Καταραμένη φωνή
σκιάζεις το χρώμα
σε ακατάπαυστο κώμα
σε θλιβερή ηχώ
πενθείς την ψυχή της
το ξέρω
χάθηκε χωρίς γυρισμό
να σου πει καληνύχτα
κάποια προσφώνηση
για το καλό
πνίγεσαι σε κλοιό
το ξέρω
δεν συμμετέχω στο βασανισμό
σε αφήνω στην τύχη,
σου
μου
κτητικές αντωνυμίες
παρεξηγείς τις συνωνυμίες
επίγειες οι αντινομίες
και συ πια ζεις σε έναστρο ουρανό
κάποια βράδια αγγίζω τα άστρα
και σαν μικρός πρίγκηπας
μεταναστεύω στη γη σου
η φωνή σου γνώριμη
η σκιά σου ημίφως
το κέλυφος λίθος φωτός
Λυδία μου,
η λύδια λίθος
χτυπάει το ίσως
θυμάται το μήπως
πιθανόν, κι ενδεχομένως να γυρίσω σε σένα
όταν η αμφιβολία κυριεύσει το σίγουρο μέλλον μου
γιατί παίζω ό,τι εμπαίζω
και όταν κλαίω θυμάμαι να ζω
στα προθανάτια άλματα να μεγαλουργώ
στο παρά πέντε άθυρμα και εγώ
στην κόψη, πριν κόψει, στην όψη
χαράζει τον λυγμό
μη με εγκαταλείπεις σε κόσμο παστρικό
δώσε μου μία αχτίδα από εκείνον τον αστρικό ουρανό
όταν τα βράδυα, κάποιες φορές και τη μέρα,
κλείνω τα μάτια και διακρίνω την κόκκινη φιγούρα σου
να πηγαινοέρχεται σε κομμάτια με αίμα
στο λαθύρινθο της άθλιας ύπαρξής μου
χωρίς τελειωμό, χωρίς γυρισμό, χωρίς προορισμό
με σισύφειο ολονύχτιο σπαραγμό
ένα πτώμα άταφο από τύψεις
στον τάφο της αφοσίωσης
σε εσένα, και στον ουρανό που ποτέ δεν θα επισκεφτώ