Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ελευθερία έκφρασης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ελευθερία έκφρασης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016

Η απρόσμενη αρετή της αφέλειας ενός Ανώτατου Δικαστή


1. Είδηση-σοκ, ίσως και απίστευτη, ότι η κ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου υπέβαλε μήνυση κατά πολίτη.
2. Δεύτερη ανάγνωση: Η κ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου άσκησε το νόμιμο δικαίωμά της να απευθυνθεί στη Δικαιοσύνη.
3. Τρίτη ανάγνωση: Η κ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου δεν υπέβαλε μήνυση κατά οιουδήποτε πολίτη, αλλά κατά Αναπληρωτή Καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, δηλαδή κατά πολίτη, που δεν είναι αδύναμος, αλλά "ισχυρός".
4. Τέταρτη ανάγνωση: Η κ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου δεν υπέβαλε μήνυση κατά οιουδήποτε Αναπληρωτή Καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, αλλά κατά υποψήφιου Βουλευτή με το Ποτάμι, δηλαδή κατά πολίτη, όχι μόνον "ισχυρού", αλλά και δημοσίου προσώπου.
5. Πέμπτη ανάγνωση: Η κ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου ένιωσε και βίωσε ότι προσεβλήθη η τιμή και η υπόληψή της, τόσο ως πολίτη, όσο και ως δικαστικού λειτουργού, κατά τη δική της εκτίμηση.
6. Έκτη ανάγνωση: Η κ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου κατηγορήθηκε ότι παραβιάζει την ελευθερία της έκφρασης πολίτη, και δη ακαδημαϊκού, αφού πρώτα περιορίστηκε η δική της ελευθερία έκφρασης, πρωτίστως ως πολίτη, αλλά και ως "αντικομφορμιστικής" Προέδρου του Αρείου Πάγου, και πρώην Πρωθυπουργού, να απευθύνεται δηλαδή σε θεσμικά όργανα και να κοινωνεί τις σκέψεις και τις ανησυχίες της.
7. Έβδομη ανάγνωση: Αυτοί που άσκησαν εύλογη κριτική για την υποβολή εκ μέρους της μηνύσεως δεν έχουν, μέχρι σήμερα, στηλιτεύσει φαινόμενα διαφθοράς στον χώρο της Δικαιοσύνης, φαινόμενα σήψης και δυσωδίας, φαινόμενα που μολύνουν κάθε έννοια Δικαίου και Ηθικής;
8. Όγδοη ανάγνωση: Αυτοί που άσκησαν εύλογη κριτική για την υποβολή εκ μέρους της μηνύσεως δεν έχουν, μέχρι σήμερα, κινητοποιηθεί για την πάταξη φαινομένων πλυντηρίου αδικημάτων των γνωστών και μη εξαιρετέων;
9. Ένατη ανάγνωση: Η ελευθερία έκφρασης είναι κατάκτηση, είναι δίκαιο, είναι πολιτισμός.
10. Δέκατη ανάγνωση: Η υποβολή μηνύσεως από την κ. Πρόεδρο του Αρείου, ίσως είναι λάθος τακτική, σίγουρα, όμως, είναι ένδειξη Ανθρώπου και Λειτουργού που πάνω από όλα δεν θέτει το συμφέρον του, και την έξωθεν αναμενόμενη εικόνα μιας τέτοιας επιλογής, αλλά την Τιμή του, και την Υπόστασή του, όχι τόσο ως Προέδρου του Αρείου Πάγου, αλλά ως Προσωπικότητας.

Τελευταία ανάγνωση: Δεν υπάρχουν όρια στην ελευθερία έκφρασης, ούτε ακόμη και αυτής της Προέδρου του Αρείου Πάγου. Υπάρχουν όρια στον εκχυδαϊσμό και στην ψυχολογία της μάζας.

Αντί επιλόγου: Ας παραιτηθούν όσοι αρχειοθετούν το Δίκαιο, και όχι όσοι το διεκδικούν, ακόμη και με λάθος τρόπο.

 
 

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

Εισαγγελική χουντοποίηση

ΑΡΧΕΙΟ

Θέλετε να καθιερώσετε Δικαιοσύνη αλά Φάκου;


16 Νοεμβρίου 2012
Του Κώστα Βαξεβάνη

Το 2012, σε μια Ελλάδα που  έχει ανάγκη την Δικαιοσύνη ως θεσμό, αλλά και την δικαιοσύνη ως καθημερινή λειτουργία, μερικοί εισαγγελείς δείχνουν να έχουν αποστασιοποιηθεί από την  κοινωνική πραγματικότητα. Η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να λειτουργεί ούτε εν κενώ, ούτε σε γυάλα. Σκοπός της δεν είναι να δικάζει, αλλά να αποδίδει Δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη δεν είναι η νομολαγνεία που κρύβει την πραγματικότητα ούτε η νομοδιαστροφή που εμφανίζεται ως λατρεία στο δίκιο.
Η Δικαιοσύνη στην Ελλάδα προσπαθεί να περάσει από τον εναγκαλισμό της συντήρησης, στη σύγχρονη νομική αντίληψη. Το Δικαστικό σώμα δεν αποχουντοποιήθηκε ποτέ. Έτσι, η Δικαιοσύνη έπρεπε να αποδοθεί περνώντας μέσα από λαβύρινθους αναχρονισμών, διεστραμμένες αντιλήψεις για την κοινωνία και τον συντηρητισμό που είχε επικρατήσει ως ηθική και τάξη των πραγμάτων.
Σήμερα τα έδρανα είναι γεμάτα από νέους επιστήμονες της νομικής επιστήμης, που προσπαθούν μαζί με τα συντηρητικά ταγιέρ να αποτάξουν και την δηλητηριώδη συντήρηση. Δεκάδες εισαγγελείς παλεύουν για να φέρουν σε πέρας δικογραφίες με σκάνδαλα, παρά τις αντιξοότητες που δημιουργεί η κεντρική εξουσία και οι ίδιοι οι νόμοι. Γι αυτούς, όπως και για τους υπόλοιπους έλληνες, είναι ένα στοίχημα. Πώς θα λειτουργήσει η Δικαιοσύνη; Πού θα πορευτεί η Ελλάδα;
Την εποχή αυτών των διλημμάτων, η Εισαγγελία της Αθήνας υπό την διοίκηση της Προϊσταμένης, Παναγιώτας Φάκου, θέτει άλλα διλήμματα. Αν μπορεί ο δημοσιογράφος να λειτουργεί ελεύθερα και να κρίνεται γι'αυτό. Δυστυχώς, η σημερινή επιλογή της Εισαγγελίας είναι μια συνταγή παλιών εποχών. Είναι μια συνταγή αλά Φάκου. Όχι της Παναγιώτας Φάκου, αλλά του πατρός Φάκου, ο οποίος την εποχή της χούντας έβγαζε διατάγματα με τα οποία απαγόρευε τη δημοσίευση ειδήσεων και επί Δημοκρατίας προχωρούσε σε κατάσχεση βιβλίων του Ντε Σαντ; Τέτοια Εισαγγελία θέλουμε; Δείτε μερικά παραδείγματα και αποφασίστε αν θέλουμε τέτοια εισαγγελική λειτουργία.
Αποφασίζομεν και διατάσσομεν… Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1970, ο Κύπριος αντιστασιακός Γιώργος Τσικούρης 25 χρόνων και η σύντροφός του, Μαρία Αντζελόνι, σκοτώθηκαν από έκρηξη βόμβας έξω από την Αμερικάνικη Πρεσβεία. Οι δυο τους ετοιμάζονταν να ανατινάξουν ένα αυτοκίνητο με εκρηκτικά έξω από την Πρεσβεία για να γίνει γνωστή σε όλο τον κόσμο η δραστηριότητα της αμερικανοκίνητης Χούντας. Από λάθος, η βόμβα εξερράγη νωρίτερα σκοτώνοντάς τους. Ο Εισαγγελέας, Ανδρέας Φάκος, με εντολή του απαγόρευσε στις εφημερίδες να γράψουν οτιδήποτε για την έκρηξη. Στο “εισαγγελικό διάταγμα”, εναρμονισμένο με το χουντικό καθεστώς, ο εισαγγελέας Φάκος γράφει “Διαττάσομεν την επί της ως άνω υποθέσεως απαγόρευσιν οιασδήποτε δημοσιεύσεως αφορώσης την σημειωθείσαν έκρηξιν βόμβας παρά την Αμερικανικής Πρεσβείαν την 2.9.1970 εξ ης εφονεύθησαν οι ΤΣΙΚΟΥΡΗΣ Γεώργιος και ΑΝΤΖΑΛΟΝΙ Έλενα”. Η αντιχουντική πράξη έπρεπε να αποσιωπηθεί, κοινώς να μην υπάρξει είδηση. Και έτσι ο εισαγγελέας ανέλαβε (επί Χούντας βέβαια) να εξασφαλιστεί η “νομιμότητα”.
Κατέσχεσε τον Ντε Σαντ και ταινίες της ΕΡΤ. Στις 12 Ιανουαρίου του 1980, αρκετά χρόνια μετά τη Χούντα, όπως γράφουν “ΤΑ ΝΕΑ” της εποχής, ο Εισαγγελέας Ανδρέας Φάκος, αναγνωρίζοντας προφανώς ως κίνδυνο για τη χώρα την ελεύθερη γνώμη άσκησε ποινική δίωξη κατά της ΕΡΤ, γιατί η δημόσια τηλεόραση προέβαλε την ταινία “Αναζήτηση” του Κλέαρχου Κονιτσιώτη, με τους Άγγελο Αντωνόπουλο και Έλενα Ναθαναήλ. Η Εισαγγελία προχώρησε επίσης με εντολή του χουντικού αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, σε κατάσχεση του βιβλίου “Φιλοσοφία του Μουντουάρ” του Μαρκήσιου Ντε Σαντ. Το βιβλίο κρίθηκε ακατάλληλο για ανάγνωση στην Αθήνα, αν και στην Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά κυκλοφορούσε κανονικά. Ήταν μια αντίληψη περί ελευθερίας της γνώμης που είχε την σφραγίδα της Εισαγγελίας Αθηνών.
Διώξεις και στη σάτιρα. Το 1979, ο Εισαγγελέας Ανδρέας Φάκος άσκησε δίωξη εναντίον της εφημερίδας “Το Ποντίκι” για σατυρικό της δημοσίευμα με ήρωα τον Καραγκιόζη. Το δημοσίευμα μεταξύ άλλων έγραφε χιουμοριστικά πάντα πως ο διευθυντής του πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, Πέτρος Μολυβιάτης, ζήτησε πολιτικό άσυλο στη Μόσχα.Ο Φάκος άσκησε αυτεπάγγελτα δίωξη για “περιύβριση Αρχής δια του Τύπου”. Στη δίκη, βέβαια,το Ποντίκι αθωώθηκε. Ο εισαγγελέας εξέφρασε με τη δίωξή του την άποψή του για τον Τύπο, την ελευθερία του Τύπου και τη σάτιρα.
Δεν υπήρχε αδίκημα αλλά διώχθηκαν. Τον Ιανουάριο του 1980, ο δημοσιογράφος, Γιώργος Βότσης, και η συνάδελφός του, Νανά Νταουντάκη, περικυκλώθηκαν από ομάδα αγνώστων έξω από σπίτι στην Ακρόπολη. Ο Βότσης κατάφερε να τους ξεφύγει, αλλά η Νταουντάκη έπεσε στα χέρια τους. Ήταν άντρες της Ασφάλειας. Την συνέλαβαν, την οδήγησαν στην Ασφάλεια, και την κράτησαν χωρίς ένταλμα, κατηγορώντας την για σχέση με τη δολοφονία  των αστυνομικών Πέτρου και  Σταμούλη (17 Νοέμβρη). Οκτώ ακόμη νεαροί οδηγήθηκαν στην Ασφάλεια με τις ίδιες κατηγορίες και στη συνέχεια στον Εισαγγελέα, Ανδρέα Φάκο. Οι συνήγοροι των νεαρών ζήτησαν από τον Εισαγγελέα να τους αφήσει ελεύθερους, γιατί δεν υπήρχε κανένα αδίκημα και κατηγορία σε βάρος τους. Ο Φάκος ενώπιον δεκάδων μαρτύρων παραδέχθηκε πως δεν υπάρχει αδίκημα. Παρ'όλα αυτά λίγο αργότερα άσκησε διώξεις, σε μια από τις υποθέσεις που χαρακτηρίστηκαν ως πολιτικές διώξεις.
Διώξεις να φάνε και οι…κότες. Τον Φεβρουάριο του 1981, όπως αναφέρουν “ΤΑ ΝΕΑ” της εποχής, ο τότε Εισαγγελέας Αγρινίου, Ανδρέας Φάκος, έκανε δυσμενή αναφορά για τον υφιστάμενό του, Εισαγγελέα Αργυρόπουλο. Ο Φάκος περιγράφει τον Αργυρόπουλο ως πειθαρχικά ελεγκτέο, γιατί όπως αναφέρει η εφημερίδα “η ιδιωτική του ζωή δεν είναι σύμφωνη με την δικαστική του ιδιότητα".Συγκεκριμένα στην αναφορά του εκείνη υποστήριξε ότι ο  κ Αργυρόπουλος "συμπεριφέρεται άσχημα στη σύζυγό του και τα παιδιά του, εκτρέφει κότες στο σπίτι του, ξενυχτάει κλπ”.
Η ερώτηση είναι αν η Εισαγγελία του 2012, η οποία έχει την κύρια ευθύνη να αποδοθεί Δικαιοσύνη σε αυτή τη χώρα, μπορεί να συμπεριφέρεται και να πράττει με λογικές προηγούμενων δεκαετιών. Με πρακτικές αλά Φάκου, λογοκρισία του Τύπου και διώξεις να φάνε και οι… κότες. Αυτοί που πρέπει να αποφασίσουν είναι οι Εισαγγελείς.

πηγήhttp://www.koutipandoras.gr/article/28688/thelete-na-kathierosete-dikaiosyni-ala-fakoy

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

Εισαγγελική αυθαιρεσία στις αυτόφωρες συλλήψεις για αδικήματα τελούμενα διά του Ίντερνετ


Σημείωση: 
1. Όταν ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, στηριζόμενος -επιλεκτικά τις περισσότερες φορές-  στο άρθρο 25 παρ.2 ν. 1756/1988, αποφεύγει να απαντήσει στο ακανθώδες ερώτημα εάν "Σε περιπτώσεις οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος, που διαπράττεται στο διαδίκτυο ή μέσω αυτού και εφόσον προσδιορίζεται, επακριβώς η ημεροχρονολογία που διαπράχτηκε, θα αντιμετωπίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην § 2 του άρθρ. 242 Κ.Π.Δ. και δεν θα θεωρείται ότι συντρέχει αυτόφωρη διαδικασία, αν πέρασε όλη η επόμενη ημέρα από την τέλεση, της πράξης ή θα θεωρείται ως έγκλημα που τελείται δια του τύπου και θα αντιμετωπίζεται ως διαρκές αυτόφωρο".
2. Όταν οι Εισαγγελείς Ποινικής Δίωξης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, τουλάχιστον, επιλεκτικά και μεροληπτικά αντιμετωπίζουν ως οιονεί "διαρκή αυτόφωρα" τα τελούμενα διά του Ίντερνετ ποινικά αδικήματα, και παράλληλα δεν εφαρμόζουν την προσήκουσα καθ'ύλην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, δηλ. παραπέμπουν ενώπιον του Μονομελούς Πλημ/κείου, αντί του Τριμελούς Πλημ/κείου.
3. Όταν η Υποδιεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Τμήμα 1° Γενικών Υποθέσεων & Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων επιλεκτικά εξαντλεί τις δυνατότητές της για την "αυτόφωρη" σύλληψη πολιτών, και δη δημοσιογράφων.
4. Όταν η Εισαγγελική Αυθαιρεσία λαμβάνει διαστάσεις "διαρκούς" και "αυτόφωρης" κατάχρησης εξουσίας.

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Αυτόφωρο και ελευθερία του λόγου


1. Η δημοσίευση έργων του λόγου στο διαδίκτυο αποτελεί μορφή ενάσκησης του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, το οποίο, όπως αναφέρει και το Σύνταγμα, μπορεί να ασκείται γραπτά, προφορικά ή "δια του τύπου" (άρθρο 14§1).

2. Για την ποινική και αστική ευθύνη από δημοσιεύματα στο διαδίκτυο εφαρμόζεται αναλογικά η νομοθεσία για την ευθύνη όσων ασκούν την ελευθερία αυτή δια του τύπου.

3. Σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή, ο θιγόμενος έχει το δικαίωμα να εναγάγει (για αποζημίωση-αποκατάσταση) εκτός από τον συντάκτη του δημοσιεύματος και/ή τον διευθυντή-εκδότη του εντύπου. Αντίστοιχα, ως προς την ποινική ευθύνη του τύπου, ενέχεται και ο διευθυντής-εκδότης, αν υπάρχει συμμετοχή στο αδίκημα (η ποινική συνευθύνη δηλαδή δεν είναι "αντικειμενική", όπως η αστική, αλλά απαιτείται υπαιτιότητα και του εκδότη-διευθυντή, δηλ. δόλος ή αμέλεια).

4. Τα αδικήματα που τελούνται διά του τύπου είναι αυτόφωρα.

5. Η αντιστοιχία με τον εκδότη-διευθυντή μιας εφημερίδας είναι ατυχής αν εφαρμοστεί κατά γράμμα και όχι κατ' αναλογία στα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης. Ο έλεγχος της πληροφορίας δεν ενέχει το στοιχείο της αμεσότητας που μπορεί να αποκτά η προετοιμασία ενός έντυπου δημοσιεύματος ή μιας τηλεοπτικής εκπομπής. Εδώ υπάρχει αναμφίβολα ένα κενό δικαίου. Τα κενά του δικαίου καλύπτονται με "αναλογική εφαρμογή". Όχι με αυτούσια εφαρμογή. Και το καλύτερο απ'όλα, βέβαια, είναι τα κενά του δικαίου να καλύπτονται με την ειδική νομοθεσία, για να υπάρχει ασφάλεια δικαίου, σημαντική συνιστώσα της έννοιας του κράτους δικαίου. Ειδικά όταν πρόκειται για ποινικές διαδικασίες στις οποίες ελλοχεύουν σημαντικοί περιορισμοί συνταγματικών ελευθεριών.

6. Ωστόσο, η κατοχή και λειτουργία ενός διαδικτυακού μέσου ενημέρωσης συνιστά μια μορφή διαχείρισης "πηγής διακινδύνευσης". Αυτή η έννοια της διακινδύνευσης είναι που αντικειμενικοποιεί την αστική ευθύνη του εκδότη-διευθυντή, ανεξάρτητα δηλ. από το πταίσμα του. Για τον ίδιο λόγο υπεύθυνος είναι και ο ιδιοκτήτης ενός αυτοκινήτου σε ένα τροχαίο, ακόμη κι αν δεν είναι ο ίδιος οδηγός. Κι εδώ η ιδιότητα και μόνο του ιδιοκτήτη αυτοκινήτου τον καθιστά "αντικειμενικώς" υπεύθυνο, καθώς το ίδιο το αυτοκίνητο θεωρείται "πηγή διακινδύνευσης" (σύμφωνα με το νόμο του 1911, σημειωτέον).

Το πιο σημαντικό απ' όλα όμως είναι ότι η κίνηση της αυτόφωρης διαδικασίας σπανιότατα κινείται για τα αδικήματα διά του τύπου. Οι εισαγγελείς διστάζουν στην πράξη να εκδώσουν σχετικά εντάλματα, ακριβώς λόγω της εντονότατης αμφιβολίας που υπάρχει για τη βασιμότητα της τέλεσής τους, ενόψει και του ότι η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα και κάθε δίωξή της με συνοπτικές διαδικασίες εγείρει σοβαρές αμφιβολίες και ενεργοποιεί τα ανακλαστικά των πολιτών ενάντια στην λογοκρισία. Αναφέρθηκε ότι η σύλληψη αποτέλεσε μια υπόθεση ρουτίνας - από τη δική μου εμπειρία δεν μπορώ να συμφωνήσω. Η διαδικασία αυτή κινείται μόνο σε κραυγαλέες περιπτώσεις. Ακόμη κι όταν στρέφεται εναντίον δημοσίων προσώπων η προσβολή, οι λειτουργοί της δικαιοσύνης υποδεικνύουν στους δικηγόρους να αναμένουν την τακτική διαδικασία.

Αρκετοί ζητούν να δημοσιοποιηθεί το όνομα του "δημόσιου προσώπου" που φέρεται ότι ζήτησε την κίνηση της διαδικασίας. Αρχικά πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η ποινική προδικασία καλύπτεται από μυστικότητα. Αυτό σημαίνει ότι ο νομικός μας πολιτισμός επιβάλλει την τήρηση του απορρήτου, τουλάχιστον μέχρι να οδηγηθεί η υπόθεση σε μια δημόσια συνεδρίαση, δηλ. στο ακροατήριο. Από την άλλη πλευρά, η σπανιότητα της κίνησης της διαδικασίας του αυτοφώρου για ένα αδίκημα που τελείται "διά του τύπου", δημιουργεί εύλογες υποψίες για κίνηση της διαδικασίας από ένα "δημόσιο πρόσωπο", όπως αναφέρεται. Η πραγματική επιρροή που μπορεί να έχει αυτό το δημόσιο πρόσωπο στην κίνηση μιας διαδικασίας, η οποία σπανίως διενεργείται στην πράξη, εγείρει ένα εύλογο ενδιαφέρον του κοινού να μάθει: α) αν όντως ο εγκαλών είναι δημόσιο πρόσωπο και β) ποιο είναι τελικά αυτο το δημόσιο πρόσωπο. Το εύλογο αυτο ενδιαφέρον συνδέεται με την αρχή της διαφάνειας, η οποία στην συγκεκριμένη περίπτωση υπερισχύει των δικαιωμάτων του εγκαλούντος για απόκρυψη του ονόματός του και τη θωράκιση πίσω από την αρχή της "μυστικότητας της διαδικασίας". Η αρχή της διαφάνειας αποτελεί και αυτή ένα συνταγματικά προστατευόμενο αγαθό.

Ωστόσο, θα ήταν παράλογο να απαιτηθεί από τον διωκόμενο να προβεί ο ίδιος στη δημοσιοποίηση του ονόματος. Μην ξεχνάμε ότι είναι κατηγορούμενος και οφείλει να υπερασπιστεί τον εαυτό του ακολουθώντας τις συμβουλές του συνηγόρου του.Το αίτημα αυτό θα πρέπει να απευθυνθεί στις αρμόδιες αρχές, οι οποίες και αυτεπαγγέλτως θα όφειλαν στη συγκεκριμένη περίπτωση να δώσουν στη δημοσιότητα κάθε πληροφορία που, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, θα ικανοποιήσει το εύλογο ενδιαφέρον του κοινού για ενημέρωση.

Τέλος, η συγκεκριμένη περίπτωση αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι το διαδίκτυο, όσο κι αν κάποιοι εξακολουθούν να το βλέπουν ως ένα χώρο εκτός δικαίου, αποτελεί μια σφαίρα στην οποία εφαρμόζονται αναλογικά όλα τα γνωστά δικαιώματα και υποχρεώσεις κάθε πολίτη. Αυτή η αναλογικότητα, ωστόσο, η οποία βρίσκεται στη διακριτική ευχέρεια κάθε αρμόδιου οργάνου, είναι αρκετές φορές επικίνδυνη, καθώς θέτει σε αμφιβολία την ασφάλεια δικαίου που θα πρέπει να διέπει κάθε σύστημα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Η αυτορρύθμιση είναι μια λύση, η οποία προτείνεται ολοένα και περισσότερο. Και την είχαμε προτείνει και από αυτό το μπλογκ παλαιότερα, αλλα δεν υποστηρίχθηκε.

Ωστόσο, σκεφτείτε: αν υπήρχε ένα αυτορρυθμιστικό όργανο που να έχαιρε της καθολικής εκτίμησης όχι μόνο των συμμετεχόντων και των ενδιαφερόμενων μερών, αλλά και της κοινωνίας, οι αποφάσεις του, ακόμη και μη δεσμευτικές και "σκληρού δικαίου", όπως των αστυνομικών και των εισαγγελέων, θα μπορούσαν να έχουν ακόμη και πιο σημαντικές επιπτώσεις για την εκτίμηση κάποιου εγκαλούμενου από την υπόλοιπη κοινωνία της πληροφορίας. Μία τέτοια απόφαση μαλακού δικαίου, σε αρκετές περιπτωσεις και πάντα δεδομένου του κύρους του αυτορρυθμιστικού οργάνου θα μπορούσε να προσελκύσει το ενδιαφέρον εκείνου που θεωρεί ότι θίγεται και να στραφεί εκεί, αντί στην αστυνομία. Δείτε το παράδειγμα του Τραπεζικού Διαμεσολαβητή, ενός οργάνου που αν και δεν παράγει δεσμευτικές αποφάσεις για τις τράπεζες, χαίρει της ευρύτατης εκτίμησης των πολιτών αλλά και των τραπεζών, ώστε οι πρώτοι να προτιμούν να στρέφονται σε αυτό αναζητώντας εξωδικαστική προστασία, η οποία ειναι πολύ πιο σύντομη και αποτελεσματική σε πολλές περιπτώσεις από την κλασική δικαστική προστασία. Το ίδιο ισχύει για κάθε θεσμό "Συνηγόρου" εφόσον στελεχώνεται βέβαια με το κατάλληλο προσωπικό και δεν λειτουργεί απλώς ως προπέτασμα καπνού.

Τέλος, ας αναλογιστούμε πόσο σημαντική είναι σήμερα στον κυβερνοχώρο η υπεύθυνη νομική συμβουλή από εξειδικευμένους επαγγελματίες. Μία παράμετρος την οποία λίγο πολύ δεν έχει γίνει συνειδητή η βαρύτητά της και πόσο στενά μπορεί να συνδεθεί με διακυβεύματα όπως η ελευθερία και η προστασία της προσωπικότητας κάθε πολίτη του διαδικτύου.
 

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2013

Το γκλομπ του μπλογκ


Τα κομμάτια ήταν κάτω από το βράχο
εκεί που επισκεπτόσουν την απεραντοσύνη
να λυτρώσεις την αισχύνη
που δεν τα αντικατέστησες μ'εκείνα των βιαστών
ψυχής, αναπνοής, ελπίδας
στην κόψη της ίριδας
που καθρεπτίζει την απόγνωση
σε φίμωσαν, σε ταυτοποίησαν
ουδέν εποίησαν
παρά την λύσσαν
να αναγορεύουν την ελευθερία έκφρασης
σε μιασμένο κυνηγητό μαγισσών

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Οδηγία 95/46/ΕΚ – Πεδίο εφαρμογής – Επεξεργασία και κυκλοφορία φορολογικών στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα – Προστασία των φυσικών προσώπων – Ελευθερία λόγου-Δημοσιογραφικός σκοπός-Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Υπόθεση C-73/07
Tietosuojavaltuutettu
κατά
Satakunnan Markkinapörssi Oy
και
Satamedia Oy
(αίτηση του Korkein hallinto-oikeus
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)


1. Περίληψη

1) Tο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μια δραστηριότητα που συνίσταται:
–        στη συλλογή από τα δημόσια έγγραφα των φορολογικών αρχών στοιχείων σχετικών με τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και με την περιουσία φυσικών προσώπων, και η περαιτέρω επεξεργασία τους προκειμένου τα στοιχεία αυτά να δημοσιευθούν,
–        στη δημοσίευσή τους με αλφαβητική σειρά και ανά κατηγορία εισοδημάτων, με τη μορφή ονομαστικών καταλόγων ανά δήμο ή κοινότητα κατοικίας,
–        στην περαιτέρω παράδοσή τους με τη μορφή ψηφιακών δίσκων CD-ROM προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για εμπορικό σκοπό,
–        στην επεξεργασία τους στο πλαίσιο υπηρεσίας σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες κινητών τηλεφώνων να πληροφορούνται τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και την περιουσιακή κατάσταση κάποιου ατόμου, αποστέλλοντας ένα τέτοιο μήνυμα με το όνομα και τον δήμο κατοικίας του
πρέπει να θεωρηθεί ως «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» υπό την έννοια της διατάξεως αυτής.
2)      Το άρθρο 9 της οδηγίας έχει την έννοια ότι οι δραστηριότητες που απαριθμεί το πρώτο ερώτημα, στοιχεία α) έως δ), όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, αφορώσες δεδομένα που προέρχονται από δημόσια έγγραφα κατά την εθνική νομοθεσία, πρέπει να θεωρούνται ως δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ασκούμενες «αποκλειστικώς για δημοσιογραφικούς σκοπούς», υπό την έννοια της διατάξεως αυτής, αν με αυτές σκοπείται αποκλειστικά να ανακοινώνονται στο κοινό πληροφορίες, απόψεις ή ιδέες, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει.
3)      Δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως εκείνες περί των οποίων γίνεται λόγος στο πρώτο ερώτημα, στοιχεία γ) και δ), σχετικές με αρχεία δημοσίων αρχών περιλαμβάνοντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχουν μόνον πληροφορίες οι οποίες έχουν ήδη δημοσιευθεί αυτούσιες στα μέσα μαζικής ενημερώσεως, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 95/46.

2. Ενδιαφέρουσες σκέψεις

54      Το άρθρο 9 της οδηγίας αφορά έναν τέτοιο συμβιβασμό. Όπως προκύπτει ιδίως από την τριακοστή έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, σκοπός του άρθρου 9 αυτής είναι να συμβιβάσει δύο θεμελιώδη δικαιώματα: αφενός, της προστασίας του ιδιωτικού απορρήτου και, αφετέρου, της ελευθερία του λόγου. Το έργο αυτό πρέπει να φέρουν εις πέρας τα κράτη μέλη.
55      Προκειμένου να επιτευχθεί ο συμβιβασμός μεταξύ των δύο αυτών θεμελιωδών δικαιωμάτων υπό την έννοια της οδηγίας 95/46, τα κράτη μέλη καλούνται να προβλέψουν ορισμένες παρεκκλίσεις ή ορισμένους περιορισμούς όσον αφορά την προστασία δεδομένων και, επομένως, όσον αφορά το θεμελιώδες δικαίωμα στο ιδιωτικό απόρρητο, το οποίο προβλέπουν τα κεφάλαια II, IV και VI της οδηγίας αυτής. Οι σχετικές παρεκκλίσεις πρέπει να προβλέπονται αποκλειστικά για δημοσιογραφικούς σκοπούς ή στο πλαίσιο καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής εκφράσεως, που εμπίπτουν στο θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, μόνον καθόσον αυτές είναι αναγκαίες για τον συμβιβασμό του δικαιώματος στο ιδιωτικό απόρρητο προς τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία του λόγου.
56      Αφενός, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η σημασία που έχει η ελευθερία του λόγου εντός κάθε δημοκρατικής κοινωνίας, οι σχετικές έννοιες, μεταξύ των οποίων εκείνη του δημοσιογραφικού σκοπού, πρέπει να ερμηνεύονται ευρέως. Αφετέρου, και προκειμένου να επιτευχθεί μια ισόρροπη στάθμιση μεταξύ των δύο θεμελιωδών δικαιωμάτων, η προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος στο ιδιωτικό απόρρητο επιτάσσει οι παρεκκλίσεις και οι περιορισμοί της προστασίας των δεδομένων που προβλέπονται στα προαναφερθέντα κεφάλαια της οδηγίας να μην υπερβαίνουν τα όρια του απολύτως αναγκαίου. 

3. Η απόφαση έχει επί λέξει ως εξής:

Υπόθεση C-73/07

Tietosuojavaltuutettu
κατά
Satakunnan Markkinapörssi Oy
και
Satamedia Oy
(αίτηση του Korkein hallinto-oikeus
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Οδηγία 95/46/ΕΚ – Πεδίο εφαρμογής – Επεξεργασία και κυκλοφορία φορολογικών στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα – Προστασία των φυσικών προσώπων – Ελευθερία λόγου»
Περίληψη της αποφάσεως
1.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Οδηγία 95/46
(Οδηγία 95/46 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 1)
2.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Οδηγία 95/46
(Οδηγία 95/46 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 9)
3.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Οδηγία 95/46
(Οδηγία 95/46 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)
1.        Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 95/46, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μια δραστηριότητα που συνίσταται:
– στη συλλογή από τα δημόσια έγγραφα των φορολογικών αρχών στοιχείων σχετικών με τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και με την περιουσία φυσικών προσώπων, και η περαιτέρω επεξεργασία τους προκειμένου τα στοιχεία αυτά να δημοσιευθούν,
– στη δημοσίευσή τους με αλφαβητική σειρά και ανά κατηγορία εισοδημάτων, με τη μορφή ονομαστικών καταλόγων ανά δήμο ή κοινότητα κατοικίας,
– στην περαιτέρω παράδοσή τους με τη μορφή ψηφιακών δίσκων CD-ROM προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για εμπορικό σκοπό,
– στην επεξεργασία τους στο πλαίσιο υπηρεσίας σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες κινητών τηλεφώνων να πληροφορούνται τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και την περιουσιακή κατάσταση κάποιου ατόμου, αποστέλλοντας ένα τέτοιο μήνυμα με το όνομα και τον δήμο κατοικίας του,
πρέπει να θεωρηθεί ως «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» υπό την έννοια της διατάξεως αυτής.
(βλ. σκέψη 37, διατακτ. 1)
2.        Το άρθρο 9 της οδηγίας 95/46, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, το οποίο διέπει τη σχέση μεταξύ προστασίας των δεδομένων αυτών προσωπικού χαρακτήρα και ελευθερίας λόγου πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δραστηριότητες που συνίσταται:
– στη συλλογή από τα δημόσια έγγραφα των φορολογικών αρχών στοιχείων σχετικών με τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και με την περιουσία φυσικών προσώπων, και η περαιτέρω επεξεργασία τους προκειμένου τα στοιχεία αυτά να δημοσιευθούν,
– στη δημοσίευσή τους με αλφαβητική σειρά και ανά κατηγορία εισοδημάτων, με τη μορφή ονομαστικών καταλόγων ανά δήμο ή κοινότητα κατοικίας,
– στην περαιτέρω παράδοσή τους με τη μορφή ψηφιακών δίσκων CD-ROM προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για εμπορικό σκοπό,
– στην επεξεργασία τους στο πλαίσιο υπηρεσίας σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες κινητών τηλεφώνων να πληροφορούνται τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και την περιουσιακή κατάσταση κάποιου ατόμου, αποστέλλοντας ένα τέτοιο μήνυμα με το όνομα και τον δήμο κατοικίας του,
πρέπει να θεωρούνται ως δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ασκούμενες «αποκλειστικώς για δημοσιογραφικούς σκοπούς», υπό την έννοια της διατάξεως αυτής, αν με αυτές σκοπείται αποκλειστικά να ανακοινώνονται με οποιονδήποτε τρόπο στο κοινό πληροφορίες, απόψεις ή ιδέες, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει.
Εν πάση περιπτώσει, οι σχετικές δραστηριότητες δεν απαιτείται να συνδέονται αποκλειστικά με επιχειρήσεις μέσων μαζικής ενημερώσεως και μπορούν να ασκούνται με κερδοσκοπικό σκοπό.
(βλ. σκέψεις 61-62, διατακτ. 2)
3.        Εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 95/46, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, δραστηριότητα επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία συνίσταται στην παράδοση με τη μορφή ψηφιακών δίσκων CD-ROM στοιχείων προερχομένων από δημόσια έγγραφα των φορολογικών αρχών, σχετικών με τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και με την περιουσία φυσικών προσώπων, τα οποία έχουν δημοσιευθεί αυτούσια σε μέσα μαζικής ενημερώσεως, προκειμένου τα στοιχεία αυτά να χρησιμοποιηθούν για εμπορικό σκοπό. Εμπίπτει επίσης στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας δραστηριότητα επεξεργασίας των δεδομένων αυτών στο πλαίσιο υπηρεσίας σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες κινητών τηλεφώνων να αποστέλλουν ένα τέτοιο μήνυμα με το όνομα και τον δήμο κατοικίας κάποιου ατόμου και να λαμβάνουν ως απάντηση τις πληροφορίες αυτές.
(βλ. σκέψη 49, διατακτ. 3)
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 16ης Δεκεμβρίου 2008
«Οδηγία 95/46/ΕΚ – Πεδίο εφαρμογής – Επεξεργασία και κυκλοφορία φορολογικών στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα – Προστασία των φυσικών προσώπων – Ελευθερία λόγου»
Στην υπόθεση C-73/07,
με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Korkein hallinto-oikeus (Φινλανδία) με απόφαση της 8ης Φεβρουαρίου 2007, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 12 Φεβρουαρίου 2007, στο πλαίσιο της δίκης
Tietosuojavaltuutettu
κατά
Satakunnan Markkinapörssi Oy,
Satamedia Oy,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),
συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas, K. Lenaerts και A. Ó Caoimh, προέδρους τμήματος, P. Kūris, E. Juhász, Γ. Αρέστη, A. Borg Barthet, J. Klučka, U. Lõhmus και E. Levits (εισηγητή), δικαστές,
γενική εισαγγελέας: J. Kokott
γραμματέας: C. Strömholm, υπάλληλος διοικήσεως,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 12ης Φεβρουαρίου 2008,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
–        οι Satakunnan Markkinapörssi Oy και Satamedia Oy, εκπροσωπούμενες από τον P. Vainio, lakimies,
–        η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον J. Heliskoski,
–        η Εσθονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον L. Uibo,
–        η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους L. I. Fernandes και C. Vieira Guerra,
–        η Σουηδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις A. Falk και K. Petkovska,
–        η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους C. Docksey και P. Aalto,
αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 8ης Μαΐου 2008
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1        Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281, σ. 31, στο εξής: οδηγία).
2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ tietosuojavaltuutettu (διαμεσολαβητή επιφορτισμένου με την προστασία δεδομένων, στο εξής: Διαμεσολαβητής) και tietosuojalautakunta (επιτροπή προστασίας δεδομένων), σχετικά με δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τις οποίες ασκούν οι εταιρίες Satakunnan Markkinapörssi Oy (στο εξής: Markkinapörssi) και Satamedia Oy (στο εξής: Satamedia).
 Το νομικό πλαίσιο
 Η κοινοτική νομοθεσία
3        Η οδηγία, όπως προκύπτει από το άρθρο 1, παράγραφος 1, αυτής αποσκοπεί στην προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων, ιδίως του ιδιωτικού απορρήτου, έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
4        Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας ορίζει τα ακόλουθα:
«Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να περιορίζουν ή να απαγορεύουν την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ των κρατών μελών για λόγους συναφείς με την προστασία που εξασφαλίζεται δυνάμει της παραγράφου 1.»
5        Το άρθρο 2 της οδηγίας με τίτλο «Ορισμοί» προβλέπει τα εξής:
«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:
α)      “δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα”, κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί (το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα)· ως πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί λογίζεται το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας [ή άλλου επισήμου εγγράφου] ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόστασή του από φυσική, βιολογική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική άποψη·
β)      “επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” (επεξεργασία): κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιούνται με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων διαδικασιών και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώρηση, η οργάνωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η τροποποίηση, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η ανακοίνωση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η εναρμόνιση ή ο συνδυασμός, καθώς και το κλείδωμα, η διαγραφή ή η καταστροφή ·
γ)      “αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” (αρχείο), κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προσιτών με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια, είτε το σύνολο αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο είτε κατανεμημένο σε λειτουργική ή γεωγραφική βάση·
[…]»
6        Το άρθρο 3 της οδηγίας προσδιορίζει το πεδίο εφαρμογής αυτής ως ακολούθως:
«1.      Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται στην αυτοματοποιημένη, εν όλω ή εν μέρει, επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων που περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε αρχείο.
2.      Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:
–        η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο δραστηριοτήτων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, όπως οι δραστηριότητες που προβλέπονται στις διατάξεις των τίτλων V και VI της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και, εν πάση περιπτώσει, στην επεξεργασία δεδομένων που αφορά τη δημόσια ασφάλεια, την εθνική άμυνα, την ασφάλεια του κράτους (συμπεριλαμβανομένης και της οικονομικής ευημερίας του, εφόσον η επεξεργασία αυτή συνδέεται με θέματα ασφάλειας του κράτους) και τις δραστηριότητες του κράτους σε τομείς του ποινικού δικαίου,
–        η οποία πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών δραστηριοτήτων.»
7        Η σχέση μεταξύ προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ελευθερίας λόγου διέπεται από το άρθρο 9 της οδηγίας με τίτλο «Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ελευθερία έκφρασης»:
