Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

Ο ήχος των ματιών σου


Στο πρώτο άκουσμα
νήπιου κλάμα απόηχος
στον κρίσιμο στίχο
ενηλικιώθηκα
στο ντουέτο
της κυνικότητάς σου
πολύ σοβαρά με πήραν
οι τύψεις και τα παράπονα
δεν ήμουν εγώ για συγκινήσεις
χαμένη αθωότητα η κρίσιμη λέξη
χωρίς ομοιοκαταληξία
αφού δεν υπήρχε στο λεξιλόγιο
και πήρες λίγη έπαρση
αναμενόμενη, μα καθόλου αθώα
το ερώτημα είναι εάν την έχασες στο δρόμο
ή γεννήθηκες ένοχη από κούνια
ο ήχος των ματιών σου με παραπλάνησε
δεν είχα μάτια να κοιτάξω
τυφλός αλλά ενάρετος
ίσως γι'αυτό σε αγάπησα
ίσως γι'αυτό να πάψω τώρα
που τα μάτια σου ηχούν στην καρδιά μου
στο ξαναλέω, δεν είμαι εγώ για συγκινήσεις

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2016

Μηδέν αρνητικό



Υποτίμησα την βροχή
σαν ο κατακλυσμός
άφησε τα σημάδια του
στα απόνερα της αγάπης σου
υποτίμησα και την έλλειψη
σαν ο έρωτας αντικαταστάθηκε
από εκδίκηση στην αφέλειά μου
και να που επιπλέω
στις στάχτες της ένθερμης πλημμύρας σου
και να που κάτω από τις σταγόνες
καταπίνοντας δύναμη από τη λειψυδρία
διατρέχοντας με αγωνία τον σισύφειο αγώνα σου
στην έναρξη του κοντέρ
που γράφει μηδέν αρνητικό
στο τέλος επιβιώνω από μετάγγιση άγονου έρωτα

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Περί Δικαιοσύνης

Έκθαμβοι, εμβρόντητοι, αιωρούμενοι από τα σύννεφα, ή και έκπτωτοι, μείναμε όσοι ακούσαμε τις δηλώσεις του Αναπληρωτή Υπουργού Υγείας, Παύλου Πολάκη, σχετικά με τους δικαστές του παραδικαστικού κυκλώματος.
Δικαιολογείται, όμως, αυτή η ιδιαίτερη ευαισθησία ή και υποκρισία, αυτή η εκκωφαντική ενόχληση, από τέτοιες δηλώσεις;
Δικαιούται ένας Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας να έχει άποψη περί της δικαιοσύνης, περί των παραδικαστικών κυκλωμάτων, περί παντός επιστητού;
Στην Ελλάδα, του παρόντος, ή και του παρελθόντος, περισσεύει η υποκρισία και κανείς δεν κοιτάει τα "μούτρα" του.
Η Δικαιοσύνη νοσεί, η δικαιοσύνη παλεύει καθημερινά, από τη μία μεριά με τις αντίξοες συνθήκες απονομής της, από την άλλη με τις ισχυρές δυνάμεις που εξοπλίζουν μεμονωμένες φατρίες εντός του δικαστικού χώρου με το προνόμιο των προαγωγών, των μεταθέσεων, του μη ελέγχου σκανδαλωδών αθωωτικών ή και καταδικαστικών αποφάσεων, για τις οποίες τα Μ.Μ.Ε. πολλές φορές σιωπούν, άλλοτε από εντολή, και άλλοτε υπό την λογική ότι οι δικαστικές αποφάσεις και οι δικαστές είναι υπεράνω κριτικής.
Ο θεσμός της επιθεώρησης δικαστών έχει ατονήσει, κατ'άλλους έχει εκμαυλιστεί. Οι αναφορές κατά δικαστικών λειτουργών συνήθως τίθενται στο αρχείο, παρεκτός εάν κάποια ειδική συνθήκη υπάρχει. Ο νόμος δεν επιτρέπει να λαμβάνει αντίγραφα του φακέλου ο καταγγέλλων, ούτε καν του απαλλακτικού πορίσματος, και έτσι η "ένθεη" κρίση του εκάστοτε Προϊσταμένου της Επιθεώρησης δεν ελέγχεται. Με την πρόφαση ότι ο δικαστικός χώρος έχει και πρέπει να απολαμβάνει αυτοκάθαρση.
Στο περιθώριο οι "αδύναμοι" δικαστές και εισαγγελείς, που χρεώνονται όγκο υποθέσεων, που δεν έχουν ερείσματα, που ενώ έχουν το αίσθημα του φόβου, γενναία προσηλώνονται στο καθήκον. Αυτοί οι αφανείς ήρωες, μεγάλοι στον μικρόκοσμο της Δικαιοσύνης, περισώζουν την χαμένη τιμή της.
Ποια η έννοια του επίορκου δικαστή; Ποια η έννοια του παραδικαστικού κυκλώματος;
Δεν είναι μόνο όσοι αποδεδειγμένα είναι αργυρώνητοι, οι γνωστοί δωροφάγοι βασιλείς, και αυτοί που κατ'επιλογήν και από τα χέρια επίορκων συλλειτουργών, και όχι μόνον, εκμαυλίζονται.
Είναι και όσοι, με όποιο τίμημα, κάποια αντιπαροχή, ίσως και λόγω του άγραφου νόμου του ισχυρού, που κάποτε θα ανταποδώσει, με ό,τι αποτιμάται ως "επαρκές" στη συνείδησή τους, αλλοιώνουν την αλήθεια, τη διαστρεβλώνουν, εκδίδουν δικαστικές αποφάσεις τερατουργήματα. Με μία λέξη άδικες, που προκαλούν, που απογοητεύουν, που δεν αντέχουν στη δική μας συνείδηση.
Και στον αντίλογο, με ποιες εγγυήσεις θα ελεγχθούν οι δικαστικοί λειτουργοί (μεταξύ και αυτών και οι αμόλυντοι, που ναι υπάρχουν, και στο Βερολίνο, αλλά και εν Ελλάδι), μέσα σε ένα σάπιο σύστημα;
Γιατί απόψεις περί "ξεσκαρταρίσματος" δικαστικών λειτουργών, υπό καθεστώς ψυχολογίας της μάζας, μπορεί να οδηγήσουν τους κακοπροαίρετους σε μαζικό αφανισμό των αντιφρονούντων, φασιστικής ρητορικής και εμπνεύσεως.
Κακά τα ψέματα, όμως, η υποκρισία, η άνευ όρων προάσπιση του κύρους της δικαιοσύνης, η λογική "αν έχεις στοιχεία, πήγαινέ τα στον εισαγγελέα", είναι εξίσου μαζική, είναι εξίσου φασιστική, είναι εν τη γενέση της και κατ'αποτέλεσμα άδικη. Γιατί όλοι ξέρουν, όλοι παρατηρούν, όλοι μιλάνε στους διαδρόμους, διαχρονικά, για το παρά - περί και ενδοδικαστικό, αλλά οι γενναιότεροι σιωπούν και οι πιο προκλητικοί διαβεβαιώνουν περί του αντιθέτου ή συγκαλύπτουν.
Ας ξεκινήσουμε με την πάταξη της διαφθοράς από τις υποθέσεις που απασχολούν την επικαιρότητα. Ας προκληθούν όσοι δικαστικοί λειτουργοί ή συλλειτουργοί της δικαιοσύνης, ή πολίτες να καταγγείλουν, και ας έχουν ανοιχτά τα μάτια τους οι Δικαστές του Βερολίνου, να μην τυφλωθούν από την υποκρισία.
Γιατί δεν πρέπει να φοβόμαστε αυτούς που πράττουν κακό, αλλά τους καλούς που ξέρουν και σιωπούν.
Και -μην ξεχάσουμε- κύριε Υπουργέ της Δικαιοσύνης το αδίκημα της περιύβρισης αρχής έχει καταργηθεί. Επιβιώνει, ακόμη και για τους αξιωματικούς της εθνικής ηθικής διαπαιδαγώγησης της χούντας, η περιύβριση νεκρού, και -πιστέψτε μας- η Δικαιοσύνη είναι ζωντανή και θα αντιδράσει χωρίς τη δική σας παρέμβαση.

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

Η μη καταχρηστική προσφυγή στη Δικαιοσύνη δεν συνιστά εκβίαση



Εκβίαση- κηρύσσεται αθώος ο εκκαλών κατηγορούμενος για την πράξη της απόπειρας εκβίασης κατά συρροή σε βάρος της πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης εταιρίας, διότι νόμιμα προέβη στην κατάθεση μηνύσεων και αγωγών σε βάρος του νόμιμου εκπροσώπου της εγκαλούσας και άλλων μελών της τελευταίας με κύρια επιδίωξη τον προσδιορισμό του ύψους της οφειλής του προς την εγκαλούσα και όχι τον πορισμό παράνομου περιουσιακού οφέλους με τον εξαναγκασμό των νομίμων εκπροσώπων της τελευταίας να προβούν σε παράλειψη διεκδικήσεως των νομίμων αξιώσεων της εταιρίας έναντι του κατηγορουμένου από την προμήθεια καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών προϊόντων και να ζημιωθεί έτσι η περιουσία της πολιτικώς ενάγουσας. Εξάλλου, η προσφυγή στη δικαιοσύνη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παράνομη άσκηση βίας ή απειλή κακού με σκοπό την πρόκληση περιουσιακής ζημίας άλλου παρά μόνο όταν δεν υπάρχει νόμιμη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή αξίωση και ο προσφεύγων ασκεί το δικαίωμα του αυτό καταχρηστικά.

ΤριμΕφΑΘ 10506/2012

Πρόεδρος: Ελευθερία Συμσερίδη-Τσόπελα. 
Δικαστές: Κ. Λιάρου, Ε. Αναστασιάδου. 
Εισαγγελέας: Χρ. Παπαγεωργίου. 


