Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

Ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή - Χρήση παρένθετης μητέρας από άγαμο - μοναχικό άνδρα



8641/2017 Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης

Κενά δικαίου. Διακρίνονται σε ακούσια ή γνήσια και σε εκούσια. Τρόποι κάλυψης των κενών. Το δικαίωμα στην αναπαραγωγή αποτελεί ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή. Παρένθετη μητρότητα. Κριτήρια βάσει των οποίων ιδρύεται η συγγένεια με τη μητέρα και σύνταξη των ληξιαρχικών πράξεων γέννησης. Το δικαίωμα στην αναπαραγωγή με τη χρήση παρένθετης μητέρας δεν παρέχεται στον άγαμο-μοναχικό άνδρα. Αυτό συνιστά ρητή νομοθετική επιλογή και δεν πρόκειται για κενό δικαίου. Εφόσον η δικαστική άδεια για τη μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων στην παρένθετη μητέρα παρέχεται μόνο σε γυναίκα, απορρίπτεται η υπό κρίση αίτηση του αιτούντος ως μη νόμιμη. Αντίθετη μειοψηφία.

Πρόεδρος: Ολυμπία Κορέα

Εισηγήτρια: Μαρία Δημητρίου, Πρωτοδίκης 

Το δίκαιο λόγω της απειρίας των εξατομικευμένων πραγματικών περιστατικών που χρειάζονται ρύθμιση, δεν μπορεί να προβεί σε πλήρη και εξαντλητική ρύθμισή τους. Αναπόφευκτα καταλείπονται περιπτώσεις, οι οποίες, ενώ απαιτούν ρύθμιση, είτε δεν ρυθμίστηκαν καθόλου, είτε δεν ρυθμίστηκαν πλήρως. Τότε ακριβώς κάνουμε λόγο για κενό δικαίου. Πρόκριμα για να θεωρη­θεί ότι υπάρχει κενό αποτελεί η κρίση για το εάν στη συγκε­κριμένη περίπτωση ο Νομοθέτης έκρινε ότι αυτή έπρεπε να μείνει εκτός του ρυθμιστικού πεδίου δικαίου, όπως συμβαίνει π.χ. με την εξώγαμη συμβίωση ή τις σχέσεις φιλοφροσύνης. Το εάν απαιτείται ρύθμιση ή όχι είναι και αυτό ζήτημα ερμηνείας, κυρίως τελολογικής και συστηματικής. Μόνο εάν κριθεί ότι απαιτείται ρύθμιση, η οποία λείπει, υπάρχει κενό. Τα κενά διακρίνονται σε ακούσια (ή γνήσια) και εκούσια. Ακούσιο (ή γνήσιο) κενό υπάρχει, όταν ο νομοθέτης άφησε αρρύθμιστη μια περίπτωση, η οποία απαιτούσε ρύθμιση. Εφόσον το κενό υπήρχε κατά τον χρόνο θέσπι­σης του κανόνα δικαίου, ο οποίος δεν μπορούσε να καταλάβει τη συγκεκριμένη περίπτωση, αν την είχε υπόψη του ο νομοθέτης τότε το κενό λέγεται πρωτογενές. Αν αντίθετα το κενό αναδείχθηκε μετά τη θέσπιση του σχετικού κανόνα δικαίου, τότε καλείται δευτερογενές. Τα ακούσια κενά καλύπτονται με αναλογία, δηλαδή με τη δημιουργία ερμηνευτικού ad hoc κανόνα δικαίου για την κάλυψή τους. Αν αυτός ο ad hoc κανόνας δικαίου είναι κανόνας δικαίου που ρυθμίζει άλλες όμοιες περιπτώσεις υπάρχει αναλογία Νόμου. Αν αντίθετα ο ad hoc κανόνας συνάγεται από θεμελιώδη αξιώματα του δικαιικού συστήματος υπάρχει αναλογία δικαίου. Ορισμένες φορές η κάλυψη του κενού γίνεται και με το επιχείρημα «από το έλασσον στο μείζον». Άλλοτε πάλι χρησιμο­ποιείται το επιχείρημα «από το μείζον στο έλασσον». Εκούσιο κενό υπάρχει όταν ο νομοθέτης ρύθμισε μία περίπτωση, αλλά διατύπωσε τον Κανόνα Δικαίου κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αφήνει στον ερμηνευτή - εφαρμοστή μεγάλο περιθώριο εξειδίκευσης του κανόνα, χρησιμο­ποιώντας είτε ενδεικτική απαρίθμηση (π.χ. ΑΚ 179 με τη χρήση της λέξης «ιδίως»), είτε αόριστες νομικές έννοιες (π.χ. το «εύλογο» της αποζημίωσης στις ΑΚ 225, 918, καθώς και οι γενικές ρήτρες των ΑΚ 200, 288). Κατά την πλήρωση των ακούσιων κενών η ερμηνευτική προσπά­θεια εστιάζεται στην εξειδίκευση των αόριστων εννοιών, έτσι ώστε να διαγνωσθεί αν η υπό κρίση «αρρύθμιστη» περίπτωση υπάγεται ή όχι στο πλάτος αυτών (βλ. Απ. Γεωργιάδη, «Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου», σελ. 34 επ.). Περαιτέρω, από την διάταξη του άρθρου 4 § 1 του Συντάγματος, κατά την οποία οι Έλληνες είναι ίσοι ενώ­πιον του νόμου, συνάγεται ότι το Σύνταγμα θεσπίζει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του Νόμου, αλλά και την ισότητα του Νόμου έναντι των Ελλήνων πολιτών, υπό την έννοια ότι ο Νομοθέτης δεσμεύεται, όταν ρυθμίζει ουσιωδώς όμοια πράγματα, σχέσεις ή καταστάσεις που αφορούν περισσότερες κατηγορίες προσώπων, να μην εισάγει αδικαιολόγητες εξαιρέσεις και διακρίσεις, εκτός αν αυτές επιβάλλονται από λόγους γενικότερου κοινωνι­κού ή δημόσιου συμφέροντος, την ύπαρξη των οποίων ελέγχουν τα Δικαστήρια (Ολ. ΑΠ 2/2011, ΑΠ 218/2017). Συνεπώς, αν γίνει από το νόμο ειδική ρύθμιση για ορι­σμένη κατηγορία προσώπων και αποκλεισθεί από τη ρύθμιση αυτή, κατ' αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση, άλλη κατηγορία προσώπων, για την οποία συντρέχει ο ίδιος λόγος που επιβάλλει την ειδική εκείνη μεταχείριση, η διάταξη που εισάγει τη δυσμενή αυτή μεταχείριση είναι ανίσχυρη ως αντισυνταγματική. Στην περίπτωση αυτή, προς αποκατάσταση της συνταγματικής αρχής της ισό­τητας, πρέπει να εφαρμοσθεί και για εκείνους, σε βάρος των οποίων έγινε η δυσμενής διάκριση, η διάταξη που ισχύει για την κατηγορία υπέρ της οποίας θεσπίστηκε η ειδική ρύθμιση, διότι μόνο με τον τρόπο αυτό αίρεται η κατάσταση που δημιουργήθηκε από την παραβίαση της ανωτέρω αρχής (ΑΠ 105/2008). Εξάλλου, η καθιέρωση της αρχής της ισότητας αποτελεί νομικό κανόνα, που επι­βάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων, που τελούν κάτω από τις ίδιες ή, έστω, παρόμοιες συνθήκες. Ο Κανόνας αυτός δεσμεύει τα συντεταγμένα όργανα της Πολιτείας και ειδικότερα, τόσο τον κοινό Νομοθέτη, όσο και την κανονιστικώς δρώσα διοίκηση, η παράβασή του, δε, ελέγχεται από τα Δικαστήρια μέσα στον κύκλο της δικαιοδοσίας τους. Ο έλεγχος αυτός είναι έλεγχος ορίων και όχι των κατ' αρχήν επιλογών ή του ουσιαστικού περιεχομένου των νομικών κανόνων, κατά τη διενέργειά του, δε, λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες που συν­δέονται με τις υπό ρύθμιση καταστάσεις ή σχέσεις, με σκοπό τον αποκλεισμό της έκδηλης άνισης μεταχείρισης είτε υπό τη μορφή χαριστικού μέτρου ή προνομίου, μη συνδεόμενου προς αξιολογικά κριτήρια, είτε υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης ή αυθαί­ρετης εξομοίωσης διαφορετικών καταστάσεων ή ενιαίας μεταχείρισης καταστάσεων που τελούν υπό διαφορετι­κές συνθήκες ή, αντιθέτως, διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρόμοιων καταστάσεων (ΣτΕ 250/2005, ΣτΕ 1202/2003, ΣτΕ 2495/2000 ΤΝΠ - Νόμος, ΣτΕ 3587/1997, Δ 1998/120, ΣτΕ 1519/1995 κ.α.). Περαιτέρω, το δικαίωμα στην αναπαραγωγή είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο και, κατά την ορθότερη άποψη, αποτελεί μια ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας [Θ. Παπαχρίστου, Εγχειρ. Οικογενειακού Δικαίου (2005), 215, στον ΑΚ Γεωργιάδη/Σταθόπουλου VIII2 (2007), Εισαγ. Παρατ. στα άρθρα 1455 - 1460, αριθ. 21], που προστατεύεται από τη διάταξη του άρθρου 5 § 1 του Συντάγματος. Βέβαια, η παρεχόμενη συνταγματική προστασία είναι σχετική, αφού το Σύνταγμα ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του ..., εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη». Συνεπώς, το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσω­πικότητας, οριοθετείται από την εκάστοτε σύγκρουσή του με τα δικαιώματα των λοιπών κοινωνών. Θέμα αντίθεσης στους περιορισμούς αυτούς συζητείται ότι μπορεί να υπάρχει σε τρεις περιπτώσεις: α) στη μεταθανάτια γονι­μοποίηση, β) στην τεχνητή γονιμοποίηση άγαμων μονα­χικών γυναικών και γ) στη χρησιμοποίηση «παρένθετης» κυοφόρου γυναίκας. Μπροστά στα διλήμματα αυτά ο Έλληνας νομοθέτης προχώρησε στην εκπόνηση του ν. 3089/2002 και εν συνεχεία του Ν. 3305/2005, με δύο στα­θερά ερείσματα: 1) το Σύνταγμα και 2) τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του Οβιέδο του 1997 για «τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιοϊατρική», που κυρώ­θηκε στην Ελλάδα με το Ν. 2619/1998 (Εισηγητική Έκθεση του Ν. 3089/2002 σε Κώδικα Νομικού Βήματος 2002/2623 και Βιβλιοθήκη Κριτικής Επιθεώρησης «Ιατρική Υποβοήθηση στην Ανθρώπινη Αναπαραγωγή και Αστικό Δίκαιο», εκδ. 2002, σελ. 25). Με τον νόμο 3089/2002 θεσπίσθηκε στην ελληνική έννομη τάξη η δυνατότητα της ιατρικής υποβοήθησης στην ανθρώπινη αναπαραγωγή, μέσω παρένθετης μητέρας, ακολούθη­σαν δε οι νόμοι 3305/2005 περί εφαρμογής της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και 4274/2014 που ρύθμισαν ειδικότερα τη διαδικασία που ακολουθείται. Στο δικαίωμα απόκτησης απογόνων διά του ανωτέρω τρόπου τίθενται περιορισμοί που περιλαμβάνονται στις διατάξεις των άρθρων 1455 ΑΚ και 2 § 3 εδ. 2 και 4 § 1 του Ν. 3305/2005. Κατά το άρθρο 1458 ΑΚ η παρένθετη μητρότητα, δηλαδή η μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων στο σώμα άλλης γυναίκας, ξένων προς την ίδια, και η κυοφορία από αυτή επιτρέπεται με δικαστική άδεια, που παρέχεται πριν από τη μεταφορά, εφόσον υπάρχει έγγραφη και χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία των προσώ­πων που επιδιώκουν να αποκτήσουν τέκνο και της γυναίκας που θα κυοφορήσει, καθώς και του συζύγου της, αν είναι έγγαμη. Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της γυναίκας που επιθυμεί να απο­κτήσει τέκνο, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι ιατρι­κώς αδύνατο να κυοφορήσει και ότι η γυναίκα που προσφέρεται να κυοφορήσει είναι, εν όψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία. Στην ως άνω διάταξη επαναλαμβάνεται ο όρος της ιατρικής αναγκαιότητας που απαιτείται και κατά τη γενική διάταξη του άρθρου 1455 § 1 εδ. 1 ΑΚ. Κατά τη διάταξης του άρθρου 1456 § 1 ΑΚ (σύμφωνα με το άρθρο πρώτο Ν. 3089/2002) κάθε ιατρική πράξη που αποβλέπει στην υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαραγωγής, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 1455 ΑΚ, διενεργείται με την έγγραφη συναίνεση των προσώπων που επιθυμούν να αποκτή­σουν τέκνο. Αν η υποβοήθηση αφορά άγαμη γυναίκα, η συναίνεση αυτής και, εφόσον συντρέχει περίπτωση ελεύθερης ένωσης, του άνδρα με τον οποίο συζεί παρέ­χεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Τέλος, στο νέο δίκαιο της συγγένειας, μετά το Ν. 3089/2002, η συγγένεια με τη μητέρα ιδρύεται με βάση δύο κριτήρια: το ένα είναι ο τοκετός, σύμφωνα με τον κανόνα της διάταξης του άρθρου 1463 εδ. 1 ΑΚ και το δεύτερο είναι το βουλητικό ή κοινωνικοσυναισθηματικό στοιχείο, σύμφωνα με το τεκμήριο της διάταξης του άρθρου 1464 § 1 ΑΚ, κατά το οποίο, στην περίπτωση της παρένθετης μητρότητας, η γυναίκα που επιθυμεί να τεκνοποιήσει και πήρε από το δικαστήριο την άδεια να χρησιμοποιήσει μία «δανεική μήτρα», τεκμαίρεται μητέρα του παιδιού. Το αποτέλεσμα αυτό αποτελεί έκφραση της αρχής της «κοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειας» και, συνακόλουθα, και της αρχής της προστασίας του συμφέροντος του παιδιού. Προκειμένου μάλιστα για τη σύνταξη της ληξιαρχικής πράξης γέννησης, στο άρθρο 7 του Ν. 3089/2002 (το οποίο προστέθηκε στο άρθρο 20 § 1 εδ. 2 του Ν. 344/1976) ορίζεται ότι θα πρέπει να προσκομίζεται στο ληξιαρχείο και η δικαστική άδεια που δόθηκε στην τεκμαιρόμενη μητέρα, ώστε να εγγράφεται αυτή ως η μητέρα του παιδιού. (Για τα ανωτέρω βλ. ΕφΑθ 3357/2010 ΤΝΠ - Νόμος, Ε. Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο τεύχος ΙΙα, τέταρτη έκδοση, Κεφά­λαιο Α` Ανθρώπινη αναπαραγωγή και συγγένεια, II. Η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή σελ. 3 έως 5, 44, 45, 87, 90). 

Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτησή του, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά, ο αιτών, άγαμος άνδρας, επικαλούμενος την αδυναμία του να αποκτήσει τέκνο με φυσικό τρόπο, ζητεί να του χορηγηθεί από το Δικαστήριο η άδεια να προβεί στη μεταφορά στο σώμα της ..., συζύγου του ..., γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ίδια, προκειμένου να κυοφορήσει το τέκνο που αυτός επιθυμεί, κατόπιν σχετικής συμφωνίας μεταξύ τους, χωρίς αντάλλαγμα. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, στην περι­φέρεια του οποίου έχει την προσωρινή διαμονή του ο αιτών, αλλά και την κατοικία της η κυοφόρος, αντίστοιχα, κατά την προκειμένη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδο­σίας [άρθρα 739, 740 § 1 εδ. β`, 741 και 799 ΚΠολΔ, όπως τα άρθρα 740 και 799 ΚΠολΔ ισχύουν μετά την εκ νέου αντικατάστασή τους με το άρθρο 1 άρθρο έκτο § 2 του Ν. 4335/2015 ΦΕΚ A` 87/23-7-2015, με έναρξη ισχύος από 1-1-2016 - άρθρο 1 άρθρο ένατο § 4 Ν. 4335/2015 - και 121 ΕισΝΑΚ, (νέα άρθρα 739 έως 781 ΚΠολΔ)], δεδομένου ότι έχει τηρηθεί η προδικασία της διάταξης του άρθρου 748 § 2, με την επίδοση αντιγράφου της στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, σε αυτήν που θα κυοφορήσει το τέκνο και στον σύζυγό της, πλην, όμως, κρίνεται απορριπτέα ως μη νόμιμη. Ειδικότερα, από το γράμμα των σχετικών με την ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή διατάξεων του ΑΚ, αλλά και των λοιπών νομοθετημάτων που ορίζουν τη διαδικασία και τις επιμέρους προϋποθέσεις, καθίσταται σαφές ότι το σχετικό δικαίωμα δεν παρέχεται στον άγαμο - μονα­χικό άνδρα. Ο αποκλεισμός του τελευταίου από τη σχε­τική ρύθμιση, είναι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου αυτού, μία ρητή νομοθετική επιλογή, βάση των υφιστάμενων, κατά τον χρόνο θέσπισης αυτής, κρατούντων κοινωνικών και λοιπών συνθηκών, υποκινούμενη από τη διαφορετικότητα της φύσης των δύο φύλων, διά της οποίας ο νομοθέτης με πλήρη επίγνωση της ύπαρξης και των περιπτώσεων αυτών, έθεσε εκτός του ρυθμιστικού πεδίου δικαίου την περίπτωση του μοναχικού άνδρα, μη χορηγώντας σε αυτόν το εν λόγω δικαίωμα. Ακολούθως, στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για κενό με την έννοια που αποδίδεται σε αυτόν τον όρο, το δε δικα­στήριο δεν δύναται να προβεί σε έλεγχο των επιλογών του εθνικού νομοθέτη ή του ουσιαστικού περιεχομένου αυτών, παρά μόνο σε έλεγχο των ορίων των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στις προηγηθείσες νομικές σκέψεις. Άλλωστε, δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί βάσιμα ότι η περίπτωση του μοναχικού άνδρα δεν ήταν γνωστή στον νομοθέτη κατά τον χρόνο θέσπισης του Ν. 3089/2002, αφενός διότι πρό­κειται περί ενός σχετικά πρόσφατου νομοθετήματος και αφετέρου διότι στη θέση του αυτή, περί μη αναγνώρισης της δυνατότητας ιατρικής υποβοήθησης στην ανθρώ­πινη αναπαραγωγή με τη χρήση παρένθετης μητέρας και στον μοναχικό άγαμο άνδρα, ο νομοθέτης ενέμεινε και σε μεταγενέστερο χρόνο και δη κατά τη θέσπιση των Νόμων 3305/2005 και 4274/2014. Σε κάθε περί­πτωση, ακόμη κι εάν ήθελε υποστηριχθεί ότι πρόκει­ται περί ακούσιου πρωτογενούς ή, έστω, δευτερογενούς, κενού, δηλαδή περί περίπτωσης η οποία είτε υπήρχε είτε όχι, κατά τον χρόνο θέσπισης του κανόνα δικαίου, απαιτούσε ρύθμιση και παρόλα αυτά αφέθηκε αρρύθ­μιστη από τον νομοθέτη, η πλήρωση του κενού αυτού θα έπρεπε να γίνει με αναλογία. Εν προκειμένω, όμως, δεν υφίσταται ομοιότητα μεταξύ της ρυθμισμένης και της αρρύθμιστης περίπτωσης, αφού ο άνδρας είναι φύσει αδύνατο να κυοφορήσει και ως εκ τούτου δεν μπορεί να γίνει λόγος για ιατρική αδυναμία κυοφορίας στην περί­πτωσή του και έτσι να τεκνοποιήσει με τη μεσολάβηση κυοφόρου-παρένθετης μητέρας. Τη διαφορά, δηλαδή, στη νομοθετική ρύθμιση ως προς τα δύο φύλα τη δημιουρ­γεί η διαφορετική φύση τους (ΕφΑθ 3357/2010, ό.π., Παπαχρίστου, Η τεχνητή αναπαραγωγή στον αστικό κώδικα, 2003, 55 επ., ο ίδιος στον ΑΚ Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, Εισαγ. παρατ. στα άρθρα 1455 - 1460, αριθ. 18, Βιδάλης, Το πρόσταγμα της οικογένειας: Η συνταγ­ματικότητα του Νόμου για την «ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή», ΝοΒ 2003/839 - 840, Περάκης σε Γεωργιάδη Σύντομη Ερμηνεία Αστικού Κώδικα, Τόμος II, έκδοση 2013, άρθρο 1458, σελ. 747 - 748). Μόνο η γυναίκα κυοφορεί και γεννά και άρα αυτή μόνο μπο­ρεί να έχει σχετική ιατρική αδυναμία, ώστε να επιτρέπε­ται να προσφεύγει στην παρένθετη μητέρα. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος που ο Νόμος δεν προβλέπει γενικά τη δυνατότητα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για τους άγαμους και μοναχικούς άνδρες, με τους οποίους το τέκνο που θα γεννηθεί δεν θα συνδέεται βιολογικά. Το ότι, δηλαδή, για να αποκτήσουν αυτοί παιδί, θα χρειαζόταν ακριβώς η προσφυγή στην παρένθετη μητρότητα που, όμως, σημαίνει κάλυψη μιας ιατρικής αδυναμίας που ευθύς εξ αρχής δεν είναι δική τους. Τέλος, κατά τα αναφερόμενα στις προηγηθείσες νομικές σκέψεις, η παροχή έννομης προστασίας του δικαιώματος στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας με βάση τη διάταξη του άρθρου 5 του Συντάγματος έχει, αναντίρρητα, ως όριο το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότη­τας των λοιπών κοινωνών. Στην προκειμένη περίπτωση, πέραν των ανωτέρω αναφερόμενων, τίθεται εύλογα το ερώτημα εάν διά της αναγνώρισης του δικαιώματος της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με τη χρήση κυοφόρου μήτρας και στον μοναχικό άνδρα προσβάλλο­νται βασικές εκφάνσεις της προσωπικότητας του τέκνου που πρόκειται να γεννηθεί μέσω της διαδικασίας αυτής, καθότι θα πρόκειται για τέκνο με νομικά ανύπαρκτη μητέρα, δεδομένου ότι με βάση τα ισχύοντα στην έννομη τάξη μας ουδείς δεσμός συγγένειας δημιουργείται μεταξύ της γυναίκας που κυοφορεί και του τέκνου. Συνεπώς, η υιοθέτηση της άποψης ότι η συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να ρυθμιστεί με αναλογία νόμου κρίνεται, του­λάχιστον, παρακινδυνευμένη για τα προσδιοριστικά της ταυτότητας και προσωπικότητας στοιχεία του μέλλοντος να γεννηθεί τέκνου, πολλώ δε μάλλον που η έννομη τάξη μας δεν είναι προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει τέτοιες περιπτώσεις, ακόμη και σε επίπεδο διοικητικό (βλ. με αριθμό 261/2010 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους). Ακολούθως, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, αφού σαφώς προκύπτει ότι η προαναφερόμενη δικαστική άδεια παρέχεται μόνο σε γυναίκα και όχι σε άνδρα, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη. Ωστόσο, κατά την άποψη ενός μέλους του Δικαστη­ρίου και δη της εκ δεξιών Συνέδρου Εισηγήτριας, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, διότι: Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1455 § 1, 1458 ΑΚ, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με το άρθρο πρώτο του Ν. 3089/2002, «η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή (τεχνητή γονιμοποίηση) επιτρέπεται μόνο για να αντιμετω­πίζεται η αδυναμία απόκτησης τέκνων με φυσικό τρόπο ή για να αποφεύγεται η μετάδοση στο τέκνο σοβαρής ασθέ­νειας. Η υποβοήθηση αυτή επιτρέπεται μέχρι την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής του υποβοηθούμενου προσώπου. Η μεταφορά στο σώμα άλλης γυναίκας γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ίδια, και η κυοφορία από αυτή επιτρέπεται με δικαστική άδεια που παρέ­χεται πριν από τη μεταφορά, εφόσον υπάρχει έγγραφη και χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία των προσώπων που επιδιώκουν να αποκτήσουν τέκνο και της γυναίκας που θα κυοφορήσει, καθώς και του συζύγου της, αν είναι έγγαμη. Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της γυναίκας που επιθυμεί να αποκτήσει τέκνο, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι ιατρικώς αδύνατο να κυοφο­ρήσει και ότι η γυναίκα που προσφέρεται να κυοφορήσει είναι, ενόψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία». Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, το δικαίωμα στην τεχνητή αναπαραγωγή κατοχυρώνεται από το άρθρο 5 § 1 του Συντάγματος, οπότε αποκλείεται παρα­δεκτά μόνο αν συγκρούεται με τα δικαιώματα των άλλων, το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη. Η στάση του ν. 3089/2002 είναι προβληματική από τη σκοπιά του άρθρου 4 του Συντάγματος, γιατί η παροχή δικαιώματος τεχνητής ανα­παραγωγής στην άγαμη μόνη γυναίκα και την ίδια στιγμή η στέρηση του δικαιώματος από τον άγαμο μόνο άνδρα, από τη μία πλευρά, η παροχή δικαιώματος τεχνητής ανα­παραγωγής στη γυναίκα που επιζεί και στο σύζυγο ή τον σύντροφό της που προαποβιώνει και την ίδια στιγμή η στέρηση του δικαιώματος από τον άνδρα που επιζεί και την σύζυγό του ή την σύντροφό του που προαποβιώνει, από την άλλη πλευρά, αποτελεί κατάφωρη διακριτική μεταχεί­ριση των ενδιαφερομένων για τη λύση της τεχνητής ανα­παραγωγής που δεν δικαιολογείται, κατά τα άρθ. 4 §§ 1 - 2 του Συντάγματος. Το κενό αυτό που δημιουργείται ως προς το δικαίωμα τεχνητής αναπαραγωγής του άγαμου μόνου άνδρα θεραπεύεται με συνολική αναλογία των ΑΚ 1455 (ας τονισθεί ιδιαίτερα, σε σχέση με την § 1 εδ. α`, ότι, όπως ακριβώς για την υποβοήθηση της άγαμης μόνης γυναίκας πέρα από τα όρια του φύλου της (με δωρεά σπέρματος), έτσι και για την υποβοήθηση του άγαμου μόνου άνδρα πέρα από τα όρια του φύλου του (με δωρεά ωαρίου και δανεισμό μήτρας) απαιτείται να συντρέχει επίσης ιατρική ανάγκη για υποβοήθηση του επίδοξου μόνου γονέα η οποία δεν θα του επέτρεπε να αναπαραχθεί φυσιολογικά ούτε στο πλαίσιο ζεύγους με πρόσωπο του άλλου φύλου - ο περιορισμός αυτός επιβάλλεται τόσο στην περίπτωση της γυναίκας όσο και στην περίπτωση του άνδρα από τα χρηστά ήθη), ΑΚ 1456 και ΑΚ 1458, το δε κενό ως προς το δικαίωμα τεχνητής αναπαραγωγής του άνδρα που επιζεί και της συζύγου ή της συντρόφου του που προαπο­βιώνει θεραπεύεται με συνολική αναλογία των ΑΚ 1455, ΑΚ 1456, ΑΚ 1457 και ΑΚ 1458. Η αναλογία αυτή επεκτείνεται και στη διάταξη ΚΠολΔ 799 παρ. 1, όπως ισχύει σήμερα, μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 1 άρθρο έκτο § 2 του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ A` 87/23-7-2015, με έναρξη ισχύος από 1-1-2016 - άρθρο 1 άρθρο ένατο § 4 Ν. 4335/2015). Έτσι, αρμόδιο για την έκδοση της δικαστικής άδειας είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η συνήθης διαμονή του αιτούντος ή εκείνης που πρόκειται να κυοφορήσει, στην περίπτωση του άγαμου άνδρα που επιδιώκει τη δικαστική άδεια για τεχνητή αναπαραγωγή με δανεισμό μήτρας, η δε αίτηση εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδο­σίας (Γεωργιάδης/Σταθόπουλος Αστικός Κώδικας, άρθρα 1457 - 1458 - ΜΠρΘεσ 13707/2009, ΧρΙΔ 2011/267, ΜΠρΑθ 2827/2008, ΧρΙΔ 2009/817). Στην προκειμένη περίπτωση η κρινόμενη αίτηση είναι νόμιμη, σύμφωνα και με όσα εκτέ­θηκαν στη μείζονα σκέψη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1455, 1456, 1457 και 1458 ΑΚ, αναλογικά εφαρμοζομένων.

Σκανδαλίζω τα όνειρα


 

Τρομάζω στην επαναληπτικότητα
της ιδεοψυχαναγκαστικής νεύρωσής σου

έστειλες και άλλες τύψεις
να προσποιούνται τα παράπονα
σ'εκείνα τα εκκρεμή βράδια
που έγερναν από το βάρος
της αποκάλυψης
 
ορκίστηκα σε Θεό που δεν πίστεψα
σε θυσία που δεν ήμουν έτοιμος να κάνω
παγιδευμένος στην ίδια τελετή
να κλείνω τα μάτια μου
-παιδική συνήθεια-
να βλέπω λαμπάκια να τρεμοπαίζουν
σφίγγοντας την ψυχή μου
-ενηλικιωμένη ευήθεια-
κάνοντας πέτρα την καρδιά και το κορμί μου
πλειοδοτώντας στα όνειρα
ξεπουλώντας την ανάμνησή τους
περιφερόμενος νυχτοβάτης
στο έρεβος της αναζήτησής σου
παραπατώντας στις φωτογραφίες σου
στα κομμάτια που μάταια συγκολλούσα
 
αφού επανήλθε η λογική της επανάληψης
μην ξεχάσω και αυτό το ξημέρωμα
να ορκιστώ πως θα παραχαράξω τα όνειρά μου
ίσως το επόμενο βράδυ,
ο θάνατός σου να είναι η ζωή μου,
με σκανδάλισε η κυριολεξία.

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2020

Εφετείο Θεσσαλονίκης: Δεν λαμβάνονται υπ'όψιν αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που δεν είναι δημόσιες, επειδή δεν εξυπηρετούν σκοπούς υπέρτερους του υποκειμένου των δεδομένων

 

1302/2020 ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (ΜΟΝ.)

Αποδεικτικά μέσα. Φωτογραφίες από μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συνιστούν προσωπικά δεδομένα. Εφόσον προέρχονται από λογαριασμό, που είναι προσιτός μόνον σε «φίλους» του υποκειμένου τους, η προσκομιδή τους, άνευ της συγκαταθέσεώς του και χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων του Νόμου, συνιστά απαγορευμένη επεξεργασία. 

Αριθμός 1302/2020 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Τμήμα ΣΤ΄ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή, Ερατώ Κολέση, Εφέτη, που ορίστηκε νόμιμα και από τη Γραμματέα, ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 10 Ιανουάριου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: ... 

Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα και εφεσίβλητη, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης την με αριθμ. καταθ. .../13-7-2018 αγωγή της, με αντικείμενο την επιδίκαση τακτικής μηνιαίας διατροφής προς αυτήν. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρ 592 - 613 ΚΠολΔ), η υπ’ αριθμ. 5254/25.04.2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία δέχθηκε εν μέρει αυτήν. Την ανωτέρω απόφαση εξεκάλεσαν στο παρόν Δικαστήριο αμφότεροι οι διάδικοι, και συγκεκριμένα ... 

μη λαμβανομένων επίσης υπόψιν των διαφόρων φωτογραφιών που ανήρτησε η εκκαλούσα - ενάγουσα στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook, οι οποίες προσκομίζονται από τον εκκαλούντα - εναγόμενο, χωρίς να επικαλείται ή να αποδεικνύει ότι συντρέχει κάποια από τις προϋποθέσεις νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων αυτών, που ορίζονται στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας προσωπικών Δεδομένων της Ε.Ε. (2016/679) και το νόμο 4624/2019, οπωσδήποτε δε, δεν κρίνεται, ότι η ενέργεια αυτή υπηρετεί σκοπούς και έννομα συμφέροντα υπέρτερα αυτών της ενάγουσας ως υποκειμένου των εν λόγω δεδομένων (βλ. και ΑΠ 996/2010 με επίκληση της προστασίας συνταγματικά υπέρτερου αγαθού), καθόσον αυτές, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του προσωπικού της λογαριασμού είναι προσιτές μόνο σε «φίλους» και δεν είναι δημόσιες αναρτήσεις, και ως εκ τούτου αποτελούν προσωπικά δεδομένα (ΕφΛαρ 346/2015, δημ. ΝΟΜΟΣ), τα οποία προστατεύονται από τον ανωτέρω Κανονισμό και Νόμο, και σύμφωνα με άρθρο 6 του ανωτέρω Κανονισμού, η επίκληση και προβολή των εν λόγω δεδομένων εκ μέρους τρίτου προσώπου, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου προστασίας και χωρίς τη συνδρομή κάποιας από τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, αποτελεί απαγορευμένη επεξεργασία, (σημειουμένου, τέλος, ότι πλην των ανωτέρω φωτογραφιών, γραπτά ηλεκτρονικά μηνύματα [SMS] δεν προσκομίσθηκαν στο παρόν δικαστήριο από τον εναγόμενο)...

Παραβίαση προσωπικών δεδομένων: Απαιτείται η προηγούμενη επέμβαση σε υπάρχον σύστημα αρχειοθέτησης

 

 

367/2020 ΑΝΑΦΟΡΑ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΖΑΚΥΝΘΟΥ

 

Προσωπικά δεδομένα και νέος νόμος 4624/2019 (GDPR). Φωτογράφιση εργαζομένων σε λιμένα. Νόμος 2472/1997 και άρθρο 22 παρ. 1 του νόμου αυτού. GDPR - Νέος νόμος περί προσωπικών δεδομένων: 4624/2019. Κατάργηση της γενικής υποχρέωσης γνωστοποίησης της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις εποπτικές αρχές με το ν. 4624/2019, κάτι που προβλεπόταν από το ά. 22 παρ. 1 του ν. 2472/1997. Επιεικέστερος, ως εκ τούτου, ο νέος νόμος, αφού η πράξη καθίσταται ανέγκλητη. Άρθρο 38 του ν. 4624/2019 και ποινική ευθύνη. Επέμβαση σε σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και γνώση των προσωπικών δεδομένων κατόπιν της επέμβασης. Ποινική ευθύνη επεμβαίνοντος. Ακόμη κι αν θεωρηθεί ότι είναι αξιόποινη όχι μόνο η γνώση των προσωπικών δεδομένων έπειτα από επέμβαση σε σύστημα αρχειοθέτησης αλλά και η εξυπαρχής δημιουργία αρχείου (π.χ. φωτογραφιών) και περαιτέρω χρησιμοποίηση αυτών των προσωπικών δεδομένων, στην παρούσα υπόθεση κάτι τέτοιο δεν προέκυψε. Η εν λόγω συμπεριφορά θα μπορούσε να υπαχθεί μόνο στην παλαιά και καταργηθείσα διάταξη του ά. 22 παρ. 1 του ν. 2472/1997. Ποινική Δικονομία. Αναφορά Εισαγγελέως Πρωτοδικών προς τον Εισαγγελέα Εφετών. Τίθεται στο αρχείο η παρούσα υπόθεση ως νόμω αστήρικτη κατά τα ως άνω.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΖΑΚΥΝΘΟΥ 

Αρ. πρωτ.: 367/2020

Π Ρ Ο Σ Τον κ. Εισαγγελέα Εφετών Πατρών ΘΕΜΑ: « Αναφορά κατ' άρ. 43 ΚΠΔ». Λαμβάνω την τιμή να Σας υποβάλω συνημμένως την με ΑΒΜ:...σχηματισθείσα δικογραφία, κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, για την κατ' εκτίμηση τέλεση αδικήματος παράβασης του νόμου περί προσωπικών δεδομένων (άρ. 22 παρ. 1 και 4 περ. Ν. 2472/1997 - πλέον άρ. 38 Ν. 4624/2019), με φερόμενο τόπο τέλεσης το Λιμένα Ζακύνθου και χρόνο τέλεσης το έτος 2018, αναφορικά με φερόμενη φωτογράφιση εργαζομένων (…) από τον Π. Λ. του Δ. και Δ. Μ. του Α. (από τους οποίους ελήφθησαν ανωμοτί εξηγήσεις) και Σας αναφέρω ότι δεν άσκησα ποινική δίωξη για το ανωτέρω συμβάν, αλλά έθεσα την υπόθεση στο αρχείο σύμφωνα με το άρθρο 43 Κ.Π.Δ. για τους κάτωθι λόγους: 

Σύμφωνα με το άρθ. 22 παρ. 1 Ν. 2472/1997 : «όποιος παραλείπει να γνωστοποιήσει στην αρχή, κατά το άρθρο 6 του παρόντος νόμου τη σύσταση και λειτουργία αρχείου…τιμωρείται…». Ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Προσωπικών Δεδομένων, που έχει, βάσει των αρχών του ενωσιακού δικαίου, άμεση ισχύ, και τέθηκε σε ισχύ στις 25.05.2018, κατήργησε τη γενική υποχρέωση γνωστοποίησης της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις εποπτικές αρχές που προέβλεπε η οδηγία 95/46/ΕΚ και συνακόλουθα δεν τυποποιήθηκε στον πρόσφατο Ν. 4624/2019 και στο άρθρο 38 αυτού «περί ποινικών κυρώσεων» η ανωτέρω παρ. 1 του άρθ.22 Ν. 2472/1997, στην οποία θα μπορούσε τυχόν να υπαχθεί η ανωτέρω υπό έρευνα συμπεριφορά. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρ. 22 του καταργηθέντος Ν. 2472/1997 : «όποιος χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών, μεταδίδει, ανακοινώνει κτλ…τιμωρείται…». Η ανωτέρω παράβαση, μετά την κατάργηση του ανωτέρω νόμου, μεταφέρθηκε στο άρ. 38 Ν. 4624/2019, σύμφωνα με το οποίο για τη στοιχειοθέτησή της, απαιτείται επέμβαση σε (υπάρχον) σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και μ’αυτόν τον τρόπο γνώση αυτών και τυχόν αντιγραφή αυτών, αφαίρεση, αλλοίωση κτλ. αυτών. Ακόμη και αν θεωρηθεί ότι είναι αξιόποινη όχι μόνο η γνώση των προσωπικών δεδομένων έπειτα από επέμβαση σε σύστημα αρχειοθέτησης προσωπικών δεδομένων, αλλά και η εξυπαρχής δημιουργία αρχείου (λ.χ. φωτογραφιών) και περαιτέρω χρησιμοποίηση αυτών των προσωπικών δεδομένων, μετάδοση, διάδοση, κοινολόγηση, ανακοίνωσή τους (βλ. άρθ. 38 παρ. 2 Ν. 4624/2019), στην παρούσα υπόθεση κάτι τέτοιο δεν προέκυψε να έχει επισυμβεί, σε βαθμό επαρκών μάλιστα ενδείξεων, όπως καταδεικνύεται από τις καταθέσεις των μαρτύρων. Συνεπώς, η παρούσα συμπεριφορά δεν μπορεί να υπαχθεί ούτε σε αυτή την ποινική υπόσταση, παρά μόνο τυχόν στην παλαιά παρ. 1 του άρ. 22 Ν. 2472/1997, η οποία, όμως, δεν επαναδιατυπώθηκε στον ανωτέρω νέο νόμο 4624/2019, και συνακόλουθα ως πράξη τυγχάνει ανέγκλητη κατ’ άρθ.2 Π.Κ.. Συνακόλουθα, η παρούσα υπόθεση πρέπει να τεθεί στο αρχείο κατ’ άρθρο 43 παρ. 4-3 Κ.Π.Δ., ως νόμω αστήρικτη. Παρακαλώ όπως εγκρίνετε την ανωτέρω ενέργειά μου, εφόσον συμφωνείτε με αυτή.

