Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2020

Εφετείο Θεσσαλονίκης: Δεν λαμβάνονται υπ'όψιν αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που δεν είναι δημόσιες, επειδή δεν εξυπηρετούν σκοπούς υπέρτερους του υποκειμένου των δεδομένων

 

1302/2020 ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (ΜΟΝ.)

Αποδεικτικά μέσα. Φωτογραφίες από μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συνιστούν προσωπικά δεδομένα. Εφόσον προέρχονται από λογαριασμό, που είναι προσιτός μόνον σε «φίλους» του υποκειμένου τους, η προσκομιδή τους, άνευ της συγκαταθέσεώς του και χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων του Νόμου, συνιστά απαγορευμένη επεξεργασία. 

Αριθμός 1302/2020 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Τμήμα ΣΤ΄ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή, Ερατώ Κολέση, Εφέτη, που ορίστηκε νόμιμα και από τη Γραμματέα, ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 10 Ιανουάριου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: ... 

Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα και εφεσίβλητη, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης την με αριθμ. καταθ. .../13-7-2018 αγωγή της, με αντικείμενο την επιδίκαση τακτικής μηνιαίας διατροφής προς αυτήν. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρ 592 - 613 ΚΠολΔ), η υπ’ αριθμ. 5254/25.04.2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία δέχθηκε εν μέρει αυτήν. Την ανωτέρω απόφαση εξεκάλεσαν στο παρόν Δικαστήριο αμφότεροι οι διάδικοι, και συγκεκριμένα ... 

μη λαμβανομένων επίσης υπόψιν των διαφόρων φωτογραφιών που ανήρτησε η εκκαλούσα - ενάγουσα στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook, οι οποίες προσκομίζονται από τον εκκαλούντα - εναγόμενο, χωρίς να επικαλείται ή να αποδεικνύει ότι συντρέχει κάποια από τις προϋποθέσεις νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων αυτών, που ορίζονται στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας προσωπικών Δεδομένων της Ε.Ε. (2016/679) και το νόμο 4624/2019, οπωσδήποτε δε, δεν κρίνεται, ότι η ενέργεια αυτή υπηρετεί σκοπούς και έννομα συμφέροντα υπέρτερα αυτών της ενάγουσας ως υποκειμένου των εν λόγω δεδομένων (βλ. και ΑΠ 996/2010 με επίκληση της προστασίας συνταγματικά υπέρτερου αγαθού), καθόσον αυτές, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του προσωπικού της λογαριασμού είναι προσιτές μόνο σε «φίλους» και δεν είναι δημόσιες αναρτήσεις, και ως εκ τούτου αποτελούν προσωπικά δεδομένα (ΕφΛαρ 346/2015, δημ. ΝΟΜΟΣ), τα οποία προστατεύονται από τον ανωτέρω Κανονισμό και Νόμο, και σύμφωνα με άρθρο 6 του ανωτέρω Κανονισμού, η επίκληση και προβολή των εν λόγω δεδομένων εκ μέρους τρίτου προσώπου, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου προστασίας και χωρίς τη συνδρομή κάποιας από τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, αποτελεί απαγορευμένη επεξεργασία, (σημειουμένου, τέλος, ότι πλην των ανωτέρω φωτογραφιών, γραπτά ηλεκτρονικά μηνύματα [SMS] δεν προσκομίσθηκαν στο παρόν δικαστήριο από τον εναγόμενο)...

Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

Το καθήκον της επιμελούς διαφύλαξης των αρχείων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

 

 

