Α2' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αθανάσιο
Κουτρομάνο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Γεράσιμο
Φουρλάνο, Εμμανουήλ Κλαδογένη και Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του,
στις 23 Σεπτεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης
Σιταρά, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Ο. Π. του Κ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Κωνσταντίνα Χόρτη.
Του αναιρεσιβλήτου: Β. Τ. του Ε., κατοίκου ..., ο
οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Φωτεινή Κανέτη με
δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 3-11-2006
αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο
Λαμίας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 16/2008 μη οριστική και 148/2010
οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 85/2012 του Εφετείου Λαμίας. Την
αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 5-9-2012
αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που
εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο
πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Εμμανουήλ Κλαδογένης διάβασε την από
13-9-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως
αναιρέσεως.
Η πληρεξούσια του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 περ.α' ΚΠολΔ: "
Αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου,
στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των
δικαιοπραξιών...". Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοσθεί ενώ
συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν
εφαρμοσθεί ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν
εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία,
είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Με αυτόν τον λόγο
αναιρέσεως ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του
νόμω βάσιμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα
νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται,
δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κλπ. ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν,
κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή
απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ'ουσίαν. Εξάλλου, κατά την έννοια των
άρθρων 57 και 59 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητα του
έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί
στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις
αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, το δε δικαστήριο με την απόφαση του,
ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το
είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να
ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση
συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε
επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Τέτοιο προστατευόμενο έννομο αγαθό
είναι και η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου. Περαιτέρω, κατά το άρθρο
914 ΑΚ: "'Οποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να
τον αποζημιώσει". Κατά δε το άρθρο 932 AK: "Σε περίπτωση αδικοπραξίας,
ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο
μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση
λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της
υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του". Για
να γεννηθεί αξίωση προστασίας από προσβολή της προσωπικότητας, κατά τις
διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 932 του ΑΚ, θα πρέπει η προσβολή να
είναι παράνομη, να αντίκειται δηλαδή σε διάταξη που απαγόρευε
συγκεκριμένη πράξη, με την οποία προσβάλλεται έκφανση αυτής, είναι δε
αδιάφορο σε ποιο τμήμα δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την
προσβολή. Έτσι, η προσβολή μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη
πράξη, όπως εξύβριση, απλή δυσφήμηση ή συκοφαντική δυσφήμηση, που
προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και
363 του Π.Κ. Αντικείμενο προσβολής είναι η τιμή και η υπόληψη του
φυσικού προσώπου. Ο νόμος θεωρεί ως προστατευόμενο αγαθό την τιμή ή την
υπόληψη του προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας
και κινείται στα πλαίσια της συναλλακτικής ευθύτητας. Η τιμή του
προσώπου θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας, η οποία πηγή έχει την
ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Το άδικο των
προβλεπομένων στα άρθρα 361 επ. Π.Κ. πράξεων αίρεται σύμφωνα με το άρθρο
367 παρ.1 περ.α'-δ' Π.Κ., μεταξύ των άλλων περιπτώσεων που προβλέπονται
στο άρθρο αυτό, και όταν πρόκειται για εκδηλώσεις που γίνονται για την
εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων,την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη
διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή
σε ανάλογες περιπτώσεις (περ. γ' και δ'). Η τελευταία αυτή διάταξη (ΠΚ
367) για την ενότητα της έννομης τάξης εφαρμόζεται αναλογικά και στο
χώρο το ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις
προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. ΑΚ. Επομένως,
αιρομένου του άδικου χαρακτήρα των προαναφερθεισών αξιόποινων πράξεων
(με την επιφύλαξη της ΠΚ 367 § 2) αποκλείεται και το στοιχείο του
παρανόμου της επιζήμιας συμπεριφοράς, ως όρος της αντίστοιχης
αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. Έτσι, η προβολή περίπτωσης του άρθρου
367 § 1 του ΠΚ, αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό καταλυτικό της αγωγής του
προσβληθέντος λόγω άρσης του παρανόμου της προσβολής. Όμως, ο άδικος
χαρακτήρας της προσβολής, ως προς τις εξυβριστικές ή δυσφημιστικές
εκφράσεις που περιέχει, δεν αίρεται λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος
κλπ. και συνεπώς παραμένει η ποινική ευθύνη των κατά το νόμο υπευθύνων,
άρα και η υποχρέωση τους προς αποζημίωση κατά το αστικό δίκαιο, όταν
συντρέχει μία από τις περιπτώσεις της ΠΚ 367 § 2, δηλαδή, όταν οι
επίμαχες κρίσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της
συκοφαντικής δυσφήμισης των άρθρων 363-362 ΠΚ, ή όταν από τον τρόπο
εκδηλώσεως, ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη,
προκύπτει σκοπός εξυβρίσεως, δηλαδή πρόθεση που κατευθύνεται ειδικά στην
προσβολή της τιμής του άλλου (Α.Π.121/2012, Α.Π. 109/2012). Τέλος, 1)
από το άρθρο 2 παρ.5 Ν.2889/2001 (Εθνικό Σύστημα Υγείας και άλλες
διατάξεις), όπως ίσχυε μέχρι της κατά την 3-5-2005 καταργήσεώς του με το
άρθρο 42 παρ.1 Ν.3329/2005, προκύπτει ότι ο πρόεδρος του Πε.Σ.Υ.Π.
