Ήταν βυθισμένο το βλέμμα σου
Κοιτούσες εμμονικά εκείνο
το συντριβάνι
και στο βυθό πλημμυρισμένα νομίσματα
Συνεχώς οι ίδιες σκέψεις
σε κουτάκια παραταγμένες
αρχή, μέση, τέλος
σε τέλεια επανάληψη
Γιατί οι άνθρωποι πετάνε τα όνειρα
χωρίς αγκίστρι, χωρίς επιστροφή
σε τέλεια υποβύθιση
Γιατί ο μανδύας επιπλέει
σε στραγγαλισμένη αποσύνθεση
Γιατί ήμουν καταραμένος
να ρίχνω νομίσματα
που πλαταγίζουν στην επιφάνεια
Γιατί εσύ αγάπη δεν έγινες όνειρο
τα βράδια της αποπλάνησης
Γιατί εσύ αλησμόνητε πόνε παρέμεινες αβύθιστος
Πως αναλώθηκες τόσα χρόνια από τα κέρματα,
αναρωτήθηκες
Και ο σπαγγοραμμένος χρόνος αθάνατος