδρα, μη χορηγώντας σε αυτόν το εν λόγω δικαίωμα. Ακολούθως, στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για κενό με την έννοια που αποδίδεται σε αυτόν τον όρο, το δε δικα­στήριο δεν δύναται να προβεί σε έλεγχο των επιλογών του εθνικού νομοθέτη ή του ουσιαστικού περιεχομένου αυτών, παρά μόνο σε έλεγχο των ορίων των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στις προηγηθείσες νομικές σκέψεις. Άλλωστε, δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί βάσιμα ότι η περίπτωση του μοναχικού άνδρα δεν ήταν γνωστή στον νομοθέτη κατά τον χρόνο θέσπισης του Ν. 3089/2002, αφενός διότι πρό­κειται περί ενός σχετικά πρόσφατου νομοθετήματος και αφετέρου διότι στη θέση του αυτή, περί μη αναγνώρισης της δυνατότητας ιατρικής υποβοήθησης στην ανθρώ­πινη αναπαραγωγή με τη χρήση παρένθετης μητέρας και στον μοναχικό άγαμο άνδρα, ο νομοθέτης ενέμεινε και σε μεταγενέστερο χρόνο και δη κατά τη θέσπιση των Νόμων 3305/2005 και 4274/2014. Σε κάθε περί­πτωση, ακόμη κι εάν ήθελε υποστηριχθεί ότι πρόκει­ται περί ακούσιου πρωτογενούς ή, έστω, δευτερογενούς, κενού, δηλαδή περί περίπτωσης η οποία είτε υπήρχε είτε όχι, κατά τον χρόνο θέσπισης του κανόνα δικαίου, απαιτούσε ρύθμιση και παρόλα αυτά αφέθηκε αρρύθ­μιστη από τον νομοθέτη, η πλήρωση του κενού αυτού θα έπρεπε να γίνει με αναλογία. Εν προκειμένω, όμως, δεν υφίσταται ομοιότητα μεταξύ της ρυθμισμένης και της αρρύθμιστης περίπτωσης, αφού ο άνδρας είναι φύσει αδύνατο να κυοφορήσει και ως εκ τούτου δεν μπορεί να γίνει λόγος για ιατρική αδυναμία κυοφορίας στην περί­πτωσή του και έτσι να τεκνοποιήσει με τη μεσολάβηση κυοφόρου-παρένθετης μητέρας. Τη διαφορά, δηλαδή, στη νομοθετική ρύθμιση ως προς τα δύο φύλα τη δημιουρ­γεί η διαφορετική φύση τους (ΕφΑθ 3357/2010, ό.π., Παπαχρίστου, Η τεχνητή αναπαραγωγή στον αστικό κώδικα, 2003, 55 επ., ο ίδιος στον ΑΚ Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, Εισαγ. παρατ. στα άρθρα 1455 - 1460, αριθ. 18, Βιδάλης, Το πρόσταγμα της οικογένειας: Η συνταγ­ματικότητα του Νόμου για την «ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή», ΝοΒ 2003/839 - 840, Περάκης σε Γεωργιάδη Σύντομη Ερμηνεία Αστικού Κώδικα, Τόμος II, έκδοση 2013, άρθρο 1458, σελ. 747 - 748). Μόνο η γυναίκα κυοφορεί και γεννά και άρα αυτή μόνο μπο­ρεί να έχει σχετική ιατρική αδυναμία, ώστε να επιτρέπε­ται να προσφεύγει στην παρένθετη μητέρα. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος που ο Νόμος δεν προβλέπει γενικά τη δυνατότητα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για τους άγαμους και μοναχικούς άνδρες, με τους οποίους το τέκνο που θα γεννηθεί δεν θα συνδέεται βιολογικά. Το ότι, δηλαδή, για να αποκτήσουν αυτοί παιδί, θα χρειαζόταν ακριβώς η προσφυγή στην παρένθετη μητρότητα που, όμως, σημαίνει κάλυψη μιας ιατρικής αδυναμίας που ευθύς εξ αρχής δεν είναι δική τους. Τέλος, κατά τα αναφερόμενα στις προηγηθείσες νομικές σκέψεις, η παροχή έννομης προστασίας του δικαιώματος στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας με βάση τη διάταξη του άρθρου 5 του Συντάγματος έχει, αναντίρρητα, ως όριο το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότη­τας των λοιπών κοινωνών. Στην προκειμένη περίπτωση, πέραν των ανωτέρω αναφερόμενων, τίθεται εύλογα το ερώτημα εάν διά της αναγνώρισης του δικαιώματος της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με τη χρήση κυοφόρου μήτρας και στον μοναχικό άνδρα προσβάλλο­νται βασικές εκφάνσεις της προσωπικότητας του τέκνου που πρόκειται να γεννηθεί μέσω της διαδικασίας αυτής, καθότι θα πρόκειται για τέκνο με νομικά ανύπαρκτη μητέρα, δεδομένου ότι με βάση τα ισχύοντα στην έννομη τάξη μας ουδείς δεσμός συγγένειας δημιουργείται μεταξύ της γυναίκας που κυοφορεί και του τέκνου. Συνεπώς, η υιοθέτηση της άποψης ότι η συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να ρυθμιστεί με αναλογία νόμου κρίνεται, του­λάχιστον, παρακινδυνευμένη για τα προσδιοριστικά της ταυτότητας και προσωπικότητας στοιχεία του μέλλοντος να γεννηθεί τέκνου, πολλώ δε μάλλον που η έννομη τάξη μας δεν είναι προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει τέτοιες περιπτώσεις, ακόμη και σε επίπεδο διοικητικό (βλ. με αριθμό 261/2010 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους). Ακολούθως, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, αφού σαφώς προκύπτει ότι η προαναφερόμενη δικαστική άδεια παρέχεται μόνο σε γυναίκα και όχι σε