Παρασκευή 9 Αυγούστου 2019

Το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου (συννόμου) βίου στην υπόθεση Σεργιανόπουλου

 

 

Ανθρωποκτονία εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Κλοπή αντικειμένων του θύματος. Στοιχεία αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης. Έννοια βρασμού ψυχικής ορμής. Πραγματικά περιστατικά. Δολοφονία από αλλοδαπό, υπήκοο Γεωργίας, ο οποίος προσφερόταν για επ’αμοιβή σεξουαλικές συνευρέσεις με ομοφυλόφιλους, γνωστού ηθοποιού. Ισχυρισμοί αυτοτελείς. Ελαφρυντικές περιστάσεις. Πρότερος έντιμος βίος. Δεν αρκεί το λευκό ποινικό μητρώο. Ειλικρινής μετάνοια. Μεταγενέστερη καλή συμπεριφορά. Δεν αρκεί η απλή δήλωση συγγνώμης από το δράστη ή η απλή καλή συμπεριφορά στη φυλακή. Ανάρμοστη συμπεριφορά του θύματος. Απαιτείται η ύπαρξη του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της ανάρμοστης συμπεριφοράς του παθόντος κατά του δράστη και της εγκληματικής πράξεως. Απορρίπτονται όλες οι ελαφρυντικές περιστάσεις. Νοσηρή διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών και διατάραξη της συνείδησης. Άδικος χαρακτήρας πράξεως. Άμυνα και υπέρβαση των ορίων της άμυνας. Απορρίπτονται οι ως άνω αυτοτελείς ισχυρισμοί. Βλ. και γνώμη μειοψηφίας, βάσει της οποίας ο κατηγορούμενος έπρεπε να κηρυχθεί ένοχος για ανθρωποκτονία σε βρασμό ψυχικής ορμής. Επιπλέον, βλ. και γνώμη μειοψηφίας, βάσει της οποίας έπρεπε να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως με την αναγνώριση του ελαφρυντικού της ανάρμοστης συμπεριφοράς του παθόντος.

ΜΙΚΤΟ ΟΡΚΩΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Αριθμ. 132, 132α, 165, 305, 306, 330, 331/2013 Δικαστές Α. Πελεκάνος, Πρόεδρος, Ανδρούλα Χριστοδούλου, Δ. Παλλαδινός,Εισαγγελεύς Γεωργία Τσατάνη.

Στο άρ. 299 παρ. 1 Π.Κ. ορίζεται ότι όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον τιμωρείται με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, ενώ στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι, αν η πράξη απο­φασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής, επιβάλ­λεται η ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης. Από τον συνδυασμό των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι, για την συγκρότηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε βρασμό ψυ­χικής ορμής, απαιτείται ο δράστης να τελούσε στην κατάσταση αυτή, τόσο κατά την λήψη της απόφασης, όσο και κατά την εκτέλεση της ανθρωποκτονίας. Αλλιώς, ο δράστης τιμωρείται με την αυστηρότερη ποινή της παρ. 1 του ίδιου άρθρου, για την εφαρμογή της οποίας αρκεί η ψυχική ηρεμία του δράστη είτε κατά την λήψη της απόφασης είτε κατά την εκτέλεση της ανθρω­ποκτονίας. Για την ύπαρξη βρασμού ψυχικής ορμής δεν αρκεί οποιαδήποτε αιφνίδια και απότομη υπερδιέγερση κάποιου συ­ναισθήματος (οργής, θλίψης, φόβου κ.λπ.), αλλά απαιτείται η υπερδιέγερση αυτή να φτάσει σε τέτοια ψυχική κατάσταση που να αποκλείει την σκέψη, δηλαδή τη δυνατότητα στάθμισης των αιτίων που ωθούν στην πράξη ή συγκρατούν από την τέλεσή της, χωρίς, όμως, η σχετική διατάραξη της συνείδησης να αναι­ρεί ή να μειώνει σημαντικά την ικανότητα καταλογισμού της πράξης. Εξάλλου, κατά το άρ. 34 ΠΚ, η πράξη δεν καταλογίζεται στον δράστη αν, όταν τη διέπραξε, λόγω νοσηρής διατάραξης των πνευματικών λειτουργιών ή διατάραξης της συνείδησης, αυτός δεν είχε την ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο της πρά­ξης του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψή του για το άδικο αυτό. Ενώ, κατά το άρ. 36 ΠΚ, αν, εξαιτίας κάποιας από τις ψυχικές καταστάσεις που αναφέρονται στο άρ. 34, δεν έχει εκλείψει εντελώς, μειώθηκε όμως σημαντικά η ικανότητα για καταλογισμό, που απαιτείται κατά το άρθρο αυτό, επιβάλλεται ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83 ΠΚ). Κατά τις διατάξεις αυτές, ως νοσηρή διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών νοείται κάθε μορφής παραφροσύνη ή φρενοπάθεια που προέρχεται από παθολογική κατάσταση του εγκεφάλου, ενώ ως διατάραξη της συνείδησης νοείται κάθε μορφής ψυχική διατάραξη, η οποία δεν συνδέεται με παθολογική κατάσταση του εγκεφάλου, εμ­φανίζεται σε υγιή άτομα και είναι από τη φύση της παροδική. Έτσι, αν, λόγω μιας από τις προαναφερόμενες ψυχικές κατα­στάσεις, ο δράστης δεν είχε την ικανότητα ή είχε μειωθεί σημα­ντικά η ικανότητά του να αντιληφθεί το άδικο της πράξης του, δηλαδή να συνειδητοποιήσει τον άδικο χαρακτήρα της, ή να συμμορφωθεί με την αντίληψή του αυτή, η πράξη στην πρώτη περίπτωση δεν καταλογίζεται στον δράστη, ενώ στη δεύτερη περίπτωση επιβάλλεται μειωμένη ποινή κατά το άρ. 83 ΠΚ (ΑΠ 2012/2007, ΑΠ 205/2007, ΑΠ 343/2000, ΑΠ 809/1997). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρ. 22 ΠΚ προκύπτει ότι, για να υπάρξει άμυνα ως λόγος που αποκλείει τον άδικο χαρα­κτήρα της πράξης, απαιτείται, άδικη και παρούσα επίθεση, που στρέφεται κατά του αμυνόμενου ή άλλου προσώπου και εκθέ­τει σε άμεσο κίνδυνο έννομα αγαθά αυτών, η δε προσβολή του επιτιθέμενου πρέπει να είναι αναγκαία για την απόκρουση της επίθεσης και την υπεράσπιση του αμυνόμενου ή τρίτου από την άδικη και παρούσα επίθεση, που απειλεί άμεσα τα έννομα αγαθά τους. Η επίθεση δεν θεωρείται παρούσα όταν εξέλιπε πλήρως ο κίνδυνος που απείλησε άμεσα το έννομο αγαθό, ε­νώ δεν υπάρχει κατάσταση άμυνας όταν η παρούσα επίθεση μπορεί να αποτραπεί ή να παρακαμφθεί με άλλα μέσα, όπως η ακίνδυνη φυγή, αν δεν μειώνεται η τιμή ή η αξιοπρέπεια του δεχόμενου την επίθεση. Εξάλλου, κατά το άρ. 23 ΠΚ, όποιος υπερβαίνει τα όρια της άμυνας τιμωρείται, αν η υπέρβαση έ­γινε με πρόθεση, με ποινή ελαττωμένη (άρ. 83 ΠΚ), ενώ, αν έ­γινε από αμέλεια, τιμωρείται κατά τις διατάξεις τις σχετικές με την αμέλεια. Ο δε αμυνόμενος μένει ατιμώρητος και δεν του καταλογίζεται η υπέρβαση, αν ενήργησε με αυτόν τον τρόπο λόγω του φόβου ή της ταραχής που του προκάλεσε η επίθε­ση. Για να υπάρχει, όμως, υπέρβαση των ορίων της άμυνας, με οποιαδήποτε από τις μορφές που αναφέρονται στο άρ. 23 ΠΚ, πρέπει να προϋπάρξει άδικη και παρούσα επίθεση, δηλαδή να έχει διαμορφωθεί υπαρκτή κατάσταση άμυνας (ΑΠ 1633/2008, ΑΠ 1013/2003, ΑΠ 373/2003). 

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστη­καν στο ακροατήριο του παρόντος δικαστηρίου, από την υπ'αρ. .../2009 εκκαλούμενη απόφαση του ΜΟΔ Αθη­νών, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που αναγνώστηκαν και αναφέρονται αναλυτικά στα πρακτικά, μεταξύ των οποί­ων περιλαμβάνεται και η από 13.1.2007 έκθεση ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ψυχίατρου Χ.Κ. για τον Ν.Σ. που αναγνώστηκε, από τις προαναφερόμενες ένορκες καταθέσεις μαρτύρων κατά την προανάκριση που αναγνώστηκαν, από τις φωτογραφίες του φακέλου που επισκοπήθηκαν, από τις περι­κοπές των απολογιών του κατηγορουμένου στην προανάκριση και στην ανάκριση που αναγνώστηκαν και από την απολογία του κατηγορουμένου ενώπιον του πρωτοβάθμιου και του πα­ρόντος δικαστηρίου αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο Ν.Σ. κατά τα τελευταία έτη της ζωής του ήταν σταθερά παθητικός ομοφυλόφιλος, αλκοολικός και εξαρτημέ­νος από την χρήση κοκαΐνης σε καθημερινή βάση. Τον Δεκέμ­βριο του έτους 2007 συνελήφθη από τις Αστυνομικές Αρχές για εμπλοκή σε ναρκωτικά και από τότε εμφάνιζε ιδεοψυχαναγκαστικά αισθήματα καχυποψίας, αστυνομικής επιτήρησης και φαντασιακής καταδίωξης από τρίτους, χωρίς πάντως να εκτρέπεται σε επιθετικές και βίαιες ενέργειες. Τους ερωτικούς επί πληρωμή συντρόφους του αναζητούσε σε στέκια εκδιδο­μένων περιθωριακών αλλοδαπών της πλατείας Βικτωρίας, της Κουμουνδούρου και του Πεδίου του Άρεως, τους οποίους δε­χόταν για εφήμερες ερωτικές συνευρέσεις συνήθως στην οικία του, και συγκεκριμένα σε διαμέρισμα του πέμπτου ορόφου πολυκατοικίας επί της οδού [...] αρ. [...] στο [...] Αττικής. Στις 3.6.2008 και ώρα 02.00 περίπου, ο Ν.