Ανεξίτηλο χρώμα
άφησέ με, να βγω απ'το κώμα
αλήθεια, μου επιτρέπεις να ζω ακόμα;
αναδύεσαι απ'την κόλαση
απ΄το βαθύ αχανές σου
σε έναν παράδεισο, γιατί, άραγε,
δεν λειτουργούν οι μηχανές σου
παγίδευσα την απόχρωση των χρωμάτων σου
να σε φέρω μαζί μου
να γλιτώσω τον άχρωμο έρωτα
όταν μεταναστεύω στη γη σου
δίπλα σου, τα χρώματα χάνονται
μένει η φυγή σου
το κόκκινο ανταγωνίζεται
την μαύρη πληγή σου
δεν έχει σημασία ότι είσαι η μητέρα
του ουράνιου τόξου
δεν ζεις αιώνια στη θάλασσα
του απέραντου νότου
ζωγραφίζεις την πίκρα
ενός μόνου ανθρώπου
στον καμβά μίας σύνθεσης χρωμάτων
στη σταγόνα της μοναξιάς των αόρατων τραυμάτων
ζωγραφισμένα, με αφοσίωση, στην εντέλεια
να σου θυμίζουν το χρώμα της καρδιάς σου
όταν το χρώμα μιλούσε από έρωτα
έμεινε ανεξίτηλο στην ψυχή σου
όταν το χρώμα ήταν φλύαρο
ξεχάστηκε, να ζωγραφίσει την φυγή σου