άνδρα, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη. Ωστόσο, κατά την άποψη ενός μέλους του Δικαστη­ρίου και δη της εκ δεξιών Συνέδρου Εισηγήτριας, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, διότι: Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1455 § 1, 1458 ΑΚ, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με το άρθρο πρώτο του Ν. 3089/2002, «η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή (τεχνητή γονιμοποίηση) επιτρέπεται μόνο για να αντιμετω­πίζεται η αδυναμία απόκτησης τέκνων με φυσικό τρόπο ή για να αποφεύγεται η μετάδοση στο τέκνο σοβαρής ασθέ­νειας. Η υποβοήθηση αυτή επιτρέπεται μέχρι την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής του υποβοηθούμενου προσώπου. Η μεταφορά στο σώμα άλλης γυναίκας γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ίδια, και η κυοφορία από αυτή επιτρέπεται με δικαστική άδεια που παρέ­χεται πριν από τη μεταφορά, εφόσον υπάρχει έγγραφη και χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία των προσώπων που επιδιώκουν να αποκτήσουν τέκνο και της γυναίκας που θα κυοφορήσει, καθώς και του συζύγου της, αν είναι έγγαμη. Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της γυναίκας που επιθυμεί να αποκτήσει τέκνο, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι ιατρικώς αδύνατο να κυοφο­ρήσει και ότι η γυναίκα που προσφέρεται να κυοφορήσει είναι, ενόψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία». Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, το δικαίωμα στην τεχνητή αναπαραγωγή κατοχυρώνεται από το άρθρο 5 § 1 του Συντάγματος, οπότε αποκλείεται παρα­δεκτά μόνο αν συγκρούεται με τα δικαιώματα των άλλων, το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη. Η στάση του ν. 3089/2002 είναι προβληματική από τη σκοπιά του άρθρου 4 του Συντάγματος, γιατί η παροχή δικαιώματος τεχνητής ανα­παραγωγής στην άγαμη μόνη γυναίκα και την ίδια στιγμή η στέρηση του δικαιώματος από τον άγαμο μόνο άνδρα, από τη μία πλευρά, η παροχή δικαιώματος τεχνητής ανα­παραγωγής στη γυναίκα που επιζεί και στο σύζυγο ή τον σύντροφό της που προαποβιώνει και την ίδια στιγμή η στέρηση του δικαιώματος από τον άνδρα που επιζεί και την σύζυγό του ή την σύντροφό του που προαποβιώνει, από την άλλη πλευρά, αποτελεί κατάφωρη διακριτική μεταχεί­ριση των ενδιαφερομένων για τη λύση της τεχνητής ανα­παραγωγής που δεν δικαιολογείται, κατά τα άρθ. 4 §§ 1 - 2 του Συντάγματος. Το κενό αυτό που δημιουργείται ως προς το δικαίωμα τεχνητής αναπαραγωγής του άγαμου μόνου άνδρα θεραπεύεται με συνολική αναλογία των ΑΚ 1455 (ας τονισθεί ιδιαίτερα, σε σχέση με την § 1 εδ. α`, ότι, όπως ακριβώς για την υποβοήθηση της άγαμης μόνης γυναίκας πέρα από τα όρια του φύλου της (με δωρεά σπέρματος), έτσι και για την υποβοήθηση του άγαμου μόνου άνδρα πέρα από τα όρια του φύλου του (με δωρεά ωαρίου και δανεισμό μήτρας) απαιτείται να συντρέχει επίσης ιατρική ανάγκη για υποβοήθηση του επίδοξου μόνου γονέα η οποία δεν θα του επέτρεπε να αναπαραχθεί φυσιολογικά ούτε στο πλαίσιο ζεύγους με πρόσωπο του άλλου φύλου - ο περιορισμός αυτός επιβάλλεται τόσο στην περίπτωση της γυναίκας όσο και στην περίπτωση του άνδρα από τα χρηστά ήθη), ΑΚ 1456 και ΑΚ 1458, το δε κενό ως προς το δικαίωμα τεχνητής αναπαραγωγής του άνδρα που επιζεί και της συζύγου ή της συντρόφου του που προαπο­βιώνει θεραπεύεται με συνολική αναλογία των ΑΚ 1455, ΑΚ 1456, ΑΚ 1457 και ΑΚ 1458. Η αναλογία αυτή επεκτείνεται και στη διάταξη ΚΠολΔ 799 παρ. 1, όπως ισχύει σήμερα, μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 1 άρθρο έκτο § 2 του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ A` 87/23-7-2015, με έναρξη ισχύος από 1-1-2016 - άρθρο 1 άρθρο ένατο § 4 Ν. 4335/2015). Έτσι, αρμόδιο για την έκδοση της δικαστικής άδειας είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η συνήθης διαμονή του αιτούντος ή εκείνης που πρόκειται να κυοφορήσει, στην περίπτωση του άγαμου άνδρα που επιδιώκει τη δικαστική άδεια για τεχνητή αναπαραγωγή με δανεισμό μήτρας, η δε αίτηση εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδο­σίας (Γεωργιάδης/Σταθόπουλος Αστικός Κώδικας, άρθρα 1457 - 1458 - ΜΠρΘεσ 13707/2009, ΧρΙΔ 2011/267, ΜΠρΑθ 2827/2008, ΧρΙΔ 2009/817). Στην προκειμένη περίπτωση η κρινόμενη αίτηση είναι νόμιμη, σύμφωνα και με όσα εκτέ­θηκαν στη μείζονα σκέψη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1455, 1456, 1457 και 1458 ΑΚ, αναλογικά εφαρμοζομένων.

