Του Ποιητή και Νομικού , Παναγιώτη Μπενέα
ΑΦ’ ΥΨΗΛΟΥ
Στο κεφαλόσκαλο εξοχικού.
Πότε ξέπεσες σε άγαλμα, Θεά;
Αλλά κι αποσχισμένη
απ’ το δωδεκάθεό σου τζάκι,
παράφορη Θεά μου Αφροδίτη,
άσβεστο κρατάς ακόμη κάτι
απ’ το ίδιον της προελεύσεώς σου
με το ένα χέρι σου ηδυπαθώς
ναυαγισμένο στη φουρτούνα
των αμάραντων μαλλιών σου
και το άλλο
ίδιο καταπέτασμα αμετακίνητο
μπρος στου φύλου σου το ιερό
ενώ, αφ’ υψηλού σκαλοπατιού,
με σιχασιά σχεδόν, περιεργάζεσαι
στα χείλια τους λαιμούς τα μάτια
τις πατημασιές των χοϊκών ορμών μας.
Μολοντούτο, Αφροδίτη,
ξεπέφτεις τώρα κι άλλο
κι από άγαλμα πιο κάτω
σε άνθρωπο μετουσιώνεσαι
τα βράδια
σαν ξεχύνεται η σιγαλιά στους δρόμους
και ο Αύγουστος –α, τι μαριόλης μήνας–
με κινήσεις χλιαρές αναμερίζει
τη μαρμάρινη αιδημοσύνη σου,
στο δέρμα του προσηλυτίζει
τη νιόβγαλτη αφή σου
και πανσέληνος εισέρχεται
στα μύχια ύδατά σου.
Μου τό ‘παν
δυο μπανιστιρτζήδες πόθοι
–ένοικοι του γείτονος φεγγίτη–
που αναρριχώνται, σκέψου,
ταχτικά στο αχανές
των βογκητών σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου