Ένα τέλος δεν το ζωγραφίζεις
στο γυαλό κύμα ν'ανεμίζεις
να χωράει στην χούφτα σου
σαν κατακλυσμός
ο απέραντος αποκλεισμός
της ψυχής που ψάχνει παράδεισο
στην άβυσσο της φυλακής σου
κάταδικος και καταδικασμένη
μίζερη και μιασμένη
Χαρακώνεις, και ποτέ δεν αλλοιώνεις
ξανά και ξανά, η ίδια πράξη
σε χρόνια σαν πλάστη
και μένει προδωμένη
αγάπη φυλακισμένη
να δέχεται επισκεπτήρια
μόνο στης στιγμής τα εντευκτήρια
δωσ'μου πειστήρια
ότι μ'αγάπησες χωρίς αιτία
γιατί αναίτια σ'αγαπούσα και γω
όταν φυλακισμένος ανέπνεα τον καπνό
της έλλειψής σου
στη δική σου φυλακή, χωρίς δεσμοφύλακα