ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου (κωλυομένης της Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Βιολέττας Κυτέα, σύμφωνα με την υπ’ αριθ.38/2016 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου), Αγγελική Αλειφεροπούλου, Δημήτριο Χονδρογιάννη, Διονυσία Μπιτζούνη και Ιωάννη Μπαλιτσάρη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Καραγιάννη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Γεράσιμου Βάλσαμου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 27 Μαΐου 2016, προκειμένου να αποφανθεί για την από 24-5-2016 δήλωση αποχής της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ε. Σ.. Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Παναγιώτης Καραγιάννης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεώργιου Μπόμπολη με αριθμό πρωτ.91/27-5-2016, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
"-Εισάγοντας, ενώπιον Σας, σύμφωνα με το άρθρο 23§4 του ΚΠΔ, ενώπιον του Δικαστηρίου Σας- που συνεδριάζει ως Συμβούλιο, την από 24/5/2016 δήλωση αποχής της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ε. Σ., εκθέτουμε τ’ ακόλουθα: -Σύμφωνα με το αρθρ. 23 του ΚΠΔ τα δικαστικά πρόσωπα που αναφέρονται σε αυτό οφείλουν να δηλώσουν αρμοδίως, τους τυχόν σοβαρούς λόγους ευπρέπειας που επιβάλλουν την αποχή τους από την άσκηση των καθηκόντων τους. Η αποχή του δικαστικού λειτουργού από την άσκηση των καθηκόντων του επιβάλλεται και όταν συντρέχουν σοβαροί λόγοι ευπρεπείας, καίτοι δεν συντρέχουν ευθέως λόγοι αποκλεισμού (αρ. 14) ή λόγοι εξαιρέσεως (αρ. 15). Ως σοβαροί λόγοι ευπρεπείας μπορεί να θεωρηθούν εκείνοι που μπορεί να κλονίσουν την εμπιστοσύνη των διαδίκων για το απολύτως αντικειμενικό, απροκατάληπτο και αδιάβλητο της κρίσεώς τους. Ο όρος "ευπρέπεια" περιέχει κρίση αντικειμενική, ενώ η "ευθιξία" είναι ιδιότητα του ατόμου. Η εξαντλητική απαρίθμηση των σοβαρών λόγων ευπρεπείας είναι αδύνατη γιατί το εάν και πότε υπάρχουν τέτοιοι λόγοι είναι ζήτημα πραγματικό, για το οποίο θα κρίνει κάθε φορά το αρμόδιο Δικαστήριο ή Συμβούλιο, που επιλαμβάνεται του θέματος, κατά τις κρατούσες δεοντολογικές αντιλήψεις. Γενικά, τέτοιοι λόγοι ευπρεπείας συντρέχουν, όταν η συμμετοχή του δικαστικού λειτουργού στην διαχείριση συγκεκριμένης υποθέσεως μπορεί να δώσει αφορμή σε δυσμενές για αυτόν σχόλιο για την αντικειμενική και ανεπηρέαστη, από ο,τιδήποτε και οποιονδήποτε, διερεύνηση της, σε τρόπο ώστε να τίθεται σε αμφιβολία η ελεύθερη και μη προκατειλημμένη κρίση του (ΑΠ441/15, ΑΠ429/15, ΑΠ151/11). -Στην προκείμενη περίπτωση, η ανωτέρω Αντεισαγγελέας σύμφωνα με το άρθρο 23§3 του ΚΠΔ, υπέβαλε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την από 24/5/2016 δήλωσή της με το εξής περιεχόμενο: "..Με την υπ’ αριθ. πρωτ.2153/20-5-2016 έγγραφη παραγγελία Σας μου αναθέσατε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 29§4 ΚΠΔ, όπως η παρ. 4 προστ. με το άρθρο 15§1 του Ν3472/2006 επί της από 10-5-2016 μηνυτήριας αναφοράς του Α. Β., κατοίκου Κηφισιάς, .... Με την εν λόγω μηνυτήρια αναφορά καταγγέλλεται, κατά τη διατύπωση αυτής, η πιθανολογούμενη τέλεση των αξιοποίνων πράξεων: α] δωροληψίας υπαλλήλου-δικαστικού λειτουργού [άρθρ.235,237 παρ.1 Π.