Και δυο του κλέφτη
του χρόνιου δαίμονα
σαν τα φεγγάρια
κοιτούσαν ατέρμονα
αντικρυστά να ανταγωνίζονται
ποια ματιά διαπερνά το είναι
και σαν στάχτη σχηματίζει το μελλούμενο
ποιο ύφος θυμίζει το ίσως
του τελευταίου έρωτα
ποιο ίχνος δεν σβήνει
τα σημάδια του νέρωνα
και με τέτοια έξαψη
σαν ένα απ'αυτά
σε φεγγάρι προήχθη
από παράλειψη το άλλο μισό
να συγκολλήσει
τέτοια που δεν την λες ασυνείδητη
έτσι υπό καχεκτικό ουρανό
για ν'αναδύεται το φως του
έλαμψε διά της απουσίας του
το δικό σου φεγγάρι
που πρωταγωνιστούσε
στη διπλανή παράσταση
ένα έργο χωρίς θεατές
η πανσέληνος που ξεχάσαμε
και η ψυχή μας χωρίς ενοχές
για έναν έρωτα που το βράδυ τον χάσαμε