1662/2017 ΣΤΕ

Δικαίωμα πρόσβασης κάθε προσώπου σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και αποτέλεσαν αντικείμενο επεξεργασίας. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει ιδιαίτερο καθήκον επιμελούς διαφυλάξεως του σχετικού αρχείου. Η αιτούσα τράπεζα ικανοποίησε τελικώς, πλην εν μέρει και με μεγάλη καθυστέρηση, το δικαίωμα πρόσβασης του υπαλλήλου στα κρίσιμα για την υπηρεσιακή εξέλιξή του στοιχεία του φακέλου του, εφόσον κάποια δελτία αξιολόγησης έχουν απολεσθεί, κατά παράβαση της υποχρέωσης φύλαξης αυτών. Αιτιολογημένη η επιβολή και η επιμέτρηση του προστίμου για παράβαση των άρθρων 10 παρ. 3 και 12 παρ. 1 του ν. 2472/1997. Απορρίπτεται η αίτηση ακύρωσης.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ΄ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 23 Μαΐου 2017, με την εξής σύνθεση: Ε. Αντωνόπουλος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, του αναπληρωτή Προέδρου και της αρχαιοτέρας του Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Β. Κίντζιου, Ο. Παπαδοπούλου, Σύμβουλοι, Χρ. Μπολόφη, Ο. Νικολαράκου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ. Τσαπαρδώνη. Για να δικάσει την από 12 Ιανουαρίου 2015 αίτηση: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «........» και το διακριτικό τίτλο «........», που εδρεύει στην Αθήνα (........), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Δημήτριο Καστάνη (Α.Μ. 6757), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, κατά της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, που εδρεύει στην Αθήνα..., η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Χαράλαμπο Τσιλιώτη (Α.Μ. 16510), που τον διόρισε με εντολή του Προέδρου της. Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ'αριθμ. 170/2014 απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως. Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν. Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Χρ. Μπολόφη. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο 1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο. 2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της αποφάσεως 170/10.11.2014 της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, με την οποία επιβλήθηκε στην αιτούσα τράπεζα πρόστιμο 50.000 ευρώ για παράβαση διατάξεων των άρθρων 10 παρ. 3 και 12 του ν. 2472/1997, περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. 3. Επειδή, στο άρθρο 12 («Δικαίωμα πρόσβασης») του ν. 2472/1997 (Α΄ 50) προβλέπονται τα εξής: «1. Καθένας έχει δικαίωμα να γνωρίζει εάν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τον αφορούν αποτελούν ή αποτέλεσαν αντικείμενο επεξεργασίας. Προς τούτο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει υποχρέωση να του απαντήσει εγγράφως. 2. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα να ζητεί και να λαμβάνει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, χωρίς καθυστέρηση και κατά τρόπο εύληπτο και σαφή, τις ακόλουθες πληροφορίες: α) Όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, καθώς και την προέλευσή τους. β) … 3. Το δικαίωμα της προηγούμενης παραγράφου και τα δικαιώματα του άρθρου 13 [Δικαίωμα αντίρρησης] ασκούνται με την υποβολή της σχετικής αίτησης στον υπεύθυνο της επεξεργασίας … 4. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν απαντήσει εντός δεκαπέντε (15) ημερών ή εάν η απάντησή του δεν είναι ικανοποιητική, το υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα να προσφύγει στην Αρχή … .». Εξάλλου, στο άρθρο 10 («Απόρρητο και ασφάλεια της επεξεργασίας») ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να λαμβάνει τα κατάλληλα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια των δεδομένων και την προστασία τους από τυχαία ή αθέμιτη καταστροφή, τυχαία απώλεια, αλλοίωση, απαγορευμένη διάδοση ή πρόσβαση και κάθε άλλη μορφή αθέμιτης επεξεργασίας. Αυτά τα μέτρα πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τους κινδύνους που συνεπάγεται η επεξεργασία και η φύση των δεδομένων που είναι αντικείμενο της επεξεργασίας...». Τέλος, στο άρθρο 21 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει, προβλέπεται ότι η Αρχή επιβάλλει στους υπεύθυνους επεξεργασίας, για παράβαση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον νόμο αυτό ή από άλλες σχετικές ρυθμίσεις, τις διοικητικές κυρώσεις της προειδοποίησης, με αποκλειστική προθεσμία για άρση της παράβασης, του προστίμου, από 300.000 έως 50.000.000 δρχ., της προσωρινής και οριστικής ανάκλησης άδειας και της καταστροφής αρχείου ή διακοπής επεξεργασίας και καταστροφής, επιστροφής ή κλειδώματος των σχετικών δεδομένων. 4. Επειδή, με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2472/1997 κατοχυρώνεται το δικαίωμα πρόσβασης κάθε προσώπου σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο επεξεργασίας, και θεσπίζεται αντίστοιχη υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας να εξασφαλίζει την πρόσβαση του ενδιαφερομένου στα ανωτέρω δεδομένα (βλ. ΣτΕ 1851/2016). Εξ άλλου, κατά την έννοια των επίσης προπαρατεθεισών διατάξεων του άρθρου 10 του ίδιου ως άνω ν. 2472/1997, ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει ιδιαίτερο καθήκον επιμελούς διαφυλάξεως αρχείου με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τους καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και για την επιτρεπτή και θεμιτή επεξεργασία τους, καθώς και αποφυγής αμελών ενεργειών που έχουν αποτέλεσμα να θίγονται τα σχετικά δικαιώματα των ενδιαφερομένων (βλ. ΣτΕ 749/2005). 5. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως προκύπτουν τα εξής: Υπάλληλος της αιτούσας τράπεζας, προερχόμενος από την πρώην ... (η οποία συγχωνεύθηκε με την αιτούσα), υπέβαλε προς την τράπεζα την επιδοθείσα, την 3.11.2004, αίτηση, με την οποία, ασκώντας το δικαίωμα πρόσβασης, ζήτησε τη χορήγηση σε αυτόν επικυρωμένων αντιγράφων όλων των εγγράφων του υπηρεσιακού του φακέλου, που τηρούνται στο αρχείο της τράπεζας, εντός 15 ημερών από την επίδοση της αιτήσεως. Στις 2.12.2004 άσκησε προσφυγή ενώπιον της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, παραπονούμενος για τη μη ικανοποίηση του δικαιώματος πρόσβασης. Στις 10.2.2005 ο εν λόγω υπάλληλος παρέλαβε από τη Διεύθυνση Ανθρωπίνου Δυναμικού της τράπεζας 56 αντίγραφα των εγγράφων του υπηρεσιακού του φακέλου, και εσημείωσε στο σχετικό αποδεικτικό παραλαβής ότι δεν ανευρέθηκαν τα δελτία αξιολόγησης των ετών 2000, 2001 και 2004. Τα εν λόγω δε έγγραφα, όπως υποστήριξε ο υπάλληλος, ήταν ιδιαίτερα σημαντικά για την αιτιολόγηση της υπηρεσιακής του εξέλιξης στην ιεραρχία της τράπεζας, καθόσον από το 2000 έως το 2005 παραλείφθηκε σε πέντε προαγωγές στελεχών που έγιναν, αλλά και για την εξέλιξη εκκρεμούς δίκης για συκοφαντική δυσφήμιση μετά από μήνυση που υπέβαλε κατά διευθυντών της τράπεζας, οι οποίοι υπήρξαν αξιολογητές του. Κατά τους ισχυρισμούς της τράπεζας, τα μεν δελτία αξιολόγησης για τα έτη 2000 και 2001 δεν του παραδόθηκαν, γιατί δεν βρέθηκαν στον φάκελο του υπαλλήλου που τηρείται στη Διεύθυνση Ανθρωπίνου Δυναμικού της τράπεζας, πιθανώς λόγω της αναστάτωσης που υπήρξε εκείνο το χρονικό διάστημα από τη συγχώνευση της τράπεζας με την ... Τράπεζα, από την οποία προέρχεται, το δε δελτίο του 2004 δεν του παραδόθηκε, γιατί δεν είχε περιέλθει ακόμη στην εν λόγω Διεύθυνση. Επί της ανωτέρω προσφυγής εξεδόθη η .../16.6.2005 απόφαση της Αρχής, με την οποία, αφού ελήφθησαν υπόψη όλα τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, κρίθηκε ότι, πιθανόν, τα επίμαχα έγγραφα, είτε να μην τοποθετήθηκαν, είτε να αφαιρέθηκαν από τον φάκελο του υπαλλήλου, είτε να απωλέσθηκαν και, συνεπώς, δεδομένης της κρισιμότητας που είχαν τα έγγραφα αυτά για τον προσφεύγοντα, ο οποίος παρελείφθη επί σειρά ετών από προαγωγές, αλλά και της αντιδικίας του με τους διευθυντές της τράπεζας, η τράπεζα υπέχει ευθύνη, διότι με ενέργειες ή παραλείψεις των οργάνων της δεν ικανοποίησε τελικώς το δικαίωμα πρόσβασής του, κατά παράβαση του άρθρου 12 του ν. 2472/1997. Περαιτέρω, με την ίδια ως άνω απόφαση κρίθηκε ότι η τράπεζα δεν απέδειξε ότι είχε λάβει τα κατάλληλα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια των δεδομένων και τη προστασία τους από τυχαία ή αθέμιτη επεξεργασία, δεδομένου ότι το άρθρο 10 παρ. 3 του ν. 2472/1997 θεσπίζει αυξημένη υποχρέωση επιμέλειας από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ακόμα και για τυχαία απώλεια. Κατόπιν τούτων, με την ανωτέρω 61/2005 απόφαση της Αρχής επιβλήθηκε στην αιτούσα τράπεζα πρόστιμο 60.000 ευρώ για παράβαση των άρθρων 10 παρ. 3 και 12 παρ.1 του ν. 2472/1997, αφού ελήφθη υπόψη η βαρύτητα της πράξης που αποδείχθηκε και της προσβολής που επήλθε από αυτή στον υπάλληλο, αφού τα επίδικα έγγραφα ήταν ιδιαίτερα κρίσιμα για την υπηρεσιακή του εξέλιξη. Ακολούθως, ο εν λόγω υπάλληλος, στις 23.9.2005, με δύο αιτήσεις του άσκησε και πάλι το δικαίωμα πρόσβασης και ζήτησε αντίγραφα των πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, με τα οποία αποφασίσθηκε η παράλειψή του από τις προαγωγές των ετών 2000, 2001, 2002 2003 και 2004 και, περαιτέρω, επικυρωμένα αντίγραφα όλων των εγγράφων που τηρούνται στα αρχεία της τράπεζας με ιδιαίτερη μνεία στο δελτίο αξιολόγησης του έτους 2004. Κατόπιν επιστολής (στις 4.11.2005) εκ μέρους της τράπεζας και της από 14.11.2005 εξώδικης δήλωσης του υπαλλήλου, στις 18.11.2005 τού παραδόθηκε πίνακας 230 εγγράφων, στον οποίο, κατά την άποψη της Τράπεζας, εκ παραδρομής δεν περιελήφθησαν 3 έγγραφα, τα οποία και απεστάλησαν στις 24.11.2005 μαζί με την αίτηση συμμετοχής του προσωπικού σε εκπαιδευτικά προγράμματα, την οποία ο υπάλληλος είχε κατ'επανάληψη ζητήσει. Ακολούθως, η ανωτέρω 61/2005 απόφαση της Αρχής ανακλήθηκε (λόγω κακής σύνθεσης της Αρχής, κατ’επίκληση νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας), κατόπιν τούτου δε, η Αρχή, επιληφθείσα εκ νέου της υποθέσεως, εκάλεσε τόσο τον υπάλληλο, όσο και τον υπεύθυνο επεξεργασίας, σε νέα ακρόαση. Τελικώς, η Αρχή, με την προσβαλλόμενη απόφαση 170/2014 επέβαλε στην αιτούσα τράπεζα πρόστιμο ύψους 50.000 ευρώ, επιμεριζόμενο σε 10.000 ευρώ για την παράβαση του άρθρου 10 παρ. 3 του ν. 2472/1997 και σε 40.000 ευρώ για την παράβαση του άρθρου 12 του νόμου αυτού, με την εξής αιτιολογία: «...Η τράπεζα, μετά την πάροδο του 15νθήμερου, καθυστερημένα τον Φεβρουάριο του 2005, ικανοποίησε εν μέρει το δικαίωμα πρόσβασης του προσφεύγοντος, το οποίο ικανοποίησε κατά τρόπο πληρέστερο μετά την εκ νέου αίτησή του τον Σεπτέμβριο του 2005 και ενώ είχε προηγηθεί η επιβαλούσα το πρόστιμο απόφαση της Αρχής. Όμως, όπως δεν αμφισβητείται, δεν παρεδόθησαν στον προσφεύγοντα τα δελτία αξιολογήσεως των ετών 2000 και 2001 και αμφισβητείται από τον προσφεύγοντα η ακρίβεια και πληρότητα του δελτίου αξιολογήσεως 29.8.2002-29.8.2003. Από την τράπεζα δεν αμφισβητείται η ετήσια κατάρτιση δελτίων αξιολογήσεως, όπως ορίζεται στον Κανονισμό, αλλά αποδίδεται η μη ανεύρεσή τους σε τυχαία απώλεια λόγω της αναστατώσεως των φακέλων που προήλθε από την συγχώνευση των τραπεζών ... . Συνεπώς, συντρέχει περίπτωση επιβολής προστίμου λόγω καθυστέρησης ικανοποίησης του δικαιώματος πρόσβασης και τυχαίας απώλειας στοιχείων του φακέλου, τα οποία, όπως δεν αμφισβητείται, καταρτίζονται κάθε χρόνο και έχουν επιπτώσεις στη σταδιοδρομία του υπαλλήλου». 