(Περιφερειακού Συστήματος Υγείας), το όποιο ήταν Ν.Π.Δ.Δ., είχε, μεταξύ
των άλλων, τις αρμοδιότητες να "Εποπτεύει και εξασφαλίζει την ορθή και
αποτελεσματική λειτουργία τόσο της Κεντρικής Υπηρεσίας του Πε.Σ.Υ. όσο
και των αποκεντρωμένων μονάδων"και να "Συγκαλεί το Δ.Σ. του Πε.Σ.Υ. και
διευθύνει τις συνεδριάσεις του". Και 2) από τον συνδυασμό των διατάξεων
των άρθρων 2 περ.α' και β', 4, 5 παρ.παρ.1, 2 περ.β' και 7 Ν.2472/1997
(Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων)
συνάγεται, ότι α) η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρος
επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει την
συγκατάθεσή του, κατ' εξαίρεση δε και χωρίς την συγκατάθεσή του, μεταξύ
των άλλων περιπτώσεων και όταν η επεξεργασία είναι αναγκαία για την
εκπλήρωση υποχρεώσεως του υπεύθυνου επεξεργασίας, η οποία επιβάλλεται
από τον νόμο, β) ότι η συλλογή και επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων, στα
οποία περιλαμβάνονται και τα δεδομένα τα οποία αφορούν ποινικές διώξεις
ή καταδίκες, απαγορεύεται κατά κανόνα και κατ'εξαίρεση επιτρέπεται στις
αναφερόμενες από τον νόμο περιπτώσεις, εφόσον προηγηθεί πάντοτε άδεια
της Αρχής. Από την διάταξη δε του άρθρου 23 παρ.1 Ν.2472/1997 η οποία
ορίζει: "Φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που κατά
παράβαση του παρόντος νόμου προκαλεί περιουσιακή βλάβη, υποχρεούται σε
πλήρη αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη, υποχρεούται σε χρηματική
ικανοποίηση. Η ευθύνη υπάρχει και όταν ο υπόχρεος όφειλε να γνωρίζει την
πιθανότητα να επέλθει βλάβη σε άλλον", σε συνδυασμό με τις διατάξεις
των άρθρων 57, 59, 299 και 932 Α.Κ. συνάγεται, ότι σε περίπτωση κατά την
οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας προκαλεί ηθική βλάβη στο υποκείμενο των
προσωπικών δεδομένων, η ευθύνη του πρώτου για χρηματική ικανοποίηση του
τελευταίου είναι νόθος αντικειμενική και προϋποθέτει α) συμπεριφορά
(πράξη ή παράλειψη) που παραβιάζει τις διατάξεις του ν.2472/1977 ή (και)
των κατ'εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών κανονιστικών πράξεων της Αρχής,
β) ηθική βλάβη, γ) αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς και της
ηθικής βλάβης και δ) υπαιτιότητα, ήτοι γνώση ή υπαίτια άγνοια αφενός των
περιστατικών που συνιστούν την παράβαση και αφετέρου της πιθανότητας να
επέλθει ηθική βλάβη. Η ύπαρξη υπαιτιότητας τεκμαίρεται, και ως εκ
τούτου ο υπεύθυνος επεξεργασίας, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη
του, έχει το βάρος να αποδείξει ότι ανυπαιτίως αγνοούσε τα θεμελιωτικά
του πταίσματος του πραγματικά γεγονότα. Για τη χρηματική ικανοποίηση
λόγω ηθικής βλάβης επιδικάζεται, κατ'ελάγχιστο όριο, ποσό 2.000.000
δραχμών, εκτός αν ζητήθηκε μικρότερο ποσό ή η παράβαση οφείλεται σε
αμέλεια, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ως άνω άρθρου 23 Ν.2472/1997
(Α.Π. 1923/2006).
Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε με
την προσβαλλομένη απόφασή του τα ακόλουθα: " Ο εναγόμενος, κατά το
χρονικό διάστημα 5/1/2004 μέχρι 14/5/2005 εκτελούσε τα καθήκοντα του
Προέδρου-Γενικού Διευθυντή του Περιφερειακού Συστήματος Υγείας (Πε.Σ.Υ.)
της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, που αποτελεί ΝΠΔΔ, στο οποίο υπάγονται
όλες οι Νοσοκομειακές Μονάδες, τα Κέντρα Υγείας και τα Περιφερειακά
Ιατρεία της άνω Περιφέρειας ....Ο ενάγων, ο οποίος είναι ιατροδικαστής
(από το έτος 1994) και διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών
(από το έτος 1997), ασκεί τα καθήκοντα του ιατροδικαστή, ως ελεύθερος
επαγγελματίας, έχοντας την επαγγελματική του έδρα στην Αττική. Με την
ειδικότητα του αυτή παρείχε τις υπηρεσίες, διενεργώντας νεκροψίες και
νεκροτομές, κατόπιν, πολλές φορές, παραγγελιών της Αστυνομίας, σε πολλές
περιοχές της Ελλάδας, μεταξύ των οποίων, πριν το έτος 2004, και στη
Στερεά Ελλάδα (στη Λαμία, στη Λιβαδειά κλπ.). Ειδικότερα, με σχετικές
παραγγελίες, τα έτη 2000-2005 διενεργούσε ιατροδικαστικές πράξεις
(νεκροψίας και νεκροτομής) μέσα στα νοσοκομεία της άνω Περιφέρειας....