Επειδή, από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και της υπεράσπισης, που εξετάστηκαν 
ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο, την ανώμοτη κατάθεση του πολιτικώς ενάγοντος, τα πρακτικά 
της πρωτοβάθμιας δίκης, που αναγνώσθηκαν, καθώς και από τα έγγραφα, που αναγνώσθηκαν και 
αναφέρονται στα πρακτικά, και την όλη αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε ότι: Κατά τη διάταξη 
του αρθρ. 385 παρ. 1 περ. β` του ΠΚ, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του με αρθρ. 1 παρ. 10 
του ν. 2408/1996, «όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, 
εξαναγκάζει κάποιον με βία ή με απειλή σε πράξη ή παράλειψη ή ανοχή από την οποία επέρχεται 
ζημία στην περιουσία του εξαναγκαζόμενου ή άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών 
μηνών, αν δεν μεταχειρίσθηκε βία ή απειλή βλάβης της επιχείρησης, του επαγγέλματος, του 
λειτουργήματος του ή άλλης δραστηριότητας που ασκεί εξαναγκαζόμενος ή άλλος προσφέρθηκε 
να παρέχει ή παρέχει προστασία για την αποτροπή πρόκλησης τέτοιας βλάβης από τρίτον με 
φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη συγκρότηση της 
αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της εκβιάσεως απαιτείται εξαναγκασμός κάποιου σε 
πράξη, παράλειψη ή ανοχή βλαπτική για την περιουσία του, με βία ή με απειλή ικανή να αποκλείσει 
την αυτοπροαίρετη απόφαση του. Ο εξαναγκασμός πρέπει να γίνεται με σωματική βία ή με απειλή, 
δια της οποίας περιάγεται ο άλλος σε τρόμο ή ανησυχία, στρέφεται δε η βία ή η απειλή κατά της 
ελευθερίας της περιουσιακής διαθέσεως με σκοπό να καμφθεί η θέληση του εξανάγκαζα μενού και 
να οδηγηθεί αυτός σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή. Τέτοιος σκοπός υπάρχει όταν ο δράστης 
γνωρίζει ότι το περιουσιακό όφελος που επιδιώκει δεν αποτελεί έκφραση του παρεχόμενου από τα 
αρθρ. 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος και 361 του ΑΚ, στο πρόσωπο δικαιώματος της 
βουλήσεως του και τις ελευθερίες στις συναλλαγές. Η απειλή μπορεί να είναι ρητή και άμεση, να έχει 
διατυπωθεί προφορικώς ή εγγράφως ή και εμμέσως να έχει μεταβιβαστεί και με άλλον, αρκεί να 
είναι ικανή να αποκλείσει το αυτοπροαίρετο της αποφάσεως του εξαναγκαζόμενου. Δεν αποκλείεται 
δε και μια προειδοποίηση ή σύσταση να περιέχει η υποκρυπτόμενη απειλή. Είναι αδιάφορο αν 
αυτός που διατύπωσε την απειλή ήταν αποφασισμένος να την πραγματοποιήσει ή αν η απειλή ήταν 
πραγματοποιήσιμη ή όχι, αρκεί ότι δια της απειλής εξαναγκάσθηκε σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή 
εκείνος κατά του οποίου στράφηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση η απειλή. Για την υποκειμενική 
υπόσταση του ίδιου εγκλήματος απαιτείται δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνώση, έστω και με 
την έννοια του ενδεχόμενου δόλου (της αμφιβολίας) των στοιχείων που συγκροτούν την 
αντικειμενική υπόσταση του ενλόγω εγκλήματος και τη θέληση ή αποδοχή πραγματώσεως αυτής 
(βασικός δόλος) και επιπροσθέτως σκοπός του δράστη να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο 
περιουσιακό όφελος (υπερχειλής δόλος) ανεξαρτήτως της επιτεύξεως του οφέλους. Αν η απειλή δεν 
επέφερε το σκοπούμενο αποτέλεσμα του εξαναγκασμού σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή του 
απειλούμενου ή την επέλευση της ζημίας στην περιουσία αυτού ή άλλου, το έγκλημα της 
εκβιάσεως δεν ολοκληρώνεται, αλλά, σύμφωνα με τη διάταξη του αρθρ. 42 παρ. 1 του ΠΚ, υπάρχει 
απόπειρα εκβιάσεως, δηλαδή πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως της. Ειδικότερα, 
απόπειρα υπάρχει όταν η μη πλήρης πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως της εκβίασης δεν 
υπέκυψε στη βία ή την απειλή και ως εκ τούτου δεν επήλθε η περιουσιακή ζημία, η οποία, όπως 
προαναφέρθηκε, τελεί σε σχέση ολικής αντιστοιχίας με το επιδιωκόμενο παράνομο περιουσιακό 
όφελος, διότι στην περίπτωση αυτή η επέλευση της περιουσιακής ζημίας δεν αποτρέπεται με τη 
βούληση εκείνου που αποπειράται να εξαναγκάσει (ΑΠ 463/2012,1450/2010 Νόμος). Ομως στην 
κοινωνική και οικονομική ζωή, όπου κυριαρχούν οι βασικές αρχές της αυτονομίας της βουλήσεως 
και της ελευθερίας στις συναλλαγές, η άσκηση πίεσης με ορισμένου είδους «απειλές», για να 
επιτευχθεί οικονομικό όφελος αυτού που «απειλεί», στο οποίο δεν έχει νόμιμη αξίωση, με βλάβη 
αυτού που «απειλείται» είναι πράξη συνήθης (π.χ, απεργία εργαζομένων, αν δεν δοθεί αύξηση 
αποδοχών ή για να περικοπούν οι αποδοχές). Οι περιπτώσεις αυτές αποτελούν συνήθεις τρόπους 
συμπεριφοράς. Εν προκειμένω, ο κατηγορούμενος, ήδη από το έτος 1985 δραστηριοποιείτο στο 
χώρο της εμπορίας υγρών καυσίμων, ανέπτυξε δε ένα δίκτυο λιανικής πωλήσεως που 
εκμεταλλευόταν είτε η εταιρία με την επωνυμία «.......», στην οποία ο ίδιος ήταν κύριος μέτοχος, 
πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος είτε άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία 
χρησιμοποιούσε για την άσκηση της εμπορίας ως παρένθετα. Στα πλαίσια της εμπορίας του, 
συνεργαζόταν ήδη από το έτος 1998 με την πολιτικώς ενάγουσα, η συνεργασία όμως 
διαταράχθηκε, όταν η τελευταία του ανακοίνωσε ότι η οφειλή του ίδιου και γενικά του υπό έλεγχο 
αυτού ομίλου, στις 31.8.2004 ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 5.321 ευρώ. Ο κατηγορούμενος 
αμφισβήτησε το ύψος της οφειλής του, ισχυριζόμενος ότι είχε δώσει επιταγές ευκολίας και ότι 
οφείλει μόνο το ποσό των 3.700 ευρώ, αρχικά δε εκδήλωσε τη θέληση του να καταβάλει το ποσό 
αυτό, το οποίο όμως δεν δέχθηκε η πολιτικώς ενάγουσα. Προ αυτής της διαφωνίας ως προς το 
ύψος της οφειλής του, σε συνάντηση που είχε με το νόμιμο εκπρόσωπο της τελευταίας, Ν.Μ., στο 
γραφείο του τελευταίου, συνοδευόμενος από δικηγόρο, δήλωσε σ` αυτόν ότι θα προσφύγει στη 
δικαιοσύνη καταθέτοντας μηνύσεις και αγωγές προκειμένου να επιλυθεί η μεταξύ τους οικονομική 
διαφορά. Πράγματι, ο κατηγορούμενος κατέθεσε μηνύσεις και αγωγές σε βάρος του νομίμου 
εκπροσώπου της πολιτικώς ενάγουσας και άλλων μελών της τελευταίας, για τις πράξεις της 
απάτης, πλαστογραφίας και της εκβίασης. Στην κατάθεση αυτών των μηνύσεων, προέβη με κύρια 
επιδίωξη των προσδιορισμό του ύψους της οφειλής του. Αυτό συμβαίνει συνήθως, αφού πολλές 
αστικές υποθέσεις ποινικοποιούνται μετά από έγκληση, προκειμένου να υπάρξει ικανοποίηση του 
μηνυτή στο αστικό μέρος της υπόθεσης. Για τις ενλόγω μηνύσεις που κατέθεσε ο κατηγορούμενος 
ασκήθηκαν ποινικές διώξεις σε βάρος των μηνυομένων, απαγγέλθηκαν κατηγορίες και μετά το 
πέρας της ανάκρισης οι κατηγορούμενοι απαλλάχθηκαν με βουλεύματα. Πρέπει να λεχθεί ότι 
ουδεμία προσβολή της ελευθερίας της βουλήσεως και ουδεμία κάμψη της βουλήσεως του άλλου με 
βία ή απειλή είναι επιτρεπτή εάν επιτυγχάνεται προκειμένου να αποκτηθεί περιουσιακό όφελος 
χωρίς νόμιμη, ληξιπρόθεσμη και απαιτητή αξίωση, που υπάγεται από την έννομη τάξη στην άμεση 
εξουσία ενός προσώπου. Ο παράνομος εξαναγκασμός με βία και απειλή σε πράξη, παράλειψη ή 
ανοχή που προξενεί περιουσιακή ζημία πρέπει να έχει ως προϋπόθεση, για να χαρακτηρισθεί 
παράνομος, η άσκηση της βίας ή η απειλή του κακού προς τον επιδιωκόμενο σκοπό μπορεί να 
θεωρηθεί αξιόμεμπτη. Η προσφυγή όμως στη δικαιοσύνη δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί αξιόμεμπτη 
πράξη. Το αντίθετο θα ίσχυε μόνον όταν ο δράστης που επιδιώκει περιουσιακό όφελος, για το 
οποίο δεν έχει ληξιπρόθεσμη και απαιτητή αξίωση, προβαίνει σε νόμιμη επαπειλούμενη πράξη, αλλά 
δεν έχει από την έννομη τάξη την εξουσία άσκησης του δικαιώματος, επειδή γίνεται εκμετάλλευση 
του δικαιώματος κατά τρόπο αντίθετο στα χρηστά ήθη και εν προκειμένω, ούτε οι αγωγές ούτε οι 
μηνύσεις κρίθηκαν καταχρηστικές. Άλλωστε, όταν κάποιος απευθύνει προς άλλον προειδοποίηση 
ότι θα επιδιώξει την επίλυση της μεταξύ τους οικονομικής διαφοράς, με κάθε νόμιμο προβλεπόμενο 
μέσο, δεν υπάρχει απειλή ούτε εκβίαση, αλλά σύσταση στο πλαίσιο ενάσκησης δικαιώματος. Εν 
προκειμένω, όπως προαναφέρθηκε, ο κατηγορούμενος αμφισβητούσε το ύψος της οφειλής του 
προς την πολιτικώς ενάγουσα, καθώς ισχυριζόταν ότι κάποιες επιταγές που είχε δώσει σ` αυτήν 
ήταν επιταγές ευκολίας και συνεπώς, ισχυριζόταν ότι οφείλει μικρότερο ποσό και θα ξεκινήσει 
δικαστικό αγώνα γι` αυτό. Αξίζει δε εδώ να επισημανθεί ότι στην από 3.8.2011 λογιστική 
πραγματογνωμοσύνη, που διενεργήθηκε, κατόπιν της υπ` αριθμ. ... διάταξης της 24ης τακτικής 
ανακρίτριας Πλημμελειοδικών Αθηνών, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής: Η «Μ.» σε πλήθος 
περιπτώσεων, κατέθετε η ίδια χρήματα στους τραπεζικούς λογαριασμούς των πελατών της για την 
πληρωμή αξιόγραφων τους. Οι καταθέσεις αυτές ξεπερνούν τα 5000.000 ευρώ. Η πρακτική αυτή 
να εξοφλεί η ίδια αξιόγραφα των πελατών της και μετά να τους χρεώνει με το ποσό της κατάθεσης, 
είναι, αν μη τι άλλο ανορθόδοξη και η αιτιολογία που δόθηκε στον έλεγχο από την εγκαλούσα 
εταιρία, ότι οι επιταγές αυτές είχαν χρησιμοποιηθεί ως πλαφόν στις τράπεζες και θα έπρεπε να 
καλύψουν όλες τις επιταγές του συγκεκριμένου εκδότη, δεν γίνεται αποδεκτή διότι θα επαρκούσε 
μόνον αν αυτό συνέβαινε μόνο μία φορά και όχι σε τέτοια έκταση και σε τέτοια ποσά. Εξάλλου, 
από τον έλεγχο εταιρίες είχαν κατατεθεί σε πλαφόν σε διάφορες τράπεζες και δεν είχαν 
χρησιμοποιηθεί για πληρωμές τρίτων, προμηθευτών κλπ.». Στο πόρισμα δε ελέγχου της άνω 
πραγματογνωμοσύνης αναφέρεται: «Όσον αφορά το χρεωστικό υπόλοιπο του υπό έλεγχο ομίλου 
προς την εγκαλούσα εταιρία, ο έλεγχος αυτός δεν κατέστη δυνατόν να καταλήξει σε βέβαιο 
αποτέλεσμα λόγω των αναφερομένων προβλημάτων. Επιπροσθέτως, οι συμψηφιστικές εγγραφές 
που μονομερώς και χωρίς έγκριση ή εντολή έκανε η «Μ» μεταφέροντας υπόλοιπο της «Ε.Ο.» σε 
άλλες εταιρίες δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από τον έλεγχο και θεωρούνται ως μη γενόμενες». 