6. Επειδή, από το ιστορικό που έχει εκτεθεί ανωτέρω στην τρίτη σκέψη και, ιδίως, τα διαλαμβανόμενα στην προσβαλλόμενη απόφαση, προκύπτει ότι η τράπεζα ικανοποίησε τελικώς, πλην εν μέρει και με μεγάλη καθυστέρηση (και αφού είχε προηγουμένως χωρήσει η αρχική απόφαση 61/2005 περί επιβολής σε βάρος της προστίμου) το κατά το άρθρο 12 του ν. 2472/1997 δικαίωμα πρόσβασης του υπαλλήλου στα κρίσιμα για την υπηρεσιακή εξέλιξή του στοιχεία του φακέλου του, καθ'όσον, όπως προεκτέθηκε, και δεν αμφισβητείται από την αιτούσα, από το τηρούμενο στην τράπεζα αρχείο είχαν απολεσθεί συγκεκριμένα δελτία αξιολογήσεως του υπαλλήλου, τα οποία η τράπεζα έχει κατά τον κανονισμό της υποχρέωση να καταρτίζει ετησίως. Η απώλεια δε αυτή των επίμαχων εγγράφων οφείλεται, κατά τα προεκτεθέντα, στην πλημμελή εκ μέρους της τράπεζας φύλαξη του αρχείου της, κατά παράβαση της κατά το άρθρο 10 παρ. 3 του ν. 2472/1997 υποχρέωσης που υπέχει για τη λήψη των κατάλληλων οργανωτικών και τεχνικών μέτρων για την ασφάλεια και προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τυχαία, μεταξύ άλλων, απώλεια ή καταστροφή. Δεν υποχρεούτο δε η Αρχή να προσδιορίσει ειδικότερα ποια θα ήταν τα ενδεδειγμένα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για τη διαφύλαξη και προστασία του αρχείου της τράπεζας από τυχαία απώλεια, αλλά απόκειται στην τράπεζα να επιλέξει και υιοθετήσει τα κατάλληλα προς τον σκοπό αυτό μέτρα. Ενόψει τούτων, η προσβαλλόμενη απόφαση, με το ανωτέρω παρατιθέμενο περιεχόμενο, αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς ως προς τη διαπίστωση ότι εχώρησε παράβαση των προαναφερθεισών διατάξεων των άρθρων 10 παρ. 3 και 12 του ν. 2472/1997. Συνεπώς, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη: α/ διότι “δεν καθίσταται σαφές το νομικό έρεισμα αυτής (...), δεδομένου ότι γίνεται αόριστα αναφορά σε όλες τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2472/1997, παράλληλα δε ουδόλως καθίσταται σαφές εάν έχει διαπιστωθεί η συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων (...), ούτε ποια επακριβώς είναι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία έχουν διαπιστωθεί και εκτιμηθεί (...)”, β/ διότι η παραδοχή της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι ικανοποιήθηκε το δικαίωμα πρόσβασης του υπαλλήλου εν μέρει και μεταγενέστερα κατά τρόπο πληρέστερο, είναι αντιφατική με την παραδοχή περί τυχαίας απώλειας στοιχείων του φακέλου, και γ/ διότι η Αρχή δεν αναφέρει ποια είναι τα κατάλληλα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια των δεδομένων, τα οποία παρέλειψε να λάβει η τράπεζα. 7. Επειδή, η προσβαλλόμενη απόφαση παρίσταται νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη και ως προς την επιμέτρηση του προστίμου, δεδομένου ότι η Αρχή έλαβε υπ'όψιν, κατά τα ιστορηθέντα, όλα τα στοιχεία του φακέλου και, ιδίως, τη βαρύτητα της παράβασης (βλ. ΣτΕ 95/2003, 4158/2000), που συνίσταται, όπως προεκτέθηκε, στην καθυστερημένη και ελλιπή ικανοποίηση του δικαιώματος πρόσβασης, καθώς και στην μη τήρηση εκ μέρους της αιτούσας των κατάλληλων μέτρων ασφαλείας και προστασίας των προσωπικών δεδομένων, με συνέπεια την απώλεια ορισμένων κρίσιμων εγγράφων για την υπηρεσιακή σταδιοδρομία του ενδιαφερόμενου υπαλλήλου, χωρίς να επιβάλλεται από τον νόμο, ως τυπικό στοιχείο του κύρους της πράξης επιβολής της κύρωσης, η περαιτέρω εξειδίκευση της βαρύτητας της παράβασης (βλ. ΣτΕ 150/2017). Περαιτέρω, υπό τα προεκτεθέντα πραγματικά περιστατικά, η έστω και “τυχαία απώλεια” (υπό την έννοια της μη ηθελημένης εξαφάνισης) των στοιχείων του υπηρεσιακού φακέλου του υπαλλήλου, οφειλόμενη, κατά τους ισχυρισμούς της τράπεζας, σε αναστάτωση “των φακέλων που προήλθε από την συγχώνευση των τραπεζών ...”, στοιχειοθετεί υπαίτια συμπεριφορά της τράπεζας, συνιστάμενη στην πλημμελή τήρηση του αρχείου της, κατά παράβαση του κατά το άρθρο 10 παρ. 3 του ν. 2472/1997 καθήκοντος για τη λήψη των κατάλληλων οργανωτικών μέτρων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εξ άλλου, όπως προεκτέθηκε, από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει σαφώς ότι ελήφθη υπόψη και συνεκτιμήθηκε το γεγονός ότι υπήρξε εκ μέρους της τράπεζας εν μέρει ικανοποίηση του δικαιώματος πρόσβασης του υπαλλήλου στα επίμαχα έγγραφα, ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι τα έγγραφα αυτά του χορηγήθηκαν με μεγάλη καθυστέρηση και αφού είχε χωρήσει, με την απόφαση 61/2005, η επιβολή προστίμου σε βάρος της αιτούσας. Τέλος, λαμβανομένου υπόψη ότι, ανεξαρτήτως του ότι για τη στοιχειοθέτηση της παράβασης δεν απαιτείται η επέλευση βλάβης του υποκειμένου των δεδομένων (βλ. Ολ. ΣτΕ 1622/2012, 150/2017), πάντως, εν προκειμένω με την προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη υπόψη και η προσβολή που επήλθε στον υπάλληλο από τις ενέργειες και παραλείψεις των οργάνων της τράπεζας, καθόσον, όπως προεκτέθηκε, τα ανωτέρω έγγραφα ήταν κρίσιμα για την υπηρεσιακή εξέλιξη του υπαλλήλου, ο οποίος παρελείπετο επί πενταετία από τις προαγωγές και ευρίσκετο εξ αυτού του λόγου σε δικαστική αντιδικία με τους διευθυντές της τράπεζας. Συνεπώς, το επιβληθέν πρόστιμο, το οποίο, σημειωτέον, κατά τα προεκτεθέντα, επιβλήθηκε συνολικώς, δηλαδή ως άθροισμα δύο αυτοτελών προστίμων, ευρίσκεται μέσα στα νόμιμα όρια και μάλιστα εγγύτερα προς το κατώτερο όριο, σύμφωνα με την ανωτέρω παρατεθείσα διάταξη του άρθρου 21 του ν. 2472/1997. Κατόπιν τούτων, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι όλοι οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται ότι το ύψος του προστίμου κείται εκτός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας της Αρχής και είναι δυσανάλογο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, καθόσον εν προκειμένω έπρεπε να ληφθεί υπ'όψιν ότι δεν απεδείχθη υπαιτιότητα της τράπεζας, ότι ουσιαστικώς η τράπεζα ικανοποίησε τον ενδιαφερόμενο υπάλληλο κατά το μεγαλύτερο μέρος, ότι επέδειξε καλόπιστη συμπεριφορά και ενδιαφέρον για την υπόθεση, καθώς και ότι ουδεμία ζημία υπέστη ο εν λόγω από την συμπεριφορά της τράπεζας. 8. Επειδή, κατόπιν τούτων, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί. Δ ι ά  τ α ύ τ α Απορρίπτει την αίτηση. Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου. Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων εξήντα (460) ευρώ. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 7 Ιουνίου 2017 Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας Ε. Αντωνόπουλος Μ. Τσαπαρδώνη και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 20ης Ιουνίου 2017. 