Κατά την εκτέλεση ιατροδικαστικών πράξεων στο νοσοκομείο Λιβαδειάς, από
το έτος 2001 δεν υπήρχε καλή συνεργασία μεταξύ αυτού και του τότε
διοικητή του νοσοκομείου Ν.Ρ.....Στις αρχές του έτους 2004, ο ως άνω
Ν.Ρ., έχοντας γνώση της όλης συμπεριφοράς του ενάγοντος σε άλλα
νοσοκομεία, των εις βάρος του ποινικών διώξεων για πράξεις που είχαν
σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του και δημοσιευμάτων σε εφημερίδες
που αφορούσαν τον ενάγοντα, επειδή θεωρούσε ότι, στα πλαίσια της
εύρυθμης λειτουργίας του νοσοκομείου Λιβαδειάς, έπρεπε, εξαιτίας των ως
άνω, ο ενάγων να μη παρέχει ιατροδικαστικές υπηρεσίες στο νοσοκομείο,
προσέφυγε στην αρμόδια διοίκηση του Πε.Σ.Υ. Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας.
Συγκεντρώνοντας πολλές δικαστικές αποφάσεις (ποινικών Δικαστηρίων) ή
και αναφορές υπηρεσιών και δημοσιεύματα εφημερίδων που αφορούσαν τον
ενάγοντα (και είχαν σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων κατά την
περίοδο 1995-2001 σε πολλές περιοχές της Ελλάδας) τα απέστειλε στον
εναγόμενο, ως πρόεδρο του Δ.Σ. του άνω Πε.Σ.Υ.....Ο εναγόμενος,
ενεργώντας με την άνω ιδιότητα και ως είχε υποχρέωση να διασφαλίζει την
εύρυθμη λειτουργία όλων των νοσοκομειακών (και όχι μόνο) μονάδων,
ενημέρωσε το ΔΣ του Πε.Σ.Υ. για τα ως άνω στοιχεία και ζήτησε την
εξουσιοδότηση του (του ΔΣ του Πε.Σ.Υ.) να καταθέσει σχετική αναφορά στον
αρμόδιο Εισαγγελέα, ο οποίος, αφού λάβει γνώση και αυτός των στοιχείων
που έλαβε από τον άνω Ν.Ρ. (πρώην, τότε, προέδρου του άνω νοσοκομείου
Λιβαδειάς), να εξετάσει τη δυνατότητα διαγραφής του ενάγοντος από τον
κατάλογο των ιατροδικαστών και πραγματογνωμόνων των Δικαστηρίων Λαμίας
και αποκλεισμού του από κάθε μελλοντικό κατάλογο. Το ΔΣ παρείχε την άνω
εξουσιοδότηση .... και στη συνέχεια ο εναγόμενος, ενεργώντας ως πρόεδρος
του ΔΣ., σε εκτέλεση της άνω αποφάσεως του Συμβουλίου του Πε.Σ.Υ.,
συνέταξε και απέστειλε στον Εισαγγελέα Πλημ/κών Λαμίας την από 9-3-2004
αίτηση-αναφορά, η οποία, κατά περιεχόμενο, έχει επακριβώς ως εξής: "ΠΡΟΣ
Την κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΛΑΜΙΑΣ Αίτηση-Αναφορά Β. Τ., Προέδρου
του Δ.Σ.-Γεν: Διευθυντή του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία Πε.Σ.Υ.Π. Στερεάς
Ελλάδας ....Κυρία Εισαγγελεύ, Σας Γνωρίζω ότι σε βάρος του Ο. Π.,
ιατροδικαστή της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, εκδόθηκαν Καταδικαστικές
Αποφάσεις, Βουλεύματα Δικαστικών Συμβουλίων, Αποφάσεις- Πράξεις των Δ.Σ.
ΝΠΔΔ/Συλλόγων, καθώς επίσης και Δημοσιεύματα σε Πανελλαδικής και
Τοπικής κυκλοφορίας Ημερήσιο Τύπο, τα οποία με υποχρεώνουν ως εκ της
ιδιότητας μου να ζητήσω την διαγραφή του από τον κατάλογο ιατροδικαστών
και πραγματογνωμόνων που τηρείται στην Εισαγγελία Λαμίας, καθόσον, όπως
και η ίδια θα διαπιστώσετε από τον φάκελο που σας προσκομίζω, η
συμπεριφορά του δεν είναι η προσήκουσα και δημιουργεί προβλήματα στα
Νοσοκομεία της Περιφέρειάς μας, οι Διοικητές δε των Νοσοκομείων δεν
έχουν την δυνατότητα να απαγορεύσουν την είσοδό του σε αυτά, αφού
λαμβάνει σχετική παραγγελία από το Αρμόδιο Αστυνομικό Τμήμα, προκειμένου
να προβεί σε νεκροτομή μέσα στα Νοσοκομεία της Περιφέρειας Στερεάς
Ελλάδας. Συγκεκριμένα: Α. Καταδικαστικές αποφάσεις: 1)Υπ' αρ.
