Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Το Βούλευμα του Αρείου Πάγου για την υπόθεση της άδειας στον Δημήτριο Κουφοντίνα

 

 

Χορήγηση τακτικής άδειας σε κατάδικο, και δη σε πολυισοβίτη. Τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις χορηγήσεως τακτικής αδείας. Τρομοκρατία. Καταδίκη, εν προκειμένω, σε 11 φορές ισόβια κάθειρξη, σε κάθειρξη 25 ετών και φυλάκιση 2 ετών για τις πράξεις της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, ανθρωποκτονιών, τετελεσμένων και σε απόπειρα, της ληστείας και της ανυποταξίας. Επί πολυισοβίτη, κατά την κρατούσα στη θεωρία και νομολογία άποψη, αρκεί η πραγματική έκτιση 8 ετών, όπως επί ισοβίτη. Ποινική Δικονομία. Αναίρεση Εισαγγελέως κατά βουλεύματος που ακυρώνει απόφαση Πειθαρχικού Συμβουλίου που χορηγεί τακτική άδεια σε κρατούμενο. Πιο συγκεκριμένα, απόφαση Πειθαρχικού Συμβουλίου Καταστήματος Κράτησης με την οποία χορηγήθηκε, κατά πλειοψηφία, τακτική άδεια απουσίας σε κρατούμενο. Προσφυγή κατά της ως άνω αποφάσεως από τον Εισαγγελέα Επόπτη και βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών με το οποίο ακυρώθηκε η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Αναίρεση Εισαγγελέως κατά του ως άνω βουλεύματος. Λόγοι. Έλλειψη αιτιολογίας. Εσφαλμένη ερμηνεία. Εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου 2776/1999, αφού το Συμβούλιο βασίστηκε στη γραμματική διατύπωση του νόμου, ο οποίος αναφέρεται σε «ποινή» και όχι σε «ποινές ισόβιας κάθειρξης», ενώ, βάσει της κρατούσας άποψης της θεωρίας και της νομολογίας, η διάταξη εφαρμόζεται και επί πολυισοβιτών, όπως προαναφέρθηκε. Επιπλέον, ενώ το Συμβούλιο δέχθηκε ότι δεν συνέτρεχαν οι τυπικές προϋποθέσεις για τη χορήγηση της άδειας, ήλεγξε και τη συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων που απαιτούνται από το νόμο. Αντιφατικές παραδοχές. Ενώ το Συμβούλιο δέχεται ότι στην έννοια του σωφρονισμού δεν περιλαμβάνεται η καθ’οιονδήποτε τρόπο ιδεολογική μεταστροφή του καταδίκου, στη συνέχεια δέχεται ότι ο κρατούμενος δεν είναι πρόθυμος να αλλάξει στάση ζωής και να μεταμεληθεί, αλλά εμμένει στην άποψή του περί ένοπλης ανατροπής του κρατικού μονοπωλίου της βίας. Αναιρεί το υπ’αριθμ. 93/2019 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου. Βλ. και άποψη και επιχειρηματολογία Συμβουλίου, βάσει της οποίας στον καταδικασμένο σε πλείονες της μίας ποινές ισοβίου καθείρξεως δεν επιτρέπεται χορήγηση τακτικής αδείας. Επιπλέον, βάσει της απόψεως του Συμβουλίου, ούτε και οι ουσιαστικές προϋποθέσεις συντρέχουν, αφού η στάση του καταδεικνύει ένα άτομο που εμπράκτως και σταθερά αποτάσσεται την έννομη τάξη.

Αριθμός 1001/2019 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΤ` ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Δήμητρα Κοκοτίνη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ευφροσύνη Καλογεράτου - Ευαγγέλου Εισηγήτρια και Σταματική Μιχαλέτου, Αρεοπαγίτες. Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου Παπαγεωργίου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως του 93/2019 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου. Με κατηγορούμενο τον ... του ..., κρατούμενο στο ... Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ'αυτό, και η αναιρεσείουσα Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητά τώρα την αναίρεση αυτού, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό … και ημερομηνία 17-5-2019 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεώργιου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …22/19. Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δημήτριος Παπαγεωργίου εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ξένης Δημητρίου - Βασιλοπούλου με αριθμό …12/18-5-2019, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "I. Εισάγω στο Δικαστήριο Σας (σε Συμβούλιο), σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 485 Κ.Π.Δ., προς συζήτηση και έκδοση απόφασης, την υπ'αρ. 26/2019 αίτησή μου, με την οποία ζητώ να αναιρεθεί το υπ'αριθμ. 93/2019 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κών Βόλου, το οποίο έκανε δεκτή την υπ'αριθμ. 14/3.5.2019/8γρ. Προσφυγή του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Βόλου, Επόπτη του ..., κατά της με αριθμ. 31/2.5.2019 Απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ανωτέρω Καταστήματος Κράτησης, με την οποία χορηγήθηκε, κατά πλειοψηφία, τακτική άδεια απουσίας στον κρατούμενο του Καταστήματος αυτού, ακύρωσε την ως άνω με αριθμ. 31/2.5.2019 απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ... και απέρριψε την από 30.4.2019 Αίτηση του ... του ... περί χορήγησης σ'αυτόν τακτικής άδειας. II. Για τη βασιμότητα του λόγου για τον οποίο ασκήθηκε η αναίρεση αυτή, αναφέρομαι εξ ολοκλήρου στο περιεχόμενο της σχετικής αίτησης αναίρεσης. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Προτείνω: 1) Να γίνει δεκτή η παραπάνω αίτηση αναίρεσης. 2) Να αναιρεθεί το υπ'αρ. 93/2019 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κών Βόλου για εσφαλμένη ερμηνεία διατάξεων του Σωφρονιστικού Κώδικα και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα κρίση, στο ίδιο Δικαστικό Συμβούλιο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που εξέδωσαν το προσβαλλόμενο βούλευμα. Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου - Βασιλοπούλου".

Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε. 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 