«Για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται αποκλειστικώς για δημοσιογραφικούς σκοπούς ή στο πλαίσιο καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, τα κράτη μέλη προβλέπουν τις εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, του κεφαλαίου IV και του κεφαλαίου VI μόνο στον βαθμό που είναι αναγκαίες ώστε το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής να συμβιβάζεται με τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία έκφρασης.»
8        Συναφώς, η τριακοστή έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας έχει ως ακολούθως:
«37) ως προς την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για δημοσιογραφικούς σκοπούς καθώς και για καλλιτεχνική ή λογοτεχνική έκφραση, ιδίως στον οπτικοακουστικό τομέα, πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις και περιορισμοί από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας οι οποίοι είναι αναγκαίοι για τον συμβιβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσώπου με την ελευθερία της έκφρασης, και ιδίως την ελευθερία να λαμβάνει κανείς ή να παρέχει πληροφορίες, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 10 της ευρωπαϊκής σύμβασης περί προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών. Κατά συνέπεια, εναπόκειται στα κράτη μέλη να θεσπίσουν, για την ιεράρχηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, τις αναγκαίες εξαιρέσεις και περιορισμούς όσον αφορά τους εν γένει κανόνες νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων, τα μέτρα διαβίβασης των δεδομένων σε τρίτες χώρες, καθώς και τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών ελέγχου. Αυτό δεν θα πρέπει εντούτοις να παράσχει στα κράτη μέλη αφορμή για να προβλέπουν εξαιρέσεις από τα μέτρα που εγγυώνται την ασφάλεια της επεξεργασίας. Θα πρέπει ωσαύτως να μεταβιβαστούν εκ των υστέρων ορισμένες αρμοδιότητες τουλάχιστον στην αρμόδια επί του τομέα αρχή ελέγχου, όπως φερ’ ειπείν η δημοσίευση εκθέσεων σε τακτά διαστήματα ή η προσφυγή στις δικαστικές αρχές.»
9        Το άρθρο 13 της οδηγίας, με τίτλο «Εξαιρέσεις και περιορισμοί», ορίζει τα ακόλουθα:
«Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν με νομοθετικά μέτρα την εμβέλεια των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 1, του άρθρου 10, του άρθρου 11 παράγραφος 1 και των άρθρων 12 και 21, όταν ο περιορισμός αυτός απαιτείται για τη διαφύλαξη:
α) της ασφάλειας του κράτους
[…]»
10      Το άρθρο 17 της οδηγίας, με τίτλο «Ασφάλεια της επεξεργασίας», ορίζει τα ακόλουθα:
«1.      Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος της επεξεργασίας πρέπει να λαμβάνει τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια, αλλοίωση, απαγορευμένη διάδοση ή πρόσβαση, ιδίως εάν η επεξεργασία συμπεριλαμβάνει και διαβίβαση των δεδομένων μέσω δικτύου, και από κάθε άλλη μορφή αθέμιτης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν, λαμβανομένης υπόψη της τεχνολογικής εξέλιξης και του κόστους εφαρμογής τους, επίπεδο ασφαλείας ανάλογο προς τους κινδύνους που απορρέουν από την επεξεργασία και τη φύση των δεδομένων που απολαύουν προστασίας.
2.      Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος της επεξεργασίας οφείλει, σε περίπτωση επεξεργασίας για λογαριασμό του, να επιλέγει προς εκτέλεση της επεξεργασίας πρόσωπο το οποίο παρέχει επαρκείς εγγυήσεις όσον αφορά τα μέτρα τεχνικής ασφάλειας και οργάνωσης της επεξεργασίας και να εξασφαλίζει την τήρηση των μέτρων αυτών.
[…]»      
 Η εθνική νομοθεσία
11      Το άρθρο 10, παράγραφος 1, του φινλανδικού Συντάγματος [perustuslaki (731/1999)], της 11ης Ιουνίου 1999, ορίζει τα ακόλουθα:
«Ο ιδιωτικός βίος, η τιμή και η κατοικία είναι απαραβίαστοι. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων ρυθμίζεται ειδικότερα από τον νόμο.»
12      Κατά το άρθρο 12 του Συντάγματος:
«Καθένας έχει ελευθερία λόγου. Η ελευθερία λόγου περιλαμβάνει το δικαίωμα εκφράσεως απόψεων, δημοσιεύσεως και λήψεως πληροφοριών, απόψεων και άλλων στοιχείων, χωρίς προηγούμενη λογοκρισία. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής που αφορούν την άσκηση της ελευθερίας λόγου ορίζονται από τον νόμο. […]
Τα έγγραφα και οι κάθε είδους καταγραφές που κατέχουν οι αρχές είναι δημόσια, εκτός αν η δημοσιοποίησή τους περιορίζεται ειδικά από τον νόμο για επιτακτικούς λόγους. Κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα δημόσια έγγραφα και τις δημόσιες καταγραφές.»
13      Ο νόμος περί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα [henkilötietolaki (523/1999)], της 22ας Απριλίου 1999, που μεταφέρει την οδηγία στο εθνικό δίκαιο, έχει εφαρμογή στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 2, παράγραφος 1), με εξαίρεση τα ονομαστικά αρχεία που περιλαμβάνουν μόνον πληροφορίες δημοσιευόμενες αυτούσιες στα μέσα μαζικής ενημερώσεως (άρθρο 2, παράγραφος 4). Εφαρμόζεται μόνο μερικώς στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό τη χρήση τους σε μέσα μαζικής ενημερώσεως, για καλλιτεχνικό ή λογοτεχνικό σκοπό (άρθρο 2, παράγραφος 5).
14      Το άρθρο 32 του νόμου περί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προβλέπει ότι ο υπεύθυνος για την τήρηση αρχείου πρέπει να λαμβάνει τα αναγκαία τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προς προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά της μη δικαιολογημένης προσβάσεως σε αυτά, κατά της επιζήμιας ή παράνομης καταστροφής, τροποποιήσεως, μεταβιβάσεως ή μεταφοράς τους ή κατά κάθε άλλης παράνομης επεξεργασίας των δεδομένων αυτών.
15      Ο νόμος περί του δημόσιου χαρακτήρα των δραστηριοτήτων των δημοσίων αρχών [laki viranomaisten toiminnan julkisuudesta (621/1999)], της 21ης Μαΐου 1999, διέπει επίσης την πρόσβαση σε κάθε είδους πληροφορίες.
16      Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, του νόμου περί του δημόσιου χαρακτήρα των δραστηριοτήτων των δημοσίων αρχών, ο γενικός κανόνας είναι ότι τα έγγραφα τα οποία αφορά ο εν λόγω νόμος είναι δημόσια.
17      Το άρθρο 9 του νόμου αυτού ορίζει ότι κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να λαμβάνει γνώση των δημοσίων εγγράφων των αρχών αυτών.
18      Το άρθρο 16, παράγραφος 1, του ίδιου νόμου ορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής της προσβάσεως σε κάθε τέτοιο έγγραφο. Η διάταξη αυτή προβλέπει ότι οι δημόσιες αρχές γνωστοποιούν προφορικά το περιεχόμενο του οικείου εγγράφου ή θέτουν το έγγραφο αυτό στη διάθεση του κοινού στις εγκαταστάσεις τους όπου οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να το αναγνώσουν και να το αντιγράψουν ή να το ακούσουν ή ακόμη να λάβουν έντυπο αντίγραφο.
19      Η παράγραφος 3 του άρθρου αυτού ορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να δημοσιοποιούνται τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στα αρχεία των δημοσίων αρχών τα οποία περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα:
«Μπορεί να χορηγείται έντυπο αντίγραφο ή αντίγραφο σε ηλεκτρονική μορφή εγγράφου ή αρχείου περιέχοντος δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εκτός εξαιρέσεων προβλεπομένων από τον νόμο, αν ο παραλήπτης δικαιούται να διατηρεί και να χρησιμοποιεί τα δεδομένα αυτά κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εντούτοις, τα σχετικά δεδομένα δεν μπορούν να παραχωρούνται με σκοπό την άμεση εμπορική προώθηση και τη διενέργεια δημοσκοπήσεων ή μελετών της αγοράς παρά μόνον αν αυτό προβλέπεται από τον νόμο ή αν το άτομο το οποίο αφορούν τα δεδομένα αυτά έχει παράσχει τη συγκατάθεσή του.»
20      Το αιτούν δικαστήριο σημειώνει ότι ο νόμος περί του δημόσιου χαρακτήρα και του απορρήτου των δεδομένων φορολογικής φύσεως [laki verotustietojen julkisuudesta ja salassapidosta (1346/1999)], της 30ής Δεκεμβρίου 1999, υπερέχει του νόμου περί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του νόμου περί του δημόσιου χαρακτήρα των δραστηριοτήτων των δημοσίων αρχών.
21      Κατά το άρθρο 2 του νόμου περί του δημόσιου χαρακτήρα και του απορρήτου των δεδομένων φορολογικής φύσεως, οι διατάξεις του νόμου περί του δημόσιου χαρακτήρα των δραστηριοτήτων των δημοσίων αρχών και του νόμου περί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα έχουν εφαρμογή, μόνον όταν ο πρώτος νόμος ή άλλη ρύθμιση δεν προβλέπουν διαφορετικά, στα έγγραφα και στα στοιχεία φορολογικής φύσεως.
22      Το άρθρο 3 του ίδιου νόμου ορίζει τα εξής:
«Τα δεδομένα φορολογικής φύσεως είναι δημόσια, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες εφαρμογής που προβλέπει ο παρών νόμος.
Καθένας δικαιούται να λαμβάνει γνώση των δημοσίων εγγράφων φορολογικού χαρακτήρα που κατέχουν οι φορολογικές αρχές όπως προβλέπει ο νόμος περί του δημόσιου χαρακτήρα των δραστηριοτήτων των δημοσίων αρχών, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπει ο νόμος αυτός.»
23      Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, του εν λόγω νόμου, οι αφορώσες την ετήσια φορολογία πληροφορίες με δημόσιο χαρακτήρα είναι το όνομα του φορολογουμένου, η ημερομηνία γεννήσεώς του και ο δήμος κατοικίας του. Επιπλέον, είναι δημόσιες οι ακόλουθες πληροφορίες:
«1. Το πραγματοποιούμενο από την εργασία φορολογητέο εισόδημα (εθνικός φόρος)·
2. Το πραγματοποιούμενο από εκμετάλλευση κεφαλαίου εισόδημα και η περιουσία (εθνικός φόρος)·
3. Το φορολογητέο εισόδημα (δημοτικός φόρος)·
4. Οι φόροι εισοδήματος και περιουσίας, ο δημοτικός φόρος και το συνολικό ποσό των εισπρακτέων φόρων και τελών.
[…]»
24      Τέλος, το κεφάλαιο 24, παράγραφος 8, του ποινικού κώδικα τιμωρεί τη δημοσιοποίηση πληροφορίας που προσβάλλει το ιδιωτικό απόρρητο. Έτσι, είναι αξιόποινη η ανακοίνωση σε μεγάλο αριθμό ατόμων, με χρησιμοποίηση μέσων μαζικής ενημερώσεως ή με άλλο τρόπο, πληροφοριών, υπαινιγμών ή εικόνων σχετικά με τον ιδιωτικό βίο τρίτου υπό συνθήκες ικανές να του προξενήσουν ζημία ή ηθική βλάβη ή να επισύρουν την ανυποληψία του.
 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
25      Από πολλών ετών η Markkinapörssi συλλέγει από τις φινλανδικές φορολογικές αρχές δημόσια δεδομένα με σκοπό τη δημοσίευση, κάθε έτος, αποσπασμάτων των δεδομένων αυτών στις τοπικές εκδόσεις της εφημερίδας Veropörssi.
26      Οι πληροφορίες που περιέχονται στα σχετικά δημοσιεύματα περιλαμβάνουν το ονοματεπώνυμο 1,2 εκατομμυρίων φυσικών προσώπων των οποίων το εισόδημα υπερβαίνει ορισμένα όρια, καθώς και, με προσέγγιση εκατό ευρώ, το ύψος του προερχόμενου από εκμετάλλευση κεφαλαίου και από την εργασία εισοδήματος και στοιχεία σχετικά με τη φορολογία της περιουσίας τους. Οι πληροφορίες αυτές δημοσιοποιούνται με τη μορφή αλφαβητικού καταλόγου και κατατάσσονται ανά δήμο κατοικίας και ανά κατηγορία εισοδήματος.