872/15-06-2001 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, με
την οποία απορρίφθηκε ως ανυποστήρικτη η ασκηθείσα έφεση του κατά των
4036, 4037, 4038, 4039, 4040/23-11-1997 αποφάσεων του Τριμελούς Εφετείου
Κακουργημάτων Αθηνών. 2) Υπ' αρ. 4036, 4037, 4038, 4039,
4040/23-11-1997 αποφάσεις του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών,
με τις οποίες καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος Ο. Π. του Κ. για τις
αξιόποινες πράξεις : α) της εκβίασης κατ' εξακολούθηση (Π.Κ. 385 παρ. 1
περ. β' γ') και β) της απειλής κατ' εξακολούθηση (Π.Κ. 386) 3) Υπ' αρ.
198/27-01-1999 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Τριπόλεως, με
την οποία καταδικάστηκε ερήμην ο κατηγορούμενος Ο. Π. του Κ. για τις
αξιόποινες πράξεις: α) της παράβασης καθήκοντος (Π.Κ. 259) και β) της
απείθειας πραγματογνώμονα (Π.Κ. 169), που έλαβαν χώρα στην Τρίπολη στις
23-09-1996 και 21-09-1996 αντίστοιχα. Β. Βουλεύματα των αρμοδίων
Δικαστικών Συμβουλίων με αριθμό: 1) 103/1997 του Συμβουλίου
Πλημμελειοδικών Χαλκίδας, με το οποίο παραπέμπεται ο κατηγορούμενος Ο.
Π. του Κ. ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, για να
δικαστεί για τις αξιόποινες πράξεις: α) της εκβίασης σε βαθμό
πλημμελήματος και β) της εκβίασης σε βαθμό κακουργήματος, αμφοτέρων κατ'
εξακολούθηση. 2) 104/1997 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Χαλκίδας, με
το οποίο απορρίφθηκε η από 08-04-1997 αίτηση του κατηγορουμένου Ο. Π.
του Κ. για αυτοπρόσωπη εμφάνιση. 3) 2969/1997 του Συμβουλίου Εφετών
Αθηνών, με το οποίο απορρίφθηκαν κατ' ουσία οι υπ' αριθμ. 26 και 27/1997
εφέσεις του κατηγορουμένου Ο. Π. του Κ. κατά των ανωτέρω βουλευμάτων
(103 και 104/1997) του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Χαλκίδας. 4) 45/2001
του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Λιβαδειάς, με το οποίο απορρίπτεται
αίτηση περί διορισμού του ιατροδικαστή Ο. Π. του Κ. ως πραγματογνώμονα
για το έτος 2002. Γ. Αποφάσεις-Πράξεις των Δ.Σ. ΝΠΔΔ/Συλλόγων με αριθμό:
1) 15/29-10-1996 απόφαση του Δ.Σ. του Νομαρχιακού Παναρκαδικού Γενικού
Νοσοκομείου Τριπόλεως "Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ" που κοινοποιήθηκε προς τον
Εισαγγελέα Τριπόλεως με την υπ' αριθμ. πρωτ. 17/12-11-1996 πράξη και
αφορά την αποστολή επικυρωμένων φωτοαντιγράφων: της αρ.8202/8-10-1996
αναφοράς του κυρίου Χ. Π. Μ., κατοίκου ..., της αρ. 7742/24-09-1996
διαμαρτυρίας των γραφείων τελετών του Ι. και Μ. Μ. και του Α. Τ. που
βρίσκονται στην Τρίπολη και κοινοποιήθηκε στο ανωτέρω Νοσοκομείο με το
υπ' αριθμ. 230/25-09-1996 έγγραφο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γραφείων
Τελετών (Π.Ο.ΓΡΑ.ΤΕ), της αρ.7743/24-09-1996 διαμαρτυρίας- καταγγελίας
του κυρίου Ι. Δ. του Δ.., κατοίκου ... 2) 16/25-11-1996 συνεδρίαση του
ΔΣ του Νομαρχιακού Παναρκαδικού Νοσοκομείου Τριπόλεως "Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ",
κατά την οποία αποφασίστηκε η διακοπή της συνεργασίας μεταξύ του
ανωτέρω Νοσοκομείου και του Ιατροδικαστή Ο. Π. του Κ., απόφαση που
κοινοποιήθηκε προς την Ελληνική Αστυνομία (Α.Τ. Τριπόλεως) με την υπ'
αριθ. πρωτ. 98481/29-11-1996 πράξη και προς τον ίδιο τον κ.Ο. Π. του Κ.
με την υπ' αριθμ. πρωτ. 9796/28-11-1996. 3) 76/26-01-1996 απόφαση του
Ιατρικού Συλλόγου Μεσσηνίας (Ν.Π.Δ.Δ.), η οποία ελήφθη κατόπιν
συνεδριάσεως του Δ.Σ. του ανωτέρω οργάνου την 23-01-2002, βάσει της
οποίας ανακαλείται ομόφωνα η με αριθμ. πρωτ. 534/13-06-2000 απόφαση του
Ιατρικού Συλλόγου Μεσσηνίας περί αδείας εκτελέσεως καθηκόντων
Ιατροδικαστή στον κ. Ο. Π. του Κ.. 4) 229/25-09-1996 έγγραφο-καταγγελία
της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γραφείων Τελετών (Π.Ο.ΓΡΑ.ΤΕ). Δ)
Δημοσιεύματα σε βάρος του Ιατροδικαστή Ο. Π. του Κ. σε Πανελ/αδικής και
Τοπικής κυκλοφορίας Ημερήσιο Τύπο: "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ", που κυκλοφόρησε την
Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2001, "ΕΥΒΟΪΚΗ ΓΝΩΜΗ", που κυκλοφόρησε στην Χαλκίδα
την Παρασκευή 30 Ιουνίου 1995 (αρ. φύλ/ου: 962), "ΕΥΒΟΪΚΗ ΓΝΩΜΗ", που
κυκλοφόρησε στην Χαλκίδα την Παρασκευή 7 Ιουλίου 1995 (αρ. φυλ/ου: 963),
"ΕΥΒΟΪΚΗ ΓΝΩΜΗ", που κυκλοφόρησε στην Χαλκίδα την Παρασκευή 16 Μαΐου
1997, "ΕΥΒΟΪΚΗ ΓΝΩΜΗ", που κυκλοφόρησε στην Χαλκίδα την Παρασκευή 29
Ιουνίου 2001 (αρ. φυλ/ου: 1254), "Η ΕΥΒΟΪΚΗ", που κυκλοφόρησε στην
Εύβοια την Παρασκευή 14 Ιουλίου 1995 (αρ. φύλ/ου: 3), "ΤΟΛΜΗ", που
κυκλοφόρησε στην Εύβοια την Πέμπτη 20 Ιουλίου 1995 (αρ. φύλ/ου: 49).