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

Παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων δικηγόρου

 

 

1847/2017 ΣΤΕ

Προσωπικά δεδομένα. Η γνωστοποίηση προς τρίτα πρόσωπα στοιχείων πειθαρχικών διώξεων δικηγόρου συνιστά επεξεργασία απλών και όχι ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για την οποία υφίσταται υποχρέωση προηγούμενης ενημερώσεως του υποκειμένου, ακόμη και όταν δεν απαιτείται η συγκατάθεση αυτού. Η προσβαλλόμενη πράξη του Διευθυντή του Δικηγορικού Συλλόγου εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 5 παρ. 2 ε΄ του ν. 2472/1997. Η σχετική εισαγγελική παραγγελία δεν ήταν ικανή να δικαιολογήσει την παράβαση της ανωτέρω διατάξεως. Δεκτή η αίτηση ακύρωσης.

Αριθμός 1847/2017 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ΄ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Φεβρουαρίου 2017 με την εξής σύνθεση: Αικ. Σακελλαροπούλου, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Α. - Μ. Παπαδημητρίου, Σύμβουλοι, Γ. Ζιάμος, Ε. Αργυρός, Πάρεδροι. Γραμματέας η Δ. Τετράδη, Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος. Για να δικάσει την από 28 Ιουνίου 2009 αίτηση: του ........... , ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος (...), κατά του Δικηγορικού Συλλόγου ... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Αλέξανδρο Λεοντόπουλο - Βαμβέτσο (Α.Μ. 20252), που τον διόρισε με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί το υπ'αριθμ. ../17.6.2009 έγγραφο του Δικηγορικού Συλλόγου ... . Στη δίκη παρέστη ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με την Αγγελική Αναστοπούλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αιτούντα ως δικηγόρο, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο του καθ'ου Συλλόγου και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο 1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο, ο αιτών δικηγόρος ζητεί την ακύρωση του .../17.6.2009 εγγράφου του Διευθυντή του Δικηγορικού Συλλόγου ..., με το οποίo γνωστοποιήθηκαν σε πρώην εντολείς του πληροφορίες σχετικές με πειθαρχικές διώξεις που είχαν ασκηθεί σε βάρος του. 2. Επειδή, παραδεκτώς παρέστη κατά τη συζήτηση της κρινόμενης αιτήσεως στο ακροατήριο ο Δικηγορικός Σύλλογος..., όχι όμως και ο Υπουργός Δικαιοσύνης, του οποίου δεν προσβάλλεται κάποια πράξη ή παράλειψη, έστω και αν κοινοποιήθηκαν σ'αυτόν αντίγραφα της κρινόμενης αιτήσεως και της πράξεως ορισμού εισηγητή και δικασίμου. Για το λόγο αυτό, ο εν λόγω Υπουργός πρέπει να αποβληθεί της δίκης. 3. Επειδή, με την 2597/14.3.2008 αίτησή του προς τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου, ο ... ζήτησε να ενημερωθεί αν σε βάρος του αιτούντος, δικηγόρου Αθηνών, είχαν ασκηθεί κατά το παρελθόν πειθαρχικές διώξεις, αν υπήρχαν σε βάρος του, κατά το χρόνο εκείνο, εκκρεμείς πειθαρχικές διώξεις, την αιτία των πειθαρχικών αυτών διώξεων και το αποτέλεσμα του πειθαρχικού ελέγχου, ενώ ανέφερε ότι βρισκόταν σε αντιδικία με τον εν λόγω δικηγόρο, ο οποίος είχε υπάρξει κατά το παρελθόν νομικός του παραστάτης, και ότι είχε έννομο συμφέρον να λάβει γνώση των στοιχείων αυτών, προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει «για δικαστική χρήση». Μαζί με την αίτηση αυτή ο ανωτέρω υπέβαλε προς τον Δικηγορικό Σύλλογο ... και την .../5.3.2008 παραγγελία του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών, στην οποία διαλαμβάνοντο τα εξής: «Σας αποστέλλουμε τη συνημμένη αίτηση τ[ου] ... και παρακαλούμε για την κατά νόμο εκτίμηση των διαλαμβανομένων σ'αυτήν και τις εντεύθεν επιβαλλόμενες ενέργειές σας». Επί της εν λόγω αιτήσεως ο Δικηγορικός Σύλλογος... παρέλειψε να απαντήσει, για το λόγο δε αυτό, στη συνέχεια, οι ... /και ..., με την από 14.10.2008 (αριθμ. πρωτ. Δ.Σ.Α. .../22.10.2008) αναφορά τους, μεταξύ άλλων, προς τον Πρόεδρο του ως άνω δικηγορικού συλλόγου και τον Συνήγορο του Πολίτη, διατύπωσαν τα παράπονά τους για τη μη χορήγηση των αιτηθέντων στοιχείων, επικαλούμενοι, την προαναφερθείσα εισαγγελική παραγγελία, και εξέθεσαν ότι και οι δύο είχαν υποβάλει αρμοδίως καταγγελία κατά του αιτούντος για απιστία κατά τον χειρισμό υποθέσεών τους, ότι σε βάρος του εκκρεμούσαν επίσης ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου καταγγελίες των ιδίων για σειρά παραπτωμάτων του και ότι και ο αιτών είχε ασκήσει «πολλαπλές αγωγές» κατ'αυτών και κατά των μαρτύρων τους. Ενόψει της ως άνω αναφοράς, ο Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη με το .../ 17.12.2008 έγγραφο ζήτησε από τον Δικηγορικό Σύλλογο ..., μεταξύ άλλων, να τον ενημερώσει με βάση ποιές διατάξεις «και μέχρι ποίου βαθμού», κατά την άποψή του, η γνωστοποίηση στοιχείων μέλους του δικηγορικού συλλόγου, το οποίο διώκετο πειθαρχικώς και ήταν αντίδικος του αιτούμενου τα στοιχεία πολίτη, δεν ήταν επιτρεπτή, λόγω προστασίας προσωπικών δεδομένων «λαμβανομένου υπόψη του ότι σε αυτές τις περιπτώσεις το έννομο συμφέρον του πολίτη (τουλάχιστον σε ό,τι αφορά δικές του νομικές εκκρεμότητες με τον αντίδικό του) πρέπει να θεωρείται δεδομένο». Επί του εγγράφου αυτού, δεν δόθηκε απάντηση και ο Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη επανήλθε επί του θέματος με νεώτερο έγγραφο (υπ'αριθμ. πρωτ. .../08.2.3/31.3.2009), με το οποίο ενέμεινε στο ως άνω ερώτημα, επί του οποίου όμως και πάλι ο Δικηγορικός Σύλλογος ...