Εισάγεται ενώπιον του παρόντος Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που συνεδριάζει με τριμελή σύνθεση ως Συμβούλιο, η υπ'αριθμ. 26/2019 και από 17.5.2019 έκθεση αναιρέσεως της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, με την οποία ζητείται η αναίρεση του υπ'αριθμ. 93/10.5.2019 Βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου, με το οποίο έγινε δεκτή η υπ'αριθμ. 14/3.5.2019 Προσφυγή του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Βόλου, επόπτη του ..., κατά της υπ'αριθμ. 31/2.5.2019 Αποφάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ανωτέρω Καταστήματος Κράτησης, με την οποία χορηγήθηκε τακτική άδεια απουσίας στον κρατούμενο του Καταστήματος αυτού ... του ... Η αίτηση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, είναι συνεπώς παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ'ουσίαν. Με την υπό κρίση αίτηση αναίρεσης αποδίδονται στο προσβαλλόμενο Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου, κατ'εκτίμηση, οι πλημμέλειες της εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και της ελλείψεως ειδικής αιτιολογίας. Από τις διατάξεις των άρθρων 483 παρ. 3 εδ. α` και 484 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως ήδη ισχύουν, προκύπτει, ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 479 εδ.β΄ ΚΠΔ, μπορεί να ασκήσει αναίρεση ακόμη και κατά αμετάκλητου βουλεύματος, για όλους τους λόγους που διαλαμβάνονται στο άνω άρθρο 484 ΚΠΔ, μεταξύ των οποίων και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας (άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β`και δ` ΚΠΔ), αλλά και για οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων, που αφορούν την προδικασία χωρίς να βλάπτονται τα δικαιώματα των διαδίκων (άρθρο 483 παρ. 3 ΚΠΔ όπως ισχύει μετά από την αντικατάστασή της από την παρ. 1 του άρθρου 25 του ν. 4531/5.4.2018). Σύμφωνα με το άρθρο 54 παρ. 1 του ν. 2776/1999 "ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ" (Σ.Κ.), όπως ισχύει, στους κρατουμένους χορηγούνται τακτικές, έκτακτες και εκπαιδευτικές άδειες απουσίας από τα καταστήματα κράτησης. Κατά δε τις διατάξεις του άρθρου 55 (Τακτικές άδειες - Προϋποθέσεις), του αυτού ως άνω νόμου όπως ισχύει, οι τακτικές άδειες χορηγούνται εφ'όσον: Ο κατάδικος έχει εκτίσει το ένα πέμπτο της ποινής του χωρίς ευεργετικό υπολογισμό ημερών ποινής λόγω εργασίας και η κράτηση έχει διαρκέσει τουλάχιστον τρεις μήνες. Σε περίπτωση έκτισης ποινής ισόβιας κάθειρξης, η κράτηση πρέπει να έχει διαρκέσει τουλάχιστον οκτώ έτη... Αν στον κατάδικο έχουν επιβληθεί περισσότερες ποινές κατά της ελευθερίας και δεν έχει γίνει προσμέτρησή τους σε μία συνολική ποινή, κατά το άρθρο 94 του Ποινικού Κώδικα, για τον υπολογισμό της ποινής που έχει εκτιθεί κατά την έννοια της παρούσας διάταξης, λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των επί μέρους ποινών. Εξ άλλου, δεν πρέπει να εκκρεμεί κατά του καταδίκου ποινική διαδικασία για αξιόποινη πράξη σε βαθμό κακουργήματος ή διαδικασία εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ή έκδοσης σε τρίτη χώρα, να εκτιμάται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος τελέσεως, κατά τη διάρκεια της άδειας, νέων εγκλημάτων, να συντρέχουν λόγοι που να δικαιολογούν την προσδοκία ότι δεν υπάρχει κίνδυνος φυγής και ότι ο κρατούμενος δεν θα κάνει κακή χρήση της άδειάς του. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του ως άνω άρθρου 55 Σ.Κ. προβλέπεται ότι : Για να διαπιστωθεί αν συντρέχει η τελευταία αυτή προϋπόθεση εκτιμώνται ιδίως: α) η προσωπικότητα του κατάδικου και η εν γένει συμπεριφορά του μετά την τέλεση της πράξης, κατά τη διάρκεια της κράτησης, σε συνδυασμό με το άρθρο 69 παράγραφος 2 του παρόντος Κώδικα και κατά τη διάρκεια των αδειών, που ενδεχομένως του έχουν ήδη χορηγηθεί, β) η ατομική, επαγγελματική και κοινωνική κατάσταση του ιδίου και της οικογένειάς του, καθώς και οι τυχόν οικογενειακές του υποχρεώσεις, γ) η ωφέλεια, την οποία μπορεί να έχει για την προσωπικότητα του καταδίκου και τη μελλοντική του εξέλιξη η λήψη μέτρων για τη σταδιακή επάνοδό του σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας. Περαιτέρω, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του αυτού άρθρου 55 άνω Σ.Κ., η τακτική άδεια χορηγείται από το Συμβούλιο του άρθρου 70 παράγραφος 1 του παρόντος (νόμου) μετά από αίτηση του καταδίκου. Κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου καλείται αυτός, καθώς και οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο για την παροχή των αναγκαίων διευκρινίσεων. Ο δικαστικός λειτουργός που προεδρεύει του Συμβουλίου, σε περίπτωση διαφωνίας του ως προς τη χορήγηση της άδειας, προσφεύγει εντός προθεσμίας πέντε ημερών στο Δικαστήριο Εκτέλεσης Ποινών ως Συμβούλιο. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 70 παράγραφος 1 του Σ.Κ., όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται Δικαστήριο Εκτέλεσης Ποινών, τις αντίστοιχες αρμοδιότητες ασκεί μέχρι τη νομοθετική θέσπιση του οργάνου αυτού, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Από το συνδυασμό των προπαρατεθεισών διατάξεων προκύπτει ότι ο άνω ν. 2776/1999 (Σ.Κ.) για τη χορήγηση τακτικής άδειας στους καταδίκους προβλέπει τη συνδρομή τυπικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων, την ύπαρξη των οποίων κρίνει το Πειθαρχικό Συμβούλιο, που συγκροτείται από τον αρμόδιο δικαστικό λειτουργό, δηλαδή τον οικείο εισαγγελέα - επόπτη, τον διευθυντή του καταστήματος κράτησης και τον αρχαιότερο κοινωνικό λειτουργό. Στις τυπικές προϋποθέσεις περιλαμβάνεται αφ'ενός μια θετική, δηλαδή ο κατάδικος να έχει εκτίσει ορισμένο μέρος της ποινής, ανάλογα με το είδος της, καθώς και το είδος του εγκλήματος και, πιο συγκεκριμένα, να έχει εκτίσει το ένα πέμπτο της ποινής του, χωρίς ευεργετικό υπολογισμό ημερών ποινής, λόγω εργασίας, και η κράτησή του να έχει διαρκέσει τουλάχιστον τρεις μήνες, και, σε περίπτωση έκτισης ισόβιας κάθειρξης η κράτησή του να έχει διαρκέσει τουλάχιστον οκτώ έτη, ανεξαρτήτως εάν πρόκειται περί ποινής ισόβιας κάθειρξης πέραν της μίας, κατά την κρατούσα για το θέμα νομολογία (Γνωμ. Εισ. ΑΠ 14/14.11.2011, 2588/13.12.1995 και 7/21.10.1993) και την κρατούσα στη θεωρία αντίληψη, κατά την οποία και στις περισσότερες της μίας ισόβιες καθείρξεις αρκεί η οκταετής πραγματική έκτιση της ποινής για τη χορήγηση της αδείας (βλ. ενδεικτικά Π. Μπρακουμάτσος: "ο θεσμός της χορήγησης άδειας σε κρατουμένους κατά το ν. 2776/1999. Θεωρία και πράξη", και αφ'ετέρου μία αρνητική, δηλαδή να μην εκκρεμεί σε βάρος του ποινική διαδικασία για κακούργημα. Σημειώνεται ότι και κατά το προϊσχύσαν του άνω ν. 2776/1999 νομοθετικό καθεστώς, που προβλεπόταν για τη χορήγηση τακτικής άδειας να έχει διαρκέσει η κράτηση του πολυισοβίτη τουλάχιστον δέκα έτη, το τελευταίο αυτό διάστημα θεωρείτο ικανό ως τυπική προϋπόθεση, αφού λογικά κατ'αυτό, όπως και τώρα η οκταετία, αρκεί για την αξιολόγηση της συνδρομής των ουσιαστικών προϋποθέσεων για τη χορήγηση της άδειας. Τούτο, βέβαια, προϋποθέτει ότι συνεκτίονται με κοινή έναρξη είτε περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης, είτε ποινή ή ποινές ισόβιας κάθειρξης και πρόσκαιρης κάθειρξης ή φυλάκισης. Άλλωστε, η προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 55 παρ. 1 εδ. 3 του Σ.Κ., επιβάλλει για τη χορήγηση της άδειας τον αθροιστικό υπολογισμό των ποινών εκείνων που είναι δυνατόν να προσμετρηθούν κατά το άρθρο 94 παρ. 1 ΠΚ (πολύ περισσότερο στις περιπτώσεις που η αθροιστική έκτιση ποινών επιβάλλεται υποχρεωτικά από το νόμο και δεν χωρεί επιμέτρηση). Συνάγεται, επομένως, εξ αντιδιαστολής, ότι, αν η επιμέτρηση δεν είναι δυνατή κατά το νόμο, δεν μπορεί να γίνει λόγος περί αθροίσματος των ποινών αυτών. Ειδική αιτιολογία κατ'άρθρο 139 ΚΠΔ, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ` ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Συμβουλίου, ενώ εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει τον από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β΄ ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν το Συμβούλιο αποδίδει σ'αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το Συμβούλιο, χωρίς να παρερμηνεύσει το νόμο, δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν από τα αποδεικτικά στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, στη διάταξη που εφάρμοσε. Στην προκειμένη περίπτωση το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου, με το προσβαλλόμενο υπ'αριθμ. 93/2019 Βούλευμά του, έκανε δεκτή την υπ'αριθμ. 14/3.5.2019 Προσφυγή του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Βόλου, επόπτη του ..., κατά της υπ'αριθμ. 31/2.5.2019 Αποφάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ανωτέρω Καταστήματος Κράτησης, με την οποία χορηγήθηκε τακτική άδεια απουσίας στον κρατούμενο του Καταστήματος αυτού, ακύρωσε την υπ'αριθμ. 31/2.5.2019 Απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ... και απέρριψε την από 30.4.2019 αίτηση του ... του ... περί χορηγήσεως σε αυτόν τακτικής άδειας. Συγκεκριμένα το ως άνω Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου, στο προσβαλλόμενο υπ'αριθμ. 93/2019 Βούλευμά του, διέλαβε κατά λέξη τα εξής: "Στα άρθρα 54 έως και 58 του ισχύοντος Σωφρονιστικού Κώδικα (Ν. 2776/1999) προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης άδειας εξόδου στους κρατουμένους από το κατάστημα κράτησης, όταν συντρέχουν οι οριζόμενες στα άρθρα αυτά προϋποθέσεις (ΓνωμΕισΕφΑθ 1/2001 ΠοινΔικ 2001.612). Με το μέτρο αυτό, το οποίο εντάσσεται στα μέτρα που προβλέπονται στο έβδομο κεφάλαιο του παραπάνω Κώδικα, που στοχεύουν στην επικοινωνία του κρατουμένου με το κοινωνικό περιβάλλον, διευκολύνεται ο κρατούμενος ακόμη περισσότερο, ώστε να μην αποκοπεί από την κοινωνία (ΓνωμΕισΕφΑθ 1/2001, ό.π., ΣυμβΠλημΠειρ 325/2009 δημ. Νόμος, ΣυμβΠλημΠατρ 132/2001 ΑρχΝ 2001.457). Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 55 παρ. 1 του αυτού νομοθετήματος, "Οι τακτικές άδειες χορηγούνται εφόσον: 1. Ο κατάδικος έχει εκτίσει το ένα πέμπτο της ποινής του χωρίς ευεργετικό υπολογισμό ημερών ποινής λόγω εργασίας και η κράτηση έχει διαρκέσει τουλάχιστον τρεις μήνες. Σε περίπτωση έκτισης ποινής ισόβιας κάθειρξης, η κράτηση πρέπει να έχει διαρκέσει τουλάχιστον οκτώ έτη. Κατ'εξαίρεση, σε αυτόν που καταδικάστηκε σε ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης για παράβαση της παρ. 2 του άρθρου 380 του Ποινικού Κώδικα, τακτικές άδειες χορηγούνται εφ'όσον έχει εκτίσει τα δύο πέμπτα της ποινής του, χωρίς ευεργετικό υπολογισμό ημερών ποινής λόγω εργασίας και η κράτηση έχει διαρκέσει τουλάχιστον δύο έτη. Αν στον κατάδικο έχουν επιβληθεί περισσότερες ποινές κατά της ελευθερίας και δεν έχει γίνει προσμέτρηση τους σε μια συνολική ποινή, κατά το άρθρο 94 του Ποινικού Κώδικα, για τον υπολογισμό της ποινής που έχει εκτιθεί κατά την έννοια της παρούσας διάταξης, λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των επί μέρους ποινών. 2. Δεν εκκρεμεί κατά του καταδίκου ποινική διαδικασία για αξιόποινη πράξη σε βαθμό κακουργήματος ή διαδικασία εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ή έκδοσης σε τρίτη χώρα. 3. Εκτιμάται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος τελέσεως, κατά τη διάρκεια της αδείας, νέων εγκλημάτων. 4. Συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την προσδοκία ότι δεν υπάρχει κίνδυνος φυγής και ότι ο κρατούμενος δεν θα κάνει κακή χρήση της αδείας του. Για να διαπιστωθεί αν συντρέχει αυτή η προϋπόθεση εκτιμώνται ιδίως: α) η προσωπικότητα του καταδίκου και η εν γένει συμπεριφορά του μετά την τέλεση της πράξης, κατά τη διάρκεια της κράτησης, σε συνδυασμό με το άρθρο 69 παρ. 2 του παρόντος Κώδικα και κατά τη διάρκεια των αδειών, που ενδεχομένως του έχουν ήδη χορηγηθεί, β) η ατομική, επαγγελματική και κοινωνική κατάσταση του ιδίου και της οικογένειάς του, καθώς και οι τυχόν οικογενειακές του υποχρεώσεις, γ) η ωφέλεια την οποία μπορεί να έχει για την προσωπικότητα του καταδίκου και τη μελλοντική του εξέλιξη, η λήψη μέτρων για τη σταδιακή επάνοδο του σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας". Περαιτέρω, αρμόδιο για τη χορήγηση των αδειών όργανο είναι, σύμφωνα με το άρθρο 55 παρ. 2 ΣΚ, το συμβούλιο του άρθρου 70 παρ. 1 Σ.Κ., ήτοι το αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Καταστήματος Κράτησης. Το Συμβούλιο αυτό συγκροτείται από τον αρμόδιο δικαστικό λειτουργό, δηλαδή τον οικείο εισαγγελέα-επόπτη, το διευθυντή του καταστήματος και τον αρχαιότερο κοινωνικό λειτουργό. Πρόκειται επομένως για συλλογικό όργανο της διοίκησης (άρθρο 13 επ. Κώδ. Διοικ. Διαδικασίας /Ν. 2690/1999), στο οποίο εκτός από δημοσίους (διοικητικούς) υπαλλήλους, μετέχει και εισαγγελικός λειτουργός. Η συμμετοχή του τελευταίου, συγχωρείται, κατ'εξαίρεση, αν και "[η] ανάθεση διοικητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούς απαγορεύεται" (βλ. άρθρο 89 παρ. 2-3 Συντ.). Ωστόσο, εκ του λόγου τούτου - όπως παγίως γίνεται δεκτό σε θεωρία και νομολογία - δεν χάνεται σε καμία περίπτωση η φύση του οργάνου ως συλλογικού διοικητικού οργάνου του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή των αποφάσεων που αυτό εκδίδει, ως διοικητικών πράξεων. Συνεπώς, η επίκληση της συμμετοχής εισαγγελικού λειτουργού στη σύνθεση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, ούτε δικαστικές καθιστά τις αποφάσεις του, ούτε αμάχητο τεκμήριο ορθότητας και νομιμότητας προσδίδει σ'αυτές, και, βεβαίως, ούτε εκτός θεσμικών ελέγχων τις θέτει (βλ. σχετ. ΟλΣτΕ 2011/2003, Β. Καρύδη/Ευτ. Φυτράκη σε Ποινικός Εγκλεισμός και Δικαιώματα, έκδοση 2011. σελ. 126). Τέλος, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 87 παρ. 1 "Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται Δικαστήριο Εκτέλεσης Ποινών, τις αντίστοιχες αρμοδιότητες ασκεί μέχρι τη νομοθετική θέσπιση του οργάνου αυτού, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής". Αναφορικά με τη δυνατότητα χορήγησης άδειας εξόδου στους κρατούμενους από το κατάστημα κράτησης στο κατάστημα στο οποίο κρατούνται, δέον να σημειωθούν τα εξής: Από τη διατύπωση της διάταξης του άρθρου 55 του Σ.Κ., γίνεται σαφώς διάκριση μεταξύ των τυπικών και των ουσιαστικών προϋποθέσεων που θέτει ο νόμος για τη χορήγηση τακτικής αδείας σε κρατούμενο. Στις τυπικές προϋποθέσεις περιλαμβάνεται (άρθρο 55 παρ. 1 ΣΚ) μια θετική, δηλαδή να έχει εκτιθεί ορισμένο μέρος της ποινής (1/5), ανάλογα με την ποινή ή και το είδος του εγκλήματος, και μια αρνητική, δηλαδή να μην εκκρεμεί ποινική διαδικασία για κακούργημα ή διαδικασία εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ή έκδοσης σε τρίτη χώρα. Στο ως άνω άρθρο, γίνεται λόγος για "έκτιση ποινής ισόβιας κάθειρξης", ήτοι για μία και μόνο ποινή ισοβίου καθείρξεως και όχι για πολλές ποινές ισοβίου καθείρξεως. Ως εκ τούτου, ερευνητέο ερμηνευτικά τυγχάνει το ζήτημα της δυνατότητας χορήγησης τακτικής αδείας σε καταδικασμένους σε πλείονες της μίας ποινές ισοβίου καθείρξεως. Κατά την κρίση του Συμβουλίου τούτου, εφόσον ουδέν προβλέπεται, ούτε ρυθμίζεται ως προς τη χορήγηση αδείας σε καταδικασμένους σε πλείονες της μίας ποινές ισοβίου καθείρξεως, δεν είναι επιτρεπτή, κατ'άρθρο 55 παρ. 1 ΣΚ, η χορήγηση τακτικής αδείας στις περιπτώσεις αυτές, διότι ο νομοθέτης θα το προέβλεπε ρητά. Ειδικότερα, είναι πρόδηλο ότι ο νομοθέτης δεν αγνοεί ότι είναι δυνατόν να έχουν επιβληθεί σε βάρος ενός καταδίκου περισσότερες ποινές και δη, είτε πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας, είτε ποινές ισοβίου καθείρξεως. Μεριμνά όμως και ρυθμίζει, για τον προσδιορισμό του ελάχιστου ορίου ποινής που πρέπει να έχει εκτιθεί, προκειμένου ο κατάδικος να έχει το δικαίωμα να ζητήσει τακτική άδεια, μόνο τις περιπτώσεις που έχουν επιβληθεί περισσότερες της μίας πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές και ορίζει ότι για τον υπολογισμό της ποινής που πρέπει να έχει εκτιθεί, λαμβάνεται υπόψη η συνολική ποινή, εφ'όσον έχει γίνει προσμέτρηση κατά το άρθρο 94 του ΠΚ, διαφορετικά το άθροισμα των επιμέρους ποινών. Με άλλα λόγια, λαμβάνονται υπόψη όλες οι πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές. Τούτο επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η ανωτέρω διάταξη παραπέμπει στο άρθρο 94 του ΠΚ, το οποίο, όμως, προβλέπει και ρυθμίζει ρητώς το ζήτημα της επιμετρήσεως και επιβολής συνολικής ποινής, μόνον όταν έχουν επιβληθεί πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, ενώ επί επιβολής πλειόνων της μίας ποινών ισοβίου καθείρξεως, ουδέν ορίζει, ούτε προβλέπει. Τούτο είναι εύλογο, διότι το σύστημα της συνολικής ποινής δεν ισχύει, από τη φύση του πράγματος, στις περιπτώσεις της συρροής περισσοτέρων ποινών ισοβίου καθείρξεως ή μίας απ'αυτές με άλλη πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει, όπως προαναφέρθηκε, από τη φύση του πράγματος (δεν είναι νοητή επιμέτρηση και επιβολή συνολικής ποινής), από το κείμενο του άρθρου 94 παρ. 1 και 2 και το "επιχείρημα από του εναντίου" (βλ. Συστηματική Ερμηνεία του Ποινικού Κώδικα, άρθρα 1- 133, εκδόσεις Π.Ν. Σάκκουλας, 2005, υπό το άρθρο 94, σελ. 1178, αριθμ. 15 και αυτόθι περαιτέρω παραπομπές). Ενόψει και του τελευταίου, είναι αυτονόητο ότι το αναφερόμενο στη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1γ ΠΚ, σύμφωνα με την οποία η συνολική ποινή, όταν πρόκειται για κάθειρξη, δεν μπορεί να ξεπεράσει τα είκοσι πέντε (25) έτη, αφορά μόνον στην περίπτωση που η επιμέτρηση και η επιβολή συνολικής ποινής, λαμβάνει χώρα επί πρόσκαιρων στερητικών της ελευθερίας ποινών, αφού η ως άνω διάταξη, ούτε προβλέπει, ούτε ρυθμίζει το ζήτημα της επιβολής πλειόνων της μίας ποινών ισοβίου καθείρξεως. Θα ήταν άλλωστε παράδοξο και αντίθετο προς τη λογική, να γίνει δεκτό ότι ο νομοθέτης αποδέχεται δυνατότητα χορήγησης αδείας τακτικής, επί μεν επιβολής πολλών πρόσκαιρων στερητικών της ελευθερίας ποινών, υπό την προϋπόθεση ότι λαμβάνεται υπόψη η συνολική ποινή, εάν είχε γίνει καθορισμός συνολικής ποινής ή το άθροισμα των επιμέρους ποινών, εάν δεν έχει γίνει επιμέτρηση και καθορισμός συνολικής ποινής, επί δε επιβολής πλειόνων της μίας ποινών ισοβίου καθείρξεως, να λαμβάνεται υπόψη και να αρκεί, για τη χορήγηση τακτικής αδείας, η μία μόνο ποινή ισοβίου καθείρξεως, Η κρίση αυτή του Συμβουλίου επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι είναι επιτρεπτή η χορήγηση τακτικής αδείας στον καταδικασμένο σε ισόβια κάθειρξη, εφ'όσον δεν εκκρεμεί κατ'αυτού ποινική διαδικασία για αξιόποινη πράξη σε βαθμό κακουργήματος. Η προϋπόθεση αυτή, οδηγεί a contrario αβιάστως στο λογικό συμπέρασμα ότι δεν είναι δυνατή η χορήγηση τακτικής αδείας σε κρατούμενο με ποινή ισοβίου καθείρξεως, κατά του οποίου δεν εκκρεμεί απλώς ποινική διαδικασία για αξιόποινη πράξη σε βαθμό κακουργήματος, αλλά είναι ήδη καταδικασμένος και για άλλη κακουργηματική πράξη και μάλιστα σε ισόβια κάθειρξη. Τούτο ισχύει πολύ περισσότερο εάν, εκτός από τη δεύτερη ποινή ισοβίου καθείρξεως υπάρχουν και άλλες ακόμη ποινές ισοβίου καθείρξεως. Εάν δεν ήθελαν γίνει δεκτά τα ανωτέρω, θα οδηγούμεθα στο εξής άτοπο, παράδοξο και παράλογο: Ο καταδικασμένος άπαξ σε ισόβια κάθειρξη, κατά του οποίου εκκρεμεί απλώς ποινική διαδικασία για αξιόποινη πράξη σε βαθμό κακουργήματος (πράξη από την οποία ενδέχεται να απαλλαγεί), να απαγορεύεται να λαμβάνει τακτική άδεια, ενώ ο καταδικασμένος δύο, τρεις, πέντε ή δέκα φορές σε ισόβια κάθειρξη, να μπορεί να λαμβάνει τακτική άδεια, εφ'όσον, βεβαίως, έχει κρατηθεί οκτώ τουλάχιστον έτη. Το τελευταίο, επιβεβαιώνει αναμφιβόλως την ορθότητα της κρίσης αυτής του Συμβουλίου, ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 55 παρ. 1 ΣΚ, στον καταδικασμένο σε πλείονες της μίας ποινές ισοβίου καθείρξεως, δεν επιτρέπεται χορήγηση τακτικής αδείας (βλ. σχετ. Γ. Σανιδά ΠοινΔνη. 2018. 993). Περαιτέρω, ο περιορισμός ή η στέρηση της φυσικής ελευθερίας αποτελεί επαχθή περιορισμό ατομικών δικαιωμάτων, ο οποίος επιτρέπεται από το Σύνταγμα μόνον υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Η κράτηση του ατόμου στη φυλακή κατ'αρχήν δικαιολογείται μόνον ως ποινή που έχει επιβληθεί από δικαστήριο και εκτίεται σύμφωνα με τους σωφρονιστικούς κανόνες. Ο σεβασμός της αξιοπρέπειας και των λοιπών θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας, η οποία μάλιστα επιτείνεται από το πραγματικό γεγονός των εξ αντικειμένου πολλαπλών "παράπλευρων" περιορισμών της ελευθερίας και της κοινωνικότητας του προσώπου που συνεπάγεται ο εγκλεισμός. Η αρχή αυτή συνεπάγεται περαιτέρω, ότι ο κρατούμενος παραμένει φορέας όλων των συνταγματικών (ατομικών, κοινωνικών και πολιτικών) δικαιωμάτων, εφόσον δεν συνέχονται αυτά άμεσα με την στέρηση της ελευθερίας του. Στερείται, αντίθετα, τη φυσική του ελευθερία με την έννοια της corpore παρουσίας σε χώρους εκτός της φυλακής. Η ποινή, όμως, δεν στοχεύει στην απομόνωση του προσώπου, αλλά αντίθετα οφείλει να μεριμνά για την μελλοντική επάνοδο του ατόμου στον κοινωνικό βίο. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, η μείωση του δεινού της ποινής και η κοινωνική επανένταξη εμφανίζονται ως κύριες ή πάντως παράλληλες συνιστώσες της σωφρονιστικής κράτησης. Ακριβώς αυτούς τους στόχους εξυπηρετεί και η νομοθετικά κατοχυρωμένη (άρθρο 51 Σωφρονιστικού Κώδικα: ΣΚ, Ν. 2776/1999) επικοινωνία του κρατουμένου με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, αφού, καθιστώντας δυνατή τη δημιουργία ή τη διατήρηση οικογενειακών και ευρύτερα κοινωνικών σχέσεων, συμβάλλει τελικά αφενός στην ομαλή διαβίωση του κρατούμενου και αφετέρου στην ταχύτερη κοινωνική επανένταξή του (μετά τη λήξη της ποινής) [βλ. σχετ. Β. Καρύδη/Ευτ. Φυτράκη ό.π. σελ. 124, ΓνωμΕισΕφΑθ 1/2001 ΠοινΔνη 2001.612, ΣυμβΠλημΠατρ 132/2001 ΑρχΝ 2001.457). Η κοινωνική επανένταξη, βέβαια, ολοκληρώνεται με την υποβοήθηση του κρατούμενου, μετά την απόλυσή του, για επάνοδο στον επαγγελματικό και κοινωνικό βίο. Ειδικότερα, θεσμοί με τους οποίους υλοποιείται η επικοινωνία των κρατουμένων είναι η υποδοχή επισκέψεων και οι άδειες εξόδου από τη φυλακή. Η χορήγηση τακτικών αδειών κατά την έκτιση της (στερητικής της ελευθερίας) ποινής γίνεται δεκτή τα τελευταία χρόνια όχι μόνον ως μοχλός για την κοινωνική επανένταξη των κρατουμένων, αλλά και ως μέσο μείωσης των αρνητικών συνεπειών της κράτησης εν γένει. Μάλιστα στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης (Σύσταση Νο R (82) 16) προτείνεται να χορηγούνται (άδειες) "όσο πιο σύντομα και όσο πιο συχνά είναι δυνατό" αφού αυτές "διευκολύνουν την κοινωνική επανένταξη των κρατουμένων". Συνεπώς, καθιστώντας τον εγκλεισμό πιο ανθρώπινο και συμβάλλοντας στην ομαλή υποδοχή του κρατουμένου στον ελεύθερο βίο, η άδεια συνιστά δικαίωμα του κρατουμένου και ταυτόχρονα εξυπηρετεί τον σκοπό της έκτισης της ποινής. Όπως ανωτέρω ήδη αναφέρθηκε, ο ΣΚ προβλέπει ένα σύστημα τυπικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων για την χορήγηση τακτικής άδειας. Εφόσον η συνδρομή της τυπικής αυτής προϋπόθεσης επιβεβαιωθεί, απομένει να εξεταστεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων. Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις, στηρίζονται στην παρούσα εκτίμηση της προσωπικότητας και της εν γένει τρέχουσας διαγωγής του κρατουμένου, με σκοπό να στοιχειοθετηθεί η πρόβλεψη για καλή χρήση της άδειας. Όπως αναφέρεται στο άρθρο 55 παρ. 1 ΣΚ "Οι τακτικές άδειες χορηγούνται εφόσον: (1) ... (3) εκτιμάται ότι δεν συντρέχει κίνδυνος τελέσεως, κατά τη διάρκεια της άδειας, νέων εγκλημάτων. (4) Συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την προσδοκία ότι δεν υπάρχει κίνδυνος φυγής και ότι ο κρατούμενος δεν θα κάνει κακή χρήση της άδειάς του. Για να διαπιστωθεί αν συντρέχει αυτή η προϋπόθεση εκτιμώνται ιδίως: α) η προσωπικότητα του καταδίκου και η εν γένει συμπεριφορά του μετά την τέλεση της πράξης, κατά τη διάρκεια της κράτησης, σε συνδυασμό με το άρθρο 69 παρ. 2 του παρόντος Κώδικα και κατά τη διάρκεια των αδειών, που ενδεχομένως του έχουν ήδη χορηγηθεί, β) η ατομική, επαγγελματική και κοινωνική κατάσταση του ιδίου και της οικογένειάς του, καθώς και οι τυχόν οικογενειακές του υποχρεώσεις, γ) η ωφέλεια, την οποία μπορεί να έχει για την προσωπικότητα του καταδίκου και την μελλοντική του εξέλιξη η λήψη μέτρων για την σταδιακή επάνοδό του σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας". Έτσι, η πρόβλεψη ότι ο κρατούμενος "δεν θα κάνει κακή χρήση της άδειάς του", κατά το νόμο, στηρίζεται σε στοιχεία αναγόμενα στην υποκειμενική στάση του αιτούντος. Σ'αυτό κατατείνει και η ενδεικτική, οπωσδήποτε, καταγραφή στοιχείων που εκτιμώνται για τη διενέργεια αυτής της πρόβλεψης και τα οποία άπτονται χαρακτηριστικώς της υποκειμενικής στάσης και προσωπικότητας του κρατουμένου. Γίνεται πάντως δεκτό, ότι η καλή διαγωγή, η συνεργασία με το προσωπικό της φυλακής, η μη τέλεση πειθαρχικών παραπτωμάτων, η πραγματοποίηση ημερομισθίων, αποτελούν θετικές ενδείξεις για την χορήγηση αδείας. Άλλωστε, κατά το γράμμα του νόμου, αυτό που απαιτείται είναι η δικαιολογημένη "προσδοκία" καλής χρήσης της άδειας και όχι η βεβαιότητα, κάτι άλλωστε αδύνατο όταν πρόκειται για το μέλλον, αφού μάλιστα "ο νομοθέτης γνώριζε ότι υπάρχουν απρόβλεπτοι και αστάθμητοι παράγοντες, που δυσκολεύουν τον σχηματισμό επιτυχούς πρόγνωσης, όμως προέκρινε να δοκιμάσει και με το μέτρο αυτό τη δυνατότητα επανόδου του κρατουμένου στον έντιμο βίο". Ως εκ τούτου, η συνδρομή ή μη των λοιπών, ουσιαστικών προϋποθέσεων που θέτει ο νόμος, θα πρέπει να εξετάζεται κάθε φορά εξατομικευμένα αναφορικά με τον κάθε κρατούμενο. Δέον να σημειωθεί ότι το είδος του εγκλήματος (ανά έννομο αγαθό), η βαρύτητα αυτού (π.χ. κακούργημα τιμωρούμενο με απλή ή ισόβια κάθειρξη) ή και ειδικότερα στοιχεία αυτού (π.χ. τρόπος τέλεσης), δεν εντάσσονται στα στοιχεία που αξιολογούνται για τη διαπίστωση της συνδρομής των τυπικών ή ουσιαστικών προϋποθέσεων του νόμου. Σημειώνεται δε, ότι ενώ ο προηγούμενος ΣΚ επέτρεπε για τη χορήγηση άδειας να ληφθεί υπ'όψη η εγκληματική δράση του κρατουμένου και εν γένει "το παρελθόν του", ο ισχύων ΣΚ (άρθρο 55) εστιάζει στην μετά το έγκλημα στάση του κρατουμένου και ιδίως στο παρόν του, δηλαδή στη διαγωγή του κατά την έκτιση της ποινής. Αντίθετα, ο νομοθέτης θέλησε να διακρίνει, και το έπραξε ρητώς, μόνο δύο κατηγορίες καταδικασμένων: για εσχάτη προδοσία (τους οποίους απέκλεισε εντελώς) και για εγκλήματα ναρκωτικών (επεφύλαξε αυξημένο ελάχιστο όριο εκτιθείσας ποινής). Εξάλλου, η εκτίμηση του εγκλήματος για την χορήγηση άδειας προσκρούει, ενδεχομένως, στην απαγόρευση δεύτερης αξιολόγησης του αυτού στοιχείου, αφού αυτό αξιολογήθηκε κατά την επιμέτρηση της ποινής. Πλέον τούτων, όμως, η βαρύτητα του τελεσθέντος εγκλήματος αποτελεί στοιχείο το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί (πια) στο παρόν και με ενέργειες του κρατουμένου, αποκλείοντας, ενδεχομένως, κάποιον για πάντα από την πρόσβαση σε τακτική άδεια (αφού η βαρύτητα του εγκλήματος δεν μπορεί να μεταβληθεί). Συνεπώς, το έγκλημα του κρατουμένου δεν μπορεί, άνευ ετέρου, να θεμελιώσει λόγο απόρριψης αιτήματος τακτικής άδειας (βλ. σχετ. Β. Καρύδη/Ευτ. Φυτράκη ό.π. σελ. 124-130). Εξάλλου, η εκτίμηση ότι ο κατάδικος δεν θα τελέσει νέα εγκλήματα κατά τη διάρκεια της άδειάς του τελεί σε συνάρτηση με την πορεία σωφρονισμού του, υπό την έννοια ότι για τη σχετική αξιολόγηση δεν μπορεί παρά να επιστρατεύονται τα ίδια κριτήρια. Στην έννοια δε του σωφρονισμού, δεν περιλαμβάνεται η καθ'οιονδήποτε τρόπο ιδεολογική μεταστροφή του καταδίκου. Ευλόγως, όμως, η έννομη τάξη συναρτά τον σωφρονισμό του καταδίκου με την μη τέλεση νέων εγκλημάτων, ήτοι, ευθέως με τον σεβασμό προς τα έννομα αγαθά, μεταξύ δε αυτών προεχόντως αυτό της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας αορίστου αριθμού προσώπων. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί, ότι η "καλή" διαγωγή δεν εξαντλείται στην εξωτερικά καλή συμπεριφορά, που συνίσταται (μεταξύ άλλων) στην έλλειψη σοβαρών πειθαρχικών παραπτωμάτων κατά τη διάρκεια της κράτησης ή στην τήρηση των όρων τυχόν χορηγηθείσας τακτικής άδειας (ΣυμβΕφΠειρ 24/2014, ΣυμβΕφΝαυπλ 86/1998, ΣυμβΕφΠατρ 247/1996, ΣυμβΠλημμΒόλου 76/2018, ΣυμβΠλημμΠειρ 945/2013, δημ. Νόμος). Ειδικότερα, ως "καλή" διαγωγή νοείται η αληθής και πραγματική θετική συμπεριφορά, που πηγάζει από την ενδόμυχη αποδοχή των κανόνων της προσήκουσας εκδηλωτικής συμπεριφοράς και η οποία συνιστά το θεμέλιο της διαπιστωμένης καλής διαγωγής, αποτελεί δε το ουσιώδες στοιχείο της προσωπικότητας και αποδεικνύει την ηθική βελτίωση του κρατούμενου (ΣυμβΕφΘράκης 2/2001, ΣυμβΠλημΒόλου 76/2018 ό.