Σ. προσέγγισε τον κατηγο­ρούμενο ..., υπήκοο Γεωργίας, έγγαμο και πατέρα δύο παι­διών, ο οποίος κατά το τελευταίο τουλάχιστον τρίμηνο σύχναζε στην πλατεία Βικτωρίας, προσφερόμενος για αμειβόμενες σε­ξουαλικές συνευρέσεις με ομοφυλόφιλους άνδρες, και, μετά από σχετική συνεννόηση, πήγαν στο διαμέρισμα του πρώτου, όπου, αφού προηγουμένως ο Ν.Σ. έκανε χρήση κοκαΐνης και κατανάλωσαν μπύρες (ανιχνεύτηκε μείγμα βιολογικού υλικού και των δύο σε τρία κυτία στο σαλόνι - δείγματα [...], [...] και [...]), συνευρέθηκαν ερωτικά και συμφώνησαν να συναντηθούν ξανά το βράδυ της ίδιας ημέρας στην πλατεία Βικτωρίας για τον ίδιο λόγο. Πράγματι περί ώρα 20.45 περίπου της 3.6.2008 οι δύο συναντήθηκαν στην πλατεία Βικτωρίας και κατέληξαν στο διαμέρισμα του Ν.Σ., όπου ο τελευταίος έκανε μόνο αυτός χρήση κοκαΐνης με ένα πλαστικό καλαμάκι (πειστήριο [...]), στο μέσον του οποίου ανιχνεύτηκε αποκλειστικά δικό του βιολογι­κό υλικό, και όχι άλλου ατόμου. Επίσης, αφού παρέμειναν για κάποιον χρόνο στο σαλόνι, όπου ο Ν.Σ. κατανάλωσε λίγους ξηρούς καρπούς, ήπιε κόκα κόλα μαζί με τον κατηγορούμενο και κάπνισαν μαζί τα ίδια τσιγάρα (ανιχνεύτηκε μείγμα βιολο­γικού υλικού και των δύο σε 13 αποτσίγαρα μέσα σε τασάκι πάνω σε τραπέζι του σαλονιού), μετά πήγαν στο υπνοδωμάτιο και συνευρέθηκαν σεξουαλικά, όπως προκύπτει από αποτσίγαρο που βρέθηκε μέσα σε τασάκι πάνω στη συρταριέρα του υπνοδωματίου (πειστήριο [...]), στο οποίο ανιχνεύτηκε μείγμα βιολογικού υλικού και των δύο, αλλά και από κυτίο μπίρας [...] που βρέθηκε στο υπνοδωμάτιο (πειστήριο [...]), στο οποίο επί­σης ανιχνεύτηκε μείγμα βιολογικού υλικού και των δύο. Ακόμη στο υπνοδωμάτιο βρέθηκαν πάνω στο κρεβάτι ένα σχισμένο προφυλακτικό (πειστήριο [...]), στην εσωτερική επιφάνεια του οποίου ανιχνεύτηκε βιολογικό υλικό του Ν.Σ. και ένα ομοίωμα πέους (πειστήριο [...]) με υπόλειμμα περιττωμάτων, στο οποίο ανιχνεύτηκε βιολογικό υλικό του Ν.Σ. Στη συνέχεια επανήλθαν στο σαλόνι, όπου ο κατηγορούμενος συνέχισε να πίνει μπύρες και να καπνίζει τσιγάρα, ενώ ο Ν.Σ. κατά τη δεύτερη συνάντηση απέφυγε να καταναλώσει αλκοολούχο ποτό, αφού δεν ανιχνεύ­τηκε οινόπνευμα στο αίμα του, αλλά μόνο στα ούρα, γεγονός που μαρτυρεί ότι η κοινή κατάποση οινοπνεύματος αυτού και του κατηγορουμένου έγινε κατά την πρώτη συνάντησή τους, δηλαδή μετά τις 03.00 ώρα της 3.6.2008. Κάποια στιγμή κι ε­νώ ο Ν.Σ. βρισκόταν τελείως γυμνός στον αριστερό καναπέ του σαλονιού (βλ. έκθεση αυτοψίας φύλλο 2, όπου εκτιμάται το ση­μείο αυτό ως αφετηρία του εγκληματικού συμβάντος), δέχτηκε επίθεση του κατηγορουμένου, ο οποίος με μαχαίρι που πήρε από ξύλινη βάση μαχαιριών της κουζίνας (η οποία ήταν ορα­τή από το σαλόνι) κατέφερε, σε χρονικό διάστημα 2-3 λεπτών, είκοσι ένα (21) αλλεπάλληλα, πυκνά και στοχευμένα πλήγματα στο θύμα εκ των νώτων και καθώς αυτό ήταν γονατισμένο και ανήμπορο να αντιδράσει μετά τα πρώτα πλήγματα. Αρχικά ο κατηγορούμενος έπληξε το θύμα στην κοιλιακή χώρα, προκα­λώντας τρώση σπλήνας, μετά το έπληξε στον θώρακα, προκα­λώντας τρώση πνεύμονα και καρδιάς και στο τέλος το έπληξε στην πρόσθια τραχηλική χώρα στο ύψος της σφαγής, προκα­λώντας επίμηκες βαθύ τραύμα μήκους 15 εκ. με πλήρη διατο­μή του λάρυγγα, με αποτέλεσμα το θύμα να εκπνεύσει μετά από ελάχιστο χρόνο, εντοπίστηκε δε γυμνό σε ύπτια θέση στο δάπεδο μπροστά από τη γωνία των δύο καναπέδων μέσα σε λί­μνη αίματος αρχικά από την Αλβανίδα οικιακή βοηθό του A.M. περί ώρα 07.10 της 4.6.2008 και αργότερα περί ώρα 10.00 της ίδιας ημέρας από τον υπαστυνόμο Κ.Χ., που διενήργησε αυτοψία στον χώρο του εγκλήματος και συνέταξε την σχετική έκθεση που αναγνώστηκε. Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος πήγε στο μπάνιο, όπου σκουπίστηκε με πετσέτα, που πέταξε στο υπνοδωμάτιο, ενώ μετά έπλυνε το μαχαίρι και το τοποθέ­τησε σε συρτάρι της κουζίνας, στο εσωτερικό του οποίου βρέ­θηκε αποτύπωμα του αριστερού του αντίχειρα. Ακολούθως ερεύνησε όλους τους χώρους του διαμερίσματος, πέταξε στο δάπεδο το περιεχόμενο των συρταριών, για να σκηνοθετήσει δήθεν ληστεία με ανθρωποκτονία από άλλους δράστες και να αποπροσανατολίσει την αστυνομική έρευνα που θα ακολου­θούσε, όπως ο ίδιος ανέφερε στην από 26.7.2008 προανακρι­τική εξέτασή του, και αποφάσισε να αφαιρέσει δύο φορητούς υπολογιστές μάρκας [...], ένα κινητό τηλέφωνο και χρηματικό ποσό 100 ευρώ, με σκοπό να τα ιδιοποιηθεί παράνομα, καθώς και τα κλειδιά της οικίας και του αυτοκινήτου του θύματος. Όταν πήγε να βγει από το διαμέρισμα, διαπίστωσε ότι η πόρτα ήταν κλειδωμένη, οπότε αρχικά προσπάθησε να την σπάσει με μία σιδερένια τσιμπίδα τζακιού, χωρίς να τα καταφέρει, επειδή αυτή ήταν ασφαλείας και εσωτερικά μεταλλική. Μετά επιχείρη­σε να την ανοίξει με ακατάλληλο κλειδί που έσπασε μέσα στην κλειδαριά, το οποίο αφαίρεσε με προσεκτικές κινήσεις και ανα­ζήτησε ψύχραιμα το κατάλληλο κλειδί, το οποίο βρήκε σε συρ­τάρι ενός κομοδίνου και απομακρύνθηκε, συναποκομίζοντας τα προαναφερόμενα αντικείμενα, από τα οποία τα κλειδιά του αυτοκινήτου και του διαμερίσματος τα έριξε σε κάδο απορ­ριμμάτων βγαίνοντας από την πολυκατοικία, ενεργοποίησε το κινητό τηλέφωνο την ίδια ημέρα και μία εβδομάδα αργότερα το πώλησε σε αλλοδαπό, ενώ τους δύο φορητούς υπολογιστές τους φύλαξε στο σπίτι, όπου διέμενε με την πεθερά του. Συ­νέχισε δε (με διακοπή δύο-τριών ημερών μετά το έγκλημα) να εργάζεται κανονικά, καθαρίζοντας καράβια από μαζούτ, στο [...] Αττικής (αποσκοπώντας προδήλως και στο να μην εγείρει στο εργασιακό περιβάλλον του υπόνοιες ενοχής σε βάρος του από ενδεχόμενη οριστική διακοπή της εργασίας του) μέχρι τις 26.7.2008, οπότε συνελήφθη, αφού προηγήθηκε δακτυλοσκοπική ταυτοποίησή του και ομολόγησε την εγκληματική δράση του, αλλά με παραποιημένο ιστορικό για προφανείς υπερασπιστικούς λόγους. [...] Από τα πραγματικά περιστατικά, που προαναφέρθηκαν και ανάγονται σε χρόνο πριν, κατά και μετά την πραγμάτωση του εγκληματικού συμβάντος, κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας, α­ποδείχτηκε με την απαιτούμενη δικανική βεβαιότητα ότι ο κα­τηγορούμενος αποφάσισε και τέλεσε με ευθύ δόλο την πράξη της ανθρωποκτονίας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, δηλαδή σε κατάσταση ψυχικής υπερδιέγερσης που δεν απέκλειε την σκέ­ψη και τη δυνατότητα στάθμισης των αιτίων που ωθούν στην τέλεση της ανθρωποκτόνου πράξης ή συγκρατούν από την τέλεσή της. Επίσης, από τα ίδια πραγματικά περιστατικά, κατά ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου, αποδείχτηκε ότι ο κατη­γορούμενος, ο οποίος δεν είχε καταναλώσει μεγάλη ποσότητα μπύρας και δεν είχε κάνει χρήση κοκαΐνης ή άλλης ναρκωτικής ουσίας, κατά την τέλεση της πράξης δεν βρισκόταν σε κατά­σταση διανοητικής ή ψυχικής διατάραξης, η οποία να αναιρού­σε ή να μείωνε σημαντικά την ικανότητα αυτού να αντιληφθεί τον άδικο χαρακτήρα της συγκεκριμένης πράξης του ή την ι­κανότητά του να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψή του για τον άδικο χαρακτήρα της, ούτε τελούσε σε κατάσταση υπαίτιας μέθης του άρ. 193 Π.Κ.. Ιδιαίτερα καταδεικτική του γεγονότος, ό­τι ο κατηγορούμενος κατά την τέλεση της πράξης του διατηρούσε σε πλήρη ενέργεια και λειτουργικότητα τη διανοητική και ψυχι­κή κατάστασή του και αμείωτη την ικανότητά του για διάκριση και συμμόρφωση, ανεξάρτητα από (αλλά και παρά) τη σπάνια αγριότητα του τρόπου τέλεσης του εγκλήματος, ο οποίος εκδη­λώνει ασυνήθη σκληρότητα και τραχύτητα ως χαρακτηρολογικά στοιχεία του δράστη, είναι η προαναφερόμενη, ψύχραιμη, μεθοδική και επινοητική, συμπεριφορά αυτού αμέσως μετά την εγκληματική πράξη. Δηλαδή η εκτεταμένη έρευνα στους χώρους του διαμερίσματος για εντοπισμό του κλειδιού της εισόδου, η ρίψη του περιεχομένου των συρταριών στο δάπε­δο για σκηνοθέτηση ληστείας και για αποπροσανατολισμό της αστυνομικής έρευνας που θα ακολουθούσε, αφαίρεση με προσεκτικές κινήσεις υπολείμματος σπασμένου κλειδιού από κλειδαριά της εισόδου του διαμερίσματος κ.λπ.. Αντίθετα, δεν αποδείχτηκε από κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι συνέτρεξε στην προκείμενη περίπτωση οποιαδήποτε από τις προϋποθέ­σεις της άμυνας με υπέρβαση των ορίων της, που επικαλέστη­κε ο κατηγορούμενος, πρωτίστως επειδή δεν αποδείχτηκε ότι προϋπήρξε άδικη και παρούσα επίθεση του θύματος με μαχαί­ρι ή με άλλον τρόπο, που να έθετε σε άμεσο κίνδυνο τα έννομα αγαθά του, ενώ, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, η εφαρ­μογή της διάταξης του άρ. 23 ΠΚ προϋποθέτει υπαρκτή κατά­σταση άμυνας. Επομένως, πρέπει, ο κατηγορούμενος να κηρυ­χθεί, κατά πλειοψηφία, ένοχος ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και να απορριφθεί ως αβάσιμος ο αυτοτελής ισχυρισμός αυτού, ότι τέλεσε την ανθρωποκτόνο πράξη σε βρασμό ψυχικής ορμής. Επίσης πρέπει ομόφωνα α) να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι αυτοτελείς ισχυρισμοί του κα­τηγορουμένου, ότι κατά την τέλεση της πράξης αυτός βρισκό­ταν σε κατάσταση άμυνας και υπερέβη τα όριά της (άρ. 22-23 ΠΚ), καθώς και ότι τελούσε σε κατάσταση μειωμένου καταλο­γισμού (άρ. 36 ΠΚ), β) να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος κλοπής των προαναφερομένων αντικειμένων που αφαίρεσε με σκοπό παράνομης ιδιοποίησης από το διαμέρισμα του θύ­ματος και γ) να παύσει υφ'όρον η ποινική δίωξη σε βάρος του κατηγορουμένου κατά το άρ. 2 παρ. 1 του Ν. 4043/2012 για τις πλημμεληματικές πράξεις της παράνομης οπλοχρησίας και της παράνομης εισόδου στη Χώρα, για τις οποίες επιβλήθηκαν σε βάρος του ποινές φυλάκισης έξι και τριών μηνών, αντίστοιχα, με την πρωτόδικη απόφαση, που δεν έχει γίνει ακόμη αμετά­κλητη και οι σχετικές ποινές δεν έχουν εκτιθεί.

Ένα, όμως, μέλος του Δικαστηρίου, ο Εφέτης, Παλλαδινός Διονύσιος, είχε τη γνώμη ότι έπρεπε να γίνει δεκτός ο αυτοτελής ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι τέλεσε την πράξη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση ευρισκόμενος σε κατάσταση βρασμού ψυχικής ορμής. Ειδικότερα κατά τη διάταξη της παρ. 1 του άρ. 299 του ΠΚ, «όποιος, με πρόθεση σκότωσε άλλον, τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη», κατά δε την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, «αν η πρά­ξη αποφασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής, επιβάλλεται η ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης». Από τον συν­δυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι, για την στοιχειο­θέτηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, απαιτείται, αντικειμενικώς μεν, η αφαίρεση της ζωής άλλου ανθρώπου με θετική ενέργεια ή παράλειψη οφειλόμενης από το νόμο ενέργειας, υποκειμενικώς δε, δόλος που περιλαμβά­νει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξης και τη θέληση καταστροφής της ζωής του άλλου ανθρώπου. Από τη διατύπωση της δεύτερης παραγράφου του αυτού άρ. 299 του ΠΚ, προκύπτει ότι, για την ποινική μεταχείριση του δράστη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, γίνεται διάκριση του δόλου σε προμελετημένο και απρομελέτητο. Στην πρώτη περίπτωση, κατά την έννοια της διάταξης, απαιτείται ψυχική ηρεμία του δράστη, είτε κατά την απόφαση είτε κατά την εκτέλεση της πράξης. Ενώ, στη δεύτερη περίπτωση απαιτείται ο δράστης να βρίσκεται σε βρασμό ψυχικής ορμής και κατά τη λήψη της απόφασης και κατά την εκτέλεση της πράξης, γιατί αν λείπει ο βρασμός ψυχικής ορμής σε ένα από τα στάδια αυτά, δεν συντρέ­χουν οι όροι εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρ. 299 ΠΚ για την επιεικέστερη μεταχείριση του δράστη, δηλαδή για την επιβολή της πρόσκαιρης αντί της ισόβιας κάθειρξης. Για την ύπαρξη του στοιχείου της ψυχικής ορμής, στο έγκλημα της ανθρωποκτο­νίας από πρόθεση, δεν αρκεί οποιαδήποτε αιφνίδια και από­τομη υπερδιέγερση κάποιου συναισθήματος, αλλά απαιτείται η υπερδιέγερση αυτή να φθάσει σε ψυχική κατάσταση τέτοια, που να αποκλείει τη σκέψη, δηλαδή τη δυνατότητα στάθμισης των αιτιών που κινούν την πράξη ή απωθούν από αυτήν (ΑΠ 1549/2012, δημοσίευση Νόμος). Στην προκείμενη περίπτωση, ο Ν.