Κατόπιν τούτων, παρακαλώ να εξετασθεί η δυνατότητα διαγραφής από τον
κατάλογο ιατροδικαστών και πραγματογνωμόνων που τηρείται στην Εισαγγελία
Λαμίας ο ιατροδικαστής Ο. Π. και να μην περιλαμβάνεται το όνομα του
στην κατάρτιση κάθε μελλοντικού πίνακα κατά το άρθρο 185 Κ.Π.Δ. Με
εκτίμηση (υπογραφή) Β. Τ.. ΠΡΟΕΔΡΟΣ-ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΟΥ Πε.Σ.Υ.Π.
ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ". Ο εναγόμενος, μαζί με την άνω αίτηση-αναφορά, υπέβαλε
και φάκελο που περιείχε όλα τα ως άνω στοιχεία (αποφάσεις, βουλεύματα,
αποφάσεις-πράξεις ΔΣ ΝΠΔΔ ή ιδιωτών και δημοσιεύματα). Με βάση την άνω
αναφορά διενεργήθηκε από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λαμίας προκαταρκτική
εξέταση κατά τη διάρκεια της οποίας ο ενάγων, με την από 12-8-2004
κλήση, που θυροκολλήθηκε στην οικία του, κλήθηκε για εξηγήσεις, τις
οποίες και υπέβαλε στον πταισματοδίκη Αθηνών με το από 21-9-2004 έγγραφο
υπόμνημα του. Με την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης ο άνω
Εισαγγελέας, με την από 28-2-2005 (ΑΜΜ 2004 ΕΓΧ/1703) διάταξη του (η
οποία επικυρώθηκε από τον Εισαγγελέα Εφετών Λαμίας), έθεσε την αναφορά
στο αρχείο, κατ' αρθρ. 43 του ΚΠΔ, ως ουσιαστικά αβάσιμη, με την
αιτιολογία ότι ο ενάγων δεν συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο των
ιατροδικαστών πραγματογνωμόνων (αρθρ. 185 του ΚΠΔ), σύμφωνα με τα
υπ'αριθμ. 200/2003 και 86/2004 βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημ/κων Λαμίας
και σε κάθε περίπτωση γιατί δεν προέκυψε σε βάρος του ενάγοντος
αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ώστε να συντρέχει λόγος απαλλαγής του
από τα καθήκοντα του πραγματογνώμονα (αρθρ. 188 περ. γ', σε συνδ. με 186
παρ. 1 και 190 του ΚΠΔ). Αποδείχθηκε δε περαιτέρω ότι ο εναγόμενος στην
άνω αναφορά του, για να δικαιολογήσει το αίτημα του για την εκ μέρους
του, αρμοδίου Εισαγγελέα διερεύνηση της δυνατότητας διαγραφής του
ενάγοντος από τον κατάλογο των ιατροδικαστών και πραγματογνωμόνων ή και
της μη εγγραφής του στο μέλλον: α) εκθέτει: 1) συγκεκριμένες δικαστικές
αποφάσεις (καταδικαστικές) ή βουλεύματα (παραπεμπτικά), με αναφορά μόνο
των αξιόποινων πράξεων για τις οποίες καταδικάστηκε ή παραπέμφθηκε,
αντίστοιχα, 2)αποφάσεις-πράξεις του ΔΣ του Νομαρχιακού Νοσοκομείου
Τριπόλεως, του ιατρικού συλλόγου Μεσσηνίας, του ΔΣ της Πανελλήνιας
Ομοσπονδίας γραφείων τελετών και καταγγελίες τρίτων (ιδιωτών και
επαγγελματιών) που αφορούσαν το πρόσωπο του ενάγοντος (σε σχέση με την
άσκηση της άνω επαγγελματικής του δραστηριότητας) και 3) δημοσιεύματα σε
βάρος του ενάγοντος εφημερίδων τοπικής και πανελλαδικής κυκλοφορίας
(στις "ΕΥΒΟΪΚΗ ΓΝΩΜΗ" και "ΤΟΛΜΗ" της Χαλκίδας και στην
"ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ"), χωρίς αναφορά του περιεχομένου της. Όλα τα παραπάνω
στοιχεία (αποφάσεις, πράξεις και δημοσιεύματα) τα υπέβαλε σε φάκελο μαζί
με την αίτηση-αναφορά (όπως χαρακτηριστικά εκτίθεται σ' αυτή). Στη δε
αίτηση δεν γίνεται καμία αξιολογική κρίση εκ μέρους του εναγομένου παρά
μόνο παρατίθενται οι αριθμοί των αποφάσεων ή βουλευμάτων, με τις
αποδιδόμενες πράξεις του ενάγοντος, οι καταγγελίες και αναφορές των άνω
φυσικών ή νομικών προσώπων και τα στοιχεία των εφημερίδων (όνομα,
αριθμός φύλλου και ημερομηνία κυκλοφορίας), χωρίς, όπως αναφέρθηκε το
περιεχόμενο τους. Και β) (αναφέρει στην αίτηση) ότι η συμπεριφορά του
ενάγοντος δεν είναι η προσήκουσα και δημιουργεί προβλήματα στα
νοσοκομεία της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, οι διοικητές δε των
νοσοκομείων δεν έχουν τη δυνατότητα να απαγορεύσουν την είσοδο του, σ'
αυτά, αφού λαμβάνει σχετική παραγγελία από τον αρμόδιο Αστυνομικό Τμήμα.
Αποδείχθηκε δε, περαιτέρω, ότι ο εναγόμενος, καταρχήν, στην άνω
αίτηση-αναφορά προς τον Εισαγγελέα, διατυπώνει γεγονότα, περιστατικά και
καταστάσεις που, ως εκ της ιδιότητας του, ως προέδρου-γενικού διευθυντή
του Πε.Σ.Υ. Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, περιήλθαν σε γνώση του και
αφορούσαν τη λειτουργία νοσοκομειακών μονάδων της Περιφέρειας του.
Ειδικότερα εκθέτει συγκεκριμένες καταδικαστικές αποφάσεις ή παραπεμπτικά
βουλεύματα, με αναφορά μόνο των αποδιδόμενων αξιόποινων πράξεων. Όλες
δε οι αποφάσεις και όλα τα βουλεύματα αφορούν πράγματι τον ενάγοντα και
για πράξεις αυτού κατά τη εκτέλεση των καθηκόντων του ως ιατροδικαστή σε
περιοχές της Ελλάδας. Και είναι αλήθεια ότι οι καταδικαστικές αποφάσεις
δεν ήταν αμετάκλητες ή και κάποιες απ' αυτές, κατά την υποβολή της
αιτήσεως, δεν ήταν εκκρεμείς, καθόσον ήδη είχαν εξαφανιστεί με νεότερες
αποφάσεις Δικαστηρίων .... Ωστόσο, ο εναγόμενος στην αίτηση του προς τον
Εισαγγελέα εξέθετε μόνο τις αποφάσεις, χωρίς να ισχυρίζεται ότι αυτές
είναι αμετάκλητες. Δεν γνώριζε την εξέλιξη όλων των δικαστικών
εκκρεμοτήτων του ενάγοντος, ούτε μπορούσε να γνωρίζει αυτές, καθόσον ο
ίδιος δεν συνέλεξε τις άνω αποφάσεις ή βουλεύματα ούτε επιδίωξε να
συλλέξει, αλλά αρκέστηκε, λαμβάνοντας γνώση αυτών από τον άνω διοικητή
(πρώην) του νοσοκομείου Λιβαδειάς Ν. Ρ., να ενημερώσει σχετικά (με την
αναφορά του) τον Εισαγγελέα Πλημ/κών Λαμίας. Ακόμη, ο εναγόμενος στην
αναφορά του εκθέτει δημοσιεύματα εφημερίδων, αλλά και αποφάσεις των άνω
νομικών προσώπων (νοσοκομείου ή ιατρικού συλλόγου κλπ.) ή και αναφορές
και καταγγελίες ιδιωτών, χωρίς να παραθέτει και το περιεχόμενο τους ή
και κυρίως να διατυπώνει αξιολογικές κρίσεις Και είναι, επίσης, αλήθεια
ότι ο ενάγων με πολλούς από τους άνω καταγγέλοντες ήταν τότε (και στη
συνέχεια) σε δικαστική διένεξη με αφορμή όσα εις βάρος του κατήγγειλαν ή
αποφάσισαν (ως μέλη ΔΣ των άνω νομικών προσώπων) και ότι στην εξέλιξη
αυτής της διένεξης υπήρξε και δικαστική δικαίωση του ενάγοντος (με
έκδοση αποφάσεων ποινικών ή και πολιτικών Δικαστηρίων), πλην όμως ο
εναγόμενος δεν γνώριζε, ούτε μπορούσε να γνωρίζει, την μετέπειτα εξέλιξη
των άνω αναφορών ή αποφάσεων, καθόσον, όπως και για τις καταδικαστικές
αποφάσεις, δεν συνέλεξε ο ίδιος τις άνω αναφορές ή δημοσιεύματα, αλλά
αρκέστηκε, μόλις έλαβε γνώση και αυτών από τον ως άνω Ν.Ρ., να
ενημερώσει σχετικά (με την αναφορά του) τον Εισαγγελέα Πλημ/κών Λαμίας. Ο
εναγόμενος με την αναφορά του, διατυπώνει αξιολογική κρίση μόνο για τη
συμπεριφορά του ενάγοντος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του (ως
ιατροδικαστή) στα νοσοκομεία της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με την
ειδικότερη αναφορά ότι "....η συμπεριφορά του δεν είναι προσήκουσα και
δημιουργεί προβλήματα στα Νοσοκομεία της Περιφέρειας μας...". Αλλά και
την κρίση του αυτή ο εναγόμενος στήριξε σε ενημέρωση του από τον άνω
διοικητή του νοσοκομείου Λιβαδειάς...την ειλικρίνεια του οποίου, τότε,
παρά τη δικαστική διένεξη αυτού (του διοικητή) με τον ενάγοντα, δεν