Κ.], β] εμπορίας επιρροής [άρθρ.237 Α Π.Κ.], γ] απόπειρας εκβίασης [άρθρ.42, 385 Π.Κ.] και δ] παράβασης καθήκοντος [άρθρ.259 Π.Κ.], στις οποίες, κατά τους ισχυρισμούς του μηνυτή, φαίνεται να εμπλέκεται, εκτός των άλλων και η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου και οι οποίες φέρονται να σχετίζονται άμεσα, μεταξύ άλλων, με τις δικαστικές διαδικασίες εκδόσεως συνεργατών του μηνυτή στην Κύπρο, εκ των οποίων ο Μ. Φ., όπως αναφέρεται σ’ αυτή, τυγχάνει Διευθυντής του Ομίλου Εταιριών Χ.. Εν όψει, όμως, του ότι στον ίδιο Όμιλο εργάζεται ο γιος μου και τον συνδέει με τον τελευταίο [Μ. Φ.] σχέση άμεσης υπαλληλικής εξάρτησης [είναι διευθυντής του], ασχέτως του ότι δεν γνωρίζω τον ίδιον, όσο και το μηνυτή και ούτε είχα ή έχω οποιαδήποτε φιλική ή κοινωνική σχέση μετ’ αυτών, καθαροί λόγοι ευπρέπειας, για να μη δοθεί αφορμή αμφισβήτησης για την αντικειμενικότητά και την ευθυκρισία μου και να μην τεθεί σε αμφιβολία το απροκατάληπτο της κρίσης μου, επιβάλλουν την αποχή από την άσκηση των καθηκόντων μου ως προς το χειρισμό της άνω μηνυτήριας αναφοράς και παρακαλώ να απέχω αυτών..". -Το επικαλούμενο από την εν λόγω Αντεισαγγελέα γεγονός, της άμεσης υπαλληλικής εξάρτησης του υιού της με τον Μ. Φ. -"άμεσο συνεργάτη" και "στέλεχος" του εγκαλούντος - επιβεβαιώνεται, τόσο από την προσκομιζόμενη από 25/5/2016 βεβαίωση της εταιρίας "C. HELLAS INC", όσο και από το περιεχόμενο της υποβληθείσας εγκλήσεως. -Ως εκ τούτου, η δήλωση της προαναφερομένης δικαστικής λειτουργού έχει ουσιαστική βασιμότητα, και από την περαιτέρω εμπλοκή της στο χειρισμό της εν λόγω υποθέσεως, συνειρμικά, μπορεί να δημιουργηθεί δυσπιστία για την ευθυκρισία και την αμεροληψία της, το δε συμφέρον της δικαιοσύνης και η διασφάλιση του κύρους αυτής επιβάλλει την αποχή αυτής, για σοβαρό λόγο ευπρέπειας, από την ενάσκηση των καθηκόντων της στην εν λόγω υπόθεση. -Κατ’ ακολουθίαν τούτων, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση δήλωση αποχής, κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό. Για τους λόγους αυτούς Προτείνουμε: Να γίνει δεκτή η από 24/5/2016 δήλωση αποχής της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ε. Σ. και ν’ αποφανθεί το Συμβούλιο Σας. ν’ απόσχει αυτή, από τον περαιτέρω χειρισμό της προαναφερθείσας από 10/5/2016 εγκλήσεως του Α. Β.. Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Μπόμπολης"
Αφού άκουσε
τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, η από 24-5-2016 δήλωση της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ε. Σ., η οποία απευθύνθηκε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με την οποία εκθέτει ότι σοβαροί λόγοι ευπρέπειας της επιβάλλουν να απόσχει από την άσκηση των καθηκόντων της κατά την διενέργεια προκαταρκτικής, κατά την, ως ισχύει, διάταξη του άρθρου 29 παρ. 4 του ΚΠΔ, εξετάσεως, που αφορά τις καταγγελλόμενες με την από 10-5-2016 μηνυτήρια αναφορά του Α. Β., κατοίκου Κηφισιάς, ..., αξιόποινες πράξεις, αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που συνεδριάζει ως Συμβούλιο κατά το άρθρο 23 παρ. 4 Κ.Ποιν.Δ., και πρέπει να εξετασθεί κατ’ ουσίαν.