π., ΣυμβΠλημμΠειρ 945/2013, ΣυμβΠλημΠειρ 326/2004, δημ. Νόμος). Και αυτό, διότι η πειθήνια προσαρμογή του κρατουμένου στο καθημερινό πρόγραμμα της φυλακής δεν μπορεί να αποτελέσει αλάνθαστη ένδειξη για την ανυπαρξία μελλοντικής υποτροπής του, καθώς αυτή (η προσαρμογή) μπορεί να είναι προσποιητή, χωρίς βούληση μεταβολής του χαρακτήρα, εφόσον κύριος σκοπός είναι η απόλαυση των παρεχομένων προνομίων (όπως η χορήγηση άδειας εξόδου και η υφ'όρον απόλυση) ως αντάλλαγμα της φερομένης καλής διαγωγής, η οποία όμως είναι σκοπούμενη, διαμορφώνεται υπό την απειλή πειθαρχικών κυρώσεων και δεν ενέχει το στοιχείο της πρωτοβουλίας και της εκούσιας αποδοχής (Συμβ. Πλημ. Βόλου 76/2018 ό.π., Συμβ.Πλημ.Πειρ. 945/2013, Συμβ.Πλημ.Πειρ. 1568/2003, δημ. Νόμος). Στην προκείμενη περίπτωση παραδεκτά και νόμιμα, σύμφωνα με τα άρθρα 32 παρ. 1 και 4, 138 παρ. 2 ΚΠΔ, 55, 70 του ΣΚ (Ν. 2776/1999), εισάγεται ενώπιον του παρόντος Συμβουλίου, με την παραπάνω εισαγγελική πρόταση, η υπ'αριθμ. 14/03.05.2019/8γρ. προσφυγή του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Βόλου κατά της υπ'αρ. 31/02.05.2019 Απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ..., με την οποία χορηγήθηκε κατά πλειοψηφία τακτική άδεια απουσίας στον κρατούμενο του καταστήματος αυτού, ... του ... Η ως άνω προσφυγή τυγχάνει παραδεκτή, καθώς ασκήθηκε ενώπιον του Συμβουλίου τούτου την 03.05.2019, ήτοι εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 55 του Σωφρονιστικού Κώδικα πενθήμερης προθεσμίας από τη χορήγηση της άδειας. Είναι δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 54, 55, 56, 70, 86 και 87 του Σωφρονιστικού Κώδικα (Ν. 2776/1999). Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ'ουσίαν. Επισημαίνεται ότι στον ανωτέρω κρατούμενο επιδόθηκε νόμιμα η υπ'αρ. 148/06.05.2019 Πράξη της Προέδρου του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου, με την οποία αυτός κλήθηκε, εφόσον το επιθυμεί, να καταθέσει έγγραφο υπόμνημα με τις απόψεις του, το οποίο και κατατέθηκε στις 08.05.2019 ενώπιον της Γραμματέως του Συμβουλίου τούτου από τον συνήγορο υπεράσπισής του, Ιωάννη Γιαννούση, Δικηγόρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, ο οποίος διορίσθηκε νομίμως δυνάμει της από 06.05.2019 σχετικής εξουσιοδότησης του κρατουμένου ... προς αυτόν με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του από τη Διευθύντρια του ..., ενώ εντός της Δικογραφίας υφίσταται και έτερο έγγραφο με ημερομηνία 02.05.2019, που τιτλοφορείται ως υπόμνημά του, υπογεγραμμένο από την ομοίως διορισθείσα συνήγορο υπεράσπισής του, Ιωάννα Κούρτοβικ, Δικηγόρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, το οποίο επίσης λαμβάνεται υπόψη από το Συμβούλιο. Περαιτέρω, μετά ταύτα κρίνεται ότι, ελλείψει ειδικού αιτήματος του ως άνω καταδίκου για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου, η οποία εξάλλου δεν είναι κατά νόμο υποχρεωτική και, ενόψει του ότι οι θέσεις του καταδίκου αποτυπώνονται πλήρως στα δύο (2) προαναφερόμενα υπομνήματα που κατέθεσε, δεν είναι αναγκαία η αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου για την προφορική ανάπτυξη των απόψεών του, λαμβανομένου επιπροσθέτως υπόψη και του ότι ο προαναφερόμενος νοσηλεύεται στο Γενικό Νοσοκομείο … "..." λόγω της απεργίας πείνας στην οποία προέβη, αντιδρώντας στην άσκηση της κρινόμενης προσφυγής του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Βόλου κατά της υπ'αριθμ. 31/2-5-2019 απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ..., την οποία (απεργία πείνας) συνεχίζει μέχρι και σήμερα ως μέσο πίεσης για την επίτευξη θετικής κρίσης από το Συμβούλιο, αναφορικά με την χορήγηση σ'αυτόν άδειας εξόδου από το ως άνω σωφρονιστικό κατάστημα. Από όλα τα έγγραφα που υπάρχουν στον φάκελο και από τα από 02.05.2019 και 08.05.2019 έγγραφα υπομνήματα του κατάδικου ..., προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο κατάδικος ... του ..., κρατείται εκτίοντας συνολική ποινή 11 φορές ισόβιας κάθειρξης, κάθειρξης 25 ετών και φυλάκισης 2 ετών για τις πράξεις της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, ανθρωποκτονιών, τετελεσμένων και σε απόπειρα, ληστείας και ανυποταξίας, η δε κράτησή του έχει αρχίσει στις 5-9-2002. Στις 30-4-2019 ο ως άνω κατάδικος υπέβαλε προς το Πειθαρχικό Συμβούλιο του ... αίτηση περί χορήγησης σε αυτόν εννέα ημερών τακτικής άδειας. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο ως άνω κρατούμενος έχει καταδικαστεί για την τέλεση κακουργημάτων σε 11 φορές ισόβια κάθειρξη και σε πρόσκαιρη κάθειρξη 25 ετών, ήτοι έχει καταδικαστεί σε πλείονες της μίας ποινής σε ισόβια, δεν συντρέχει, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην ως άνω νομική σκέψη της παρούσας, η τυπική προϋπόθεση που θέτει η ως άνω διάταξη για το επιτρεπτό της χορήγησης τακτικής άδειας, αφού, όπως προελέχθη, κατά την κρίση του παρόντος Συμβουλίου, δεν είναι δυνατή η χορήγηση τακτικής άδειας στην περίπτωση που ο κρατούμενος έχει καταδικαστεί σε πλείονες της μίας ποινών ισόβιας κάθειρξης. Σε κάθε δε περίπτωση, η αίτηση του εν λόγω καταδίκου περί χορήγησης σε αυτόν τακτικής άδειας είναι απορριπτέα διότι δεν συντρέχουν ούτε οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που απαιτεί ο νόμος. Ειδικότερα, από την από 30.04.2019 Εισήγηση της Κοινωνικής Λειτουργού του ... και τα υποβληθέντα στο Συμβούλιο τούτο από 02.05.2019 και 08.05.2019 έγγραφα υπομνήματα του εν λόγω κρατούμενου, προκύπτει ότι ο τελευταίος, ηλικίας σήμερα 61 ετών, έγγαμος και πατέρας ενός τέκνου ηλικίας 28 ετών, ασχολούμενος επαγγελματικά με τη μελισσοκομία με την υποστήριξη της συζύγου του, ..., κατά τη διάρκεια της κράτησής του στο ως άνω σωφρονιστικό κατάστημα δεν έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά και έχει δείξει καλή διαγωγή. Κατά τη διάρκεια της κράτησής του ασχολείται με μεταφράσεις βιβλίων και εργάζεται στις αγροτικές εργασίες που ορίζει η Διεύθυνση του ως άνω σωφρονιστικού καταστήματος, το τελευταίο δε χρονικό διάστημα απασχολείται στο μάρκετ του Καταστήματος Κράτησης. Επιπλέον, έχει λάβει έξι (6) τακτικές άδειες (τέσσερις (4) από το Κατάστημα Κράτησης … και δύο (2) από το ...), των οποίων έκανε καλή χρήση και σε περίπτωση που του δοθεί η αιτούμενη τακτική άδεια δήλωσε ότι θα διαμείνει στην οικία της συζύγου του, στον … Εντούτοις, από τις συνθήκες της ατομικής και κοινωνικής κατάστασής του, εκτιμάται ότι υπάρχει κίνδυνος, κατά τη διάρκεια της άδειας, να τελέσει νέα εγκλήματα, ενώ δεν συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την προσδοκία ότι δεν θα κάνει κακή χρήση αυτής (άδειας). Ειδικότερα, προέκυψε ότι ο ανωτέρω κατάδικος, κατά τη διάρκεια της κράτησής του, στις 24-10-2014 και στις 30-5-2018, προέβη σε δηλώσεις που δημοσιεύθηκαν στο διαδίκτυο. Συγκεκριμένα, στις 24-10-2014 απέστειλε ο ίδιος στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κείμενο, όπου, αναφερόμενος στο κράτος και χαρακτηρίζοντας τον εαυτό του ως αντικαθεστωτικό, ανέφερε: "Τα σχέδιά τους δεν θα περάσουν. Να αντισταθούμε στην κρατική τρομοκρατία", ενώ στις 30-5-2018, απέστειλε στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, άλλο κείμενο στο οποίο, αφού περιέγραφε τον εαυτό του ως πολιτικό κρατούμενο, ανέφερε τα εξής: "Και επειδή τίποτε και ποτέ δεν μας χαρίστηκε και αυτά που αποκαλούνται δικαιώματα δεν είναι παρά οι κατακτήσεις μακρών και πολύχρονων αγώνων, η μόνη απάντηση που μπορούμε να δώσουμε είναι να ξαναπιάσουμε, μέσα και έξω από τη φυλακή, το κόκκινο νήμα αυτών των αγώνων". Εξάλλου, σε προγενέστερες δημόσιες δηλώσεις στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ανέφερε ότι: "το αστικό κράτος δεν μπορεί να εκδημοκρατιστεί, ούτε να εξανθρωπιστεί αλλά μόνο να ανατραπεί...να ανατραπεί από μια επανάσταση...η ένοπλη δράση δείχνει το δρόμο για την κλιμάκωση του κοινωνικού και του πολιτικού αγώνα". Από τις παραπάνω δηλώσεις δεν μπορεί παρά να συνάγεται αρνητικό συμπέρασμα ως προς την πορεία του σωφρονισμού του συγκεκριμένου καταδίκου. Οι δηλώσεις "να αντισταθούμε στην κρατική τρομοκρατία", "να ξαναπιάσουμε το κόκκινο νήμα αυτών των αγώνων" και "η ένοπλη δράση δείχνει το δρόμο για την κλιμάκωση του κοινωνικού και του πολιτικού αγώνα", οι οποίες παραπέμπουν ευθέως στη βία, όχι μόνο δεν αποτελούν ένδειξη μίας πορείας σωφρονισμού και σεβασμού της έννομης τάξης, αλλ'αντιθέτως καταδεικνύουν ένα πρόσωπο που εμπράκτως και σταθερά αποτάσσεται την έννομη τάξη, δοθέντος ότι δεν αποτελούν απλά μία ιδεολογική τοποθέτηση του εν λόγω καταδίκου, ούτε μία αυθόρμητη αντίδρασή του υπό ορισμένες συνθήκες συναισθηματικής πίεσης. Τούτο προκύπτει και από το γεγονός ότι την ίδια στάση τήρησε ο εν λόγω κατάδικος και ενώπιον του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιόν του στις 21.02.2019, οπότε και κρίθηκε η προηγούμενη με αριθ. 24/20-2-2019 Προσφυγή του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Βόλου κατά της με αριθ. 13/2019 Απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ..., με την οποία του χορηγήθηκε κατά πλειοψηφία τακτική άδεια απουσίας, αφού, ερωτηθείς ο τελευταίος εάν σέβεται τους κανόνες της έννομης τάξης με βάση τους οποίους οριοθετείται, προσδιορίζεται και λειτουργεί το κοινωνικό σύνολο στο οποίο επιδιώκει να ενταχθεί, έστω και για λίγο, με την λήψη τακτικής αδείας, απέφυγε συνειδητά να απαντήσει αρνητικά ή θετικά, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι η ιδεολογία του και οι πεποιθήσεις του είναι σταθερές και δεν θα τις αρνηθεί, η ιδεολογία του συγκεκριμένη και σταθερή και ότι ο αγώνας του είναι πάντα ο ίδιος. Επίσης, εξέθεσε ότι κινείται πάντα με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, εντούτοις, όταν ρωτήθηκε εάν σέβεται το ίδιο και την ανθρώπινη ζωή, που αποτελεί υπέρτατο έννομο αγαθό, απέφυγε ομοίως να απαντήσει συγκεκριμένα, επαναλαμβάνοντας ότι σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ότι βιώνει δραματικά την αντινομία ανάμεσα στις πράξεις του και στον πόνο των συγγενών των θυμάτων του, που είναι και δικός του, γεγονός που καταδεικνύει ότι αρνείται συνειδητά να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο, σεβόμενος τις επιταγές της έννομης τάξης (βλ. το με αριθ. 37/2019 Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου). Και ναι μεν, ως προελέχθη, το έγκλημα του κρατουμένου δεν μπορεί, άνευ ετέρου, να θεμελιώσει λόγο απόρριψης αιτήματός του περί χορήγησης σ'αυτόν τακτικής αδείας (βλ. σχετ. Β. Καρύδη/ Ευτ.Φυτρ. ό.π. σελ. 124-130), πλην όμως η στάση του κατά τη διάρκεια έκτισης της ποινής στην οποία καταδικάστηκε για το έγκλημα αυτό, αναδεικνύεται σαφώς σε βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο της προσωπικότητάς του, το οποίο καταδεικνύει, μεταξύ άλλων, και τον βαθμό του σωφρονισμού και της ηθικής του βελτίωσης. Ενδεικτικό δε στοιχείο της προσωπικότητας του εν λόγω καταδίκου είναι η παντελής και απολύτως συνειδητή έλλειψη οποιασδήποτε μεταμέλειας για τις άδικες πράξεις τις οποίες τέλεσε και τις οποίες εξακολουθεί να θεωρεί ως πολικά εγκλήματα, θέτοντας τον εαυτό του σε θέση ήρωα-πολιτικού κρατουμένου. Στο πλαίσιο δε αυτό μάλιστα κατά τη διάρκεια προηγούμενης άδειάς του στις 02.01.2019, έκανε αμέριμνος περίπατο στο κέντρο της … και μάλιστα επέτρεψε να ληφθούν και να δημοσιευθούν φωτογραφίες του στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε σημείο πλησίον εκείνων όπου δολοφονήθηκαν συγκεκριμένα θύματά του, συμπεριφορά όλως προκλητική, που καταδεικνύει έμπρακτα και πέραν πάσης αμφιβολίας τόσο την έλλειψη σεβασμού του στη μνήμη των θυμάτων του, όσο και την από πλευράς του ακόμη και σήμερα, μετά την τέλεση των αξιόποινων πράξεων για τις οποίες καταδικάσθηκε και διαρκούσας της κράτησής του προς έκτιση της ποινής του, απαξίωση της ανθρώπινης ζωής (βλ. ενδεικτικά το από … δημοσίευμα στον ιστότοπο ...). Ας σημειωθεί εδώ ότι για την κρίση αυτή του Συμβουλίου δεν βαρύνει σε καμία περίπτωση το είδος και η βαρύτητα των ποινικών αδικημάτων για τα οποία ο υπό κρίση κρατούμενος καταδικάσθηκε, αλλά η συμπεριφορά του μετά από την τέλεσή τους και κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, όπως αυτή εκτίθεται παραπάνω, καθώς και η προσωπικότητά του, όπως αυτή σκιαγραφείται προηγουμένως και με βάση όσα ακολουθούν, ώστε να εκτιμηθεί ο κίνδυνος τέλεσης από πλευράς του νέων εγκλημάτων και κακής χρήσης της άδειάς του, σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 55 παρ. 1 στ. 3 και 4 του Ν. 2776/1999 και την προηγηθείσα νομική σκέψη. Πέραν όμως αυτού, έκτοτε ο ανωτέρω όχι μόνο δεν μετέβαλε την στάση του, ώστε το παρόν Συμβούλιο να δύναται να αχθεί σε διαφορετική κρίση για το ζήτημα της χορήγησης σ'αυτόν τακτικής άδειας από το Κατάστημα Κράτησης όπου κρατείται, αλλ'αντίθετα ενώπιον του Συμβουλίου της Φυλακής κατά την ενώπιόν του παράσταση για την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης δήλωσε αυτολεξεί μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα: "...Να πιάσουμε το κόκκινο νήμα της αντίστασης, είναι μια φράση που τη χρησιμοποίησε μέχρι και ο ... Αμφισβήτησα ένοπλα το κρατικό μονοπώλιο (της βίας), γι'αυτό καταδικάσθηκα. Αν το αρνηθώ, θα σας πω ψέματα... Δεν αλλάζω ιδεολογία... Ζητώ την αλληλεγγύη απ'έξω, ξεκινώντας την απεργία πείνας, αυτό εννοούσα, η άδεια είναι δικαίωμα. Κατάκτηση αγώνων. Βάζοντας το σώμα σε κίνδυνο μέσα στη φυλακή και συμπαράσταση από τον κόσμο. Αυτό είναι το κόκκινο νήμα της ζωής... Να απαρνηθώ, να μετανοήσω, δεν μπορώ να το κάνω. Είμαι πολιτικός κρατούμενος..." (βλ. τα με αριθ. 31/02.05.2019 Πρακτικά Συνεδρίασης του Τριμελούς Πειθαρχικού Συμβουλίου Αδειών του ...). Εκ των ανωτέρω δηλώσεων παρέπεται ότι ο ως άνω κατάδικος δεν είναι πρόθυμος να αλλάξει στάση ζωής, αλλά εμμένει στην άποψή του περί ένοπλης ανατροπής του "κρατικού μονοπωλίου της βίας" και άρα καθιστά εναργές ότι, ευκαιρίας δοθείσης, δεν αποκλείεται να τελέσει και νέες αξιόποινες πράξεις ιδιαίτερης απαξίας. Περαιτέρω, καλεί σε συμπαράσταση και αλληλεγγύη προς υποστήριξη του αγώνα του για την λήψη άδειας εξόδου από το σωφρονιστικό κατάστημα και ομάδες εκτός της φυλακής, αμφισβητήσιμης νομιμότητας, αναφερόμενος και πάλι στο κόκκινο νήμα της ζωής, που από το μέσο άνθρωπο δύναται να ερμηνευθεί και ως "αίμα". Μάλιστα, τα ίδια (περί της ιδιότητάς του ως πολιτικού κρατουμένου-εγκληματία και μεροληπτικής αντιμετώπισής του με ταξικά-ιδεολογικά κριτήρια) αναφέρει και σε συνέντευξή του με τίτλο "…", που είναι δημοσιευμένη στον ιστότοπο ... Είναι δε αξιοσημείωτο το ότι μετά το κάλεσμα που απηύθυνε σε αλληλεγγύη προς ομάδες - οργανώσεις εκτός της φυλακής, επακολούθησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απειλητικού περιεχομένου αναρτήσεις ηγετικού στελέχους ομάδας που έχει αναπτύξει κατ'επανάληψη παράνομη δραστηριότητα, οι οποίες έχουν αυτολεξεί ως εξής: "Αυτήν την Πέμπτη το τριμελές συμβούλιο πλημμελειοδικών Βόλου θα αποφασίσει εάν θα έχουμε τον πρώτο νεκρό απεργό πείνας στην Ελλάδα. Η υγεία του ... είναι ήδη πολύ επιβαρυμένη και είναι ζήτημα αν θα αντέξει τις επόμενες μέρες. Οι τρεις συγκεκριμένοι δικαστές του Βόλου θα πάρουν μια απόφαση που θα επηρεάσει άμεσα την ζωή του ... την ζωή την δικιά μας και την ζωή την δικιά τους. Ελπίζω να μην κόψουν αυτό το κόκκινο νήμα. Γιατί αν το κάνουν όλα θα κοκκινίσουν...", αναρτήσεις οι οποίες κατόπιν έτυχαν περαιτέρω "διευκρινίσεων", ως εξής: "Μην ανησυχείτε κύριοι, δεν θα πάμε να πυροβολήσουμε κανέναν. Αλλά να είστε σίγουροι πως οι αντιδράσεις, σε περίπτωση που οι δικαστές πάρουν παράλογες και πέραν κάθε λογικής αποφάσεις, θα είναι και μαζικές και συνεχόμενες" (βλ. το από 04.05.2019 δημοσίευμα στον ιστότοπο ...). Ο ίδιος δε ο ... ουδέν έπραξε για την έστω και λεκτική καταδίκη των εν λόγω αναρτήσεων, επικροτώντας τοιουτοτρόπως αυτές, έστω και σιωπηρά. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με το από 08.05.2019 δημοσίευμα στον διαδικτυακό τόπο ... παρατηρήθηκαν ήδη φαινόμενα βανδαλισμού από αγνώστους σε πολιτικά γραφεία με στόχο την χορήγηση άδειας εξόδου στον κρατούμενο ... Εκ του συνδυασμού των προαναφερομένων συνάγεται ότι ο κρινόμενος κατάδικος διατηρεί ιδιαίτερα στενούς δεσμούς εκτός του σωφρονιστικού καταστήματος όπου εκτίει την ποινή του, με οργανώσεις που κινούνται εκτός των ορίων της νομιμότητας, με το ίδιο ή παρεμφερές ιδεολογικό υπόβαθρο με αυτόν, δεδομένου ότι άλλως, αυτές δεν θα παρείχαν τόσο αυξημένης έντασης υποστήριξη προς το πρόσωπό του, εκδηλούμενη όχι με νόμιμες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, αλλά με έκνομες συμπεριφορές. Εκτιμάται, επομένως, βάσιμα ότι, επί ικανοποίησης του αιτήματός του για χορήγηση άδειας εξόδου από το ως άνω κατάστημα κράτησης, ελλοχεύει σοβαρός κίνδυνος να συνευρεθεί με μέλη των εν λόγω ομάδων-οργανώσεων και να τελέσει, σχεδιάσει ή καθοδηγήσει νέες αξιόποινες πράξεις, κάνοντας κακή χρήση της άδειάς του. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από το γεγονός ότι ο εν λόγω κατάδικος έλαβε μέχρι τώρα από τα αρμόδια κάθε φορά Πειθαρχικά Συμβούλια των Καταστημάτων Κράτησης, στα οποία κρατήθηκε και εξακολουθεί να κρατείται, έξι (6) τακτικές άδειες, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε, αφενός μεν τα Συμβούλια αυτά συνιστούν συλλογικά διοικητικά όργανα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, η κρίση των οποίων ουδόλως δεσμεύει το Δικαστήριο, αφετέρου δε οι αποφάσεις τους συνιστούν διοικητικές πράξεις και όχι δικαστικές αποφάσεις. Ούτε, όμως, η έως τώρα καλή χρήση των αδειών που έλαβε ο εν λόγω κατάδικος μπορεί να οδηγήσει στο αντίθετο συμπέρασμα. Και τούτο, διότι κρίνεται κατ'επίφαση καλή δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, ο ίδιος κατά το στάδιο του σωφρονισμού του και δη, ακόμη και ενώπιον του Συμβουλίου της Φυλακής, αλλά και με τις παραπάνω δηλώσεις του-καλέσματα σε ενέργειες συμπαράστασής του αλλά και με ενέργειες δικές του (περίπατο στο κέντρο της … σε σημεία πλησίον εκείνων όπου διέπραξε εγκλήματά του κατά τη διάρκεια προηγούμενης άδειάς του), απέδειξε στην πράξη και όχι σε επίπεδο ιδεολογικό-θεωρητικό και μόνο, όπως εκ του αντιθέτου αβάσιμα υποστηρίζει ο ίδιος, ότι αδιαφορεί πλήρως για τους κανόνες της έννομης τάξης βάσει των οποίων είναι δομημένη και λειτουργεί η κοινωνία στην οποία επιδιώκει να επανενταχθεί, έστω και για λίγο, με τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας, αμφισβητώντας τη νομιμότητα δράσης εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας και καλώντας σε αντιδράσεις ακόμη και με παράνομες πράξεις, βάλλουσες ευθέως κατά θεμελιωδών εννόμων αγαθών. Έτσι, το Συμβούλιο φρονεί ότι ο προμνημονευόμενος θα κάνει κακή χρήση της άδειάς του και πιθανολογείται βάσιμα ότι εάν αυτή του χορηγηθεί, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να διαπράξει νέα εγκλήματα, όχι λόγω των ιδεολογικών αρχών, στοχασμών και της συνθηματολογίας που χρησιμοποιεί στις απανταχού δηλώσεις του, αλλά επειδή αυτές δεν έχουν μόνο θεωρητικό χαρακτήρα μα αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία της προσωπικότητας και της συμπεριφοράς του (χαρακτηριστική είναι η στάση και οι δηλώσεις-προτροπές του καταδίκου στα ΜΜΕ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετά την έκδοση του υπ'αριθμ. 37/2019 Βουλεύματος του Συμβουλίου τούτου, με το οποίο κρίθηκε ότι δεν έπρεπε να του χορηγηθεί τακτική άδεια εξόδου από το σωφρονιστικό κατάστημα), καθόσον αυτές μετουσιώνονται σε πράξεις υποδαυλισμού της εξέγερσης τρίτων (πολιτών-οργανώσεων) για την κατάλυση της έννομης τάξης, με την προτροπή αυτών να πιάσουν "το κόκκινο νήμα της αντίστασης", γεγονός που καταδεικνύει την σταθερή ροπή του στην κατάλυση της κοινωνικής οργάνωσης και των θεσμών στους οποίους αυτή βασίζεται, ακόμη και με την προσβολή θεμελιωδών έννομων αγαθών και ελευθεριών. Εξάλλου, το γεγονός ότι ο εν λόγω κατάδικος, όπως προκύπτει από την από 30.04.2019 Εισήγηση της Κοινωνικής Λειτουργού του εν λόγω σωφρονιστικού καταστήματος, επέδειξε καλή διαγωγή κατά τη διάρκεια της κράτησής του σ'αυτό, ουδόλως μπορεί να συνηγορήσει περί του αντιθέτου, καθώς στην Εισήγηση αυτή, πέραν της αναφοράς ότι κατά τη διάρκεια της κράτησής του ασχολείται με μεταφράσεις κειμένων και εργασίας στο market του Καταστήματος Κράτησης, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ούτε διευκρινίζεται σε τι συνίσταται η καλή αυτή διαγωγή, ενώ η προσαρμογή του στο καθημερινό πρόγραμμα της φυλακής δεν αρκεί από μόνη της ώστε να δικαιολογήσει την προσδοκία της μη κακής χρήσης της άδειας, καθώς εντάσσεται στην σκοπιμότητά του να κάνει χρήση του ευεργετήματος των τακτικών αδειών που του παρέχει ο νόμος και δεν έχει καμία σχέση με τον σωφρονισμό του, ο οποίος, όπως προελέχθη, κατά την κρίση του Συμβουλίου τούτου, ουδόλως επιτεύχθηκε, ώστε να τύχει του ευεργετήματος της χορήγησης τακτικής άδειας απουσίας από το κατάστημα κράτησης, το οποίο σαφώς ο νόμος εξαρτά όχι βέβαια από την εξέλιξη του καταδίκου σε μια άρτια ηθική προσωπικότητα, αλλά από την επίτευξη ενός επίπεδου σωφρονισμού του, που θα επιτρέπει την έξοδό του από το σωφρονιστικό κατάστημα με τη λήψη διαδοχικών αδειών προς επίτευξη σταδιακά της ομαλής επανένταξής του στο κοινωνικό σύνολο. Μετά ταύτα, εφόσον δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του εν λόγω καταδίκου οι τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις του άρθρου 55 παρ. 1 του ΣΚ για την χορήγηση σ'αυτόν τακτικής άδειας, πρέπει να γίνει δεκτή και κατ'ουσίαν η με αριθ. 14/03.05.2019/8γρ. Προσφυγή του προσφεύγοντος Εισαγγελέως Πρωτοδικών Βόλου κατά της με αριθ. 31/02.Θ5.2Θ19 Απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ..., περί χορήγησης τακτικής άδειας στον ανωτέρω κατάδικο, να ακυρωθεί η με αριθ. 31/02.05.2019 Απόφαση του ανωτέρω Πειθαρχικού Συμβουλίου και να απορριφθεί η από 30.04.2019 Αίτηση του εν λόγω καταδίκου". Έτσι, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου, με το ως άνω Βούλευμά του (93/2019) έκρινε ότι δεν συνέτρεχαν οι τυπικές προϋποθέσεις για την χορήγηση τακτικής άδειας στον ως άνω κρατούμενο, δεχόμενο ότι δεν μπορεί να χορηγηθεί άδεια σε κρατούμενο που εκτίει άνω της μίας ποινές ισόβιας κάθειρξης, διότι ο νομοθέτης στο άρθρο 55 παρ. 1 άνω Σ.Κ. αναφέρεται σε "ποινή" και όχι σε "ποινές" ισόβιας κάθειρξης. Η θέση αυτή του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου, η οποία φαίνεται να εδράζεται στη γραμματική διατύπωση του συγκεκριμένου άρθρου, είναι εσφαλμένη σύμφωνα και με όσα σχετικώς εξετέθησαν στις αρχικές σκέψεις της παρούσης αποφάσεως, καθώς πρέπει να σημειωθεί ότι ο νομοθέτης, στο αφηρημένο επίπεδο της κατάστρωσης διάταξης νόμου, χρησιμοποιεί πάντοτε τον ενικό αριθμό, χωρίς αυτό να υποδηλώνει ότι η εφαρμογή του εξαντλείται στην άπαξ πραγμάτωση του σχετικού κανόνα. Με αυτά που δέχθηκε, επομένως, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου, εξετάζοντας τις τυπικές προϋποθέσεις για την χορήγηση ή μη της τακτικής άδειας στον ως άνω κρατούμενο, εσφαλμένα ερμήνευσε τις σχετικές προαναφερθείσες διατάξεις του νόμου 2776/1999 (Σωφρονιστικού Κώδικα). Εξάλλου, θα έπρεπε, αφ'ότου δέχθηκε πως, κατά τη νομική του άποψη, δεν συνέτρεχε η πλήρωση της τυπικής προϋποθέσεως για χορήγηση τακτικής άδειας, να δεχθεί την προσφυγή του Εισαγγελέως και να απορρίψει τύποις την από 30.4.2019 αίτηση του ως άνω κρατουμένου, και, αφού δεν συνέτρεχε, κατά την άποψή του, η τυπική προϋπόθεση, να μην προχωρήσει στην εξέταση των ουσιαστικών προϋποθέσεων της χορήγησης τακτικής άδειας. Παρά ταύτα, το Συμβούλιο, αφού δέχθηκε ότι δεν είναι επιτρεπτή η χορήγηση άδειας στον εν λόγω κρατούμενο, διότι δεν συνέτρεχαν οι τυπικές προϋποθέσεις προς τούτο, στη συνέχεια, προχώρησε σε επάλληλη σκέψη για τη συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων και, δεχόμενο ότι δεν συνέτρεχαν ούτε αυτές (ουσιαστικές προϋποθέσεις), δέχθηκε την υπ'αριθμ. 14/2019 προσφυγή του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Βόλου, ακύρωσε την 31/2019 απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ... και απέρριψε την από 30.4.2019 αίτηση του ... περί χορηγήσεως σ'αυτόν τακτικής άδειας. Ειδικότερα, το ως άνω Συμβούλιο προχώρησε στην εξέταση των ουσιαστικών προϋποθέσεων και δέχθηκε ότι δεν συνέτρεχαν ούτε αυτές, στηριζόμενο κυρίως στο ότι ο κρατούμενος δήλωσε ενώπιόν του αυτολεξεί, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: " ...Να πιάσουμε το κόκκινο νήμα της αντίστασης, είναι μια φράση που τη χρησιμοποίησε μέχρι ο Τσίπρας. Αμφισβήτησα ένοπλα το κρατικό μονοπώλιο (της βίας), γι'αυτό καταδικάσθηκα. . .  Ζητώ την αλληλεγγύη απ'έξω, ξεκινώντας την απεργία πείνας, αυτό εννοούσα, η άδεια είναι δικαίωμα. Κατάκτηση αγώνων. Βάζοντας το σώμα σε κίνδυνο μέσα στη φυλακή και συμπαράσταση από τον κόσμο. Αυτό είναι το κόκκινο νήμα της ζωής . . . Να απαρνηθώ, να μετανοήσω, δεν μπορώ να το κάνω. Είμαι πολιτικός κρατούμενος. . . ". Το Συμβούλιο εν προκειμένω δέχεται, αφ'ενός μεν ότι στην έννοια του σωφρονισμού δεν περιλαμβάνεται η καθ'οιονδήποτε τρόπο ιδεολογική μεταστροφή του καταδίκου (σελ. 21 του προσβαλλομένου Βουλεύματος), στη συνέχεια, όμως, αντιφατικά δέχεται ότι ο κρατούμενος δεν είναι πρόθυμος να αλλάξει στάση ζωής και να μεταμεληθεί, αλλά εμμένει στην άποψή του περί ένοπλης ανατροπής του κρατικού μονοπωλίου της βίας και άρα καθιστά εναργές ότι, ευκαιρίας δοθείσης, δεν αποκλείεται να τελέσει και νέες αξιόποινες πράξεις ιδιαίτερης απαξίας (σελ. 23 του προσβαλλομένου Βουλεύματος). Περαιτέρω, ενώ δέχεται το προσβαλλόμενο Βούλευμα ότι ο κρατούμενος δεν έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά κατά τη διάρκεια της κράτησής του στο Σωφρονιστικό Κατάστημα και έχει δείξει καλή διαγωγή, ότι έχει ήδη λάβει έξι (6) τακτικές άδειες (τέσσερεις (4) από το Κατάστημα Κράτησης … και δύο (2) από το ...), των οποίων σύμφωνα με τις παραδοχές του Βουλεύματος, έκανε καλή χρήση, δεν περιλαμβάνει περιστατικά κακής χρήσης κατά τη διάρκεια των αδειών αυτών, περιοριζόμενο στην παραδοχή ότι "κατά τη διάρκεια της προηγούμενης άδειάς του στις ..., έκανε αμέριμνος περίπατο στο κέντρο της … και μάλιστα επέτρεψε να ληφθούν και να δημοσιευθούν φωτογραφίες του στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε σημεία πλησίον εκείνων όπου δολοφονήθηκαν συγκεκριμένα θύματά του, συμπεριφορά όλως προκλητική, που καταδεικνύει έμπρακτα πέραν πάσης αμφιβολίας τόσο την έλλειψη σεβασμού στη μνήμη των θυμάτων του, όσο και την από πλευράς του ακόμη και σήμερα, μετά την τέλεση των αξιόποινων πράξεων για τις οποίες καταδικάσθηκε και διαρκούσας της κράτησής του προς έκτιση της ποινής του, απαξίωση της ανθρώπινης ζωής.. . . " και καταλήγει ότι . . . " εκτιμάται ότι υπάρχει κίνδυνος, κατά τη διάρκεια της άδειας, να τελέσει νέα εγκλήματα, ενώ δεν συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την προσδοκία ότι δεν θα κάνει κακή χρήση αυτής (άδειας)". Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Συμβούλιο, αφ'ενός εσφαλμένα ερμήνευσε τις σχετικές προαναφερθείσες διατάξεις του νόμου 2776/1999 (Σωφρονιστικού Κώδικα), και αφ'ετέρου στέρησε από το προσβαλλόμενο Βούλευμά του την απαιτούμενη από το άρθρο 139 ΚΠΔ ειδική αιτιολογία. Επομένως, οι από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β` και δ` ΚΠοινΔ λόγοι, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας, για τους οποίους η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί την αναίρεση του προσβαλλομένου υπ'αριθμ. 93/2019 Βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου, είναι βάσιμοι και πρέπει να γίνουν δεκτοί. Ακολούθως, πρέπει να αναιρεθεί το προσβαλλόμενο υπ'αριθμ. 93/2019 Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα κρίση, στο ίδιο Συμβούλιο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που το εξέδωσαν (άρθρο 484 και 516 - 519 ΚΠΔ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Αναιρεί το υπ'αριθ. 93/2019 Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου. Και Παραπέμπει την υπόθεση για νέα κρίση, στο ίδιο Συμβούλιο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που το εξέδωσαν. Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 22 Μαΐου 2019. Και εκδόθηκε στην Αθήνα στις 23 Μαΐου 2019.-  