27      Σύμφωνα με τη διάταξη του αιτούντος δικαστηρίου, η Markkinapörssi δήλωσε ότι τα αποκαλυπτόμενα προσωπικά δεδομένα μπορούν να αφαιρούνται από την εφημερίδα Veropörssi, κατόπιν αιτήσεως, χωρίς καμία χρέωση.
28      Μολονότι η ως άνω εφημερίδα περιλαμβάνει επίσης άρθρα, περιλήψεις και αγγελίες, ο ουσιαστικός σκοπός της είναι να δημοσιεύει πληροφορίες φορολογικής φύσεως.
29      Η Markkinapörssi παρέσχε με τη μορφή ψηφιακών δίσκων CD-ROM στη Satamedia, εταιρία ελεγχόμενη από τους ίδιους μετόχους, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δημοσιεύονται στη Veropörssi, προς περαιτέρω δημοσιοποίηση μέσω συστήματος συντόμων γραπτών μηνυμάτων κινητής τηλεφωνίας (SMS). Συναφώς, οι δύο εταιρίες υπέγραψαν συμφωνία με επιχείρηση κινητής τηλεφωνίας, η οποία δημιούργησε για λογαριασμό της Satamedia μια υπηρεσία SMS παρέχοντας τη δυνατότητα στους χρήστες κινητών τηλεφώνων να λαμβάνουν στην οθόνη του κινητού τους, έναντι αντιτίμου 2 περίπου ευρώ, τις δημοσιευόμενες στη Veropörssi πληροφορίες. Υφίσταται η δυνατότητα διαγραφής προσωπικών δεδομένων από τη σχετική υπηρεσία κατόπιν αιτήματος κάθε ενδιαφερομένου.
30      Ο Διαμεσολαβητής και η επιτροπή προστασίας δεδομένων, φινλανδικές αρχές επιφορτισμένες με την προστασία δεδομένων, ελέγχουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και έχουν εξουσία να λαμβάνουν αποφάσεις υπό τους όρους του νόμου περί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
31      Κατόπιν καταγγελιών ιδιωτών επικαλούμενων προσβολή του ιδιωτικού τους απορρήτου, ο Διαμεσολαβητής στον οποίο ανατέθηκε να ερευνήσει τις δραστηριότητες της Markkinapörssi και της Satamedia ζήτησε από την επιτροπή προστασίας δεδομένων να απαγορεύσει στις εταιρίες αυτές να συνεχίσουν τις δραστηριότητες που αφορούν την επίμαχη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
32      Όταν η επιτροπή προστασίας δεδομένων απέρριψε το αίτημα αυτό, ο Διαμεσολαβητής άσκησε προσφυγή ενώπιον του Helsingin hallinto-oikeus (διοικητικού πρωτοδικείου του Ελσίνκι), το οποίο επίσης απέρριψε την προσφυγή. Τότε ο Διαμεσολαβητής άσκησε αναίρεση ενώπιον του Korkein hallinto-oikeus (ανωτάτου διοικητικού δικαστηρίου).
33      Το αιτούν δικαστήριο τονίζει ότι η αίτηση αναιρέσεως που υπέβαλε ο Διαμεσολαβητής δεν αφορά την παροχή πληροφοριών εκ μέρους των φινλανδικών αρχών. Ομοίως, διευκρινίζει ότι δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση ο δημόσιος χαρακτήρας των επίμαχων φορολογικών στοιχείων. Αντιθέτως, διατηρεί αμφιβολίες όσον αφορά τη μεταγενέστερη επεξεργασία των στοιχείων αυτών.
34      Υπό τις συνθήκες αυτές, το ως άνω δικαστήριο αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1)      Μπορεί να θεωρηθεί ως επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, υπό την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας […], μια δραστηριότητα που συνίσταται
α)      στη συλλογή από διοικητικά έγγραφα στοιχείων σχετικά με τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και με την περιουσία φυσικών προσώπων, και στην περαιτέρω επεξεργασία τους προκειμένου τα στοιχεία αυτά να δημοσιευθούν,
β)      στη δημοσίευσή τους με αλφαβητική σειρά και ανά κατηγορία εισοδημάτων, με τη μορφή ονομαστικών καταλόγων ανά δήμο ή κοινότητα κατοικίας,
γ)       στην περαιτέρω παράδοσή τους με τη μορφή ψηφιακών δίσκων CD-ROM προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για εμπορικό σκοπό,
δ)      στην επεξεργασία τους στο πλαίσιο υπηρεσίας σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες κινητών τηλεφώνων να πληροφορούνται τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και την περιουσιακή κατάσταση κάποιου ατόμου, αποστέλλοντας ένα τέτοιο μήνυμα με το όνομα και τον δήμο κατοικίας του και λαμβάνοντας ως απάντηση τις πληροφορίες αυτές;
2)       Έχει η οδηγία […] την έννοια ότι οι διάφορες δραστηριότητες που απαριθμούνται ανωτέρω στο πρώτο ερώτημα, στοιχεία α΄ έως δ΄, μπορούν να θεωρηθούν ότι αποτελούν επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιούμενη για δημοσιογραφικούς σκοπούς υπό την έννοια του άρθρου 9 της οδηγίας, αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι τα συλλεγόμενα δεδομένα, τα οποία αφορούν άνω του ενός εκατομμυρίου φορολογουμένους, προέρχονται από έγγραφα που δεν έχουν απόρρητο χαρακτήρα δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας περί της προσβάσεως στις πληροφορίες; Έχει σημασία για τη σχετική εκτίμηση το γεγονός ότι ο κύριος σκοπός της δραστηριότητας αυτής είναι η δημοσίευση των σχετικών δεδομένων;
3)       Έχει την έννοια το άρθρο 17 της οδηγίας […], σε σχέση με τις αρχές και τον σκοπό της οδηγίας, ότι εμποδίζει τη δημοσίευση των δεδομένων που συνελέγησαν για δημοσιογραφικούς σκοπούς και την παραχώρησή τους για εμπορικό σκοπό;
4)       Έχει την έννοια η οδηγία [...] ότι αποκλείονται εντελώς από το πεδίο εφαρμογής της τα ονομαστικά αρχεία που περιλαμβάνουν μόνον πληροφορίες οι οποίες έχουν ήδη δημοσιευθεί αυτούσιες στα μέσα μαζικής ενημερώσεως;»
 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
 Επί του πρώτου ερωτήματος
35      Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι τα επίμαχα δεδομένα στο πλαίσιο του ερωτήματος αυτού, που αφορούν το ονοματεπώνυμο ορισμένων φυσικών προσώπων των οποίων το εισόδημα υπερβαίνει ορισμένα όρια και, ιδίως, και με προσέγγιση εκατό ευρώ, το ύψος των εισοδημάτων τους από εκμετάλλευση κεφαλαίου και από την εργασία, συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπό την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο α΄, της οδηγίας, καθόσον πρόκειται για «πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί» (βλ., επίσης, απόφαση της 20ής Μαΐου 2003, C-465/00, C-138/01 και C-139/01, Österreichischer Rundfunk κ.λπ., Συλλογή 2003, σ. I-4989, σκέψη 64).
36      Στη συνέχεια, αρκεί η διαπίστωση ότι από την ανάγνωση του ορισμού που περιλαμβάνει το άρθρο 2, στοιχείο β΄, της οδηγίας προκύπτει σαφώς ότι η δραστηριότητα περί της οποίας γίνεται λόγος στο ερώτημα αυτό εμπίπτει στον ορισμό της «επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» υπό την έννοια της ως άνω διατάξεως της οδηγίας.
37      Κατά συνέπεια, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μια δραστηριότητα που συνίσταται:
–        στη συλλογή από τα δημόσια έγγραφα των φορολογικών αρχών στοιχείων σχετικών με τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και με την περιουσία φυσικών προσώπων, και η περαιτέρω επεξεργασία τους προκειμένου τα στοιχεία αυτά να δημοσιευθούν,
–        στη δημοσίευσή τους με αλφαβητική σειρά και ανά κατηγορία εισοδημάτων, με τη μορφή ονομαστικών καταλόγων ανά δήμο ή κοινότητα κατοικίας,
–        στην περαιτέρω παράδοσή τους με τη μορφή ψηφιακών δίσκων CD-ROM προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για εμπορικό σκοπό,
–        στην επεξεργασία τους στο πλαίσιο υπηρεσίας σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες κινητών τηλεφώνων να πληροφορούνται τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και την περιουσιακή κατάσταση κάποιου ατόμου, αποστέλλοντας ένα τέτοιο μήνυμα με το όνομα και τον δήμο κατοικίας του,
πρέπει να θεωρηθεί ως «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» υπό την έννοια της διατάξεως αυτής.
 Επί του τετάρτου ερωτήματος
38      Με το τέταρτο ερώτημα, το οποίο πρέπει να εξεταστεί στη συνέχεια, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως αυτές τις οποίες αφορά το πρώτο ερώτημα, στοιχεία γ) και δ), σχετικές με ονομαστικά αρχεία που περιλαμβάνουν μόνον πληροφορίες οι οποίες έχουν ήδη δημοσιευθεί αυτούσιες στα μέσα μαζικής ενημερώσεως.
39      Συναφώς, δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 2, της οδηγίας, η οδηγία αυτή δεν έχει εφαρμογή στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε δύο περιπτώσεις.
40      Η πρώτη περίπτωση αφορά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε σχέση με δραστηριότητες που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, όπως οι προβλεπόμενες στους τίτλους V και VI της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και, εν πάση περιπτώσει, επεξεργασία η οποία έχει ως αντικείμενο τη δημόσια ασφάλεια, την εθνική άμυνα, την ασφάλεια του κράτους (περιλαμβανομένης και της οικονομικής ευημερίας του, εφόσον η επεξεργασία αυτή συνδέεται με θέματα ασφάλειας του κράτους) και τις δραστηριότητες του κράτους σε τομείς του ποινικού δικαίου.
41      Οι δραστηριότητες αυτές, που μνημονεύονται ως παραδείγματα στην πρώτη περίπτωση της διατάξεως αυτής, είναι, σε όλες τις περιπτώσεις, δραστηριότητες που ασκούνται από τα κράτη ή από τις κρατικές αρχές και δεν αφορούν τους τομείς δραστηριότητας των ιδιωτών. Αποσκοπούν να ορίσουν το εύρος της προβλεπομένης στη διάταξη αυτή εξαιρέσεως, οπότε η εν λόγω εξαίρεση εφαρμόζεται μόνο στις δραστηριότητες εκείνες οι οποίες μνημονεύονται ρητώς στη διάταξη αυτή ή μπορούν να υπαχθούν στην ίδια κατηγορία (ejusdem generis). (βλ. απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2003, C-101/01, Lindqvist, Συλλογή 2003, σ. I-12971, σκέψεις 43 και 44).
42      Όμως, οι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτές που περιγράφει το πρώτο ερώτημα, στοιχεία γ) και δ), είναι δραστηριότητες ιδιωτικών εταιριών. Οι εν λόγω δραστηριότητες δεν έχουν καμία σχέση με κάποιο πλαίσιο λειτουργίας των δημοσίων αρχών που να αφορά τη δημοσία ασφάλεια. Κατά συνέπεια, οι δραστηριότητες αυτές δεν μπορούν να εξομοιωθούν προς εκείνες περί των οποίων γίνεται λόγος το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 30ής Μαΐου 2006, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-317/04 και C-318/04, Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2006, σ. I-4721, σκέψη 58).
43      Όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, που προβλέπεται στο ως άνω άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, η δωδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, σχετική με την εξαίρεση αυτή, αναφέρει, ως παραδείγματα επεξεργασίας δεδομένων που πραγματοποιεί φυσικό πρόσωπο κατά την άσκηση αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών δραστηριοτήτων την αλληλογραφία και την τήρηση καταλόγων διευθύνσεων.
44      Επομένως, η δεύτερη εξαίρεση πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι αφορά αποκλειστικά τις δραστηριότητες που εντάσσονται στο πλαίσιο της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των ιδιωτών (βλ. προαναφερθείσα απόφαση Lindqvist, σκέψη 47). Τούτο προφανώς δεν συμβαίνει όσον αφορά τις δραστηριότητες των Markkinapörssi και Satamedia, το αντικείμενο των οποίων είναι η ανακοίνωση των συλλεγομένων δεδομένων σε απροσδιόριστο αριθμό ατόμων.