Επειδή, συμφώνως προς το άρθρο 23 παρ. 3 του Κ.Ποιν.Δ., εκτός των αναφερομένων στο άρθρο 14 του ιδίου Κώδικα λόγων αποκλεισμού, με την συνδρομή κάποιου από τους οποίους τα δικαστικά πρόσωπα που αναφέρονται σ’ αυτό δεν δύνανται να ασκήσουν τα καθήκοντά τους, ως και του αναφερόμενου στο άρθρο 15 εδ. α του Κ.Ποιν.Δ. λόγου εξαιρέσεως, που επιβάλλει επίσης την αποχή αυτών από την ενάσκηση των καθηκόντων τους σε ορισμένη υπόθεση, περίπτωση τέτοιας αποχής εμφανίζεται, επίσης, και όταν σοβαροί λόγοι ευπρέπειας επιβάλλουν αυτήν. Ο όρος "ευπρέπεια" περιέχει κρίση αντικειμενική, ενώ η "ευθιξία" είναι ιδιότητα του ατόμου. Η εξαντλητική απαρίθμηση των σοβαρών λόγων ευπρεπείας είναι αδύνατη, γιατί το εάν και πότε υπάρχουν τέτοιοι λόγοι είναι ζήτημα πραγματικό, για το οποίο θα κρίνει κάθε φορά το αρμόδιο δικαστήριο ή συμβούλιο, που επιλαμβάνεται του θέματος, κατά τις κρατούσες δεοντολογικές αντιλήψεις. Γενικώς τέτοιοι λόγοι ευπρεπείας συντρέχουν, όταν η συμμετοχή του δικαστικού λειτουργού ή του εισαγγελέως στην άσκηση των καθηκόντων τους σε συγκεκριμένη υπόθεση μπορεί να δώσει αφορμή σε δυσμενή για αυτόν σχόλια για την αντικειμενική και ανεπηρέαστη, από ο,τιδήποτε και οποιονδήποτε, διερεύνησή της, σε τρόπο ώστε να τίθεται σε αμφιβολία η ελεύθερη και μη προκατειλημμένη κρίση του. Η άποψη αυτή συμπορεύεται και με την διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, με την οποία καθιερώνεται "το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη", όχι με την έννοια της ορθότητας της αποφάσεως, αλλά της έγκαιρης, ουσιαστικής και αδιάβλητης υπό διαδικαστικές (δικονομικές) εγγυήσεις, διεξαγωγής της δίκης, ώστε να είναι δυνατή η αντικειμενική αναζήτηση της αλήθειας και η έγκαιρη και αποτελεσματική προστασία του διαδίκου. Μία από τις εγγυήσεις αυτές είναι η ανεξαρτησία και αμεροληψία του δικαστικού προσώπου, το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με τον εθνικό νόμο. Στην προκείμενη περίπτωση με την από 24-5-2016 δήλωση αποχής προς την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η αιτούσα Αντεισαγγελεύς του Αρείου Πάγου Ε. Σ., ζητεί να απόσχει, από την διενέργεια προκαταρκτικής, κατά την, ως ισχύει, διάταξη του άρθρου 29 παρ. 4 του ΚΠΔ, εξετάσεως, που αφορά τις καταγγελλόμενες με την από 10-5-2016 μηνυτήρια αναφορά του Α. Β., κατοίκου Κηφισιάς, ..., αξιόποινες πράξεις: α) της δωροληψίας υπαλλήλου - δικαστικού λειτουργού (άρθρ. 235, 237 παρ. 1 του ΠΚ), β) της εμπορίας επιρροής (άρθρ. 237 Α του ΠΚ), γ) απόπειρας εκβιάσεως (άρθρ. 42, 385 του ΠΚ) και δ) της παραβάσεως καθήκοντος (άρθρ. 