Σκανδαλίζω τα όνειρα


 

Τρομάζω στην επαναληπτικότητα
της ιδεοψυχαναγκαστικής νεύρωσής σου

έστειλες και άλλες τύψεις
να προσποιούνται τα παράπονα
σ'εκείνα τα εκκρεμή βράδια
που έγερναν από το βάρος
της αποκάλυψης
 
ορκίστηκα σε Θεό που δεν πίστεψα
σε θυσία που δεν ήμουν έτοιμος να κάνω
παγιδευμένος στην ίδια τελετή
να κλείνω τα μάτια μου
-παιδική συνήθεια-
να βλέπω λαμπάκια να τρεμοπαίζουν
σφίγγοντας την ψυχή μου
-ενηλικιωμένη ευήθεια-
κάνοντας πέτρα την καρδιά και το κορμί μου
πλειοδοτώντας στα όνειρα
ξεπουλώντας την ανάμνησή τους
περιφερόμενος νυχτοβάτης
στο έρεβος της αναζήτησής σου
παραπατώντας στις φωτογραφίες σου
στα κομμάτια που μάταια συγκολλούσα
 
αφού επανήλθε η λογική της επανάληψης
μην ξεχάσω και αυτό το ξημέρωμα
να ορκιστώ πως θα παραχαράξω τα όνειρά μου
ίσως το επόμενο βράδυ,
ο θάνατός σου να είναι η ζωή μου,
με σκανδάλισε η κυριολεξία.

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2020

Εφετείο Θεσσαλονίκης: Δεν λαμβάνονται υπ'όψιν αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που δεν είναι δημόσιες, επειδή δεν εξυπηρετούν σκοπούς υπέρτερους του υποκειμένου των δεδομένων

 

1302/2020 ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (ΜΟΝ.)

Αποδεικτικά μέσα. Φωτογραφίες από μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συνιστούν προσωπικά δεδομένα. Εφόσον προέρχονται από λογαριασμό, που είναι προσιτός μόνον σε «φίλους» του υποκειμένου τους, η προσκομιδή τους, άνευ της συγκαταθέσεώς του και χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων του Νόμου, συνιστά απαγορευμένη επεξεργασία. 

Αριθμός 1302/2020 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Τμήμα ΣΤ΄ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή, Ερατώ Κολέση, Εφέτη, που ορίστηκε νόμιμα και από τη Γραμματέα, ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 10 Ιανουάριου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: ... 

Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα και εφεσίβλητη, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης την με αριθμ. καταθ. .../13-7-2018 αγωγή της, με αντικείμενο την επιδίκαση τακτικής μηνιαίας διατροφής προς αυτήν. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρ 592 - 613 ΚΠολΔ), η υπ’ αριθμ. 5254/25.04.2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία δέχθηκε εν μέρει αυτήν. Την ανωτέρω απόφαση εξεκάλεσαν στο παρόν Δικαστήριο αμφότεροι οι διάδικοι, και συγκεκριμένα ... 

μη λαμβανομένων επίσης υπόψιν των διαφόρων φωτογραφιών που ανήρτησε η εκκαλούσα - ενάγουσα στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook, οι οποίες προσκομίζονται από τον εκκαλούντα - εναγόμενο, χωρίς να επικαλείται ή να αποδεικνύει ότι συντρέχει κάποια από τις προϋποθέσεις νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων αυτών, που ορίζονται στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας προσωπικών Δεδομένων της Ε.Ε. (2016/679) και το νόμο 4624/2019, οπωσδήποτε δε, δεν κρίνεται, ότι η ενέργεια αυτή υπηρετεί σκοπούς και έννομα συμφέροντα υπέρτερα αυτών της ενάγουσας ως υποκειμένου των εν λόγω δεδομένων (βλ. και ΑΠ 996/2010 με επίκληση της προστασίας συνταγματικά υπέρτερου αγαθού), καθόσον αυτές, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του προσωπικού της λογαριασμού είναι προσιτές μόνο σε «φίλους» και δεν είναι δημόσιες αναρτήσεις, και ως εκ τούτου αποτελούν προσωπικά δεδομένα (ΕφΛαρ 346/2015, δημ. ΝΟΜΟΣ), τα οποία προστατεύονται από τον ανωτέρω Κανονισμό και Νόμο, και σύμφωνα με άρθρο 6 του ανωτέρω Κανονισμού, η επίκληση και προβολή των εν λόγω δεδομένων εκ μέρους τρίτου προσώπου, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου προστασίας και χωρίς τη συνδρομή κάποιας από τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, αποτελεί απαγορευμένη επεξεργασία, (σημειουμένου, τέλος, ότι πλην των ανωτέρω φωτογραφιών, γραπτά ηλεκτρονικά μηνύματα [SMS] δεν προσκομίσθηκαν στο παρόν δικαστήριο από τον εναγόμενο)...

Παραβίαση προσωπικών δεδομένων: Απαιτείται η προηγούμενη επέμβαση σε υπάρχον σύστημα αρχειοθέτησης

 

 

367/2020 ΑΝΑΦΟΡΑ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΖΑΚΥΝΘΟΥ

 

Προσωπικά δεδομένα και νέος νόμος 4624/2019 (GDPR). Φωτογράφιση εργαζομένων σε λιμένα. Νόμος 2472/1997 και άρθρο 22 παρ. 1 του νόμου αυτού. GDPR - Νέος νόμος περί προσωπικών δεδομένων: 4624/2019. Κατάργηση της γενικής υποχρέωσης γνωστοποίησης της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις εποπτικές αρχές με το ν. 4624/2019, κάτι που προβλεπόταν από το ά. 22 παρ. 1 του ν. 2472/1997. Επιεικέστερος, ως εκ τούτου, ο νέος νόμος, αφού η πράξη καθίσταται ανέγκλητη. Άρθρο 38 του ν. 4624/2019 και ποινική ευθύνη. Επέμβαση σε σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και γνώση των προσωπικών δεδομένων κατόπιν της επέμβασης. Ποινική ευθύνη επεμβαίνοντος. Ακόμη κι αν θεωρηθεί ότι είναι αξιόποινη όχι μόνο η γνώση των προσωπικών δεδομένων έπειτα από επέμβαση σε σύστημα αρχειοθέτησης αλλά και η εξυπαρχής δημιουργία αρχείου (π.χ. φωτογραφιών) και περαιτέρω χρησιμοποίηση αυτών των προσωπικών δεδομένων, στην παρούσα υπόθεση κάτι τέτοιο δεν προέκυψε. Η εν λόγω συμπεριφορά θα μπορούσε να υπαχθεί μόνο στην παλαιά και καταργηθείσα διάταξη του ά. 22 παρ. 1 του ν. 2472/1997. Ποινική Δικονομία. Αναφορά Εισαγγελέως Πρωτοδικών προς τον Εισαγγελέα Εφετών. Τίθεται στο αρχείο η παρούσα υπόθεση ως νόμω αστήρικτη κατά τα ως άνω.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΖΑΚΥΝΘΟΥ 

Αρ. πρωτ.: 367/2020

Π Ρ Ο Σ Τον κ. Εισαγγελέα Εφετών Πατρών ΘΕΜΑ: « Αναφορά κατ' άρ. 43 ΚΠΔ». Λαμβάνω την τιμή να Σας υποβάλω συνημμένως την με ΑΒΜ:...σχηματισθείσα δικογραφία, κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, για την κατ' εκτίμηση τέλεση αδικήματος παράβασης του νόμου περί προσωπικών δεδομένων (άρ. 22 παρ. 1 και 4 περ. Ν. 2472/1997 - πλέον άρ. 38 Ν. 4624/2019), με φερόμενο τόπο τέλεσης το Λιμένα Ζακύνθου και χρόνο τέλεσης το έτος 2018, αναφορικά με φερόμενη φωτογράφιση εργαζομένων (…) από τον Π. Λ. του Δ. και Δ. Μ. του Α. (από τους οποίους ελήφθησαν ανωμοτί εξηγήσεις) και Σας αναφέρω ότι δεν άσκησα ποινική δίωξη για το ανωτέρω συμβάν, αλλά έθεσα την υπόθεση στο αρχείο σύμφωνα με το άρθρο 43 Κ.Π.Δ. για τους κάτωθι λόγους: 

Σύμφωνα με το άρθ. 22 παρ. 1 Ν. 2472/1997 : «όποιος παραλείπει να γνωστοποιήσει στην αρχή, κατά το άρθρο 6 του παρόντος νόμου τη σύσταση και λειτουργία αρχείου…τιμωρείται…». Ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Προσωπικών Δεδομένων, που έχει, βάσει των αρχών του ενωσιακού δικαίου, άμεση ισχύ, και τέθηκε σε ισχύ στις 25.05.2018, κατήργησε τη γενική υποχρέωση γνωστοποίησης της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις εποπτικές αρχές που προέβλεπε η οδηγία 95/46/ΕΚ και συνακόλουθα δεν τυποποιήθηκε στον πρόσφατο Ν. 4624/2019 και στο άρθρο 38 αυτού «περί ποινικών κυρώσεων» η ανωτέρω παρ. 1 του άρθ.22 Ν. 2472/1997, στην οποία θα μπορούσε τυχόν να υπαχθεί η ανωτέρω υπό έρευνα συμπεριφορά. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρ. 22 του καταργηθέντος Ν. 2472/1997 : «όποιος χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών, μεταδίδει, ανακοινώνει κτλ…τιμωρείται…». Η ανωτέρω παράβαση, μετά την κατάργηση του ανωτέρω νόμου, μεταφέρθηκε στο άρ. 38 Ν. 4624/2019, σύμφωνα με το οποίο για τη στοιχειοθέτησή της, απαιτείται επέμβαση σε (υπάρχον) σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και μ’αυτόν τον τρόπο γνώση αυτών και τυχόν αντιγραφή αυτών, αφαίρεση, αλλοίωση κτλ. αυτών. Ακόμη και αν θεωρηθεί ότι είναι αξιόποινη όχι μόνο η γνώση των προσωπικών δεδομένων έπειτα από επέμβαση σε σύστημα αρχειοθέτησης προσωπικών δεδομένων, αλλά και η εξυπαρχής δημιουργία αρχείου (λ.χ. φωτογραφιών) και περαιτέρω χρησιμοποίηση αυτών των προσωπικών δεδομένων, μετάδοση, διάδοση, κοινολόγηση, ανακοίνωσή τους (βλ. άρθ. 38 παρ. 2 Ν. 4624/2019), στην παρούσα υπόθεση κάτι τέτοιο δεν προέκυψε να έχει επισυμβεί, σε βαθμό επαρκών μάλιστα ενδείξεων, όπως καταδεικνύεται από τις καταθέσεις των μαρτύρων. Συνεπώς, η παρούσα συμπεριφορά δεν μπορεί να υπαχθεί ούτε σε αυτή την ποινική υπόσταση, παρά μόνο τυχόν στην παλαιά παρ. 1 του άρ. 22 Ν. 2472/1997, η οποία, όμως, δεν επαναδιατυπώθηκε στον ανωτέρω νέο νόμο 4624/2019, και συνακόλουθα ως πράξη τυγχάνει ανέγκλητη κατ’ άρθ.2 Π.Κ.. Συνακόλουθα, η παρούσα υπόθεση πρέπει να τεθεί στο αρχείο κατ’ άρθρο 43 παρ. 4-3 Κ.Π.Δ., ως νόμω αστήρικτη. Παρακαλώ όπως εγκρίνετε την ανωτέρω ενέργειά μου, εφόσον συμφωνείτε με αυτή.