 Επομένως, ο κατηγορούμενος βάσιμα αμφισβητούσε το ύψος της οφειλής του και νόμιμα προέβη 
στις παραπάνω ενέργειες, χωρίς με αυτές να επιδιώκει να εκβιάσει τον εγκαλούντα, με σκοπό να 
αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος από την εγκαλούσα εταιρία με απειλή βλάβης αυτής 
αλλά και της προσωπικής φήμης και υπόληψης των νομίμων εκπροσώπων της. Τέλος πρέπει να 
σημειωθεί ότι, όσον αφορά το αστικό μέρος της μεταξύ των διαδίκων οικονομικής διαφοράς, δεν 
έχει κριθεί οριστικά και αμετάκλητα το υπόλοιπο του οφειλόμενου στην πολιτικώς ενάγουσα 
ποσού εκ μέρους του κατηγορούμενου, καθόσον επί ασκηθείσας ανακοπής κατά της σε βάρος του 
εκδοθείσας διαταγής πληρωμής έγινε δεκτή η από 20.10.2009 αίτηση αναιρέσεως και εκδόθηκε η 
υπ` αριθμ. 713/2012 απόφαση του Αρείου Πάγου, με την οποία αναιρέθηκε η υπ` αριθμ. 5438/2008 
απόφαση του Εφετείου Αθηνών, με το σκεπτικό ότι «...καθίσταται αβέβαιο αν όντως το ποσό της 
διαταγής πληρωμής αποτελεί μέρος του ποσού που εγγράφως αναγνωρίσθηκε οφειλόμενο ή 
φέρεται ως τελικό υπόλοιπο (και) των συναλλαγών που ακολούθησαν την αναγνώριση». Κατόπιν 
αυτών, δεν στοιχειοθετείται τόσο η αντικειμενική όσο και η υποκειμενική υπόσταση του 
εγκλήματος της απόπειρας εκβίασης, και ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος.

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

Η Google τιμωρείται με αποζημίωση από Ελληνικό Δικαστήριο


 


Ακολουθεί απόσπασμα της υπ'αριθμ. 457/2016 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Πρόεδρος Θεοδούλη Οικονόμου, Βασίλης Μαλάμος, Εισηγήτρια Μανουέλα Παντελιά), με την οποία η Google υποχρεώνεται σε αποζημίωση 100.000 ευρώ για την προσβολή της προσωπικότητας πασίγνωστου επιχειρηματία και εφοπλιστή, που προξενήθηκε από την παράλειψή της να διαγράψει τα αντίγραφα των αρχείων/σελίδων που περιλάμβαναν προσβλητική ανάρτηση άγνωστου blogger.


Τα ιστολογία είναι διαδικτυακά ημερολόγια που περιλαμβάνουν υπερζεύξεις και καταχωρήσεις απόψεων, έχουν δε ως «βασική μονάδα» τους τις καταχωρήσεις και όχι τις εκάστοτε «σελίδες», όπως συμβαίνει με τους ιστοτόπους. Ο κάτοχος-διαχειριστής του διαδικτυακού ημερολογίου, ο οποίος μπορεί να είναι επώνυμος, ανώνυμος ή με ψευδώνυμο, καταγράφει, ανακοινώνει και καταθέτει τις απόψεις του σ' αυτό για διάφορα ζητήματα, ενώ τα ιστολογία είναι δυνατό να συνδέονται με άλλους ιστοτόπους, ιστοσελίδες και να επιτρέπουν στους χρήστες-αναγνώστες τους να απαντήσουν στις απόψεις του γράφοντος, ανακοινώνοντας στο ίδιο ιστολόγιο τα δικά τους σχόλια, που είναι επίσης αναγνώσιμα από όλους τους τρίτους χρήστες του διαδικτύου. Τα ιστολογία συντηρούν οι χρήστες τους που ανταλλάσσουν απόψεις μέσω του ιστολογίου, το οποίο είναι διαδραστικό μέσο που διαφέρει από τις ιστοσελίδες που διατηρούν στο διαδίκτυο τα μέσα ενημέρωσης, γιατί η διαμόρφωση του περιεχομένου του δεν αποφασίζεται μόνο από τον κάτοχο - διαχειριστή του, αλλά από όλους τους χρήστες -αναγνώστες του ιστολογίου (βλ. Σ. Τάσση, Διαδίκτυο και ελευθερία έκφρασης - το πρόβλημα των blogs, ΔΙΜΕΕ, 2006.518 επ.). Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό, ότι ακόμη και στην περίπτωση που ο κάτοχος - διαχειριστής μπορεί, με τη χρήση στοιχείων πρόσβασης, να επιλέξει ποιοι από τους χρήστες - αναγνώστες επιτρέπεται να αναρτήσουν δικά τους σχόλια στο ιστολόγιό του, δεδομένου ότι η δυνατότητα αυτή εξαρτάται από το εκάστοτε λογισμικό που χρησιμοποιείται για κάθε ιστολόγιο, δεν είναι σε θέση να ελέγξει το αληθές ή όχι των χορηγουμένων από τον εκάστοτε αναγνώστη προσωπικών του δεδομένων, διότι είναι πολύ πιθανό ο αναγνώστης να χρησιμοποιεί ψευδώνυμο, οπότε είναι δυσχερέστατη η αποκάλυψη της πραγματικής του ταυτότητας. Έτσι, η επέμβαση του κατόχου-διαχειριστή είναι συνήθως κατασταλτική. Τα διαδικτυακά ημερολόγια συνδέονται μεταξύ τους στενά και έτσι έχουν αναπτύξει το δικό τους πολιτισμό. Στη συνείδηση των χρηστών του διαδικτύου, τα ιστολογία έχουν τη θέση του μέσου, όπου η ελευθερία της έκφρασης εφαρμόζεται στην απόλυτη μορφή της. Συνεπώς, ενόψει των ανωτέρω, ο σκοπός της δημιουργίας και ο προορισμός της λειτουργίας των blogs και ιδίως μάλιστα όσων δεν έχουν ειδησεογραφικό περιεχόμενο, δεν είναι η διάδοση πληροφοριών με σκοπό τη μαζική ενημέρωση, στοιχείο απαραίτητο για το χαρακτηρισμό ενός εντύπου (γραπτού ή ηλεκτρονικού) ως τύπου αλλά η ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων, μέσω ενός μηχανισμού δυναμικής επικοινωνίας και με τη χρήση ενός μέσου που λόγω της φύσεώς του έχει μεν πράγματι ως άμεσο και αναγκαίο επακόλουθο να καθίσταται το περιεχόμενο των κειμένων τους προσβάσιμο σε απεριόριστο αριθμό ατόμων, δίχως όμως αυτό να αποτελεί τον αυτοσκοπό του διαχειριστή και κατόχου τους ως και των αναγνωστών τους. Περαιτέρω, κατά το πδ 131/2003, το οποίο ενσωμάτωσε στο ημεδαπό δίκαιο την Οδηγία 2000/31 για το ηλεκτρονικό εμπόριο και την κοινωνία της πληροφορίας ορίζεται μεταξύ άλλων (άρθρο 1) «Φορέας παροχής υπηρεσιών : κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει μια υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας, Αποδέκτης της υπηρεσίας : κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο χρησιμοποιεί, επαγγελματικώς ή άλλως, μια υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως για να αναζητήσει πληροφορίες ή για να προσφέρει πρόσβαση σε αυτές.», (άρθρο 11) «Απλή μετάδοση 1. Σε περίπτωση παροχής μιας υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας συνισταμένης στη μετάδοση πληροφοριών που παρέχει ο αποδέκτης της υπηρεσίας σε ένα δίκτυο επικοινωνιών ή στην παροχή πρόσβασης στο δίκτυο επικοινωνιών, δεν υφίσταται ευθύνη του φορέα παροχής υπηρεσιών όσον αφορά τις μεταδιδόμενες πληροφορίες, υπό τους όρους ότι ο φορέας παροχής υπηρεσιών: α) δεν αποτελεί την αφετηρία της μετάδοσης των πληροφοριών, β) δεν επιλέγει τον αποδέκτη της μετάδοσης και γ) δεν επιλέγει και δεν τροποποιεί τις μεταδιδόμενες πληροφορίες. 2. Οι δραστηριότητες μετάδοσης και παροχής πρόσβασης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν την αυτόματη, ενδιάμεση και προσωρινή αποθήκευση των μεταδιδομένων πληροφοριών, στο βαθμό που η αποθήκευση εξυπηρετεί αποκλειστικά την πραγματοποίηση της μετάδοσης στο δίκτυο επικοινωνιών και η διάρκεια της δεν υπερβαίνει το χρόνο που είναι ευλόγως απαραίτητος για τη μετάδοση. 3. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τη δυνατότητα να επιβληθεί δικαστικά ή διοικητικά στον φορέα παροχής υπηρεσιών η παύση ή η πρόληψη της παράβασης», (άρθρο 12) «Αποθήκευση σε κρυφή μνήμη 1. Σε περίπτωση παροχής μιας υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας, η οποία συνίσταται στη μετάδοση πληροφοριών που παρέχει ένας αποδέκτης υπηρεσίας σε ένα δίκτυο επικοινωνιών, δεν υφίσταται ευθύνη του φορέα παροχής της  
υπηρεσίας, όσον αφορά την αυτόματη, ενδιάμεση και προσωρινή αποθήκευση των πληροφοριών, η οποία γίνεται με αποκλειστικά σκοπό να καταστεί αποτελεσματικότερη η μεταγενέστερη μετάδοση των πληροφοριών προς άλλους αποδέκτες της υπηρεσίας, κατ' αίτησή τους, υπό τους όρους ότι ο φορέας παροχής υπηρεσιών: (α) δεν τροποποιεί τις πληροφορίες, (β) τηρεί τους όρους πρόσβασης στις πληροφορίες, (γ) τηρεί τους κανόνες που αφορούν την ενημέρωση των πληροφοριών, οι οποίοι καθορίζονται κατά ευρέως αναγνωρισμένο τρόπο και χρησιμοποιούνται από τον κλάδο, (δ) δεν παρεμποδίζει τη νόμιμη χρήση της τεχνολογίας, η οποία αναγνωρίζεται και χρησιμοποιείται ευρέως από τον κλάδο, προκειμένου να αποκτήσει δεδομένα σχετικά με τη χρησιμοποίηση των πληροφοριών, και (ε) ενεργεί άμεσα προκειμένου να αποσύρει τις πληροφορίες που αποθήκευσε ή να καταστήσει την πρόσβαση σε αυτές αδύνατη, μόλις αντιληφθεί ότι οι πληροφορίες έχουν αποσυρθεί από το σημείο του δικτύου στο οποίο βρίσκονταν αρχικά ή η πρόσβαση στις πληροφορίες κατέστη αδύνατη ή μια δικαστική ή διοικητική αρχή διέταξε την απόσυρση των πληροφοριών ή απαγόρευσε την πρόσβαση σε αυτές. 2. Το παρόν άρθρο δεν θίγει την δυνατότητα να επιβληθεί δικαστικά ή διοικητικά στο φορέα παροχής υπηρεσιών η παύση ή η πρόληψη της παράβασης», (άρθρο 13) «Φιλοξενία 1. Σε περίπτωση παροχής μιας υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας συνισταμένης στην αποθήκευση πληροφοριών παρεχομένων από ένα \^ αποδέκτη υπηρεσίας, δεν υφίσταται ευθύνη του φορέα παροχής της υπηρεσίας για τις πληροφορίες που αποθηκεύονται μετά από αίτηση αποδέκτη της υπηρεσίας, υπό τους όρους ότι: (α) ο φορέας παροχής της υπηρεσίας δεν γνωρίζει πραγματικά ότι πρόκειται για παράνομη δραστηριότητα ή πληροφορία και ότι, σε ό,τι αφορά αξιώσεις αποζημιώσεως, δεν γνωρίζει τα γεγονότα ή τις περιστάσεις από τις οποίες προκύπτει η παράνομη δραστηριότητα ή πληροφορία, ή (β) ο φορέας παροχής της υπηρεσίας, μόλις αντιληφθεί τα προαναφερθέντα, αποσύρει ταχέως τις πληροφορίες ή καθιστά την πρόσβαση σε αυτές αδύνατη. 2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όταν ο αποδέκτης της υπηρεσίας ενεργεί υπό την εξουσία ή υπό τον έλεγχο του φορέα παροχής της υπηρεσίας. 3. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τη δυνατότητα να επιβληθεί δικαστικά ή διοικητικά στο φορέα παροχής υπηρεσιών η παύση ή η πρόληψη της παράβασης», (άρθρο 14 παρ. 1) «Απουσία γενικής υποχρέωσης ελέγχου 1. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών δεν έχουν, για την παροχή υπηρεσιών που αναφέρονται στα άρθρα 10, 11 και 12 του παρόντος γενική υποχρέωση ελέγχου των πληροφοριών που μεταδίδουν ή αποθηκεύουν ούτε γενική υποχρέωση δραστήριας αναζήτησης γεγονότων ή περιστάσεων που δείχνουν ότι πρόκειται για παράνομες δραστηριότητες». Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 17 του ιδίου πδ 131/2003, «εφόσον πιθανολογείται προσβολή δικαιωμάτων από τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, το Μονομελές Πρωτοδικείο διατάσσει ως ασφαλιστικό μέτρο οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο...Στην περίπτωση αυτή χορηγείται υποχρεωτικώς προσωρινή διαταγή κατά το άρθρο 691 παρ. 2 του ΚΠολΔ» (ΕφΘρ 91/2012 ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 4980/2009 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, οι μεσάζοντες παροχής υπηρεσιών διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη λειτουργία του, γιατί η δράση τους είναι απαραίτητη για την παρουσίαση και διάδοση των πληροφοριών στο internet. Ο δε συνταγματικός νομοθέτης, τους επεφύλαξε ειδική μεταχείριση, αφού το άρθρο 5Α του Συντάγματος προβλέπει ρητά την ελευθερία συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας, κατοχυρώνοντας παράλληλα υποχρέωση του κράτους περί διευκόλυνσης της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους (βλ. Κ. Χριστοδούλου, Προστασία της προσωπικότητας και της συμβατικής ελευθερίας στα κοινωφελή δίκτυα, σελ. 29 επ.). Πολλές φορές, όμως, οι πληροφορίες αυτές έχουν παράνομο περιεχόμενο και προσβάλλουν έννομα αγαθά τρίτων. Το παράνομο (του περιεχομένου) σχετίζεται με μια πληθώρα ζητημάτων όπως η διακίνηση πορνογραφικού υλικού ανηλίκων, η συκοφαντική δυσφήμηση, η παραβίαση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, η παραβίαση της νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων κτλ. Με τον όρο πάροχος υπηρεσιών internet αναφερόμαστε στην επιχείρηση που παρέχει στους απλούς χρήστες πρόσβαση σε διάφορες υπηρεσίες του internet, συνήθως έναντι συνδρομής. Εκτός από πρόσβαση οι εταιρίες αυτές παρέχουν επίσης και πρόσθετες υπηρεσίες, όπως διατήρηση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, φιλοξενία προσωπικών ιστοσελίδων, κλπ. Η τεχνολογία και λειτουργία του διαδικτύου καθιστά απαραίτητη τη διαμεσολάβηση των παροχών υπηρεσιών πρόσβασης για τη διενέργεια των συναλλαγών. Το internet αποτελεί ένα παγκόσμιο δίκτυο διασυνδεδεμένων υπολογιστών, όπου οι ψηφιακές πληροφορίες μεταφέρονται από τον έναν υπολογιστή στον άλλο, μέχρι να φτάσουν στον τελικό αποδέκτη. Η μεταφορά αυτή διενεργείται με την αντιγραφή των ψηφιακών πληροφοριών από υπολογιστή σε υπολογιστή. Ωστόσο, προβληματική και δυσχερής είναι η απόπειρα καταλογισμού ευθύνης στους παρόχους ακόμα και σε περιπτώσεις όπου έχουν δυνατότητα επέμβασης, έστω και περιορισμένη, στις