 

 

Τετάρτη 26 Ιουνίου 2019

VOODOO



Αγάπη μου, έψαχνα τον τρόπο
να σου επιφυλάξω μια θέση στο παζλ
μεσ'το χαλάζι των πτερόεντων ονείρων
κατασκήνωνα στο ίδιο μέρος
ερμητικά κλεισμένος στην ίδια θέση
με την ίδια μηχανική κίνηση
να αδράξω την ελπίδα από ένα φως
που λάμπει στο σκοτάδι
υπό την επήρεια των φαρμάκων
αυτών των λυσσαλέων τύψεων
που με ωθούσαν να πετάξω
για εσένα στο σκοτάδι
κάθε νύχτα, μία άλλη ανάμνηση
αλληθωρίζει στα τυφλά μάτια μου
τα τυφλωμένα από την απόγνωση
της απόδρασής σου
με ξύπνησε ο ήχος της σκιάς σου
η ηδονή πως ζούσα μετά θάνατον
μάλλον μετά από τον επιθανάτιο ρόγχο
σαν βουντού επισκέφτηκες το ζωντανό πτώμα μου
καρφίτσωσες δύο στίγματα, να μείνουν για πάντα
δειλός σαν ήμουν, έστω και στιγμιαία, τα αποχωρίστηκα
και το αίμα κυκλοφορούσε στο συνωστισμό της ύπαρξής σου
σαν επανήλθε η κανονικότητα, έτσι την αποκαλούν τα τετριμμένα
αυτή η μοιραία απογοήτευση κανιβαλίστηκε
που τα όνειρα δεν επιβιώνουν την ημέρα
μα εγώ σου υπόσχομαι, αιώνια θυσία
πως η ανάμνηση θα κάνει τη δική της ανταρσία


 

Δευτέρα 13 Μαΐου 2019

Μεσ'την ανασφάλεια της εξουσίας σου



Τόσο δυνατός, μ'αδύναμη η στιγμή
και τα μυστήρια
εκείνο το βλέμμα καρφιτσώθηκε
πάνω μου
σαν προσπαθούσα να άρω τα εμπόδια
μα δεν ήθελα να συγκρουστώ με την αδυναμία
ήταν σα να μου ζητούσες την αποκάλυψη
και γω να προτάσσω την συγκάλυψη
μετά από μια υποθαλάσσια μυσταγωγία
και όλα τελείωσαν ή άρχισαν
πνιγμένος ναυαγός στα ποτά της απελπισίας
έρχεσαι, φεύγεις, σαν το άρωμα της γάτας
συνεπαίρνεις τα συντρίμμια μιας ιεροτελεστίας
θα μπορέσω να σου πω πως σ'αγάπησα
ή ο έρωτας σε χρονοκαθυστέρηση
θα κλέψει την κρεψύδρα του χρόνου
ένα σημάδι, στο σημαδεμένο σώμα μου
μία ποινή, ένα χάδι
ένας άγγελος, μη μείνεις στο σκοτάδι
σαν η αρχή πνίγηκε, δωσ'μου ένα σημάδι

Μία Τύψη

Τετάρτη 3 Απριλίου 2019

Υπέρβαση Δικαίου



Έπρεπε να βρω λέξεις
να περιγράψω
την προσωπικότητά σου
τη δική σου μοναδικότητα
επιφύλασσες πολλά χρόνια
στα θύματα
άλλα τόσα στους θύτες
λίγο παρεξηγημένη η ενσυναίσθηση ενίοτε
να κατευνάσεις τα πάθη, το πάθος, το λάθος
και πάντοτε αυστηρή, άκαμπτη
γιατί τέτοια προσήλωση
στο γράμμα του νόμου;
καθ'υπέρβαση των ορίων της άμυνας
γιατί ήσουν εύθραυστη κι εσύ στην αδικία
τόσα χρόνια δεν έμαθες τι πα'να πει
υπέρβαση δικαίου
σαν ήρθε όμως η ώρα της δικής σου απολογίας
κλάματα πλημμύρισαν τις ποινές
να επιπλεύσει ένα αθώο θύμα
σαν σύρθηκες στο εδώλιο του κατηγορουμένου
κλονίστηκε η πεποίθησή σου περί δικαίου
τι κι εάν αποδίδεται επ'ονόματι Θεού
και σε βάρος ανθρώπων
έσκισαν την σάρκα σου
τα άθλια ψέματα των κατηγόρων
λήστεψαν το είναι σου
τ'άκαρδα βλέματα των συνηγόρων
ισοδέπωσε την ψυχή σου
η ψυχρή ετυμηγορία
δικαστών αιμοβόρων
γιατί κάποτε ήσουν Πρόεδρος άνευ όρων
και σου αξίζει για μία σφαίρα
σε ένα κενό σώμα ή περισσότερα
περιτυλιγμένα με τόση κακία
τσαλακωμένα από την αργυρώνητη φύση τους
να κηρυχθείς ένοχη από βρασμό συνείδησης δικαίου
σίγουρα σου άξιζε ο τίτλος της καταδικασμένης αθώας 

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2019

Η Κάτια του Εγκλήματος



Πάτησες την σκανδάλη
διέπραξες έγκλημα
ατιμώρητο για το θύμα
που διψάει για το αίμα σου
βρέθηκες με τα χέρια σαν ικέτης
δίπλα τα χέρια, τα μάτια
η αγωνία και ο τρόμος
πίσω από τα βλέμματα
και τα χέρια σου βαμμένα αίματα
μπροστά στο θύμα
τον αδίστακτο θύτη σου
ικέτευες για λίγη ανόθευτη αγάπη
και τα δάχτυλά σου σύρθηκαν
στη σκόνη του παμπρίζ
λίγο πριν ο μητροπολίτης
με τα ράσα εγκαταλείψει
την σκηνή του εγκλήματος
πως να σε ονομάσω ηρωίδα
μεταξύ έρωτα και διλήμματος
και αυτό το κελί δεν χωράει
το βλέμμα του ανομήματος
ισόβια κάθειρξη δεν σου άξιζε
Κάτια του εγκλήματος

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019

Αιωνία σου η Μνήμη


Σ'εκλιπαρώ, πες μου
μία κουβέντα, ένα αντίο
ένα σ'αγάπησα
σε θέλω
σ'αφήνω
γιατί τέτοια ώρα
σ'αυτά τα κλάματα
επέπλευσα
γιατί να μην πνιγώ
από την αδυναμία
σε παρακαλώ
θυμήσου
αυτό το δευτερόλεπτο
εσώκλειε το σ'αγαπώ
και η καρδιά γραμματόσημο
μην ψάχνεις για ορόσημο
εμείς οι δύο
κολλήσαμε από ανάγκη
λίγο χρώμα
η διάθεση απορροφητική
το μέλλον μας σαν ζωγραφική
και τα μάτια προεξέχουν
Αθήνα, 3-3-2020 εφόσον υπάρχεις
Προς: Μνήμη εσωτερικού



Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

Η υφ'όρον απόλυση κρατουμένων βάσει του άρθρου 110Α Π.Κ.: Οι υπερβάσεις των Δικαστικών Συμβουλίων για την μη εφαρμογή μίας προβληματικής διάταξης, με "άλλοθι" τον ανθρωπιστικό της χαρακτήρα

 

Αίτηση υφ’όρον απολύσεως καταδίκου, κατά το άρθρο 110Α ΠΚ, λόγω του ότι ο κατάδικος νοσεί από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS). Στάδια της νόσου, βάσει των συμπτωμάτων και των λευκών αιμοσφαιρίων. Καταδίκη σε ποινή 4 φορές ισόβιας κάθειρξης και σε ποινή φυλάκισης 7 ετών για τις πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστεία με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνη σωματική βλάβη κατά συρροή. Ποινική Δικονομία. Αναίρεση κατά βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών. Λόγοι. Έλλειψη αιτιολογίας. Εσφαλμένη ερμηνεία. Μέσα αποδείξεως. Πραγματογνωμοσύνη. Διακρίβωση της νόσου από ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη. Δεν αρκεί ο κατάδικος να είναι μόνο φορέας του ιού HIV, αλλά πρέπει και να εκδηλώνει συμπτώματα της νόσου. Δεν αρκεί ο κατάδικος να πάσχει από άλλη νόσο (π.χ. ηπατίτιδα C), αν αυτή δεν αποδεικνύεται ότι οφείλεται στο σύνδρομο, ούτε ότι αποτελεί σύμπτωμά του. Ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε Καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων, βάσει της οποίας ο αιτών έχει ιστορικό HIV λοίμωξης, ηπατίτιδας C και θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης. Εν προκειμένω, ο αιτών είναι φορέας, αλλά δεν νοσεί. Δεν χρήζει νοσηλείας, δεν εμφανίζει κανένα απολύτως παθολογικό εύρημα και η κλινική του εικόνα παρουσιάζεται βελτιωμένη. Λαμβάνει αντιρετροϊκή αγωγή, ενώ η ακτινογραφία θώρακα δεν ανέδειξε πρόσφατη ή παλαιά βλάβη στους πνεύμονες. Τέλος, επί 3 έτη δεν έχει παρουσιάσει επανεργοποίηση της νόσου της φυματίωσης. Ορθό και αιτιολογημένο το βούλευμα. Απορρίπτει αναίρεση.