259 του ΠΚ), την οποίαν (διενέργεια προκαταρκτικής αυτής εξετάσεως) της ανέθεσε με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 2153/20-5-2016 έγγραφη παραγγελία της η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, για τον λόγο, ότι ο υιός της εργάζεται στον Όμιλο Εταιριών Χ., διευθυντής του οποίου τυγχάνει ο Μ. Φ., προς τον οποίον τελεί (ο υιός της) σε άμεση σχέση υπαλληλικής εξαρτήσεως και ο οποίος (Μ. Φ.) φέρεται να σχετίζεται αμέσως με δικαστικές διαδικασίες εκδόσεως στην Κύπρο συνεργατών του ως άνω μηνυτού. Εν όψει τούτων και δεδομένου, ότι από τα στοιχεία της δικογραφίας (βλ. την από 25-5-2016 βεβαίωση της εταιρείας C. (HELLAS) INC) προκύπτει, ότι ο υιός της ανωτέρω Αντεισαγγελέως, ονόματι Π. Σ. του Χ., πράγματι εργάζεται στην εταιρεία C. (HELLAS) INC, ότι διευθυντής αυτής υπήρξε ο ανωτέρω Μ. Φ., ότι ο τελευταίος φέρεται στην ανωτέρω μηνυτήρια αναφορά ως συνεργάτης του προαναφερομένου μηνυτού, και επίσης φέρεται ότι και αυτόν αφορούν οι καταγγελλόμενες πράξεις, ευλόγως μπορεί να θεωρηθεί, ότι οι επί της υποθέσεως αυτής ενέργειες και κρίσεις της ως άνω Αντεισαγγελέως δεν θα είναι αποτέλεσμα απροκατάληπτης και αδιάβλητης κρίσεως. Επομένως, το συμφέρον της δικαιοσύνης και η διασφάλιση του κύρους αυτής επιβάλλουν την αποχή της εν λόγω εισαγγελικού λειτουργού, για τον ως άνω, όντα πράγματι σοβαρό, λόγο ευπρέπειας, από την ενάσκηση των καθηκόντων της στην διενέργεια της εν λόγω προκαταρκτικής εξετάσεως. Κατ’ ακολουθίαν τούτων, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση δήλωση αποχής, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την από 24-5-2016 δήλωση αποχής της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ε. Σ..
ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ, ότι η ανωτέρω Αντεισαγγελεύς δεν θα διενεργήσει την προκαταρκτική εξέταση, που διέταξε και της ανέθεσε με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 2153/20-5-2016 έγγραφη παραγγελία της η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και αφορά τις καταγγελλόμενες, με την από 10-5-2016 μηνυτήρια αναφορά του Α. Β., κατοίκου Κηφισιάς, ..., αξιόποινες πράξεις: α) της δωροληψίας υπαλλήλου - δικαστικού λειτουργού (άρθρ. 235, 237 παρ. 1 του ΠΚ), β) της εμπορίας επιρροής (άρθρ. 237 Α του ΠΚ), γ) απόπειρας εκβιάσεως (άρθρ. 42, 385 του ΠΚ) και δ) της παραβάσεως καθήκοντος (άρθρ. 259 του ΠΚ).
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 1 Ιουνίου 2016. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 1 Ιουνίου 2016.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