πληροφορίες που διακινούν. Τούτο διότι για να επέμβουν πρέπει κατ' αρχάς να λάβουν γνώση της ύπαρξης παράνομου υλικού και για να λάβουν γνώση θα πρέπει να ελέγξουν τις πληροφορίες που διακινούν. Ωστόσο, δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί βάσιμα η επιβολή στους παρόχους υποχρέωσης ελέγχου του συνόλου των πληροφοριών που διακινούν ή ακόμα και αυτών που φιλοξενούν, των οποίων ο έλεγχος εκ πρώτης όψεως, ενδεχομένως να φαντάζει πιο εύκολος. Η υποχρέωση αυτή, πέραν του ότι θα τους επιβάρυνε με ένα πρόσθετο τεράστιο οικονομικό βάρος, είναι και πρακτικώς αδύνατο να εκπληρωθεί, δεδομένου του όγκου των πληροφοριών που διαχειρίζεται ένας πάροχος. Περαιτέρω, εάν εναποτίθετο το βάρος αυτό στους παρόχους, θα περιοριζόταν σημαντικά η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών στο internet, το οποίο θεωρείται το πλέον αδέσμευτο και πιο εξελιγμένο παγκόσμιο επικοινωνιακό μέσο. Εξάλλου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ως άνω πδ, η απαλλαγή από την ευθύνη που προβλέπεται στα άρθρο 11 και 12 για τις δραστηριότητες της «απλής μετάδοσης» ή «αποθήκευσης σε κρυφή μνήμη» δεν ισχύει στην περίπτωση όπου ένας φορέας παροχής υπηρεσιών συνεργάζεται σκόπιμα με κάποιον από τους αποδέκτες της υπηρεσίας του με σκοπό τη διάπραξη παράνομων πράξεων. Η τελευταία εξαίρεση αναφέρεται στην περίπτωση της φιλοξενίας, ήτοι στην ευθύνη ενός φορέα παροχής υπηρεσιών για τις πληροφορίες που αποθηκεύονται κατόπιν αίτησης του αποδέκτη της υπηρεσίας. Οι προϋποθέσεις απαλλαγής του φορέα από την ευθύνη σε αυτή την τρίτη περίπτωση είναι δύο: (α) ο φορέας παροχής της υπηρεσίας να μην γνωρίζει πραγματικά ότι πρόκειται για παράνομη δραστηριότητα ή πληροφορία και σε ότι αφορά αξιώσεις αποζημίωσης, να μην γνωρίζει τα γεγονότα ή τις περιστάσεις από τις οποίες προκύπτει η παράνομη δραστηριότητα ή πληροφορία, (β) μόλις αντιληφθεί τα προαναφερθέντα, να αποσύρει ταχέως τις πληροφορίες ή να καθιστά την πρόσβαση σε αυτές αδύνατη. Σύμφωνα δε με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, ο φορέας δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη, ακόμα και όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου αυτού, εάν ο αποδέκτης της υπηρεσίας λειτουργεί υπό την εξουσία ή υπό τον έλεγχο του φορέα παροχής της υπηρεσίας. Η ρύθμιση αυτή είναι αυτονόητη καθώς σε μία τέτοια περίπτωση δύσκολα μπορεί ο φορέας παροχής να επικαλεστεί άγνοια του παράνομου περιεχομένου των αποθηκευμένων ή εν πάση περιπτώσει, εφόσον ο αποδέκτης τελεί υπό τον έλεγχο του, όφειλε να γνωρίζει το περιεχόμενο αυτό. Κατά δε τη γενική διατύπωση του άρθρου 14 του πδ, οι φορείς παροχής υπηρεσιών δεν έχουν, για την παροχή των υπηρεσιών που αναφέρονται στα άρθρα 11, 12 και 13, γενική υποχρέωση ελέγχου των αποθηκευμένων ή μεταδιδομένων από αυτούς πληροφοριών, ούτε υποχρέωση δραστήριας αναζήτησης γεγονότων ή περιστάσεων που δείχνουν ότι πρόκειται για παράνομες δραστηριότητες. Ωστόσο στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου θεμελιώνεται υποχρέωση οι πάροχοι υπηρεσιών να ενημερώνουν πάραυτα τις αρμόδιες κρατικές αρχές για τυχόν υπόνοιες περί χορηγουμένων παράνομων πληροφοριών ή δραστηριοτήτων που επιχειρούν αποδέκτες των υπηρεσιών τους καθώς και να ανακοινώνουν στις αρμόδιες αρχές, κατ' αίτηση τους, πληροφορίες, οι οποίες διευκολύνουν την εντόπιση αποδεκτών της υπηρεσίας τους, με τους οποίους έχουν συμφωνίες αποθήκευσης. Η εν λόγω διάταξη ισχύει μόνο για χρήστες με τους οποίους οι πάροχοι έχουν συμφωνίες αποθήκευσης και όχι για τρίτους χρήστες. Ο σκοπός της διάταξης αυτής είναι προφανής και αφορά στην προστασία των φορέων παροχής υπηρεσιών από την υποχρέωση διαρκούς ελέγχου και επαγρύπνησης προκειμένου να επωφεληθούν των απαλλαγών από την ευθύνη που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων. Η διάταξη δε αυτή θεμελιώνει νόμιμο λόγο απαλλαγής από την ευθύνη και όχι νόμιμο λόγο ευθύνης (βλ. Ε. Διαμαντή, Ευθύνη των μεσαζόντων παροχής υπηρεσιών στο διαδίκτυο κατά το πδ 131/2003, ΔΕΕ 2004.86 επ., Φ. Κατσανάκη, Ευθύνη παροχών υπηρεσιών internet κατά τη διαμεσολάβηση στη διακίνηση παράνομου υλικού, ΧρΙΔ 2008.271 επ.). Ο νόμιμος λόγος απαλλαγής (των παρόχων πρόσβασης) αφορά κάθε ευθύνη για συμπεριφορά που υπάγεται σε οποιαδήποτε απαγορευτική διάταξη νόμου, ανεξαρτήτως αν αυτή υπάγεται στο ποινικό ή το αστικό δίκαιο, το δίκαιο ανταγωνισμού ή το δίκαιο της πνευματικής ή/και βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Η ιδιότυπη όμως αυτή «ασυλία» των φορέων παροχής πρόσβοσης δεν είναι απόλυτη, καθώς ρητώς προβλέπεται ότι είναι δυνατή σε αυτούς η επιβολή με δικαστική απόφαση ή διοικητική πράξη για την παύση ή την πρόληψη τυχόν παραβάσεων σε σχέση με τη διαδικτυακά διακινούμενη πληροφορία. Τέτοια παύση δια της δικαστικής ή της διοικητικής οδού συγκεκριμένων και ειδικώς ορισμένων παραβάσεων αποτελεί σε σχέση με τους παρόχους πρόσβασης η απομάκρυνση παράνομων πληροφοριών, τις οποίες φιλοξενούν στα δίκτυά τους, ή η απενεργοποίηση της πρόσβασης σ'αυτές, εφόσον φιλοξενούνται σε άλλα δίκτυα. Ενώ, όμως, η δικαστική ή διοικητική επιβολή υποχρέωσης των παρόχων πρόσβασης για την παύση με δικές τους ενέργειες συγκεκριμένων παραβάσεων, που τελούνται στο διαδίκτυο, είναι απόλυτα σαφής στο νόμο, αντιθέτως δυσερμήνευτη είναι η έννοια της πρόληψης και στο τι μπορεί να συνίσταται αυτή στην πράξη. Η έννοια της πρόληψης παραπέμπει εννοιολογικά στην εφαρμογή τεχνολογικών μέτρων σχετικά με την αποτροπή παράνομων δραστηριοτήτων, όπως λόγου χάρη τεχνολογιών «φιλτραρίσματος» της διαμετακομιζόμενης πληροφορίας για την αποτροπή παράνομων πράξεων. Εντούτοις, η ρύθμιση του άρθρου 14 του πδ 131/2003 αποκλείει την, είτε με εθνικό νόμο είτε με δικαστική απόφαση ή διοικητική πράξη, επιβολή υποχρέωσης προς τους παρόχους πρόσβασης για την γενικευμένη εφαρμογή τέτοιων τεχνολογιών «φιλτραρίσματος». Μία τέτοια άλλωστε υποχρέωση θα ήταν ασύμβατη με βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η ελευθερία έκφρασης αλλά και το δικαίωμα πρόσβασης στην κοινωνία της πληροφορίας, που θεμελιώνονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Έτσι, γίνεται δεκτό ότι υποχρεώσεις - προληπτικού μεταξύ άλλων - ελέγχου για τους παρόχους πρόσβασης είναι δυνατές, μόνο αν αυτές αφορούν σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και όχι αν εισάγουν γενικευμένο «φιλτράρισμα» πληροφοριών. Η θέση των παρόχων πρόσβασης στη λειτουργία του διαδικτύου είναι κεντρική, καθώς οι φορείς αυτοί εξασφαλίζουν τεχνικά την πρόσβαση των τελικών χρηστών στο διαδικτυακό περιβάλλον και αναλαμβάνουν τη διαμετακομιδή των ψηφιοποιημένων δεδομένων από και προς αυτούς. Ουσιαστικά, οι πάροχοι πρόσβασης παρέχουν μία κοινωφελή υπηρεσία ιδιαίτερης σπουδαιότητας τόσο για τα μεμονωμένα άτομα όσο και ευρύτερα για το κοινωνικό σύνολο, η παροχή της οποίας κρίνεται απαραίτητη όχι μόνο για την κάλυψη ατομικών αναγκών αλλά και για την κοινωνική πρόοδο (βλ. σχετ. Α. Μπρούμα, Ο Ρόλος των Παροχών Πρόσβασης στο Διαδίκτυο σε σχέση με την Εφαρμογή του Δικαίου Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ΔΙΜΕΕ 2009.491, Γ. Γιαννόπουλο, Η ευθύνη των μηχανισμών αναζήτησης για τις υπηρεσίες υπόδειξης και αυτόματης συμπλήρωσης , ΔΙΜΕΕ 13/168, Φ. Κατσανάκη, Ευθύνη παρόχων υπηρεσιών internet κατά τη διαμεσολάβηση στη διακίνηση παράνομου υλικού, ΧρΙΔ 2008.271, Ε. Διαμαντή, Ευθύνη των μεσαζόντων παροχής υπηρεσιών στο διαδίκτυο κατά το ΠΔ 131/2003. Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2000/31 για το ηλεκτρονικό εμπόριο στο εθνικό δίκαιο, ΔΕΕ 2004.986, Κ. Χριστοδούλου, Ευθύνη του παρόχου δικτύου για προσβολές της ιδιωτικής σφαίρας, ΔΙΜΕΕ 2010.328). Επιπλέον, από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων των όρθρων 57, 59, 914, 932 ΑΚ και των άρθρων 361, 362, 363 και 367 ΠΚ συνάγεται ότι εκείνος του οποίου προσβάλλεται η προσωπικότητα α) με τη διατύπωση γι' αυτόν, γραπτά ή προφορικό, λέξεων ή φράσεων που κατά την κοινή αντίληψη περιέχουν είτε αμφισβήτηση της ηθικής και κοινωνικής αξίας του, είτε περιφρόνηση για το πρόσωπό του από το δράστη, ο οποίος γνωρίζει ότι με τέτοια οικειοθελή ενέργειά του προσβάλλεται η τιμή του άλλου και β) με ισχυρισμό ή διάδοση δυσφημιστικού γεγονότος, δηλαδή συμβάντος ή περιστατικού του παρόντος ή του παρελθόντος που υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό αποδείξεως, το οποίο (δυσφημιστικό γεγονός) μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, δικαιούται, εκτός άλλων, και την καταδίκη του υπαιτίου της δυσφημιστικής διάδοσης ή του εξυβριστικού ισχυρισμού στην καταβολή χρηματικού ποσού προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προσβολή. Οταν ο δράστης δεν γνώριζε το ψεύδος του γεγονότος που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ή είχε αμφιβολίες για αυτό, δεν στοιχειοθετείται μεν το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος άλλου, παραμένει όμως ως έγκλημα η απλή δυσφήμιση, που προσβάλλει επίσης την προσωπικότητα του άλλου σε βαθμό μη ανεκτό από την έννομη τάξη (ΑΠ 271/2012 ΝΟΜΟΣ). Τέτοιου είδους προσβολές μπορούν να προκληθούν και από δημοσίευμα στον τύπο ή από δηλώσεις σε ραδιοφωνική ή τηλεοπτική εκπομπή ή από αναρτήσεις στο διαδίκτυο, μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων ή άλλων ιστοτόπων, που λειτουργούν ως διεθνές μέσο διακίνησης πληροφοριών, με μεγάλη εμβέλεια δράσης, και μάλιστα παγκόσμια, και συνακόλουθα με αριθμό αποδεκτών όσων δια αυτού διαδίδονται, που μεγεθύνει την προβολή εκείνου που θίγεται από την διάδοση συκοφαντικών, δυσφημιστικών ή εξυβριστικών ισχυρισμών (ΕφΔωδ 220/2013 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 36/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 680/2009 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕφΑΘ 8962/2006 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 26 ΑΚ οι ενοχές από αδίκημα διέπονται από το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκημα. Τόπος τέλεσης του αδικήματος - και ως τέτοιο εννοείται η αδικοπραξία υπό ευρεία έννοια - είναι τόσο ο τόπος που ενήργησε ή παρέλειψε να ενεργήσει ο υπαίτιος της αδικοπραξίας όσο και ο τόπος στον οποίο επήλθε η ζημία. Στην περίπτωση δε που τα πραγματικά περιστατικά που υλοποιούν την αδικοπραξία, μεταξύ των οποίων και η επέλευση του ζημιογόνου αποτελέσματος, συντελούνται στο έδαφος περισσοτέρων πολιτειών, στον ζημιωθέντα απόκειται η επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου (ΑΠ 903/2010 ΝΟΜΟΣ). Έτσι, με τη δημοσίευση πληροφοριών μέσω ιστοσελίδας του διαδικτύου, τόπος τέλεσης της αδικοπραξίας είναι και κάθε τόπος όπου υπάρχει ή υπήρξε πρόσβαση στο επίμαχο δημοσίευμα που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο και επήλθε η ζημία, ο τόπος δε της συνήθους διαμονής του προσβληθέντος είναι ο τόπος στον οποίο κατά κύριο λόγο επήλθε η ζημία. Κατά το δίκαιο δε που ορίζει η διάταξη αυτή κρίνονται, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα ζητήματα: Αν η συγκεκριμένη πράξη αποτελεί αδίκημα, αν η υπαιτιότητα αποτελεί προϋπόθεση του αδικήματος και της υποχρεώσεως για αποζημίωση, αν και βάσει ποίων προϋποθέσεων θεμελιώνεται αντικειμενική ευθύνη σε βάρος κάποιου άλλου, ποια είναι το είδος και η έκταση της οφειλόμενης αποζημίωσης (άρθρα 914, 297, 298 για την περιουσιακή ζημία και 932 ΑΚ για τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης), πότε η πράξη είναι παράνομη, ποιος βαθμός υπαιτιότητας απαιτείται για τη θεμελίωση υποχρέωσης προς αποζημίωση, αν μεταξύ της πράξης και της ζημίας απαιτείται αιτιώδης συνάφεια, ποιες οι συνέπειες του συντρέχοντος πταίσματος του παθόντος, πότε παραγράφεται η σχετική αξίωση (ΑΠ 711/2011 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, για την εφαρμογή των διατάξεων του πδ τίθεται ως προϋπόθεση, σύμφωνα με την αρχή του κράτους προέλευσης, ο φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας να είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του πδ 131/2003, το εν λόγω προεδρικό διάταγμα εφαρμόζεται μόνον εφόσον ο φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα. Σύμφωνα δε με το ως άνω πδ, ως εγκατεστημένος φορέας παροχής υπηρεσιών ορίζεται ο φορέας, ο οποίος ασκεί ουσιαστικώς μια οικονομική δραστηριότητα μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης για αόριστη χρονική διάρκεια, ενώ η απλή παρουσία και η χρήση των τεχνικών μέσων και των τεχνολογιών που απαιτούνται για την παροχή της υπηρεσίας δεν συνιστούν εγκατάσταση του φορέα (βλ. Κ. Χριστοδούλου, Ευθύνη του παρόχου δικτύου για προσβολές της ιδιωτικής σφαίρας, ΔΙΜΕΕ 2010.328, Χ. Αποστολόπουλο, Η ερμηνεία της αρχής της χώρας προέλευσης στην οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο ως κανόνας σύγκρουσης του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, ΔΕΕ 2004.266). 
Με την υπό κρίση αγωγή, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι τον ... του 2012 αναρτήθηκε από αγνώστους στον ίδιο και μη δυνάμενους να εντοπισθούν διαχειριστές ιστολογίου ένα κείμενο με τίτλο ... με παράπλευρη φωτογραφία του ιδίου σε συγκεκριμένο ιστολόγιο (blog), όπου περιέχονται ψευδείς και συκοφαντικοί ισχυρισμοί εναντίον του ιδίου και της οικογένειάς του, τους οποίους οι συντάκτες του κειμένου δημοσίευσαν εν γνώσει της αναληθείας τους με σκοπό να πλήξουν την τιμή και την υπόληψή του και να προσβάλλουν την προσωπικότητά του. Ότι για το λόγο αυτό στις ...2012 επέδωσε στην εναγομένη, η οποία είναι πάροχος διαδικτυακών υπηρεσιών, μεταξύ των οποίων και η παροχή σε χρήστες διαδικτύου της υπηρεσίας εκείνης, δια της οποίας οι τελευταίοι δημιουργούν και διαχειρίζονται ιστολόγια, δηλαδή διαδικτυακά ημερολόγια με καταχωρήσεις απόψεων, και τα οποία συνδέονται με άλλους ιστότοπους και επιτρέπουν στους αναγνώστες τους να καταχωρήσουν δικά τους σχόλια, ανώνυμα ή επώνυμα, τα οποία είναι αναγνώσιμα, εξώδικη δήλωση - πρόσκληση, με την οποία την ενημέρωσε για το παράνομο περιεχόμενο του εκεί αναφερόμενου κειμένου, το οποίο είχε αναρτηθεί σε blog, τις υπηρεσίες του οποίου παρέχει η ίδια στους διαχειριστές του, καλώντας την να προβεί στις κατάλληλες εκείνες ενέργειες προκειμένου το ως άνω συκοφαντικό κείμενο να αποσυρθεί από το blog στο οποίο αναρτήθηκε και από κάθε άλλο blog και ιστοσελίδα, στα οποία αναρτήθηκε. Ότι κατόπιν αδράνειας της εναγομένης, υπέβαλε αίτηση λήψης προσωρινών μέτρων προστασίας της προσωπικότητάς του από την προσβολή που επαγόταν η παραμονή του ως άνω κειμένου στο ιστολόγιο που είχε αναρτηθεί, την οποία το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκανε δεκτή, υποχρεώνοντας την εναγομένη να προβεί σε διαγραφή από το blog ... του κειμένου με το ως άνω περιεχόμενο συνοδευόμενο από τη φωτογραφία του ενάγοντος και να καταργήσει αντίγραφα αρχείων/σελίδων που περιλαμβάνουν το ως άνω κείμενο, καθώς είχε επακολουθήσει αναπαραγωγή του από άλλους αποδέκτες υπηρεσιών της. Ότι απόσπασμα της ως άνω απόφασης επέδωσε στην πληρεξούσια δικηγόρο και νόμιμη αντίκλητο της εναγομένης, ώστε να λάβει αυτή γνώση και να συμμορφωθεί στο διατακτικό της ως άνω απόφασης. Ότι η εναγομένη δεν συμμορφώθηκε στις επιταγές της ως άνω δικαστικής απόφασης κατά παράβαση των επιτακτικών διατάξεων του πδ 131/2003, όπου προβλέπεται υποχρέωση του παρόχου υπηρεσιών διαδικτύου, μόλις πληροφορηθεί παράνομη δραστηριότητα ή πληροφορία, να άρει την προσβολή, καθώς δεν απέσυρε ή και δεν κατέστησε ανέφικτη την πρόσβαση στο ως άνω κείμενο και τα αντίγραφα αυτού, με αποτέλεσμα από την υπαίτια και παράνομη αυτή συμπεριφορά της (τη διατήρηση δηλαδή της ανάρτησης του επίμαχου δημοσιεύματος), να υποστεί ο ίδιος μη περιουσιακή ζημία από την εξακολουθούμενη συκοφάντησή του και τη συνεχιζόμενη προσβολή της προσωπικότητάς του. Με βάση το ιστορικό αυτό, μετά και το νομότυπο περιορισμό του αιτήματός του αναφορικά με το κονδύλι της ηθικής βλάβης, το οποίο περιορίζει στο ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, να υποχρεωθεί η εναγόμενη, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή 1) να απομακρύνει οριστικά το επίμαχο συκοφαντικό κείμενο από το ιστολόγιο στο οποίο έχει αναρτηθεί καθώς και από κάθε άλλο blog που φιλοξενεί στο δίκτυό της ή άλλο διαδικτυακό τόπο που φιλοξενεί ή στο οποίο παρέχει πρόσβαση και στο οποίο έχει αναπαραχθεί το κείμενο και να υποχρεωθεί να απενεργοποιήσει την πρόσβαση σε αυτό, εφόσον φιλοξενείται σε άλλα δίκτυα που δεν της ανήκουν ή δεν τα διαχειρίζεται, 2) να παρεμποδίζει μελλοντικά κάθε μελλοντική ανάρτηση ομοίου περιεχομένου με το επίμαχο δημοσίευμα και να απαγορευθεί να απονέμει σε αυτό νέα διεύθυνση «url», 3) να καταργήσει τα αποθηκευμένα αντίγραφα αρχείων/σελίδων που περιέχουν το επίμαχο συκοφαντικό κείμενο, υπό την απειλή χρηματικής ποινής 50.000 ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσής της προς το διατακτικό της απόφασης, 4) να καταχωρήσει στο ιστολόγιο (blog) όπου έχει αναρτηθεί το συκοφαντικό κείμενο το περιεχόμενο της παρούσας απόφασης, υπό την απειλή χρηματικής ποινής 50.000 ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσής της προς το διατακτικό της απόφασης, 5) να δημοσιεύσει με δικές της δαπάνες την απόφαση που θα εκδοθεί επί της αγωγής του σε δύο ημερήσιες και σε δύο οικονομικές εφημερίδες των Αθηνών, 6) να του καταβάλει το ποσό του 1.000.000 ευρώ για τη χρηματική του ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη συνεπεία της διατήρησης της ανάρτησης του επίμαχου δημοσιεύματος και να καταδικαστεί αυτή στη δικαστική του δαπάνη. 
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο έχει δικαιοδοσία, καθώς από την μη προβολή σχετικής ένστασης από την παρισταμένη στη δίκη εναγόμενη, συνάγεται ύπαρξη σιωπηρής δικονομικής συμφωνίας δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων και είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 3, 7, 9 εδ. α', 10, 18 παρ. 1 ΚΠολΔ) κατά την τακτική διαδικασία. Είναι δε ορισμένη (άρθρο 216 ΚΠολΔ), πλην του αιτήματος που αφορά στην υποχρέωση της εναγομένης να απομακρύνει το κείμενο με τίτλο από κάθε άλλο blog που φιλοξενεί στο δίκτυό της ή άλλο διαδικτυακό τόπο που φιλοξενεί ή στο οποίο παρέχει πρόσβαση και στο οποίο έχει αναπαραχθεί το ως άνω κείμενο, καθώς και να απενεργοποιήσει την πρόσβαση σε αυτό, εφόσον φιλοξενείται σε άλλα δίκτυα που δεν της ανήκουν ή δεν τα διαχειρίζεται, το οποίο κρίνεται απορριπτέο ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας, γενομένου δεκτού και του σχετικού ισχυρισμού της εναγομένης. Και τούτο διότι κάθε αναρτημένο στο διαδίκτυο κείμενο προσδιορίζεται και εξειδικεύεται από μία συγκεκριμένη διεύθυνση, από ένα συγκεκριμένο «url», το οποίο είναι μοναδικό. Έτσι, όταν ένα κείμενο εμφανίζεται περισσότερες από μία φορές στο διαδίκτυο, αυτό πραγματώνεται με διαφορετικές διευθύνσεις, ήτοι διαφορετικά «urls». Προκειμένου δε ο φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας να απομακρύνει ένα κείμενο με παράνομο περιεχόμενο, πρέπει αυτό να είναι ειδικά και συγκεκριμένα προσδιορισμένο, και δη να προσδιορίζεται η ακριβής διεύθυνση με την οποία έχει αναρτηθεί στο διαδίκτυο. Ειδικότερα, όταν ζητείται η διακοπή πρόσβασης ή η απομάκρυνση συγκεκριμένης ανάρτησης στο διαδίκτυο, πρέπει αυτή να εξειδικεύεται ως προς τη διεύθυνση με την οποία εμφανίζεται στο διαδίκτυο, ήτοι να αναφέρεται η συγκεκριμένη διεύθυνση διαδικτύου ή/και οι διαδικτυακοί τόποι με συγκεκριμένα ονόματα, των οποίων ζητείται η διακοπή πρόσβασης ή η απομάκρυνση, ώστε, μεταξύ άλλων, να αποφεύγεται ο κίνδυνος να απομακρυνθεί και ανάρτηση, της οποίας το περιεχόμενο δεν έχει κριθεί παράνομο. Διαφορετικά, ο φορέας παροχής υπηρεσιών θα ήταν υποχρεωμένος να προβεί σε ενεργή αναζήτηση στο σύνολο των πληροφοριών που έχουν αποθηκεύσει στους υπολογιστές της υπηρεσίας κοινωνικής δικτύωσης οι χρήστες, ώστε να εντοπίσει το συγκεκριμένο κείμενο και να το απομονώσει. Εν προκειμένω, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι καθίσταται τεχνικά δυνατό στην εναγομένη να εντοπίσει τους διαδικτυακούς τόπους όπου ευρίσκεται καταχωρημένο το επίμαχο δημοσίευμα και να το απομακρύνει ή να απενεργοποιήσει την πρόσβαση σε αυτό, χρησιμοποιώντας την μηχανή αναζήτησης που η ίδια διαθέτει και πληκτρολογώντας τον τίτλο του εν λόγω δημοσιεύματος. Η εναγόμενη από την άλλη πλευρά, προβάλει τη λειτουργική της αδυναμία να πράξει τα ανωτέρω προτεινόμενα, μη αρνούμενη την τεχνική της δυνατότητα προς τούτο. Ωστόσο, μία ενεργή δραστηριοποίηση της εναγομένης προς αυτή την κατεύθυνση, θα κατέληγε στο να επωμίζεται η τελευταία το βάρος μίας γενικευμένης, εν τέλει, παρακολούθησης όλων των μεταδιδόμενων πληροφοριών και να πραγματοποιεί έλεγχο αυτών (των μεταδιδόμενων πληροφοριών), με παρέμβαση ανθρώπινου παράγοντα, προκειμένου να διαπιστώσει εάν το επίμαχο δημοσίευμα έχει αναρτηθεί είτε στο σύνολό του, είτε απόσπασμα αυτού, είτε με τον προαναφερόμενο τίτλο, είτε χωρίς αυτόν, είτε με διάφορο τίτλο και να προβεί στην απομάκρυνση αυτού ή την απαγόρευση πρόσβασης σε αυτό. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν γίνεται αποδεκτό, δεδομένου και του σκοπού του προαναφερόμενου πδ, και συνεπώς, προκειμένου μία δικαστική απόφαση να υποχρεώσει έναν πάροχο πρόσβασης στο διαδίκτυο να απομακρύνει συγκεκριμένο κείμενο, δια του οποίου τελούνται άδικες πράξεις, πρέπει να προσδιορίζονται οι εξατομικευμένοι διαδικτυακοί τόποι, οι εξατομικευμένες ιστοσελίδες κάποιου ιστότοπου ή ιστολογίου, στις οποίες εμπεριέχεται το παράνομο αυτό περιεχόμενο, είτε στο σύνολό του, είτε απόσπασμα αυτού, ανεξάρτητα από την τεχνική δυνατότητα του φορέα παροχής υπηρεσιών διαδικτύου να το πράξει, καθώς θα τον υποχρέωνε να προβεί σε δραστήρια αναζήτηση, όχι μόνο των urls με τα οποία εντοπίζεται το επίμαχο κείμενο ως σύνολο και με βάση το συγκεκριμένο τίτλο, αλλά το σύνολο των διαδικτυακών τόπων όπου αυτό εμφανίζεται ως απόσπασμα και με διαφορετικό ή καθόλου τίτλο. Κατόπιν των ανωτέρω, ο ενάγων όφειλε, προκειμένου το αίτημά του περί απομάκρυνσης του φερόμενου ως συκοφαντικού και παράνομου κειμένου να κριθεί ορισμένο, να εξατομικεύσει τις διευθύνσεις «urls», όπου εκείνος θεωρεί ότι αυτό εντοπίζεται, είτε ως σύνολο, είτε ως απόσπασμα, προκειμένου η εναγόμενη να προβεί, μέσω του εγκατεστημένου συστήματός της, λειτουργώντας με αυτοματοποιημένο τρόπο, στη διαγραφή ή κατάργηση του κειμένου που εμφανίζεται στο διαδίκτυο υπό συγκεκριμένο «url» και να μην προβεί σε έντονη και διαρκή δραστήρια αναζήτηση ιστοτόπων και ιστολογιών για τον εντοπισμό του. Κατά το μέρος δε που κρίθηκε ορισμένη, η υπό κρίση αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 71, 299, 914, 932 ΑΚ, 362, 363 ΠΚ, 1, 2, 11, 12, 13, 14 του πδ 131/2003, 176, 907, 908 παρ. 1, 947 ΚΠολΔ, έχοντος εφαρμογή του ελληνικού δικαίου ως προς την εναγόμενη εταιρία βάσει του άρθρου 26 ΑΚ, δοθέντος ότι, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, στην ελληνική επικράτεια, όπου κατοικεί ο ενάγων, επήλθε (κατά κύριο μάλιστα λόγο) η ζημία, δηλαδή η επικαλούμενη συκοφαντική του δυσφήμηση και προσβολή της προσωπικότητάς του από την επικαλούμενη παράλειψη της εναγομένης να ενεργήσει κατά τις επιταγές του ως άνω πδ, ώστε να αφαιρεθεί δημοσίευμα αποδέκτη των υπηρεσιών της, ως το δίκαιο του τόπου όπου επήλθε η επικαλούμενη από την αδικοπραξία ζημία, ενώ παράλληλα η εναγόμενη εταιρία παροχής υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο έχει και παρουσία στην ελληνική επικράτεια, όπου διατηρεί εγκατάσταση δραστηριότητας, με έδρα στην Αθήνα, Λεωφ. Μεσογείων αριθμ. 2-4, όπως προκύπτει από τη σχετική από ... αίτηση ασφαλιστικών μέτρων που κατέθεσε ο ενάγων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 10202/2012 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου αντιμωλία των διαδίκων, καθώς και την από ... εξώδικη δήλωση - πρόσκληση του ενάγοντος, και ασκεί οικονομική δραστηριότητα. Ωστόσο, απορριπτέο ως μη νόμιμο κρίνεται το αίτημα του ενάγοντος να υποχρεωθεί η εναγόμενη να παρεμποδίζει μελλοντικά κάθε μελλοντική ανάρτηση όμοιου περιεχομένου δημοσιεύματος και ειδικότερα να απαγορευθεί σε αυτή να απονέμει νέα διεύθυνση «url» στο επίμαχο αρχείο/κείμενο, δοθέντος ότι, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε ότι ο φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας θα έπρεπε να εφαρμόσει μία μέθοδο καθολικού φιλτραρίσματος, με σκοπό να εντοπίσει και να αποκλείσει την πρόσβαση στο περιεχόμενο των διαδικτυακών εκείνων τόπων, όπου θα ήταν αναρτημένο μέρος ή το σύνολο του επίμαχου δημοσιεύματος. Συγκεκριμένα, ο πάροχος θα ήταν υποχρεωμένος να εγκαταστήσει φίλτρο περιορισμού, προληπτικά, για απεριόριστο χρονικό διάστημα και με δικές του δαπάνες, παραβιάζοντας έτσι θεμελιώδη δικαιώματα όπως το δικαίωμα του παρόχου στην επιχειρηματικότητα και την ελευθερία διάδοσης πληροφοριών. Εν προκειμένω, ο ενάγων ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη να παρεμποδίζει μελλοντικά την ανάρτηση όμοιου περιεχομένου δημοσιεύματος, γεγονός, ωστόσο, που θα υποχρέωνε την τελευταία να θέσει σε λειτουργία, ως προαναφέρθηκε, σύστημα φιλτραρίσματος, ώστε να ελέγχει το σύνολο των πληροφοριών που έχουν αποθηκεύσει στους υπολογιστές της υπηρεσίας κοινωνικής δικτύωσης οι χρήστες, προληπτικά, με έξοδα που θα βάρυναν την ίδια, και χωρίς περιορισμό ως προς τη χρονική διάρκεια εφαρμογής του φίλτρου, γεγονός που θα ερχόταν σε αντίθεση με το σκοπό του ως άνω πδ, όπου τα μέτρα πρόληψης των προσβολών δεν πρέπει να είναι αδικαιολόγητα περίπλοκα και δαπανηρά. Επιπλέον, απορριπτέο ως μη νόμιμο κρίνεται και το αίτημα του ενάγοντος να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταχωρήσει στο ίδιο blog και με τα ίδια στοιχεία το περιεχόμενο της εκδοθησόμενης απόφασης, δοθέντος ότι, ως προκύπτει, η εναγόμενη δεν είναι η ίδια κάτοχος και διαχειριστής του εν λόγω ιστολογίου, στο οποίο αναρτήθηκε το επικαλούμενο παράνομο δημοσίευμα και, συνεπώς, δεν δύναται να διαταχθεί να καταχωρήσει η ίδια σε αυτό την παρούσα απόφαση. Συνεπώς, πρέπει η υπό κρίση αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. 
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, ενός από κάθε πλευρά, που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο και περιέχονται στα υπ' αριθμ. ... πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου, από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τον ενάγοντα υπ' αριθμ. ... και ... ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του, ..., αντίστοιχα, ληφθείσες ενώπιον ..., που λήφθηκαν κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγομένης και του πληρεξουσίου δικηγόρου και αντικλήτου της (ΑΠ 319/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 229/2002 ΕΕργΔ 2003.1172, Μ. Μαργαρίτης, ΕρμΚΠολΔ I, εκδ. 2012, 270 αριθ. 18, για το παραδεκτό της κλήτευσης με τον τρόπο αυτό), όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες με επίκληση υπ' αριθμ. ... αντίστοιχα εκθέσεις   επίδοσης   του   δικαστικού   επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών..., από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από την εναγομένη υπ' αριθμ. ... ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της, ..., ληφθείσες ενώπιον του ασκούντος συμβολαιογραφικά καθήκοντα σε αναπλήρωση του Γενικού Προξένου της Ελλάδας στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στον ... της πολιτείας ...των ΗΠΑ, ..., και της διευθύνουσας το Προξενικό Γραφείο στην Πρεσβεία της Ελλάδος στην ... και εκτελούσης συμβολαιογραφικά καθήκοντα, ..., αντίστοιχα, που λήφθηκαν κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του πληρεξουσίου δικηγόρου και αντικλήτου του ενάγοντος που υπογράφει το δικόγραφο της αγωγής, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες με επίκληση υπ' αριθμ. ... εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ..., από το σύνολο των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα οι διάδικοι, μερικά από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς, τα οποία εκτιμώνται και προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, με τη διευκρίνιση ότι τα κείμενα που έχουν συνταχθεί στα αγγλικά και προσκομίζονται από τους διαδίκους αμετάφραστα, συνιστούν μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα και λαμβάνονται υπόψη «συμπληρωματικά» κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 270 παρ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 949/2015 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 242/2012 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 884/2005 ΕλλΔνη 2006.1100), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Στις ...2012, αναρτήθηκε στο ιστολόγιο (blog) με την επωνυμία ..., το οποίο φιλοξενείται από την εναγομένη εταιρία, η οποία είναι φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας και παρέχει στους χρήστες του διαδικτύου την υπηρεσία, δια της οποίας δύνανται να δημιουργήσουν και να διαχειρίζονται ιστολογία, ως το ανωτέρω, ένα κείμενο με τον τίτλο ..., έχοντας παραπλεύρως αυτού τη φωτογραφία του ενάγοντος, ο οποίος είναι επιχειρηματίας δραστηριοποιούμενος, μαζί με τα μέλη της οικογένειάς του, στο χώρο των πετρελαιοειδών, της εμπορικής ναυτιλίας και σε άλλους χώρους, διαθέτοντας εταιρίες, οι οποίες στο σύνολό τους συγκροτούν τον «Όμιλο ...». Στο ως άνω κείμενο αναφερόταν ότι ... . 