Σ., παθητικός ομοφυλό­φιλος, αλκοολικός και εξαρτημένος από τη χρήση κοκαΐνης σε καθημερινή βάση, είχε συνευρεθεί ερωτικά με τον κατηγορού­μενο M.D., και συμφώνησαν να συνευρεθούν πάλι το βράδυ της ίδιας ημέρας (3.6.2008). Περί ώρα 20.45 της 3ης.6.2008, συναντήθηκαν στην πλατεία Βικτωρίας, απ'όπου πήγαν στο διαμέρισμα του Ν.Σ. Ο Ν.Σ. έκανε χρήση κοκαΐνης και τόσο το θύμα όσο και ο κατηγορούμενος ήπιαν μπύρες. Συνευρέθηκαν, αρχικά, ερωτικά στο υπνοδωμάτιο και μετά πήγαν στο σαλόνι, όπου βρισκόντουσαν τελείως γυμνοί. Ενώ ο κα­τηγορούμενος καθόταν στο αριστερό τμήμα του καναπέ, τον πλησίασε, αιφνιδιαστικά, ο Ν.Σ. και του ζήτησε με την απειλή μαχαιριού που είχε λάβει από την κουζίνα, να εναλλαχθούν οι ρόλοι τους και να λάβει ο κατηγορούμενος τη θέση του παθη­τικού ομοφυλόφιλου και το θύμα τη θέση του ενεργητικού ο­μοφυλόφιλου, απαιτώντας το θύμα από τον κατηγορούμενο να προβεί σε πεολειξία. Ο κατηγορούμενος ένιωσε τρόμο, φόβο, αγανάκτηση, οργή από την αιφνιδιαστική και αντιφατική αυτή συμπεριφορά του θύματος, περιήλθε σε μεγάλη υπερδιέγερση των συναισθημάτων αυτών και υπό το κράτος της πλήρους ψυ­χικής διαταραχής, γρονθοκόπησε τον κατηγορούμενο στο αρι­στερό ριζορίνιο, του απέσπασε το μαχαίρι και του επέφερε 21 κτυπήματα εκ των οποίων επήλθε ο θάνατός του. Η κρίση αυτή, για την ψυχική διαταραχή του κατηγορουμένου, ενισχύεται ιδι­αίτερα από το ότι α) το θύμα είχε παθητικό ρόλο στις ερωτικές συνευρέσεις που είχε με τους συντρόφους του, β) το θύμα, αρ­χικά, είχε διαβεβαιώσει τον κατηγορούμενο, ότι ο τελευταίος θα έχει ενεργητικό ρόλο, γ) ο κατηγορούμενος είναι υπήκοος Γεωργίας, όπου το να είσαι παθητικός ομοφυλόφιλος θεωρείται προσβλητικό, δ) το θύμα, καίτοι δεν το συνήθιζε, μετά την είσο­δό του με τον κατηγορούμενο στο διαμέρισμά του, κλείδωσε την πόρτα του διαμερίσματος και έκρυψε επιμελώς τα κλειδιά, γεγονός το οποίο συνηγορεί ότι είχε στις προθέσεις του να ζητήσει την εναλλαγή των ρόλων και προσπάθησε να εξασφαλίσει την αποτροπή της απομάκρυνσης του κατηγορούμενου από το δι­αμέρισμα, ε) το θύμα αμέσως μετά την είσοδό του στο διαμέρι­σμα προέβη στη χρήση κοκαΐνης, γεγονός που του προκάλεσε υπερδιέγερση και επιθετικότητα, στ) όπως προκύπτει από την κατάθεση του μάρτυρος κατηγορίας, Α.Κ., την χρονική αυτή πε­ρίοδο το θύμα ήταν «[...] [λ]εκτικά προκλητικός και βίαιος... Μιλούσε άσχημα... Είχε εμμονές και παραισθήσεις και τα έβαζε με όλους», ζ) ο μάρτυς κατηγορίας, Γ.Α., ψυχίατρος - επίκουρος καθηγητής ψυχιατρικής, καταθέτει μεταξύ άλλων: «τα σεξουα­λικά εγκλήματα έτσι και αλλιώς είναι βίαια, διότι έχουν το υπόστρωμα της προσβολής του δράστη απέναντι στο θύμα. Σε μια ομοφυλόφιλη σχέση υπάρχει αυτό το δίπολο εξουσίας-υποταγής. Τα 21 πλήγματα δείχνουν παρορμητικότητα... Ο φόβος μπορεί να πυροδοτήσει την κατάσταση του κατηγορουμένου», η) η μάρτυς υπεράσπισης, Χ.Α., ψυχολόγος, καταθέτει μεταξύ άλλων: «τα 21 κτυπήματα προέρχονται καθαρά από αμόκ και φόβο», θ) ο μάρτυς υπεράσπισης, Ι.Α., ιατροδικαστής, καταθέτει μεταξύ άλλων: «με βάση τη σκηνή του εγκλήματος αποκλείω να ήταν προσχεδιασμένη δολοφονία. Ήταν ένας ομόφυλος πανικός», ι) ότι το μαχαίρι που χρησιμοποιήθηκε για το φόνο, έφερε και το βιολογικό υλικό του θύματος, το οποίο δεν ήταν αίμα, αλλά επιθηλιακά κύτταρα (βλ. εργαστηριακή εξέταση α­ναζήτησης DNA πειστήριο [...]), ια) η χρονική διάρκεια μετα­ξύ απειλής εκ μέρους του θύματος, απόφασης και εκτέλεσης της ανθρωποκτονίας εκ μέρους του κατηγορουμένου είναι εξαιρετικά μικρή και ιβ) δεν υπήρχε προσχεδιασμός εκ μέρους του κατηγορούμενου. Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος, τόσο κατά την απόφαση, όσο και κατά την εκτέλεση της ανθρωποκτονίας, βρισκόταν υπό το κράτος ψυχικής υπερδιέγερσης των παραπάνω περιγραφέντων συναισθημάτων του, με αποτέλεσμα να αποκλείεται η σκέψη του και η δυνατότητα στάθμισης των αι­τίων που τον ώθησαν στην πράξη του. Ακολούθως, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ανθρωποκτονίας που τελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής κατά τη διάταξη του άρ. 299 παρ. 2 του ΠΚ

Περαιτέρω, ως προς τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου για αναγνώριση υπέρ αυτού των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρ. 84 παρ. 2 περ. α`, γ`, δ` και ε` ΠΚ, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Κατά πάγια νομολογιακή εφαρμογή, μόνη η ύπαρξη λευ­κού ποινικού μητρώου και πιστοποιητικού καλής διαγωγής στις φυλακές (που συντρέχουν στο πρόσωπο του κατηγορουμένου) δεν αρκεί για την χορήγηση των σχετικών ελαφρυντικών του προτέρου εντίμου βίου (περ. α) και της καλής συμπεριφοράς για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη (περ. ε`), αλλά απαιτείται να αποδεικνύεται αντίστοιχη θετική ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και κοινωνική δραστηριοποίηση σε ελεύθερη κοινωνική διαβίωση με κριτήριο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και νομοταγή πολίτη σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εκτιμάται ως μη αναμενόμενη η εκτροπή του κατηγορουμένου σε αξιόποινες ή άλλες έκνομες πράξεις (ΑΠ 13/2009, ΑΠ 2036/2001, ΑΠ 1872/1999). Εξάλλου, το ελαφρυντικό του άρ. 84 παρ. 2 περ. γ` ΠΚ προϋποθέτει απόδειξη ότι ο δράστης ωθήθηκε στην πράξη από προηγούμενη ανάρμοστη συμπεριφορά του παθόντος ή ότι ο δράστης παρασύρθηκε από οργή ή βίαιη θλί­ψη που προκάλεσε σ'αυτόν προηγούμενη άδικη (αξιόποινη ή μη) σε βάρος του πράξη του παθόντος. Η δε ανάρμοστη ή άδικη συμπεριφορά του παθόντος κατά του δράστη πρέπει να τελεί σε αιτιώδη σχέση με την εγκληματική πράξη του δράστη, δηλαδή να αποδεικνύεται ότι ο τελευταίος δεν θα δρούσε χωρίς αυτή (ΑΠ 798/2002, ΑΠ 1529/1994). Επίσης, η χορήγηση του ελαφρυ­ντικού του άρ. 84 παρ. 2 περ. δ` ΠΚ προϋποθέτει απόδειξη ότι ο δράστης εκδήλωσε (με συγκεκριμένο τρόπο και σε συγκεκριμέ­νο τόπο και χρόνο) ειλικρινή μετάνοια και ότι επιδίωξε να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες της πράξης του. Κατά την έννοια δε του νόμου, δεν συνιστά ειλικρινή μετάνοια η απλή δήλωση συγ­γνώμης από τον δράστη ή η καλή διαγωγή στις φυλακές ή κατά τη διεξαγωγή της δίκης ή η απλή και καθυστερημένη δήλωση ομολογίας κατά τη δίκη ή η παράδοσή του στην αστυνομία μετά το έγκλημα (ΑΠ 842/1999, ΑΠ 1312/1993, ΑΠ 256/1989 κ.α.). [...] Τέλος, κατά την πλειοψηφούσα γνώμη, από τα ίδια προα­ναφερόμενα αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχτηκαν συγκεκρι­μένα πραγματικά περιστατικά που να θεμελιώνουν προηγούμενη ανάρμοστη συμπεριφορά ή προηγούμενη άδικη πράξη του θύματος σε βάρος του δράστη, οι οποίες να ώθησαν τον δράστη ή να προκάλεσαν σ'αυτόν οργή ή βίαιη θλίψη και να τον παρέσυραν έτσι στην τέλεση της εγκληματικής πράξης. Ό­πως ήδη αναφέρθηκε, δεν αποδείχτηκε, ούτε τεκμηριώθηκε, ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου, ότι το θύμα τον απείλησε με μαχαίρι και αξίωσε επιτακτικά από αυτόν «να του πάρει πίπα», πράγμα που του προκάλεσε βίαιη και έντονη οργή και τον ε­ξώθησε στην ανθρωποκτόνο πράξη. Ούτε επίσης αποδείχτηκε ότι προηγήθηκε οποιαδήποτε άλλη άδικη πράξη ή ανάρμοστη συμπεριφορά του θύματος σε βάρος του κατηγορουμένου, που να προκάλεσε σ'αυτόν