Ζάκυνθος, 27.02.2020 Με τιμή, 

Ο Εισαγγελέας Ιωάννης Γιαννακέλος 

Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2020

Θα τα πούμε σε απροσδιόριστο μέλλον


 

Αυτός ο περίπατος

καταγράφηκε στη μνήμη από απόσταση

διένυσα τόσα γιατί

για να διαλύσω τόσα όχι

ανώμαλος ο δρόμος, με κατωφέρεια

πως να ισιώσεις τόσα στοπ

όταν σου το'πα, τελεία

τέλεια δεν ήταν ποτέ η ευθεία της συνύπαρξής μας

Σήκωσες το χέρι, να ζητήσεις βοήθεια

δεν βοηθάνε τα σήματα

στην επικοινωνία μας

είχα μείνει εγκαταλελειμμένος από μία προδοσία

που με έβγαλε απ'τα ρούχα μου

στο δρόμο συναντήθηκε και η καχυποψία

να σέρνομαι, χωρίς πυξίδα, ως τιμωρία

για μια υποψία που δεν επαληθεύτηκε

ο εγωισμός, ο μόνος φανατικός αναγνώστης

του τελευταίου αντίο

"θα τα ξαναπούμε σε απροσδιόριστο μέλλον"

που παραδόθηκε ημιθανές σε χείλη

ακατάδεκτα και κλειδωμένα

σε βαθιά απομόνωση

πόσο, άραγε, διερράγη, ο φανατισμός

στις ράγες ενός προμελετημένου εγκλήματος:

Να πονέσω, για όσα πόνεσες από ακαταλόγιστη αγάπη 

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

Περί Διατάραξης συνεδριάσεως Δικαστηρίου και άλλων δαιμονίων

 


 

Μία απόφαση - κόσμημα της ελληνικής δικαιοσύνης, η οποία τέμνει ορθά και δίκαια το θέμα της διατάραξης συνεδριάσεως δικαστηρίου, χωρίς στεγανά, αγκυλώσεις και προκαταλήψεις.

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ: .../2020

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (Γ' ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΠΛΗΜ/ΤΩΝ) Συνεδρίαση της ...-...-2017 σε συνέχεια της ...-...-2020

 

Σύνθεση Δικαστηρίου

Κατηγορούμενος

Πράξη

Ευαγγελία ΣΤΕΡΓΙΟΥ

... ... του ...

Παράβαση άρθρων

Προεδρεύουσα Εφέτης

, Δικηγόρος, κάτοικος

197 παρ. 2,1 ΠΚ

Κωνσταντίνος

Αθηνών, οδός...

 

ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Χριστίνα ΛΙΜΟΥΡΑ

 

 

Εφέτες

 

 

Μαρία ΣΟΥΚΑΡΑ-

ΠΑΡΩΝ

 

ΚΑΤΣΙΚΑΔΗ

 

 

Αντεισαγγελέας Εφετών


Ψ        α                          ™ ι

...

 

 

Γραμματέας

 

 

 

 

 

ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η συνεδρίαση έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου.

Η Πρόεδρος εκφώνησε το όνομα του κατηγορουμένου, ο οποίος εμφανίστηκε και όταν η Πρόεδρος τον ρώτησε για την ταυτότητά του κ.τ.λ., απάντησε ότι ονομάζεται όπως αναφέρεται παραπάνω και παρίσταται αυτοπροσώπως με την ιδιότητα του ως Δικηγόρος.


Κατά τη διάταξη του άρθρου 197 του ΠΚ, "1. Όποιος χωρίς να διαταράξει την κοινή ειρήνη εμποδίζει αυθαίρετα τις συνεδριάσεις υπηρεσιακού συλλόγου συγκροτημένου σύμφωνα με το νόμο για την διεξαγωγή δημοσίων υποθέσεων ή πολιτικού κόμματος που λειτουργεί νόμιμα ή σωματείου αναγνωρισμένου σύμφωνα με το νόμο ή των αρχών τους ή των αρχών και συμβουλίων κάποιου καθιδρύματος ή τις διαταράσσει σοβαρά με διέγερση θορύβου ή αταξίας ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

2. Αν η πράξη που τελέστηκε αφορά συνεδρίαση δικαστηρίου, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών».