Αριθμός 148/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ε’ Ποιν. Τμήμα-ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Χυτήρογλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Παπαηλιάδη και Βασιλική Μπαζάκη - Δρακούλη - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες. Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Παρασκευαΐδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου. Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 6 Οκτωβρίου 2017, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ... του .., κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης, ο οποίος δεν εμφανίστηκε, περί αναιρέσεως του υπ’αριθμ.79/2016 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ανατολικής Κρήτης. Το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’αυτό και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Ιουλίου 2016 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό ...16. Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνος Παρασκευαΐδης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου, με αριθμό ...-8-2017, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "Εισάγω ενώπιον του Δικαστηρίου Σας (σε Συμβούλιο), μετά την έκδοση του με αριθμό 408/2017 βουλεύματος του Ε’ Ποινικού Τμήματος του Δικαστηρίου Σας, την με αριθμό ...2016 αίτηση αναίρεσης του ... του ..., κατοίκου ... και ήδη κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης, κατά του με αριθμό 79/2016 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ανατολικής Κρήτης, με το οποίο απορρίφθηκε η με αριθμ. πρωτ...-3-2016 αίτηση αυτού, για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο, κατ’άρθρο 110Α Π.Κ. και εκθέτω τα ακόλουθα: Κατά το άρθρο 110Α Π.Κ., όπως τούτο τροποποιήθηκε με τα άρθρα 20 του Γ’ Κεφαλαίου του Ν.3727/2008 και 4 παρ. 1-2 του Ν.4274/014, αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 6 του Ν. 4322/2015 και όπως η παρ. 4 αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο 23 του Ν. 4356/2015: " 1. Η απόλυση υπό όρο χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106, εφόσον ο κατάδικος νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή...2. Η απόλυση χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις, που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή: α)...β)... 3. Σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, ο κρατούμενος που έχει ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω αν έχει εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο πέντε (5) έτη στην περίπτωση που το έγκλημά του δεν ενέχει ανθρωποκτονία, ή δέκα (10) έτη σε κάθε άλλη περίπτωση, εκτίει το υπόλοιπο της ποινής του στην κατοικία του, με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 56 παρ. 3. Στην περίπτωση αυτή δύναται να επιβληθεί ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 283Α του ΚΠΔ. Επίσης, είναι δυνατή η επιβολή όρων κατά ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 100 παρ. 2 και 3 του Π.Κ. 4. Η διακρίβωση των προηγούμενων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου από το αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών ή, στην περίπτωση κρατούμενου που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, από το Συμβούλιο Εφετών. Ο Εισαγγελέας, μετά την υποβολή της αίτησης, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγούμενων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας, αν αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση από το ΚΕ.Π.Α. υποβάλλεται από τον Εισαγγελέα στο αρμόδιο Συμβούλιο μαζί με την πρότασή του. Κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών μπορεί να ασκηθεί αναίρεση. Οι λεπτομέρειες σχετικά με την ως άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Υγείας. Η ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση του ΚΕ.Π.Α. υποχρεωτικά προσδιορίζουν εάν η αναπηρία είναι μόνιμη ή πρόσκαιρη και αναφέρουν στην περίπτωση της πρόσκαιρης αναπηρίας τον χρόνο διάρκειάς της και το ποσοστό της. Εάν πρόκειται για πρόσκαιρη αναπηρία ο αρμόδιος Εισαγγελέας υποβάλλει ένα (1) μήνα πριν τη λήξη του προσδιοριζόμενου χρόνου αναπηρίας στο αρμόδιο Συμβούλιο την πρότασή του για την επανεξέταση της χορηγηθείσας απόλυσης υπό όρο. Για το λόγο αυτό δύο (2) μήνες πριν τη συμπλήρωση του χρόνου της προσδιορισθείσας αναπηρίας διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη είτε παραπομπή στο αρμόδιο ΚΕ.Π.Α. για την εκ νέου διακρίβωση των προϋποθέσεων για την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας. Εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων παραγράφων διατάσσεται η συνέχιση της εκτέλεσης της ποινής. Ο χρόνος που μεσολάβησε από την απόλυση υπό όρο λογίζεται ως πραγματικός χρόνος έκτισης της ποινής. Η επανεξέταση της αναπηρίας και η διακρίβωση των προϋποθέσεων του άρθρου αυτού περατώνεται στο χρονικό διάστημα που προβλέπει το άρθρο 109". Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η απόλυση υπό όρο χορηγείται από το Συμβούλιο Εφετών ανεξάρτητα από τη συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 Π.Κ., μεταξύ άλλων και εφόσον ο κατάδικος νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, αφού ακολουθηθεί η διαλαμβανόμενη στην παράγραφο 4 του ως άνω άρθρου διαδικασία. Περαιτέρω με την με αριθμό 39067/4.6.2015 Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίστηκε η διαδικασία της διενέργειας ειδικής πραγματογνωμοσύνης για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του ως άνω άρθρου 110Α του Π.Κ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 6 του ν. 4322/2015, ως εξής: "1. Ο ειδικός πραγματογνώμονας, ο οποίος ορίζεται από τον αρμόδιο εισαγγελέα, προκειμένου να διακριβώσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 110Α του Π.Κ., υποβάλλει στον Διευθυντή του Καταστήματος Κράτησης αίτημα για την άμεση μεταγωγή του κρατούμενου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ. 2 του Σωφρονιστικού Κώδικα σε δημόσιο νοσοκομείο, το οποίο έχει κλινική κατάλληλη για τη διάγνωση της συγκεκριμένης ασθένειας, εφόσον η διάγνωση της ασθένειας δεν είναι δυνατή από το Νοσοκομείο Κρατουμένων Κορυδαλλού. Ο κρατούμενος κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο δημόσιο νοσοκομείο, υποβάλλεται σε κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο που ορίζεται από τον Διευθυντή της οικείας κλινικής. Η φύλαξη του κρατούμενου γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Μετά το πέρας του ελέγχου συντάσσεται αιτιολογημένη γνωμάτευση και εκδίδεται σχετικό πιστοποιητικό από τον Διευθυντή της οικείας κλινικής, το οποίο τίθεται στον ιατρικό φάκελο του κρατούμενου. Ο Διευθυντής του Καταστήματος Κράτησης ή ο Διευθυντής του Νοσοκομείου Κρατουμένων Κορυδαλλού, διαβιβάζει αμέσως στον ειδικό πραγματογνώμονα τον ιατρικό φάκελο του κρατούμενου, ο οποίος, αφού τον συνεκτιμήσει, συντάσσει την σχετική πραγματογνωμοσύνη, με την οποία διακριβώνεται η συνδρομή ή όχι των προϋποθέσεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 110Α του Π.Κ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 6 του ν.4322/2015". Η έναρξη της σχετικής διαδικασίας, εξαρτάται από την υποβολή αίτησης από τον ίδιο τον κατάδικο, καθώς η απόλυση με τις προϋποθέσεις του άρθρου αυτού αποτελεί δικαίωμα του κατάδικου και δεν συνιστά σωφρονιστικό θεσμό, αφού, ως διάταξη, έχει απεκδυθεί των ειδικοπροληπτικών κριτηρίων στην εφαρμογή της και διαμορφώνεται νομοθετικά, πρωτίστως, από το ενδιαφέρον για την υγεία του κατάδικου. Η, προδήλως, ανθρωπιστικού χαρακτήρα, διάταξη αυτή, είναι προσανατολισμένη στην προστασία της αξιοπρέπειας των κατάδικων που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες και αναπηρίες και έχουν ανάγκη υποβολής σε συνεχείς και εξειδικευμένες θεραπείες, που δεν είναι δυνατόν να παρέχονται αποτελεσματικά από τα καταστήματα κράτησης, ακόμη και στα θεραπευτικά, ή είναι υπερήλικες και η ασθένειά τους δεν τους επιτρέπει να κατανοούν τι συμβαίνει γύρω τους. Επιπλέον, η κατ’εξαίρεση επιεικής μεταχείριση αυτών των κατάδικων δικαιολογείται και λόγω της κατάστασής τους, που θεωρείται ότι αντικειμενικά δεν τους επιτρέπει να προσβάλλουν την έννομη τάξη {Μαργαρίτης Λ., Ποινολογία, 2005, 631, επικαλούμενος και τους Μανωλεδάκη, Παρασκευόπουλο}. Η εφαρμογή της ρύθμισης προϋποθέτει ότι ο κατάδικος, που δικαιούται να απολυθεί, νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και υποβάλλεται σε τακτική αιμοκάθαρση, από ανθεκτική φυματίωση ή είναι τετραπληγικός, καθώς και από κύρωση του ύπατος με αναπηρία άνω του 67% ή από γεροντική άνοια έχοντας υπερβεί το ογδοηκοστό έτος της ηλικίας ή από κακοήθη νεοπλάσματα τελικού σταδίου. Εάν συντρέξουν και οι δύο προϋποθέσεις (:απαίτηση του κατάδικου και διαπίστωση από το αρμόδιο δικαστικό Συμβούλιο ότι υπάρχει κάποια από τις συγκεκριμένες νόσους ή αναπηρίες) η απόλυση είναι υποχρεωτική {Αρ. Χαραλαμπάκης, Ποινικός Κώδικας, υπό άρθρο 110A, αριθ. 1-2}. Περαιτέρω, με τις εν λόγω διατάξεις αναγνωρίζεται ειδικότερα η σοβαρότητα, τα χαρακτηριστικά και οι ιδιαίτερες ανάγκες της κατάστασης του πάσχοντος από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (ΣΕΑΑ/AIDS), καθώς και η ανάγκη της διαφορετικής ποινικής μεταχείρισης του πάσχοντος από αυτήν κατάδικου. Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση αυτή, ο κατάδικος, για να δικαιούται να απολυθεί υπό όρο, πρέπει να νοσεί από αυτό, δεν αρκεί δηλαδή να είναι μόνο φορέας του ιού ΗIV, αλλά πρέπει να εκδηλώνει συμπτώματα της νόσου {Μ. Μαργαρίτης, Ποιν. Κώδικας, έκδ.2003, άρθ. 110Α , σελ.278, Καϊάφα - Γκμπάντι, Δίκαιο των ποινικών κυρώσεων, 2008, 490, Γ. Δημήτραινας, Η ποινική μεταχείριση κατάδικου που πάσχει από Αids),Υπερ. 1995, σελ. 1231}. Δεν αρκεί επίσης ο κατάδικος να πάσχει από άλλη νόσο (π.χ. ηπατίτιδα C), αν αυτή δεν αποδεικνύεται ότι οφείλεται στο σύνδρομο, ούτε αποτελεί σύμπτωμά του (π.χ. διότι χρονικά προηγείται της ανίχνευσης του ιού HIV). Αν η υγεία του κατάδικου επιδεινώνεται για λόγους που δεν ανάγονται στη συγκεκριμένη νόσο, το θέμα μπορεί να αντιμετωπισθεί με τη ρύθμιση του άρθρου 557 ΚΠΔ περί διακοπής εκτέλεσης ποινής. Eξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ’αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχτηκαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Δεν αποτελούν λόγους αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων ή η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού προς το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο, ενώ δεν υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της απόφασης, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατύπωσης του σκεπτικού της. Τα αποδεικτικά μέσα αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω και κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα, δεν υποδηλώνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διάφορων αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους (εγγράφων, μαρτυρικών καταθέσεων), ούτε απαιτείται να ορίζεται ποιό βαρύνει περισσότερο για τον σχηματισμό της δικαστικής κρίσης. Απαιτείται μόνο να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπ’όψη του και συνεκτίμησε για τον σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και όχι μερικά κατ’ επιλογήν, όπως επιβάλλουν οι διατάξεις των άρθρων 177 §1 και 187 ΚΠΔ. {Ολ. Α.Π. 1/2005, Α.Π. 786/2015, 430/2015 Α.Π. 274/2015, Α.Π. 273/2015}. Περαιτέρω, η πραγματογνωμοσύνη διαλαμβάνεται μεταξύ των κυριότερων, κατά τις προβλέψεις του άρθρου 178 περ. γ’ ΚΠΔ, αποδεικτικών μέσων και διατάσσεται, σύμφωνα με το άρθρο 183 του ίδιου Κώδικα, από τους ανακριτικούς υπαλλήλους ή το δικαστήριο ή με αίτηση κάποιου διαδίκου ή του Εισαγγελέα, αν απαιτούνται ειδικές γνώσεις ορισμένης επιστήμης ή τέχνης, για να γίνει ακριβής διάγνωση και κρίση κάποιου γεγονότος. Ως ιδιαίτερο δε είδος αποδεικτικού μέσου πρέπει να προκύπτει από την αιτιολογία της απόφασης ότι και αυτή έχει ληφθεί υπόψη για το σχηματισμό της δικανικής πεποίθησης του δικαστηρίου, απαίτηση που ικανοποιείται όχι μόνον όταν η πραγματογνωμοσύνη μνημονεύεται ειδικά μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, αλλά και όταν προκύπτει αναμφίβολα από τις παραδοχές της απόφασης ότι τα πορίσματα του εν λόγω αποδεικτικού μέσου, έστω κι αν αυτό δεν επισημαίνεται στο προοίμιο του σκεπτικού, ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο στη διαμόρφωση της δικανικής του πεποίθησης (ΑΠ 183/2013, ΑΠ 441/2014). Και τούτο, διότι το κρίσιμο ζητούμενο για την πληρότητα της αιτιολογίας είναι η κατάφαση της πραγματικής εκτίμησης και αξιολόγησης του περιεχομένου της πραγματογνωμοσύνης και όχι, απλώς, η ρητή μνεία της τελευταίας μεταξύ των αποδεικτικών μέσων. Η πραγματογνωμοσύνη αυτή εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο ή δικαστικό Συμβούλιο, κατ’εφαρμογή του άρθρου 177 του ίδιου Κώδικα, με την έννοια ότι δεν το δεσμεύει η γνωμοδότηση των πραγματογνωμόνων. Οφείλει, όμως, όταν δεν αποδέχεται τα προκύπτοντα από αυτήν συμπεράσματα, να αιτιολογεί την αντίθετη δικαστική του πεποίθηση, παραθέτοντας τα αποδεδειγμένα εκείνα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποκλείουν αυτά που οι πραγματογνώμονες θέτουν ως βάση της γνώμης τους. Σε κάθε άλλη περίπτωση και ειδικότερα επί ιδιωτικής πραγματογνωμοσύνης (απλής γνωμάτευσης ή γνωμοδότησης) ή πραγματογνωμοσύνης που ενεργήθηκε δυνάμει απόφασης πολιτικού δικαστηρίου, το πόρισμά της εκτιμάται ελεύθερα μαζί με τις άλλες αποδείξεις {Α.Π 1637/2010}. Ακόμη, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ, λόγο αναίρεσης της απόφασης αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής διάταξης υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει σ’αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη, που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν το δικαστήριο χωρίς να παρερμηνεύσει το νόμο, δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης {Ολ. Α.Π 2/2011, ΟλΑΠ 3/2008, Α.Π 1089/2015, Α.Π 20/2015, Α.Π 1108/2014). Στην προκειμένη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης με το με αριθμό 79/2016 βούλευμά του, απέρριψε την αίτηση για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο, κατ’άρθρο 110A Π.Κ., του αναιρεσείοντα K.D., του E., κατοίκου ... και ήδη κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης με την με αριθμό 876-879/22-11- 2013 απόφαση του Β’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε σε ποινή τέσσερις (4) φορές ισόβιας κάθειρξης και σε συνολική ποινή φυλάκισης επτά (7) ετών, για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστείας με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την έκδοση της με αριθμό 19/12-1-2015 απόφασης του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Όπως δε προκύπτει από το σκεπτικό του προσβαλλόμενου βουλεύματος, το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης δέχθηκε ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία λεπτομερώς αναφέρει, προέκυψαν τα εξής: "Από την εκτίμηση των εγγράφων που συνυποβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση, την από 25-5-2016 ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε ο καθηγητής παθολογίας λοιμώξεων, διευθυντής της παθολογικής κλινικής και μονάδας λοιμώξεων του ... Α.Γ. (το περιεχόμενο της οποίας τέθηκε σε γνώση του αιτούντος, αφού ρητά μνημονεύεται στο από 7-6-2016 υπόμνημά του), σε συνδυασμό με όσα εκθέτει ο αιτών στο από 7- 6-2016 υπόμνημά του αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών, υπήκοος Γεωργίας, γεννηθείς στις 7-8-1986, κρατείται στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού, δυνάμει της υπ’αριθ. 876-879/22-11-2013 απόφασης του Β’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε ομόφωνα σε ποινή τέσσερις (4) φορές ισόβιας κάθειρξης και σε συνολική ποινή φυλάκισης επτά (7) ετών, για τις πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστείας με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, που έλαβαν χώρα στη Φιλοθέη στις 9-7-2012 και στην Ηλιούπολη στις 30-5-2012, με έναρξη της ποινής του την 26-7-2012 (ημερομηνία προσωρινής κράτησης). Η ως άνω απόφαση έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη μετά την έκδοση της υπ’αριθμ. 19/12-1-2015 απόφασης του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη ως ανυποστήρικτη η έφεση του αιτούντος - κατάδικου κατ’αυτής. Ο άνω κατάδικος το έτος 2013 παρουσίασε πνευμονική φυματίωση για την οποία έλαβε πλήρη αντιφυματική αγωγή, μετά το πέρας της οποίας τον 2/2014, οι εξετάσεις του ήταν αρνητικές για ενεργό φυματίωση (βλ. τις από 1-3-2016 και 29-3-2016 ιατρικές βεβαιώσεις του Επιμελητή Δ/ντή Παθολογικής Κλινικής). Λόγω της ασθένειάς του αυτής τυγχάνει ευεργετικού υπολογισμού των ημερών της ποινής του (ήτοι η κάθε ημέρα παραμονής του στο κατάστημα κράτησης υπολογίζεται ως δύο ημέρες εκτιόμενης ποινής) από την 18-2-2013 έως και την 2-3-2016 (ημερομηνία σύνταξης του πίνακα υπολογισμού ποινής του ΚΚ Αλικαρνασσού), σύμφωνα με την υπ’αριθμ...2013 απόφαση της Εισαγγελέως Επόπτη του Καταστήματος Κράτησης Κορυδαλλού. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο αιτών, εκτός της κρινόμενης αίτησης είχε υποβάλλει προηγουμένως άλλες δύο (2), όμοιες κατά περιεχόμενο, αιτήσεις για απόλυσή του υπό όρο κατ’άρθρο 110A Π.Κ., επικαλούμενος ότι νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, οι οποίες απερρίφθησαν με τα υπ’αριθμ. 361/2014 και 53/2015 βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημ/κών Πειραιά και Κέρκυρας, αντίστοιχα, τα οποία δέχθηκαν στο σκεπτικό τους ότι ο αιτών δεν νοσεί από τη νόσο του AIDS, αλλά ότι είναι απλός φορέας της νόσου ΗIV. Από το σύνολο των ιατρικών πιστοποιητικών που συνυποβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση και ιδίως από την από 25-5-2016 ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε ο καθηγητής παθολογίας λοιμώξεων, διευθυντής της παθολογικής κλινικής και μονάδας λοιμώξεων του, προκύπτει ότι ο αιτών έχει ιστορικό ΗIV λοίμωξης (HIV σημαίνει Human Immunodeficiency Virus δηλαδή Ιός της Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας), ηπατίτιδας C και θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης. Σύμφωνα με τη διεθνή ιατρική βιβλιογραφία, όταν κάποιος μολύνεται με τον ιό HIV, γίνεται "HIV οροθετικός" και θα είναι για πάντα HIV οροθετικός. Με την πάροδο του χρόνου, η ΗIV νόσος μολύνει και εξοντώνει τα λευκά αιμοσφαίρια που λέγονται CD4+λεμφοκύτταρα (ή "CD4+ Τα κύτταρα") και μπορεί να αφήσουν το σώμα ανίκανο να καταπολεμήσει κάποιες μολύνσεις και καρκινογενέσεις. Με την έγκαιρη και σωστή αντιρετροική θεραπεία (ART) το άτομο αυτό μπορεί να παραμείνει υγιές και να αντιμετωπίζει τις περισσότερες λοιμώξεις. Ένα υγιές άτομο έχει συνήθως από 600 έως 1200 CD4+λεμφοκύτταρα. Όταν τα CD4+λεμφοκύτταρα πέσουν κάτω από 200 ανά χιλιοστό του λίτρου στο αίμα, το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου αποδυναμώνεται σοβαρά και φτάνει στα στάδια του AIDS, ακόμα και αν δεν έχει αρρωστήσει από άλλες μολύνσεις. Ορίζεται ότι κάποιος έχει AIDS είτε όταν τα CD4 κύτταρά του είναι σε αριθμό λιγότερα από 200/μΙ. (μικρολίτρο) αίματος, είτε όταν εκδηλωθεί η παρουσία συγκεκριμένων νόσων που σχετίζονται με την προχωρημένη HIV λοίμωξη. Περίπου οι μισοί από τους ανθρώπους που έχουν μολυνθεί με HIV θα αναπτύξουν AIDS σε 10 χρόνια, αν δεν λάβουν θεραπεία. Οι πιο κοινές αρχικές καταστάσεις που σημαίνουν συναγερμό για την εμφάνιση AIDS είναι η πνευμονία από πνευμονοκύστη (PCP) σε ποσοστό 40%, το σύνδρομο απίσχνασης (αδυνατίσματος) από ΗIV και η οισοφαγική καντιντίαση (μυκητίαση από μύκητα Candida). Άλλες κοινές εκδηλώσεις AIDS περιλαμβάνουν τις υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του αναπνευστικού (όπως η πνευμονία). Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας πρότεινε για πρώτη φορά έναν ορισμό του AIDS το 1986. Από τότε υπήρξε ένας αριθμός αναβαθμίσεων και επεκτάσεων του ορισμού, μέχρι την πιο πρόσφατη εκδοχή - ταξινόμηση του 2007. *Στάδιο I: ασυμπτωματική HIV λοίμωξη με αριθμό CD4 μεγαλύτερο από (>) 500μΙ ανά μικρόλιτρο ή κυβικό χιλιοστό αίματος. Μπορεί να περιλαμβάνει γενικευμένη διόγκωση λεμφαδένων. * Στάδιο II: ήπια συμπτώματα που μπορεί να περιλαμβάνουν χαμηλής βαρύτητας βλεννογονοδερματικές εκδηλώσεις και υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού. Αριθμός CD4 μικρότερος από (<)500μΙ. *Στάδιο III: Προχωρημένα συμπτώματα που μπορεί να περιλαμβάνουν ανεξήγητη χρόνια διάρροια για περισσότερο από 1 μήνα, σοβαρές βακτηριακές λοιμώξεις συμπεριλαμβανομένης της πνευμονικής φυματίωσης και αριθμό CD4 <350μΙ. *Στάδιο IV ή AIDS: Σοβαρά συμπτώματα που περιλαμβάνουν τοξοπλάσμωση εγκεφάλου, καντιντίαση (ευκαιριακή μυκητίαση) οισοφάγου, τραχείας, βρόγχων ή πνευμόνων και σάρκωμα Kaposi. Αριθμός CD4 <200μΙ. Το δε Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών CDC αναβάθμισε το δικό του σύστημα ταξινόμησης για το HIV/AIDS το 2008. Στο σύστημα αυτό η λοίμωξη κατατάσσεται βάσει αριθμού CD4 και κλινικών συμπτωμάτων. *Στάδιο 1: αριθμός CD4>500μl και μη ύπαρξη καταστάσεων που ορίζουν το AIDS. *Στάδιο 2: αριθμός CD4 200-500μΙ και μη ύπαρξη καταστάσεων που ορίζουν το AIDS. *Στάδιο 3: αριθμός CD4 <200μl και παρουσία καταστάσεων που ορίζουν το AIDS. *Άγνωστο: όταν δεν υπάρχει επαρκής πληροφόρηση για την κατάταξη σε κάποιο από τα παραπάνω στάδια. Σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών η διάγνωση του ΑΙDS (στάδιο 3) εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αν μετά τη θεραπεία ο αριθμός των CD4 ανέβει πάνω από 200μΙ ή θεραπευτούν άλλες ασθένειες που ορίζουν το AIDS. Εν προκειμένω, ο αιτών κατάδικος, βάσει του συμπεράσματος της άνω 25-5-2016 ιατρικής πραγματογνωμοσύνης και βάσει της από 8-1-2015 ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του παθολόγου Ι. Ζ., η οποία δεν προσκομίζεται, αλλά το συμπέρασμά της περιλαμβάνεται στο υπ’αριθμ. 53/2015 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Κέρκυρας, φέρεται ότι νοσεί από σύνδρομο ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (στάδιο C3, που ανήκει στο τελευταίο στάδιο εξέλιξης της νόσου- στάδιο AIDS), σύμφωνα με τα κριτήρια του CDC, λόγω των ελαττωμένων CD4 κυττάρων (258/μΙ) και του μη ανιχνεύσιμου στο αίμα του ιού HIV, με καλή ανταπόκριση στην αντί- HIV αγωγή που λαμβάνει. Ουδόλως βέβαια αναφέρονται στην άνω πραγματογνωμοσύνη, η οποία κρίνεται ελλιπής ως προς τούτο, τα στάδια της HIV λοίμωξης σύμφωνα με τα κριτήρια του CDC, ούτε η διάκριση μεταξύ φορέα της νόσου και νοσούντος από αυτήν, ούτε αναλυτική αναφορά των εξετάσεων στις οποίες υποβλήθηκε ο αιτών και στις οποίες στηρίχθηκε το πόρισμά της και προφανώς ο αιτών κατατάσσεται στο άνω στάδιο, καίτοι ο αριθμός των CD4 είναι πάνω από 200/μΙ λόγω της θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης που είχε παρουσιάσει το έτος 2013 (χωρίς αυτό να αναγράφεται ρητά στην πραγματογνωμοσύνη αυτή). Από τη συνολική όμως εκτίμηση όλων των αποδεικτικών στοιχείων αποδεικνύεται ότι ο αιτών, ο οποίος έχει μολυνθεί από τον ιό ΗIV και προς τούτο λαμβάνει αγωγή με Artipia caps (μία φορά την ημέρα) στην οποία ανταποκρίνεται καλά, δεν νοσεί από σύνδρομο ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, αλλά είναι φορέας της νόσου ΗIV, ανήκοντος σε κατηγορία πριν το τελευταίο στάδιο εξέλιξης της HIV νόσου σε στάδιο AIDS. Ειδικότερα, η HIV λοίμωξη από την οποία έχει προσβληθεί ο αιτών αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με συνέπεια το ιικό φορτίο του HIV στο αίμα του να διατηρείται μη ανιχνεύσιμο, και τα επίπεδα των CD4 να ανέρχονται σε 258/μΙ (ικανοποιητικά κατά την από 29-3-2016 ιατρική γνωμάτευση του Δ/ντή της Παθολογικής Κλινικής του … Ε.Μ.). Από την κλινική του εξέταση την 11-5-2016 στο εξωτερικό ιατρείο Λοιμώξεων του … δεν ανευρέθηκαν παθολογικά ευρήματα, γεγονός που καταδεικνύει ότι ο αιτών βρίσκεται σε κλινική λανθάνουσα περίοδο (η οποία κατά τη διεθνή ιατρική βιβλιογραφία χωρίς αντιρετροική αγωγή μπορεί να διαρκέσει κατά μέσο όρο οκτώ έτη) αφού δεν αναφέρεται κανένα σύμπτωμα (π.χ. διάρροια, πυρετός, διογκωμένοι και ευαίσθητοι λεμφαδένες, εξάνθημα στο δέρμα, έλκη στο στόμα κ.λ.π.), ο δε αιτών λαμβάνει αντιρετροική αγωγή, ενώ η ακτινογραφία θώρακα δεν ανέδειξε πρόσφατη ή παλαιά βλάβη στους πνεύμονες. Επιπροσθέτως, ενώ ο αιτών έχει ιστορικό ηπατίτιδας και θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης, δεν έχει παρουσιάσει επί χρονικό διάστημα άνω των τριών ετών επανενεργοποίηση της νόσου της φυματίωσης, ούτε καμία υποτροπιάζουσα λοίμωξη του αναπνευστικού (π.χ. πνευμονία) ώστε να θεωρηθεί ότι έχει αναπτύξει σύνδρομο ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS). Μόνη η εμφάνιση το έτος 2013 πνευμονικής φυματίωσης, η οποία ως ευκαιριακή βακτηριακή λοίμωξη απαντάται σε HIV οροθετικά άτομα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως "κατάσταση που ορίζει το (AIDS)", κατά τα κριτήρια του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών CDC, ενώ κατά τα κριτήρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που αναφέρθηκαν ανωτέρω, η εκδήλωση πνευμονικής φυματίωσης κατατάσσει την HIV λοίμωξη σε στάδιο ΜΙ και όχι σε στάδιο (AIDS). Επιπροσθέτως, δεν αποδείχθηκε από προσκομιζόμενα ιατρικά πιστοποιητικά ότι, πέραν της κατά τα άνω αποτελεσματικής για την κατάσταση της υγείας του φαρμακευτικής αγωγής που λαμβάνει ο αιτών εντός του Καταστήματος Κράτησης, απαιτείται και η νοσηλεία του, αφού αυτός δεν εμφανίζει κανένα απολύτως παθολογικό εύρημα, η δε κλινική του εικόνα παρουσιάζει βελτίωση. Σε κάθε περίπτωση αν απαιτηθεί να υποβληθεί σε οποιαδήποτε εξειδικευμένη εξέταση μπορεί να μεταφερθεί προς τούτο, συνοδεία αστυνομικών, σε νοσηλευτικό ίδρυμα του τόπου κράτησής του. Άλλωστε, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η προδήλως ανθρωπιστικού χαρακτήρα διάταξη του άρθρου 110Α του Π.Κ. είναι προσανατολισμένη στην προστασία της αξιοπρέπειας των καταδίκων, που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες και αναπηρίες και έχουν ανάγκη υποβολής σε συνεχείς και εξειδικευμένες θεραπείες, που δεν είναι δυνατό να παρέχονται αποτελεσματικά από τα Καταστήματα Κράτησης, ακόμη και θεραπευτικά, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρθηκαν, ως προς την αποτελεσματική θεραπεία που λαμβάνει ο αιτών, ο οποίος πάσχει μεν από HIV λοίμωξη, αλλά δεν νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, ώστε να μπορεί να τύχει εφαρμογής της εξαιρετικού χαρακτήρα διάταξης του άρθρου 110A Π.Κ. Τέλος, ως εκ περισσού (δεδομένου ότι αποδείχθηκε ότι ο αιτών δεν νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας και επομένως δεν εμπίπτει στην εφαρμογή του άρθρου 110A Π.Κ.), πρέπει να σημειωθεί ότι ενισχυτικό στοιχείο της ελεγχόμενης και σταθερής κατάστασης της υγείας του αιτούντος είναι το γεγονός ότι αυτός εξακολουθεί και εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων, στα οποία έχει κρατηθεί, να διαπράττει σειρά πειθαρχικών παραπτωμάτων, συνιστώντων παράλληλα και αξιόποινων πράξεων (βλ. απόσπασμα από το δελτίο πειθαρχικών ποινών του αιτούντος, από το οποίο προκύπτει ότι αυτός έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά στις 20-1-2015, 18-2-2015 και 29-6-2015 για πειθαρχικά αδικήματα της εν γνώσει του κατοχής εν γένει επικίνδυνων αντικειμένων, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως όπλα, της άσκησης βίας κατά συγκρατούμενού και της απόδρασης κρατουμένου), ενέργειες στις οποίες δεν θα προέβαινε αν η κατάσταση της υγείας του ήταν τέτοιας βαρύτητας που αυτός επικαλείται. Η αναφορά αυτή γίνεται για να καταδειχθεί ότι η κατά τα προαναφερθέντα προδήλως ανθρωπιστικού χαρακτήρα διάταξη του άρθρου 110A Π.Κ., που προβλέπει την κατ’εξαίρεση επιεική μεταχείριση των καταδίκων που μπορούν να τύχουν της εφαρμογής της, ανεξαρτήτως μάλιστα της βαρύτητας των εγκλημάτων που έχουν διαπράξει και της επιβληθείσας σ’αυτούς ποινής, δικαιολογείται και λόγω της κατάστασής τους, που θεωρείται ότι αντικειμενικά δεν επιτρέπει να προσβάλλουν την έννομη τάξη, προϋπόθεση που δεν μπορεί να συντρέχει στην κρινόμενη περίπτωση, σύμφωνα με όσα λεπτομερώς αναφέρθηκαν για το επικίνδυνο της συμπεριφοράς του αιτούντος, ακόμη και υπό καθεστώς κράτησής του. Βάσει των ανωτέρω, αφού δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο, κατ’άρθρο 110A Π.Κ., κατά τα προδιαληφθέντα, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να απορριφθεί". Με αυτά που δέχθηκε το προσβαλλόμενο βούλευμα, έχει πλήρη, σαφή και συγκεκριμένη αιτιολογία και ορθά υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν στις διατάξεις του άρθρου 110Α Π.Κ., τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου με ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και χωρίς να στερήσει αυτό νόμιμης βάσης. Αναφέρονται κατ’είδος τα αποδεικτικά μέσα τα οποία ελήφθησαν υπόψη, μεταξύ των οποίων και η από 25-5-2016 ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν μετά από συγκριτική στάθμιση και αξιολογική συσχέτιση όλων των αποδεικτικών μέσων, βάσει των οποίων το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο, κατά το άρθρο 110Α Π.Κ. στον αιτούντα-αναιρεσείοντα, καθόσον αυτός πάσχει μεν από HIV λοίμωξη, αλλά δεν νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας. Ακόμη αιτιολογείται με πληρότητα και σαφήνεια η αντίθετη κρίση του Συμβουλίου με όσα αναφέρονται στην από 25-5-2016 ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη, τόσο με την ανάλυση της σύμφωνης με τα συμπεράσματά του από 29-3-2016 ιατρικής γνωμάτευσης του Δ/ντή της Παθολογικής Κλινικής του, όσο και με την παράθεση τα αποδεδειγμένων πραγματικών περιστατικών, τα οποία αποκλείουν αυτά, που η αντιθέτου περιεχομένου ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη θέτει ως βάση του συμπεράσματός της. Κατά συνέπεια όσων προεκτέθηκαν, οι προβαλλόμενοι λόγοι αναίρεσης, με τους οποίους αποδίδεται στο προσβαλλόμενο βούλευμα η πλημμέλεια της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, είναι αβάσιμοι και συνακόλουθα, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της προκείμενης διαδικασίας (άρ. 583 παρ. 1 ΚΠΔ). Για τους λόγους αυτούς Προτείνω: Α. Να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης. Και Β. Να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της προκείμενης διαδικασίας. Η Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασιλική Θεοδώρου" Αφού άκουσε τον παραπάνω Αντεισαγγελέα που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση έπειτα αποχώρησε. ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 