Ζάκυνθος, 27.02.2020 Με τιμή, 

Ο Εισαγγελέας Ιωάννης Γιαννακέλος 

Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2020

Θα τα πούμε σε απροσδιόριστο μέλλον


 

Αυτός ο περίπατος

καταγράφηκε στη μνήμη από απόσταση

διένυσα τόσα γιατί

για να διαλύσω τόσα όχι

ανώμαλος ο δρόμος, με κατωφέρεια

πως να ισιώσεις τόσα στοπ

όταν σου το'πα, τελεία

τέλεια δεν ήταν ποτέ η ευθεία της συνύπαρξής μας

Σήκωσες το χέρι, να ζητήσεις βοήθεια

δεν βοηθάνε τα σήματα

στην επικοινωνία μας

είχα μείνει εγκαταλελειμμένος από μία προδοσία

που με έβγαλε απ'τα ρούχα μου

στο δρόμο συναντήθηκε και η καχυποψία

να σέρνομαι, χωρίς πυξίδα, ως τιμωρία

για μια υποψία που δεν επαληθεύτηκε

ο εγωισμός, ο μόνος φανατικός αναγνώστης

του τελευταίου αντίο

"θα τα ξαναπούμε σε απροσδιόριστο μέλλον"

που παραδόθηκε ημιθανές σε χείλη

ακατάδεκτα και κλειδωμένα

σε βαθιά απομόνωση

πόσο, άραγε, διερράγη, ο φανατισμός

στις ράγες ενός προμελετημένου εγκλήματος:

Να πονέσω, για όσα πόνεσες από ακαταλόγιστη αγάπη 

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

Περί Διατάραξης συνεδριάσεως Δικαστηρίου και άλλων δαιμονίων

 


 

Μία απόφαση - κόσμημα της ελληνικής δικαιοσύνης, η οποία τέμνει ορθά και δίκαια το θέμα της διατάραξης συνεδριάσεως δικαστηρίου, χωρίς στεγανά, αγκυλώσεις και προκαταλήψεις.

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ: .../2020

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (Γ' ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΠΛΗΜ/ΤΩΝ) Συνεδρίαση της ...-...-2017 σε συνέχεια της ...-...-2020

 

Σύνθεση Δικαστηρίου

Κατηγορούμενος

Πράξη

Ευαγγελία ΣΤΕΡΓΙΟΥ

... ... του ...

Παράβαση άρθρων

Προεδρεύουσα Εφέτης

, Δικηγόρος, κάτοικος

197 παρ. 2,1 ΠΚ

Κωνσταντίνος

Αθηνών, οδός...

 

ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Χριστίνα ΛΙΜΟΥΡΑ

 

 

Εφέτες

 

 

Μαρία ΣΟΥΚΑΡΑ-

ΠΑΡΩΝ

 

ΚΑΤΣΙΚΑΔΗ

 

 

Αντεισαγγελέας Εφετών


Ψ        α                          ™ ι

...

 

 

Γραμματέας

 

 

 

 

 

ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η συνεδρίαση έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου.

Η Πρόεδρος εκφώνησε το όνομα του κατηγορουμένου, ο οποίος εμφανίστηκε και όταν η Πρόεδρος τον ρώτησε για την ταυτότητά του κ.τ.λ., απάντησε ότι ονομάζεται όπως αναφέρεται παραπάνω και παρίσταται αυτοπροσώπως με την ιδιότητα του ως Δικηγόρος.


Κατά τη διάταξη του άρθρου 197 του ΠΚ, "1. Όποιος χωρίς να διαταράξει την κοινή ειρήνη εμποδίζει αυθαίρετα τις συνεδριάσεις υπηρεσιακού συλλόγου συγκροτημένου σύμφωνα με το νόμο για την διεξαγωγή δημοσίων υποθέσεων ή πολιτικού κόμματος που λειτουργεί νόμιμα ή σωματείου αναγνωρισμένου σύμφωνα με το νόμο ή των αρχών τους ή των αρχών και συμβουλίων κάποιου καθιδρύματος ή τις διαταράσσει σοβαρά με διέγερση θορύβου ή αταξίας ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

2. Αν η πράξη που τελέστηκε αφορά συνεδρίαση δικαστηρίου, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών».

Η διάταξη αυτή προβλέπει δύο σωρευτικώς τελούμενα εγκλήματα, αφενός την αυθαίρετη παρεμπόδιση της συνεδρίασης του δικαστηρίου και αφετέρου την διατάραξη αυτής, κάθε ένα δε από αυτά μπορεί να τελεστεί με τη διέγερση θορύβου, αταξίας ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Για τη συγκρότηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της διατάραξης των συνεδριάσεων πρέπει η παρεμπόδιση ή η διατάραξη να γίνεται αυθαίρετα, δηλαδή χωρίς δικαίωμα του ενεργούντος. Υποκειμενικά απαιτείται δόλος που συνίσταται στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών τα οποία απαρτίζουν την έννοια της πιο πάνω πράξης δηλαδή περιλαμβάνει τη γνώση της παρεμπόδισης ή της διατάραξης και την αντίστοιχη θέληση (ΑΠ 389/1991 ΤΝΠ Νόμος, Μ. Μαργαρίτης, Ποινικός Κώδικας, 2η έκδοση, άρθρ. 197 αρ. 2 επ., Τούσης / Γεωργίου άρθρ. 197 αρ. 3, Μπουρόπουλος άρθρ. 197 σ. 181). Το «αυθαίρετο» της παρεμπόδισης είναι στοιχείο του αδίκου και συνεπώς η εσφαλμένη γνώση του μπορεί να θεμελιώσει νομική πλάνη (Μ. Μαργαρίτης όπ.π. αρ. 5β).

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία απεδείχθη ότι ο κατηγορούμενος, Δικηγόρος Αθηνών, κατά την ποινική συνεδρίαση της ... του Β' Μονομελούς Αυτοφώρου Πλημμελειοδικείου Αθηνών, συμπαρήστατο ως συνήγορος υπεράσπισης της κατηγορουμένης δημοσιογράφου ... στην υπόθεση με αριθμό πινακίου ..., μαζί με την επίσης δικηγόρο Αθηνών .... Κατά την έναρξη της εκδίκασης της υπόθεσης, υπέβαλε προφορικά αίτηση εξαίρεσης της Εισαγγελέως της έδρας ασκώντας νόμιμο δικαίωμά του. Ο Προεδρεύων Πλημμελειοδίκης ζήτησε να υποβληθεί το αίτημα αυτό εγγράφως και για την σύνταξη της έγγραφης αίτησης εξαίρεσης διέκοψε την συνεδρίαση για 15 λεπτά, κατά τα οποία ο κατηγορούμενος εξήλθε της αιθούσης του ακροατηρίου, προκειμένου να συντάξει το έγγραφο. Ήδη όμως η συμπαριστάμενη μαζί του Δικηγόρος, εν αγνοία του, παραμένοντας εντός της αιθούσης, είχε συντάξει εγγράφως την αίτηση εξαίρεσης και κατά την επάνοδο του Δικαστηρίου παρέδωσε την αίτηση αυτή στο Δικαστήριο. Ο κατηγορούμενος αντιλαμβανόμενος την επάνοδο του Δικαστηρίου εισήλθε ταχέως  εντός της αιθούσης και αιτήθηκε την παραλαβή της έγγραφης αίτησής του από τον Προεδρεύοντα, πλην όμως εκείνος αρνήθηκε να την παραλάβει λέγοντας ότι ήδη είχε αποφανθεί το Δικαστήριο, απορρίπτοντας την αίτηση. Κατόπιν της αρνήσεως αυτής δημιουργήθηκε ένταση μεταξύ της έδρας και του κατηγορουμένου, ο οποίος, διαμαρτυρόμενος για τον τρόπο λήψης της απορριπτικής απόφασης του Δικαστηρίου, αιτήθηκε, προφορικά, την εξαίρεση και του Προεδρεύοντος Πλημμελειοδίκου. Στη συνέχεια κλήθηκε και από τα δύο μέρη η αστυνομία προκειμένου να επιβληθεί η τάξη. Τα παραπάνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, δεν συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος του άρθρου 197 παρ. 2 ΠΚ, καθόσον: α) Η διαμαρτυρία του κατηγορουμένου για την μη στέρηση του δικαιώματος του αναφέρεσθαι και την υποβολή της ένστασης εξαιρέσεως, δεν αποτελούν διέγερση θορύβου ή αταξίας, ώστε να εμποδισθεί ή διαταραχθεί η συνεδρίαση του δικαστηρίου, β) δεν επήλθε εμπόδιση ή διατάραξη της συνεδριάσεως με την έννοια που αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, καθόσον το Δικαστήριο είχε διακόψει για την παραλαβή της έγγραφης αίτησης εξαίρεσης, γ) η διαμαρτυρία του κατηγορουμένου, συνοδευόμενη από την υποβολή ενστάσεως εξαιρέσεως του Δικαστή, δεν έγινε χωρίς δικαίωμα, δηλαδή δεν ήταν αυθαίρετη, ενόψει του ότι η υποβολή ενστάσεως εξαιρέσεως αποτελεί δικαίωμα του διαδίκου και προβλέπεται από τα άρθρα 16 επόμ. του ΚΠΔ, ο δε κατηγορούμενος, όπως προαναφέρθηκε, παρίστατο ως συνήγορος υπεράσπισης της κατηγορουμένης δημοσιογράφου, με εγκαλούσα υπηρετούσα στο Πρωτοδικείο Αθηνών Πρόεδρο Πρωτοδικών, στην υπόθεση με αρ. πινακίου ..., που εκδικαζόταν και η οποία είχε διακοπεί ακριβώς για να εγχειρίσει ο κατηγορούμενος εγγράφως την αίτηση εξαίρεσης που υπέβαλε και δ) από τα ως άνω πραγματικά περιστατικά δεν προκύπτει η δολία προαίρεση του κατηγορουμένου με τη μορφή, είτε του αμέσου, είτε του ενδεχόμενου δόλου, ώστε να στοιχειοθετείται και το υποκειμενικό στοιχείο του εγκλήματος. Συνεπώς, πρέπει να κηρυχθεί αθώος για την ανωτέρω αποδιδόμενη σ' αυτόν αξιόποινη πράξη. Επιπλέον, τα αιτήματα του κατηγορουμένου α) κλητεύσεως των μαρτύρων που αναφέρει, ήτοι της Εισαγγελέως της έδρας και του Προεδρεύοντος Πλημμελειοδίκη και β) προσκομιδής των σχετικών εγγράφων, είναι απορριπτέα, καθόσον τα υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία αρκούν για τον σχηματισμό, στο Δικαστήριο, πλήρους δικανικής πεποίθησης για την κατηγορία

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Λ                                                                                                                                                                              ί       .*:                                                                                                                                                                                                                                                  "Τ *

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντα τον κατηγορούμενο ...

ΚΗΡΥΣΣΕΙ τον κατηγορούμενο αθώο, του ότι:

Στην Αθήνα, στις ..., χωρίς να διαταράξει την κοινή ειρήνη, με

πρόθεση διατάραξε σοβαρά με διέγερση θορύβου και αταξίας την συνεδρίαση Δικαστηρίου και συγκεκριμένα κατά τη συνεδρίαση της ... του Β΄ Αυτοφώρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, κατά την συζήτηση της υπ' αριθμ. πινακίου ... υποθέσεως, όντας συνήγορος υπερασπίσεως της κατηγορούμενης ..., αφού υπέβαλε αίτηση εξαίρεσης στο πρόσωπο του Προεδρεύοντος Πλημμελειοδίκη, λέγοντας «Θέλω να υποβάλω αίτηση εξαιρέσεως, σας μηνύω», αφού αρχικώς ο Προεδρεύων Πλημμελειοδίκης διέκοψε την εκδίκαση της εν λόγω υποθέσεως για διάστημα δεκαπέντε (15) λεπτών, ήτοι από ώρα 10:15 έως 10:30, προκειμένου να υποβληθεί εγγράφως η αίτηση εξαίρεσης στο πρόσωπό του, ενώ το Δικαστήριο εξακολουθούσε να είναι συγκροτημένο και να συνεδριάζει προς εκδίκαση των άλλων υποθέσεων του πινακίου ο κατηγορούμενος έχοντας προσεγγίσει την έδρα αρνήθηκε να αποχωρήσει και με έντονο ύφος και φωνασκίες προκάλεσε θόρυβο και αταξία στην αίθουσα, σε δε κλήση του Προέδρου του Δικαστηρίου προς την αστυνομική φρουρά του ακροατηρίου για απομάκρυνση του κατηγορούμενου συνηγόρου υπεράσπισης από την αίθουσα, καθόσον η εκδίκαση της συγκεκριμένης υπόθεσης (αριθμ. πινακίου ...) διεκόπη τελικώς μέχρι ώρα 11:20, αυτός εξακολουθούσε να αρνείται να απομακρυνθεί, ενώ τέλος καθ' ον χρόνο το Δικαστήριο εκδίκαζε άλλη υπόθεση, ο κατηγορούμενος συνήγορος υπεράσπισης, συνοδευόμενος από δύο αστυνομικούς της πεζής περιπολίας του Α.Τ. Κυψέλης στην Ευελπίδων, κατόπιν κλήσης του ιδίου προς στο Κέντρο Άμεσης Δράσης Αττικής, εισήλθε στη δικαστική αίθουσα και με την διέγερση εκ νέου θορύβου και αταξίας διέκοψε την συνεδρίαση καθόσον υπέβαλε (προφορικά) μήνυση κατά του Προέδρου και της Εισαγγελέως και κάλεσε τους αστυνομικούς να προβούν στη σύλληψη αυτών στα πλαίσια της αυτόφωρης διαδικασίας, με αποτέλεσμα να διαταράξει σοβαρά την συνεδρίαση του Δικαστηρίου. 

Κρίθηκε,  αποφασίστηκε  και  δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριό του.



Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020

ΥΠΟΘΕΣΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ - ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ "ΠΛΑΝΗΣ" - ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ - ΕΚ ΝΕΟΥ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΣΥΓΚΑΛΥΨΗΣ (ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΓΙΑΜΠΟΥΡΑΝΗ) [ΜΕΡΟΣ Α΄]

 

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ

1) Πρωτόδικη ομόφωνη αθώωση του δράστη από το ΜΟΔ Σπάρτης.

2) Αναίρεση από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου (διαπίστωση παραποιημένων πρακτικών).

3) Καταδίκη κατά πλειοψηφία του δράστη (4-3) από το ΜΟΔ Σπάρτης.

4) Χορήγηση ελαφρυντικού προτέρου εντίμου βίου στον δράστη= Ποινή κάθειρξης 20 ετών, αντί ισοβίων.

5) Ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεση του κατηγορουμένου, λόγω οσφυαλγίας (!).

6) Καταδίκη κατά πλειοψηφία του δράστη (4-3) από το ΜΟΕ Ναυπλίου. Ποινή κάθειρξης 20 ετών, όπως και πρωτοδίκως. Φυλάκιση.

7) Σε έναν (1) μήνα γίνεται δεκτή η αίτηση αναστολής της ποινής του δράστη, μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσής του στον Άρειο Πάγο, λόγω επιχειρηματικών προβλημάτων. Κατά πλειοψηφία 3-2.

8) Ακολουθεί η υπ'αριθμ. 1060/2014 απόφαση του Αρείου Πάγου, με την οποία η καταδικαστική του απόφαση κατέστη αμετάκλητη.

9) Αγνοείται εάν ο δράστης συνελήφθη ή αγνοείται η τύχη του.

10) Επίορκοι ιατροί και ιατροδικαστές, με ονοματεπώνυμο, που κατέθεσαν ενόρκως περί δήθεν αυτοκτονίας του θύματος, συνεχίζουν να υπηρετούν στο Ελληνικό Δημόσιο, χωρίς καμία πειθαρχική διαδικασία εναντίον τους. Για να συνεχίσουν τα εγκλήματά τους...

11) Επίορκοι δικαστικοί λειτουργοί, ή τουλάχιστον ανεπαρκείς και επικίνδυνοι, δεν είχαν καμία απολύτως πειθαρχική ή υπηρεσιακή συνέπεια.

12) Η ψυχή του θύματος δικαιώθηκε, έστω εν ψήγματι, ενώ άλλες ψυχές παραμένουν αδικαίωτες, όσο θα υπηρετούν δωροφάγοι δικαστές και ιατροδικαστές.

13) Η Δικαιοσύνη αποδίδεται από τα Δικαστήρια. Η ετυμηγορία των ψυχών, τόσο κατά των ατιμώρητων δραστών, όσο και κατά όσων τους συγκαλύπτουν, εκδίδεται εν ζωή και μετά θάνατον, και είναι πολύ σκληρή. Αβάστακτη.

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ - ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΚΑΤΑ "ΠΑΡΑΔΙΚΑΣΤΩΝ" 


1060/2014 ΑΠ (ΠΟΙΝ) ( 646357)

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Ανθρωποκτονία εκ προθέσεως από κοινού με άγνωστους δράστες. Στοιχεία αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης. Δολοφονία του παθόντος από τον κατηγορούμενο - συνεργάτη του παθόντος διά στραγγαλισμού με ταυτόχρονη "σκηνοθεσία" της δήθεν αυτοκτονίας του παθόντος. Ποινική Δικονομία. Αναίρεση. Λόγοι. Έλλειψη αιτιολογίας. Δικονομική ακυρότητα. Έλλειψη ακροάσεως. Αίτημα αναβολής για κρείσσονες αποδείξεις, και δη για κλήτευση ουσιώδους μάρτυρα. Μη απάντηση από την Πρόεδρο του Δικαστηρίου. Αφ΄ενός ο συνήγορος δεν προσέφυγε στο Δικαστήριο κατά της μη απαντήσεως από την Πρόεδρο και αφ΄ετέρου το Δικαστήριο με το σκεπτικό επί της ενοχής απέρριψε το ως άνω αίτημα αιτιολογημένα. Ορθή και αιτιολογημένη η απόφαση. Απορρίπτει αναίρεση.