παρέλειψε να απαντήσει. Μετά ταύτα, με την από 1.6.2009 νέα «αίτηση - αναφορά» οι πρώην εντολείς του αιτούντος, κατ'επίκληση και των προαναφερθέντων δύο εγγράφων του Βοηθού Συνηγόρου του Πολίτη, ζήτησαν και πάλι από τον εν λόγω δικηγορικό σύλλογο να λάβουν γνώση των σχετικών με τις πειθαρχικές διώξεις του αιτούντος στοιχείων. Κατόπιν των ανωτέρω, με το προσβαλλόμενο .../17.6.2009 έγγραφο του Διευθυντή του Δικηγορικού Συλλόγου ... γνωστοποιήθηκαν στους αντιδίκους του αιτούντος τα αιτηθέντα στοιχεία. Ειδικότερα, με το έγγραφο αυτό γνωστοποιήθηκαν στους ανωτέρω τα εξής: « 1) Ο ως άνω δικηγόρος έχει κηρυχθεί αθώος με τις υπ'αριθμ. 146/2006 και 274/2006 αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Δ.Σ.Α. 2) Έχει τιμωρηθεί τελεσίδικα α) με την υπ'αριθμ. 117/06 απόφαση του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου (Α.Π.Σ.), με ποινή προσωρινής παύσης ενός (1) μηνός και β) με την υπ'αριθμ. 30/2007 απόφαση του Α.Π.Σ. με ποινή προσωρινής παύσης ενός (1) μηνός, τις οποίες έχει ήδη εκτίσει. Κατά των ανωτέρω αποφάσεων ο αναφερόμενος δικηγόρος, έχει ασκήσει αιτήσεις ακυρώσεως, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον του ΣτΕ. 3) Με την υπ'αριθμ. ../2006 απόφαση του Π.Σ. του ΔΣΑ, με την ποινή της επίπληξης, η οποία δεν είναι τελεσίδικη. 4) Επίσης εκκρεμούν ενώπιον του Α΄ Πειθαρχικού Τμήματος α) οι πειθαρχικές δικογραφίες με αριθμό .../2007 και .../2008, β) οι πειθαρχικές δικογραφίες με αριθμό .../2008, .../2008, .../2008, .../2008 και .../2009. Επί των εκκρεμουσών αυτών πέντε (5) υποθέσεων, έχει εκδοθεί η υπ'αριθμ. 135/2009 απόφαση του Α΄ Πειθαρχικού Τμήματος, με την οποία έγινε δεκτή η αίτηση αυτοεξαίρεσης μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου και έχουν προσδιορισθεί να εξετασθούν επί της ουσίας σε άλλη δικάσιμο με άλλη σύνθεση. Κατόπιν των ανωτέρω το Πειθαρχικό Συμβούλιο δεν έχει ολοκληρώσει την διαδικασία της οριστικής διαγραφής του». Με το ίδιο έγγραφο επισημαίνεται στους αποδέκτες ότι «οι πληροφορίες αυτές σας δίδονται μόνο για την χρήση που αναφέρετε στην αίτησή σας, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο υπ'αριθμ. πρωτ. ../08-07-2008 έγγραφο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και επιφορτίζεσθε “με τις υποχρεώσεις τήρησης των γενικών αρχών για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά το άρθρο 4 του Ν. 2472/19[9]7”, καθώς και στα υπ'αριθ. πρωτ. .../17.12.2008 και ../08.2.3/31.3.2009 σχετικά έγγραφα του Συνήγορου του Πολίτη προς τον Δικηγορικό Σύλλογο ... ». Η χορήγηση, με το προσβαλλόμενο έγγραφο, στοιχείων σχετικών με τις πειθαρχικές διώξεις του αιτούντος γνωστοποιήθηκε στον τελευταίο με το, εκδοθέν ακολούθως, κατά την ίδια ως άνω ημερομηνία, .../17.6.2009 έγγραφο του Διευθυντή του Δικηγορικού Συλλόγου ..., με το οποίο αυτός ενημερώθηκε ότι «σε απάντηση του με αριθ. πρωτ. .../22.10.2008 αρχικού εγγράφου και από 1.6.2009 υπομνηστικού των κ.κ. ...και ... και σε σχέση με τα υπ'αριθ. πρωτ. .../ 17.12.2008 και .../31.3.2009 σχετικά έγγραφα του Συνηγόρου του Πολίτη προς τον Δικηγορικό Σύλλογο ... και με κριτήριο το έννομο συμφέρον των αιτούντων, όπως αυτό προσδιορίζεται από σχετική γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για τα στοιχεία αυτά, γνωστοποιήσαμε σ'αυτούς, στοιχεία που αφορούν τις πειθαρχικές σας διώξεις. Συγκεκριμένα στους προαναφερόμενους αιτούντες γνωστοποιήσαμε τα ακόλουθα:...». 4. Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, το προσβαλλόμενο έγγραφο του Δικηγορικού Συλλόγου ..., με το οποίο κοινοποιούνται σε τρίτους στοιχεία που αφορούν πειθαρχικές διώξεις και ποινές σε βάρος του αιτούντος, δικηγόρου και μέλους του εν λόγω δικηγορικού συλλόγου, δηλ. στοιχεία που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, των οποίων η επεξεργασία και η χρήση από τους τρίτους μπορούν να έχουν για τον αιτούντα, στον οποίο αφορούν, δυσμενείς συνέπειες και να προσβάλουν ηθικό ή άλλο έννομο συμφέρον αυτού, έχει εκτελεστό χαρακτήρα και, για το λόγο αυτό, παραδεκτώς προσβάλλεται εν προκειμένω με την υπό κρίση αίτηση, τα δε περί του αντιθέτου, με το κατατεθέν στις 14.2.2017 υπόμνημα του Δικηγορικού Συλλόγου ... υποστηριζόμενα, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Εξάλλου, ενόψει του περιεχομένου του ως άνω εγγράφου, ο αιτών έχει προφανές ηθικό έννομο συμφέρον για την ακύρωσή του. 5. Επειδή, ο ν. 2472/1997 «Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» (Α΄ 50), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, όριζε μεταξύ άλλων, στο άρθρο 2 ότι: «Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως: α) “Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα”, κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων. β) (όπως η περίπτωση αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο όγδοο παρ. 3 του ν. 3625/2007, Α΄ 290) “Ευαίσθητα δεδομένα” τα δεδομένα που αφορούν στη φυλετική ή εθνική προέλευση, στα πολιτικά φρονήματα, στις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, στη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, στην υγεία, στην κοινωνική πρόνοια και στην ερωτική ζωή, στα σχετικά με ποινικές διώξεις ή καταδίκες, καθώς και στη συμμετοχή σε συναφείς με τα ανωτέρω ενώσεις προσώπων. γ) ...», στο άρθρο 4 παρ. 1 ότι: «Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας πρέπει: α) Να συλλέγονται κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και να υφίστανται θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών, β) Να είναι συναφή, πρόσφορα, και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας. γ) ... δ) ...», στο άρθρο 5 ότι: «1. Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του. 2. Κατ'εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση, όταν: α) ... ε) Η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώδεις ελευθερίες αυτών». Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 3 του ν. 2472/1997 «Εάν τα δεδομένα ανακοινώνονται σε τρίτους, το υποκείμενο ενημερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς». Όμοια πρόβλεψη περιλαμβάνεται και στο άρθρο 5 παρ. 1 της 1/1999 Κανονιστικής Πράξεως της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με τίτλο «Ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων κατ'άρθρο 11 Ν. 2472/1997» (Β΄ 555). Εξάλλου, με το άρθρο 13 του ως άνω ν. 2472/1997 ορίζεται ότι: «1. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα να προβάλλει οποτεδήποτε αντιρρήσεις για την επεξεργασία δεδομένων που το αφορούν. Οι αντιρρήσεις απευθύνονται εγγράφως στον υπεύθυνο επεξεργασίας και πρέπει να περιέχουν αίτημα για συγκεκριμένη ενέργεια, όπως διόρθωση, προσωρινή μη χρησιμοποίηση, δέσμευση, μη διαβίβαση ή διαγραφή. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει την υποχρέωση να απαντήσει εγγράφως επί των αντιρρήσεων μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών. Στην απάντησή του οφείλει να ενημερώσει το υποκείμενο για τις ενέργειες στις οποίες προέβη ή, ενδεχομένως, για τους λόγους που δεν ικανοποίησε το αίτημα. Η απάντηση σε περίπτωση απόρριψης των αντιρρήσεων πρέπει να κοινοποιείται και στην Αρχή. 2. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν απαντήσει εμπροθέσμως ή η απάντησή του δεν είναι ικανοποιητική, το υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα να προσφύγει στην Αρχή και να ζητήσει την εξέταση των αντιρρήσεών του. Εάν η Αρχή πιθανολογήσει ότι οι αντιρρήσεις είναι εύλογες και ότι συντρέχει κίνδυνος σοβαρής βλάβης του υποκειμένου από τη συνέχιση της επεξεργασίας, μπορεί να επιβάλλει την άμεση αναστολή της επεξεργασίας έως ότου εκδώσει οριστική απόφαση επί των αντιρρήσεων. 3. ...». 6. Επειδή, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, η γνωστοποίηση προς τρίτα πρόσωπα στοιχείων πειθαρχικών διώξεων δικηγόρου, τα οποία δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις απαριθμούμενες στην περίπτωση β΄ του άρθρου 2 του ν. 2472/1997 κατηγορίες, συνιστά επεξεργασία απλών και όχι ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για την οποία υφίσταται πάντως σε κάθε περίπτωση υποχρέωση προηγούμενης ενημερώσεως του υποκειμένου των δεδομένων ακόμη και όταν, κατ'εξαίρεση, δεν απαιτείται για την ανακοίνωση των συγκεκριμένων δεδομένων η συγκατάθεση αυτού (πρβλ. ΣτΕ 763/2010, 3154/2008, 2252/2005 7μ.). Τέτοια περίπτωση μπορεί να συντρέχει ιδίως όταν η χορήγηση προσωπικών δεδομένων είναι αναγκαία για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου (βλ. περ. γ΄ του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 2472/1997 που αναφέρεται στα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, το οποίο ισχύει κατά μείζονα λόγο και για τα απλά προσωπικά δεδομένα). Στην