Με την από 21.7.2016 αίτηση του υπηκόου Γεωργίας, κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης προς έκτιση ποινής ισόβιας κάθειρξης και συνολικής ποινής φυλάκισης επτά (7) ετών για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας κατά συρροή, ληστείας κ.λπ. ζητείται η αναίρεση του υπ’αριθμόν 79/11.7.2016 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ανατολικής Κρήτης, με το οποίο απορρίφθηκε ως αβάσιμη η υπ’αριθμό ...3.2016 αίτηση του ανωτέρω για απόλυσή του από τις φυλακές κατ’άρθρο 110Α του ΠΚ υπό τον όρο της ανάκλησης, επειδή νοσεί από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS). Η αίτηση αναίρεσης έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και ως εκ τούτου πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ουσίαν. Κατά τη διάταξη του άρθρου 110Α του ΠΚ το οποίο έχει προστεθεί με την παράγρ. 3 του άρθρου 33 Ν. 2172/1993, τροποποιηθεί με το άρθρο 20 Ν. 37...2008 και με το άρθρο 4 του Ν. 4274/2014, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν.4322/2015 η δε παράγρ. 4 αντικαταστάθηκε επίσης με το άρθρο 23 του Ν. 4356/2015 και ισχύει πλέον ως εξής: "1. Η απόλυση υπό όρο χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 εφόσον ο κατάδικος νοσεί από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και υποβάλλεται σε αιμοκάθαρση ή από ανθεκτική φυματίωση ή είναι τετραπληγικός...2. Η απόλυση χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη της ελευθερίας ποινή: α) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας... β)...3. Στην περίπτωση ισόβιας κάθειρξης ο κρατούμενος που έχει ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω αν έχει εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο πέντε (5) έτη και στην περίπτωση που το έγκλημά του δεν είναι ανθρωποκτονία, ή δέκα (10) έτη σε κάθε άλλη περίπτωση εκτίει το υπόλοιπο της ποινής... 4. Η διακρίβωση των προηγουμένων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου ή από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών ή στην περίπτωση που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης από το Συμβούλιο Εφετών. Ο Εισαγγελέας μετά την υποβολή της αίτησης διατάσσει ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγουμένων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας αν αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κ.Ε.Π.Α.) και η διαδικασία της καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση του Κ.Ε.Π.Α υποβάλλεται από τον Εισαγγελέα στο αρμόδιο Συμβούλιο μαζί με την πρότασή του. Κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών μπορεί να ασκηθεί αναίρεση". Σε εκτέλεση της κατά τα ανωτέρω επιταγής της διάταξης του άρθρου 110Α ΠΚ, η οποία προβλέπει τη διεξαγωγή "ειδικής" πραγματογνωμοσύνης, εκδόθηκε η υπ'αριθμό 39067/4.6.2015 κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία ορίζει τα εξής: "1. Ο ειδικός πραγματογνώμονας ο οποίος ορίζεται από τον αρμόδιο Εισαγγελέα προκειμένου να διακριβώσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 110Α του Ποινικού Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 6 του ν. 4322/2015, υποβάλλει στον Διευθυντή του Καταστήματος Κράτησης αίτημα για την άμεση μεταγωγή του κρατουμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ. 2 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/99 ΦΕΚ Α 291/24-12-1999) σε δημόσιο νοσοκομείο, το οποίο έχει κλινική κατάλληλη για τη διάγνωση της συγκεκριμένης ασθένειας, εφόσον η διάγνωση της ασθένειας δεν είναι δυνατή από το Νοσοκομείο Κρατουμένων Κορυδαλλού. Ο κρατούμενος κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο δημόσιο νοσοκομείο, υποβάλλεται σε κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο που ορίζεται από τον Διευθυντή της οικείας κλινικής. Η φύλαξη του κρατουμένου γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Μετά το πέρας του ελέγχου συντάσσεται αιτιολογημένη γνωμάτευση και εκδίδεται σχετικό πιστοποιητικό από τον Διευθυντή της οικείας κλινικής, τα οποία τίθενται στον ιατρικό φάκελο του κρατουμένου. 4. Ο Διευθυντής του Καταστήματος Κράτησης ή ο Διευθυντής του Νοσοκομείου Κρατουμένων Κορυδαλλού διαβιβάζει αμέσως στον ειδικό πραγματογνώμονα τον ιατρικό φάκελο του κρατουμένου, ο οποίος, αφού τον συνεκτιμήσει, συντάσσει τη σχετική πραγματογνωμοσύνη, με την οποία διακριβώνεται η συνδρομή ή όχι των προϋποθέσεων των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 110Α του Ποινικού Κώδικα όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 6 του ν.4322/2015". Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η απόλυση υπό όρο δεν αποτελεί απαλλαγή από την ποινή, αλλά στάδιο εκτέλεσής της που επιδιώκει την αποτροπή της υποτροπής με τη βελτίωση του κατάδικου και την κοινωνική του αποκατάσταση (Ολ. ΑΠ 106/1991, ΑΠ 352/1999, δημοσ. ΝΟΜΟΣ) χορηγείται από το Συμβούλιο Εφετών, ανεξαρτήτως των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 του ΠΚ, όταν ο κατάδικος που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης νοσεί από το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS), κατόπιν διενέργειας ειδικής ιατρικής πραγματογνωμοσύνης που διατάσσεται από τον Εισαγγελέα. Δηλαδή για να δικαιούται να απολυθεί ο κατάδικος υπό όρο πρέπει να νοσεί από αυτό (AIDS), δηλαδή δεν αρκεί να είναι μόνο φορέας του ιού HIV, αλλά πρέπει να εκδηλώνει συμπτώματα της νόσου. Δεν αρκεί επίσης ο κατάδικος να πάσχει από άλλη νόσο (π.χ. ηπατίτιδα C) αν αυτή δεν αποδεικνύεται ότι οφείλεται στο σύνδρομο ούτε αποτελεί σύμπτωμά του (π.χ. διότι χρονικά προηγείται της ανίχνευσης του ιού HIV). Αν η υγεία του κατάδικου επιδεινώνεται για λόγους που δεν ανάγονται στη συγκεκριμένη νόσο, το θέμα μπορεί να αντιμετωπισθεί με τη ρύθμιση του άρθρου 557 ΚΠΔ περί διακοπής εκτέλεσης της ποινής Περαιτέρω, η απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ’αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα προκύψαντα από τη διαδικασία πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η απορριπτική κρίση του Δικαστηρίου και οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα που λήφθηκαν υπόψη από το Δικαστήριο για την απορριπτική του κρίση για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ’είδος προσδιορισμός τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ) χωρίς να απαιτείται ειδικότερη αναφορά ή αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τί προέκυψε από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει με βεβαιότητα ότι το Δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μερικά από αυτά. Ακόμη δεν είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για τον σχηματισμό της δικανικής κρίσης. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα, αφού δεν εξαιρέθηκαν, ούτε προκύπτει ανάγκη αιτιολόγησης γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα, εντεύθεν και δεν αποτελεί λόγο αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η παράλειψη αξιολόγησης και αναφοράς κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη συσχέτισης των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές με την επίφαση της έλλειψης αιτιολογίας πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας (Ολ. ΑΠ 1/2005, ΑΠ 786/2015, ΑΠ 430/2015, ΑΠ 834/2016, ΑΠ 945/2016). Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. ε’ του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης της απόφασης αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διάταξης υπάρχει όταν το Δικαστήριο αποδίδει σε αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το Δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου πράγμα που συμβαίνει όταν το πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση (Ολ. ΑΠ 2/2011). Τέλος, η πραγματογνωμοσύνη διαλαμβάνεται μεταξύ των κυριοτέρων κατά τις προβλέψεις του άρθρου 178 περ. γ’ ΚΠΔ αποδεικτικών μέσων και διατάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 183 του ίδιου Κώδικα από τους ανακριτικούς υπαλλήλους ή το δικαστήριο ή με αίτηση κάποιου διαδίκου ή του Εισαγγελέα αν απαιτούνται ειδικές γνώσεις ορισμένης επιστήμης ή τέχνης για να γίνει ακριβής διάγνωση και κρίση κάποιου γεγονότος. Ως ιδιαίτερο δε είδος αποδεικτικού μέσου πρέπει να προκύπτει από την αιτιολογία της απόφασης ότι και αυτή έχει ληφθεί υπόψη για τον σχηματισμό της δικανικής πεποίθησης του Δικαστηρίου, απαίτηση που ικανοποιείται όχι μόνον όταν η πραγματογνωμοσύνη μνημονεύεται ειδικά μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, αλλά και όταν προκύπτει αναμφίβολα από τις παραδοχές της απόφασης, ότι τα πορίσματα του εν λόγω αποδεικτικού μέσου, έστω και αν αυτό δεν επισημαίνεται στο προοίμιο του σκεπτικού, ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο στη διαμόρφωση της δικανικής του πεποίθησης (ΑΠ 183/2013, ΑΠ 441/2014). Και τούτο διότι το κρίσιμο ζητούμενο για την πληρότητα της αιτιολογίας είναι η κατάφαση της πραγματικής εκτίμησης και αξιολόγησης του περιεχομένου της πραγματογνωμοσύνης και όχι απλώς η ρητή μνεία της τελευταίας μεταξύ των αποδεικτικών μέσων. Η πραγματογνωμοσύνη αυτή εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο ή το Δικαστικό Συμβούλιο κατ’εφαρμογή του άρθρου 177 του ίδιου Κώδικα με την έννοια ότι δεν το δεσμεύει η γνωμοδότηση των πραγματογνωμόνων. Οφείλει όμως όταν δεν αποδέχεται τα προκύπτοντα από αυτήν συμπεράσματα να δικαιολογεί την αντίθετη δικαστική του πεποίθηση, παραθέτοντας τα αποδεδειγμένα εκείνα πραγματικά περιστατικά τα οποία αποκλείουν αυτά που ο πραγματογνώμονας θέτει ως βάση της γνώμης του (ΑΠ 1637/2010). Στην προκειμένη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης με το υπ’αριθμό 79/11.7.2016 βούλευμά του απέρριψε την αίτηση για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο κατ’άρθρο 110Α του ΠΚ στον αναιρεσείοντα, κρατούμενο στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού Κρήτης με την υπ’αριθμό 876- 879/22.11.2013 απόφαση του Β’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε σε ποινή τέσσερις (4) φορές ισόβιας κάθειρξης και σε συνολική ποινή φυλάκισης επτά (7) ετών για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστείας με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την έκδοση της υπ’αριθμό 19/12.1.2015 απόφασης του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Στο σκεπτικό του προσβαλλομένου βουλεύματος το δικάσαν Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε ανελέγκτως κατά λέξη τα εξής: "Από την εκτίμηση των εγγράφων που συνυποβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση, την από 25.5.2016 ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε ο Καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων, διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής και Μονάδας Λοιμώξεων του ... (το περιεχόμενο της οποίας τέθηκε σε γνώση του αιτούντος αφού ρητά μνημονεύεται στο από 7.6.2016 υπόμνημά του), σε συνδυασμό με όσα εκθέτει ο αιτών στο από 7.6.2016 υπόμνημά του αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών, υπήκοος Γεωργίας, γεννηθείς στις 7.8.1986, κρατείται στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού, δυνάμει της υπ’αριθ. 876- 879/22.11.2013 απόφασης του Β’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε ομόφωνα σε ποινή τέσσερις (4) φορές ισόβιας κάθειρξης και σε συνολική ποινή φυλάκισης επτά (7) ετών, για τις πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, ληστείας με ιδιαίτερη σκληρότητα κατά συρροή και επικίνδυνης σωματική βλάβη κατά συρροή, που έλαβαν χώρα στη Φιλοθέη στις 9-7-2012 και στην Ηλιούπολη στις 30-5-2012, με έναρξη της ποινής του την 26-7-2012 (ημερομηνία προσωρινής κράτησης). Η άνω απόφαση έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη μετά την έκδοση της υπ’αριθμ. 19/12-1-2015 απόφασης του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη ως ανυποστήρικτη η έφεση του αιτούντος - καταδίκου κατ’αυτής. Ο άνω κατάδικος το έτος 2013 παρουσίασε πνευμονική φυματίωση για την οποία έλαβε πλήρη αντιφυματική αγωγή, μετά το πέρας της οποίας, τον 2/2014, οι εξετάσεις του ήταν αρνητικές για ενεργό φυματίωση (βλ. τις από 1-3-2016 και 29-3-2016 ιατρικές βεβαιώσεις του Επιμελητή Δ/ντη Παθολογίας Παθολογικής Κλινικής ... ...). Λόγω της ασθένειάς του αυτής τυγχάνει ευεργετικού υπολογισμού των ημερών της ποινής του (ήτοι η κάθε ημέρα παραμονής του στο κατάστημα κράτησης υπολογίζεται ως δυο ημέρες εκτιόμενης ποινής) από την 18-2-2013 έως και την 2-3-2016 (ημερομηνία σύνταξης του πίνακα υπολογισμού ποινής του ΚΚ Αλικαρνασσού), σύμφωνα με την υπ’ αριθμ…2013 απόφαση της Εισαγγελέως Επόπτη του Καταστήματος Κράτησης Κορυδαλλού. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο αιτών, εκτός της κρινόμενης αίτησης, είχε υποβάλλει προηγουμένως άλλες δυο (2), όμοιες κατά περιεχόμενο, αιτήσεις για απόλυσή τού υπό όρο κατ’άρθρο 110Α ΠΚ, επικαλούμενος ότι νοσεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, οι οποίες απερρίφθησαν με τα υπ’αριθμ. 361/2014 και 53/2015 βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημ/κων Πειραιά και Κέρκυρας, αντίστοιχα, τα οποία δέχθηκαν στο σκεπτικό τους ότι ο αιτών δεν νοσεί από την νόσο AIDS αλλά ότι είναι απλός φορέας της νόσου ΗIV. Από το σύνολο των ιατρικών πιστοποιητικών που συνυποβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση και ιδίως από την από 25-5-2016 ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε ο Καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων, διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής και Μονάδας Λοιμώξεων του ... Α.Γ., προκύπτει ότι ο αιτών έχει ιστορικό HIV λοίμωξης (ΗIV σημαίνει Human Immunodeficiency Virus δηλαδή Ιός της Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας), ηπατίτιδας C και θεραπευθείσας πνευμονικής φυματίωσης. ...". Από τις άνω παραδοχές προκύπτει ότι το Συμβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την από το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΠΚ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ορθά υπήγαγε τα πρακτικά περιστατικά που προέκυψαν στις διατάξεις του άρθρου 110Α του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν τις παραβίασε ευθέως ούτε εκ πλαγίου δηλαδή με ελλιπή και αντιφατική αιτιολογία. Οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις του αναιρεσείοντος είναι αβάσιμες, αφού στην αιτιολογία του βουλεύματος αναφέρονται κατ’είδος τα αποδεικτικά μέσα μεταξύ των οποίων και η από 25.5.2016 ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη του ιατρού ... από τα οποία το Συμβούλιο συνήγαγε τα περιστατικά που προαναφέρθηκαν βάσει των οποίων έκρινε ότι ο αιτών - αναιρεσείων δεν νοσεί από σύνδρομο ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (AIDS), αλλά αυτός πάσχει από H.I.V. λοίμωξη, ανήκοντας σε κατηγορία πριν το τελευταίο στάδιο εξέλιξης αυτής σε στάδιο AIDS, συνακόλουθα δε ότι δεν συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την χορήγηση του ευεργετήματος της απόλυσης υπό όρο κατά το άρθρο 110Α του ΠΚ. Ακόμη αιτιολογείται με επάρκεια στο προσβαλλόμενο βούλευμα η αντίθετη κρίση του Συμβουλίου με όσα αναφέρονται στην ανωτέρω από 25.5.2016 ειδική ιατρική πραγματογνωμοσύνη με την παράθεση των αποδεδειγμένων πραγματικών περιστατικών τα οποία αποκλείουν αυτά τα οποία η αντιθέτου περιεχομένου πραγματογνωμοσύνη θέτει ως βάση του συμπεράσματός της. Επομένως οι εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’ του ΚΠΔ λόγοι αναίρεσης με τους οποίους πλήττεται το προσβαλλόμενο βούλευμα αντιστοίχως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένης ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διάταξης είναι αβάσιμοι και συνακόλουθα η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί και καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 ΚΠΔ) σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ’αριθμό ...21.7.2016 αίτηση αναίρεσης του ... του ... (υπηκόου Γεωργίας) για αναίρεση του υπ’αριθμό 79/11.7.2016 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ανατολικής Κρήτης. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Δεκεμβρίου 2017. Και Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 26 Ιανουαρίου 2018.