Αριθμός 1060/2014 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ` ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννη Γιαννακόπουλο - Εισηγητή, Βασίλειο Καπελούζο, Πάνο Πετρόπουλο και Δημήτριο Χονδρογιάννη (κωλυομένου του Αρεοπαγίτη Κωνσταντίνου Φράγκου), Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Οκτωβρίου 2014, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Παρασκευαϊδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει τις αιτήσεις του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Κ. Χ. του Δ., κατοίκου ..., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη - Κοσμά Βασιλακόπουλο, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 20, 26, 32, 39, 50, 51, 58, 60, 71/2012, 10-17/2013 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ναυπλίου. Με πολιτικώς ενάγουσες τις: 1) Α. Γ. του Θ., 2) Κ. Γ. του Θ., κάτοικοι ..., που παρέστησαν με τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους Ιωάννη Γιαννίδη και Ιωάννη Ηρειώτη, 3) Γ. Γ. του Θ., κάτοικο ... και 4) Ε. .. Θ. Γ., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκαν από τους ίδιους ως άνω δικηγόρους τους. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ναυπλίου με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ` αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 4 Φεβρουαρίου 2013 και 7 Μαρτίου 2014 δύο χωριστές αιτήσεις του αναιρέσεως μετά των από 15 Σεπτεμβρίου 2014 προσθέτων λόγων, τα οποία καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 252/2014. Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναιρέσεως και οι επ` αυτών πρόσθετοι λόγοι. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Οι κρινόμενες αιτήσεις, ήτοι η με αριθ. εκθ. κατ. 2/4.2.2013 και η από 7.3.2014 (με αριθ. πρωτ. 1697/2014) του Κ. Χ. του Δ. μετά των από 15.9.2014 προσθέτων αυτών λόγων, για αναίρεση της 20, 26, 32, 39, 50, 51, 58, 60/2012, 10 - 17/2013 καταδικαστικής αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ναυπλίου, έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως και πρέπει να συνεκδικασθούν, ως συναφείς. Η δεύτερη αίτηση, ενόψει του ότι δεν έχει προηγηθεί κρίση επί της πρώτης αιτήσεως του ιδίου αναιρεσείοντος, είναι παραδεκτή (άρθρο 514 εδ. γ` ΚΠοινΔ) ως συμπληρωματική της πρώτης, με την οποία συνεξετάζεται. Κατά το άρθρο 299 παρ. 1 του ΠΚ, όπως ισχύει μετά την κατάργηση της ποινής του θανάτου με το άρθρο 33 παρ. 1 του ν. 2172/1993, "όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη συγκρότηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας με πρόθεση απαιτείται αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση ξένης ζωής με θετική ενέργεια ή με παράλειψη ενέργειας που οφείλεται από το νόμο, υποκειμενικώς δε δόλος που περιλαμβάνει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξεως και τη θέληση αφαίρεσης ζωής άλλου ανθρώπου. Κατά δε το άρθρο 27 παρ.1 του ΠΚ, με δόλο πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά νόμο απαρτίζουν την έννοια αξιόποινης πράξεως. Επίσης, όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν τα περιστατικά αυτά τα αποδέχεται. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι με άμεσο δόλο ενεργεί εκείνος που θέλει την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος, καθώς και αυτός που δεν το επιδιώκει, αλλά προβλέπει ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξεώς του και δεν αφίσταται αυτής, με ενδεχόμενο δε δόλο πράττει εκείνος, ο οποίος προβλέπει ως δυνατό το εγκληματικό αποτέλεσμα και το αποδέχεται. Η ανθρωποκτόνος πρόθεση του δράστη δεν είναι πάντοτε εμφανής και κατά το πλείστον προκύπτει από την καταγραφή και εκτίμηση διαφόρων αντικειμενικών στοιχείων, όπως οι προηγούμενες σχέσεις δράστη - θύματος, το είδος του μέσου που χρησιμοποιήθηκε, η κατεύθυνση του πλήγματος ή της βολής, ο αριθμός των πληγμάτων, η απόσταση της βολής, το μέρος του σώματος που τυχόν επλήγη, οι συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η πράξη, η μεταγενέστερη συμπεριφορά του δράστη κ.ο.κ. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεώς της από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` του ΚΠοινΔ, όταν αναφέρονται σ` αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι κατ` αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, εκτός αν ο νόμος αξιώνει πρόσθετα στοιχεία για το αξιόποινο, όπως η γνώση ορισμένου περιστατικού ή σκοπός επελεύσεως ορισμένου πρόσθετου αποτελέσματος. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, που ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο για την καταδικαστική του κρίση, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ` είδος προσδιορισμός τους, χωρίς να απαιτείται και αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει, ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Ακόμη, δεν είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσεως. Οταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολογήσεως γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα. Δεν αποτελεί, όμως, λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των μαρτυρικών καταθέσεων, η παράλειψη αξιολογήσεως και αναφοράς κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 20, 26, 32, 39, 50, 51, 58, 60/2012, 10 - 17/2013 απόφασή του, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ναυπλίου κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα ανθρωποκτονίας από πρόθεση από κοινού του Θ. Γ., με το ελαφρυντικό ότι συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη του, και τον καταδίκασε σε ποινή καθείρξεως είκοσι (20) ετών και σε αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για πέντε (5) έτη. Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Μικτό Ορκωτό Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατά πλειοψηφία, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: "... προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 14.3.2000, ημέρα Τρίτη, επομένη της αργίας της Καθαρής Δευτέρας, και περί ώρα 08.00`, οι εργαζόμενοι της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία ".................", διακριτικό τίτλο "............." και έδρα το ... μετέβησαν στην επιχείρηση - συσκευαστήριο γεωργικών προϊόντων της άνω ομόρρυθμης εταιρείας, ομόρρυθμοι εταίροι και διαχειριστές της οποίας ήταν ο κατηγορούμενος Κ. Χ. και η Ε. Γ., προκειμένου να ξεκινήσουν την εργασία τους. Μετά την είσοδο των εργαζομένων στον προαύλιο χώρο του συσκευαστηρίου, οι εργαζόμενοι προσπάθησαν να εισέλθουν στις κτιριακές εγκαταστάσεις αυτού, πλην όμως τούτο δεν κατέστη δυνατό, δεδομένου ότι η κύρια είσοδος του κτιρίου ήταν κλειδωμένη εσωτερικά, με τα κλειδιά της ανωτέρω εισόδου επάνω στην εσωτερική κλειδαριά αυτής. Οι εργαζόμενοι διαπίστωσαν ότι οι υπόλοιπες πόρτες και τα παράθυρα των κτιριακών εγκαταστάσεων του συσκευαστηρίου ήταν κλειστά και ασφαλισμένα εσωτερικά πλην ενός ανασφάλιστου παραθύρου (της τουαλέτας) που υπήρχε δεξιά της κύριας πόρτας απ` όπου αναρριχήθηκε και εισήλθε στο συσκευαστήριο ο εργαζόμενος Β. Μ., ..., στην συνέχεια δε ξεκλείδωσε την πόρτα της κυρίας εισόδου. Τα κλειδιά της εισόδου, όπως διαπιστώθηκε μετά την είσοδο των εργαζομένων στο εσωτερικό του κτιρίου, ανήκαν στον θανόντα Θ. Γ., ... . Ακολούθως ο εργαζόμενος Β. Μ. προχώρησε προς τον εσωτερικό χώρο του συσκευαστηρίου, ακολουθούμενος από τους λοιπούς εργαζομένους της επιχείρησης. Τα φώτα στο εσωτερικό του εργοστασίου ήταν σβησμένα, ενώ το φυσικό φως ήταν ανεπαρκές. Ο εργαζόμενος Β. Μ. προχωρώντας πρώτος στο εσωτερικό χώρο του συσκευαστηρίου αντιλήφθηκε με δυσκολία, λόγω του ανεπαρκούς φωτός, το απαιωρούμενο πτώμα του θανόντος Θ. Γ. του .... , ετών 63, συζύγου της ομορρύθμου εταίρου Ε. Γ. και αμέσως οπισθοχώρησε τρομαγμένος ειδοποιώντας του υπόλοιπους εργαζόμενους που τον ακολουθούσαν για τη ύπαρξη του απαιωρούμενου πτώματος του Θ. Γ., ... . Αμέσως οι υπόλοιποι εργαζόμενοι, οι οποίοι αντιλήφθησαν ομοίως την ύπαρξη του απαιωρούμενου πτώματος του Θ. Γ. εξήλθαν του συσκευαστηρίου, παραμένοντας στον προαύλιο χώρο αυτού και ταυτόχρονα κάλεσαν την αστυνομία του Α.Τ. Κιάτου. Οι αστυνομικοί ... αφίχθησαν στον χώρο της επιχείρησης περί ώρα 08.20` και αφού απαγόρευσαν την είσοδο στις κτιριακές εγκαταστάσεις του συσκευαστηρίου, διενήργησαν αυτοψία η οποία ολοκληρώθηκε περί ώρα 09.15` ... Σύμφωνα με την από 14-3-2000 έκθεση αυτοψίας του Α.Τ. Κιάτου, ... Όλα τα ευρισκόμενα αντικείμενα εντός αυτού (πολυθρόνες, καρέκλες, τραπέζια) ήσαν σε κανονική κατάσταση χωρίς ίχνος ακαταστασίας ή προηγηθείσης πάλης, εμφανίζοντα εικόνα γραφείου εκτός λειτουργίας. Στο λογιστήριο επικρατούσε ακριβώς η ίδια κατάσταση. Στο γραφείο του λογιστηρίου, που η πλάτη του ευρίσκετο στον τοίχο του χώρου των γραφείων των ιδιοκτητών, δεξιά δε της εσωτερικής πόρτας που συνδέει τους δύο χώρους, το κάθισμα του γραφέα ήταν σε θέση αναμονής. Απέναντι από το κάθισμα επάνω στο γραφείο και στο μέσον περίπου υπήρχε ένα μπλοκ σημειώσεων ανοικτό. Στο επάνω μέρος της πρώτης σελίδας με μαύρα γράμματα ήταν γραμμένα τα εξής: ΘΕΛΩ (ακολουθούν τελείες, ακαθόριστες γραμμές και σχέδια σε δύο σειρές) ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΛΕΥΤΑ ΝΑ ΒΓΟΥΝ ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΓΩΣΕΙΣ (αλλαγή σειράς) ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝΟΥΝ 50.000.000 Ν. ΓΙΑ ΣΕΝΑ (αλλαγή σειράς) ΚΑΙ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΣΤΟΝ Κ.. ... Εμπρός και δεξιά του μπλοκ με το σημείωμα υπήρχε ένα γυάλινο ποτήρι περιέχον ελάχιστη ποσότητα ουίσκι. Έμπροσθεν του μπλοκ υπήρχε ένα σταχτοδοχείο, περιέχον μέχρι το μέσον περίπου υπολείμματα τσιγάρων - (γόπες), τα οποία ανακατεύθηκαν και, όπως διαπιστώθηκε, ήσαν όλα MARLBORO. Αριστερά δε έμπροσθεν του μπλοκ υπήρχε μία φιάλη ουίσκι JOHNY WALKER, περιέχουσα ουίσκι άνω του ημίσεως, κλειστή. Όλα τα υπόλοιπα αντικείμενα ήσαν σε κανονική κατάσταση χωρίς ίχνος ακαταστασίας ή προηγηθείσας πάλης. Η ίδια κατάσταση επικρατούσε και στον χώρο αναμονής. Σύμφωνα με την προαναφερόμενη έκθεση αυτοψίας του Α.Τ. , σε οριζόντια σιδηροδοκό, που στηρίζει την οροφή, ευρισκόμενο επάνω ακριβώς από το τέλος του χώρου αναμονής και Ανατολικά προς τον χώρο του συσκευαστηρίου, είχε προσδεθεί, δίπλα από λαμπτήρα φθορίου, στηριζόμενο κάτωθεν της σιδηροδοκού, διπλό λευκό νάιλον σχοινί με κόκκινες ρίγες καθ` όλο το μήκος του με δύο κόμπους, και στο σημείο πρόσδεσης σχημάτιζε θηλιά, από το οποίο απαιωρείτο το πτώμα του Γ. Θ. ..., ο οποίος ήταν ο εν τοις πράγμασι διαχειριστής της προαναφερθείσης επιχειρήσεως και κατ` ουσίαν ιδρυτής και ιθύνων νους αυτής, ενεργούσε δε για λογαριασμό και επ` ωφελεία της με άτυπη εντολή από τους ανωτέρω ομορρύθμους εταίρους. Σύμφωνα με την από 14.3.2000 έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης του Α.Τ. , το συνολικό μήκος του σχοινιού ήταν 7,40 μέτρα. Το πτώμα είχε μέτωπο στο λευκό νοβοπάν και εφάπτετο σ` αυτό, καθώς και στην σιδηροδοκό, ενώ το αριστερό του τμήμα προεξείχε ελαφρά αυτής (σιδηροδοκού). Κάτω από τα πόδια του υπήρχε ένα τελάρο μεταφοράς νωπών προϊόντων της εταιρείας. Η απόσταση ποδιών - τελάρου είναι 20 cm και η απόσταση ποδιών - δαπέδου 50 cm. Το τελάρο εφάπτονταν με το ανοιχτό του τμήμα στον τοίχο του κυλικείου. Πίσω από αυτό το τελάρο, υπήρχε ένα άλλο ίδιο και με την ίδια φορά. Έναντι αυτών υπήρχαν άλλα δύο όμοια τελάρα τοποθετημένα, το ένα πάνω στο άλλο με το άνοιγμα να εφάπτεται του δαπέδου και τμήμα τους να ευρίσκεται κάτωθεν του μηχανήματος διαλογής αγροτικών προϊόντων. Δεξιά του πτώματος επί του δαπέδου, σε ακτίνα 2 περίπου μέτρων, υπήρχαν διάσπαρτα άλλα τρία (3) όμοια τελάρα με διαφορετική φορά θέσης. Σύμφωνα με την προαναφερθείσα έκθεση αυτοψίας και την με ίδια ημερομηνία έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης του Α.Τ. Κιάτου, προκύπτει ότι το πτώμα ήταν κανονικά ενδεδυμένο με κοστούμι μαύρου χρώματος, πουλόβερ γκρι χρώματος, κάλτσες και παπούτσια μαύρα παντοφλέ, γυαλιά όρασης και ρολόι χειρός. Τα ενδύματα δεν έφεραν ίχνη κακώσεων ή αλλοιώσεων, ομοίως δε και τα γυαλιά, τα οποία εστέκοντο επί της μύτης κανονικά. Τα υποδήματα στο εμπρόσθιο μέρος στη σόλα έφεραν, ιδία το δεξιό, σημεία βίαιου συρσίματος σ` επιφάνεια λευκού χρώματος. Στην προρρηθείσα έκθεση αυτοψίας του Α.Τ. Κιάτου περαιτέρω αναφέρεται ότι το πρόσωπο του θανόντος ήταν πρησμένο και μελανού χρώματος, ενώ έφερε εκχύμωση στο επάνω μέρος της μύτης όπου τα γυαλιά όρασης. Επίσης έφερε μία εκχύμωση στο μέσον περίπου του μετώπου και μία στο αριστερό μέρος αυτού. Η γλώσσα προεξείχε του στόματος και στο άνω σημείο του λαιμού υπήρχε αύλακα προκληθείσα προφανώς από τον βρόγχο του διπλού σχοινιού. Η αγκύλη του βρόγχου ευρίσκετο κάτω του αριστερού αυτιού και διερχόταν πίσω απ` αυτό. Ο κόμπος του βρόχου ήταν κάτω από το σαγόνι. Τα χέρια του ήταν δεμένα με λευκή ταινία συσκευασίας δώρων της φίρμας. Η ταινία διερχόταν από το μέσον της ζώνης και μέσα από αυτήν. ...Η ταινία στο δεξί χέρι είχε δεθεί κόμπο ενώ στο αριστερό χέρι είχε περιτυλιχθεί γύρω από τον καρπό. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι η άνω περιγραφή της έκθεσης αυτοψίας είναι εσφαλμένη, καθώς η ταινία στο αριστερό χέρι δεν είχε δεθεί σταθερά, ενώ στο δεξί χέρι είχε περιτυλιχθεί σταθερά και επιμελώς γύρω από τον καρπό και έφερε έναν κόμπο και ένα είδος φιόγκου. Τα ανωτέρω προκύπτουν: α) ... και β) ... και γ) από την από 14.3.2000 ιατροδικαστική έκθεση της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών, στην οποία αναφέρεται ότι "Η περίδεσις εις τον δεξιόν καρπό ήτο σχολαστική και στερεά, ενώ εις τον αριστερόν λίαν χαλαρά". Περαιτέρω, στην ίδια έκθεση αυτοψίας αναφέρεται ότι το άνοιγμα των δεμένων χεριών αυτού ήταν 0,30 μέτρα, η απόσταση μεταξύ βρόγχου και σημείου στήριξής του (σιδηροδοκός) ήταν 2,45 μέτρα, ενώ η συνολική απόσταση του δαπέδου, του σημείου στήριξης και του βρόχου ήταν 4,50 μέτρα. Η απόσταση μεταξύ των ποδιών του θανόντος και του τελάρου ήταν 0,20 μέτρα, ενώ η απόσταση μεταξύ των ποδιών του θανόντος και του δαπέδου ήταν 0,50 μέτρα. ... Στην αυτή δε έκθεση αυτοψίας αναφέρεται ότι, κατά την διενέργεια αυτοψίας και επισκόπησης του κτιριακού συγκροτήματος εσωτερικά, διαπιστώθηκε ότι πουθενά δεν υπήρχε σημείο παραβίασης. Πόρτες και παράθυρα ήσαν κλειστά και ασφαλισμένα εσωτερικά, πλην της κυρίας εισόδου και του παραθύρου της τουαλέτας. Οι διενεργήσαντες την αυτοψία ανακριτικοί υπάλληλοι στην έκθεση αυτοψίας αναφέρουν ότι με την άφιξή τους στον τόπο δηλώθηκε από τον επιστάτη παραλαβής, Ε. Κ., ότι η κυρία είσοδος του εργοστασίου ήταν κλειδωμένη και τα κλειδιά ήσαν από την εσωτερική πλευρά της πόρτας και έτσι δεν μπορούσε να την ανοίξει από έξω με τα δικά του κλειδιά. Επίσης τους δηλώθηκε ότι από το ανοικτό παράθυρο, το οποίο κατά τον συνεταίρο της επιχείρησης, Χ. Κ. (κατηγορούμενο), παρέμενε πολλές φορές ανοικτό καίτοι είχε επισημανθεί στους εργαζόμενους να το κλείνουν, εισήλθε βοηθούμενος εργαζόμενος της επιχείρησης, ο οποίος ξεκλείδωσε την πόρτα από το εσωτερικό της με τα κλειδιά που ήσαν επί της κλειδαριάς της. Ο επιστάτης παραλαβής, Ε. Κ., τους δήλωσε ότι αναγνωρίζει το νάιλον σχοινί με το οποίο κρεμόταν το πτώμα του Γ. Θ., ο οποίος (θανών) το Σάββατο (11-3-2000) το πρωί ζήτησε από τον ίδιον (Ε. Κ.) να του βρει ένα σχοινί με το οποίο θα έδενε την επομένη ημέρα, όπως του είπε, μερικά τελάρα σε πελάτη που θα ερχόταν στην επιχείρηση. Με εντολή δε του Κ., εργάτης βρήκε το νάιλον σχοινί και, όταν το έδειξε στον Γ., ο τελευταίος τους είπε: "αφήστε το εκεί". Το σημείο που είχε τοποθετηθεί το νάιλον σχοινί, όπως δήλωσε ο επιστάτης Κ., ήταν δίπλα από ένα γραφείο σε ράφι που ευρίσκεται στη βόρεια πλευρά και στο μέσον περίπου του εργοστασίου... Την ίδια ημέρα (14-3-2000), με σχετική από 14.3.2000 παραγγελία του Α.