Προχθές στη συμβολή των οδών 3ης Σεπτεμβρίου και Αβέρωφ ο Ηρακλής Πουαρό συναντήθηκε με άνδρες της ομάδας Δέλτα.
Επιστρέφοντας μόνος του, με το βιονικό του σκούτερ, από ένα σύγχρονο σούπερ μάρκετ, η τύχη έμελλε να του "χαμογελάσει".
Το πλακόστροτο πεζοδρόμιο της 3ης Σεπτεμβρίου ήταν μπλοκαρισμένο από το μικρό μηχανάκι του μεγάλου άνδρα της ομάδας Δέλτα, που ήταν και κουκουλοφόρος. Ζήλεψε τα θηράματά του.
Ένας άνδρας της ομάδας φώναξε:
"Ελα περνάς". Ο Πουαρό διστακτικά προσπάθησε να περάσει ενδιάμεσα από τον τοίχο και το μηχανάκι, την ίδια ώρα που ο αναβάτης κουκουλοφόρος καθόταν νωχελικά πάνω στο μηχανάκι, εποπτεύοντας τις κινήσεις των εκδιωγμένων αλλοδαπών, κάνοντας ένα τσιγαράκι.
Ακούμπησε ελαφρά στον προφυλακτήρα. Ο άνδρας σηκώνεται όρθιος, και πλησιάζει απειλητικά προς το μέρος του. Την ίδια στιγμή οι συνάδελφοί του κάνουν κλοιό γύρω του.
"Τί έκανες ρε;".
"Μη με πλησιάσεις άλλο. Μη τολμήσεις να με ακουμπήσεις. Το κατάλαβες;".
"Τι είπες ρε;...Ποιος νομίζεις ότι είσαι;...Ξέρεις ποιοι είμαστε εμείς;". Πλησίαζε όλο και περισσότερο. Τα χέρια του είχαν ετοιμαστεί να πνίξουν ένα άλλο θύμα της εξουσιομανίας τους, της ματαιοδοξίας τους να είναι μπάτσοι για μπατσάκια.
Του έδειξε την ταυτότητά του: Το τσεκούρι που σκοτώνει στον αέρα. Ο νομοτηρητής.
"Σιγά. Νομίζεις θα φοβηθούμε;".
"Μη τολμήσεις να με χτυπήσεις".
"Γιατί φοβάσαι;".
"Απέναντι εκεί είναι το κρυσφήγετό μας. Έχει φάρο, και τα βλέπει όλα. Για το καλό σου...Θέλεις να ποτίζεις ζαρντινιέρες στη φυλακή;".
"Άσ'τον ...ασ'τον...να φύγει...", φώναξε ένας συνάδελφός του, ίσως πιο επικίνδυνος, αλλά προνοητικός.
"Γράψτε του μία κλήση, να καταλάβει...700 ευρώ που δεν φοράει κράνος", είπε το θρασύδειλο αντράκι που ζήλεψε τους κουκουλοφόρους.
"Ποια ποινή προβλέπεται για τους κουκουλοφόρους γιαλαντζί;", αναρωτήθηκε μέσα του ο Πουαρό.
Με υπεροχή απάντησε:
"Γράψτε την κλήση, πάμε και στο αυτόφωρο...Το πρωί δίκασα έναν αστυνομικό που σκότωσε την σύζυγό του...Θα δικάσουμε και όσους συγκαλύψουν το έγκλημα...Πρωί ή βράδυ...Δεν έχει σημασία".
"Οι αστυνομικοί δεν σκοτώνουν, εκτελούν", απάντησε ο απόηχος.
"Οι αστυνομικοί όλα τα μπορούν", απάντησε η εμπειρία του παρακράτους.
Μέσα στις φωνές, ο Πουαρό σκέφτηκε δυνατά:
"Να δω πως θα πείσετε την Εφέτη Ειδική Ανακρίτρια, κ. Κλάπα, πως δεν είστε μέλη της Χρυσής Αυγής".
Σταμάτησαν οι ήχοι...Καλύτερα να ακούγανε στις γειτονιές:
"Αίμα, Τιμή, Χρυσή Αυγή". Όχι τα θρασύδειλα ανθρωπάρια να τρομοκρατούνται από την αποτυχία της τρομοκρατίας τους.
Ο Πουαρό κατάφερε να φύγει, και μάλιστα με συναίνεση των δραστών του επικείμενου βασανισμού του. Ένιωθε τύψεις, όμως, που δεν δίκασε τα κτήνη που σκοτώνουν τον μικρό Αλέξη της γειτονιάς. Και ακόμη περισσότερες που εκείνη την ημέρα ήταν η επέτειος της αντίστασης στον παρακρατικό φασισμό.
"Μπάτσοι για μπατσάκια", θα ήταν ένας τίτλος για τα νέα μέλη του παρακράτους. Ακόμη έχουν την ευκαιρία να φοβηθούν ή να καταλάβουν ότι ο γενναίος Πουαρό της γειτονιάς ανήκει σε καλύτερη οργάνωση να ενταχθούν, να ικανοποιήσουν αρχικά την ψυχολογία της μάζας τους.
Ο τίτλος που δεν πρέπει ποτέ να γραφτεί είναι "Μπάτσοι του παρακράτους". Αυτός κρύβεται πίσω από το γκράφιτι, που κάθε μέρα με αίμα τιμής πνίγει την αδίστακτη εξουσία τους, αλλά και οι εκάστοτε Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι, μετ'εκφύλιση, δικαστές και εισαγγελείς, στο όποιο ποσοστό τους, για να μην πολλαπλασιάσουν την μόνη ενεργό εγκληματική οργάνωση στην Ελλάδα: αυτήν που ο Πουαρό θέλει να εξιχνιάσει στο επόμενο ταξίδι του εγκλήματος.