 

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Συμβούλιο Πλημ/κών Χαλκίδας: Αντισυνταγματική η διάταξη της υφ'όρον απόλυσης λόγω αναπηρίας - Φλώροι vs "Φλώρων"

 

 

Η κυρία Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου θα ασκήσει αιτήσεις αναιρέσεως κατά παρόμοιων Βουλευμάτων, έστω και υπέρ του Νόμου, για την ενότητα της Νομολογίας;


216/2018 ΠΛΗΜΜ ΧΑΛΚ

Υπό όρο απόλυση καταδίκων με ποσοστό αναπηρίας. Άρθρο 110Α παρ. 2 στοιχ. β’ ΠΚ. Αντισυνταγματικότητα διάταξης. Επιβολή πρόσκαιρης κάθειρξης. Απαραίτητες προϋποθέσεις για την υπό όρο απόλυση του εκτίοντος πρόσκαιρη κάθειρξη καταδίκου με ποσοστό αναπηρίας. Έκτιση του 1/5 της ποινής και ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%. Πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας. Πιστοποίηση αναπηρίας: πραγματογνωμοσύνη ή βεβαίωση από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.ΠΑ.). Ωστόσο, η διάταξη του ά. 110Α παρ. 2 στοιχ. β’ ΠΚ, η οποία αξιώνει μόνο ποσοστό αναπηρίας άνω του 67% και έκτιση ενός ελαχίστου μέρους της ποινής, ήτοι του 1/5, ακόμη και πλασματική έκτιση, είναι αντισυνταγματική, αφού δεν εξετάζεται αν τα αντίστοιχα προβλήματα υγείας υπήρχαν και πριν από την τέλεση της πράξης ή προέκυψαν στη συνέχεια, καθώς και η διαγωγή του υφ’όρον απολυθέντος μετά την απόλυσή του. Εν προκειμένω, το ποσοστό αναπηρίας ανέρχεται στο 82%, το οποίο προκύπτει σωρευτικά από περισσότερες ασθένειες. Απορρίπτει αίτηση ως μη νόμιμη, διότι κατά την κρίση του Συμβουλίου η διάταξη του ά. 110Α παρ. 2 στοιχ. β’ ΠΚ είναι αντισυνταγματική, βάσει των ως άνω. Βλ. αντίθετη εισαγγελική πρόταση, βάσει της οποίας προτείνεται η υφ’όρον απόλυση του κρατουμένου.

Αριθμός: 216/2018 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΧΑΛΚΙΔΑΣ Αποτελούμενο από τους Δικαστές Μιχαήλ Ντόστα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Τσιφούκη (Εισηγητή) και Παρασκευή Κοντού, Πλημ/κες. Συνήλθε στο Κατάστημα του Πρωτοδικείου Χαλκίδας την 19-12-2018 παρουσία της Γραμματέως Παναγιώτας - Βασιλικής Πανταζή για να αποφανθεί, αφού διασκεφθεί στη με αριθμό 243/2018 έγγραφη πρόταση της Αντεισαγγελέως, Όλγας Ηλιοπούλου, η οποία έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: Προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Χαλκίδας Εισάγουμε ενώπιον του Συμβουλίου Σας σύμφωνα με τα άρθρα 32 παρ. 1 και 4, 138 παρ. 2β ΚΠΔ και 105 επ. ΠΚ την από 7-11-2018 αίτηση του ... κρατουμένου του Καταστήματος Κράτησης Χαλκίδας, αιτουμένου την υπό όρο απόλυσή του κατά το άρθρο 110Α παρ. 2 ΠΚ και εκθέτουμε τα κάτωθι: Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 110Α παρ. 2 του Π.Κ «Η απόλυση χορηγείται, ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις, που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή: α) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω, εφόσον κρίνεται ότι η παραμονή τους στο κατάστημα κράτησης καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης και β) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω. Σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης, απαιτείται να έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο το ένα πέμπτο της ποινής». Σύμφωνα δε με την παράγραφο 4, ως τούτη αντικαταστάθηκε από το άρθρο 23 του νόμου 4356/2015, «Η διακρίβωση των προηγούμενων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου από το αρμόδιο συμβούλιο πλημμελειοδικών ή, στην περίπτωση κρατούμενου που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, από το συμβούλιο εφετών. Ο εισαγγελέας, μετά την υποβολή της αίτησης, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγούμενων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας, αν αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση από το ΚΕ.Π.Α. υποβάλλεται από τον εισαγγελέα στο αρμόδιο συμβούλιο μαζί με την πρότασή του. Κατά του βουλεύματος του συμβουλίου εφετών μπορεί να ασκηθεί αναίρεση. Οι λεπτομέρειες σχετικά με την ως άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Υγείας. Η ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση του ΚΕ.ΠΑ. υποχρεωτικά προσδιορίζουν εάν η αναπηρία είναι μόνιμη ή πρόσκαιρη, και αναφέρουν στην περίπτωση της πρόσκαιρης αναπηρίας τον χρόνο διάρκειας και το ποσοστό της. Εάν πρόκειται για πρόσκαιρη αναπηρία, ο αρμόδιος εισαγγελέας υποβάλλει ένα (1) μήνα πριν τη λήξη του προσδιοριζόμενου χρόνου αναπηρίας στο αρμόδιο συμβούλιο την πρότασή του για την επανεξέτασή της χορηγηθείσας απόλυσης υπό όρο. Για τον λόγο αυτό δύο (2) μήνες πριν την συμπλήρωση του χρόνου της προσδιορισθείσας αναπηρίας, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη, είτε παραπομπή στο αρμόδιο ΚΕ.Π.Α για την εκ νέου διακρίβωση των προϋποθέσεων για την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας. Εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων παραγράφων διατάσσεται η συνέχιση της εκτέλεσης της ποινής. Ο χρόνος που μεσολάβησε από την απόλυση υπό όρο λογίζεται ως πραγματικός χρόνος έκτισης της ποινής. Η επανεξέταση της αναπηρίας και η διακρίβωση των προϋποθέσεων του άρθρου αυτού περατώνεται στο χρονικό διάστημα που προβλέπει το άρθρο 109». Τέλος, κατά την παράγραφο 7 του ως άνω άρθρου «Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, εκτός της επιβολής ισόβιας κάθειρξης, δύναται να επιβληθεί μόνο ο όρος της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα. Ανάκληση απόλυσης για παραβίαση όρου δεν χωρεί όταν αυτή προκλήθηκε από λόγους υγείας». Από τα σχετικά έγγραφα προκύπτει ότι ο εν λόγω κατάδικος κρατείται με την υπ’αριθμ. Δ ΜΕΚ 3495/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθήνας, η οποία του επέβαλε συνολική ποινή πρόσκαιρης καθείρξεως δεκαεπτά (17) έτη και είκοσι (20) μήνες και έχει (κατά την ημέρα σύνταξης του πίνακα υπολογισμού ποινής) εκτίσει με ευεργετικό υπολογισμό τρία (3) έτη, έντεκα (11) μήνες και έξι (6) ημέρες. Επομένως (και μέχρι την ημέρα σύνταξης του πίνακα υπολογισμού ποινής, δηλαδή την 12η-11-2018) έχει συμπληρώσει το 1/5 της ποινής του. Κατά συνέπεια, το υπόλοιπο που απομένει να εκτίσει με βάση τον ίδιο πίνακα υπολογισμού ποινής είναι δεκατέσσερα (14) έτη, οκτώ (8) μήνες και έξι (6) ημέρες. Περαιτέρω, εκ της από 9-3-2018 Γνωστοποίησης αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας της Διεύθυνσης Ιατρικής Αξιολόγησης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατόπιν αξιολογήσεως από την Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) συνάγεται ότι το ποσοστό αναπηρίας του ως άνω κρατούμενου ανέρχεται σε ποσοστό 82%, χρονικής διάρκειας από 14-9-2018 έως και 31-8-2019, εκ τούτου πρόσκαιρης αναπηρίας. Εκ της επισκοπήσεως, δε, σωρείας πρόσφατων ιατρικών βεβαιώσεων (ίδ. αντίγραφα αυτών) προκύπτουν, αφενός οι παθήσεις του αιτούντος, αφετέρου η μέχρι προσφάτως συνεχόμενη νοσηλεία του λόγω της βεβαρημένης κατάστασης της υγείας του, ώστε δεν τίθεται σε αμφισβήτηση η βασιμότητα του πορίσματος του ΚΕ.Π.Α. Επομένως, εφόσον συντρέχουν οι τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις, πρέπει να διαταχθεί η απόλυση του κατάδικου αυτού, υπό τον όρο της απαγόρευσης εξόδου από την χώρα μέχρι την λήξη του υπολοίπου της ποινής του. ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ Να διαταχθεί η υπό όρον απόλυση του ... του .., κρατουμένου του Καταστήματος Κράτησης Χαλκίδας. Και να του επιβληθεί, υπό τον όρο της ανάκλησης της υπό όρο απόλυσης, η υποχρέωση απαγόρευσης εξόδου από την χώρα μέχρι την λήξη του υπολοίπου της ποινής του. 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ 

I) Κατά τη διάταξη του άρθρου 96 § 1 του Συντάγματος, η τιμωρία των εγκλημάτων, όπως και η λήψη όλων των μέτρων, που προβλέπουν οι ποινικοί νόμοι, ανήκει στα τακτικά ποινικά δικαστήρια. Από το συνδυασμό της διάταξης αυτής με το άρθρο 26 του Συντάγματος, που καθιερώνει τη θεμελιώδη για την ελληνική έννομη τάξη αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, και το άρθρο 87 § 1 του Συντάγματος, που επιτάσσει την συγκρότηση των δικαστηρίων από τακτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία, συνάγεται ότι η εκτέλεση των επιβαλλόμενων ποινών δεν μπορεί να ματαιώνεται ή αναιρείται με πράξεις της εκτελεστικής ή νομοθετικής εξουσίας, και μάλιστα για σκοπούς άσχετους με το αντικείμενο της ποινικής καταστολής (ήτοι της γενικής και ειδικής πρόληψης). Γι'αυτό, άλλωστε, το ίδιο το Σύνταγμα με ειδικές διατάξεις του, που συνιστούν απόκλιση από την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, δίδει σε όργανα της εκτελεστικής ή νομοθετικής εξουσίας τη δυνατότητα ματαίωσης ή μετριασμού των ποινικών κυρώσεων σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις, αφενός με τον θεσμό της αμνηστίας, που κατ'άρθρο 47 §§ 3 - 4 δίδεται μόνο με νόμο ψηφιζόμενο με πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών, αφορά αόριστο αριθμό προσώπων και επιτρέπεται μόνο για πολιτικά εγκλήματα, αφετέρου με τον θεσμό της απονομής χάριτος, που κατ'άρθρο 47 § 1 του Συντάγματος δίδεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, κατόπιν γνώμης συμβουλίου κατά πλειοψηφία συγκροτούμενου από δικαστές, και η οποία (χάρη) συνίσταται στη μετατροπή ή μετριασμό των ποινών, που επιβάλλουν τα δικαστήρια, ή και στην άρση των κάθε είδους νόμιμων συνεπειών ποινών, που έχουν επιβληθεί και εκτιθεί. Είναι προφανές ότι η τελευταία αυτή διάταξη (του άρθρου 47 § 1) τέθηκε για εξαιρετικές και μόνο περιπτώσεις, όπου η εμμονή στην εκτέλεση της επιβληθείσας με δικαστική απόφαση ποινής παρίσταται σε συγκεκριμένη περίπτωση ανεπιεικής για λόγους, που κρίνονται από τον ανώτατο άρχοντα της Πολιτείας, ύστερα όμως από γνωμοδότηση συμβουλίου κατά πλειοψηφία συγκροτούμενου από δικαστικούς λειτουργούς. Δεν αναφέρεται στην ανωτέρω συνταγματική διάταξη ποιοι λόγοι θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την απονομή χάριτος, αλλά είναι προφανές ότι τέτοιοι λόγοι αφορούν, ιδίως, περιπτώσεις, όπου, ενόψει της κατάστασης υγείας του καταδίκου, της οικογενειακής του κατάστασης, της ενδεχόμενης μεταμέλειάς του, της επανόρθωσης των συνεπειών της πράξης του, παρίσταται πλέον ανεπιεικής η εκτέλεση της ποινής ή η συνδρομή δυσμενών συνεπειών της, ενόψει και της αρχής του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου ως υπέρτατης υποχρέωσης της Πολιτείας (άρθρο 2 § 1 του Συντάγματος) ή άλλων αξιολογήσεων του συνταγματικού νομοθέτη, όπως αυτές που περιέχονται στο άρθρο 21 του Συντάγματος (με το οποίο προστατεύεται, μεταξύ άλλων, η υγεία, η οικογένεια, η μητρότητα, το γήρας, η αναπηρία και η πολύτεκνη οικογένεια). Και πάλι, όμως, σε αυτές τις περιπτώσεις ο μετριασμός ή η απάλειψη των συνεπειών της ποινικής καταδίκης ανατέθηκε στον Ανώτατο Άρχοντα της Πολιτείας και απαιτείται η γνώμη συμβουλίου κατά πλειοψηφία αποτελούμενου από δικαστές, ώστε η ματαίωση των συνεπειών της ποινικής καταδίκης να αποτελεί την εξαίρεση και να μην διασπάται έτσι η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, που θα παραβιαζόταν αν με ευκολία οι καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων καθίσταντο «γράμμα κενό»

 II) Κατά το άρθρο 110Α §§ 2 και 4 ΠΚ, όπως το άρθρο αυτό διαμορφώθηκε κατόπιν διαδοχικών τροποποιήσεων με τους Ν. 4322/2015, 4356/2015 και 4571/2018, η (υφ'όρον) απόλυση χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις (πλην δηλ. αυτών, που περιοριστικά αναφέρονται στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου), που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή: α) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας 50% και άνω, εφόσον κρίνεται ότι η παραμονή τους στο κατάστημα κράτησης καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης και β) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω. Σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης απαιτείται να έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο (άρα και με ευεργετικό υπολογισμό ημερών κράτησης) το ένα πέμπτο της ποινής» (παρ. 2). Για τη διαπίστωση δε του ποσοστού αναπηρίας με την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου γίνεται παραπομπή στους κανονισμούς και στη διαδικασία, που προβλέπεται από την κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία, χωρίς να επιτρέπεται επομένως η διαφορετική εκτίμηση του ποσοστού αναπηρίας από το δικαστικό συμβούλιο κατ'απόκλιση των οριζόμενων στις κανονιστικές πράξεις για τον προσδιορισμό του ποσοστού αναπηρίας (ΥΑ 39067 ΦΕΚ Β 1067/2015, σε συνδυασμό και με τον Πίνακα της ΥΑ Φ 11321/688/04.05.2011), σε συνδυασμό και με τα πορίσματα της ιατρικής επιστήμης (βλ. σχετικά και Π. Λυμπερόπουλο, Δικαιοπολιτικές κατευθύνσεις στον Ποινικό Κώδικα - Η περίπτωση του άρθρου 110Α, ΝοΒ 66/1194 επ., όπου και κριτική για τη δικαιοπολιτική ορθότητα των σχετικών διατάξεων). Ειδικότερα, ορίζεται επί λέξει στην παράγραφο 4 του άρθρου 110Α «η διακρίβωση των προηγούμενων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου από το συμβούλιο πλημμελειοδικών... Ο εισαγγελέας, μετά την υποβολή της αίτησης, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγούμενων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας, ιδίως εφόσον αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση από το ΚΕ.Π.Α υποβάλλεται από τον εισαγγελέα στο αρμόδιο συμβούλιο μαζί με την πρότασή του». Κύριο, επομένως, αποδεικτικό μέσο για τη διακρίβωση της αναπηρίας και του ποσοστού αυτής αποτελεί η σχετική βεβαίωση του ΚΕ.Π.Α., εκτός αν ο αρμόδιος εισαγγελέας διατηρεί αμφιβολίες σχετικά με την ακρίβεια της βεβαίωσης αυτής, οπότε μπορεί, πριν διατυπώσει την πρότασή του στο συμβούλιο, να διατάξει ειδική πραγματογνωμοσύνη, που διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΚΥΑ 39067/2015 (ΦΕΚ Β 1067/2015), η οποία και πάλι, όμως, θα αποσκοπεί στον βάσει των προβλημάτων υγείας του καταδίκου προσδιορισμό του ποσοστού αναπηρίας του, σύμφωνα με τα ισχύοντα στην κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία, αφού, αν ο νομοθέτης δεν επιθυμούσε τη συσχέτιση αυτή, θα διατηρούσε τη μορφή των διατάξεων του άρθρου 110Α ΠΚ, ως είχε πριν την τροποποίησή του με τους Ν. 4322 και 4356/2015, οπότε και η υφ'όρον απόλυση παρεχόταν μόνον επί ύπαρξης συγκεκριμένων ασθενειών περιοριστικά αναφερόμενων στο νόμο και χωρίς να γίνεται συσχέτιση με τα προσδιοριζόμενα από τα ΚΕ.Π.Α. ποσοστά αναπηρίας. Από την ίδια δε τη γραμματική διατύπωση της διάταξης του άρθρου 110 § 2 στοιχ. β` ΠΚ προκύπτει ότι επί πιστοποιημένης από το ΚΕΠΑ ή από τον ορισθέντα πραγματογνώμονα αναπηρίας άνω του 67% είναι υποχρεωτική η υφ'όρον απόλυση του καταδίκου, εφόσον έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο το 1/5 της ποινής, χωρίς την εξέταση άλλων προϋποθέσεων, όπως λ.χ. το ποσοστό αναπηρίας να προκύπτει από μία μόνο ασθένεια ή η ασθένεια να είναι τέτοια που να προκαλεί αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης του καταδίκου (αυτό προβλέπεται ως προϋπόθεση βάσει του στοιχ. α` της ίδιας παραγράφου για καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας μεταξύ 50% και 67%) ή να υφίσταται κίνδυνος επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του καταδίκου ή της ίδιας του της ζωής (εξάλλου με δυσκολία θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι για οποιονδήποτε έγκλειστο σε κατάστημα κράτησης δεν υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω επιδείνωσης της υγείας του, εφόσον έχει διαπιστωθεί ότι πάσχει από ασθένειες τέτοιας έκτασης, που να δικαιολογούν ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%, και μάλιστα ενώ είναι γενικά γνωστό αλλά και διαπιστωμένο με αποφάσεις του ΕΔΔΑ - βλ. ενδεικτικά την πρόσφατη «... κατά Ελλάδος» της 04.10.2018 με αριθ. προσφυγής .../2016, «Singh κ.α. κατά Ελλάδος» της 19.01.2017 με αριθ. προσφυγής .../2013 - ότι οι συνθήκες κράτησης δεν είναι οι δέουσες για ευρωπαϊκό κράτος από άποψη υγιεινής αλλά και γενικότερα αξιοπρεπούς διαβίωσης). Η υποχρέωση όμως αυτή του δικαστικού συμβουλίου, που απορρέει από τις διατάξεις των παραγράφων 2 στοιχ. β` και 4 να διατάξει την απόλυση καταδίκου με μόνες προϋποθέσεις την έκτιση (ακόμη και πλασματική βάσει ευεργετικού υπολογισμού των ημερών κράτησης) ενός ελάχιστου μέρους της ποινής του (1/5) και τη διαπίστωση αναπηρίας άνω του 67% και μάλιστα χωρίς να εξετάζεται αν τα αντίστοιχα προβλήματα υγείας υπήρχαν και πριν την τέλεση της εγκληματικής πράξης, για την οποία καταδικάστηκε, ή αν προέκυψαν για πρώτη φορά εκ των υστέρων και χωρίς τη δυνατότητα παρακολούθησης της διαγωγής του μετά την απόλυση (αφού ο μόνος επιτρεπτός περιοριστικός όρος κατ'άρθρο 110Α § 7 ΠΚ είναι η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα), προσκρούει στις συνταγματικές διατάξεις, που αναφέρονται υπό το στοιχείο I της παρούσας, αφού στις περιπτώσεις αυτές η επιβληθείσα από τα αρμόδιο δικαστήριο ποινή καθίσταται χωρίς αντικείμενο και μένει κατά το μεγαλύτερο μέρος της ανεκτέλεστη, χωρίς όμως να ακολουθηθεί η μόνη δυνατή κατά το Σύνταγμα (και ειδικότερα κατά το άρθρο 47 § 1 αυτού) διαδικασία μετριασμού ή άρσης των δυσμενών συνεπειών της ποινής, που είναι η απονομή χάριτος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (διαδικασία που ασφαλώς προβλέφθηκε εξ αρχής ως εξαιρετική, αφού αποτελεί απόκλιση από τον θεμελιώδη κανόνα της διάκρισης των κρατικών λειτουργιών, για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων περιπτώσεων, όπου καθίσταται εξαιρετικά επαχθής η εκτέλεση της καταγνωσθείσας ποινής, όπως μπορεί να είναι και η ύπαρξη σοβαρών προβλημάτων υγείας στο πρόσωπο του καταδίκου). Τα παραπάνω, άλλωστε, δεν αναιρούνται από την ανάγκη συμμόρφωσης της Πολιτείας προς τις διατάξεις των άρθρων 2 § 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας» και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), βάσει του οποίου απαγορεύεται η απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Από τις τελευταίες αυτές διατάξεις απορρέει υποχρέωση της Πολιτείας να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για όλους τους κρατουμένους στα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας και να λαμβάνει ιδιαίτερη πρόνοια για την παρακολούθηση της υγείας τους και για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και θεραπεία των προβλημάτων υγείας και των αναπηριών των εγκλείστων σε αυτά, πλην όμως δεν δικαιολογείται υπό την επίκληση αυτών η ουσιαστική κατάργηση των καταγνωσθεισών από τα ποινικά δικαστήρια της ουσίας ποινών σε βάρος των καταδίκων, που αντιμετωπίζουν εξαρχής ή μετά την καταδίκη τους σοβαρά προβλήματα υγείας. Εν προκειμένω, με την από 07.11.2018 αίτηση του κατάδικου και κρατουμένου, δυνάμει της με αριθμό 3495/2018 συγχωνευτικής απόφασης του Δ΄ Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, με την οποία επιβλήθηκε συνολική ποινή κάθειρξης 17 ετών και 20 μηνών, ... η οποία (αίτηση) διαβιβάσθηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Χαλκίδας με την με αριθμό πρωτοκόλλου .../12.11.2018 αναφορά του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης του Καταστήματος Κράτησης Χαλκίδας, όπου κρατείται ο ανωτέρω κατάδικος, ζητείται η απόλυσή του υπό τον όρο της ανάκλησης λόγω αναπηρίας σε ποσοστό άνω του 67% και συγκεκριμένα σε συνολικό ποσοστό αναπηρίας 82%, το οποίο προκύπτει σωρευτικά από περισσότερες ασθένειες, ήτοι από παλαιό έμφραγμα του μυοκαρδίου και εμφύτευση μόνιμης απινιδωτικής βηματοδοτικής συσκευής, καθώς και σακχαρώδη διαβήτη τύπου II ινσουλινοθεραπευόμενο, το σύνολο δε της εκτιθείσας ποινής του ανέρχεται σε 3 έτη, 11 μήνες και 6 ημέρες, συνυπολογισμένου του ευεργετικού υπολογισμού ημερών λόγω αναπηρίας. Η υπό κρίση αίτηση αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του Συμβουλίου αυτού με την με αριθμό 243/2018 πρόταση της Αντεισαγγελέως Πρωτοδικών Χαλκίδας (άρθρα 32 §§ 1 και 4, 138 § 2 ΚΠΔ και 110Α § 4 εδ. α` ΠΚ), πλην όμως πρέπει, σύμφωνα και με όσα αναλυτικά εκτέθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη, να απορριφθεί ως μη νόμιμη, διότι κατά την κρίση του παρόντος Συμβουλίου η διάταξη του άρθρου 110Α § 2 στοιχ. β` ΠΚ είναι αντισυνταγματική και, επομένως, δεν μπορεί, ενόψει της διάταξης του άρθρου 93 § 4 του Συντάγματος, να εφαρμοστεί από το Συμβούλιο. 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση. ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στη Χαλκίδα την 19η Δεκεμβρίου 2018.

Για να σ'εκδικηθώ



Σε κοιτώ στα μάτια
και σου δίνω τον λόγο μου
τα χείλια μου, την ηχώ μου
στον απόηχο της ηδονής
ενός έρωτα πληγωμένου
για να σ'εκδικηθώ
σου λέω πως τα ίδια μάτια
αλληθώρισαν κάποτε
σε ομιχλώδη κοιτάσματα
μιας αγοραίας αγάπης
ντύθηκε με πέπλο
αποχρωματισμένη
με τη βούλα του αίματος
πλημμυρισμένη από λίγη ανάμνηση
πασπάλισαν και το ριζικό
να κάνει θόρυβο
στο σκαλάκι της εισόδου
έφτασε και το θανατικό
σαν άλλαξαν τα στέφανα
δύο ξένοι χωρισμένοι από τη λήθη
κοιτώντας τη φωτογραφία σου
-συνήθεια καταραμένη κάθε μέρα-
στο σκοτάδι έλαμπαν τα μάτια μου
με τα κλάματα φωτογυάλι
έπεσε το καντηλάκι
στάχτη και η φωτογραφία
κάηκε η ιεροτελεστία

Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2019

Διατάραξη Συνεδριάσεως Δικαστηρίου

Πότε τα Δικαστήρια διαταράσσονται και πότε είναι διαταραγμένα

Απόφαση 389/1991 Αρείου Πάγου

Διατάραξη συνεδριάσεων δικαστηρίων. Στοιχεία. Αρθρο 197 ΠΚ. Πρόβλεψη δύο σωρευτικώς τελουμένων εγκλημάτων: αυθαίρετη παρεμπόδιση και διατάραξη συνεδριάσεως. Περίπτωση δικηγόρου, που υπέβαλε αίτηση εξαιρέσεως, διαμαρτυρόμενος ταυτόχρονα για προκατάληψη του δικαστή σε βάρος του. Δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα. Αναίρεση για εσφαλμένη ερμηνεία.

Προεδρεύων ο Αντιπρόεδρος Χ. Χριστοφορίδης - Εισηγητής ο Αρεοπαγίτης Γ. Παπαγεωργίου 

Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 197 του ΠΚ "όποιος χωρίς να διαταράξει την κοινή ειρήνη εμποδίζει αυθαίρετα την συνεδρίαση δικαστηρίου ή τη διαταράσσει σοβαρά με διέγερση θορύβου ή αταξίας ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών". Η διάταξη αυτή προβλέπει δύο σωρευτικώς τελούμενα εγκλήματα, αφενός την αυθαίρετη παρεμπόδιση της συνεδρίασης του δικαστηρίου και αφετέρου την διατάραξη αυτής, κάθε ένα δε από αυτά μπορεί να τελεστεί με την διέγερση θορύβου, αταξίας ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Η παρεμπόδιση τελείται όταν δεν κατέστη από την ενέργεια του υπαιτίου εφικτή η έναρξη ή η εξακολούθηση της συνεδριάσεως, με αποτέλεσμα να ματαιωθεί, η διατάραξη, δε, όταν δυσχεραίνεται η κανονική διεξαγωγή της αρξαμένης ήδη συνεδρίασης ή διακόπτεται αυτή. Για την συγκρότηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της διατάραξης των συνεδριάσεων πρέπει η παρεμπόδιση ή διατάραξη να γίνεται αυθαίρετα, δηλαδή χωρίς δικαίωμα του ενεργούντος. Υποκειμενικώς απαιτείται δόλος που συνίσταται στην θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών, τα οποία απαρτίζουν την έννοια της πιο πάνω πράξης, και ενδεχόμενος δόλος αρκεί. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 510 παρ. 1 εδ. ε΄ του ΚΠΔ εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει όταν ο δικαστής χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο δεν υπάγει στην αληθινή έννοιά τους τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι προέκυψαν, αλλά σε άλλη διάταξη νόμου που δεν αρμόζει στην συγκεκριμένη υπόθεση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, ο αναιρεσείων Δικηγόρος Θεσσαλονίκης καταδικάστηκε για διατάραξη της συνεδριάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που δίκαζε, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, της πράξης του αυτής συνιστάμενης ειδικότερα στο ότι:"Στη Θεσσαλονίκη την 30.4.1984 κατά τη συνεδρίαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου που δίκαζε κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, κατά την οποία δικαζόταν η υπόθεση μεταξύ της αιτούσης Ε. συζύγου P.M. (θυγατρός και πελάτιδός του) κατά της ομορρύθμου εταιρείας "Δ.Μ.Κ.Β. και Δ.Μ.Ο.Ε.", που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, όταν εκφωνήθηκε από το Δικαστή η υπόθεση, εμφανίστηκε και απευθυνόμενος στον Πρόεδρο του Δικαστηρίου (Δικαστή) αναφέρθηκε σε άσχετα με την υπόθεση θέματα και σε παρατήρηση να περιοριστεί στην υπόθεση, συνέχισε διαμαρτυρόμενος λέγοντας: "δεν μπορείτε εσείς να μου στερήσετε το δικαίωμα του αναφέρεσθαι εις τας αρχάς, το οποίο προβλέπεται από το άρθρο 3 του Συντάγματος σε προσωπική μου υπόθεση", και σε ερώτηση του Προέδρου, γιατί τα αναφέρει αυτά, απάντησε ότι προβάλλει την αίτηση εξαιρέσεως του Δικαστή, διότι: "διαπίστωσα προκατάληψή σας ενώπιον εμού προσωπικά ως δικηγόρου, των υποθέσεων της οικογενείας μου και όλων των πελατών μου, όσων υποθέσεων χειριστήκατε εσείς. Αναφέρομαι σε 10 υποθέσεις που δικάσατε εσείς και στις οποίες με κατατροπώσατε. Έχω υποβάλει καταγγελία ενώπιον του Αρείου Πάγου και του κ. Εισαγγελέα, εναντίον ορισμένων δικαστών και εναντίον σας". Με αυτά τα πραγματικά περιστατικά που περιλαμβάνονται στο διατακτικό της απόφασης και αναφέρονται στις παραδοχές του αιτιολογικού της, έκρινε το Εφετείο ότι στοιχειοθετείται αντικειμενικά και υποκειμενικά η υπόσταση του εγκλήματος της διατάραξης της συνεδρίασης του Δικαστηρίου. Έτσι, όμως, όπως έκρινε το Εφετείο, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε την διάταξη του άρθρου 197 του ΠΚ, καθόσον τα πραγματικά περιστατικά, για τα οποία κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων, δεν συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του πιο πάνω εγκλήματος, αφού: α) Η διαμαρτυρία του αναιρεσείοντος για την μη στέρηση του δικαιώματος του αναφέρεσθαι και η υποβολή της αίτησης εξαιρέσεως δεν αποτελούν διέγερση θορύβου ή αταξίας, ώστε να εμποδισθεί ή διαταραχθεί η Συνεδρίαση του Δικαστηρίου, β) δεν επήλθε εμπόδιση ή διατάραξη της συνεδριάσεως με την έννοια που αναφέρθηκε στην μείζονα σκέψη, γ) η διαμαρτυρία του αναιρεσείοντος, συνοδευόμενη από την υποβολή αιτήσεως εξαιρέσεως του Δικαστή, δεν έγινε χωρίς δικαίωμα, δηλαδή δεν ήταν αυθαίρετη, ενόψει του ότι η υποβολή αιτήσεως εξαιρέσεως αποτελεί δικαίωμα του διαδίκου και προβλέπεται από τα άρθρα 52 επόμ. του ΚΠολΔ, ο αναιρεσείων παρίστατο ως δικηγόρος σε υπόθεση στην οποία διάδικος ήταν η θυγατέρα του Ε.Μ., και δ) από τα ως άνω πραγματικά περιστατικά δεν προκύπτει η δολία προαίρεση του αναιρεσείοντος με την μορφή, είτε του αμέσου, είτε του ενδεχόμενου δόλου, ώστε να στοιχειοθετείται και το υποκειμενικό στοιχείο του εγκλήματος. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ. 1 εδ. Ε΄ του ΚΠΔ τέταρτος λόγος αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και, εν όψει του ότι δεν υπάρχει αξιόποινη πράξη και ως εκ τούτου δεν συντρέχει περίπτωση παραπομπής της υπόθεσης προς νέα συζήτηση, σύμφωνα με τα άρθρο 519 του ΚΠΔ, να κηρυχθεί από το Δικαστήριο τούτο αθώος ο αναιρεσείων κατά το άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠΔ.

Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2019

Τα συγκρουόμενα



Περιφέρονταν σε σύγχυση
αυτοκινητάκια συγκρουόμενα
με θύματα εξιλαστήρια
και ελαστικά όσο η μίζα τους
παραπονούμενα που στην επίσημη κούρσα
οι θεατές χειροκροτούσαν την ταχύτητα
τυφλωμένοι από τα κατά συνθήκην ατυχήματα
ήταν προδιαγεγραμμένη η κίνηση
προσυνεννοημένη η απόσταση
προσανατολισμένη και η σύγκρουση
ερωτοσκιρτούσαν τα φρένα
πατώντας το γκάζι στις τύψεις
σαν κόρνα η κατάληξη
υπενθύμιζε το μοιραίο αντίο
μυοκτονία ή αυτοκτονία
διαφορετικό το θύμα
επώνυμος ο θύτης
συγκρουόμενα τα συναισθήματα
συντετλιμμένα τα κομμάτια
ενός σώματος που ανασύρθηκε
από ένα τροχαίο που τόσο το είχε ανάγκη


Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...