Τ. Κιάτου προς το Α` Α.Τ. Πατρών και στην συνέχεια με την από 14.3.2000 παραγγελία του εν λόγω Α. Τ. Πατρών προς την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πατρών, παραγγέλθηκε η διενέργεια νεκροψίας- νεκροτομής επί του πτώματος του θανόντος, η οποία διενεργήθηκε στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πατρών από τους Ι. Α. και Ι. Π., ιατρούς, παθολόγο και χειρουργό αντιστοίχως. Στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πατρών περί ώρα 13.00 έως 14.00 περίπου μετέβησαν ο φίλος του θανόντος, Α. Κ., και η άλλη κόρη του θανόντος Α. Γ., δικηγόρος Αθηνών, ... Αμφότεροι οι τελευταίοι (Α. Κ. και Α. Γ.) σε συζήτηση που είχαν με τον Ι. Α., πριν από τη διενέργεια της νεκροψίας-νεκροτομής, διατύπωσαν κατηγορηματικά την γνώμη ότι ο θάνατος του Θ. Γ. αποκλείεται να οφείλεται σε αυτοκτονία, ... Την 14-3-2000 και περί ώρα 14.00 έως 15.00 οι προαναφερόμενοι ιατροί της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών, συνέταξαν την από 14-3-2000 (κοινή) ιατροδικαστική έκθεσή τους, στην οποία αναφέρονται επί λέξει τα ακόλουθα: "...". Τα αποτελέσματα των τοξικολογικών εξετάσεων κατέστησαν γνωστά στους άνω ιατροδικαστές την 17.4.2000, δηλαδή μετά από χρονικό διάστημα ενός και πλέον μηνός. Σύμφωνα δε, με την από 17.4.2000 έκθεση τοξικολογικής ανάλυσης του Εργαστηρίου Τοξικολογίας και Φαρμακοκινητικής του Πανεπιστημίου Πατρών, προέκυψε ότι δεν ανιχνεύθηκαν ναρκωτικές, φαρμακευτικές ή άλλες τοξικές ουσίες στα δείγματα που απεστάλησαν (από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία των Πατρών) προς τοξικολογική ανάλυση. Ακολούθως, η κόρη του θανόντος, Α. Γ., αμφισβήτησε την αιτία θανάτου του πατέρα της και ζήτησε τη μεταφορά του πτώματος στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών και τη διενέργεια νέας νεκροψίας-νεκροτομής, με την από 14.3.2000 αίτησή της προς το Α.Τ. , αναγράφοντας σ` αυτήν (αίτηση) σε σχετική παραπομπή ότι διορίζει τεχνικό σύμβουλο τον Ιατροδικαστή της ανωτέρω Υπηρεσίας, Φ. Κ.. ... Περαιτέρω, δυνάμει της από 15.3.2000 παραγγελίας του Α.Τ. Κιάτου προς τον Προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, δόθηκε παραγγελία για τη δεύτερη κατά σειρά νεκροτομική - νεκροψιακή διερεύνηση του πτώματος του Θ. Γ.. Τα συμπληρωματικά πληροφοριακά στοιχεία που δόθησαν από το Α.Τ. Κιάτου προς την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών ήταν ότι ο θανών, Θ. Γ., ευρέθη την 14.3.2000 και ώρα 08.00` στον χώρο εντός του συσκευαστηρίου του, που ευρίσκεται στο ..., κρεμασμένος με σχοινί από σιδηροδοκό, ότι ο θανών είχε δεμένα τα χέρια του στο ύψος των καρπών με νάιλον λευκή κορδέλα που χρησιμοποιείται για την συσκευασία δεμάτων και ότι κάτω από τα πόδια το υπήρχαν κιβώτια (τελάρα) σε διάφορες θέσεις. Επίσης, ότι ... Την 16-3-2000, ημέρα Πέμπτη, έλαβε χώρα νέα νεκροψία-νεκροτομή από τον υπηρετούντα στην εν λόγω Ιατροδικαστική Υπηρεσία ιατροδικαστή, Φ. Κ., ο οποίος είχε εφημερία κατά την άνω ημερομηνία παραλαβής του πτώματος. Το πτώμα παραδόθηκε χωρίς ενδύματα, χωρίς να φέρει τον βρόγχο στον λαιμό του και χωρίς να φέρει την ταινία με την οποία ήταν δεμένα τα χέρια του. Ο εν λόγω ιατροδικαστής, αφού διενήργησε νεκροψία-νεκροτομή επί του πτώματος, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αιτία θανάτου αυτού δεν ήταν ο απαγχονισμός διά βρόγχου, αλλά ο στραγγαλισμός δι’ ανθρωπίνων χειρών. Μόλις ο άνω ιατροδικαστής ενημέρωσε τηλεφωνικώς τους διενεργούντες την αστυνομική προανάκριση αστυνομικούς του Α.Τ. . ως προς το αποτέλεσμα της διενεργηθείσας νεκροψίας-νεκροτομής (...), κλήθηκε από τους τελευταίους συνεργείο σήμανσης από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας. Την ίδια ημέρα 16.3.2000 (ημέρα Πέμπτη) και ώρα 13.15` έως 16.00`, αστυνομικοί της άνω Υπηρεσίας μετέβησαν στον χώρο του συσκευαστηρίου προς λήψη αποτυπωμάτων για την περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης, επειδή λόγω της διχογνωμίας των πραγματογνωμόνων-ιατροδικαστών, ως προς τα αίτια θανάτου του θανόντος Θ. Γ., δημιουργήθηκαν "υπόνοιες εγκληματικής ενέργειας", ... Στη άνω έκθεση αναφέρεται ότι στον χώρο του συσκευαστηρίου δεν ανευρέθηκαν αποτυπώματα, στις δε παρατηρήσεις της εν λόγω έκθεσης αναγράφεται επί λέξει ότι: "Το συσκευαστήριο μετά το συμβάν συνέχισε να λειτουργεί. Επίσης, λειτουργούσαν κανονικά τα εσωτερικά υπερυψωμένα γραφεία-λογιστήριο δύο δωματίων. Σε ένα από τα γραφεία αυτά είχε ανευρεθεί προφανώς ιδιόχειρο σημείωμα του θανόντα, το οποίο έχει αποσταλεί στην Υπηρεσία σας από το Α.Τ .. για δακτυλοσκοπική εξερεύνηση - γραφολογική έρευνα". Την ίδια ημέρα 16-3-2000 το Τμήμα Εγκληματολογικών της Αστυνομικής Διεύθυνσης Κορινθίας ... διαβίβασε την προαναφερόμενη υπ` αρ. πρωτ. 2000/68/16.3.2000 έκθεση εξερεύνησης με την παρατήρηση ότι "δεν βρέθηκαν κατάλληλα για παραβολή αποτυπώματα". Ακολούθως, το Α.Τ. Κιάτου με νεότερη παραγγελία προς την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών παρήγγειλε νέα νεκροψία - νεκροτομή του πτώματος του Θ. Γ. προς άρση της διαφωνίας που είχε ανακύψει ως προς την αιτία θανάτου αυτού (...). Την 17.3.2000 (ημέρα Παρασκευή), έλαβε χώρα η τρίτη κατά σειρά νεκροτομική - νεκροψιακή διερεύνηση του πτώματος του Θ. Γ. (δεύτερη κατά σειρά της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών), η οποία διενεργήθηκε από τους υπηρετούντες στην ίδια Ιατροδικαστική Υπηρεσία, ιατροδικαστές, Ε. Ν. και Ν. Κ.. ... Την 20.4.2000 οι ανωτέρω Ιατροδικαστές συνέταξαν την από 20.4.2000 (κοινή) ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας- νεκροτομής της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, στην οποία αναφέρονται επί λέξει τα ακόλουθα: "... ΑΙΤΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ: Στραγγαλισμός δι` ανθρωπίνων χειρών και μεταθανάτιος απαιώρηση του σώματος διά βρόγχου - ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ (ΦΟΝΟΣ)". Σύμφωνα δε με την υπ’ αρ. πρωτ. 231/20.4.2000 εργαστηριακή έκθεση τοξικολογικής εξέτασης της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, δεν ανευρέθηκαν ναρκωτικές ή τοξικές ουσίες, δηλητήρια ή φάρμακα στο πτώμα του θανόντος. Διαπιστώθηκε όμως ότι "το αίμα και τα ούρα του πτώματος περιέχουν οινόπνευμα, το αίμα σε συγκέντρωση στο αίμα 1,02 ‰". Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι οι τρεις ιατροδικαστές της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών ανέμεναν τα αποτελέσματα των τοξικολογικών εξετάσεων πριν την σύνταξη της ιατροδικαστικής τους έκθεσης, προκειμένου να τα συμπεριλάβουν σ` αυτήν, όπως και έγινε, σε αντίθεση με τους ιατρούς της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών. Παραλλήλως ..., διενεργήθηκε γραφολογική πραγματογνωμοσύνη στο κατασχεθέν σημείωμα, που ανευρέθηκε σε γραφεί του λογιστηρίου του συσκευαστηρίου και περιγράφεται ανωτέρω στην έκθεση αυτοψίας των αστυνομικών του Α.Τ Κιάτου. Επίσης απεστάλη ένα φύλλο ημερολογίου, στο οποίο διαλαμβανόταν δείγμα γραφής του Θ. Γ., το οποίο αποτέλεσε και συγκριτικό υλικό για την γραφολογία πραγματογνωμοσύνη. Σύμφωνα με την από 12.4.2000 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης των ..., χειρόγραφες ενδείξεις που διαλαμβάνονται στο εν λόγω σημείωμα έχουν χαραχθεί από ένα άτομο, το οποίο διαθέτει μέση ευχέρεια χαράξεως, με χρήση στυλογράφου ροής μαύρης μελάνης (μαρκαδόρο), πλην της ένδειξης "ΘΕΛΩ" όπου χρησιμοποιήθηκε στυλογράφος γραφίτη (μολύβι). Στις εν λόγω χειρόγραφες πειστήριες ενδείξεις παρουσιάζονται αδικαιολόγητες στάσεις γραφικού μέσου (τελείες) καθώς και τρομώδης χάραξη ορισμένων γραμμάτων, στοιχεία τα οποία καταδεικνύουν ότι ο γράφων (κατά τη στιγμή της χάραξης) ευρίσκετο σε ιδιαίτερη ψυχολογική φόρτιση αλλά σε καμία περίπτωση δεν συνιστούν πλαστότητα. Αντίθετα, ως προς το φύλλο ημερολογίου, στο ο διαλαμβανόταν δείγμα γραφής του Θ. Γ. (συγκριτικό υλικό), διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για "ανυπόπτου χρόνου" χειρόγραφη δειγματική γραφή, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν στην άνω έκθεσή τους, η οποία δεν παρουσιάζει αδικαιολόγητες στάσεις του γραφικού μέσου ή άλλου τύπου αλλοιώσεις, εκ μέρους του γράφοντος, ο οποίος φέρεται να διαθέτει ικανοποιητική ευχέρεια χαράξεως. Μετά την ανωτέρω γραφολογική ανάλυση - εξέταση, πραγματοποιήθηκε συγκριτική εξέταση των γραφολογικών χαρακτηριστικών των δύο ως άνω εγγράφων, σύμφωνα με την οποία η χειρόγραφη γραφή που διαλαμβάνεται στο εξετασθέν πειστήριο σημείωμα έχει αναμφιβόλως χαραχθεί από το ίδιο άτομο που φέρεται ότι χάραξε τις χειρόγραφες ενδείξεις του ανωτέρω αναφερομένου δειγματικού εγγράφου (φύλλου ημερολογίου). Κατέληξαν δε στο συμπέρασμα ότι αμφότερα τα εξετασθέντα έγγραφα έχουν χαραχθεί από τον Θ. Γ.. Στο σημείο αυτό πρέπει ν` αναφερθεί ότι κατά το στάδιο της κύριας ανάκρισης, προσκομίσθηκε στην Ανακρίτρια Β` Τμήματος Πλημ/κών Κορίνθου από την οικογένεια του θανόντος και ένα άλλο σημείωμα το οποίο είχε ανευρεθεί από την κόρη του, Κ. Γ., την Τετάρτη (15.3.2000), τεμαχισμένο σε μικρά κομμάτια μέσα στο καλάθι των αχρήστων στο γραφείο του θανόντος στο συσκευαστήριο, καθώς μετά την ανεύρεση του πτώματος του Θ. Γ., οι χώροι των γραφείων του συσκευαστηρίου δεν είχαν καθαρισθεί από τις εργαζόμενες στο συσκευαστήριο, Χ. Τ., Ε. Γ. έως την Πέμπτη 16.3.2000. Το εν λόγω (τεμαχισμένο) σημείωμα, μετά την συγκόλλησή του, είχε το εξής περιεχόμενο: "ΕΝΑ ΛΑΘΟΣ ΣΟΒΑ ... ΚΛΕΦΤΗΣ ... ΕΠΙΠΟΛΑΙΟΣ ΗΜΟΥΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΣΑ. Ο Κ. ΤΑ ΕΧΕΙ ΦΑΗ ΟΛΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ. ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΦΤΑΝΟΥΝ ΝΑ ΠΛΗΡΩΘΟΥΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΙΤΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΝΟΥΝ". Με τις υπ` αριθμούς Β68/2000 και Β11/2001 διατάξεις της Ανακρίτριας Β` Τμήματος Πλημ/κών Κορίνθου διετάχθη η γραφολογική πραγματογνωμοσύνη στα δύο πλέον προαναφερθέντα σημειώματα με αντικείμενο τα κάτωθι ζητήματα: α) ..., β) .... και γ) ... Σύμφωνα με την από 7.5.2001 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της ανωτέρω πραγματογνώμονα, δικαστικής γραφολόγου Β. Σ., αυτή κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα: Α) Ως προς το πρωτότυπο χειρόγραφο σημείωμα που βρέθηκε από τους αστυνομικούς του Α.Τ. Κιάτου πάνω στο γραφείο κατά τη διάρκεια της αυτοψίας ... "Το φύλλο χάρτου όπου αυτό ήταν καταρχήν γραμμένο έχει αποκοπεί με επιμέλεια από το τρίτο τεμάχιο χάρτου που υπάρχει στο στέλεχος του μπλοκ" ... Β) Ως προς το πρωτότυπο χειρόγραφο σημείωμα που βρέθηκε τεμαχισμένο σε μικρά κομμάτια ... "Το φύλλο χάρτου όπου αυτό ήταν καταρχήν γραμμένο έχει αποκοπεί βίαια από το πρώτο τεμάχιο χάρτου που υπάρχει στο στέλεχος του μπλοκ". Μετά την βίαιη αποκοπή του βρέθηκε ένα μικρό εναπομείναν τεμάχιο χάρτου στο στέλεχος του μπλοκ στο οποίο αναγράφεται "ΕΙΧΑ ΚΑ...". Μετά από αυτό το φύλλο, υπήρχε ένα ακόμη λευκό φύλλο, στο οποίο βρέθηκαν ίχνη λανθάνουσας (ή αμελάνωτης) γραφής. Από την έρευνα της λανθάνουσας (αμελάνωτης) γραφής στο πρώτο λευκό φύλλο του μπλοκ μετά το Α2 σημείωμα (που βρέθηκε τεμαχισμένο) διαπιστώθηκε ότι το ως άνω έγγραφο είχε προ του τεμαχισμού του το εξής περιεχόμενο: "ΕΙΧΑ ΚΑΝΕΙ ΕΝΑ ΛΑΘΟΣ ΣΟΒΑΡΟ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΚΛΕΦΤΗΣ. ΕΠΙΠΟΛΑΙΟΣ ΗΜΟΥΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΣΑ. Ο Κ. ΤΑ ΕΧΕΙ ΦΑΗ ΟΛΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ. ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΦΤΑΝΟΥΝ ΝΑ ΠΛΗΡΩΘΟΥΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΝΟΥΝ". Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι σε προγενέστερο χρόνο γράφηκε το τεμαχισμένο σημείωμα (Α2), το οποίο είχε αποκοπεί από το πρώτο φύλλο του μπλοκ, με εναπομείναν ένα μικρό τεμάχιο χάρτου με την αναγραφή "ΕΙΧΑ ΚΑ...", στην συνέχεια υπήρχε ένα λευκό φύλλο, όπου διαπιστώθηκε η ύπαρξη λανθάνουσας (αμελάνωτης) γραφής του ως άνω Α2 σημειώματος και με τον τρόπο αυτό συμπληρώθηκαν όλες οι φράσεις του, και τέλος στην συνέχεια (σε μεταγενέστερο χρόνο) γράφηκε το κατασχεθέν από το Α.Τ. Κιάτου ολόκληρο χειρόγραφο σημείωμα (Α1) από τον Θ. Γ.. Από την συγκριτική εξέταση και των δύο εγγράφων, σύμφωνα με την ίδια έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της πραγματογνώμονα Β. Σ., προκύπτει ότι έχουν γραφεί από το ίδιο πρόσωπο (τον θανόντα), αλλά κάτω από διαφορετικές συνθήκες χάραξης (διαφορετικούς ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες), σε διαφορετικές συνθήκες χάραξης και ψυχοπνευματικής κατάστασης του γραφέα. Ακολούθως, η άνω πραγματογνώμονας καταλήγει στα ακόλουθα συμπεράσματα: "Α. Η ... Β. ... Γ. ... Στα ίδια ως άνω συμπεράσματα κατέληξε και ο διορισθείς ως τεχνικός σύμβουλος από την οικογένεια του Θ. Γ., Γ. Χ., δικαστικός γραφολόγος, σύμφωνα με την από 20.3.2002 γραφολογική γνωμοδότηση αυτού. Αντίθετα, ο διορισθείς από τον κατηγορούμενο τεχνικός σύμβουλος Δ. Κ., δικαστικός γραφολόγος, στον οποίο ανατέθηκε η γραφολογική εξέταση των προαναφερθέντων δύο χειρόγραφων σημειωμάτων και η συγκριτική μελέτη των δύο προηγούμενων εκθέσεων γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης ... κατέληξε εν μέρει σε διαφορετικά συμπεράσματα. ... Αντίθετα, κατέληξε μεταξύ άλλων: α) ότι η γραφή του ΑΙ σημειώματος είναι φυσιολογικής χάραξης γραφή του Θ. Γ. και δεν περιέχει κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει υποψία ότι η γραφή αυτή δεν είναι καρπός ελεύθερης βούλησης και χαράξεως, β) ότι η παρατήρηση των Κ. και Μ. περί χαράξεως της γραφής του εν λόγω σημειώματος (...) με αδικαιολόγητες τελείες και με τρομώδη χάραξη των γραμμάτων, από τα οποία καταδεικνύεται ότι ο γράφων ευρίσκεται σε ιδιαίτερη ψυχολογική φόρτιση, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και δεν μαρτυρεί ψυχολογική φόρτιση του γραφέα του σημειώματος, γιατί τα στοιχεία αυτά αποτελούν γνωρίσματα φυσιολογικής χαραχθείσης γραφής του Θ. Γ. και γ) ότι τα συμπεράσματα της Σ. ότι η γραφή του εν λόγω σημειώματος (δηλ. του ΑΙ) έχει γραφεί με εξαναγκασμό του γραφέα της και παρά την θέλησή του δεν περιγράφουν την πραγματική κατάσταση της γραφής του εν λόγω σημειώματος, γιατί τα στοιχεία που παραθέτει η ανωτέρω δικαστική γραφολόγος ότι αποτελούν διαφορές και αποκλίσεις από τη φυσιολογική γραφή του Θ. Γ. είναι ανακριβή, αφού όλα τα χαρακτηριστικά της γραφής του εν λόγω σημειώματος ανευρίσκονται όμοια στη γραφή του συγκριτικού υλικού και συνεπώς δεν παρέχεται βάση για στήριξη γνώμης περί εξαναγκασμού του θανόντος κατά την χάραξη της γραφής του εν λόγω σημειώματος, η οποία είναι κανονικής χαράξεως γραφή του Θ. Γ.. ... Στην συνέχεια, διενεργήθηκαν εργαστηριακές εξετάσεις-ανάλυση τύπου D.N.A. του γενετικού υλικού που ανιχνεύτηκε στο παντελόνι και στο εσώρουχο και διαπιστώθηκε ότι αμφότερα απέδωσαν τα ίδια αλλήλια από την ανάλυση του πυρηνικού D.N.A., δηλαδή ότι το γενετικό υλικό προερχόταν από τον ίδιο άνδρα. Πλην όμως δεν κατέστη, τότε, δυνατόν να αποφανθεί ο ανωτέρω πραγματογνώμονας ότι το βιολογικό υλικό προέρχεται από τον Θ. Γ. καθώς δεν είχε αποσταλεί ταυτόχρονα συγκριτικό βιολογικό υλικό του θανόντος (...). Ακολούθως, εκκρεμούσης της υπόθεσης στην επ` ακροατηρίω πρωτοβάθμια διαδικασία, με την υπ` αριθμό 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31. 