τελευταία όμως αυτή περίπτωση, για τη χορήγηση των προσωπικών δεδομένων, ο τρίτος πρέπει να επικαλείται και να αποδεικνύει ότι τα συγκεκριμένα στοιχεία είναι απολύτως αναγκαία και πρόσφορα για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώματός του ενώπιον δικαστηρίου, και δη ενόψει συγκεκριμένης εκκρεμούς δίκης, ώστε εκ του συγκεκριμένου σκοπού να οριοθετείται και η έκταση των αναγκαίων και πρόσφορων για το σκοπό αυτό στοιχείων που επιτρέπεται να χορηγηθούν. Η αναγκαιότητα εξάλλου αυτή υφίσταται όταν ο επιδιωκόμενος σκοπός δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλα ηπιότερα μέσα (βλ. και σχετικές αποφάσεις της ανεξάρτητης Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα 10/2015, 19/2010, 25/2007). 7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα εκτεθέντα στη σκέψη 2 της παρούσας αποφάσεως, η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία ανακοινώθηκαν στοιχεία των πειθαρχικών διώξεων του αιτούντος σε τρίτα πρόσωπα, εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 5 παρ. 2 ε΄ του ν. 2472/1997. Και τούτο, διότι συνιστούσε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που δεν μπορούσε να γίνει χωρίς τη συγκατάθεση αυτού, καθόσον η επίκληση αορίστως με την αίτηση των εν λόγω προσώπων της υπάρξεως μεταξύ τους «αντιδικίας», χωρίς να προσδιορίζεται ειδικότερα η αντιδικία αυτή και να εξειδικεύεται, κατ'ακολουθία, η αναγκαιότητα χρησιμοποιήσεως των προσωπικών δεδομένων του τελευταίου και μάλιστα όλων εν γένει των στοιχείων που αφορούσαν σε πειθαρχικές του διώξεις, δεν στοιχειοθετούσε το κατά την ανωτέρω διάταξη έννομο συμφέρον, η ικανοποίηση του οποίου θα δικαιολογούσε, εφόσον μάλιστα υπερείχε προφανώς των δικαιωμάτων και συμφερόντων του αιτούντος, τη γνωστοποίηση των στοιχείων αυτών. Η δε κατά το άρθρο 25 παρ. 4 εδάφ. β΄ του ν. 1756/1988 σχετική εισαγγελική παραγγελία προς το Δικηγορικό Σύλλογο ..., ως εκ του παρατεθέντος περιεχομένου της, δεν ήταν ικανή να δικαιολογήσει την κατά παράβαση της ανωτέρω διατάξεως χορήγηση των προσωπικών δεδομένων του αιτούντος σε τρίτους, εφόσον για να είναι αυτή δεσμευτική θα έπρεπε να είναι αιτιολογημένη, να περιέχει ρητή έκφραση γνώμης του συντάκτη αυτής εισαγγελικού λειτουργού και να μην αποτελεί απλό διαβιβαστικό της σχετικής αιτήσεως έγγραφο (βλ. σχετ. ΑΠ 148/2013), όπως συνέβαινε εν προκειμένω που η συγκεκριμένη εισαγγελική παραγγελία διελάμβανε απλώς ότι αποστέλλεται η «συνημμένη αίτηση» και παρακαλείται ο Δικηγορικός Σύλλογος ... «για την κατά νόμο εκτίμηση των διαλαμβανομένων σ'αυτήν και τις εντεύθεν επιβαλλόμενες ενέργειες». Εξάλλου και σε κάθε περίπτωση, η πράξη αυτή εκδόθηκε χωρίς προηγούμενη ενημέρωση του αιτούντος για την ανακοίνωση των προσωπικών του δεδομένων στα προαναφερόμενα τρίτα πρόσωπα, κατά παράβαση του άρθρου 11 παρ. 3 του ν. 2472/1997, που επιβάλλει, κατά τα προεκτεθέντα, για κάθε ανακοίνωση προσωπικών δεδομένων σε τρίτο την ενημέρωση του υποκειμένου αυτών, ακόμη και σε περιπτώσεις που κατά το ως άνω άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 2472/1997, δεν απαιτείται για την ανακοίνωση των συγκεκριμένων δεδομένων η συγκατάθεση αυτού (ΣτΕ 763/2010, 3154/2008, 2251-2/2005). Η παράλειψη δε αυτή στέρησε περαιτέρω από τον αιτούντα τη δυνατότητα να προβάλλει τις προβλεπόμενες από το άρθρο 13 του ίδιου νόμου αντιρρήσεις και να αποτρέψει ενδεχομένως την γνωστοποίηση των προσωπικών του στοιχείων στα πρόσωπα αυτά. 8. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, κατά τα βασίμως με την κρινόμενη αίτηση προβαλλόμενα, να γίνει δε δεκτή η αίτηση αυτή, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως. Δ ι ά  τ α ύ τ α Αποβάλλει της δίκης τον Υπουργό Δικαιοσύνης. Δέχεται την αίτηση. Ακυρώνει την .../17.6.2009 πράξη του Διευθυντή του Δικηγορικού Συλλόγου ..... , σύμφωνα με το σκεπτικό. Διατάσσει την απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου και Επιβάλλει στο Δικηγορικό Σύλλογο ... τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος που ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 14 Φεβρουαρίου 2017 Η Προεδρεύουσα Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος Αικ. Σακελλαροπούλου Δ. Τετράδη και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 11ης Ιουλίου 2017. Η Πρόεδρος Η Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος  του Α΄ Τμήματος Διακοπών Αικ. Σακελλαροπούλου Δ. Τετράδη ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί. Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος. Αθήνα, ...

Η Πρόεδρος του Γ΄ Τμήματος Η Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος Ρ.Κ.

 
 

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...