μπορούσε να αμφισβητήσει εκείνη την περίοδο (κατά την υποβολή της
αναφοράς). Αλλά και αν ή άνω αξιολογική κρίση (περί της συμπεριφοράς του
ενάγοντος), η οποία συνδεόμενη και σχετιζόμενη με συγκεκριμένα
περιστατικά κατά την εκτέλεση των καθηκόντων αυτού, αποτελεί γεγονός,
κατά την έννοια του αρθρ. 362 του Π.Κ.... είναι ψευδής, ο εναγόμενος δεν
γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές. Με βάση τα παραπάνω αποδειχθέντα ως
αληθή ή και σε κάθε περίπτωση χωρίς τη γνώση ότι αυτά είναι ψευδή δεν
στοιχειοθετείται η άδικη πράξη (και αξιόποινη) της συκοφαντικής
δυσφημήσεως, όπως αβάσιμα υποστηρίζει ο ενάγων. Σε κάθε δε περίπτωση ο
εναγόμενος δεν ενήργησε από πρόθεση ή υπαίτια (και από αμέλεια) άγνοια,
προκειμένου καταστήσει τον ενάγοντα ύποπτο ότι μετέρχεται ανέντιμες
μεθόδους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και να δυσφημήσει και
μάλιστα συκοφαντικά, τον ενάγοντα, ή και ακόμη με σκοπό εξύβρισης αυτού,
καθόσον ο εναγόμενος, λαμβάνοντας γνώση από τον άνω πρώην διοικητή του
νοσοκομείου Λιβαδειάς όλων των περιλαμβανόμενων στην αναφορά του
στοιχείων, πίστευε καλόπιστα, ενόψει ότι σε βάρος του ενάγοντος υπήρχαν
πολλές έγγραφες καταγγελίες, πολλά δημοσιεύματα και πολλές
καταδικαστικές (έστω και μη αμετάκλητες) δικαστικές αποφάσεις, ότι όσα
δήλωνε σ' αυτόν ο άνω διοικητής ήταν αληθή, ότι η συμπεριφορά του
ενάγοντος δημιουργούσε προβλήματα στο νοσοκομείο Λιβαδειάς (τουλάχιστον)
και ότι τα δημοσιεύματα, οι αναφορές και οι δικαστικές αποφάσεις
ανταποκρίνονται στην αλήθεια. Ο εναγόμενος ήταν, τότε, όπως αναφέρθηκε,
πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Πε.Σ.Υ.Π. Στερεάς Ελλάδας, έχοντας,
κατ' αρθρ. 2 παρ. 5 εδ. γ' του ισχύοντος τότε ν. 2889/2001, την
εποπτεία και την ευθύνη της ορθής λειτουργίας τόσο της Κεντρικής
Υπηρεσίας του Πε.Σ.Υ. όσο και των αποκεντρωμένων νοσοκομειακών μονάδων.
Αυτός, λαμβάνοντας, κατά τα παραπάνω, γνώση των άνω στοιχείων, τα οποία
και σαφώς είχαν σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων, του ως
ιατροδικαστή, ενήργησε με την άνω ιδιότητα του. Δεν δημοσιοποίησε ο
ίδιος τα άνω στοιχεία, παρά μόνο θεώρησε σκόπιμο, μέσα στα πλαίσια του
φανερού δικαιολογημένου ενδιαφέροντος του προς αποτελεσματική διασφάλιση
της ορθής λειτουργίας των νοσοκομειακών μονάδων της περιφέρειας Στερεάς
Ελλάδας, να ενημερώσει αρχικά το Δ.Σ. του άνω Πε.Σ.Υ.Π. (ώστε να λάβει
τη σχετική εξουσιοδότηση υποβολής αναφοράς) και στη συνέχεια να
προσφύγει στην αρμόδια δικαστική αρχή, υποβάλλοντας την άνω αναφορά. Ο
ενάγων, δεν ήταν μεν στον κατάλογο των πραγματογνωμόνων (ως
ιατροδικαστής) των ετών 2003 και 2004 της περιφέρειας του Πρωτοδικείου
Λαμίας ....όμως αυτός (ενάγων) ενεργούσε (και στη Λαμία) ιατροδικαστικές
πράξεις (νεκροψίας-νεκροτομής), μετά από παραγγελίες των αρμόδιων
αστυνομικών τμημάτων ..... Είχε, συνεπώς, εύλογο και δικαιολογημένο
ενδιαφέρον να διερευνηθεί από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λαμίας η
δυνατότητα διαγραφής του ενάγοντος από τον κατάλογο ιατροδικαστών και
πραγματογνωμόνων και του αποκλεισμού του από κάθε μελλοντικό πίνακα.
