Ήταν ένα μικρό καράβι...καράβι, α.α.αταξίδευτο...
Καράβι αταξίδευτο
σαν σκέψη, και λύτρωση
σαν το ποτέ να μην υπήρχε τώρα
Λιμάνι απροσπέλαστο
σαν το γιατί να απατά την ώρα
κράτησε την ανάσα,
να φυσήξει με περισσότερη δύναμη
όσο έμεινε, σε σπιθαμή του έρωτα
σε βράδυα αξημέρωτα
σε χρόνια ακατάδεκτα
να φιλοξενήσουν το ταξίδι
ως πόσο, μετέωρο, στη θαλπωρή της τύχης
γιατί, επαίτης της τυχαίας λύσης
ως πόσο δεσμώτης του μυαλού της κρίσης
τα κουπιά, μόνα τους, εγκατάλειψαν το ναυάγιο
εσύ, φυλακισμένος, προπέτης του αύριο
σαν σήμερα, προμηθέας άγιος
Συνέχεια, ένα ταξίδι, στου μυαλού την ήβη
και συ μποφόρ σε μια μέτρηση εν είδει
για πόσο θα ματαιώνεις το ταξίδι
καράβι, άγγιξες το ήδη
το νερό αίμα αναδίδει
βρήκε το δικό του αντικλείδι
πολύ φουρτουνιασμένο εν κατακλείδι
Καράβι αταξίδευτο, άγγιξες την τελειότητα
να βυθίζεις τη δική της μετριότητα
σε χάρτινα ομοιώματα που επιπλέουν στη λήθη