Διάσπαρτα πρέπει
χηρέψαν τα θέλω σου
κι ένα παράπονο
ανεμοδαρμένο στις τύψεις
εγκατάλειψη μη σαγηνεύεις
τις φράσεις της λήθης
σε ξέχασα, θα σε ξεχάσω
η απώλεια προσεταιρίστηκε
την ελπίδα
τόσο προφητικά τα μάτια
στο μεταίχμιο
μιας ζωής που ξημερώνει
από θανάτου έλευση
και το ρολόι δείχνει μία
τον ίδιο μήνα
κάποια χρόνια μετά
ένα παιδί έμεινε μετέωρο
ενήλικας
αθώο σαν αναγεννήθηκε
εννιά χρόνια μετά το μαρτύριο
και η μόνη συγγενής του
η κατάθλιψη
κατάδική του και αυτή μόνη
δεχόταν τα συλληπητήρια
ένα κονιάκ ήταν αρκετό
για να μεθύσει χρόνια θλίψη
στον υπερθετικό, όλα φαντάζουν επίγεια