Ακόμη, μπορεί αφενός οι καταδικαστικές αποφάσεις να αποτελούν προσωπικά
δεδομένα και μάλιστα ευαίσθητο κατά την έννοια του άρθρου 2 περ. β' του
ν. 2472/1997 .... και αφετέρου τα αρχεία των εφημερίδων (με τα
δημοσιεύματα τους) να συνιστούν αρχεία προσωπικών δεδομένων ....πλην
όμως ο εναγόμενος υπήρξε απλός αποδέκτης όλων των άνω στοιχείων
(αποφάσεων, δημοσιευμάτων κλπ.), δεν τα συνέλεξε ο ίδιος και ιδίως δεν
τα επεξεργάστηκε αυτός, αλλά, έχοντας, κατά τα άνω, το καθήκον της
εποπτείας και ορθής λειτουργίας του άνω Πε.Σ.Υ.Π. τα υπέβαλε (με την
αναφορά) στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λαμίας, ο οποίος ως αρμόδια
δικαστική αρχή, είχε δικαίωμα να λάβει γνώση και να διερευνήσει τη
συνδρομή των λόγων εγγραφής ή μη του ενάγοντος στον πίνακα
πραγματογνωμόνων, αλλά και εν γένει του αποκλεισμού αυτού από τη
διενέργεια ιατροδικαστικών πράξεων. Η υποβολή, συνεπώς, της άνω αναφοράς
από τον εναγόμενο, με την άνω ιδιότητα του, σε βάρος του ενάγοντος, για
ενέργειες και παραλείψεις αυτού (όπως εκτίθενται στις αναφερόμενες
δικαστικές αποφάσεις, καταγγελίες και δημοσιεύματα) που άπτονται της
αρμοδιότητας του (ως ιατροδικαστή) και ασκούν ουσιώδη επιρροή στην
εκπλήρωση των καθηκόντων του και στην ορθή λειτουργία των νοσοκομειακών
μονάδων του άνω Πε.Σ.Υ.Π, ήταν επιτρεπτή και κατά το ν. 2472/1997....
και επιβεβλημένη από τις διατάξεις των άρθρων 1 επ. του ν. 2889/2001
(για την ίδρυση και λειτουργία των Πε.Σ.Υ.Π.). Με την αναφορά, ο
εναγόμενος, δεν υπερέβη το υποβαλλόμενο και αντικειμενικώς αναγκαίο μέσο
για την ικανοποίηση του άνω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος και την
προάσπιση των συμφερόντων του Πε.Σ.Υ.Π., που εκπροσωπούσε, δεν ενήργησε
υπαίτια και παράνομα και δεν παραβίασε τις διατάξεις του άνω ν.
2472/1997. Επομένως, κατ'αποδοχή και της προτεινόμενης παραδεκτά
(επικουρικά) πρωτόδικα ενστάσεως του άνω άρθρου 367 Π.Κ. την οποία ο
εναγόμενος (εφεσίβλητος) επαναφέρει προς απόκρουση της εφέσεως (αρθρ.
527 ΚΠολΔ), δεν στοιχειοθετείται, με τα ως άνω, αδικοπραξία του
εναγομένου με βάση τις διατάξεις των άρθρων 914, 919 και 920 του ΑΚ, σε
συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 361-363 του Π.Κ. και συνεπώς ο ενάγων
δεν δικαιούται την αιτούμενη, κατ' άρθρο 932 ΑΚ, χρηματική ικανοποίηση
λόγω ηθικής βλάβης και η αγωγή του πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά
αβάσιμη...". Με αυτά τα οποία δέχθηκε το Εφετείο, το οποίο και απέρριψε
ως αβάσιμη κατ'ουσίαν την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της πρωτόδικης
αποφάσεως, με την οποία είχε απορριφθεί κατ'ουσίαν η αγωγή του, δεν
υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ.1 Κ.Πολ.Δ., καθόσον ορθώς
ερμήνευσε και εφάρμοσε τις αναφερθείσες στην αρχή διατάξεις και
ειδικότερα αυτές των άρθρων αι) 2 παρ.5 Ν.2889/001, βι) 4,5 παρ.1, 7
Ν.2472/1997, γι) 914 Α.Κ. και δι) 361-363, 367 Π.Κ., αφού το δικαστήριο
δέχθηκε, ότι ο αναιρεσίβλητος δεν προσέβαλε την προσωπικότητα του
αναιρεσείοντος, δεν ετέλεσε αδικοπραξία σε βάρος του ιδίου και
ειδικότερα τις πράξεις της δυσφημήσεως, της συκοφαντικής δυσφημήσεως ή
της εξυβρίσεως, αλλά ούτε και παράβαση του Ν.2472/1997, επειδή δεν
συνέτρεχαν στο πρόσωπο του αναιρεσιβλήτου τα στοιχεία της υπαιτιότητος
(δόλος ή αμέλεια) και ενήργησε με καλή πίστη στα πλαίσια των καθηκόντων
του ως προέδρου και γενικού διευθυντού του Περιφερειακού Συστήματος
Υγείας της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος.
Συνεπώς, ο τα αντίθετα υποστηρίζων μοναδικός λόγος αναιρέσεως είναι
αβάσιμος.
Ακολούθως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση, να διαταχθεί,
σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ.4 Κ.Πολ.Δ., η εισαγωγή του παραβόλου στο
Δημόσιο Ταμείο και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα του
αναιρεσιβλήτου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 5 Σεπτεμβρίου 2012 αίτηση για αναίρεση της υπ'αριθμ. 85/2012 αποφάσεως του Εφετείου Λαμίας.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου το Δημόσιο Ταμείο.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Οκτωβρίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Μαρτίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