32, 33, 34/2007 αναβλητική απόφαση του Μ.Ο.Δ. Σπάρτης, διορίστηκε πραγματογνώμονας ο Ν. Τ., Αστυνόμος Α` Χημικός-Βιοχημικός, υπηρετών στο Τμήμα Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας, προκειμένου ο τελευταίος να προβεί σε εξετάσεις ανάλυσης D.N.A. και να αποφανθεί με αιτιολογημένη έκθεσή του για την ύπαρξη ή μη αξιοποιήσιμου βιολογικού υλικού και τον προσδιορισμό γενετικού υλικού στα αναφερόμενα στην από 14.3.2000 έκθεση κατάσχεσης του Β. Α., υπαστυνόμου του Α.Τ. Κιάτου, πειστήρια, ήτοι: α) ένα νάιλον σχοινί με κόκκινα σιρίτια καθ` όλο το μήκος 7,4 μ και β) μία λευκή ταινία περιτυλίγματος δώρων μήκους 1,84 μ και πλάτους 18 mm αναγράφουσα με μπλε γράμματα την φίρμα ".." και Β) σε καταφατική περίπτωση του υπό στοιχείο Α` για τη σύμπτωση ή όχι του ανευρεθέντος γενετικού υλικού αυτού, και σε κάθε περίπτωση του γενετικού υλικού, που ήδη έχει ανευρεθεί και αναφέρεται στην υπ` αριθμ. πρωτ. 3022/9/1710-γ/8-4-2005 έκθεση εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης του Ν. Τ., (...) με το γενετικό υλικό του κατηγορουμένου Κ. Χ. του Δ.. Αμφότερες οι διάδικες πλευρές, πολιτικώς ενάγουσες και κατηγορούμενος, διόρισαν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κ.Π.Δ, ως τεχνικούς συμβούλους τον βιολόγο Σ. Μ. και την ιατρό και μοριακή βιολόγο Μ. Γ.- Θ., αντίστοιχα. Την 14-9- 2007 έλαβε χώρα συνάντηση του πραγματογνώμονος και των τεχνικών συμβούλων, οι οποίοι κατέγραψαν τα πειστήρια και συμφώνησαν: ... Το γενετικό υλικό που αξιολογήθηκε ως συγκριτικό υλικό προερχόταν αφενός μεν από τη σύζυγο, Ε. Γ., και τις τρεις κόρες του θανόντος, Α., Γ. και Κ. Γ., και αφετέρου από το βιολογικό υλικό που είχε ανιχνευτεί στην προηγηθείσα όμοια εξέταση, δηλαδή από τρίχες και σπερματικό υγρό στα ενδύματα του Θ. Γ.. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της από 24.3.2008 έκθεσης εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης του Ν. Τ., από την ανάλυση πολυμορφισμού πυρηνικού υλικού D.N.A. προέκυψαν με βεβαιότητα τα ακόλουθα: 1) στην ταινία περιτυλίγματος ... και σε κάποια τμήματα αυτής (όχι σε όλο το μήκος αυτής), ανιχνεύτηκε γενετικό υλικό που αποτελεί μίγμα βιολογικών υλικών τουλάχιστον δύο άγνωστων ανδρών, πλην όμως δεν ανιχνεύτηκε σε κανένα σημείο της ταινίας γενετικό υλικό του θανόντος, 2) στο σχοινί με κόκκινα σιρίτια (...) ανευρέθη μόνον σε ένα σημείο αυτού γενετικό υλικό του Θ. Γ., αν και η εξέταση αφορούσε όλο το μήκος αυτού. Στο σημείο αυτό πιθανολογήθηκε ότι ήταν η αγκύλη του σχοινιού, όπου ακουμπούσε ο λαιμός του θανόντος ... Από τα ανωτέρω συμπεράσματα ..., προέκυψαν τα ακόλουθα συμπεράσματα : Α) Ως προς την αιτία θανάτου του Θ. Γ. και ειδικότερα αν ο θάνατος αυτού επήλθε συνεπεία ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως (στραγγαλισμός δι` ανθρωπίνων χειρών) ή αυτοκτονίας... Ειδικότερα, ως προς τα αντίθετα συμπεράσματα των ιατροδικαστικών εκθέσεων της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών και Αθηνών αντίστοιχα, που εξετέθησαν ανωτέρω, προέκυψαν τα ακόλουθα: 1) ... 12) ... Στην προκειμένη περίπτωση για να γίνει δεκτό ότι όλες οι προπεριγραφόμενες κακώσεις προκλήθηκαν στον Θ. Γ., κατά τη διάρκεια της απαιώρησης, κατά το στάδιο των σπασμών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο θανών κατά τον αμέσως πρότερο του θανάτου του χρόνο, κατά τον οποίο ξεκινά η απώλεια των αισθήσεων, κινήθηκε περιμετρικά του άξονά του και χτύπησε αφενός μεν στο κεφάλι, στην χειλεοπαρειακή χώρα, στη ραχιαία επιφάνεια της ρινός, στην μετωπιαία χώρα, στην κροταφική χώρα, στην ινιακή χώρα, στην τραχηλική χώρα, αφετέρου δε στα χέρια, στο μέσο δάκτυλο του αριστερού χεριού και τέλος, στο στέρνο. Η ανωτέρω υπόθεση δεν μπορεί να στηριχθεί σε αντικειμενικά στοιχεία και τούτο για τους ακόλουθους λόγους: 1) ... 6) Επιπλέον, αν ο θάνατος του Θ. Γ. οφείλεται σε "απαγχονισμό διά βρόγχου εκ χονδρού σχοινιού", όπως αναγράφεται στην ιατροδικαστική έκθεση των ιατρών της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών, θα έπρεπε επιπλέον να διαπιστωθούν αιμορραγικές διηθήσεις στο σημείο δράσης της αγκύλης και του βρόχου, δηλαδή κάτω από την περγαμηνοειδή αύλακα, αν αυτή προκλήθηκε από τη δράση του σχοινιού προ ή κατά τον χρόνο του θανάτου (όπως στις περιπτώσεις του απαγχονισμού διά βρόγχου), οι οποίες δεν διαπιστώθηκαν ούτε από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πατρών ούτε από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών ... Το ανωτέρω γεγονός υποδηλώνει με σαφήνεια ότι ο Θ. Γ. δεν βρισκόταν εν ζωή όταν απαιωρήθηκε και ότι ο θάνατος του επήλθε πριν κρεμαστεί ... 8) Το συμπέρασμα της ιατροδικαστικής έκθεσης της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Γιατρών ότι η αιτία θανάτου του Θ. Γ. οφείλεται σε "απαγχονισμό διά βρόγχου εκ χονδρού σχοινιού", αποδυναμώνεται πλήρως με την ένορκη κατάθεση στο ακροατήριο του ιατρού χειρούργου Ι. Π. που διενήργησε και συνυπέγραψε την από 14.3.2000 ιατροδικαστική έκθεση της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών, μαζί με τον ιατρό παθολόγο Ι. Α.. Όπως κατέθεσε στο ακροατήριο ο ανωτέρω ιατρός, η διενεργηθείσα απ` αυτούς νεκροψία- νεκροτομή του πτώματος του Θ. Γ. ήταν ατελής. Ειδικότερα, σύμφωνα με την κατάθεσή του στο ακροατήριο, ο εν λόγω ιατρός κατ` ουσίαν δεν προέβη σε νεκροτομική διερεύνηση του πτώματος, με το οποίο ασχολήθηκε αποκλειστικώς ο Ι. Α.. ... Από τα ανωτέρω συνάγεται με σαφήνεια ότι η ιατροδικαστική έκθεση της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αξιόπιστη, διότι ήταν ατελής, συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει τόσον ο ιατροδικαστής Κ., χαρακτηρίζοντας την ως "απόπειρα νεκροτομής", όσον και οι συνάδελφοί του, Β., Τ. και Α., οι οποίοι την αποκαλούν "ατελή νεκροτομή", ο δε επίσης ιατροδικαστής Μ. την χαρακτηρίζει ως "έκθεση ιδεών". Και τούτο για τους εξής λόγους: 1) ... 6) ... Αντιθέτως, από τον συνδυασμό και την αξιολόγηση των κάτωθι ευρημάτων ... Από τα προαναφερθέντα αναλυτικώς περιγραφόμενα ευρήματα προκύπτει με σαφήνεια ότι ο θάνατος του Θ. Γ. δεν οφείλεται σε απαγχονισμό δια βρόγχου, αλλά σε στραγγαλισμό δι’ ανθρωπίνων χειρών, ... Οι ισχυρισμοί της υπεράσπισης ότι ... είναι ουσιαστικά αβάσιμοι για τους κάτωθι λόγους; α) ... ζ) ... Περαιτέρω όμως ο απαγχονισμός με σχοινί (αυτοχειρία) αποκλείεται στην προκειμένη περίπτωση να απετέλεσε το αίτιο του εν λόγω θανάτου και εξ αιτίας λόγων αναγόμενων στα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, συνεκτιμωμένου και του λοιπού αποδεικτικού υλικού. Πλέον συγκεκριμένα δε για τους κατωτέρω λόγους αποκλείεται ο απαγχονισμός (αυτοχειρία): 1) ... 2) ... 3) ... 4) ... 5) ... Από τα ανωτέρω στοιχεία συνδυαζόμενα, η εκδοχή περί αυτοκτονίας του Θ. Γ. είναι αδύνατη, σύμφωνα με τα διδάγματα της λογικής και της κοινής πείρας, καθόσον δεν δικαιολογείται πώς ο θανών, ύψους 1,70 μέτρων, αφού γίνει υποθετικά δεκτό ότι κατασκεύασε ο ίδιος τη θηλιά της αγχόνης, στη συνέχεια πρόσδεσε σταθερά με κόμπο το σχοινί στην οριζόντια σιδηροδοκό, χωρίς να προκύψει με βεβαιότητα από την αποδεικτική διαδικασία με ποιόν τρόπο, και ευρισκόμενος υπό την επίδραση οινοπνεύματος, περπάτησε σε απόλυτο σκοτάδι με το σοβαρό πρόβλημα όρασης που είχε, αναρριχήθηκε σε δύο τουλάχιστον τελάρα συσκευασίας αγροτικών προϊόντων πέρασε τη θηλιά στο λαιμό του, έδεσε περίτεχνα τα χέρια του με την νάιλον ταινία, ιδία δε το δεξί του χέρι, καθώς ο ίδιος ήταν δεξιόχειρας, πέρασε την ταινία μέσα στην ζώνη του παντελονιού του, μετακίνησε την πόρπη της ζώνης στο οπίσθιο και αριστερό μέρος, στερούμενος κατ` αυτόν τον τρόπο οποιασδήποτε δυνατότητας ευχερούς κίνησης των χειρών, ιδίως δε την ανάταση των χειρών, και τέλος εκτέλεσε άλμα προκειμένου να θέσει τέλος στην ζωή του. Επιπλέον, αποδεικτικά του συμπεράσματος ότι ο θάνατος του Θ. Γ. οφείλεται σε δολοφονία και όχι σε αυτοκτονία είναι η ανυπαρξία κινήτρου του θανόντος να αυτοκτονήσει για τους ακόλουθους λόγους: α) Από το σύνολο των ενόρκων καταθέσεων (εργαζομένων, συνεργατών, συγγενών και φίλων αυτού) προέκυψε ότι ο Θ. Γ. δεν είχε προσωπικά, οικογενειακά ή ιδιαίτερα επαγγελματικά προβλήματα (...). Ήταν ευδιάθετος και δεν εμφάνιζε κατά το χρονικό διάστημα προ του θανάτου του μελαγχολία ή συναισθηματική κατάπτωση και δεν είχε αλλάξει τις συνήθειες του. Εργαζόταν στο συσκευαστήριο τον ίδιο χρόνο και κατά τις αργίες (Σαββατοκύριακα, Καθαρά Δευτέρα) (...). Η συμπεριφορά του, η οποία ήταν η συνηθισμένη, κατά τις προηγούμενες προ του θανάτου του ημέρες, ιδία δε κατά την Καθαρή Δευτέρα (13.3,2000) τίποτα στην συμπεριφορά του, δεν υποδείκνυε, έστω και εν σπέρματι, αυτό το ενδεχόμενο (...). Μάλιστα την αργία της Καθαράς Δευτέρας, διασκέδαζε στην Ορεινή Κορινθία με την οικογένειά του και φίλους, με τους οποίους - κατά τη διάρκεια του γεύματος- σχεδίαζε τον εορτασμό της ονομαστικής του εορτής μετά από λίγες ημέρες (...). Αγαπούσε την ζωή, διασκέδαζε σε καθημερινή βάση δαπανώντας μεγάλα χρηματικά ποσά κατά τις καθημερινές διασκεδάσεις με την οικογένειά του, με φίλους, παρέες και γυναίκες της νύχτας, που ανέρχονταν σύμφωνα με τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων στο ποσό των 100.000 έως 300.000 δραχμών τη φορά. Διατηρούσε στο παρελθόν διάφορες εξωσυζυγικές σχέσεις, άλλοτε εν γνώσει και άλλοτε με την ανοχή της συζύγου του, Ε. Γ.. ... β) Ο θανών είχε σχέδια επεκτάσεως της επιχειρήσεως του συσκευαστηρίου (...). ... Για το λόγο τούτο, είχε προγραμματίσει κατά τις αμέσως επόμενες της Καθαράς Δευτέρας ημέρες μία συνάντηση με τον πρώην Υπουργό Γεωργίας Ποττάκη (...). Επίσης, προσδοκούσε και παρότρυνε τη μεγαλύτερη κόρη του Α. Γ., δικηγόρο, να αναλάβει την θέση του στην επιχείρηση του συσκευαστηρίου (...). γ) Ο θανών δεν πίστευε στην αυτοχειρία. ... δ) Ο θανών φοβόταν το σκοτάδι και δεν πήγαινε ποτέ νύχτα στο συσκευαστήριο. Ο ίδιος έδινε εντολές στους εργαζομένους της επιχείρησης να μην μεταβαίνουν μόνοι τους στο συσκευαστήριο, κατά τις νυχτερινές ώρες, δεδομένου ότι ευρίσκετο σε ερημική περιοχή του ... ... Επιπλέον, αποδεικτικά του συμπεράσματος ότι ο θάνατος του Θ. Γ. οφείλεται σε δολοφονία και όχι σε αυτοκτονία είναι και τα ακόλουθα στοιχεία: 1) Ο θανών Θ. Γ. δεν έπιασε ούτε επεξεργάστηκε την ταινία συσκευασίας δώρων με την οποία βρέθηκαν περιτέχνως δεμένα τα χέρια του. ... Πράγματι, ο θανών είχε ζητήσει ένα σχοινί από τον επιστάτη Ε. Κ., ο οποίος στη συνέχεια έδωσε σχετική εντολή στον ήδη αποβιώσαντα εργάτη Σ. Μ. προς ανεύρεση του σχοινιού, όπως και έγινε (...). Ο άνω μάρτυρας (Σ. Μ.) ενόρκως είχε καταθέσει, μεταξύ άλλων, όταν του είχε πρωτοβαθμίως επιδειχθεί το σχοινί, ότι "... Ίδιο τύπο σχοινιού έδωσα με μικρότερο μήκος ... Το σκοινί που είδα στην Αστυνομία έμοιαζε με εκείνο που του έδωσα ... Το σκοινί που είδα στην Αστυνομία είδα το πάχος και το υλικό του, όχι το μήκος του, δεν μας είπε κανένας πόσο μακρύ ήταν ...". Ο ανωτέρω μάρτυρας κατέθεσε ενόρκως στον πρώτο βαθμό ότι το σχοινί που ο ίδιος είχε βρει ήταν μήκους περίπου 3,00 έως 3,50 μέτρων, ενώ αυτό με το οποίο ανευρέθη απαιωρημένο το πτώμα του Θ. Γ. ήταν μήκους 7,40 μέτρων, ... 2. Επίσης, όπως προεκτέθηκε, κατά την διενέργεια της αυτοψίας από τους αστυνομικούς του Α.Τ. Κιάτου Κορινθίας ανευρέθη και κατασχέθηκε ιδιόχειρο σημείωμα του Θ. Γ., ευρισκόμενο σε ένα εκ των γραφείων του λογιστηρίου της επιχείρησης. ... Σύμφωνα με την από 7.5.2001 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της ανωτέρω πραγματογνώμονα, δικαστικής γραφολόγου Β. Σ. κατέληξε ότι: Α) ... Β) ... Γ) ... Δ) ... Από τις ανωτέρω προαναφερθείσες γραφολογικές πραγματογνωμοσύνες, ... συνάγεται ότι ο θανών δεν έγραψε το σημείωμα που βρέθηκε πάνω στο γραφείο με την ελεύθερη βούλησή του και με αυθορμητισμό, αλλά αντίθετα ότι όταν το έγραφε δεν ήθελε να διατυπώσει το νόημα του περιεχομένου του και εξαναγκάστηκε να το κάνει. Από την επισκόπηση του περιεχομένου των δύο ιδιόγραφων σημειωμάτων του θανόντος προκύπτει ότι είναι εντελώς αντιφατικά ως προς το περιεχόμενό τους. Στο χρονολογικά πρώτο σημείωμα (τεμαχισμένο), ο θανών αναγράφει, μεταξύ άλλων, ότι "Ο Κ. (δηλαδή ο κατηγορούμενος) ΤΑ ΕΧΕΙ ΦΑΗ ΟΛΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ. ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΦΤΑΝΟΥΝ ΝΑ ΠΛΗΡΩΘΟΥΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΝΟΥΝ", ενώ στο χρονολογικά δεύτερο σημείωμα (που βρέθηκε πάνω στο γραφείο), ο θανών αναγράφει, μεταξύ άλλων, ότι "ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΛΕΦΤΑ ΝΑ ΒΓΟΥΝ ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ 50.000.000 (εννοεί δραχμές) Ν. ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΣΤΟΝ Κ." (δηλαδή στον κατηγορούμενο). Ακόμα και από μια απλή ανάγνωση αυτών ευκόλως συνάγεται, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το συμπέρασμα ότι ο θανών δεν είναι δυνατόν να αποδέχεται στο μυαλό του και το ένα και το άλλο σημείωμα ως προς το περιεχόμενό τους. ... 3) Η απουσία αποτυπωμάτων στο χώρο του συσκευαστηρίου. Ειδικότερα οι εργαζόμενοι της επιχείρησης είχαν εργαστεί τελευταία φορά την 12.3.2000 ημέρα Κυριακή, τη δε αργία της Καθαρής Δευτέρας (13.3.2000) το συσκευαστήριο δεν λειτούργησε και την Τρίτη (14.3.2000) ανευρέθη το πτώμα του Θ. Γ.. Την Κυριακή (12.3.2000), οι εργαζόμενες στο συσκευαστήριο Μ. Γ., Ε. Γ. και Χ. Τ., οι οποίες ήταν εργάτριες απασχολούμενες στην συσκευασία των αγροτικών προϊόντων, οι οποίες όμως απασχολούνταν και με την καθαριότητα του χώρου (κυρίως των γραφείων της επιχείρησης και της κουζίνας), προέβησαν σε καθαριότητα των χώρων αυτού. Ειδικότερα, καθάρισαν όλα τα καλάθια απορριμμάτων των γραφείων και έπλυναν όλα τα ποτήρια που είχαν χρησιμοποιηθεί έως τότε. Δεν συνήθιζαν να καθαρίζουν την κουπαστή της σκάλας που οδηγούσε στα γραφεία, ούτε τα οριζόντια δοκάρια στήριξης του συσκευαστηρίου, ούτε τα περβάζια των παραθύρων αυτού, καθώς δεν είχαν τέτοια εντολή από τους εργοδότες τους (...). Ακολούθως όταν μετέβη, την 16.3.2000, μετά από σχετική παραγγελία του Α.Τ. Κιάτου, συνεργείο σήμανσης της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας (...), δεν βρήκε αποτυπώματα, ούτε του εργαζόμενου Β. Μ. που εισήλθε από το παράθυρο στο συσκευαστήριο το πρωί της Τρίτης (14.3.2000), ούτε της Χ. Τ., η οποία έπιασε το παράθυρο (...), ούτε του Δ. Α. που έπιασε την σιδηροδοκό όπου δέθηκε το σχοινί (...)....Κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής όμως έπρεπε να βρεθούν αποτυπώματα των ατόμων που είχαν ακουμπήσει τα ανωτέρω σημεία, ενώ αντιθέτως αυτά ευρέθησαν να είναι πεντακάθαρα. Το παραπάνω είναι ένα επιπλέον αποδεικτικό στοιχείο του συμπεράσματος ότι ο θάνατος του Θ. Γ. οφείλεται σε δολοφονία και όχι σε αυτοκτονία, καθόσον, στη υποθετική εκδοχή της αυτοκτονίας, ο χώρος θα είχε παραμείνει ανέπαφος και θα είχαν ευρεθεί αποτυπώματα στα παραπάνω σημεία. Συνοπτικά, όπως θα αναφερθεί εκτενέστερα κατωτέρω, για την τέλεση της ανωτέρω περιγραφείσης ανθρωποκτόνου πράξεως, ο μόνος, από το στενό περιβάλλον (οικογενειακό, φιλικό, επαγγελματικό) του θύματος, που είχε το κίνητρο για να πραγματοποιήσει την παραπάνω πράξη ήταν ο κατ` ουσίαν συνεταίρος του Κ. Χ.. Περιληπτικά αυτά ήταν τα ακόλουθα; α) Οικονομικές διαφορές με το θύμα, αφού ο κατηγορούμενος είχε παρακρατήσει χρήματα από το ταμείο της επιχείρησης προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για ίδιον όφελος, γεγονός που ήδη είχε αντιληφθεί ο θανών, αποτελούσε δε και το λόγο που ο τελευταίος ήθελε να χωρίσουν την εταιρεία. Μάλιστα σκοπός του κατηγορουμένου ήταν τόσον να μην αποκαλυφθεί η δράση του από τον μοναδικό που γνώριζε άριστα τα οικονομικά της εταιρείας, ήτοι τον Θ. Γ., αφού αυτός είχε την ουσιαστική διαχείριση της εταιρείας, όσον και να επιρρίψει τις ευθύνες για την απώλεια των χρημάτων στον Γ. ισχυριζόμενος ότι εκείνος ήταν που καταχράστηκε τα χρήματα ξοδεύοντάς τα σε προσωπικές του απολαύσεις (δηλαδή στην πρώην σύντροφο του, Δ. Π.), γεγονός που τον οδήγησε, λόγω τύψεων και ενοχών στην αυτοκτονία. β) Προσωπικές διαφορές με το θύμα, καθώς ..., τον μήνα Οκτώβριο 1998, ο θανών διαπίστωσε ότι ο υιός του κατηγορούμενου, Δ. Χ., είχε κλέψει χρήματα από την επιχείρηση, για την οποία κλοπή έχει καταδικαστεί αμετακλήτως με την υπ` αριθμόν 110/2005 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου. Μετά ταύτα ο θανών και ο κατηγορούμενος απαγόρευσαν την είσοδο του Δ. Χ. στην επιχείρηση ακόμη και την μελλοντική ένταξή του στο προσωπικό αυτής μόλις τελείωνε την στρατιωτική του θητεία το θέρος του έτους 2000. ... Στην εν λόγω ενέργεια είχε, ως προεκετέθηκε, αρχικώς συμφωνήσει και ο κατηγορούμενος, στην συνέχεια όμως μετέβαλε την στάση του, καθώς επιθυμούσε να απασχοληθεί στην επιχείρηση ο υιός του Δ. Χ. μετά την λήξη της στρατιωτικής θητείας κατά μήνα Σεπτέμβριο 2000, ενώ ο θανών δεν είχε συμφωνήσει με τα ανωτέρω, πίεζε δε τον θανόντα να δεχθεί τον υιό του στο συσκευαστήριο, κυρίως το τελευταίο προ του θανάτου του χρονικό διάστημα (από τα Χριστούγεννα του 1999), γεγονός που του είχε προκαλέσει έντονο προβληματισμό ... Από τα ανωτέρω συνάγεται αφενός μεν ότι οι αρχικές υποψίες του θανόντος, ήδη από το θέρος του έτους 1999, στρέφονταν εις βάρος του κατ’ ουσίαν συνεταίρου του, Κ. Χ. (κατηγορουμένου), και αφετέρου ότι οι ισχυρισμοί της υπεράσπισης, ότι ο θανών είχε υπεξαιρέσει χρήματα της επιχείρησης και ότι αυτοκτόνησε λόγω των τύψεων που είχε και η επίκληση του σημειώματος του θανόντος που βρέθηκε πάνω στο γραφείο, καθίστανται ουσιαστικά αβάσιμοι... Άλλωστε, ο κατηγορούμενος ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι ο Θ. Γ. είχε υπεξαιρέσει χρήματα της επιχείρησης, όσο ο τελευταίος ήταν εν ζωή. Αντιθέτως, αμέσως μετά το θάνατο αυτού, διέδιδε στο οικογενειακό, φιλικό και επαγγελματικό περιβάλλον του θανόντος, αλλά και στον ευρύτερο κοινό κοινωνικό τους κύκλο, ότι η εταιρεία όφειλε πολλά χρήματα σε τρίτους, ότι ο θανών είχε υπεξαιρέσει χρήματα της επιχείρησης τα οποία κατασπατάλησε με την πρώην σύντροφό του, Δ. Π., καθώς και ότι γι` αυτό αυτοκτόνησε από τύψεις ... 2. Επίσης, πρέπει να αναφερθούν και οι προσωπικές σχέσεις των δύο ανδρών. Αρχικά ήταν πολύ καλές σε προσωπικό, οικογενειακό και επαγγελματικό επίπεδο. Οι δύο κατ` ουσίαν συνεταίροι (θανών και κατηγορούμενος) συνήθιζαν να διασκεδάζουν μαζί σε διάφορα νυχτερινά καταστήματα της ευρύτερης περιοχής του ..., διατηρούσαν διάφορες εξωσυζυγικές σχέσεις με γυναίκες της νύχτας, οι οποίες ήταν γνωστές στον κοινό κοινωνικό τους κύκλο, άλλοτε εν γνώσει και άλλοτε με την ανοχή των συζύγων τους. ... Τον μήνα Οκτώβριο 1998, ο θανών διαπίστωσε ότι ο υιός του κατηγορούμενου, Δ. Χ. είχε κλέψει χρήματα από την επιχείρηση (...). Ακολούθως ο θανών και ο κατηγορούμενος απαγόρευσαν την είσοδο του Δ. Χ. στην επιχείρηση, ακόμη και την μελλοντική ένταξή του στο προσωπικό αυτής μόλις τελείωνε την στρατιωτική του θητεία το θέρος του έτους 2000. ... Στην εν λόγω ενέργεια είχε, ως προεκτέθηκε, αρχικώς συμφωνήσει και ο κατηγορούμενος ... Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος μετέβαλε τη στάση του... Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την προκύψασα μεταξύ τους οικονομική διαφορά αποτέλεσε και την αιτία διάλυσης της ΟΕ τον Ιανουάριο 2001 (μετά το θάνατο του Θ. Γ.) ... Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, παρά την κατά το φαινόμενο καλή μεταξύ τους σχέση, αμφότεροι είχαν συναποφασίσει τη διάλυση της εταιρίας, η οποία θα ελάμβανε χώρα εντός του έτους 2000 μετά την εξωλογιστική διανομή των καθαρών κερδών της διετίας 1998-1999, τον Μάρτιο του έτους 2000. Τα ανωτέρω, βεβαίως, δεν υλοποιήθηκαν λόγω του επελθόντος θανάτου του Θ. Γ.. Ακολούθως πρέπει αναφερθεί η στάση και η εν γένει συμπεριφορά του κατηγορουμένου κατά τις αμέσως επόμενες ημέρες μετά την εύρεση του πτώματος του Θ. Γ., το πρωί της 14.3.2000. ... Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος, παρά τον απρόσμενο θάνατο του κατ` ουσίαν συνεταίρου του και φίλου του, είχε την ψυχραιμία και την ψυχική δύναμη να ασχοληθεί με τις συνήθεις επαγγελματικές υποχρεώσεις της επιχείρησης. Το γεγονός αυτό, δηλαδή της άμεσης λειτουργίας του συσκευαστηρίου αμέσως μετά την αποστολή του πτώματος στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πατρών, προκάλεσε απορία και δυσμενή σχόλια μεταξύ των εργαζομένων σ` αυτό και των κατοίκων της περιοχής του ... (...). Η εν λόγω απόφαση ανήκε αποκλειστικά στον κατηγορούμενο, ... Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι το (τεμαχισμένο) σημείωμα που βρήκε η κόρη του θανόντος, Κ. Γ., την Τετάρτη, 15.3.2000, στο καλάθι απορριμμάτων του γραφείου του πατέρα της, καθώς και τα τέσσερα ποτήρια με υπολείμματα από ουίσκι που βρήκε την Τρίτη, 14.3.2000, η Χ. Τ. στην κουζίνα του συσκευαστηρίου, προήλθαν από άτομα που μετέβησαν στο συσκευαστήριο μετά την Κυριακή έως το πρωί της Τρίτης. Οι εν λόγω χώροι των γραφείων του συσκευαστηρίου καθαρίστηκαν ξανά την Πέμπτη (16.3.2000), ενώ την Τρίτη (14.3.2000) η εργαζόμενη Χ. Τ. καθάρισε μόνον την κουζίνα (...). Το βράδυ, της ίδιας ημέρας που βρέθηκε το πτώμα του Θ. Γ. (14.3.2000), ο κατηγορούμενος μετέβη στο ... στο μπαρ "..." (ή αλλιώς "μπαρ της ..."), ιδιοκτησίας της Μ.-Ν. Κ.-Μ., όπου διασκέδασε με παρέα και όχι μόνος του (...), ... Από τα ανωτέρω περιληπτικώς αναφερόμενα και αξιολογούμενα εν συνόλω, προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος ευρίσκετο το βράδυ της Καθαρής Δευτέρας στο συσκευαστήριο, όπου συναντήθηκε με το θανόντα μεταξύ του χρονικού διαστήματος από την ώρα 22.06` της 13.3.2000 έως την ώρα 08.00` της 14.3.2000. Ο δε ακριβής χρόνος συνάντησης αυτών δεν εξακριβώθηκε από την επ` ακροατηρίω διαδικασία. [Σημειώνεται ότι περί ώρα 22.06` της 13-3-2000, ο θανών επικοινώνησε τηλεφωνικώς με την σύζυγό του, όπως προκύπτει από τις αναλυτικές καταστάσεις των κλήσεων αυτού, μετά την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου]. Επίσης, προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος για την εν λόγω συνάντηση, παρέσυρε τον θανόντα στον χώρο του συσκευαστηρίου, γνωρίζοντας ότι δεν επρόκειτο να βρίσκεται εκεί κανείς άλλος από τους εργαζομένους του συσκευαστηρίου, επιλέγοντας τόσο τον χώρο όσο και τον χρόνο της συνάντησης. Στο συσκευαστήριο εκείνο το βράδυ ευρίσκοντο και άλλα άτομα, όπως αποδεικνύεται από την διαπίστωση της ύπαρξης τεσσάρων ποτηριών με υπολείμματα ουίσκι στην κουζίνα από τους εργαζόμενους του συσκευαστηρίου το επόμενο πρωί. Τα πρόσωπα αυτά ήταν γνωστά τόσο στον κατηγορούμενο όσο και στον θανόντα, η δε ταυτότητά τους δεν εξακριβώθηκε κατά την διαδικασία στο ακροατήριο. Κατά την συνάντησή τους, εκείνο το βράδυ, στο συσκευαστήριο, οι δύο κατ` ουσίαν συνεταίροι ασχολήθηκαν με τα οικονομικά της επιχείρησης, καθώς επρόκειτο να προβούν με την εξωλογιστική διανομή των καθαρών κερδών για τη διετία 1998-1999, με βάση τις εγγραφές- καταχωρήσεις στο προαναφερθέν εξωλογιστικό βιβλίο, καθώς και τον τρόπο διακοπής της μεταξύ τους συνεργασίας, η οποία - όπως είχαν ήδη συμφωνήσει οι ανωτέρω από το θέρος του έτους 1999 - θα λάμβανε χώρα εντός του έτους 2000. ...Στην προσπάθειά του ο κατηγορούμενος να αντικρούσει τον Θ. Γ., ισχυρίστηκε ότι ο τελευταίος υπεξαίρεσε χρήματα της επιχείρησης, τα οποία κατασπατάλησε κατά τη διάρκεια της εξωσυζυγικής σχέσης που ο θανών διατηρούσε στο παρελθόν με την Δ. Π.. Ο θανών προτιθέμενος να αποδείξει ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί του κατηγορουμένου ήταν αβάσιμοι, έγραψε βιαστικά, χωρίς οι υπόλοιποι να τον αντιληφθούν, το σημείωμα με περιεχόμενο "ΕΙΧΑ ΚΑΝΕΙ ΕΝΑ ΛΑΘΟΣ ΣΟΒΑΡΟ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΚΛΕΦΤΗΣ. ΕΠΙΠΟΛΑΙΟΣ ΗΜΟΥΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΣΑ. Ο Κ. ΤΑ ΕΧΕΙ ΦΑΗ ΟΛΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ. ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΦΤΑΝΟΥΝ ΝΑ ΠΛΗΡΩΘΟΥΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΝΟΥΝ". Το εν λόγω σημείωμα έχει γραφεί από το θανόντα με βούληση και αποδοχή ως προς το περιεχόμενό του, αλλά βιαστικά, σε πίεση χρόνου για την εκούσια εξωτερίκευση της σκέψης του. Για αυτόν τον λόγο, στην συνέχεια, ο θανών έσκισε και πέταξε το εν λόγω σημείωμα στο καλάθι απορριμμάτων του γραφείου του, όπου το βρήκε τεμαχισμένο η κόρη του, Κ. Γ.. Ο δε κατηγορούμενος, έχοντας ήδη προαποφασίσει να σκοτώσει, από κοινού με τους άγνωστους δράστες, τον Θ. Γ. ευρισκόμενός σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, όπως προκύπτει από την επιλογή του τόπου και του χρόνου της συνάντησής τους, εξανάγκασε τον θανόντα να γράψει το σημείωμα με περιεχόμενο "ΘΕΛΩ... ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΕΥΤΑ ΝΑ ΒΓΟΥΝ ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝΟΥΝ 50.000.000 Ν. ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΣΤΟΝ Κ.", το οποίο βρέθηκε πάνω στο γραφείο της κόρης του θανόντος Κ. Γ. κατά την αυτοψία από τους αστυνομικούς του Α.Τ. Κιάτου. Το εν λόγω σημείωμα, το περιεχόμενο του οποίου είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό για τον κατηγορούμενο, έχει γραφεί από το θανόντα ακούσια, με απουσία ελεύθερης βούλησης, μετά από πίεση και εξαναγκασμό, χωρίς να αποδέχεται ο θανών το νόημα του περιεχομένου αυτού. Στην ανωτέρω πράξη προέβη αφενός μεν ώστε να φαίνεται ότι ο θανών τακτοποιούσε τις οικονομικές εκκρεμότητες με τον κατηγορούμενο πριν από τον επερχόμενο θάνατό του δι` απαγχονισμού, αφετέρου δε ώστε να φαίνεται ότι το εν λόγω σημείωμα εκφράζει την τελευταία βούληση αυτόχειρα επ` ωφελεία του κατηγορουμένου, ο οποίος επεδίωκε να εκμεταλλευτεί την ύπαρξη του εν λόγω σημειώματος εγείροντας μελλοντικές οικονομικές απαιτήσεις κατά της οικογένειας του θανόντος. Στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος ενεργώντας από κοινού με τους άγνωστους δράστες, αιφνιδίασαν τον θανόντα, τον έπληξαν στην ινιακή χώρα, προκαλώντας εκτεταμένες αιμορραγικές διηθήσεις επί των μαλακών μορίων της ινιακής χώρας και στην συνέχεια τον ακινητοποίησαν στο έδαφος, εντός του συσκευαστηρίου, σε ύπτια θέση. Κατά τη διάρκεια της ακινητοποίησης, ο θανών αντιστάθηκε, πλην όμως η αντίστασή του δεν ήταν σθεναρή αφενός μεν διότι ο θανών είχε μειωμένη ικανότητα αντίστασης λόγω μέθης εξαιτίας του αλκοόλ που είχε ήδη καταναλώσει και αφετέρου διότι η ακινητοποίησή του από τους δράστες ήταν άμεση, γρήγορη και αποτελεσματική. Κατά τη διάρκεια της ακινητοποίησής του στο έδαφος και της μειωμένης αντίστασης του θανόντος, προκλήθηκαν από τον κατηγορούμενο, από κοινού με τους άγνωστους δράστες, τα κάτωθι: 1) βαθιά κυκλοτερής εκδορά επί της δεξιάς χειλεοπαρειακής χώρας, 2) εκδορά επί της ρινός, 3) αιμορραγική διήθηση επί της μέσης και αριστερής μετωπιαίας χώρας, 4) οίδημα και έντονος εκχύμωση επί της ραχιαίας επιφανείας του μέσου δακτύλου της αριστεράς άκρας χειρός, ιδίως κατά την πρώτη φαλαγγοφαλαγγική άρθρωση, 5) εκτεταμένη δερματική απόσπαση μετά αιμορραγικής διηθήσεως των χειλέων της επί της έξω (ωλενείου) επιφανείας της ονυχοφόρου φάλαγγος του μέσου δακτύλου της αριστεράς άκρας χειρός, 6) αιμορραγική διήθηση μαλακών μορίων αριστεράς κροταφικής χώρας, 7) μία εντοπισμένη και έντονη κυκλοτερής αιμορραγική διήθηση επί της αριστεράς πλαγίας τραχηλικής χώρας στα μαλακά μόρια, και τέλος 8) αιμορραγική διήθηση επί των μαλακών μορίων του στέρνου. Το δε τελευταίο εύρημα προκλήθηκε από το γόνατο ενός εκ των δραστών, κατά την προσπάθεια ακινητοποίησης του Θ. Γ. στο έδαφος. Μετά ταύτα ο κατηγορούμενος, ενεργώντας από κοινού, με τους άγνωστους δράστες στραγγάλισε με τα χέρια τον Θ. Γ., επιφέροντας εκ του λόγου τούτου ως μόνη γενεσιουργό αιτία τον θάνατο αυτού. Ο ακριβής χρόνος επέλευσης του θανάτου του ανωτέρω, ο οποίος επήλθε μεταξύ του χρονικού διαστήματος από την 22.06` ώρα της 13.3.2000 έως την 08.00` ώρα της 14.3.2000 δεν εξακριβώθηκε από την επ` ακροατηρίω διαδικασία. Οι προπεριγραφόμενες κινήσεις των δραστών συνιστούν προϊόν σύμπραξης του κατηγορουμένου και των αγνώστων δραστών. Η δε σύμπραξη στην εκτέλεση αυτών ήταν άμεση, αυτοπρόσωπη και έλαβε χώρα, με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμέτοχων, χωρίς μάλιστα να είναι απαραίτητη η αναφορά των επιμέρους ενεργειών κάθε ενός των συναυτουργών για την από κοινού πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασής του εγκλήματος και χωρίς να απαιτείται να προσδιορίζεται και ποιος ακριβώς από αυτούς επέτυχε τη θανατηφόρα περίσφυξη του λαιμού του θανόντος, σύμφωνα με όσα έχουν ήδη εκτεθεί στην μείζονα σκέψη της παρούσης και την πάγια νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων (...). Επίσης, κοινός ήταν και ο δόλος των συμμέτοχων. Τόσο ο κατηγορούμενος όσο και οι άγνωστοι δράστες τέλεσαν την ανωτέρω πράξη με συναπόφαση, την οποία έλαβαν πριν από την τέλεση της πράξης. Ο καθένας από αυτούς γνώριζε και ήθελε την τέλεση της πράξης, καθώς επίσης ο καθένας από αυτούς γνώριζε και ήθελε να ενώσει την εγκληματική δράση του με την εγκληματική δράση των άλλων προς επίτευξη του εγκληματικού τους σκοπού που ήταν ο θάνατος του Θ. Γ. συνεπεία στραγγαλισμού δι` ανθρωπίνων χειρών....