Ο ενάγων, μόλις διαπίστωσε την ανάρτηση του ως άνω δημοσιεύματος στον εν λόγω διαδικτυακό τόπο, επέδωσε την από ...2012 εξώδικη δήλωση -πρόσκληση προς την εναγομένη, δυνάμει της οποίας την ενημέρωνε για το παράνομο περιεχόμενο του κειμένου, το οποίο είχε αναρτηθεί στο ιστολόγιο, τις υπηρεσίες του οποίου η τελευταία παρέχει στους διαχειριστές του, καλώντας την παράλληλα να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες προκειμένου να αποσυρθεί από αυτό το συκοφαντικό και προσβλητικό για τον ίδιο ως άνω κείμενο, χωρίς, ωστόσο, η εναγόμενη να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια. Περαιτέρω, ο ενάγων κατέθεσε την από ...2012 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, όπως αυτή συμπληρώθηκε με την από ...2012 αίτησή του, ζητώντας την απομάκρυνση του κειμένου, την κατάργηση των αποθηκευμένων αντιγράφων αυτής και την απαγόρευση απονομής νέας διεύθυνσης (url) στο ως άνω κείμενο. Επί των ως άνω αιτήσεων εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 10202/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), όπου αναφέρεται ότι το ως άνω κείμενο προσέβαλε την προσωπικότητα του αιτούντος (ήδη ενάγοντος), υποχρεώνοντας την καθ' ης η αίτηση (και ήδη εναγομένη) να διαγράψει από το blog ... το επίμαχο κείμενο και να καταργήσει τα αντίγραφα αρχείων/σελίδων που το περιλαμβάνουν, επιβάλλοντας χρηματική ποινή ποσού 20.000 ευρώ σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την απόφαση. Όπως δε προκύπτει από την υπ' αριθμ. ... έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ..., ακριβές αντίγραφο της ως άνω απόφασης επιδόθηκε στην ..., πληρεξούσια δικηγόρο της εναγομένης κατά τη δίκη των ασφαλιστικών μέτρων και νόμιμη αντίκλητό της (άρθρα 143 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ ΑΠ 205/2008 ΕΦΑΔ 2008.572, ΑΠ 909/2004 ΝΟΜΟΣ). Στη συνέχεια, η ως άνω απόφαση επιδόθηκε στην εναγομένη, δια του εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. ... έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή, η οποία, παρελήφθη στις 7.12.2012. Τέλος, η ως άνω απόφαση επιδόθηκε στην εναγομένη και στις 9.11.2012, όπως προκύπτει από το από 12.11.2012 αποδεικτικό επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ, ... , ημερομηνία παραλαβής, την οποία επιβεβαιώνει και η μάρτυρας αυτής, ..., με την από ... ένορκη βεβαίωσή της, απορριπτομένου του ισχυρισμού του ενάγοντος ότι η ίδια είχε λάβει γνώση από τις 9.9.2012. Περαιτέρω, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι το επίμαχο δημοσίευμα που περιήλθε σε γνώση των αναγνωστών - χρηστών του διαδικτύου, είναι ψευδές και συκοφαντικό στο σύνολό του, ο δε διαχειριστής του εν λόγω ιστολογίου προέβη στη δημοσίευσή του εν γνώσει της αναλήθειάς του, σκοπεύοντας στην επιχειρηματική και ηθική εξόντωσή του και με τον τρόπο αυτό από υπαιτιότητα προσέβαλε παράνομα την τιμή, την υπόληψη καθώς και την προσωπικότητά του. Ειδικότερα, στο ως άνω κείμενο αναφερόταν ότι η οικογένεια ..., γεγονότα και ισχυρισμοί, οι οποίοι ουδόλως αποδεικνύονται και είναι ψευδείς. Εξάλλου, όπως αποδείχτηκε δεν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη στον ενάγοντα ή άλλο μέλος της οικογένειάς του για καμία από τις ανωτέρω αποδιδόμενες σε αυτούς αξιόποινες πράξεις, ούτε έχει κληθεί από τον αρμόδιο Εισαγγελέα για σχετικές εξηγήσεις. Όπως δε καταθέτει ο μάρτυρας του ενάγοντος, ... , ο διαχειριστής του εν λόγω ιστολογίου ανήρτησε το κείμενο αυτό, έχοντας γνώση της αναληθείας του και προέβη στη δημοσίευση των φερόμενων ως αληθινών περιστατικών έχοντας ως σκοπό να τον δυσφημίσει και να βλάψει την τιμή, την υπόληψη και την προσωπικότητα του ενάγοντος. Η γνώση του διαχειριστή του ιστολογίου περί της αναλήθειας των υποστηριζόμενων στο επίμαχο δημοσίευμα επιρρωνύεται από το γεγονός ότι τα όσα αναφέρονται εμφανίζονται ως πραγματικές καταστάσεις και γεγονότα, όχι δηλαδή ως φήμες ή απόψεις που διαδίδονται από τρίτους. Συνοψίζοντας, το Δικαστήριο οδηγείται στην παραδοχή ότι όλα τα ανωτέρω γεγονότα και οι αναφορές που αποτελούσαν το περιεχόμενο του επίμαχου κειμένου, που περιήλθε σε γνώση των χρηστών του διαδικτύου, ήταν ικανά, κατά τα διδάγματα κοινής πείρας που το Δικαστήριο λαμβάνει αυτεπαγγέλτως υπόψη του (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), να επιφέρουν και πράγματι επέφεραν στη συγκεκριμένη περίπτωση βαρεία προσβολή της τιμής, της υπόληψης και της προσωπικότητας του ενάγοντος. Το προσβλητικό χαρακτήρα του ως άνω κειμένου διαπίστωσε και η προαναφερόμενη απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, δυνάμει της οποίας η εναγόμενη υποχρεώθηκε να διαγράψει το κείμενο από το συγκεκριμένο ιστολόγιο. Όπως δε αποδείχτηκε, η εναγόμενη, πληροφορούμενη τον παράνομο χαρακτήρα της εν λόγω ανάρτησης, στις 9.11.2012, όπως προκύπτει τόσο από τη σχετική έκθεση επίδοσης που προαναφέρθηκε όσο και από την κατάθεση της μάρτυρος της εναγομένης, συμμορφώθηκε εν μέρει με το περιεχόμενο της ως άνω απόφασης, και κατέστησε την εν λόγω ανάρτηση μη διαθέσιμη. Τούτο δε αποδεικνύεται τόσο από τις καταθέσεις των μαρτύρων της, όσο και από το προσκομιζόμενο με επίκληση έγγραφο, το οποίο συνιστά εκτύπωση από την αντίστοιχη σελίδα στο διαδίκτυο και από το οποίο προκύπτει ότι η εναγόμενη, ανταποκρινόμενη σε νομικό αίτημα που της υποβλήθηκε κατήργησε την συγκεκριμένη κοινότητα. Πράγματι, η εναγόμενη, μόλις έλαβε γνώση της προαναφερόμενης απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων που έκρινε ως παράνομο το περιεχόμενο της ανάρτησης και την υποχρέωνε να το απομακρύνει, το έπραξε εντός ευλόγου χρόνου, απορριπτομένου του σχετικού περί του αντιθέτου ισχυρισμού του ενάγοντος. Ειδικότερα, αποδείχτηκε ότι η εναγόμενη, μόλις πληροφορήθηκε την ως άνω απόφαση, δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της και αντικλήτου, προέβη στην απομάκρυνση αυτού εντός 17 ημερών, χρόνος ο οποίος κρίνεται, ενόψει όλων των συνθηκών, εύλογος, σε κάθε δε περίπτωση, όταν της επιδόθηκε η ως άνω απόφαση δια δικαστικού επιμελητή στην έδρα της στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ, στις 9.11.2012, απομάκρυνε την εν λόγω ανάρτηση αυθημερόν. Το γεγονός δε της μερικής κατάργησης της επίμαχης σελίδας του ιστολογίου συνομολογείται και από τον ενάγοντα με τις προτάσεις του. Επιπλέον, η εναγόμενη, στις 12.5.2014, προέβη σε αποκλεισμό του επίμαχου δημοσιεύματος και από τρεις άλλες διευθύνσεις που της γνωστοποίησε ο ενάγων, ήτοι από τις ..., όπως προκύπτει από τη σχετική ένορκη κατάθεση της μάρτυρος της εναγομένης. Ωστόσο, ουδόλως αποδείχτηκε ότι η εναγόμενη κατήργησε και τα αντίγραφα των αρχείων/σελίδων που περιλαμβάνουν το ανωτέρω κείμενο, απορριπτομένου του σχετικού ισχυρισμού της ότι ο ενάγων για πρώτη φορά ζήτησε την κατάργηση του αντιγράφου της επίμαχης διεύθυνσης στις 8.5.2014, καθώς ήδη δυνάμει της ως άνω απόφασης ασφαλιστικών μέτρων η εναγόμενη είχε υποχρεωθεί να προβεί σε κατάργηση αυτών. Ειδικότερα, όπως αποδεικνύεται από τις από 16.11.2012, 17.11.2012, 5.12.2012, 19.12.2012, 8.1.2013, 3.3.2013, 24.8.2013, 17.9.2013 και 4.5.2015 εκτυπώσεις της επίμαχης ηλεκτρονικής σελίδας πράγματι η προσωρινά αποθηκευμένη σελίδα του εν λόγω ιστολογίου εμφανιζόταν στο διαδίκτυο, χωρίς να έχει καταργηθεί, ως διέτασσε η προαναφερόμενη απόφαση ασφαλιστικών μέτρων. Σύμφωνα δε με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η εναγόμενη, ως πάροχος υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας, συνισταμένης στην αποθήκευση πληροφοριών παρεχομένων από ένα αποδέκτη υπηρεσίας, εν προκειμένω το διαχειριστή του ιστολογίου, ευθύς μόλις ενημερώθηκε για το παράνομο περιεχόμενο της ανάρτησης, όφειλε να απομακρύνει τόσο το επίμαχο κείμενο όσο και τα αντίγραφα αυτού, τα οποία το περιλαμβάνουν. Ειδικότερα, μόλις της γνωστοποιήθηκε η απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων που διέτασσε τα ανωτέρω, όφειλε να διαγράψει όχι μόνο το ίδιο το κείμενο, όπως και έπραξε κατά τα προαναφερόμενα, αλλά και τα αποθηκευμένα αρχεία που το περιλαμβάνουν. Δοθέντος δε ότι η εναγόμενη δεν το έπραξε, καθώς ως αποδείχτηκε τα αποθηκευμένα αρχεία της εν λόγω ανάρτησης εντοπίστηκαν στο διαδίκτυο κατά τις προαναφερόμενες ημερομηνίες, ευθύνεται έναντι του ενάγοντος, η προσωπικότητα του οποίου επλήγη από την παράλειψη ενέργειας της εναγομένης προς αυτή την κατεύθυνση. Συνακόλουθα των ανωτέρω, δεδομένης της ως άνω αδράνειας της εναγομένης να αφαιρέσει το παράνομο δυσφημιστικό κείμενο, παρόλο που είχε λάβει πραγματική γνώση αυτού, η ίδια υπέχει έναντι του ενάγοντος ευθύνη, κατά το αναφερόμενο στη μείζονα σκέψη της παρούσας πδ, και συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που αυτός υπέστη. Περαιτέρω, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη του το μέγεθος της προσβολής του ενάγοντος από τη δημοσίευση του επίμαχου δημοσιεύματος και τη διάδοση, μέσω αυτού, του ψευδούς περιεχομένου σε απροσδιόριστο αριθμό ατόμων, που έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, τον βαθμό του πταίσματος που συντρέχει στο πρόσωπο της εναγομένης από την μη απομάκρυνση της ανάρτησης αφού η ίδια έλαβε γνώση του περιεχομένου της, το γεγονός ότι ο ενάγων δοκίμασε έντονη στενοχώρια και θλίψη, καθόσον δυσφημίστηκε και εκτέθηκε στον επαγγελματικό και κοινωνικό του περίγυρο, εξαναγκαζόμενος να υποβληθεί σε δικαστικούς αγώνες για την υπεράσπιση του προσώπου του καθώς και την κοινωνική και οικονομική θέση και κατάσταση των μερών κρίνει ότι εύλογο ποσό χρηματικής του ικανοποίησης, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προμνησθείσα παράνομη και υπαίτια πράξη της εναγομένης είναι το ποσό των 100.000 ευρώ. 
Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ' ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να απομακρύνει οριστικά (διαγράψει) το επίμαχο συκοφαντικό κείμενο με τίτλο ... από το ιστολόγιο στο οποίο έχει αναρτηθεί, και συγκεκριμένα από το ..., να καταργήσει τα αποθηκευμένα αντίγραφα του ως άνω ιστολογίου ..., τα οποία περιέχουν το ως άνω συκοφαντικό κείμενο με τίτλο ..., καθώς και να καταβάλει στον ενάγοντα, ως αποζημίωση για την προσβολή της προσωπικότητάς του και την εντεύθεν προκληθείσα ηθική βλάβη του το συνολικό ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, χωρίς νόμιμο τόκο, ελλείψει σχετικού αιτήματος. Καθόσον δε η επιχείρηση της πράξη αυτής εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούλησή της, αφού δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο, θα πρέπει να απειληθεί σε βάρος της χρηματική ποινή, για την περίπτωση που δεν το πράξει (άρθρο 946 ΚΠολΔ), η οποία ανέρχεται στο ποσό των 1.000 ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης της απομάκρυνσης (κατάργησης - διαγραφής) των προαναφερόμενων σελίδων. Επιπλέον, το Δικαστήριο κρίνει η παρούσα απόφαση δεν πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση θα επιφέρει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, ενώ επίσης δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις προς τούτο.


Σάββατο 11 Ιουνίου 2016

Το ναυάγιο



Μα ναι τα σύννεφα περπατάνε
πάνω στα μάτια σου
κάτω απ'τον Θεό σου
ηλιοκαμένο το βλέμμα σου
προξένησε λίγη βροχή
να λάμψουν τ'άστρα
και οι αναμνήσεις
αναζωπυρώθηκαν
από ανταγωνισμό
να μην ξεδιψάσουν
διψάω για το παρελθόν
όταν οι ουρανοί μας
έδιναν ραντεβού στο αρχιπέλαγος
τώρα με ποια βάρκα
σε ποια θάλασσα
με πόση πια δύναμη
να πνίξω την αντανάκλασή σου
πάνω στην πίστα που επιπλέω
μου υπόσχεσαι πως
αν θαύμα το πούνε οι άλλοι
εσύ θα πιστέψεις την πραγματικότητα
μου δίνεις όρκο τιμής κι'ατιμίας
πως τις στάχτες θα πετάξεις μεσοπέλαγα
ν'αναγεννηθεί γνήσι'αγάπη
κι ας μ'έπνιξες σε πρόωρο ναυάγιο

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...