την απόφαση να θανατώσει το θύμα. Αντίθετα, αποδείχτηκε ότι ο προαναφερόμενος ισχυρισμός υπήρξε υπερασπιστικό επινόημα του κατηγορουμένου, όπως ήταν και ο ισχυρισμός αυτού ότι είχε μία μόνο συνάντηση με το θύμα περί ώρα 5-6 πρωινή της ημέρας του εγκλήματος, ο ισχυρισμός ότι ακολούθησε το θύμα στην οικία του, επειδή του υποσχέθηκε ερωτική συνεύρεση με γυναίκες, και ο ισχυρισμός ότι αφετηρία του εγκληματικού συμβάντος ήταν η πολυθρόνα του σαλονιού, στην οποία δήθεν καθόταν ο κατηγορούμενος ξαπλωμένος και ζαλισμένος, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, αποδείχτηκε ότι το εγκληματικό συμβάν ξεκίνησε από τον αριστε­ρό καναπέ του σαλονιού, όπου ήταν το θύμα ξαπλωμένο και γυμνό και ολοκληρώθηκε σε ελάχιστο χρόνο μπροστά από τη γωνία των δύο καναπέδων, όπου και βρέθηκε το θύμα μέσα σε λίμνη αίματος. Η επικαλούμενη εκδήλωση επιθυμίας του θύμα­τος, να του κάνει ο κατηγορούμενος πεολειξία ή άλλη παρεμ­φερή ενέργεια που παραπέμπει σε παθητική ομοφυλοφιλία, χωρίς να συνοδεύεται από απειλή με μαχαίρι ή από άλλη άδικη πράξη (αφού αυτό δεν προέκυψε ούτε ως απλή πιθανότητα), δεν αποκλείεται να συνέβη κατά την εξέλιξη των γενετησιακών περιπτύξεων που υπήρξαν μεταξύ τους, όπως και σε ανάλογη περίπτωση είχε επιχειρήσει το θύμα κατά τη διάρκεια συνεύ­ρεσης με άλλον ερωτικό σύντροφο (βλ. ένορκη κατάθεση του μάρτυρα, Μ.N.E., στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο). Τέτοια ε­νέργεια, όμως, αξιολογούμενη υπό τις συγκεκριμένες περιστά­σεις, της επί χρήμασι ομοφυλοφιλικής ερωτικής συνεύρεσης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ανάρμοστη με την έννοια της οικεί­ας διάταξης, αλλά ως αναμενόμενη, που μπορούσε και έπρε­πε να αποκρουστεί από τον κατηγορούμενο με απλή άρνηση (όπως είχε πράξει ο προαναφερόμενος μάρτυρας) ή με άλλη μη εγκληματική αντίδραση, η οποία δεν έθιγε την τιμή και αξι­οπρέπειά του. Επομένως, κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί ο αυτοτελής ισχυρισμός για χορήγηση του σχετικού ελαφρυντικού. 

Μειοψήφησαν τρία μέλη του Δικαστηρίου, ο εφέτης, Παλλαδινός Διονύσιος, και οι ένορκοι [...] και [...], οποίοι είχαν τη γνώμη ότι έπρεπε να αναγνωριστεί υπέρ του κατηγορουμένου η ελαφρυντική περίσταση του άρ. 84 παρ. 2 περ. γ` ΠΚ. Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρ. 84 παρ. 2γ΄ του ΠΚ, ελαφρυντική περίσταση θεωρείται το ότι στην πράξη του ω­θήθηκε ο κατηγορούμενος από ανάρμοστη συμπεριφορά του παθόντος ή παρασύρθηκε από οργή ή βίαιη θλίψη που του προκάλεσε άδικη εναντίον του πράξη. Στην προκείμε­νη περίπτωση, ο Ν.Σ., παθητικός ομοφυλόφιλος, αλκοολικός και εξαρτημένος από τη χρήση κοκαΐνης σε καθημερινή βάση, είχε συνευρεθεί ερωτικά με τον κατηγορούμενο M.D., και συμφώνησαν να συνευρεθούν πάλι το βράδυ της ίδιας ημέ­ρας (3.6.2008). Περί ώρα 20.45 της 3.6.2008, συναντήθηκαν στην πλατεία Βικτωρίας, απ'όπου πήγαν στο διαμέρισμα του Ν.Σ. Ο Ν.Σ. έκανε χρήση κοκαΐνης και τόσο το θύμα όσο και ο κατηγορούμενος ήπιαν μπύρες. Συνευρέθηκαν, αρχικά, ερω­τικά στο υπνοδωμάτιο και μετά πήγαν στο σαλόνι, όπου βρι­σκόντουσαν τελείως γυμνοί. Ενώ ο κατηγορούμενος καθόταν στο αριστερό τμήμα του καναπέ, τον πλησίασε, αιφνιδιαστικά, ο Ν.Σ. και του ζήτησε με την απειλή μαχαιριού που είχε λάβει από την κουζίνα, να εναλλαχθούν οι ρόλοι τους και να λάβει ο κατηγορούμενος τη θέση του παθητικού ομοφυλόφιλου και το θύμα τη θέση του ενεργητικού ομοφυλόφιλου, απαιτώντας το θύμα από τον κατηγορούμενο να προβεί σε πεολειξία. Ο κα­τηγορούμενος ένιωσε τρόμο και οργή από την αιφνιδιαστική και αντιφατική αυτή συμπεριφορά του θύματος, περιήλθε σε συναισθηματική υπερδιέγερση, γρονθοκόπησε τον κατηγο­ρούμενο στο αριστερό ριζορίνιο, του απέσπασε το μαχαίρι και του επέφερε 21 κτυπήματα εκ των οποίων επήλθε ο θάνατός του. ...

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...