Η διάταξη αυτή προβλέπει δύο σωρευτικώς τελούμενα εγκλήματα, αφενός την αυθαίρετη παρεμπόδιση της συνεδρίασης του δικαστηρίου και αφετέρου την διατάραξη αυτής, κάθε ένα δε από αυτά μπορεί να τελεστεί με τη διέγερση θορύβου, αταξίας ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Για τη συγκρότηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της διατάραξης των συνεδριάσεων πρέπει η παρεμπόδιση ή η διατάραξη να γίνεται αυθαίρετα, δηλαδή χωρίς δικαίωμα του ενεργούντος. Υποκειμενικά απαιτείται δόλος που συνίσταται στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών τα οποία απαρτίζουν την έννοια της πιο πάνω πράξης δηλαδή περιλαμβάνει τη γνώση της παρεμπόδισης ή της διατάραξης και την αντίστοιχη θέληση (ΑΠ 389/1991 ΤΝΠ Νόμος, Μ. Μαργαρίτης, Ποινικός Κώδικας, 2η έκδοση, άρθρ. 197 αρ. 2 επ., Τούσης / Γεωργίου άρθρ. 197 αρ. 3, Μπουρόπουλος άρθρ. 197 σ. 181). Το «αυθαίρετο» της παρεμπόδισης είναι στοιχείο του αδίκου και συνεπώς η εσφαλμένη γνώση του μπορεί να θεμελιώσει νομική πλάνη (Μ. Μαργαρίτης όπ.π. αρ. 5β).

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία απεδείχθη ότι ο κατηγορούμενος, Δικηγόρος Αθηνών, κατά την ποινική συνεδρίαση της ... του Β' Μονομελούς Αυτοφώρου Πλημμελειοδικείου Αθηνών, συμπαρήστατο ως συνήγορος υπεράσπισης της κατηγορουμένης δημοσιογράφου ... στην υπόθεση με αριθμό πινακίου ..., μαζί με την επίσης δικηγόρο Αθηνών .... Κατά την έναρξη της εκδίκασης της υπόθεσης, υπέβαλε προφορικά αίτηση εξαίρεσης της Εισαγγελέως της έδρας ασκώντας νόμιμο δικαίωμά του. Ο Προεδρεύων Πλημμελειοδίκης ζήτησε να υποβληθεί το αίτημα αυτό εγγράφως και για την σύνταξη της έγγραφης αίτησης εξαίρεσης διέκοψε την συνεδρίαση για 15 λεπτά, κατά τα οποία ο κατηγορούμενος εξήλθε της αιθούσης του ακροατηρίου, προκειμένου να συντάξει το έγγραφο. Ήδη όμως η συμπαριστάμενη μαζί του Δικηγόρος, εν αγνοία του, παραμένοντας εντός της αιθούσης, είχε συντάξει εγγράφως την αίτηση εξαίρεσης και κατά την επάνοδο του Δικαστηρίου παρέδωσε την αίτηση αυτή στο Δικαστήριο. Ο κατηγορούμενος αντιλαμβανόμενος την επάνοδο του Δικαστηρίου εισήλθε ταχέως  εντός της αιθούσης και αιτήθηκε την παραλαβή της έγγραφης αίτησής του από τον Προεδρεύοντα, πλην όμως εκείνος αρνήθηκε να την παραλάβει λέγοντας ότι ήδη είχε αποφανθεί το Δικαστήριο, απορρίπτοντας την αίτηση. Κατόπιν της αρνήσεως αυτής δημιουργήθηκε ένταση μεταξύ της έδρας και του κατηγορουμένου, ο οποίος, διαμαρτυρόμενος για τον τρόπο λήψης της απορριπτικής απόφασης του Δικαστηρίου, αιτήθηκε, προφορικά, την εξαίρεση και του Προεδρεύοντος Πλημμελειοδίκου. Στη συνέχεια κλήθηκε και από τα δύο μέρη η αστυνομία προκειμένου να επιβληθεί η τάξη. Τα παραπάνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, δεν συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος του άρθρου 197 παρ. 2 ΠΚ, καθόσον: α) Η διαμαρτυρία του κατηγορουμένου για την μη στέρηση του δικαιώματος του αναφέρεσθαι και την υποβολή της ένστασης εξαιρέσεως, δεν αποτελούν διέγερση θορύβου ή αταξίας, ώστε να εμποδισθεί ή διαταραχθεί η συνεδρίαση του δικαστηρίου, β) δεν επήλθε εμπόδιση ή διατάραξη της συνεδριάσεως με την έννοια που αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, καθόσον το Δικαστήριο είχε διακόψει για την παραλαβή της έγγραφης αίτησης εξαίρεσης, γ) η διαμαρτυρία του κατηγορουμένου, συνοδευόμενη από την υποβολή ενστάσεως εξαιρέσεως του Δικαστή, δεν έγινε χωρίς δικαίωμα, δηλαδή δεν ήταν αυθαίρετη, ενόψει του ότι η υποβολή ενστάσεως εξαιρέσεως αποτελεί δικαίωμα του διαδίκου και προβλέπεται από τα άρθρα 16 επόμ. του ΚΠΔ, ο δε κατηγορούμενος, όπως προαναφέρθηκε, παρίστατο ως συνήγορος υπεράσπισης της κατηγορουμένης δημοσιογράφου, με εγκαλούσα υπηρετούσα στο Πρωτοδικείο Αθηνών Πρόεδρο Πρωτοδικών, στην υπόθεση με αρ. πινακίου ..., που εκδικαζόταν και η οποία είχε διακοπεί ακριβώς για να εγχειρίσει ο κατηγορούμενος εγγράφως την αίτηση εξαίρεσης που υπέβαλε και δ) από τα ως άνω πραγματικά περιστατικά δεν προκύπτει η δολία προαίρεση του κατηγορουμένου με τη μορφή, είτε του αμέσου, είτε του ενδεχόμενου δόλου, ώστε να στοιχειοθετείται και το υποκειμενικό στοιχείο του εγκλήματος. Συνεπώς, πρέπει να κηρυχθεί αθώος για την ανωτέρω αποδιδόμενη σ' αυτόν αξιόποινη πράξη. Επιπλέον, τα αιτήματα του κατηγορουμένου α) κλητεύσεως των μαρτύρων που αναφέρει, ήτοι της Εισαγγελέως της έδρας και του Προεδρεύοντος Πλημμελειοδίκη και β) προσκομιδής των σχετικών εγγράφων, είναι απορριπτέα, καθόσον τα υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία αρκούν για τον σχηματισμό, στο Δικαστήριο, πλήρους δικανικής πεποίθησης για την κατηγορία

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Λ                                                                                                                                                                              ί       .*:                                                                                                                                                                                                                                                  "Τ *

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντα τον κατηγορούμενο ...

ΚΗΡΥΣΣΕΙ τον κατηγορούμενο αθώο, του ότι:

Στην Αθήνα, στις ..., χωρίς να διαταράξει την κοινή ειρήνη, με

πρόθεση διατάραξε σοβαρά με διέγερση θορύβου και αταξίας την συνεδρίαση Δικαστηρίου και συγκεκριμένα κατά τη συνεδρίαση της ... του Β΄ Αυτοφώρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, κατά την συζήτηση της υπ' αριθμ. πινακίου ... υποθέσεως, όντας συνήγορος υπερασπίσεως της κατηγορούμενης ..., αφού υπέβαλε αίτηση εξαίρεσης στο πρόσωπο του Προεδρεύοντος Πλημμελειοδίκη, λέγοντας «Θέλω να υποβάλω αίτηση εξαιρέσεως, σας μηνύω», αφού αρχικώς ο Προεδρεύων Πλημμελειοδίκης διέκοψε την εκδίκαση της εν λόγω υποθέσεως για διάστημα δεκαπέντε (15) λεπτών, ήτοι από ώρα 10:15 έως 10:30, προκειμένου να υποβληθεί εγγράφως η αίτηση εξαίρεσης στο πρόσωπό του, ενώ το Δικαστήριο εξακολουθούσε να είναι συγκροτημένο και να συνεδριάζει προς εκδίκαση των άλλων υποθέσεων του πινακίου ο κατηγορούμενος έχοντας προσεγγίσει την έδρα αρνήθηκε να αποχωρήσει και με έντονο ύφος και φωνασκίες προκάλεσε θόρυβο και αταξία στην αίθουσα, σε δε κλήση του Προέδρου του Δικαστηρίου προς την αστυνομική φρουρά του ακροατηρίου για απομάκρυνση του κατηγορούμενου συνηγόρου υπεράσπισης από την αίθουσα, καθόσον η εκδίκαση της συγκεκριμένης υπόθεσης (αριθμ. πινακίου ...) διεκόπη τελικώς μέχρι ώρα 11:20, αυτός εξακολουθούσε να αρνείται να απομακρυνθεί, ενώ τέλος καθ' ον χρόνο το Δικαστήριο εκδίκαζε άλλη υπόθεση, ο κατηγορούμενος συνήγορος υπεράσπισης, συνοδευόμενος από δύο αστυνομικούς της πεζής περιπολίας του Α.Τ. Κυψέλης στην Ευελπίδων, κατόπιν κλήσης του ιδίου προς στο Κέντρο Άμεσης Δράσης Αττικής, εισήλθε στη δικαστική αίθουσα και με την διέγερση εκ νέου θορύβου και αταξίας διέκοψε την συνεδρίαση καθόσον υπέβαλε (προφορικά) μήνυση κατά του Προέδρου και της Εισαγγελέως και κάλεσε τους αστυνομικούς να προβούν στη σύλληψη αυτών στα πλαίσια της αυτόφωρης διαδικασίας, με αποτέλεσμα να διαταράξει σοβαρά την συνεδρίαση του Δικαστηρίου. 

Κρίθηκε,  αποφασίστηκε  και  δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριό του.



Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...