45      Διαπιστώνεται, κατά συνέπεια, ότι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως αυτές περί των οποίων γίνεται λόγος στο πρώτο ερώτημα, στοιχεία γ) και δ), δεν συγκαταλέγονται μεταξύ των περιπτώσεων περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας.
46      Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι η οδηγία δεν προβλέπει κανένα πρόσθετο περιορισμό στο πεδίο εφαρμογής της.
47      Συναφώς, η γενική εισαγγελέας σημειώνει στο σημείο 125 των προτάσεών της ότι το άρθρο 13 της οδηγίας δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις παρά μόνον από ορισμένες διατάξεις αυτής, μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβάνεται το άρθρο 3.
48      Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι μια γενική παρέκκλιση από την εφαρμογή της οδηγίας όσον αφορά τις ήδη δημοσιευθείσες πληροφορίες θα καθιστούσε σε μεγάλο βαθμό την οδηγία αυτή άνευ ουσίας. Πράγματι, θα αρκούσε στα κράτη μέλη να δημοσιεύουν τα οικεία δεδομένα για να αποφύγουν την έναντι των δεδομένων αυτών προστασία που προβλέπει η οδηγία.
49      Κατά συνέπεια, στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως εκείνες περί των οποίων γίνεται λόγος στο πρώτο ερώτημα, στοιχεία γ) και δ), σχετικές με αρχεία δημοσίων αρχών περιλαμβάνοντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχουν μόνον πληροφορίες οι οποίες έχουν ήδη δημοσιευθεί αυτούσιες στα μέσα μαζικής ενημερώσεως, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.
 Επί του δευτέρου ερωτήματος
50      Με το δεύτερο ερώτημα το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 9 της οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι δραστηριότητες που απαριθμούνται στο πρώτο ερώτημα, στοιχεία α) έως δ), και αφορούν δεδομένα που προέρχονται από δημόσια έγγραφα σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία πρέπει να θεωρηθούν ως δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιούμενες μόνο για δημοσιογραφικούς σκοπούς. Το δικαστήριο αυτό εκθέτει περαιτέρω ότι επιθυμεί να διαφωτισθεί επί του αν ασκεί επιρροή συναφώς το γεγονός ότι ο ουσιαστικός σκοπός των εν λόγω δραστηριοτήτων είναι η δημοσίευση των επίμαχων δεδομένων.
51      Επισημαίνεται προκαταρκτικώς ότι, κατά πάγια νομολογία, η ερμηνεία των διατάξεων μιας οδηγίας πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του σκοπού που αυτή επιδιώκει και του συστήματος που θεσπίζει (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2008, C-265/07, Caffaro, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 14).
52      Συναφώς, δεν χωρεί αμφιβολία, όπως προκύπτει από το άρθρο 1 της οδηγίας, ότι το αντικείμενο αυτής είναι ότι τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων, ιδίως του ιδιωτικού τους απορρήτου, έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων αυτών, επιτρέποντας παράλληλα την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
53      Εντούτοις, ο σκοπός αυτός δεν μπορεί να επιδιώκεται χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι πρέπει να πραγματοποιείται, μέχρις ορισμένου βαθμού, συμβιβασμός των εν λόγω θεμελιωδών δικαιωμάτων σε σχέση με το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου.
54      Το άρθρο 9 της οδηγίας αφορά έναν τέτοιο συμβιβασμό. Όπως προκύπτει ιδίως από την τριακοστή έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, σκοπός του άρθρου 9 αυτής είναι να συμβιβάσει δύο θεμελιώδη δικαιώματα: αφενός, της προστασίας του ιδιωτικού απορρήτου και, αφετέρου, της ελευθερία του λόγου. Το έργο αυτό πρέπει να φέρουν εις πέρας τα κράτη μέλη.
55      Προκειμένου να επιτευχθεί ο συμβιβασμός μεταξύ των δύο αυτών θεμελιωδών δικαιωμάτων υπό την έννοια της οδηγίας 95/46, τα κράτη μέλη καλούνται να προβλέψουν ορισμένες παρεκκλίσεις ή ορισμένους περιορισμούς όσον αφορά την προστασία δεδομένων και, επομένως, όσον αφορά το θεμελιώδες δικαίωμα στο ιδιωτικό απόρρητο, το οποίο προβλέπουν τα κεφάλαια II, IV και VI της οδηγίας αυτής. Οι σχετικές παρεκκλίσεις πρέπει να προβλέπονται αποκλειστικά για δημοσιογραφικούς σκοπούς ή στο πλαίσιο καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής εκφράσεως, που εμπίπτουν στο θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, μόνον καθόσον αυτές είναι αναγκαίες για τον συμβιβασμό του δικαιώματος στο ιδιωτικό απόρρητο προς τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία του λόγου.
56      Αφενός, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η σημασία που έχει η ελευθερία του λόγου εντός κάθε δημοκρατικής κοινωνίας, οι σχετικές έννοιες, μεταξύ των οποίων εκείνη του δημοσιογραφικού σκοπού, πρέπει να ερμηνεύονται ευρέως. Αφετέρου, και προκειμένου να επιτευχθεί μια ισόρροπη στάθμιση μεταξύ των δύο θεμελιωδών δικαιωμάτων, η προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος στο ιδιωτικό απόρρητο επιτάσσει οι παρεκκλίσεις και οι περιορισμοί της προστασίας των δεδομένων που προβλέπονται στα προαναφερθέντα κεφάλαια της οδηγίας να μην υπερβαίνουν τα όρια του απολύτως αναγκαίου.
57      Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει γίνουν δεκτά τα ακόλουθα.
58      Πρώτον, όπως σημείωσε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 65 των προτάσεών της και όπως προκύπτει από τις προπαρασκευαστικές εργασίες της οδηγίας, οι εξαιρέσεις και οι παρεκκλίσεις που προβλέπει το άρθρο 9 της οδηγίας ισχύουν όχι μόνον για τις επιχειρήσεις μαζικής ενημερώσεως, αλλά και για κάθε άτομο που ασκεί δημοσιογραφική δραστηριότητα.
59      Δεύτερον, το γεγονός ότι μια δημοσίευση δεδομένων δημοσίου χαρακτήρα συνδέεται με κερδοσκοπικό σκοπό δεν αποκλείει a priori το ενδεχόμενο να μπορεί αυτή να θεωρηθεί ως δραστηριότητα «αποκλειστικώς για δημοσιογραφικούς σκοπούς». Πράγματι, όπως σημειώνουν οι Markkinapörssi και Satamedia στις παρατηρήσεις τους και όπως ανέφερε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 82 προτάσεών της, κάθε επιχείρηση επιδιώκει με τη δραστηριότητά της την πραγματοποίηση κέρδους. Μια ορισμένη εμπορική επιτυχία μπορεί μάλιστα να αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την επιβίωση της επαγγελματικής δημοσιογραφίας.
60      Τρίτον, πρέπει να ληφθεί υπόψη η εξέλιξη και ο πολλαπλασιασμός των μέσων επικοινωνίας και διαδόσεως πληροφοριών. Όπως σημειώθηκε κατά την παρούσα διαδικασία, μεταξύ άλλων από τη Σουηδική Κυβέρνηση, το υπόθεμα επί του οποίου μεταβιβάζονται τα τυγχάνοντα επεξεργασίας δεδομένα, είτε είναι κλασικό όπως το χαρτί ή τα ερτζιανά κύματα, είτε ηλεκτρονικό όπως το διαδίκτυο, δεν είναι στοιχείο αποφασιστικής σημασίας προς εκτίμηση του αν πρόκειται για δραστηριότητα «αποκλειστικώς για δημοσιογραφικούς σκοπούς».
61      Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι δραστηριότητες όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, αφορώσες δεδομένα που προέρχονται από δημόσια έγγραφα κατά την εθνική νομοθεσία, μπορούν να χαρακτηρίζονται ως δημοσιογραφικές αν με αυτές σκοπείται να ανακοινώνονται στο κοινό πληροφορίες, απόψεις ή ιδέες, με οποιονδήποτε τρόπο. Οι σχετικές δραστηριότητες δεν απαιτείται να συνδέονται αποκλειστικά με επιχειρήσεις μέσων μαζικής ενημερώσεως και μπορούν να ασκούνται με κερδοσκοπικό σκοπό.
62      Κατά συνέπεια, στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 9 της οδηγίας έχει την έννοια ότι οι δραστηριότητες που απαριθμεί το πρώτο ερώτημα, στοιχεία α) έως δ), όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, αφορώσες δεδομένα που προέρχονται από δημόσια έγγραφα κατά την εθνική νομοθεσία, πρέπει να θεωρούνται ως δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ασκούμενες «αποκλειστικώς για δημοσιογραφικούς σκοπούς», υπό την έννοια της διατάξεως αυτής, αν με αυτές σκοπείται αποκλειστικά να ανακοινώνονται στο κοινό πληροφορίες, απόψεις ή ιδέες, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει.
Επί του τρίτου ερωτήματος
63      Με το τρίτο ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 17 της οδηγίας έχει την έννοια ότι εμποδίζει τη δημοσίευση δεδομένων που έχουν συλλεγεί για δημοσιογραφικούς σκοπούς και την παροχή τους για εμπορικό σκοπό.
64      Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, παρέλκει να δοθεί η απάντηση στο ερώτημα αυτό.
Επί των δικαστικών εξόδων
65      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:
1)      Tο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μια δραστηριότητα που συνίσταται:
–        στη συλλογή από τα δημόσια έγγραφα των φορολογικών αρχών στοιχείων σχετικών με τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και με την περιουσία φυσικών προσώπων, και η περαιτέρω επεξεργασία τους προκειμένου τα στοιχεία αυτά να δημοσιευθούν,
–        στη δημοσίευσή τους με αλφαβητική σειρά και ανά κατηγορία εισοδημάτων, με τη μορφή ονομαστικών καταλόγων ανά δήμο ή κοινότητα κατοικίας,
–        στην περαιτέρω παράδοσή τους με τη μορφή ψηφιακών δίσκων CD-ROM προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για εμπορικό σκοπό,
–        στην επεξεργασία τους στο πλαίσιο υπηρεσίας σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες κινητών τηλεφώνων να πληροφορούνται τα εισοδήματα από την εργασία και την εκμετάλλευση κεφαλαίου, καθώς και την περιουσιακή κατάσταση κάποιου ατόμου, αποστέλλοντας ένα τέτοιο μήνυμα με το όνομα και τον δήμο κατοικίας του
πρέπει να θεωρηθεί ως «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» υπό την έννοια της διατάξεως αυτής.
2)      Το άρθρο 9 της οδηγίας έχει την έννοια ότι οι δραστηριότητες που απαριθμεί το πρώτο ερώτημα, στοιχεία α) έως δ), όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, αφορώσες δεδομένα που προέρχονται από δημόσια έγγραφα κατά την εθνική νομοθεσία, πρέπει να θεωρούνται ως δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ασκούμενες «αποκλειστικώς για δημοσιογραφικούς σκοπούς», υπό την έννοια της διατάξεως αυτής, αν με αυτές σκοπείται αποκλειστικά να ανακοινώνονται στο κοινό πληροφορίες, απόψεις ή ιδέες, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει.
3)      Δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως εκείνες περί των οποίων γίνεται λόγος στο πρώτο ερώτημα, στοιχεία γ) και δ), σχετικές με αρχεία δημοσίων αρχών περιλαμβάνοντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχουν μόνον πληροφορίες οι οποίες έχουν ήδη δημοσιευθεί αυτούσιες στα μέσα μαζικής ενημερώσεως, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 95/46.


Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...