Στη συνέχεια και αφού ο θάνατος του Θ. Γ. είχε ήδη επέλθει, ο κατηγορούμενος, ενεργώντας από κοινού με τους άγνωστους δράστες, πέρασε βρόγχο στο λαιμό αυτού και στην συνέχεια προέβη στην απαιώρηση του πτώματος αυτού, με χρήση σχοινιού μήκους 7,4 μέτρων, το οποίο έδεσε σταθερά σε σιδερένιο σιδηροδοκό, ευρισκόμενο εντός του συσκευαστηρίου στο χώρο αναμονής, αφού πρώτα έδεσε τα χέρια του θανόντος στο ύψος των καρπών (με λευκή ταινία συσκευασίας δώρων, η οποία διερχόταν από το μέσον της ζώνης του θανόντος και μέσα από αυτήν, στρέφοντας την πόρπη της ζώνης ήταν στο πίσω μέρος της μέσης του πτώματος και αριστερά), με τρόπο σταθερό και επιμελή το δεξί χέρι, με περιτύλιξη της ταινίας γύρω από τον καρπό, η οποία σχημάτιζε έναν κόμπο και ένα είδος φιόγκου, σε αντίθεση με το αριστερό χέρι αυτού, το οποίο έδεσε χαλαρά. Στην συνέχεια, οι ανωτέρω τοποθέτησαν δύο τελάρα συσκευασίας αγροτικών προϊόντων, το ένα πίσω από το άλλο, με την ίδια φορά και σε θέση που να εφάπτεται το ανοικτό τμήμα του πρώτου εξ αυτών με το παρακείμενο τοιχίο κατασκευασμένο από λευκό νοβοπάν, κάτω από τα πόδια του απαιωρημένου πτώματος, τα οποία ευρίσκοντο σε απόσταση 0,50 μέτρων από το έδαφος. Και, τέλος, αναχώρησαν από το συσκευαστήριο, κλείνοντας τα φώτα αυτού, από την ανοιγόμενη πόρτα (πορτάκι), η οποία βρίσκεται επί ενός φύλλου της μπλε μεγάλης δίφυλλης πόρτας, η οποία αποτελούσε την κύρια είσοδο του συσκευαστηρίου, πριν την επέκταση των κτηριακών εγκαταστάσεων αυτού, καθώς ο κατηγορούμενος είχε το κλειδί της, αφού πρώτα τοποθέτησαν εσωτερικά τα κλειδιά του θανόντος στην πόρτα της νέας κύριας εισόδου του συσκευαστηρίου. Από την διαδικασία στο ακροατήριο δεν εξακριβώθηκε ο ακριβής χρόνος της απαιώρησης του πτώματος του Θ. Γ. ούτε ο ακριβής χρόνος που μεσολάβησε μεταξύ του επελθόντος διά στραγγαλισμού θανάτου αυτού και της μεταγενέστερης απαιώρησης του πτώματός του, η οποία έλαβε χώρα μεταθανατίως ως προεκτέθηκε. Η απαιώρηση του πτώματος αυτού μπορεί να έγινε μετά την πάροδο κάποιων ωρών από τον στραγγαλισμό ή και αμέσως μετά από αυτόν. Στις προπεριγραφόμενες ενέργειες προέβησαν προκειμένου να συγκαλύψουν το έγκλημα, το οποίο είχαν ήδη από κοινού διαπράξει και προκειμένου να αποπροσανατολίσουν τις ανακριτικές και δικαστικές αρχές επιδιώκοντας να εμφανίσουν ότι ο θάνατος του Θ. Γ. δεν οφείλεται σε δολοφονική ενέργεια, αλλά επήλθε συνεπεία αυτοκτονία δι` απαγχονισμού, "σκηνοθετώντας" την αυτοκτονία αυτού. Επιπλέον, από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι ο κατηγορούμενος είναι ένας εκ των δραστών της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως σε βάρος του Θ. Γ. για τους κάτωθι λόγους: 1) Ο θανών δεν είχε εχθρούς. Ο κατηγορούμενος είχε κίνητρο, καθώς ήταν ο μοναδικός με τον οποίο ο θανών είχε οικονομικές διαφορές, όπως αποδείχθηκε μετά τον θάνατο του Θ. Γ.. Η φύση και η έκταση των εν λόγω διαφορών έχει ήδη αναλυθεί παραπάνω. 2) Ο κατηγορούμενος είναι ο μοναδικός που έχει και το κίνητρο και τη δυνατότητα, λόγω της ευχερούς του προσβάσεως στο συσκευαστήριο, να "εξαφανίσει" το εξωλογιστικό βιβλίο που τηρούσαν οι δύο κατ` ουσίαν συνεταίροι ως προς τις μεταξύ τους οικονομικές σχέσεις. 3) Ο κατηγορούμενος είναι ο μοναδικός που έχει πρόσβαση στο συσκευαστήριο και ευχέρεια διαφυγής, καθώς μόνον ο ίδιος και ο θανών είχαν τα κλειδιά της πόρτας από την οποία διέφυγαν οι δράστες, δεδομένου ότι όλες οι άλλες πόρτες και τα παράθυρα ήταν κλειστά και ασφαλισμένα εσωτερικά. Το μοναδικό ανασφάλιστο παράθυρο (αυτό απ` όπου εισήλθε ο εργαζόμενος Μ. στο συσκευαστήριο) είχε σκλονη προ πολλού χρόνου (...). 4) Ο κατηγορούμενος είναι ο μοναδικός που είχε την πρόσβαση να "εξαφανίσει" τα αποτυπώματα πριν μεταβεί στο συσκευαστήριο το συνεργείο της σήμανσης, ... 5) Ο κατηγορούμενος είναι ο μοναδικός που είχε την πρόσβαση να "τακτοποιήσει" τον χώρο του συσκευαστηρίου, ώστε αφενός μεν να υπάρχει ευταξία και αφετέρου να "εξαφανίσει" τυχόν ίχνη της αντίστασης του θανόντος. 6) Ο κατηγορούμενος είναι ο μοναδικός που διαδίδει αμέσως μετά το θάνατο του Θ. Γ. ότι η επιχείρηση αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα. 7) Ο κατηγορούμενος είναι ο μόνος που "ευνοείται" από το περιεχόμενο του σημειώματος που βρέθηκε στα γραφεία της επιχείρησης, αξιολογούμενο με το αντιφατικό περιεχόμενο του τεμαχισμένου σημειώματος του θανόντος που βρέθηκε στο καλάθι των απορριμμάτων. 8) Ο κατηγορούμενος είναι ο μοναδικός που διαδίδει για τον θανόντα, αμέσως μετά το θάνατο αυτού, ότι υπεξαίρεσε χρήματα, τα οποία κατασπατάλησε με την πρώην σύντροφό του. 9) Ο κατηγορούμενος είναι ο μοναδικός ο οποίος δεν διατήρησε έστω και εν σπέρματι επιφυλάξεις για την αιτία θανάτου του Θ. Γ., αλλά αντιθέτως αμέσως διαδίδει ότι ο θανών αυτοκτόνησε στην προσπάθειά του να συγκαλύψει την πράξη του και να παραπλανήσει τις διωκτικές αρχές, ισχυρισμό τον οποίο επαναλαμβάνει απαρεγκλίτως και μετά την πάροδο δώδεκα (12) ολόκληρων ετών, παρά την περί του αντιθέτου ύπαρξη πληθώρας στοιχείων. 10) ... Περαιτέρω, από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε την ανθρωποκτονία εκ προθέσεως εις βάρος του Θ. Γ. από κοινού με άλλα πρόσωπα, για τους κάτωθι λόγους: 1) Βρέθηκαν τέσσερα ποτήρια με υπολείμματα ουίσκι στην κουζίνα από τους εργαζόμενους του συσκευαστηρίου το επόμενο πρωί, γεγονός που υποδηλώνει την ύπαρξη και άλλων προσώπων πλην του κατηγορουμένου και του θανόντος εκείνο το βράδυ στο συσκευαστήριο. Στην συνέχεια, ο θανών ακινητοποιήθηκε στο έδαφος σε ύπτια θέση, άμεσα, γρήγορα και αποτελεσματικά, με συνέπεια την μειωμένη αντίστασή αυτού σε συνδυασμό ... Από όλα τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι την κρίσιμη στιγμή επί του σώματος του Θ. Γ. επενέργησαν στα εξής στοιχεία: ένα γόνατο πίεζε το στέρνο, ένα χέρι πίεζε την τραχηλική χώρα, άλλο χέρι πίεζε την κροταφική χώρα και άλλο χέρι περιέσφιξε τον λαιμό. Από τα ανωτέρω ιατροδικαστικά ευρήματα, σε συνδυασμό και με τα λοιπά προαναφερθέντα (πλήγματα στο δάκτυλο και στο πρόσωπο του θανόντος) και με τα αναγραφόμενα στην ιατροδικαστική έκθεση της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, ότι δηλαδή "...το θύμα πρώτα ήλθε σε συμπλοκή με τον δράστη ή τους δράστες και στην συνέχεια στραγγαλίστηκε με την δράση ανθρωπίνων χειρών...", αποδεικνύεται ότι οι δράστες της δολοφονίας του Θ. Γ. ήταν, εκτός από τον κατηγορούμενο, και άλλα πρόσωπα. 2) Επίσης, η ύπαρξη περισσοτέρων δραστών αποδεικνύεται και από το ότι την απαιώρηση του πτώματος του Θ. Γ. δεν μπορούσε να την κάνει μόνος του ο κατηγορούμενος. ... Στην προκείμενη περίπτωση, από το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων που προέκυψαν από την επ` ακροατηρίω διαδικασία, τα οποία έχουν εκτεθεί αναλυτικώς σε προγενέστερα σημεία της παρούσης, κατά την πλειοψηφία του παρόντος Δικαστηρίου, ..., αποδείχθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο κατηγορούμενος, Κ. Χ., ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, ενεργώντας από κοινού με άγνωστους δράστες, με συναπόφαση, τέλεσε την - κακουργηματικού χαρακτήρος - αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εις βάρος του Θ. Γ., επιφέροντας τον θάνατο αυτού συνεπεία στραγγαλισμού δι` ανθρωπίνων χειρών, που επιτεύχθηκε με συγκλίνουσες επιμέρους ενέργειές τους, στις οποίες συμμετείχαν άπαντες, χωρίς να απαιτείται να προσδιορίζεται και ποιος ακριβώς από αυτούς επέτυχε τη θανατηφόρα περίσφιξη του λαιμού του θανόντος. Συνεπώς, πρέπει ο κατηγορούμενος, ..., να κηρυχθεί ένοχος του ότι: ...". Με αυτά που δέχθηκε, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ` αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση από κοινού, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 299 παρ. 1 και 45 του ΠΚ. Οι μερικότερες αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος είναι αβάσιμες, αφού: α) Σαφώς προσδιορίζεται ο χρόνος του θανάτου του θύματος (ώρα 22.06 της 13.3.2000 έως ώρα 08.00 της 14.3.2000), καθώς και ότι απαιωρήθηκε αυτό μετά το θάνατό του, ενώ δεν εξακριβώθηκε ο ακριβής χρόνος της απαιωρήσεως αυτού ούτε πόσος χρόνος μεσολάβησε μεταξύ θανάτου δια στραγγαλισμού και απαιωρήσεως. β) Το Δικαστήριο πλήρως αιτιολογεί γιατί αποκλείει την αυτοκτονία και γιατί αποδίδει το θάνατο του θύματος σε εγκληματική ενέργεια του κατηγορουμένου, ο οποίος έδρασε από κοινού με άγνωστους δράστες. γ) Όσον αφορά το σχοινί, με το οποίο απαιωρήθηκε το θύμα, το Δικαστήριο, με επαρκή αιτιολογία, δέχεται ότι αυτό είχε μήκος 7,40 μ., ενώ εκείνο, το οποίο του είχε δώσει ο μάρτυρας Σ. Μ., ήταν ίδιου τύπου, αλλά είχε μικρότερο μήκος (3 - 3,50 μ.). δ) Επαρκώς αιτιολογείται η παρουσία, κατά τον κρίσιμο χρόνο, στο συσκευαστήριο, και άλλων (αγνώστων) προσώπων, με την παραδοχή ότι το πρωί της τρίτης βρέθηκαν στο νεροχύτη της κουζίνας του συσκευαστηρίου τέσσερα ποτήρια του ουίσκι. ε) Πλήρως αιτιολογεί το Μικτό Ορκωτό Εφετείο την κρίση του επί της επιστολής του θύματος που βρέθηκε τεμαχισμένη, τονίζει δε την αντίφαση μεταξύ αυτής και εκείνης που βρέθηκε στο γραφείο του τελευταίου και γράφηκε υπό το κράτος δυσμενών συνθηκών. στ) Επαρκώς αιτιολογείται και η μη ανεύρεση αποτυπωμάτων στο συσκευαστήριο, με την παραδοχή, μεταξύ άλλων, ότι, αν ο θάνατος του θύματος οφειλόταν σε αυτοκτονία, θα έπρεπε να βρεθούν αποτυπώματα των ατόμων που είχαν ακουμπήσει στα διάφορα σημεία του συσκευαστηρίου. ζ) Το Δικαστήριο σαφώς δέχεται ότι, το βράδυ του θανάτου του θύματος, πράγματι βρισκόταν στο συσκευαστήριο και είχε συναντηθεί με τον θανόντα, δεν ήταν δε αναγκαίο να προσδιορίζεται ο ακριβής χρόνος συναντήσεως. η) Το Δικαστήριο αιτιολογεί την κρίση του ως προς όλες τις, ιατροδικαστικής φύσεως, πραγματογνωμοσύνες, και μάλιστα πλήρως και δια μακρών. θ) Ακόμη, έλαβε υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που είχαν τεθεί ενώπιόν του και δεν προέβη σε επιλεκτική αξιολόγηση ορισμένων από αυτά, δεν ήταν δε απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσεως. Επομένως, οι, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠοινΔ, λόγοι (όλοι) του κυρίου δικογράφου των αιτήσεων και οι πρώτος και δεύτερος λόγοι του δικογράφου των παραδεκτώς ασκηθέντων (ενόψει του ότι οι ένδικες αιτήσεις περιέχουν παραδεκτούς λόγο αναιρέσεως) προσθέτων λόγων, που κατατέθηκαν εμπρόθεσμα (την 15.9.2014) και κατά τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρο 509 παρ. 2 του ΚΠοινΔ), με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι αβάσιμοι. Οι, εμπεριεχόμενες στους αυτούς ως άνω λόγους, αιτιάσεις περί εσφαλμένης εκτιμήσεως αποδεικτικών μέσων και, γενικά, περί εσφαλμένης κρίσεως και εσφαλμένων συλλογισμών, είναι απαράδεκτες, γιατί, με την επίφαση της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πλήττεται η, αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα, κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β` του ΚΠοινΔ, λόγος αναιρέσεως της αποφάσεως είναι και η έλλειψη της ακροάσεως κατά το άρθρο 170 παρ. 2, η οποία επιφέρει ακυρότητα της διαδικασίας. Η ακυρότητα αυτή επέρχεται κατά τη διάταξη του άρθρου 170 παρ. 2 στοιχ. α` του ΚΠοινΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 7 του ν. 1941/1991, στην περίπτωση που ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του ζήτησαν να ασκήσουν δικαίωμα που ρητά τους παρέχεται από το νόμο και το δικαστήριο τους αρνήθηκε ή παρέλειψε να αποφανθεί για τη σχετική αίτηση. Τέτοιο δικαίωμα είναι και αυτό του κατηγορουμένου, σύμφωνα με το άρθρο 352 παρ. 3 του ΚΠοινΔ, για κρείσσονες αποδείξεις και συγκεκριμένα για κλήση ουσιωδών μαρτύρων. Η παραδοχή ή μη τέτοιου αιτήματος του κατηγορουμένου απόκειται στην κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο, όμως, οφείλει να απαντήσει στο αίτημα αυτό, αιτιολογώντας την απόφασή του, άλλως, αν αρνηθεί ή παραλείψει ν` αποφανθεί, δημιουργείται έλλειψη ακροάσεως. Για να επέλθει, όμως, από την τελευταία, κατά το άρθρο 170 παρ. 2 ΚΠοινΔ ακυρότητα της διαδικασίας απαιτείται να υποβληθεί σαφές και ορισμένο αίτημα από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και επιπλέον, σε περίπτωση μη αποδοχής αυτού από τον διευθύνοντα τη συζήτηση, άμεση προσφυγή τους σε ολόκληρο το Δικαστήριο και απόρριψη παρά το νόμο από αυτό της προσφυγής ή παράλειψή του να αποφανθεί. Η υποβολή δε αυτή πρέπει να προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδριάσεως, χωρίς να επιτρέπεται αμφισβήτηση της ακρίβειας αυτών, παρά μόνο προσβολή τους για πλαστότητα ή διόρθωσή τους κατά τη διαδικασία του άρθρου 145 του ΚΠοινΔ. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως, κατά την 60ή συνεδρίαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου της 15.11.2012, ο κατηγορούμενος υπέβαλε, δια του συνηγόρου του Διονυσίου Γκούσκου, αίτημα να εξετασθεί στο ακροατήριο ο ιατροδικαστής Ι. Α. (ο οποίος δεν είχε κλητευθεί από την Εισαγγελία), καθόσον αυτός "ήταν ένας από τους δύο εν ζωή ιατροδικαστές που έκαναν νεκροτομή στο πτώμα του Θ. Γ. και δεν δέχεται να έλθει να καταθέσει ως τεχνικός σύμβουλος προταθείς από την υπεράσπιση". Στο σημείο εκείνο αναγνώσθηκε από την Πρόεδρο το με αρ. πρωτ. 38035/12-11-2012 πιστοποιητικό εξέτασης εξωτερικού ασθενούς του Γενικού Νοσοκομείου Πατρών "..............." για δικαστική χρήση, από το οποίο προέκυπτε ότι ο Α. Ι. του Α. εξετάσθηκε στα εξωτερικά ιατρεία του Ουρολογικού Τμήματος της 12-11-2012, πάσχων από νεόπλασμα προστάτου χειρουργηθείς προ τριετίας, συνέχιζε δε ορμονοθεραπεία για οστικές μεταστάσεις και δεν μπορούσε να ταξιδεύσει ή να υποβληθεί σε κόπωση και συνίστατο ανάπαυση κατ’ οίκον. Με το ως άνω αίτημα συντάχθηκε και η Εισαγγελέας. Ακολούθως, κατά την 62η συνεδρίαση της 21-11-2012, ο αυτός συνήγορος υπερασπίσεως του κατηγορουμένου προέβη στην εξής δήλωση προς το Δικαστήριο: "Ο Α. έκανε με έντιμο, ανύποπτο τρόπο τη δουλειά του και τα ευρήματά του είναι επαρκέστατα για το συμπέρασμα. Ο κ. Κ. έχει ήδη πάρει πίσω τα δώδεκα από τα δεκαέξι ευρήματα της έκθεσής του. Δεν θα ακυρώσετε τον κ. Α.. Καλέστε τον, να τον φέρει το Δικαστήριο, με το άρθρο 353 ΚΠοινΔ εάν θεωρείται αναγκαία η κατάθεσή του ως μάρτυρα. Δεν μπορεί εν απουσία του να κατακρεουργείται η έκθεσή του". Ο αναιρεσείων, με τον, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β του ΚΠοινΔ, τρίτο λόγο του δικογράφου προσθέτων λόγων, πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ακροάσεως, συνιστάμενη στο ότι το Δικαστήριο δεν απάντησε στο άνω αίτημά του για κλήτευση και εξέταση ουσιώδους μάρτυρα, παραβιάζοντας δικαίωμα που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 στοιχ. δ της ΕΣΔΑ. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, γιατί, από την επισκόπηση των πρακτικών, τα οποία δεν προσβάλλονται για πλαστότητα, δεν προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του προσέφυγε στο Δικαστήριο κατά της μη απαντήσεως από την Πρόεδρο του Δικαστηρίου επί του αιτήματος και αυτό, παρά το νόμο, απέρριψε την προσφυγή ή παρέλειψε να αποφανθεί επ’ αυτής. Ανεξαρτήτως αυτού, το Δικαστήριο, με το σκεπτικό επί της ενοχής (σελ. 761), απέρριψε το ως άνω αίτημα με την αιτιολογία ότι "...αναγνώσθηκε, κατά τους ορισμούς του άρθρου 365 παρ. 1 Κ.Π.Δ., μεταξύ άλλων εγγράφων, και η από 25.4.2000 προανακριτική κατάθεση, ενώπιον των αστυνομικών του Α.Τ. Κιάτου, του Ι. Α., ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, καθόσον κρίθηκε ότι είναι αδύνατη η εξέτασή του στο ακροατήριο εξαιτίας μακράς και σοβαρής ασθένειας αυτού". Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό τους οι κρινόμενες αιτήσεις και οι πρόσθετοι αυτών λόγγοι και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ), καθώς και στη δικαστική δαπάνη των παραστασών πολιτικώς εναγουσών (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την με αριθ. εκθ. κατ. 2/4.2.2013 και την από 7.3.2014 (με αριθ. πρωτ. 1697/2014) αιτήσεις του Κ. Χ. του Δ. μετά των από 15.9.2014 προσθέτων αυτών λόγων, για αναίρεση της 20, 26, 32, 39, 50, 51, 58, 60/2012, 10 - 17/2013 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ναυπλίου. Και ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα από διακόσια πενήντα (250) ευρώ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη των παραστασών πολιτικώς εναγουσών Ε. Γ., Γ. Γ., Κ. Γ. και Α. Γ. εκ πεντακοσίων (500) ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Οκτωβρίου 2014. Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 30 Οκτωβρίου 2014. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 

 
 

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...