Σε ένα Μονομελές,
με σάπια τα καθίσματα
καπνούς στο περιρρέον κλίμα
με την επιγραφή ενός σπουδαίου
πάνω από την πόρτα
και κάτω από το Θεό
εκκρεμές περιφερόταν το αίσθημα δικαίου
που καταπνίγηκε από τις φωνές μιας ετυμηγορίας
Δεν ήταν Στρατοδικείο, αναρωτιόταν η αίσθηση
μεταμορφώθηκαν σαν αδηφάγα όργανα
ενός παρακράτους
και το απόσπασμα στήθηκε προς τέρψιν του κράτους
είναι τόσο επικίνδυνο να έχεις δίκαιο,
όταν το κράτος έχει άδικο,
ψέλλισε ένας "υποταγμένος"... κατηγορούμενος
που πολεμούσε με το μέσα του, σαν σκιζόταν η σάρκα
Και τώρα οι στρατοδίκες, υποταγμένοι κατηγορούμενοι,
χωρίς κανένα σημείο στίξης,
διερωτώνται στην απολογία τους
ποια είναι η αντίφαση
μεταξύ δολοφονίας-αυτοκτονίας
αγία η στιγμή της απολογίας,
διέκοψε ο Πρόεδρος,
ιερή διόρθωσε ο Εισαγγελέας,
μα η ποινή καρφιτσώθηκε υπαίτια
προορισμένη να προκαλεί πόνο
Αυτοί όπλισαν τα χέρια του,
με αίμα "αθώων".